Ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Τα Ιδιωτικά Επενδυτικά Κεφάλαια, είναι ο οικονομικός όρος που περιγράφει μια κατηγορία του ενεργητικού, η οποία αποτελείται από μετοχικές κινητές αξίες μιας εταιρίας που δεν είναι εισηγμένη στο χρηματιστήριο αξιών.

Άντληση Κεφαλαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η άντληση κεφαλαίων μέσω ιδιωτικών επενδυτικών συμμετοχών αναφέρεται σε επιχειρήσεις που ψάχνουν να αντλήσουν κεφάλαια από επενδυτές. σε ένα συγκεκριμένο κεφάλαιο που ήδη διαχειρίζεται μια εταιρία, γίνεται περιορισμένος συνεταίρος με αυτήν, κάτι που συνήθως είναι προτιμότερο από το να γίνει άμεσος επενδυτής στην εταιρία. Κατά αυτόν τον τρόπο ο επενδυτής αυτός θα επωφεληθεί ή θα ζημιωθεί αντίστοιχα από τις επενδύσεις στις οποίες θα προχωρήσει με το συγκεκριμένο κεφάλαιο και όχι ανάλογα με τη γενική επενδυτική στρατηγική της. Ο χρόνος σύμφωνα με τον οποίο μια εταιρία σε ιδιωτικά κεφάλαια διαφέρει και είναι ανάλογος του συνολικού επιπέδου ενδιαφέροντος από τους επενδυτές, το οποίο με τη σειρά του καθορίζεται από τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά, και από τα κεφάλαια που είχε αναπτύξει η εταιρία αυτή στο παρελθόν. Για παράδειγμα εταιρείες μπορεί να ξοδέψουν ένα με δύο μήνες για να αντλήσουν το επιθυμητό κεφάλαιο είτε δεσμεύοντας ήδη υπάρχοντες επενδυτές (που επένδυσαν σε παλαιότερα κεφάλαια) είτε από την ιδιαίτερη αύξηση του ενδιαφέροντος των επενδυτών λόγω μιας πολύ καλής παρελθοντικής επίδοσης. Άλλες εταιρίες μπορεί να χρειαστούν μέχρι και χρόνια για να βρουν το επιθυμητό κεφάλαιο αν το ενδιαφέρον των επενδυτών είναι μικρό. Όταν ένα κεφάλαιο καλύψει το στόχο για τον οποίο συγκεντρώθηκε, κλείνει. Σε αυτό το σημείο νέοι επενδυτές δεν μπορούν να λάβουν μέρος στα συμφέροντα του κεφαλαίου εκτός εάν τα εξαγοράσουν μέσω της δευτερογενούς αγοράς χρεογράφων.

Ιστορία και Ανάπτυξη των Ιδιωτικών Επενδυτικών Κεφαλαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βάσεις ανάπτυξης της Βιομηχανίας Ιδιωτικών Επενδυτικών Κεφαλαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βάση της αμερικάνικης βιομηχανίας που στηρίζεται στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αποτέλεσε η δημιουργία 2 εταιριών με κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών (Venture Capital):

  • της American Research and Development Corporation (ARDC)
  • και της J.H. Whitney & Company.

Επίσης μεγάλη συνεισφορά στην ανάπτυξη αυτής της βιομηχανίας έδωσε και οι πρώτες εξαγορές μέσω χρηματοοικονομικής μόχλευσης, που πραγματοποιήθηκαν από τις εταιρίες McLean Industries, Inc. of Pan-Atlantic Steamship Company τον Ιανουάριο του 1955 και Waterman Steamship Corporation το Μάιο του 1955.

Ανάπτυξη της Βιομηχανίας Ιδιωτικών Επενδυτικών Κεφαλαίων το 1980[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αυτή την κατηγορία αξιοσημείωτη είναι η περίπτωση του William Simon, πρώην γραμματέα του υπουργείου οικονομικών των ΗΠΑ, και άλλων 80 επενδυτών οι οποίοι κατάφεραν να αποκτήσουν την Gibson Greetings, μια εταιρία παραγωγής προσκλητηρίων καρτών, για το ποσό των 80 εκατομμυρίων $. Ίσως μόνο 1 εκατομμύριο $ από αυτά τα λεφτά να προήλθε από τους επενδυτές. 16 μήνες μετά από αυτή την συναλλαγή ο Gibson κατάφερε προσφορά νέων χρεογράφων με δημόσια εγγραφή (IPO) στην τιμή των 290 εκατομμυρίων $, με προσωπικό κέρδος 66 εκατομμύρια $.

