Δερματομυοσίτιδα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Δημιουργήθηκε από μετάφραση της σελίδας "Dermatomyositis"
(Καμία διαφορά)

Έκδοση από την 18:37, 15 Νοεμβρίου 2022

Η δερματομυοσίτιδα (ΔΜ) είναι μια χρόνια φλεγμονώδης πάθηση που επηρεάζει το δέρμα και τους μύες.[1] Στα συμπτώματά της συμπεριλαμβάνονται η εμφάνιση δερματικών εξανθημάτων και η σταδιακώς επιδεινούμενη μυϊκή αδυναμία.[1] Τα συμπτώματα αυτά ενδέχεται να εμφανιστούν ξαφνικά ή να αναπτυχθούν σε διάστημα μηνών.[1] Στα λοιπά ενδεχόμενα συμπτώματα συγκαταλέγονται η απώλεια βάρους, ο πυρετός, η φλεγμονή των πνευμόνων ή η ευαισθησία στο φως.[1] Ως επιπλοκή, μπορεί να παρατηρηθούν και εναποθέσεις ασβεστίου στους μύες ή στο δέρμα.[1] Η πάθηση περιγράφηκε για πρώτη φορά το 1800.[2]

Η αιτία είναι της πάθησης είναι άγνωστη.[1] Κατά μία θεωρία πρόκειται για αυτοάνοσο νόσημα, ενώ κατά μια άλλη θεώρηση πρόκειται για το αποτέλεσμα ιογενούς λοίμωξης.[1] Η δερματομυοσίτιδα μπορεί να εξελιχθεί σε παρανεοπλασματική νόσο σχετιζόμενη με με διάφορες μορφές κακοήθειας.[3] Συνιστά έναν τύπο φλεγμονώδους μυοπάθειας.[1] Η διάγνωσή της βασίζεται συνήθως στην αναγνώριση κάποιου συνδυασμού συμπτωμάτων, τη διεξαγωγή αιματολογικών εξετάσεων, ηλεκτρομυογραφήματος και μυϊκής βιοψίας.[4]

Θεραπευτικές προσεγγίσεις

Αν και δεν υπάρχει γνωστή θεραπεία για την πάθηση, ορισμένες υπάρχουσες θεραπευτικές προσεγγίσεις οδηγούν σε βελτίωση των συμπτωμάτων.[1] Σε αυτές συγκαταλέγονται η χορήγηση φαρμακευτική αγωγή, η φυσικοθεραπεία, η άσκηση, η θερμοθεραπεία, η χρήση ορθωτικών βοηθημάτων και η ανάπαυση.[1] Τα φάρμακα της οικογένειας των κορτικοστεροειδών συνήθως χρησιμοποιούνται με άλλες δραστικές ουσίες, όπως η μεθοτρεξάτη ή η αζαθειοπρίνη που συνιστώνται εάν τα στεροειδή δεν λειτουργούν επαρκώς.[1] Οι περισσότεροι ασθενείς εμφανίζουν βελτίωση μετά τις θεραπευτικές παρεμβάσεις, ενώ σε μερικές περιπτώσεις η κατάσταση υποχωρεί πλήρως.[1]

Επιδημιολογία

Περίπου ένα ανά 100.000 ατόμων κατ' έτος εμφανίζουν την πάθηση.[4] Η πάθηση εμφανίζεται συνήθως σε άτομα ηλικίας στις δεκαετίες των 40 και 50 ετών, με τις γυναίκες να προσβάλλονται συχνότερα από τους άνδρες.[4] Ωστόσο, η πάθηση μπορεί να εμφανιστεί σε άτομα οποιασδήποτε ηλικίας.[4]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 «Dermatomyositis». GARD (στα Αγγλικά). 2017. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2017.  Σφάλμα αναφοράς: Μη έγκυρη ετικέτα <ref> • όνομα " GHR2017 " ορίζεται πολλές φορές με διαφορετικό περιεχόμενο
  2. Dourmishev, Lyubomir A.· Dourmishev, Assen Lyubenov (2009). Dermatomyositis: Advances in Recognition, Understanding and Management (στα Αγγλικά). Springer Science & Business Media. σελ. 5. ISBN 9783540793137. 
  3. Tudorancea, Andreea Daniela; Ciurea, Paulina Lucia; Vreju, Ananu Florentin; Turcu-Stiolica, Adina; Gofita, Cristina Elena; Criveanu, Cristina; Musetescu, Anca Emanuela; Dinescu, Stefan Cristian (July 2021). «A Study on Dermatomyositis and the Relation to Malignancy». Current Health Sciences Journal 47 (3): 377–382. doi:10.12865/CHSJ.47.03.07. ISSN 2067-0656. PMID 35003769. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 «Dermatomyositis». NORD (National Organization for Rare Disorders). 2015. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Φεβρουαρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2017.  Σφάλμα αναφοράς: Μη έγκυρη ετικέτα <ref> • όνομα " NORD2015 " ορίζεται πολλές φορές με διαφορετικό περιεχόμενο