Πανδόλφος Γ΄ του Μπενεβέντο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πάντουλφ Γ΄ του Μπενεβέντο
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10ος αιώνας
Ιταλία
Θάνατος1059
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΤέκναΛανδούλφος ΣΤ΄ του Μπενεβέντο
ΓονείςΛανδούλφος Ε΄ του Μπενεβέντο
ΟικογένειαΛανδουλφίδες

Ο Πανδόλφος Γ΄, Pandulf III (απεβ. το 1060) από τον Οίκο της Κάπουας ήταν πρίγκιπας του Μπενεβέντo στη μεσαιωνική Νότιο Ιταλία, αρχικά ως συγκυβερνήτης με τον πατέρα του Λανδούλφος Ε΄, και τον πάππο του Πανδόλφος Β΄, από το 1012 ή περίπου έως το 1014, όταν απεβίωσε ο πρεσβύτερος Πανδόλφος Β΄. Συγκυβέρνησε με τον πατέρα του μέχρι το τέλος εκείνου το 1033. Στη συνέχεια ήταν ο κύριος ηγεμόνας μέχρι την παραίτησή του το 1059 (εκτός από μια σύντομη περίοδο).

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αμέσως μετά το τέλος του Πανδόλφος Β΄, οι πολίτες του Μπενεβέντo έκαναν μία εξέγερση ενάντια στους δύο πρίγκιπες, πατέρα και γιο. Η εξέγερση απέτυχε να αποσπάσει τους πρίγκιπες από την εξουσία. Ωστόσο, οι πολίτες επέβαλαν παραχωρήσεις εξουσίας στους εαυτούς τους και στην αριστοκρατία της πόλης. Τα Χρονικά (Annales) λένε ότι "έγινε η πρώτη κοινότητα" (facta est communitas prima).

Το Μπενεβέντο αναγκάστηκε να υποταχθεί στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, της οποίας ο κατεάνω της Ιταλίας Βασίλειος Βοϊωάννης είχε κτίσει την οχυρή πόλη της Τρόιας κοντά. Το 1022 ο βασιλιάς Ερρίκος Β΄ της Γερμανίας ένωσε τον στρατό του με δύο άλλους στρατούς υπό τους Πόπο της Ακουιλέια και Παλαγρίνο της Κολωνίας στο Μπενεβέντο, το οποίο υποτάχθηκε μετά από μία σύντομη πολιορκία. Από εκεί βάδισαν προς την Τρόια, αλλά δεν κατάφεραν να την πάρουν. Αφού υποτάχθηκε στον βασιλιά, ο Λανδούλφος Ε΄ δεν ακούγεται ξανά στις σελίδες της ιστορίας μέχρι τον τέλος του και τη θέση του παίρνει ο γιος του.

Τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 1038, ο Πανδόλφος Ε΄ έκανε συγκυβερνήτη τον γιο του, Λανδούλφος ΣΤ΄, στο πριγκιπάτο. Αυτή η συγκυβέρνηση ήταν μία παράδοση, που χρονολογείται από τη διαθήκη τού Ατενόλφος Α΄ πρίγκιπα της Κάπουα το 910. Το 1041, ήταν ο αδελφός του Ατενόλφος που υποκίνησε μία εξέγερση, επειδή δεν περιλήφθηκε στη συγκυβέρνηση. Για τον συγγραφέα του γλίσχρου Χρονικού του Μπενεβέντο (Annales Beneveventani), αυτό ήταν η "δεύτερη συνωμοσία που έγινε" (fuit [...] coniuratio secundo), για την απομάκρυνση των πριγκίπων. Όπως η πρώτη του 1014, απέτυχε.

Το 1047 ο βασιλιάς Ερρίκος Γ΄ της Γερμανίας ήλθε για να εξασφαλίσει την εξουσία του στο Νότια Ιταλία. Η βασίλισσα Αγνή επισκέφτηκε το Mόντε Γκαργκάνo ως προσκυνήτρια και επέστρεψε μέσω του Μπενεβέντo, όπου έγινε δεκτή, αλλά ο σύζυγός της δεν έγινε δεκτός. Ο απορριφθείς βασιλιάς πολιόρκησε αμέσως την πόλη και ο πάπας Κλήμης Β΄ αφόρισε τον Λανδούλφος και τον Πανδόλφος Γ΄ και τους πολίτες. Η πολιορκία τελικά άρθηκε, ωστόσο, η ασέβεια που επιδείχθηκε στη βασιλική οικογένεια και την Εκκλησία, σε συνδυασμό με την παρακμή του πριγκιπάτου, έκαναν τον αδελφό τού Πανδόλφος, τον Ντάουφερ (αργότερα πάπα Βίκτωρα Γ΄), να εγκαταλείψει την πόλη και να καταφύγει στον Γουαϊμάρος Δ΄ πρίγκιπα του Σαλέρνο.

Οι υποθέσεις του Μπενεβέντο έφτασαν στο επίκεντρο το 1050, όταν ο πάπας Λέων Θ΄ πήγε για προσκύνημα στο Μόντε Γκαργκάνο και επιβεβαίωσε τον αφορισμό των πριγκίπων. Οι πολίτες στράφηκαν εναντίον των πριγκίπων και τους πέταξαν έξω "με το σκυλί τους" (cum sculdays suis). Οι πολίτες παρέδωσαν την πόλη στον πάπα τον Απρίλιο του 1051 και στις 5 Ιουλίου ο πάπας δέχτηκε και μπήκε στη νέα του πόλη.

Στον απόηχο της μάχης του Τσιβιτάτε, στην οποία ο πάπας φυλακίστηκε στο Μπενεβέντο, η πόλη κάλεσε τον Πανδόλφος Γ΄ και τον Λανδούλφος ΣΤ΄ πίσω (κάπου μεταξύ Ιουνίου 1053 και Μαρτίου 1054). Ο Πανδόλφος Γ΄ επέστρεψε και κυβέρνησε ως υποτελής του πάπα. Το 1056 επέβλεψε την συγκυβέρνηση τού εγγονού του Πανδόλφος Δ΄. Το 1059 αποσύρθηκε στο μοναστήρι της Σάντα Σοφία, το οικογενειακό ίδρυμα και το μαυσωλείο του οίκο των πριγκίπων του Μπενεβέντο. Απεβίωσε εκεί τον επόμενο χρόνο.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είχε τέκνο:

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]