Βιομηχανία Ιδιωτικών επενδυτικών Κεφαλαίων το 2005 - 2007[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο συνδυασμός της μείωσης των επιτοκίων, της χαλάρωσης των όρων δανειοδότησης αλλά και των αλλαγών στις ρυθμίσεις εισαγωγής στο χρηματιστήριο, οδήγησε στην μεγαλύτερη έξαψη που γνώρισε ποτέ ο κλάδος των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Πλέον οι εξαγορές (ύψους δισεκατομμυρίων $) μεγάλων εταιριών μπορούσαν να λάβουν υψηλές χρηματοδοτήσεις χρέους απόδοσης. Έτσι οι μεγάλης αξίας συναλλαγές μπορούσαν να γίνουν εφικτές . Αυτό φαίνεται από τις εξαγορές των εταιριών Dex Media το 2002, και of Toys "R" Us, The Hertz Corporation , Metro-Goldwyn-Mayer , SunGard το 2005.

Ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια στην Ευρώπη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη εμφάνιση των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων στην Ευρώπη έγινε τη δεκατία του 1940. Όμως σημαντικές επενδύσεις δεν έγιναν μέχρι το 1980. Η άνθηση του κλάδου σε αυτή τη δεκαετία ήταν προσωρινή, και ακολούθησε πτώση μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Η μεγάλη διαφοροποίηση των αγορών και των πολιτισμών της Ευρώπης δεν βοηθούν στην ραγδαία ανάπτυξη των επενδύσεων σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Όμως η σύγχρονη και σταδιακή συνένωση των αγορών καθώς και οι διάθεση που υπάρχει για τέτοιες επενδύσεις από τις ευρωπαϊκές εταιρίες, τείνουν να το αναιρέσουν αυτό. Με τις συνθήκες (υψηλά εργατικά κόστη, κρίση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις ) που επικρατούν σήμερα στην Ευρώπη οι επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αντιμετωπίζονται κυρίως σαν μακροχρόνιες επενδύσεις και απαιτούν μεγάλη ελαστικότητα από τους επενδυτές και τις επιχειρήσεις.[1]

Ιδιωτικά Επενδυτικά Κεφάλαια και Στρατηγικές Επένδυσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το νόμο οι επενδυτές σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια πρέπει να έχουν ουσιαστική καθαρή θέση, αφού τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια είναι συνήθως λιγότερο ρυθμιζόμενα από τα συνηθισμένα αμοιβαία κεφάλαια. Συχνά χρησιμοποιούνται οι εξής στρατηγικές επένδυσης: εξαγορά μέσω μόχλευσης, κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών, κεφάλαια ανάπτυξης, επειγουσών επενδύσεων και ενδιάμεσης χρηματοδότησης. Συνοπτικά η περιγραφή αυτών των στρατηγικών είναι:

Διάγραμμα περιγραφής της δομής μιας εξαγοράς μέσω μόχλευσης

Εξαγορά μέσω Μόχλευσης (Leveraged Buyout)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αυτή τη στρατηγική γίνονται επενδύσεις ιδίων κεφαλαίων σαν μέρος μιας συναλλαγής, στην οποία μια επιχείρηση, μια επιχειρηματική μονάδα ή στοιχεία του ενεργητικού της επιχείρησης περιέρχονται στην κατοχή κάποιων μετόχων, μέσω της χρήσης χρηματοοικονομικής μόχλευσης.

