Μετάβαση στο περιεχόμενο

Διατροφή στη Σερβία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
αλλαγες τροποποιησης -_-
Γραμμή 5: Γραμμή 5:
Η πρώτη περίοδος ορίζεται από την άφιξη των Σλάβων στα Βαλκάνια, από το Μεσαίωνα μέχρι τις αρχές του 19<sup>ου</sup> αιώνα.
Η πρώτη περίοδος ορίζεται από την άφιξη των Σλάβων στα Βαλκάνια, από το Μεσαίωνα μέχρι τις αρχές του 19<sup>ου</sup> αιώνα.


Η δεύτερη περίοδος ξεκινά από το 19<sup>ο</sup> και το πρώτο μισό του 2<sup>ου</sup> αιώνα και χαρακτηρίζεται από σημαντικές αλλαγές στην Σέρβικη κουζίνα, συγκριτικά με την πρώτη περίοδο. Ήταν η περίοδος εξευρωπαϊσμού της Σερβίας, που συνέβη σε όλους τους τομείς της ζωής. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σερβία και οι γείτονες χώρες έζησαν τη βιομηχανοποίηση σε οικονομικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης και της παραγωγής τροφίμων. Τα τελευταία 60 έτη, τα τρόφιμα ακολουθούν την παγκοσμιοποίηση, μέσω των διεθνών μεταφορών και επηρεάζοντας την τοπική παραδοσιακή κουζίνα, όπως συνέβη και με πολλές άλλες χώρες. Η Σερβία, όπως και άλλες χώρες, αναγνωρίζοντας αυτή την επιρροή, ενεργοποιούν μηχανισμούς για τη διατήρηση της γαστρονομικής κληρονομιάς της Ευρώπης, στοχεύοντας παράλληλα και στην τουριστική ανάπτυξη.
Η δεύτερη περίοδος ξεκινά από το 19<sup>ο</sup> και το πρώτο μισό του 2<sup>ου</sup> αιώνα και χαρακτηρίζεται από σημαντικές αλλαγές στην Σέρβικη κουζίνα, συγκριτικά με την πρώτη περίοδο. Ήταν η περίοδος εξευρωπαϊσμού της Σερβίας, που συνέβη σε όλους τους τομείς της ζωής. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σερβία και οι γείτονες χώρες έζησαν τη βιομηχανοποίηση σε οικονομικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης και της παραγωγής τροφίμων. Τα τελευταία 60 έτη, τα τρόφιμα ακολουθούν την παγκοσμιοποίηση, μέσω των διεθνών μεταφορών και επηρεάζοντας την τοπική παραδοσιακή κουζίνα, όπως συνέβη και με πολλές άλλες χώρες. Η Σερβία, όπως και άλλες χώρες, αναγνωρίζοντας αυτή την επιρροή, ενεργοποιούν μηχανισμούς για τη διατήρηση της γαστρονομικής κληρονομιάς της Ευρώπης, στοχεύοντας παράλληλα και στην τουριστική ανάπτυξη.<ref>{{Cite journal|title=Fatty acid profiles and mineral content of Serbian traditional white brined cheeses|url=http://dx.doi.org/10.15567/mljekarstvo.2018.0105|journal=Mljekarstvo|date=2018-01-10|issn=0026-704X|pages=37–45|doi=10.15567/mljekarstvo.2018.0105|first=Miroljub|last=Barać}}</ref>


