Λυρικές μπαλάντες (συλλογή)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λυρικές μπαλάντες
ΣυγγραφέαςΣάμιουελ Τέιλορ Κόλεριτζ
Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ
ΤίτλοςLyrical Ballads
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1798
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Λυρικές μπαλάντες (αγγλικός τίτλος: Lyrical Ballads) είναι ποιητική συλλογή των Γουίλιαμ Γουόρντσγουορθ και Σάμουελ Τέηλορ Κόλεριτζ, που δημοσιεύτηκε το 1798 και γενικά θεωρείται ότι σηματοδότησε την αρχή του κινήματος του ρομαντισμού στην αγγλική λογοτεχνία. Η υποδοχή από τους κριτικούς ήταν μέτρια, αλλά το έργο έγινε και παραμένει ορόσημο, αλλάζοντας την πορεία της αγγλικής λογοτεχνίας και ποίησης. Η έκδοση του 1800 είναι διάσημη για τον Πρόλογο στις Λυρικές Μπαλάντες, κάτι που έγινε γνωστό ως το μανιφέστο του Ρομαντισμού.[1]

Εκδόσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια δεύτερη έκδοση δημοσιεύθηκε το 1800, στην οποία ο Γουόρντσγουορθ περιλάμβανε επιπλέον ποιήματα και έναν πρόλογο που περιγράφει λεπτομερώς τις ποιητικές αρχές των δύο ποιητών. Σε μεταγενέστερη έκδοση, που δημοσιεύθηκε το 1802, ο Γουόρντσγουορθ διεύρυνε τις ιδέες που εκτίθενται στον πρόλογο. Μια τρίτη έκδοση δημοσιεύτηκε το 1802,  με σημαντικές προσθήκες στον πρόλογο και μια τέταρτη έκδοση δημοσιεύτηκε το 1805.[2]

Περιεχόμενο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κόλεριτζ (1772-1834) και Γουόρντσγουορθ (1770-1850) Κόλεριτζ (1772-1834) και Γουόρντσγουορθ (1770-1850)
Κόλεριτζ (1772-1834) και Γουόρντσγουορθ (1770-1850)

Οι Ποιητές των Λιμνών Γουόρντσγουορθ και Κόλεριτζ θέλησαν να ανατρέψουν τις στομφώδεις και εξαιρετικά ακαδημαϊκές ποιητικές μορφές της αγγλικής ποίησης του 18ου αιώνα, έτσι ώστε να φέρουν την ποίηση κοντά στον μέσο άνθρωπο, γράφοντας ποιήματα στη γλώσσα της καθημερινότητας.

Τόνισαν τη ζωτικότητα της γλώσσας που χρησιμοποιούν οι απλοί άνθρωποι για να εκφράσουν την πραγματικότητα, θεωρώντας ότι η χρήση μιας τέτοιας γλώσσας βοηθά επίσης στην ανάδειξη της καθολικότητας των ανθρώπινων συναισθημάτων. Ακόμη και ο τίτλος της ποιητικής συλλογής παραπέμπει σε παλιότερες μορφές λαϊκής τέχνης — η λέξη «μπαλάντες» παραπέμπει στην προφορική αφήγηση λαϊκής προέλευσης, ενώ η λέξη «λυρικές» δημιουργεί έναν σύνδεσμο μεταξύ αυτών των ποιημάτων και των αρχαίων βάρδων και τους προσδίδει έναν αέρα αυθορμητισμού.[3]

Ένα από τα κύρια θέματα των Λυρικών Μπαλάντων είναι η επιστροφή στη φύση, στην οποία ο άνθρωπος ζει μια πιο αγνή και πιο αθώα ύπαρξη. Ο Γουόρντσγουορθ συμφωνεί με την πεποίθηση του Ζαν Ζακ Ρουσώ ότι ο άνθρωπος είναι ουσιαστικά καλός και έχει διαφθαρεί μόνο από την επιρροή της κοινωνίας.

Αν και οι Λυρικές Μπαλάντες είναι συλλογικό έργο, τα περισσότερα από τα ποιήματα στην έκδοση του 1798 γράφτηκαν από τον Γουόρντσγουορθ, ο Κόλεριτζ συνέβαλε μόνο με τέσσερα ποιήματα στη συλλογή, αν και αυτά αποτελούσαν περίπου το ένα τρίτο του βιβλίου σε έκταση, συμπεριλαμβανομένου ενός από τα πιο διάσημα έργα του Η μπαλάντα του γέρου ναυτικού. Πολλά από τα ποιήματα του Κόλεριτζ εκτιμήθηκαν ελάχιστα από το κοινό επειδή παρουσίαζαν έναν μακάβριο, ακόμη και υπερφυσικό, χαρακτήρα.[4]

Στον Πρόλογο ο Γουόρντσγουορθ αναφέρει ότι

«Όλη η μεγάλη ποίηση δεν είναι παρά το αυθόρμητο ξεχείλισμα έντονων συναισθημάτων» και «θέλησα να εικονογραφήσω τον τρόπο με τον οποίο τα συναισθήματα και οι ιδέες αλληλοεπιδρούν σε μια κατάσταση ψυχικής ταραχής».[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]