Η εξαγορά μέσω μόχλευσης εμπλέκει έναν οικονομικό χορηγό ο οποίος συμφωνεί στην εξαγορά μιας εταιρίας, χωρίς όμως να καταβάλλει το κεφάλαιο που απαιτείται για αυτήν την εξαγορά. Για να ολοκληρωθεί αυτή η εξαγορά ο οικονομικός χορηγός θα πάρει δάνειο, του οποίου ο τόκος και οι πληρωμές εξαρτώνται από τις ταμειακές ροές της εταιρείας που θα αποκτηθεί. Το δάνειο για την εξαγορά δεν στοχεύει τον οικονομικό χορηγό, αφού δεν μπορεί να διεκδικήσει άλλες επενδύσεις που γίνονται από αυτόν. Έτσι η εξαγορά μέσω μόχλευσης είναι ιδιαίτερα ελκυστική σε περιορισμένους συνεταίρους (limited partners) διότι τους επιτρέπει να απολαμβάνουν όλα τα οφέλη μιας εξαγοράς περιορίζοντας ταυτόχρονα το βαθμό ελέγχου στην εν λόγω μόχλευση. Αυτός ο τρόπος μόχλευσης ωφελεί τον οικονομικό χορηγό σε 2 σημεία:

  • ο ίδιος ο χορηγός (επενδυτής) βάζει μόνο ένα μέρος της επένδυσης.
  • οι αποδόσεις που θα λάβει ο επενδυτής θα είναι βελτιωμένες, εφόσον ξεπερνούν το κόστος του δανείου.

Κεφάλαια Επιχειρηματικών Συμμετοχών (Venture capital)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών ή καινοτόμα κεφάλαια ή κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου είναι ένας τρόπος επένδυσης σε μικρές επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν σχετικά πρόσφατα (start-up companies) ή που είναι σε ένα ώριμο στάδιο.Οι εταιρίες που επιζητούν venture capitals ενέχουν μεγάλο κίνδυνο και τα κεφάλαια αυτά είναι η μόνη τους δυνατότητα για χρηματοδότηση, αφού, λόγω του κινδύνου αυτού δεν μπορούν να χρηματοδοτηθούν από «παραδοσιακές» πηγές, όπως τα δάνεια από τράπεζες. Οι εταιρίες που επιλέγονται, συνήθως ασχολούνται με υπο-κλάδους της τεχνολογίας, αν και αυτό δεν είναι κανόνας όπως πολλοί πιστεύουν.

Κεφάλαια Ανάπτυξης (Growth capital)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συγκεκριμένη στρατηγική βασίζεται σε επενδύσεις ιδίων κεφαλαίων (συνήθως επενδύσεις μειοψηφίας), σε εταιρίες που βρίσκονται στο "ώριμο" επίπεδο ανάπτυξης. Οι εταιρίες αυτές μπορεί να ενδιαφέρονται για την εύρεση κεφαλαίου για επέκταση ή αναδιάρθρωση κάποιων λειτουργιών τους, για την είσοδο τους σε μια νέα αγορά, η ακόμα και για μια μεγάλη εξαγορά χωρίς βέβαια να χαθεί ο έλεγχος της επιχείρησης.

Κερδοσκοπικό Αμοιβαίο Κεφάλαιο (Hedge fund)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επενδύσεις που γίνονται σε ίδια κεφάλαια εταιριών που αντιμετωπίζουν έντονη οικονομική δυσχέρεια. Αρχικά ο όρος αναφερόταν σε οργανισμούς (επενδύσεων, κτλ) που προσπαθούσαν να αποτρέψουν πιθανούς κινδύνους διενεργώντας αντίστροφες πράξεις. Τα κερδοσκοπικά αμοιβαία κεφάλαια χρησιμοποιούν πληθώρα χρηματοοικονομικών εργαλείων με σκοπό την μείωση του επενδυτικού ρίσκου, την αύξηση των αποδόσεων και την ελαχιστοποίηση της συσχέτισης με τις αγορές των μετοχών και των ομολόγων.Τα περισσότερα από αυτά είναι ευέλικτα στις επενδυτικές τους επιλογές (μπορούν να χρησιμοποιήσουν τις ανοιχτές πωλήσεις , τη μόχλευση , παράγωγα προϊόντα όπως δικαιώματα πώλησης (puts), δικαιώματα αγοράς (calls), συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) κτλ.[2]

Ενδιάμεση Χρηματοδότηση (Mezzanine capital)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ενδιάμεση χρηματοδότηση είναι μια υβριδική μορφή χρηματοδότησης κεφαλαίου που συνδυάζει στοιχεία τόσο ιδίων κεφαλαίων όσο και χρέους. Μέσω αυτής εταιρείες που δεν έχουν πρόσβαση στην αγορά ομολόγων υψηλής απόδοσης, μπορούν να εξασφαλίσουν επιπλέον κεφάλαιο, ύψους μεγαλύτερου από αυτού που είναι πρόθυμοι οι παραδοσιακοί δανειστές να τους εξασφαλίσουν.