Τα γαλακτοκομικά και τυροκομικά αγελαδινά προϊόντα είναι σημαντικό μέρος της Σέρβικης διατροφής. Ορισμένα παραδοσιακά τυροκομικά προϊόντα είναι τα τυριά Zlatar, Sjenica, Svrljig, Homolje που παράγονται από αγελαδινό και πρόβειο γάλα'''.''' Από τη μελέτη του προφίλ των λιπαρών και μεταλλικών στοιχείων σε λευκά τυριά άλμης, που διεξήχθη σε 5 παραδοσιακά τυροκομικά προϊόντα άλμης, σημειώθηκαν υψηλά ποσοστά κορεσμένων λιπαρών οξέων. Συγκεκριμένα, το περιεχόμενο των κορεσμένων λιπαρών οξέων κυμάνθηκε μεταξύ 65,97-76,61% στα τυριά από αγελαδινό γάλα και 69,68-74,52% στα τυριά από πρόβειο γάλα. Αντίθετα, τα ακόρεστα λιπαρά οξέα βρέθηκαν να διακυμαίνονται μεταξύ 23,39-34,03% και 25,48-30,08%, αντίστοιχα. Ανάλογα με τον τύπο του τυριού, τα πολυακόρεστα σημειώθηκαν μεταξύ 1,66-11,03%. Στο τυρί Sjenica, παρατηρήθηκε το χαμηλότερο ποσοστό κορεσμένων λιπαρών οξέων. Στον ίδιο τύπο τυριών σημειώθηκε και το υψηλότερο ποσοστό μεταλλικών και ανόργανων στοιχείων όπως Ca, P, K, Mg, Zn, Cu και Cr, ενώ δεν ανιχνεύθηκε Cd.
Τα γαλακτοκομικά και τυροκομικά αγελαδινά προϊόντα είναι σημαντικό μέρος της Σέρβικης διατροφής. Ορισμένα παραδοσιακά τυροκομικά προϊόντα είναι τα τυριά Zlatar, Sjenica, Svrljig, Homolje που παράγονται από αγελαδινό και πρόβειο γάλα'''.''' Από τη μελέτη του προφίλ των λιπαρών και μεταλλικών στοιχείων σε λευκά τυριά άλμης, που διεξήχθη σε 5 παραδοσιακά τυροκομικά προϊόντα άλμης, σημειώθηκαν υψηλά ποσοστά κορεσμένων λιπαρών οξέων. Συγκεκριμένα, το περιεχόμενο των κορεσμένων λιπαρών οξέων κυμάνθηκε μεταξύ 65,97-76,61% στα τυριά από αγελαδινό γάλα και 69,68-74,52% στα τυριά από πρόβειο γάλα. Αντίθετα, τα ακόρεστα λιπαρά οξέα βρέθηκαν να διακυμαίνονται μεταξύ 23,39-34,03% και 25,48-30,08%, αντίστοιχα. Ανάλογα με τον τύπο του τυριού, τα πολυακόρεστα σημειώθηκαν μεταξύ 1,66-11,03%. Στο τυρί Sjenica, παρατηρήθηκε το χαμηλότερο ποσοστό κορεσμένων λιπαρών οξέων. Στον ίδιο τύπο τυριών σημειώθηκε και το υψηλότερο ποσοστό μεταλλικών και ανόργανων στοιχείων όπως Ca, P, K, Mg, Zn, Cu και Cr, ενώ δεν ανιχνεύθηκε Cd.<ref>{{Cite journal|title=Meat in Traditional Serbian Cuisine|last2=Janjic|first7=Danijela|last6=Starcevic|first6=Marija|last5=Boskovic|first5=Marija|last4=Baltic|first4=Tatjana|last3=Popovic|first3=Milka|first2=Jelena|url=http://dx.doi.org/10.18485/meattech.2018.59.1.7|last=Baltic|first=Milan Z.|doi=10.18485/meattech.2018.59.1.7|issue=1|volume=59|pages=54–62|issn=2466-4812|date=2018|journal=Meat Technology|last7=Sarcevic}}</ref>


Δεν έχουν καταγραφεί δεδομένα για την κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών και αλατιού, ενώ το 2017 διεξήχθη μελέτη για τη βελτίωση του νερού στις αστικές περιοχές.
Δεν έχουν καταγραφεί δεδομένα για την κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών και αλατιού, ενώ το 2017 διεξήχθη μελέτη για τη βελτίωση του νερού στις αστικές περιοχές.
Γραμμή 13: Γραμμή 13:
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO, 2009), η κατανάλωση των φρούτων και λαχανικών στη Σερβία είναι περίπου 653 g/άτομο/ημέρα όταν οι συστάσεις του ΠΟΥ είναι άνω των 600g/ημέρα, κατέχοντας την 15<sup>η</sup> θέση ανάμεσα σε 53 χώρες.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO, 2009), η κατανάλωση των φρούτων και λαχανικών στη Σερβία είναι περίπου 653 g/άτομο/ημέρα όταν οι συστάσεις του ΠΟΥ είναι άνω των 600g/ημέρα, κατέχοντας την 15<sup>η</sup> θέση ανάμεσα σε 53 χώρες.


Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FAO (Food and Agricultural Organization of the United Nations), η αγροτική παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί σχεδόν κατά 60% έως το 2050 για να μπορέσει να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FAO (Food and Agricultural Organization of the United Nations), η αγροτική παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί σχεδόν κατά 60% έως το 2050 για να μπορέσει να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες.<ref>{{Cite web|url=https://www.euro.who.int/en/home|title=Home|website=www.euro.who.int|language=en|accessdate=2020-07-05}}</ref><ref>{{Cite web|url=http://www.fao.org/home/en/|title=Food and Agriculture Organization of the United Nations|website=Food and Agriculture Organization of the United Nations|language=en|accessdate=2020-07-05}}</ref>


== Παραπομπές ==
[http://www.euro.who.int www.euro.who.int]
[[Κατηγορία:Πολιτισμός της Σερβίας]]


<references />
[http://www.fao.org www.fao.org]


== Βιβλιογραφία ==
Baltic, M. Z., Janjic, J., Popovic., M., Baltic, T., Jankovic, V., Starcevic, M., Sarcevic, D. (2018). Meat in traditional Serbian cuisine. ''Scientific journal “Meat Technology”, 59: 54-62.''
Karasawa, K. (2006), Clinical aspects of plasma activating factor – Acetylhydrolase. ''Biochimica et Biophysica Acta'', 1761: 1359-1372.

Barać, M., Kresojević, M., Špirović-Trifunović, B., Pešić, M., Vučić, T., Kostić, A., Despotović, S. (2018). Fatty acid profiles and mineral content of Serbian traditional white brines cheeses. ''Mljekastvo/Dairy, 68.''

Karasawa, K. (2006), Clinical aspects of plasma activating factor – Acetylhydrolase. ''Biochimica et Biophysica Acta'', 1761: 1359-1372.


Ntzouvani, A., Giannopoulou, E., Fragopoulou, E., Nomikos, T., Antonopoulou, S. (2019), Energy intake and plasma adiponectin as potential determinants of lipoprotein-associated A<sub>2</sub> activity: A Cross-Sectional Study. ''Lipids'', 54: 629-640.
Ntzouvani, A., Giannopoulou, E., Fragopoulou, E., Nomikos, T., Antonopoulou, S. (2019), Energy intake and plasma adiponectin as potential determinants of lipoprotein-associated A<sub>2</sub> activity: A Cross-Sectional Study. ''Lipids'', 54: 629-640.
Γραμμή 30: Γραμμή 28:


Τριχοπούλου Α., Πίνακες Σύνθεσης και Ανάλυσης Τροφίμων, Εκδόσεις Παρισιάνου, Αθήνα 2004.
Τριχοπούλου Α., Πίνακες Σύνθεσης και Ανάλυσης Τροφίμων, Εκδόσεις Παρισιάνου, Αθήνα 2004.

[[Κατηγορία:Πολιτισμός της Σερβίας]]

Έκδοση από την 19:17, 5 Ιουλίου 2020

Η τυπική σέρβικη διατροφή χαρακτηρίζεται από την κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων. Παραδοσιακά η χρήση κρέατος διαιρείται σε τρεις περιόδους:

Η πρώτη περίοδος ορίζεται από την άφιξη των Σλάβων στα Βαλκάνια, από το Μεσαίωνα μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα.

Η δεύτερη περίοδος ξεκινά από το 19ο και το πρώτο μισό του 2ου αιώνα και χαρακτηρίζεται από σημαντικές αλλαγές στην Σέρβικη κουζίνα, συγκριτικά με την πρώτη περίοδο. Ήταν η περίοδος εξευρωπαϊσμού της Σερβίας, που συνέβη σε όλους τους τομείς της ζωής. Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η Σερβία και οι γείτονες χώρες έζησαν τη βιομηχανοποίηση σε οικονομικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένης και της παραγωγής τροφίμων. Τα τελευταία 60 έτη, τα τρόφιμα ακολουθούν την παγκοσμιοποίηση, μέσω των διεθνών μεταφορών και επηρεάζοντας την τοπική παραδοσιακή κουζίνα, όπως συνέβη και με πολλές άλλες χώρες. Η Σερβία, όπως και άλλες χώρες, αναγνωρίζοντας αυτή την επιρροή, ενεργοποιούν μηχανισμούς για τη διατήρηση της γαστρονομικής κληρονομιάς της Ευρώπης, στοχεύοντας παράλληλα και στην τουριστική ανάπτυξη.[1]

