Απώλεια ακοής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Διάσωση 1 πηγών και υποβολή 0 για αρχειοθέτηση.) #IABot (v2.0.8
+πληροφορίες
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
'''Απώλεια ακοής''' ονομάζουμε την ελάττωση της ακουστικής ικανότητας που είναι αποτέλεσμα βλάβης σε ένα ή περισσότερα τμήματα του έξω, μέσου ή έσω [[Αφτί|ωτός]]. Όταν η απώλεια ακοής είναι ολική (βαθιά) μιλάμε για κώφωση, ενώ όταν είναι μερική κάνουμε λόγο για βαρηκοΐα. Η απώλεια ακοής μπορεί να έχει γενετικές ή περιβαλλοντικές αιτίες καθώς και να προκαλείται λόγω γήρανσης (πρεσβυακουσία). Μπορεί να είναι μονόπλευρη (στο ένα αυτί) ή αμφοτερόπλευρη (και στα δύο αυτιά), προσωρινή ή μόνιμη.

Οι κύριες '''Αιτίες απώλειας ακοής''' είναι:

# Ηλικία
# Δυνατοί θόρυβοι
# Άλλοι παράγοντες
{{Κουτί πληροφοριών ασθένειας
{{Κουτί πληροφοριών ασθένειας
| Όνομα = Κώφωση
| Όνομα = Κώφωση
| εικόνα = Deafness and hard of hearing symbol.png
| εικόνα = Deafness and hard of hearing symbol.png
| λεζάντα = Το διεθνές σύμβολο της κώφωσης
| λεζάντα = Το διεθνές σύμβολο της κώφωσης
| ειδικότητα = [[Ωτορυνολαρυγγολογία]] ή ΩΡΛ
| ICD10 = {{ICD10|H|90||h|90}}-{{ICD10|H|91||h|90}}
| ICD10 = {{ICD10|H|90||h|90}}-{{ICD10|H|91||h|90}}
| ICD9 = {{ICD9|389}}
| ICD9 = {{ICD9|389}}
| MeshID = D034381
| MeshID = D034381
}}
}}
'''Απώλεια ακοής''' ονομάζουμε την ελάττωση της ακουστικής ικανότητας που είναι αποτέλεσμα βλάβης σε ένα ή περισσότερα τμήματα του έξω, μέσου ή έσω [[Αφτί|ωτός]]. Όταν η απώλεια ακοής είναι ολική (βαθιά) μιλάμε για κώφωση,<ref>{{Cite web|url=https://www.britannica.com/science/deafness|title=Deafness|website=Encyclopedia Britannica|language=en|accessdate=2021-07-14}}</ref> ενώ όταν είναι μερική κάνουμε λόγο για βαρηκοΐα. Μπορεί να είναι μονόπλευρη (στο ένα αυτί) ή αμφοτερόπλευρη (και στα δύο αυτιά), προσωρινή ή μόνιμη.<ref name=":0">{{Cite web|url=https://web.archive.org/web/20150516054114/http://www.who.int/mediacentre/factsheets/fs300/en/|title=WHO {{!}} Deafness and hearing loss|ημερομηνία=2015-05-16|website=web.archive.org|accessdate=2021-07-14}}</ref><ref>{{Cite journal|title=Bilateral versus unilateral hearing aids for bilateral hearing impairment in adults|first=Anne GM|first4=Martin J|last3=Ftouh|first3=Saoussen|last2=Chong|first2=Lee Yee|last=Schilder|doi=10.1002/14651858.CD012665.pub2|url=https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6486194/|issue=12|volume=2017|pmid=29256573|pmc=6486194|issn=1469-493X|date=2017-12-19|journal=The Cochrane Database of Systematic Reviews|last4=Burton}}</ref>
Μερική αποκατάσταση της ακοής είναι δυνατή μέσω ακουστικών βοηθημάτων ή μέσω [[Κοχλιακό εμφύτευμα|κοχλιακού εμφυτεύματος]], μιας ηλεκτρονικής συσκευής που επιτρέπει τη διέγερση του ακουστικού νεύρου παρακάμπτοντας τον κοχλία<ref>{{Cite news|url=http://www.entnet.org/content/cochlearimplants|title=Cochlear Implants|last=communications|date=2014-04-21|newspaper=American Academy of Otolaryngology-Head and Neck Surgery|language=en|accessdate=2017-08-25|archive-date=2017-08-24|archive-url=https://web.archive.org/web/20170824044742/http://www.entnet.org/content/cochlearimplants|dead-url=dead}}</ref>.