Επένδυση στην Δευτερογενή Αγορά (Private equity secondary market)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στρατηγική Επένδυσης σε ήδη υπάρχοντα στοιχεία των Ιδιωτικών Επενδυτικών Κεφαλαίων (μέσω της δευτερογενούς αγοράς αξιογράφων). Οι συναλλαγές που εμπεριέχονται σε αυτή τη στρατηγική περιέχουν πώληση των συμφερόντων του ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου ή χαρτοφυλακίων αμέσων επενδύσεων σε ιδιωτικές εταιρίες. Η αγορά αυτή πραγματοποιείται μέσω θεσμικών επενδυτών.

Fund of Funds (Fund of Funds)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτά είναι ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια τα οποία επενδύονται σε άλλα επενδυτικά κεφάλαια με σκοπό να παρέχουν στους επενδυτές ένα προίόν χαμηλότερου ρίσκου. Οι επενδύσεις FοF έφτασαν το 14% των συνολικών επενδύσεων σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια το 2006, όπου σύμφωνα με την εταιρία Preqin(Private Equity Intelligence) υπήρξε η εξής κατάταξη σε εταιρείες διαχείρισης επενδύσεων FoF τότε:

Rank Name of the firm Currently Committed to PE
(billions of USD)
Headquarters
1 AlpInvest Partners $42.3 Amsterdam
2 AXA Private Equity $34.9 Paris
3 AIG Investments $24.6 New York
4 Goldman Sachs Private Equity Group $24.0 New York
5 Pantheon Ventures $22.6 London
6 Pathway Capital Management $20.6 Irvine, California
7 Capital Dynamics $20.0 Zug, Switzerland
8 Partners Group $19.6 Baar-Zug, Switzerland
9 Lehman Brothers $19.0 New York
10 HarbourVest Partners $17.8 Boston, Massachusetts
11 PCG Asset Management $15.0 San Diego, California
12 Credit Suisse Customized Fund Investment Group $14.0 New York
13 LGT Capital Partners $13.5 Pfaeffikon, Switzerland
14 Adams Street Partners $12.0 Chicago, Illinois
15 Horizon21 Alternative Investments $11.5 Pfaeffikon, Switzerland
16 SL Capital Partners $9.3 Edinburgh
17 Allianz Private Equity Partners $7.9 Munich
18 Portfolio Advisors $7.5 Darien, Connecticut
19 Commonfund Capital $7.5 Wilton, Connecticut
20 Horsley Bridge Partners $7.1 San Francisco, California
21 SVG Capital $7.0 London
22 European Investment Fund $6.8 Luxembourg
23 Macquarie Funds Management Group $6.1 Sydney
24 Abbott Capital Management $6.0 New York
25 Natixis Private Equity $5.7 Paris

Source: Preqin (formerly known as Private Equity Intelligence)[3]

Άλλου Τύπου Στρατηγικές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άλλες στρατηγικές επένδυσης που σχετίζονται με το Ιδιωτικά Επενδυτικά Κεφάλαια είναι:

  • Επένδυση σε ακίνητα.
  • Επένδυση σε υποδομές. Δηλαδή επενδύσεις που γίνονται σε δημόσια έργα ή δημόσιες υπηρεσίες (αυτό συνεπάγεται μερική ιδιωτικοποίηση αυτών).
  • Επενδύσεις σε ένα ευρύ φάσμα επιχειρήσεων (αντί για στοιχεία του ενεργητικού) που ασχολούνται με την παραγωγή και την πώληση της ενέργειας, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης καυσίμων, παραγωγή, διύλιση και τη διανομή (ενέργεια) ή εταιρείες που ασχολούνται με την παραγωγή ή τη μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας (Power ).
  • Διαπραγματεύσεις με οικονομικά ιδρύματα σχετικά με επένδυση σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια, που γίνονται πάνω σε μη ονομαστικούς τίτλους δημοσίων ή ιδιωτικών εταιριών.
Το διάγραμμα που περιέχει τη δομή μιας γενικής επένδυσης κεφαλαίου σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια.

