Κοινωνική κινητικότητα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Κοινωνική κινητικότητα είναι η διαδικασία με την οποία τα άτομα και οι κοινωνικές ομάδες μετακινούνται από το ένα επίπεδο της κοινωνικής διαστρωμάτωσης σε ένα άλλο, εφόσον το σύστημα της διαστρωμάτωσης της εκάστοτε κοινωνίας το επιτρέπει. Στα κλειστά κοινωνικά συστήματα, όπως στις ινδικές κάστες, η κοινωνική κινητικότητα είναι περιορισμένη.

Οι μορφές κοινωνικης κινητικοτητας διακρίνονται με κριτηριο την κατεύθυνση και με κριτήριο τον χρονο.

Μορφές κοινωνικής κινητικότητας:

  • ανοδική κινητικότητα: η μετακίνηση του ατόμου από κατώτερη κοινωνική τάξη σε ανώτερη
  • καθοδική κινητικότητα: η μετακίνηση του ατόμου από ανώτερη κοινωνικη τάξη σε κατώτερη π.χ όταν ένα άτομο χάσει τη δουλειά του
  • οριζόντια κινητικότητα: η μετακίνηση του ατόμου από μια κοινωνική θέση σε κάποια άλλη με αντίστοιχο κύρος
  • διαγενεακή κινητικότητα: σύγκριση της κοινωνικής θέσης των γονέων με αυτή των παιδιών τους σε κάποια δεδομένη στιγμή της σταδιοδρομίας του καθενός.
  • Ενδογενεακή κινητικότητα: σύγκριση των κοινωνικών θέσεων ενός ατόμου στη διάρκεια της ζωής του.

Σε κάποιες κοινωνίες, ο καταμερισμός της εργασίας αλλάζει ανάλογα με την αλλαγή της κοινωνίας: λόγω της προσπάθειας των ελών των κατώτερων κοινωνικών στρωμάτων να ανελιχθούν στην κοινωνική διαστρωμάτωση, νέοι κλάδοι εργασίας δημιουργούνται ταυτόχρονα με το κλείσιμο άλλων κλάδων. Ως αποτέλεσμα, τροποποιείται ανάλογα και η κατανομή των οικονομικών πόρων.

Ενδέχεται επίσης η διαφορετική κατανομή του ταλέντου με την πάροδο του χρόνου: αν και τα μέλη των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων έχουν περισσότερες ευκαιρίες για επιτυχία, κάποια άτομα των κατώτερων κοινωνικών τάξεων ενδέχεται να διαθέτουν ικανότητες που τους επιτρέπουν να καταλάβουν ανώτερες ιεραρχικά θέσεις στην κοινωνία και την εργασία.