Η απώλεια ακοής μπορεί να έχει γενετικές ή περιβαλλοντικές αιτίες καθώς και να προκαλείται λόγω γήρανσης (πρεσβυακουσία). Προκαλείται επίσης από ορισμένες [[Λοίμωξη|λοιμώξεις]], επιπλοκές κατά τη γέννηση, τραύματα στο αυτί και ορισμένα φάρμακα ή τοξίνες, και χρόνιες λοιμώξεις του αυτιού. Ορισμένες ασθένειες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπως ο [[κυτταρομεγαλοϊός]], η [[σύφιλη]] και η [[ερυθρά]], μπορούν να προκαλέσουν απώλεια ακοής στο παιδί.<ref name=":0" />
Πρόσφατα ανακαλύφθηκε οτι η κώφωση από τη γέννηση οφείλεται στο χρωμόσωμα 21. Οι ερευνητές παρατήρησαν μία γενετική μετάλλαξη, που εξουδετερώνει τη δράση του [[γονίδιο|γονιδίου]] αυτού και οδηγεί σε βαριά κώφωση. Η ανωμαλία αυτή εμποδίζει το γονίδιο να παράγει μια [[πρωτεΐνη]] που ανήκει στην οικογένεια της [[πρωτεάση|πρωτεάσης]] και υπάρχει σε ένα μέρος του έσω ωτός, που λέγεται κοχλίας.

Η απώλεια ακοής διαγιγνώσκεται όταν ένα άτομο δεν μπορεί να ακούσει 25 ντεσιμπέλ (dB) σε τουλάχιστον ένα αυτί. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως ήπια (25 έως 40 dB), μέτρια (41 έως 55 dB), μέτρια προς σοβαρή (56 έως 70 dB), σοβαρή (71 έως 90 dB) ή βαθιά (μεγαλύτερη από 90 dB).<ref name=":0" /> Υπάρχουν τρεις κύριοι τύποι απώλειας ακοής: βαρηκοΐα αγωγιμότητας (CHL), νευροαισθητήρια βαρηκοΐα (SNHL) και μικτή βαρηκοΐα.<ref>{{Cite book|title=GeneReviews®|first=A. Eliot|last=Shearer|first2=Michael S.|last2=Hildebrand|publisher=University of Washington, Seattle|date=1993|editor-last=Adam|editor-first=Margaret P.|location=Seattle (WA)|url=http://www.ncbi.nlm.nih.gov/books/NBK1434/}}</ref>

Μερική αποκατάσταση της ακοής είναι δυνατή μέσω ακουστικών βοηθημάτων ή μέσω [[Κοχλιακό εμφύτευμα|κοχλιακού εμφυτεύματος]], μιας ηλεκτρονικής συσκευής που επιτρέπει τη διέγερση του ακουστικού νεύρου παρακάμπτοντας τον κοχλία.<ref>{{Cite news|url=http://www.entnet.org/content/cochlearimplants|title=Cochlear Implants|last=communications|date=2014-04-21|newspaper=American Academy of Otolaryngology-Head and Neck Surgery|language=en|accessdate=2017-08-25|archive-date=2017-08-24|archive-url=https://web.archive.org/web/20170824044742/http://www.entnet.org/content/cochlearimplants|dead-url=dead}}</ref>

Πρόσφατα ανακαλύφθηκε οτι η κώφωση από τη γέννηση οφείλεται στο [[Αυτοσωμικό χρωμόσωμα|Χρωμόσωμα]] 21. Οι ερευνητές παρατήρησαν μία γονιδιακή μετάλλαξη, που εξουδετερώνει τη δράση του [[γονίδιο|γονιδίου]] αυτού και οδηγεί σε βαριά κώφωση. Η ανωμαλία αυτή εμποδίζει το γονίδιο να παράγει μια [[πρωτεΐνη]] που ανήκει στην οικογένεια της [[πρωτεάση|πρωτεάσης]] και υπάρχει σε ένα μέρος του έσω ωτός, που λέγεται κοχλίας.