Επενδύσεις στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αν και τα κεφάλαια σε επενδύσεις στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αρχικά προέρχονταν μόνο από ατομικούς επενδυτές ή επιχειρήσεις (κυρίως τη δεκαετία του 70), κατέληξε να γίνει στοιχείο του ενεργητικού στο οποίο ξεκίνησαν να επενδύουν και θεσμικοί επενδυτές με την ελπίδα να επιτύχουν απόδοση κινδύνου που υπερέβαλαν έναντι των αποδόσεων που επιτυγχάνονταν στις δημόσιες αγορές ιδίων κεφαλαίων. Τη δεκαετία του 80 οι ασφαλιστικές αποτελούσαν το μεγαλύτερο όγκο επενδυτών σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια. Αργότερα δημόσια συνταξιοδοτικά ταμεία, πανεπιστημιακά ταμεία και ταμεία επιχορήγησης δωρεών αποτέλεσαν σημαντικές πηγές κεφαλαίου.

Από τους περισσότερους θεσμικούς επενδυτές οι επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια στο πλαίσιο μιας ευρύτερης κατανομής περιουσιακών στοιχείων, στην οποία περιλαμβάνονται και άλλοι τρόποι επένδυσης ,όπως παραδοσιακοί τρόποι (ομόλογα/ μετοχές) ή εναλλακτικοί (ακίνητα, εμπορεύματα, αμοιβαία κεφάλαια υψηλού κινδύνου). Στο πλαίσιο των επενδύσεων σε ακίνητα, οι επενδυτές συνήθως συμμετέχουν σε έργα προστιθέμενης αξίας (κατασκευή και ανακαίνιση ακινήτων).

Όμως πολλοί από τους θεσμικούς επενδυτές δεν πραγματοποιούν άμεσα επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αλλά έμμεσα μέσω επιχειρηματικών συμμετοχών. Κάποιοι επενδυτές αναπτύσσουν ένα διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο επιχειρηματικών συμμετοχών ενώ άλλοι επενδύουν μέσω της στρατηγικής επένδυσης «fund of founds η FOF», μιας στρατηγικής που ο επενδυτής κατέχει το χαρτοφυλάκιο άλλων επενδυτικών κεφαλαίων αντί να επενδύει άμεσα μέσω μετοχών ή ομολόγων η γενικότερα άλλων χρεογράφων. Έτσι μέσω της στρατηγικής FOF κατασκευάζεται ένα πολύ πιο διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιο από ότι θα μπορούσε να κατασκευάσει ένας απλός επενδυτής.

Οι Αποδόσεις σε επενδύσεις στα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια προκύπτουν από τον συνδυασμό ενός οι περισσοτέρων από τους εξής παράγοντες:

  • δυνατότητα αποπληρωμής χρέους ή συσσώρευση μετρητών μέσω των ταμειακών ροών από τις δραστηριότητες της επιχείρησης στην οποία γίνεται η επένδυση.
  • λειτουργικές βελτιώσεις που αυξάνουν τα κέρδη κατά τη διάρκεια ζωής της επένδυσης και πολλαπλή επέκταση της επιχείρησης στην οποία γίνεται η επένδυση.
  • πώληση της επιχείρησης για ένα υψηλότερο πολλαπλάσιο χρημάτων από ό, τι αρχικά είχε καταβληθεί.

Τέλος βασικό χαρακτηριστικό αυτών των επενδύσεων για τους θεσμικούς επενδυτές σε μια εταιρίας , είναι ότι συνήθως πραγματοποιούνται μετά από κάποιο χρονικό διάστημα το οποίο διαφοροποιείται ανάλογα με τον τρόπο επένδυσης, όπως:

  • προσφορά νέων χρεογράφων με δημόσια εγγραφή (IPO) από την εταιρίας, όπου και παρέχεται μια μερική άμεση ρευστοποίηση των χρεογράφων στον οικονομικό χορηγό καθώς και άνοιγμα σε δημόσια αγορά στην οποία μπορούν να πωληθούν αργότερα και άλλες μετοχές.
  • Συγχώνευση ή εξαγορά της εταιρίας από μια άλλη εταιρία έναντι μετοχών η μετρητών.
  • Ανακεφαλαιοποίηση, στην οποία οι θεσμικοί επενδυτές αλλά και οι μέτοχοι (στην συγκεκριμένη περίπτωση ο οικονομικός χορηγός) παίρνουν μετρητά είτε από την ταμειακή ροή που παράγεται από την εταιρεία ή μέσω της αύξησης του χρέους ή άλλους τίτλους για τη χρηματοδότηση της διανομής των μετρητών.
Το διάγραμμα που περιγράφει την αγορά δευτερευόντων περιουσιακών στοιχείων.

