Μοναστηριακή εξουσία
Το λήμμα παραθέτει τις πηγές του αόριστα, χωρίς παραπομπές. |
Ο μοναστηριακός κανόνας (ιαπωνικά:院 政, γνωστός και ως Ινσέι ή μοναστηριακή διακυβέρνηση ή μοναστηριακή εξουσία) ήταν μορφή κυβέρνησης στην Ιαπωνία κατά τη διάρκεια της περιόδου Heian. Σε αυτό το σύστημα, ένας αυτοκράτορας που παραιτήθηκε, μπορούσε να διατηρήσει την εξουσία και την επιρροή του. Αυτοί οι συνταξιούχοι αυτοκράτορες που αποχώρησαν για να ζήσουν σε μοναστήρια συνέχισαν να ενεργούν με τρόπο τέτοιο, ώστε να αντισταθμίσουν την επιρροή των αντιβασιλέων Φούτζιγουαρα και της τάξης των πολεμιστών (Σαμουράι). Ταυτόχρονα, ο κυρίαρχος αυτοκράτορας,δηλαδή ο επιλεγμένος διάδοχος του πρώην αυτοκράτορα, εκπλήρωνε όλους τους τελετουργικούς ρόλους και τα επίσημα καθήκοντα της μοναρχίας.
Οι συνταξιούχοι αυτοκράτορες ονομάστηκαν Daijō Tennō ή Jōkō. Ένας συνταξιούχος αυτοκράτορας που εισέρχονταν σε μια βουδιστική μοναστική κοινότητα γινόταν ένας Μοναχός Αυτοκράτορας (Ιαπωνικά 太 上 法 皇 Daijō Hōō, αυτοκράτορας έγκλιστος σε μοναστήρι).
Υπήρχαν συνταξιούχοι αυτοκράτορες, και πριν και μετά την περίοδο Heian, αλλά η έννοια του μοναστηριακού κανόνα ως σύστημα αναφέρεται συνήθως στην πρακτική που έθεσε σε εφαρμογή ο αυτοκράτορας Shirakawa το 1086 και ακολούθησαν οι διάδοχοί του μέχρι την άνοδο του Kamakura shogunate το 1192.
Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο κώδικας Ρισούριο (αγγλικά: ritsuryō code) επέτρεψε στους συνταξιούχους αυτοκράτορες να συνεχίσουν να ασκήούν, μετά την παραίτησή τους, κάποιες περιορισμένες εξουσίες, και υπάρχουν πρώιμα παραδείγματα όπως η αυτοκράτειρα Jitō, ο αυτοκράτορας Shōmu και ο αυτοκράτορας Uda στον 7ο, 8ο και 9ο αιώνα αντίστοιχα. Μέχρι το τέλος του 10ου αιώνα, η οικογένεια Hokke της αδελφότητας Φούτζιγουαρα κατείχε πολιτική εξουσία στην Ιαπωνία μέσω του γραφείου του αυτοκρατορικού αντιβασιλέα, και ο αυτοκράτορας κατάντησε διακοσμητικό στοιχείο. Το 1068, ο αυτοκράτορας Go-Sanjō έγινε ο πρώτος αυτοκράτορας σε σχεδόν 200 χρόνια που δεν συσχετίστηκε ούτε με γάμο ούτε με συγγένεια, ούτε και τα δύο, με την οικογένεια Hokke. Απέκτησε προσωπική δύναμη, ενώ η οικογένεια Hokke αντιμετώπιζε εσωτερικές συγκρούσεις μεταξύ του Fujiwara no Yorimichi και του αδελφού του Fujiwara no Norimichi, και ήταν σε θέση να εκδώσει αρκετούς νόμους και κανονισμούς, ιδίως το διάταγμα κανονισμού Enkyū Shōen, αποδυναμώντας έτσι την αντιβασιλεία. Το 1072, ωστόσο, αρρώστησε και παραιτήθηκε υπέρ του αυτοκράτορα Shirakawa, και πέθανε σχεδόν έναν χρόνο αργότερα. Αν και δεν είχε χρόνο να ασκήσει εξουσία μετά την παραίτησή του, ο Σαντζό είχε αποδυναμώσει την αντιβασιλεία και άνοιξε το δρόμο για την εξάσκηση της μοναστηριακής εξουσίας. Το 1086, ο αυτοκράτορας Shirakawa με τη σειρά του παραιτήθηκε υπέρ του γιου του, αυτοκράτορα Horikawa, ο οποίος ήταν τότε τεσσάρων ετών. Ο στόχος του Shirakawa φάνηκε να είναι η προστασία του γιου του από τον μικρότερο αδερφό του (θείο του Horikawa), ο οποίος παρουσίαζε μια σοβαρή απειλή να γίνει διεκδικητής του θρόνου, αλλά μετά τη συνταξιοδότησή του ο Shirakawa άσκησε την προσωπική του εξουσία, και έθεσε σε ισχύ το σύστημα του μοναστηριακού κανόνα.