Τα γαλακτοκομικά και τυροκομικά αγελαδινά προϊόντα είναι σημαντικό μέρος της Σέρβικης διατροφής. Ορισμένα παραδοσιακά τυροκομικά προϊόντα είναι τα τυριά Zlatar, Sjenica, Svrljig, Homolje που παράγονται από αγελαδινό και πρόβειο γάλα. Από τη μελέτη του προφίλ των λιπαρών και μεταλλικών στοιχείων σε λευκά τυριά άλμης, που διεξήχθη σε 5 παραδοσιακά τυροκομικά προϊόντα άλμης, σημειώθηκαν υψηλά ποσοστά κορεσμένων λιπαρών οξέων. Συγκεκριμένα, το περιεχόμενο των κορεσμένων λιπαρών οξέων κυμάνθηκε μεταξύ 65,97-76,61% στα τυριά από αγελαδινό γάλα και 69,68-74,52% στα τυριά από πρόβειο γάλα. Αντίθετα, τα ακόρεστα λιπαρά οξέα βρέθηκαν να διακυμαίνονται μεταξύ 23,39-34,03% και 25,48-30,08%, αντίστοιχα. Ανάλογα με τον τύπο του τυριού, τα πολυακόρεστα σημειώθηκαν μεταξύ 1,66-11,03%. Στο τυρί Sjenica, παρατηρήθηκε το χαμηλότερο ποσοστό κορεσμένων λιπαρών οξέων. Στον ίδιο τύπο τυριών σημειώθηκε και το υψηλότερο ποσοστό μεταλλικών και ανόργανων στοιχείων όπως Ca, P, K, Mg, Zn, Cu και Cr, ενώ δεν ανιχνεύθηκε Cd.[2]

Δεν έχουν καταγραφεί δεδομένα για την κατανάλωση κορεσμένων λιπαρών και αλατιού, ενώ το 2017 διεξήχθη μελέτη για τη βελτίωση του νερού στις αστικές περιοχές.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO, 2009), η κατανάλωση των φρούτων και λαχανικών στη Σερβία είναι περίπου 653 g/άτομο/ημέρα όταν οι συστάσεις του ΠΟΥ είναι άνω των 600g/ημέρα, κατέχοντας την 15η θέση ανάμεσα σε 53 χώρες.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FAO (Food and Agricultural Organization of the United Nations), η αγροτική παραγωγή θα πρέπει να αυξηθεί σχεδόν κατά 60% έως το 2050 για να μπορέσει να καλύψει τις διατροφικές ανάγκες.[3][4]

Παραπομπές

  1. Barać, Miroljub (2018-01-10). «Fatty acid profiles and mineral content of Serbian traditional white brined cheeses». Mljekarstvo: 37–45. doi:10.15567/mljekarstvo.2018.0105. ISSN 0026-704X. http://dx.doi.org/10.15567/mljekarstvo.2018.0105. 
  2. Baltic, Milan Z.; Janjic, Jelena; Popovic, Milka; Baltic, Tatjana; Boskovic, Marija; Starcevic, Marija; Sarcevic, Danijela (2018). «Meat in Traditional Serbian Cuisine». Meat Technology 59 (1): 54–62. doi:10.18485/meattech.2018.59.1.7. ISSN 2466-4812. http://dx.doi.org/10.18485/meattech.2018.59.1.7. 
  3. «Home». www.euro.who.int (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2020. 
  4. «Food and Agriculture Organization of the United Nations». Food and Agriculture Organization of the United Nations (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 5 Ιουλίου 2020. 

Βιβλιογραφία

Karasawa, K. (2006), Clinical aspects of plasma activating factor – Acetylhydrolase. Biochimica et Biophysica Acta, 1761: 1359-1372.

Ntzouvani, A., Giannopoulou, E., Fragopoulou, E., Nomikos, T., Antonopoulou, S. (2019), Energy intake and plasma adiponectin as potential determinants of lipoprotein-associated A2 activity: A Cross-Sectional Study. Lipids, 54: 629-640.

Panagiotakos, D., Pitsavos C., Stefanadis C. (2006), Dietary Patterns: Mediterranean Diet Score and its relation to clinical and biological markers of cardiovascular disease risk. Nutrition, Metabolism and Cardiovascular Diseases, 16: 559-568.

Τριχοπούλου Α., Πίνακες Σύνθεσης και Ανάλυσης Τροφίμων, Εκδόσεις Παρισιάνου, Αθήνα 2004.