Φορεσιά του Σουλίου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η φορεσιά του Σουλίου φοριόταν και στα 49 χωριά και τις 9 κοινότητες της επαρχίας, αλλά πλέον φοριέται μόνο από τις ηλικιωμένες. Συχνά εμφανίζεται με το όνομα καφτάνια, λόγω του καφτανιού, που είναι βασικό στοιχείο της φορεσιάς.

Τα κύρια μέρη της φορεσιάς είναι η φανέλλα, το πουκάμισο, το μισοφόρι, το μισοφούστανο, η φουστάνα, το καφτάνι, το ζουνάρι, η ζούνα, η ποδιά, τα τσουράπια kai τα καντούρια.

Τα μαλλιά τους τα έπλεκαν σε φαρδόκοσσα, την οποία στόλιζαν με το καρμπόνι και έδεναν το διστθιμέλι και τη μαγουλίκα, στολίζοντας με τα παγούνια. Στα κοσμήματα συναντάμε αλυσίδες με φλουριά, ασημένιες ή μαλαματένιες καρφίτσες, το γκερντάνι και τη μπούρλια.

Η φανέλλα, το πουκάμισο, το μισοφόρι, το μισοφούστανο και το καφτάνι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φανέλλα ήταν υφαντή ή πλεκτή με μακριά μανίκια. Το πουκάμισο ήταν άσπρο, μακρύ ως τον αστράγαλο με μακριά και πλατιά μανίκια. Τα καθημερινά είναι βαμβακερά, ενώ τα γιορτινά από ύφασμα σγουρό. Τα παλιά ποκάμισα έχουν αντικατασταθεί με νέα που έχουν δαντέλα. Το μισοφόρι είναι μπούστος, χωρίς μανίκια, με φούστα και σούρες και φτάνει έως τη μέση της γάμπας. Είναι βαμβακερό ή μάλλινο ανάλογα με την εποχή. Το μισοφούστανο ή φουστάνα είναι μια πλατιά μακριά φούστα που φοριέται πάνω από το μεσοφόρι. Είναι βαμβακερά ενώ το χειμώνα μάλλινα. Το καφτάνι είναι μακρύς επενδύτης με μακριά μανίκια, τα οποία το καλοκαίρι ήταν φτιαγμένα από τσίτια καιν το χειμώνα υφαντά από μαλλί και βαμβάκι. Τα νυφικά και εορταστικά καφτάνια ήταν συνήθως από μετάξι και το χειμώνα από μεταξωτό βελούδο. Χαρακτηριστικό της φορεσιάς αυτού του είδους ήταν το λευκό χρώμα καθώς και οι ομοιότητες που μοιραζόταν με την ανδρική φουστανέλα.[1]

Το ζουνάρι, η ζούνα, η ποδιά, τα τσουράπια και τα καντούρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ζουνάρι με την κορώνα είναι χάλκινη ζώνη που φοριέται πάνω από το καφτάνι γύρω από τη μέση. Η ζούνα φοριόταν από τα κορίτσια στις γιορτές. Ήταν μια ταινία χρυσοΰφαντη με πόρπες(κλειδωτήρια). Η ποδιά φοριέται στις γιορτές κάτω από το ζουνάρι και είναι μακριά όσο το καφτάνι. Φτιαγμένη από υφαντό η καθημερινή, ενώ η γιορτινή ήταν ολοκέντητη και είχε βολάν. Τα τσουράπια ήταν μάλλινες πλεκτές κάλτσες[1] με κεντήματα χρωματιστά. Τα καντούρια ήταν κοινά παπούτσια από χοντρό μαύρο πετσί με χαμηλό τακούνι και φούντα μπροστά. Σήμερα έχουν αντικατασταθεί από τα σκαρπίνια.

Κεφαλόδεσμος και κοσμήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η φαρδόκοσσα ήταν μια πλατιά μακριά πλεξούδα που έκαναν οι νύφες αλλά και οι γυναίκες στις γιορτές, με το καρμπόνι, που ήταν το νόμισμα που κρεμόταν από την άκρη της. Το διστθιμέλι ήταν μεταξωτό κλαδωτό μαντήλι, άσπρο ή ζαχαρί για τις νύφες, με διάφορα σχέδια για τις γυναίκες και με σκούρα χρώματα για τις ηλικιωμένες. Η μαγουλίκα ήταν ένα δεύτερο μαντήλι, βαμβακερό σε διάφορα χρώματα. Τα παγούνια είναι δύο ασημένιες πλάκες που στερεώνονται στη μαγουλίκα πάνω από τα αυτιά, από τις οποίες κρέμονται αλυσίδες με φλουριά. Το γκερντάνι ήταν το περιλαίμιο από φλουριά, ενώ τη φορεσιά συμπληρώνει η μπούρλια, ένα επιστήθιο κόσμημα με φλουριά.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]