Υπολογίζεται ότι 1,57 δισεκατομμύρια άτομα παγκοσμίως είχαν απώλεια ακοής το 2019, κάτι το οποίο αντιστοιχεί σε ένα στα πέντε άτομα.<ref name=":1">{{Cite journal|title=Hearing loss prevalence and years lived with disability, 1990–2019: findings from the Global Burden of Disease Study 2019|first3=Paul Svitil|first9=Ashkan|last8=Abu-Gharbieh|first8=Eman|last7=Abdollahi|first7=Mohammad|last6=Abdoli|first6=Amir|last5=Steinmetz|first5=Jaimie D.|last4=Orji|first4=Aislyn U.|last3=Briant|last2=Kamenov|url=https://www.thelancet.com/journals/lancet/article/PIIS0140-6736(21)00516-X/abstract|first2=Kaloyan|last=Haile|first=Lydia M.|language=English|doi=10.1016/S0140-6736(21)00516-X|issue=10278|volume=397|pages=996–1009|pmid=33714390|issn=0140-6736|date=2021-03-13|journal=The Lancet|last9=Afshin}}</ref><ref>{{Cite journal|title=Addressing the global burden of hearing loss|url=https://www.thelancet.com/journals/lancet/article/PIIS0140-6736(21)00522-5/abstract|journal=The Lancet|date=2021-03-13|issn=0140-6736|pmid=33714376|pages=945–947|volume=397|issue=10278|doi=10.1016/S0140-6736(21)00522-5|language=English|first=Blake S.|last=Wilson|first2=Debara L.|last2=Tucci}}</ref> Από αυτά, τα 403,3 εκ. άτομα είχαν μέτρια προς σοβαρή απώλεια ακοής μετά τη χρήση ακουστικού, ενώ 430,4 εκ. χωρίς τη χρήση ακουστικού. Ο μεγαλύτερος αριθμός ατόμων με μέτρια έως πλήρη απώλεια ακοής κατοικούσε στην περιοχή του Δυτικού Ειρηνικού (127,1 εκ. άτομα). Από όλα τα άτομα με προβλήματα ακοής, το 62,1% ήταν ηλικίας άνω των 50 ετών.<ref name=":1" />
[[Αρχείο:Anatomy of the Human Ear.svg|αριστερά|μικρογραφία|300x300εσ|Ανατομία του ανθρώπινου αυτιού:{{Legend|purple|Έσω ους}}{{Legend|red|Μέσο ους}}{{Legend|green|Έξω ους}}]]

== Ορισμοί ==
Η '''απώλεια ακοής''' ορίζεται ως μειωμένη οξύτητα στους ήχους που διαφορετικά θα ακούγονταν κανονικά.<ref>{{Cite book|title=Textbook of Clinical Pediatrics|first=A. Y.|last=Elzouki|first2=H. A.|last2=Harfi|publisher=Springer Science & Business Media|isbn=978-3-642-02201-2|date=2011-10-29|url=https://books.google.be/books?id=FEf4EMjYSrgC&pg=PA602&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false}}</ref> Ο όρος προβλήμα ακοής συνήθως χρησιμοποιείται για άτομα που έχουν σχετική αδυναμία να ακούσουν τον ήχο στις συχνότητες ομιλίας. Η σοβαρότητα της απώλειας ακοής κατηγοριοποιείται ανάλογα με την αύξηση της έντασης του ήχου πάνω από το συνηθισμένο επίπεδο που απαιτείται για να τον εντοπίσει ο ακροατής.

Η '''κώφωση''' ορίζεται ως ένας βαθμός απώλειας ακοής έτσι ώστε ένα άτομο να μην μπορεί να καταλάβει την ομιλία, ακόμη και παρουσία ενισχυτή. Σε βαθιά κώφωση, ακόμη και οι ήχοι με την υψηλότερη ένταση που παράγονται από ένα [[ακουστόμετρο]] (ένα όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της ακοής παράγοντας καθαρούς ήχους μέσω ενός εύρους συχνοτήτων) δεν μπορούν να ανιχνευθούν από το αυτί. Σε πλήρη κώφωση, δεν ακούγονται καθόλου ήχοι, ανεξάρτητα από την ενίσχυση ή τη μέθοδο παραγωγής.

