Αλκαέστ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο όρος αλκαέστ (alkahest) είναι έννοια της αλχημείας. Πρόκειται για ένα υποθετικό υλικό που διαλύει τα πάντα, δίνοντάς τους υγρή μορφή. Είναι δηλαδή ένας γενικός διαλύτης, ικανός να διαλύσει κάθε άλλη ουσία, ακόμα και τον χρυσό. Εξαιτίας των αντιλαμβανόμενων πολύτιμων ιατρικών εφαρμογών του αλκαέστ, οι αλχημιστές ενδιαφέρονταν για το κατά πόσο μπορούσε να υπάρξει.

Ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το όνομα «αλκαέστ» πιστεύεται ότι επινοήθηκε από τον Παράκελσο τον 16ο αιώνα και προέρχεται από παρόμοιες λέξεις της αραβικής γλώσσας, όπως το «αλκάλι», κατά τον Γκλάουμπερ από τη φράση alcali est, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι έχει γερμανική προέλευση, από το all-Geist (παγκόσμιο πνεύμα). Είχε ωστόσο αρχικώς διαφορετική σημασία. Συγκεκριμένα στο έργο του De viribus membrorum (= «Περί των δυνάμεων των μελών»), ο Παράκελσος γράφει:

Υπάρχει ακόμα το υγρό αλκαέστ, που ενεργεί αποτελεσματικότατα στις ηπατικές παθήσεις και δυναμώνει και προφυλάσσει το ήπαρ από όλες τις ασθένειες.

Η συνταγή του ίδιου του Παράκελσου βασιζόταν στο οξείδιο του ασβεστίου, το οινόπνευμα και το ανθρακικό κάλιο. Αυτός ο συνδυασμός χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα από πολλούς χημικούς: μετά από λουτρό σε υδροξείδιο του καλίου με αιθανόλη τα γυάλινα σκεύη του εργαστηρίου καθαρίζουν τελείως, με τη διάλυση κάθε ακαθαρσίας. Ο Παράκελσος πίστευε ότι το αλκαέστ συνδεόταν με τη φιλοσοφική λίθο.

Προβλήματα με την έννοια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σοβαρότερο ίσως δυνητικό πρόβλημα με την έννοια του αλκαέστ είναι ότι, αν διαλύει τα πάντα, τότε δεν θα μπορεί να κρατηθεί μέσα σε δοχείο, επειδή θα το διέλυε. Ωστόσο, ο αλχημιστής Ειρηναίος Φιλαλήθης συγκεκριμενοποίησε την έννοια στο ότι το αλκαέστ διέλυε μόνο σύνθετα υλικά/ουσίες στα στοιχειώδη συστατικά τους.[1] Επομένως ένα δοχείο κατασκευασμένο από ένα καθαρό στοιχείο (όπως ο μόλυβδος) δεν θα διαλυόταν από το αλκαέστ. Στη σύγχρονη εποχή το νερό αποκαλείται μερικές φορές «γενικός διαλύτης» ή «παγκόσμιος διαλύτης», επειδή μπορεί να διαλύσει πολύ μεγάλη ποικιλία ουσιών, εξαιτίας της μεγάλης πολικότητας του μορίου του και του επαμφοτερίζοντα χαρακτήρα του.

Ο διάδοχος του Παράκελσου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την εποχή του Παράκελσου, ο Φραγκίσκος Μερκούριος φαν Χέλμοντ ενδιαφέρθηκε για τον μετασχηματισμό των μετάλλων, για τεχνικές διαχωρισμού των καθαρών από τα ανάμικτα μέρη της φύσεως και, ιδίως, για μια ουσία, που αποκαλούσε «το υγρό αλκαέστ». Δεχόταν ότι αυτή η ουσία ήταν ένα από τα μεγαλύτερα μυστικά του Παράκελσου και αναφερόταν σε αυτό ως «αδιάφθορο διαλύον ύδωρ», που μπορούσε να αναγάγει κάθε σώμα στις πρώτες ύλες του.

Τα κείμενα του φαν Χέλμοντ υπαινίσσονται ακόμη προγενέστερες, μεσαιωνικές περιγραφές μιας ουσίας που ονομαζόταν σαλ αλκάλι (sal alkali). Αυτό με τη σειρά του φαίνεται ότι ήταν ένα διάλυμα καυστικού καλίου σε οινόπνευμα, το οποίο διαλύει πολλές ουσίες. Ο φαν Χέλμοντ περιέγραψε μια διαδικασία στην οποία το δικό του αλκαέστ (σαλ αλκάλι) επενεργούσε σε ελαιόλαδο. Το αποτέλεσμα περιγραφόταν ως «γλυκό έλαιο», το οποίο ήταν η γλυκερόλη.[2]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Philalethes, Eirenaeus. «The Secret of the Immortal Liquor Called Alkahest or Ignis-Aqua». Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2014. 
  2. Leinhard, John. «No.1569 Alkahest». University of Houston. Ανακτήθηκε στις 14 Μαΐου 2014. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Το ομώνυμο λήμμα στη Νέα Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια «Χάρη Πάτση», τόμος 4