Τόγκα (ένδυμα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Τόγκα)
Αυτό το λήμμα αφορά το ένδυμα. Για το νησί, δείτε: Τόνγκα.
Ρωμαίος Συγκλητικός που φοράει toga praetexta

Η τόγκα (λατ. toga), που αποδίδεται και ως τόγα, ήταν ένα ιδιαίτερο ένδυμα της αρχαίας Ρώμης. Ήταν οι Ετρούσκοι, αρχικά, που χρησιμοποιούσαν την τήβεννα (tebenna) ή τήβεννο [σημ. 1], την οποία υιοθέτησαν και οι Ρωμαίοι. Μεταγενέστερα, η χρήση της εντός της Ρώμης περιορίστηκε μόνο σε Ρωμαίους πολίτες, αποδίδοντάς έτσι στην τήβεννο τη σημασία ενός εθνικού συμβόλου· με αυτή τη συμβολική σημασία χρησιμοποιούνται στην εποχή μας η δικαστική τήβεννος και η ακαδημαϊκή τήβεννος [σημ. 2], παρότι προέρχονται από άλλο ένδυμα.

Ιστορικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τήβεννος ήταν ένα ένδυμα παρόμοιο με το ιμάτιο των αρχαίων Ελλήνων. Φτιαχνόταν από μαλλί και το μήκος της έφτανε τα 20 πόδια (6 μέτρα). Χρησιμοποιούταν ως πανωφόρι, το οποίο ήταν τυλιγμένο γύρω από το σώμα (λέγεται πως το ρωμαϊκό όνομα του ενδύματος, toga, προέρχεται από το ρήμα tegere, που σημαίνει καλύπτω, ενδύω). Διέφερε από το ελληνικό ιμάτιο και το μεταγενέστερο ρωμαϊκό πάλλιο, γιατί αυτά είχαν παραλληλόγραμμο σχήμα, ενώ η τήβεννος είχε ημικυκλικό σχήμα.

Κατά τη ρωμαϊκή παράδοση, ήταν το αγαπημένο ένδυμα του ιδρυτή της Ρώμης, Ρώμυλου. Θεωρείται, πως αρχικά ήταν ένδυμα και για τα δύο φύλα, και για κοινούς πολίτες και για στρατιώτες· στην πορεία των χρόνων οι γυναίκες υιοθέτησαν τη στόλα (stola) και η τήβεννος έγινε η επίσημη ενδυμασία των αρρένων Ρωμαίων πολιτών. Το σημείο αυτό φαίνεται πως είναι και το σημείο εκκίνησης του συμβολικού χαρακτήρα που απέκτησε το ένδυμα.

Η τήβεννος άρχισε να παίρνει διαφορετικές μορφές, για να υποδηλώσει την κοινωνική θέση του κατόχου της.

  • Στην πιο απλή της μορφή, λεγόταν toga virilis ή toga alba ή toga pura και ήταν μια απλή λευκή τήβεννος, που δινόταν από τον πατέρα στον γιο κατά την ενηλικίωσή του (περίπου 14 ετών), σηματοδοτώντας παράλληλα ότι αποκτά δικαιώματα, ελευθερίες και υποχρεώσεις έναντι του Ρωμαϊκού κράτους.
  • Στη μορφή toga candida, η τήβεννος τριβόταν με κιμωλία, ώστε να γίνει εκθαμβωτικά λευκή και σηματοδοτούσε πως ο κάτοχός της ήταν υποψήφιος για κάποιο δημόσιο αξίωμα.
  • Στη μορφή toga praetexta, το άκρο της τηβέννου είχε μια πορφυρή λωρίδα και φοριόταν πάνω από έναν χιτώνα που επίσης είχε δύο κάθετες πορφυρές λωρίδες· αυτή η μορφή περιοριζόταν για συγκλητικούς με ανώτερη εξουσία (παλαιότερα για τους βασιλιάδες της Ρώμης). Επίσης, αυτή η μορφή χρησιμοποιούνταν από ελεύθερα ανήλικα παιδιά (αγόρια και κορίτσια) για να υποδειχθεί η προστασία τους από τον νόμο.
  • Στη μορφή toga picta, η τήβεννος ήταν ολόκληρη βαμμένη πορφυρή, στολισμένη με επενδύσεις από χρυσή κλωστή και φοριόταν πάνω από έναν επίσης πορφυρό χιτώνα. Αυτή η μορφή χρησιμοποιούταν από στρατιωτικούς στους θριάμβους τους και αργότερα από υπάτους και αυτοκράτορες.

Παρά τη σημασία του ενδύματος, η χρήση του κατά τη διάρκεια καθημερινών εργασιών ήταν αδύνατη· έτσι στην πραγματικότητα περιοριζόταν μόνο σε συγκεκριμένες επίσημες περιστάσεις και μόνο από όσους είχαν πραγματικά την οικονομική δυνατότητα να αποκτήσουν μία τήβεννο.

Από τα μέσα της Δημοκρατικής περιόδου της Ρώμης, η χρήση της τηβέννου από τους στρατιώτες που βρίσκονταν σε υπηρεσία σταδιακά αντικαταστήθηκε από τη χρήση του σάγου που επέτρεπε περισσότερη ευελιξία. Έτσι, η χρήση της περιορίστηκε σε καθαρά θρησκευτικές και εθιμικές περιστάσεις.

Το πέρασμα των χρόνων ατόνησε ακόμα περισσότερο τη σχέση των πληβείων με την τήβεννο, με άλλα ενδύματα όπως το πάλλιο γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλή. Τον 2ο αιώνα μ.Χ, το διάταγμα του Καρακάλλα έκανε κάθε ελεύθερο κάτοικο της αυτοκρατορίας Ρωμαίο πολίτη, και η σχέση των απλών Ρωμαίων πολιτών με την τήβεννο έχασε κάθε συμβολισμό. Παράλληλα, οι ανώτερες τάξεις της ρωμαϊκής κοινωνίας υιοθετούσαν ολοένα και πιο πολυτελείς παραλλαγές της τηβέννου. Και καθώς η ρωμαϊκή κοινωνία προχωρούσε προς τον Μεσαίωνα η ενδυμασία της άφηνε πίσω της την παραδοσιακή τήβεννο της παλαιάς Ρωμαϊκής Δημοκρατίας.

Άλλα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ενετοκρατούμενη Ελλάδα οι ράφτες των Ενετών ονομάζονταν ΤΟΓΓΕΣ. Ήταν Έλληνες που εργάζονταν για λογαριασμό των ενετών στρατιωτών ράβοντας τις στολές τους.

Στο πέρασμα των χρόνων η λέξη τόγκα έγινε επίθετο και το συναντάμε ακόμα και σήμερα, λ.χ. Τόγκας, Τόγιας , Τογκίτσα, Τόγας κ.α.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Με αυτά τα ονόματα αναφέρονται πάντα οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς στην τόγκα των Ρωμαίων.
  2. Στην ελληνική γλώσσα· σε άλλες γλώσσες δεν χρησιμοποιείται όνομα που να συνδέεται με την τήβεννο των Ρωμαίων.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]