Η '''αντίληψη της ομιλίας''' είναι μια άλλη πτυχή της ακοής που περιλαμβάνει την αντιληπτή σαφήνεια μιας λέξης και όχι την ένταση του ήχου που δημιουργείται από τη λέξη. Στους ανθρώπους, αυτό συνήθως μετράται με δοκιμές διάκρισης λόγου, οι οποίες μετρούν όχι μόνο την ικανότητα ανίχνευσης ήχου, αλλά και την ικανότητα κατανόησης της ομιλίας. Υπάρχουν πολύ σπάνιοι τύποι απώλειας ακοής που επηρεάζουν μόνο τη διάκριση του λόγου. Ένα παράδειγμα είναι η [[ακουστική νευροπάθεια]], μια παραλλαγή της απώλειας ακοής στην οποία τα εξωτερικά τριχωτά κύτταρα του κοχλία είναι άθικτα και λειτουργούν, αλλά οι πληροφορίες δεν μεταδίδονται με ακρίβεια από το [[ακουστικό νεύρο]] στον εγκέφαλο.<ref>eBook: ''Current Diagnosis & Treatment in Otolaryngology: Head & Neck Surgery'', Lalwani, Anil K. (Ed.) Chapter 44: Audiologic Testing by Brady M. Klaves, PhD, Jennifer McKee Bold, AuD, Access Medicine</ref>
[[Αρχείο:Average click-evoked waveforms and Average hearing thresholds for younger and older adults.jpg|αριστερά|μικρογραφία|Μέσος όρος ακοής για νεότερους και ηλικιωμένους ενήλικες.]]
Η ανθρώπινη ακοή εκτείνεται σε συχνότητα από 20 έως 20.000 Hz και σε ένταση από 0 dB έως 120 dB HL ή περισσότερο. Το 0 dB δεν αντιπροσωπεύει την απουσία ήχου, αλλά τον πιο χαμηλό ήχο που μπορεί να ακούσει ένα μέσο ανθρώπινο αυτί χωρίς προβλήματα ακοής. Μερικοί άνθρωποι μπορούν να ακούσουν έως και −5 ή ακόμα και −10 dB. Ο ήχος είναι γενικά δυσάρεστα δυνατός πάνω από 90 dB και βρίσκεται το κατώφλι του πόνου πάνω από 115 dB. Το αυτί δεν ακούει όλες τις συχνότητες εξίσου καλά: η ευαισθησία της ακοής κορυφώνεται γύρω στα 3.000 Hz. Υπάρχουν πολλές ιδιότητες της ανθρώπινης ακοής εκτός του εύρους συχνοτήτων και της έντασης που δεν μπορούν εύκολα να μετρηθούν ποσοτικά. Ωστόσο, για πολλούς πρακτικούς λόγους, η κανονική ακοή ορίζεται από ένα γράφημα συχνότητας έναντι έντασης, ή [[ακουόγραμμα]], που απεικονίζει τα όρια ευαισθησίας της ακοής σε καθορισμένες συχνότητες. Λόγω της σωρευτικής επίδρασης της ηλικίας και της έκθεσης σε θόρυβο και άλλες ακουστικές προσβολές, η «τυπική» ακοή μπορεί να μην είναι φυσιολογική.<ref>ANSI 7029:2000/BS 6951 Acoustics - Statistical distribution of hearing thresholds as a function of age</ref><ref>ANSI S3.5-1997 Speech Intelligibility Index (SII)</ref>


== Πηγή ==
== Πηγή ==
Γραμμή 34: Γραμμή 46:
* [http://www.mitnet.gr/eipk/RIGHTS.htm Αστικά δικαιώματα, ειδική ποινική μεταχείριση, ειδική εκπαίδευση, επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση κωφών και κωφάλαλων ατόμων στην Ελλάδα]
* [http://www.mitnet.gr/eipk/RIGHTS.htm Αστικά δικαιώματα, ειδική ποινική μεταχείριση, ειδική εκπαίδευση, επαγγελματική κατάρτιση και αποκατάσταση κωφών και κωφάλαλων ατόμων στην Ελλάδα]
* [https://web.archive.org/web/20080229060948/http://www.schooltrain.info/deaf_studies/audiology2/levels.htm Ακοογράμματα επιπέδων κώφωσης]
* [https://web.archive.org/web/20080229060948/http://www.schooltrain.info/deaf_studies/audiology2/levels.htm Ακοογράμματα επιπέδων κώφωσης]