Η Αγορά ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πώληση και η αγορά προϋπαρχόντων δεσμεύσεων επενδυτών σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια και άλλους εναλλακτικούς τρόπους επένδυσης κεφαλαίου γίνονται στην δευτερογενή αγορά χρεογράφων. Οι πωλητές ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων δεν πωλούν μόνο το κεφάλαιο που έχουν ήδη επενδύσει αλλά ακόμα και τις δεσμεύσεις σε κεφάλαιο, οι οποίες πρόκειται να πραγματοποιηθούν μελλοντικά. Η κατηγορία των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων είναι κατά βάση μη ρευστοποιήσιμη. Κατά αυτόν τον τρόπο αποτελεί στόχο επενδυτών που αγοράζουν , ώστε να επενδύσουν μακροπρόθεσμα. Για τις περισσότερες από αυτές τις επενδύσεις δεν υπάρχει κάποια καταγεγραμμένη αγορά. Όμως η δευτερογενής αγορά που ήδη υπάρχει, ωριμάζει με υγιείς ρυθμούς καθώς και είναι ανοιχτή σε αγοραστές και πωλητές στοιχείων των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων.

Τα δευτερεύοντα περιουσιακά στοιχεία θεωρούνται πλέον μια διακριτή κατηγορία του ενεργητικού με προφίλ ροής μετρητών το όποιο δεν συσχετίζεται με άλλου τύπου επενδύσεις ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι επενδυτές σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια να κατανέμουν τα κεφάλαια τους και στα δευτερεύοντα περιουσιακά στοιχειά ώστε να δημιουργούν ένα πιο διαφοροποιημένο πρόγραμμα επένδυσης ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων. Η μεγάλη αύξηση της ζήτησης για επενδύσεις σε ιδιωτικές μετοχικές άξιες και η ανάγκη ύπαρξης αυτής της διαφοροποίησης λογά κανονισμών που τις διέπουν, πλέον έχουν οδηγήσει σε αύξηση των επενδύσεων σε δευτερεύοντες άξιες. Επενδυτές που αναζητούν πρόσβαση σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια αντιμετωπίζουν συνήθως διαρθρωτικά εμπόδια στις επενδύσεις τους, όπως μεγάλες περιόδους κράτησης, έλλειψη διαφάνειας, απεριόριστη μόχλευση, συγκεντρωτικές παρακρατήσεις σε μη ρευστοποιήσιμα χειρόγραφα και υψηλά επενδυτικά ελάχιστα.

Οι συναλλαγές δευτερευόντων επενδυτικών στοιχείων μπορούν να διαχωριστούν σε 2 βασικές κατηγορίες:

  • Πώληση περιορισμένων συμφερόντων εταιρικής σχέσης- η πιο συχνή από τις συναλλαγές δευτερευόντων περιουσιακών στοιχείων, στην όποια περιλαμβάνονται πώληση των συμφερόντων ενός επενδύτη σε ιδιωτικά μετοχικά κεφάλαια ή χαρτοφυλακίου συμφερόντων σε διάφορα κεφάλαια, μέσω της μεταφοράς του μερικού συμμετοχικού συμφέροντος του επενδύτη στα κεφάλαια. Σχεδόν όλοι οι τύποι ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων μπορούν να πωληθούν στη δευτερογενή αγορά χρεογράφων. Η μεταφορά των περιορισμένων συμφερόντων εταιρικής σχέσης τυπικά δίνει τη δυνατότητα στον επενδύτη να λάβει ρευστότητα για τα κεφάλαια που επένδυσε καθώς και για όποια κεφάλαια οφείλει να επενδύσει στο μέλλον.
  • Πώληση έμμεσων συμφερόντων – γνωστά και ως συνθετικά δευτερογενή περιουσιακά στοιχειά. Σε αυτή την κατηγορία αναφέρεται η πώληση χαρτοφυλακίου από άμεσες επενδύσεις σε υπό λειτουργιά εταιρίες. Αυτά τα χαρτοφυλάκια προήρθαν είτε από προγράμματα εταιρικής ανάπτυξης είτε από μεγάλα οικονομικά ινστιτούτα.

