Χάβελοκ ο Δανός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χάβελοκ ο Δανός
Ο Χάβελοκ παρουσιάζει τη Γκόλντμπορο στον αγγλικό λαό, εικονογράφηση του 1905
ΤίτλοςHavelok the Dane
ΓλώσσαΜέση αγγλική γλώσσα
Ημερομηνία δημιουργίας1270
Μορφήποίημα

Χάβελοκ ο Δανός (Μεσαιωνικά αγγλικά:Havelok the Dane) είναι έμμετρη ιπποτική μυθιστορία αγνώστου συγγραφέα περίπου 3.000 στίχων που χρονολογείται περίπου το 1270. Το έργο αφηγείται την ιστορία μιας Αγγλίδας πριγκίπισσας και του ορφανού Δανού πρίγκιπα Χάβελοκ, ο οποίος νικά τους σφετεριστές των θρόνων και γίνεται βασιλιάς της Δανίας και μέρους της Αγγλίας. Η ιστορία ήταν γνωστή από παλαιότερο αγγλο-νορμανδικό χρονικό και απεικονίζει το ενδιαφέρον για την περίπλοκη εθνική ταυτότητα της Αγγλίας κατά τον Μεσαίωνα, όπως αποτυπώνεται σε παλαιούς θρύλους και προφορικές παραδόσεις της αγγλικής, νορμανδικής, δανικής και βρετανικής λαογραφίας.[1]

Μετά τον Βασιλιά Χορν (π.1225) ο Χάβελοκ είναι το δεύτερο παλαιότερα ιπποτικά μυθιστορήματα που έχει διασωθεί στα μεσαιωνικά αγγλικά.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο δίκαιος και ενάρετος βασιλιάς της Αγγλίας Άθελγουολντ πεθαίνοντας ορίζει αντιβασιλέα τον Γκόντρικ, κόμη της Κορνουάλης. Ο ύπουλος κόμης φυλακίζει τη νεαρή πριγκίπισσα Γκόλντμπορο και αναλαμβάνει την απόλυτη κυριαρχία της Αγγλίας. Στο μεταξύ, πεθαίνει και ο επίσης ενάρετος βασιλιάς της Δανίας Μπιρκαμπέιν που εμπιστεύεται τα τρία παιδιά του και το βασίλειό του στον κόμη Γκοντάρ ως αντιβασιλέα. Ο Γκοντάρ σφετερίζεται τον θρόνο και παραβιάζοντας τον όρκο του, δολοφονεί τις δύο κόρες και διατάζει έναν ψαρά, τον Γκριμ, να πνίξει τον τρίχρονο γιο, τον Χάβελοκ.[2]

Ο Γκριμ παίρνει τον Χάβελοκ στο σπίτι του, όπου βλέπει ένα λαμπρό φως να αναδύεται από το στόμα του αγοριού όταν κοιμάται και ανακαλύπτει ένα σημάδι σε σχήμα σταυρού στον ώμο του. Συνειδητοποιεί ότι το παιδί είναι κληρονόμος του θρόνου της Δανίας και αποφασίζει να το σώσει. Εγκαταλείπει με την οικογένειά του τη χώρα, ταξιδεύοντας με το ψαροκάικό του στις ανατολικές ακτές της Αγγλίας. Ο Χάβελοκ μεγαλώνει ως μέλος της οικογένειας και εργάζεται σαν ψαράς μαζί με τον Γκριμ και τους γιους του. Όταν ο λιμός χτυπά, ο Γκριμ τον στέλνει στην πόλη, όπου βρίσκει δουλειά στην κουζίνα του κάστρου του Γκόντρικ. Η ταπεινότητα, η ευγένεια και η εύθυμη φύση του Χάβελοκ τον κάνουν δημοφιλή, ειδικά στα παιδιά, και το ασυνήθιστο ύψος, η δύναμη και η ομορφιά του τραβούν την προσοχή όπου κι αν πάει. Σε αγώνες που διεξάγονται στην περιοχή, ο Χάβελοκ κερδίζει στη σφαιροβολία και ο Γκόντρικ, πιστεύοντας ότι είναι ταπεινής καταγωγής, αποφασίζει να τον παντρέψει με τη Γκόλντμπορο ώστε η πριγκίπισσα να στερηθεί τα δικαιώματά της στον θρόνο. Παρά την απροθυμία τους, το ζευγάρι παντρεύεται με το ζόρι και επιστρέφει στο Γκρίσμπι στο σπίτι του Γκριμ, ο οποίος έχει πεθάνει αλλά τα παιδιά του τους καλωσορίζουν.[3]

Εκείνο το βράδυ η Γκόλντμπορο ξυπνά από ένα έντονο φως και βλέπει τη φλόγα να βγαίνει από το στόμα του Χάβελοκ. Στη συνέχεια παρατηρεί το εκ γενετής βασιλικό σημάδι του και ένας άγγελος της λέει για την καταγωγή του Χάβελοκ και το πεπρωμένο του ως βασιλιάς της Δανίας και της Αγγλίας. Ταυτόχρονα, ο Χάβελοκ βλέπει ένα όνειρο στο οποίο αγκαλιάζει τη γη και τον λαό της Δανίας και παρουσιάζει το βασίλειο στα πόδια του Γκόλντμπορο. Όταν ξυπνά, μοιράζονται τα οράματά τους και συμφωνούν να επιστρέψουν στη Δανία.[4]

Ο ψαράς Γκριμ και η γυναίκα του παρατηρούν τον Χάβελοκ να λάμπει ενώ κοιμάται, εικονογράφηση του 1905

Ο Χάβελοκ ταξιδεύει στη Δανία με την Γκόλντμποροο και τους τρεις γιους του Γκριμ για να ανακτήσει το βασίλειό του. Μεταμφιεσμένοι σε εμπόρους, βρίσκουν καταφύγιο στον κόμη Ούμπε, έναν Δανό ευγενή. Ο Ούμπε εντυπωσιάζεται από τη δύναμη του Χάβελοκ όταν το σπίτι του δέχεται επίθεση από εξήντα κλέφτες. Τη νύχτα παρατηρεί το φως να βγαίνει από το στόμα του Χάβελοκ και τον αναγνωρίζει ως γιο του Μπιρκαμπέιν και νόμιμο βασιλιά τους. Αμέσως ορκίζεται πίστη, ανακοινώνει την ταυτότητά του στον δανικό λαό και οι Δανοί άρχοντες και ο κόσμος τον αποδέχονται ως βασιλιά, με πανηγυρισμούς. Οι άντρες του Γκοντάρ τον εγκαταλείπουν, τον συλλαμβάνουν και τον οδηγούν στον Χάβελοκ, μια δικαστική επιτροπή αποφασίζει να γδάρουν τον σφετεριστή ζωντανό, να τον σύρουν στους δρόμους και να τον απαγχονίσουν. Ο Χάβελοκ ξεκινάει για την Αγγλία για να διεκδικήσει τον θρόνο στο όνομα της γυναίκας του.[5]

Όταν ο Γκόντρικ μαθαίνει ότι ο Χάβελοκ και η Γκόλντμπορο έχουν αποβιβαστεί στις ακτές, συγκεντρώνει στρατό στο Λίνκολν και πείθει τον αγγλικό λαό ότι εισβάλλουν οι Δανοί. Στη μάχη που ακολούθησε, τραυματίζει τον Ούμπε και σκοτώνει πολλούς άνδρες, αλλά τελικά αιχμαλωτίζεται. Οι Άγγλοι καλωσορίζουν την Γκόλντμπορο ως βασίλισσά τους και ορκίζονται πίστη στον Χάβελοκ, αποφασίζοντας ότι ο Γκόντρικ πρέπει να ταπεινωθεί και να καεί ως προδότης. Ως βασιλιάς της Δανίας και της Αγγλίας, ο Χάβελοκ κυβερνά δίκαια για περισσότερα από εξήντα χρόνια. Αυτός και η Γκόλντμπορο απολαμβάνουν έναν ευτυχισμένο γάμο και αποκτούν δεκαπέντε παιδιά: όλοι οι γιοι τους γίνονται βασιλιάδες και όλες οι κόρες τους βασίλισσες.[6]

Σχόλια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το ποίημα είναι αξιοσημείωτο για το ενδιαφέρον για την εξερεύνηση της ιδανικής βασιλείας και την απονομή δικαιοσύνης καθώς και για τη λεπτομερή απεικόνιση της ζωής της εργατικής τάξης στην Αγγλία του 13ου αιώνα.

Η περιοχή Λίνκονσερ στις ανατολικές ακτές της Αγγλίας

Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο θρύλος του Χάβελοκ ήταν δημοφιλής, καθώς η μικρή πόλη Γκρίμσμπι στις αρχές του 13ου αιώνα απεικόνιζε τρεις από τους ήρωες – τον ​​Χάβελοκ, τη Γκόλντμπορο και τον Γκριμ – στη σφραγίδα της πόλης. Στο ποίημα η πόλη εμφανίζεται ότι ιδρύθηκε από τον Γκριμ, αλλά στην πραγματικότητα, η μικρή παραθαλάσσια πόλη προϋπήρχε στην περιοχή από τον 2ο αιώνα μ.Χ. της Ρωμαϊκής κατοχής και τον 9ο αιώνα μ.Χ. εγκαταστάθηκαν Δανοί - Βίκινγκς. Στην καταγραφή του 1086 αναφέρεται ότι είχε πληθυσμό περίπου 200 κατοίκων, έναν ιερέα, έναν μύλο και ένα πορθμείο.

Ακόμη και σήμερα, η τοπική λαογραφία υποστηρίζει ότι το όνομα Γκρίμσμπι προέρχεται από τον Δανό ψαρά Γκριμ αλλά οι ιστορικοί βλέπουν αυτή την αφήγηση ως μύθο. Αγάλματα του Γκριμ και του Χάβελοκ υπήρχαν σε κεντρικό σημείο της πόλης από το 1973 έως το 2006, αλλά αφαιρέθηκαν για λόγους ασφάλειας μετά τον αποκεφαλισμό του Χάβελοκ από βάνδαλους.

Η ιστορία αναφέρεται και στην Ιστορία των Άγγλων (1136–1140) που έγραψε ο Αγγλο-νορμανδός χρονικογράφος Ζοφρουά Γκαϊμάρ στα παλαιά γαλλικά, στην οποία ο ήρωας Χάβελοκ για να προστατευθεί μεγάλωσε με το ψεύτικο όνομα Κουαράν, που τον συνδέει με τον Αμλάιμπ Κουαράν έναν Σκανδιναβό-Βίκινγκ που έγινε βασιλιάς της Νορθουμβρίας και του Δουβλίνου κατά τον 10ο αιώνα, αλλά η πλοκή της μυθιστορίας στα μεσαιωνικά αγγλικά παραλείπει αυτή τη λεπτομέρεια.[5]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]