{{authority control}}
{{authority control}}
{{Portal bar|Ιατρική}}
{{Portal bar|Ιατρική}}
{{ιατρική-επέκταση}}

{{DEFAULTSORT:Κωφωση}}
{{DEFAULTSORT:Κωφωση}}
[[Κατηγορία:Παθήσεις]]
[[Κατηγορία:Παθήσεις]]

Έκδοση από την 11:52, 14 Ιουλίου 2021

Κώφωση
Το διεθνές σύμβολο της κώφωσης
ΕιδικότηταΩτορυνολαρυγγολογία ή ΩΡΛ
Ταξινόμηση
ICD-10H90-H91
ICD-9389
MeSHD034381

Απώλεια ακοής ονομάζουμε την ελάττωση της ακουστικής ικανότητας που είναι αποτέλεσμα βλάβης σε ένα ή περισσότερα τμήματα του έξω, μέσου ή έσω ωτός. Όταν η απώλεια ακοής είναι ολική (βαθιά) μιλάμε για κώφωση,[1] ενώ όταν είναι μερική κάνουμε λόγο για βαρηκοΐα. Μπορεί να είναι μονόπλευρη (στο ένα αυτί) ή αμφοτερόπλευρη (και στα δύο αυτιά), προσωρινή ή μόνιμη.[2][3]

Η απώλεια ακοής μπορεί να έχει γενετικές ή περιβαλλοντικές αιτίες καθώς και να προκαλείται λόγω γήρανσης (πρεσβυακουσία). Προκαλείται επίσης από ορισμένες λοιμώξεις, επιπλοκές κατά τη γέννηση, τραύματα στο αυτί και ορισμένα φάρμακα ή τοξίνες, και χρόνιες λοιμώξεις του αυτιού. Ορισμένες ασθένειες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, όπως ο κυτταρομεγαλοϊός, η σύφιλη και η ερυθρά, μπορούν να προκαλέσουν απώλεια ακοής στο παιδί.[2]

Η απώλεια ακοής διαγιγνώσκεται όταν ένα άτομο δεν μπορεί να ακούσει 25 ντεσιμπέλ (dB) σε τουλάχιστον ένα αυτί. Μπορεί να χαρακτηριστεί ως ήπια (25 έως 40 dB), μέτρια (41 έως 55 dB), μέτρια προς σοβαρή (56 έως 70 dB), σοβαρή (71 έως 90 dB) ή βαθιά (μεγαλύτερη από 90 dB).[2] Υπάρχουν τρεις κύριοι τύποι απώλειας ακοής: βαρηκοΐα αγωγιμότητας (CHL), νευροαισθητήρια βαρηκοΐα (SNHL) και μικτή βαρηκοΐα.[4]

Μερική αποκατάσταση της ακοής είναι δυνατή μέσω ακουστικών βοηθημάτων ή μέσω κοχλιακού εμφυτεύματος, μιας ηλεκτρονικής συσκευής που επιτρέπει τη διέγερση του ακουστικού νεύρου παρακάμπτοντας τον κοχλία.[5]

Πρόσφατα ανακαλύφθηκε οτι η κώφωση από τη γέννηση οφείλεται στο Χρωμόσωμα 21. Οι ερευνητές παρατήρησαν μία γονιδιακή μετάλλαξη, που εξουδετερώνει τη δράση του γονιδίου αυτού και οδηγεί σε βαριά κώφωση. Η ανωμαλία αυτή εμποδίζει το γονίδιο να παράγει μια πρωτεΐνη που ανήκει στην οικογένεια της πρωτεάσης και υπάρχει σε ένα μέρος του έσω ωτός, που λέγεται κοχλίας.

