Εθνικές γαίες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Στην ελληνική βιβλιογραφία εθνικές γαίες ή εθνικά κτήματα ονομάζονται τα κτήματα που ανήκαν στο οθωμανικό κράτος, σε ιδρύματα ή ιδιώτες και πέρασαν στην κυριότητα του ελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821, με νόμους που εκδόθηκαν από το επαναστατικό καθεστώς. Οι εθνικές γαίες αποτελούσαν είτε ιδιοκτησία ή είχαν παραχωρηθεί σε τρίτους με δικαίωμα νομής (εκμετάλλευσης). Ήταν μια πολύ σημαντική μορφή χρηματοδότησης της επανάστασης με τη μορφή υποθηκών για δάνεια ή με την εκποίηση τους με στόχο την εκμετάλλευση τους.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η γη πέρασε κάτω από τον έλεγχο της επαναστατικής κυβέρνησης στις περιοχές που απελευθερώνονταν από τους Οθωμανούς, αλλά δεν διανεμήθηκε στους ακτήμονες γεωργούς, επειδή μπήκε ως υποθήκη για τα δάνεια που είχαν συναφθεί με αγγλικές τράπεζες την περίοδο 1824-1825 από τις επαναστατικές κυβερνήσεις. Εξαίρεση αποτελούν οι γαίες της ανατολικής Στερεάς Ελλάδας και της Εύβοιας, οι οποίες δεν απελευθερώθηκαν από τις στρατιωτικές δυνάμεις της Επανάστασης και η ιδιοκτησία τους πέρασε σε πλούσιους Έλληνες του εξωτερικού που τις αγόρασαν από τους οθωμανούς ιδιοκτήτες τους έναντι χρηματικού τιμήματος. Έτσι δημιουργήθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα μεγάλη αγροτική ιδιοκτησία που δεν καταλάμβανε πάντως περισσότερο από το 5% του συνόλου των εδαφών.[1][2] Μία ακόμη εξαίρεση αποτελούν οι γαίες της Δεσφίνας, όπου μετά την επανάσταση και ιδιαίτερα μετά από Απόφαση του Αρείου Πάγου[3], η ιδιοκτησία για το σύνολο των γαιών της περιήλθε στους Δεσφινιώτες κατοίκους της, καθώς δεν περιήλθαν ως εθνικά κτήματα στην κυριότητα του Δημοσίου μετά την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς.

Μετά την απελευθέρωση η γη δεν διανεμήθηκε στους αγρότες και στους παλαιούς πολεμιστές ούτε από τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια, ούτε από τους Βαυαρούς την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα. Η δικαιολογία ήταν πως η γη είχε υποθηκευθεί ως εγγύηση για τα δάνεια της Επανάστασης[4], αλλά και εξαιτίας της έλλειψης κτηματολογίου, αλλά στην πραγματικότητα οι κυβερνήσεις φοβούνταν τη συγκέντρωση της γης στα χέρια λίγων οικογενειών και τη δημιουργία μίας γαιοκτητικής ολιγαρχίας, ενώ η υπόσχεση της διανομής της προς τους χωρικούς λειτουργούσε ως κίνητρο για στήριξη της κεντρικής κυβέρνησης, την ίδια ώρα που η γη είχε καταπατηθεί από αυτούς και καλλιεργείτο λάθρα.[5]

Το 1871 έγινε για πρώτη φορά η διανομή μέρους των εθνικών γαιών στους ακτήμονες στο πλαίσιο της πρώτης αγροτικής μεταρρύθμισης από την κυβέρνηση Κουμουνδούρου επί βασιλείας Γεωργίου Α'. Ένας πιθανός λόγος που το ελληνικό κράτος προχώρησε στην διανομή της γης οφείλεται και στην πτώση των εισπράξεων από το φόρο επικαρπίας που επιβαλλόταν στους αγρότες που υποτίθεται πως μίσθωναν την κρατική γη. Η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος θα ωφελούσε τα δημοσιονομικά του κράτους, αφού θα εισέπραττε χρήματα άμεσα από την πώληση και επιπλέον θα εισέπραττε πιό υψηλούς φόρους από την αύξηση της αγροτικής παραγωγής[4]. Ταυτόχρονα, η μεγάλη επέκταση της σταφιδοκαλλιέργειας καθιστούσε αναγκαία την αλλαγή του νομικού καθεστώτος της γης για να ωφεληθούν όλοι οι συντελεστές της παραγωγής, οι σταφιδοπαραγωγοί, οι έμποροι που την εξήγαγαν στις αγορές του εξωτερικού, το δημόσιο ταμείο[6].

Το 1881 ενσωματώθηκε η Θεσσαλία και η Άρτα[7] στο ελληνικό κράτος, αλλά το ελληνικό κράτος δεν μοίρασε τη γη στους κολίγους καλλιεργητές που τη διεκδικούσαν από τους Έλληνες μεγαλογαιοκτήμονες και σεβάστηκε τους τίτλους ιδιοκτησίας που οι τελευταίοι απόκτησαν από τους προηγούμενους οθωμανούς τσιφλικάδες[8][9].

Η απόκτηση των τίτλων στην Θεσσαλία, έγινε διαμέσου του χρηματιστηρίου αξιών της Κωνσταντινούπολης και οι ελληνικές κυβερνήσεις την αποδέχθηκαν, επειδή πίστευαν πως ο Θεσσαλικός κάμπος θα μπορούσε να μετατραπεί σε "σιτοβολώνα" της χώρας και έτσι να λυθεί το επισιτιστικό πρόβλημα της χώρας, ενώ επιθυμούσαν να προσελκύσουν στη χώρα και τα κεφάλαια των πλούσιων ομογενών του εξωτερικού[10].

Από το 1881 ουσιαστικά στην Ελλάδα ισχύει το καθεστώς της μικρής αγροτικής ιδιοκτησίας που συνυπάρχει με τη μεγάλη γαιοκτησία της Θεσσαλίας. Μόνο μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) και την απελευθέρωση της Μακεδονίας, αλλά και τη Μικρασιατική Καταστροφή στη συνέχεια, προχώρησε το ελληνικό κράτος στη δεύτερη μεγάλη αγροτική μεταρρύθμιση καταργώντας τη μεγάλη ιδιοκτησία στη γη[11] και επιβεβαιώνοντας την κυριαρχία του μικρού αγροτικού κλήρου στον πρωτογενή τομέα της οικονομίας και πραγματοποιείται η οριστική επίλυση του αγροτικού ζητήματος και των εθνικών γαιών.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Κρεμμυδάς, Βασίλης (1999). Εισαγωγή στη Νεοελληνική Οικονομική Ιστορία (18ος-20ος αιώνας). Αθήνα: Τυπωθήτω Γιώργος Δαρδανός. σελίδες 45–49. ISBN 960-7643-92-5. 
  2. Τσουκαλάς, Κωνσταντίνος (1992). Εξάρτηση και Αναπαραγωγή: Ο κοινωνικός ρόλος των εκπαιδευτικών μηχανισμών στην Ελλάδα (1830-1922) (6η) έκδοση). Αθήνα: Θεμέλιο. σελίδες 80–84. ISBN 960-310-037-4. 
  3. Απόφαση 33/1842, Άρειος Πάγος.
  4. 4,0 4,1 Σακελλαρόπουλος, Θεόδωρος (1993). Nεοελληνική Κοινωνία: Ιστορικές και Κριτικές Προσεγγίσεις. Αθήνα: Κριτική. σελίδες 70–71. ISBN 9789602180754. 
  5. Δερτιλής, Γ.Β. (2005). Ιστορία του Ελληνικού Κράτους 1830-1920 (Α' Τόμος) (2η) έκδοση). Αθήνα: Εστία. σελίδες 151–155. ISBN 960-05-1187-X. 
  6. Για την "σταφιδική κρίση" βλ. Χρήστος Μούλιας, "Η σταφιδική κρίση και οι συνέπειές της"[νεκρός σύνδεσμος], Η Αυγή, 31 Ιουλίου 2013 και Καίτη Αρώνη-Τσιχλή, "Ο πόλεμος της σταφίδας. Πώς η Ελλάδα του 1899 περίμενε τον 20ό αιώνα", Το Βήμα, 18/04/1999.
  7. «Αγροτικό ζήτημα Άρτας 1881 - Ἡ ἐξαγορά τοῦ Βουργαρελίου καί τό πρόβλημα της / Γεωργίου Ιωαν. Οικονομίδου ; ἔκδοσις - πρόλογος - ἐπιμέλεια ὑπό Βουλευτή Άρτας & ιατρού, Κων/νου Ν. Παπαδημητρίου». 
  8. Ibid.
  9. Κρεμμυδάς, Βασίλης (1999). Εισαγωγή στη Νεοελληνική Οικονομική Ιστορία (18ος-20ος αιώνας). Αθήνα: Τυπωθήτω Γιώργος δαρδανός. σελ. 73. ISBN 960-7643-92-5. 
  10. βλ. Κωνσταντίνος Λινάρδος, "Το συνέδριο του Βερολίνου και η ενσωμάτωση Θεσσαλίας και Άρτας στο Ελληνικό κράτος (1878-1881)", istorikathemata.com. 27 Δεκεμβρίου 2012.
  11. Μαυρογορδάτος, Γεώργιος (2003). "Μεταξύ δύο πολέμων, πολιτική ιστορία 1922-1940" στο Ιστορία του νέου ελληνισμού (7ος τόμος). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. σελ. 10. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Εύη Καρούζου, Εθνικές γαίες, εθνικά δάνεια και εθνική κυριαρχία. Βρετανική διπλωματία και γαιοκτησία στο ελληνικό κράτος 1833-1843, Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, 2018.