Απόδοση Ιδιωτικών Επενδυτικών Κεφαλαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παλαιότερα η απόδοση των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων ήταν πολύ δύσκολο να υπολογισθεί αφού οι εταιρίες που τα χρησιμοποιούν δεν υποχρεούνται να δημοσιεύσουν τις απολαβές που έχουν από τις επενδύσεις που πραγματοποιηθήκαν σε αυτές. Τα ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια επενδύονται σε ιδιωτικές εταιρίες που προσπαθούν να μεγαλώσουν και δεν είναι καταγεγραμμένες στη δημόσια αγορά χρεογράφων. Αυτό οδηγεί στην μειωμένη προσφορά πληροφοριών από τις εταιρίες στο κοινό. Ουσιαστικά οι μόνοι που γνωρίζουν την απόδοση σε αυτές τις εταιρίες εκτός από τις ίδιες είναι οι επενδυτές τους, ακαδημαϊκά ινστιτούτα όπως το CEPRES (Center of Private Equity Research). Συνεπώς η οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ των εταιριών καθώς και τα σημεία αναφοράς στην αγορά ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων είναι δύσκολο να καθοριστούν.

Πρόσφατα η απόδοση επενδύσεων σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια διαφέρει σε κάθε τύπο επένδυσης. Οι επενδύσεις σε ακίνητα και οι εξαγορές γνωρίζουν αυξημένες αποδόσεις σε σχέση με τις επενδύσεις σε μετοχές. Αντιθέτως άλλα είδη τέτοιων επενδύσεων όπως τα κεφάλαια επιχειρηματικών συμμετοχών δεν δείχνουν την ίδια απόδοση .

Η απόδοση των επενδύσεων σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια θα ήταν πολύ χρήσιμο να συγκριθεί με την απόδοση σε επενδύσεις σε μετοχές, καθώς οι επενδύσεις σε ιδιωτικά επενδυτικά κεφάλαια γίνονται και αποδίδουν σε βάθος χρόνου. Μια μέθοδος αυτής της σύγκρισης είναι η ICM (Index Comparison Method) των Long KAI Nickels. Άλλη που χρησιμοποιείται κυρίως ακαδημαϊκά τελευταία είναι η μέθοδος σύγκρισης δεικτών αποδοτικότητας.

Εταιρείες ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Συμφώνα με τη πιο πρόσφατη κατάταξη που έγινε για το 2010 από το περιοδικό «Private Equity International»,10 από τις μεγαλύτερες εταιρίες σε επενδύσεις ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων είναι:

  1. Goldman Sachs Principal Investment Area
  2. The Carlyle Group
  3. Kohlberg Kravis Roberts
  4. TPG
  5. Apollo Global Management
  6. CVC Capital Partners
  7. The Blackstone Group
  8. Bain Capital
  9. Warburg Pincus
  10. Apax Partners

Επειδή οι εταιρείες που πραγματοποιούν τέτοιες επενδύσεις βρίσκονται συνεχεία στη διαδικασία της ανάπτυξης κεφαλαίου, της επένδυσης και της σωστής κατανομής των ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων τους, το κεφάλαιο που μάζεψαν είναι το πιο εύχρηστο μετρό σύγκρισης τους. Άλλα μετρά σύγκρισης είναι η συνολική αξία των εταιριών που εξαγοράστηκαν από την επιχείρηση και το άθροισμα του εκτιμώμενου μεγέθους του χαρτοφυλακίου της επιχείρησης με το διαθέσιμο κεφάλαιο για νέες επενδύσεις.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Article: "European Private Equity—Still a Teenager?" from the Harvard Business School Working Knowledge.
  2. Hedge Funds - economygr.blogspot.com
  3. Prequin (search for LP League Tables) Αρχειοθετήθηκε 2005-06-18 στο Wayback Machine. . Based on analysis provided by Preqin an independent provider of private equity data and information. "Private Equity Fund of Funds Managers, Located Anywhere, Data for Capital Currently Committed to PE