Υπολογίζεται ότι 1,57 δισεκατομμύρια άτομα παγκοσμίως είχαν απώλεια ακοής το 2019, κάτι το οποίο αντιστοιχεί σε ένα στα πέντε άτομα.[6][7] Από αυτά, τα 403,3 εκ. άτομα είχαν μέτρια προς σοβαρή απώλεια ακοής μετά τη χρήση ακουστικού, ενώ 430,4 εκ. χωρίς τη χρήση ακουστικού. Ο μεγαλύτερος αριθμός ατόμων με μέτρια έως πλήρη απώλεια ακοής κατοικούσε στην περιοχή του Δυτικού Ειρηνικού (127,1 εκ. άτομα). Από όλα τα άτομα με προβλήματα ακοής, το 62,1% ήταν ηλικίας άνω των 50 ετών.[6]

Ανατομία του ανθρώπινου αυτιού:
  Έσω ους
  Μέσο ους
  Έξω ους

Ορισμοί

Η απώλεια ακοής ορίζεται ως μειωμένη οξύτητα στους ήχους που διαφορετικά θα ακούγονταν κανονικά.[8] Ο όρος προβλήμα ακοής συνήθως χρησιμοποιείται για άτομα που έχουν σχετική αδυναμία να ακούσουν τον ήχο στις συχνότητες ομιλίας. Η σοβαρότητα της απώλειας ακοής κατηγοριοποιείται ανάλογα με την αύξηση της έντασης του ήχου πάνω από το συνηθισμένο επίπεδο που απαιτείται για να τον εντοπίσει ο ακροατής.

Η κώφωση ορίζεται ως ένας βαθμός απώλειας ακοής έτσι ώστε ένα άτομο να μην μπορεί να καταλάβει την ομιλία, ακόμη και παρουσία ενισχυτή. Σε βαθιά κώφωση, ακόμη και οι ήχοι με την υψηλότερη ένταση που παράγονται από ένα ακουστόμετρο (ένα όργανο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της ακοής παράγοντας καθαρούς ήχους μέσω ενός εύρους συχνοτήτων) δεν μπορούν να ανιχνευθούν από το αυτί. Σε πλήρη κώφωση, δεν ακούγονται καθόλου ήχοι, ανεξάρτητα από την ενίσχυση ή τη μέθοδο παραγωγής.

Η αντίληψη της ομιλίας είναι μια άλλη πτυχή της ακοής που περιλαμβάνει την αντιληπτή σαφήνεια μιας λέξης και όχι την ένταση του ήχου που δημιουργείται από τη λέξη. Στους ανθρώπους, αυτό συνήθως μετράται με δοκιμές διάκρισης λόγου, οι οποίες μετρούν όχι μόνο την ικανότητα ανίχνευσης ήχου, αλλά και την ικανότητα κατανόησης της ομιλίας. Υπάρχουν πολύ σπάνιοι τύποι απώλειας ακοής που επηρεάζουν μόνο τη διάκριση του λόγου. Ένα παράδειγμα είναι η ακουστική νευροπάθεια, μια παραλλαγή της απώλειας ακοής στην οποία τα εξωτερικά τριχωτά κύτταρα του κοχλία είναι άθικτα και λειτουργούν, αλλά οι πληροφορίες δεν μεταδίδονται με ακρίβεια από το ακουστικό νεύρο στον εγκέφαλο.[9]

Μέσος όρος ακοής για νεότερους και ηλικιωμένους ενήλικες.