Τέλος της περιόδου Heian
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ξεχωριστά αυτοκρατορικά δικαστήρια (ιαπωνικά:院 庁, προφέρεται: Ιν νο Τσου) δημιουργήθηκαν γύρω από τους συνταξιούχους αυτοκράτορες, και οι διαταγές τους εφαρμόζονταν μέσω γραφείων γνωστών ως Ίνζεν (ιαπωνικά: 院 宣) και Ιν νο Τσου Κουντάσι Μπούμι (ιαπωνικά: 院 庁 下文). Επιπλεόν, οι Μοναχοί Αυτοκράτορες είχαν τα δικά τους στρατεύματα, το Χοκούμεν νο Μπούσι (ιαπωνικά: 北面 の 武士). Η δημιουργία αυτών των στρατιωτικών μονάδων οδήγησε τελικά στην άνοδο της αδελφότητας Taira, η οποία χρησιμοποίησε τη συμμετοχή των μελών της σε αυτές τις μονάδες για να συγκεντρώσει πολιτική και οικονομική δύναμη. Το τέλος της περιόδου Heian χαρακτηρίστηκε από μια ταχεία διαδοχή των Αυτοκρατόρων, με αποτέλεσμα να ζουν ταυτόχρονα αρκετοί συνταξιούχοι αυτοκράτορες. Η εξέγερση του Hōgen, μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Toba, ήταν ένα παράδειγμα άμεσης αντιπολίτευσης μεταξύ ενός αυτοκράτορα και ενός συνταξιούχου αυτοκράτορα. Το τέλος της βασιλείας του Go-Shirakawa σημαδεύτηκε από εμφύλιο πόλεμο (τον πόλεμο Γκένπει) και την άνοδο του Μιναμότο νο Γιοριτόμο ως το πρώτο Καμακούρα Σόγκουν.
Κατά την διάρκεια του Σογκουνάτο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η καθιέρωση του Σογκουνάτο Καμακούρα θεωρείται ως η έναρξη της περιόδου Καμακούρα, όμως το σύστημα Ίνσει δεν εγκαταλείφθηκε αμέσως. Αν και ο Σογκουνάτο ανέλαβε την αστυνομική δύναμη και κυβέρνησε την ανατολική Ιαπωνία, η εξουσία των αυτοκρατόρων και των συνταξιούχων αυτοκρατόρων παρέμεινε σημαντική. Ωστόσο, όταν ο αυτοκράτορας Go-Toba, εγγονός του Go-Shirakawa, προσπάθησε να ανατρέψει τον Σογκουνάτο Καμακούρα, οι δυνάμεις του ηττήθηκαν στον πόλεμο Jōkyū και ο Σογκουνάτο έπειτα έλαβε μέτρα για να μειώσει την εξουσία (και τα οικονομικά) των συνταξιούχων αυτοκρατόρων. Ακόμα και μετά τον πόλεμο του Jōkyū, το σύστημα του μοναστηριακού κανόνα συνέχισε να υπάρχει, τουλάχιστον επίσημα, για άλλα 200 χρόνια. Υπήρξαν κινήσεις για την ανάκτηση της εξουσίας στα χέρια της αυτοκρατορικής αυλής, όπως η Αποκατάσταση Κένμου που προσπάθησε ο αυτοκράτορας Γκο-Ντάιγκο, αλλά σε γενικές γραμμές ένας συνταξιούχος αυτοκράτορας προέδρευε ως επικεφαλής του δικαστηρίου του Κιότο, με την έγκριση του Σογκουνάτο.
Υπήρχαν επίσης μερικά παραδείγματα συνταξιούχων αυτοκρατόρων που επέβλεπαν τους διαδόχους τους πολύ αργότερα, κατά την περίοδο του Έντο. Το τελευταίο άτομο που χρησιμοποίησε τον τίτλο Μοναχός Αυτοκράτορας (ιαπωνικά:Daijō Hōō) ήταν ο αυτοκράτορας Ρέιγκεν, το 1686.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα][1] https://www.britannica.com/topic/insei
[2] https://enacademic.com/dic.nsf/enwiki/22913
[3] https://www.ancient.eu/article/1106/insei-cloistered-government-in-ancient-japan/
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «insei | Definition & Facts». Encyclopedia Britannica (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2020.
- ↑ «Cloistered rule». Academic Dictionaries and Encyclopedias (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2020.
- ↑ «Insei: Cloistered Government in Ancient Japan». Ancient History Encyclopedia. Ανακτήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 2020.