Διαβάθμιση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Πρωτοσέλιδο της «Αθλητικής Ηχούς» στις 9-6-1954

Διαβάθμιση ή συνηθέστερα "μπαράζ" (όπως έχει μετεξελιχθεί) είναι όρος που χρησιμοποιείται ευρέως κυρίως στο ποδόσφαιρο, αλλά και σε άλλα ομαδικά αθλήματα και σημαίνει την αναμέτρηση ομάδων οι οποίες είτε έχουν ισοβαθμήσει μεταξύ τους είτε προέρχονται από διαφορετικές κατηγορίες, με στόχο την κατάληψη προνομιούχου θέσης που μπορεί να οδηγεί σε ανάδειξη του πρωταθλητή , άνοδο σε ανώτερη κατηγορία, ή σε αποφυγή υποβιβασμού σε κατώτερη κατηγορία.

Ο συγκεκριμένος όρος χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των προπολεμικών ετών στις τοπικές διοργανώσεις των ποδοσφαιρικών ενώσεων, αλλά και στην τελική φάση του πρωταθλήματος Ελλάδας που διεξάγονταν υπό την αιγίδα της Ε.Π.Ο., καταργήθηκε στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, ωστόσο επανήλθε το 1950, για να εγκαταλειφτεί οριστικά μετά την ίδρυση της Α΄ και της Β΄ Εθνικής κατηγορίας, την περίοδο 1959-60. Παρόλα αυτά, εξακολούθησε να χρησιμοποιείται κατά περίπτωση, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τα τοπικά πρωταθλήματα του Πειραιά και της Θεσσαλονίκης, όπου και διατηρήθηκε σε ισχύ, στις χαμηλές κατηγορίες έως τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Ένα είδος διαβάθμισης αποτέλεσαν και οι αγώνες που καθιέρωσε το δικτατορικό καθεστώς, μεταξύ ουραγών της Α΄ Εθνικής και δευτεραθλητών της Β΄ Εθνικής, στα τέλη της δεκαετίας του 1960.

Η διαβάθμιση δίνονταν σε δυο τουλάχιστον αγώνες μεταξύ των εμπλεκομένων, συχνότερα σε ουδέτερες έδρες και προκρινόμενη ήταν εκείνη που κατακτούσε 2 νίκες, ή μια νίκη και μια ισοπαλία. Σε περίπτωση που και τα δυο παιχνίδια τελείωναν ισόπαλα, ή κάθε αντίπαλος κατακτούσε από μια νίκη, υπήρχε και τρίτη συνάντηση και σε περίπτωση νέας ισοπαλίας και τέταρτη (πολύ σπάνια). Για να προσδώσουν μάλιστα μεγαλύτερο κύρος στην επινόησή τους, οι αρμόδιοι παράγοντες της Ομοσπονδίας είχαν καθιερώσει και την απονομή ενός χρυσού σταυρού, ως έπαθλο για το νικητή της διαβαθμίσεως. Παρόλα αυτά, ο θεσμός δέχτηκε πάμπολλες αρνητικές κριτικές, καθώς από πολλούς θεωρήθηκε ένα μέσο "προστασίας" των ισχυρότερων συλλόγων, σε βάρος των ασθενέστερων, αφού οι κόποι μιας ολόκληρης χρονιάς για τον πρωταθλητή της χαμηλότερης κατηγορίας δεν δικαιώνονταν με την αυτοδίκαιη ανάρρισή του, αλλά παίζονταν σε 180 ή 270 λεπτά. Επιπρόσθετα, δεν ήταν λίγες οι περιπτώσεις κατά τις οποίες η ομάδα που αγωνίζονταν στην υψηλότερη κατηγορία ευνοούνταν σκανδαλωδώς από τη διαιτησία, σε βλάβη της λιγότερο γνωστής.

Χαρακτηριστική ήταν η εύνοια που απολάμβανε ο Αστέρας Αθηνών, σύλλογος της Α΄ Κατηγορίας της Ε.Π.Σ. Αθηνών, ο οποίος διαβαθμίστηκε τρεις φορές με πρωταθλητή της Α2 Κατηγορίας κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1950. Στην τρίτη δε και πλέον χαρακτηριστική περίπτωση, η αδικία σε βάρος του ηττημένου Αιγάλεω Α.Ο. κατέστη τόσο πασιφανής, ώστε την επομένη ημέρα (9 Ιουνίου 1954) η "Αθλητική Ηχώ" σε πρωτοσέλιδό της ανέφερε "Εσφαγιάσθη το Αιγάλεω! Υπεχρεώθη να υποκύψει εις τον Αστέρα (1-0) με ένα αντικανονικό τέρμα... Ότι έγινε χθες αποτελεί πραγματικό αίσχος. Είναι χρέος τιμής για την Ένωση Αθηνών η ακύρωσις και η επανάληψις του αγώνος..."

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ηλεκτρονικό αρχείο εφημερίδας "ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ"
  • Ηλεκτρονικό αρχείο εφημερίδας "ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ"
  • Γιώργος Κουσουνέλος, "Η ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου 1896-1985" (Αθήνα, 1986)