Η ανθρώπινη ακοή εκτείνεται σε συχνότητα από 20 έως 20.000 Hz και σε ένταση από 0 dB έως 120 dB HL ή περισσότερο. Το 0 dB δεν αντιπροσωπεύει την απουσία ήχου, αλλά τον πιο χαμηλό ήχο που μπορεί να ακούσει ένα μέσο ανθρώπινο αυτί χωρίς προβλήματα ακοής. Μερικοί άνθρωποι μπορούν να ακούσουν έως και −5 ή ακόμα και −10 dB. Ο ήχος είναι γενικά δυσάρεστα δυνατός πάνω από 90 dB και βρίσκεται το κατώφλι του πόνου πάνω από 115 dB. Το αυτί δεν ακούει όλες τις συχνότητες εξίσου καλά: η ευαισθησία της ακοής κορυφώνεται γύρω στα 3.000 Hz. Υπάρχουν πολλές ιδιότητες της ανθρώπινης ακοής εκτός του εύρους συχνοτήτων και της έντασης που δεν μπορούν εύκολα να μετρηθούν ποσοτικά. Ωστόσο, για πολλούς πρακτικούς λόγους, η κανονική ακοή ορίζεται από ένα γράφημα συχνότητας έναντι έντασης, ή ακουόγραμμα, που απεικονίζει τα όρια ευαισθησίας της ακοής σε καθορισμένες συχνότητες. Λόγω της σωρευτικής επίδρασης της ηλικίας και της έκθεσης σε θόρυβο και άλλες ακουστικές προσβολές, η «τυπική» ακοή μπορεί να μην είναι φυσιολογική.[10][11]

Πηγή

https://web.archive.org/web/20100219083042/http://health.eportal.gr/health/themataoz_ereynes/9311oz_200604139311.php3

World Health Organization (WHO) outlines ways to prevent and mitigate childhood hearing loss

Hearing Loss, American Speech-Language-Hearing Association

Ακουστικά βαρηκοΐας Θεοδώρου: Η ακοή

Παραπομπές

  1. «Deafness». Encyclopedia Britannica (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2021. 
  2. 2,0 2,1 2,2 «WHO | Deafness and hearing loss». web.archive.org. 16 Μαΐου 2015. Ανακτήθηκε στις 14 Ιουλίου 2021. 
  3. Schilder, Anne GM; Chong, Lee Yee; Ftouh, Saoussen; Burton, Martin J (2017-12-19). «Bilateral versus unilateral hearing aids for bilateral hearing impairment in adults». The Cochrane Database of Systematic Reviews 2017 (12). doi:10.1002/14651858.CD012665.pub2. ISSN 1469-493X. PMID 29256573. PMC 6486194. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6486194/. 
  4. Shearer, A. Eliot· Hildebrand, Michael S. (1993). Adam, Margaret P., επιμ. GeneReviews®. Seattle (WA): University of Washington, Seattle. 
  5. communications (2014-04-21). «Cochlear Implants» (στα αγγλικά). American Academy of Otolaryngology-Head and Neck Surgery. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2017-08-24. https://web.archive.org/web/20170824044742/http://www.entnet.org/content/cochlearimplants. Ανακτήθηκε στις 2017-08-25. 
  6. 6,0 6,1 Haile, Lydia M.; Kamenov, Kaloyan; Briant, Paul Svitil; Orji, Aislyn U.; Steinmetz, Jaimie D.; Abdoli, Amir; Abdollahi, Mohammad; Abu-Gharbieh, Eman και άλλοι. (2021-03-13). «Hearing loss prevalence and years lived with disability, 1990–2019: findings from the Global Burden of Disease Study 2019» (στα English). The Lancet 397 (10278): 996–1009. doi:10.1016/S0140-6736(21)00516-X. ISSN 0140-6736. PMID 33714390. https://www.thelancet.com/journals/lancet/article/PIIS0140-6736(21)00516-X/abstract. 
  7. Wilson, Blake S.; Tucci, Debara L. (2021-03-13). «Addressing the global burden of hearing loss» (στα English). The Lancet 397 (10278): 945–947. doi:10.1016/S0140-6736(21)00522-5. ISSN 0140-6736. PMID 33714376. https://www.thelancet.com/journals/lancet/article/PIIS0140-6736(21)00522-5/abstract. 
  8. Elzouki, A. Y.· Harfi, H. A. (29 Οκτωβρίου 2011). Textbook of Clinical Pediatrics. Springer Science & Business Media. ISBN 978-3-642-02201-2. 
  9. eBook: Current Diagnosis & Treatment in Otolaryngology: Head & Neck Surgery, Lalwani, Anil K. (Ed.) Chapter 44: Audiologic Testing by Brady M. Klaves, PhD, Jennifer McKee Bold, AuD, Access Medicine
  10. ANSI 7029:2000/BS 6951 Acoustics - Statistical distribution of hearing thresholds as a function of age
  11. ANSI S3.5-1997 Speech Intelligibility Index (SII)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι