Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πύλη:Ζωολογία/Επιλεγμένο λήμμα/Πρωτεύοντα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Πρωτεύοντα
Πρωτεύοντα

Πρωτεύον ονομάζεται κάθε μέλος της βιολογικής τάξης Πρωτεύοντα (Primates), της ομάδας που περιλαμβάνει τους προσιμιίδες (στους οποίους συγκαταλέγονται οι λεμούριοι, οι λόρις, οι γαλάγοι και οι τάρσιοι) και τους σιμιίδες (μαϊμούδες και πίθηκοι). Με εξαίρεση τους ανθρώπους, οι οποίοι κατοικούν σε όλες τις ηπείρους της Γης, τα περισσότερα πρωτεύοντα ζουν σε τροπικές ή υποτροπικές περιοχές της Αμερικής, της Αφρικής και της Ασίας. Ορισμένα από τα πρωτεύοντα που έχουν εκλείψει είναι ο Αρχαιοΐντρις (ένας λεμούριος μεγαλύτερος από τον ασημόρραχο γορίλα) και οι οικογένειες Παλαιοπροπιθηκίδες και Αρχαιολεμουρίδες. Τα πρωτεύοντα ποικίλουν σε μέγεθος, από τον λεμούριο ποντικό της Μαντάμ Μπερθ των 30 γραμμαρίων, μέχρι τον Ορεινό Γορίλα των 200 κιλών. Σύμφωνα με απολιθώματα που έχουν εντοπιστεί, πρόγονοι των πρωτευόντων πιθανότατα έζησαν 65 εκατομμύρια χρόνια πριν κατά την ύστερη Κρητιδική περίοδο. Το παλαιότερο γνωστό πρωτεύον βάσει των απολιθωμάτων που έχουν βρεθεί μέχρι σήμερα ήταν ο Πλησιαδάπης που έζησε 55-58 εκατομμύρια χρόνια πριν, κατά την ύστερη Παλαιόκαινο εποχή. Έρευνες πάνω στο μοριακό ρολόι, υποδεικνύουν πως ο διαχωρισμός των πρωτευόντων ίσως έγινε πολύ παλαιότερα, πιθανότατα κατά τη μέση-Κρητιδική, 85 εκατομμύρια χρόνια πριν.

Τα Πρωτεύοντα παραδοσιακά διαιρούνται σε δύο μεγάλες ομάδες: τους προσιμιίδες και τους σιμιίδες. Οι προσιμιίδες έχουν χαρακτηριστικά όμοια με αυτά των πρώιμων πρωτευόντων, και περιλαμβάνουν τους λεμούριους της Μαδαγασκάρης, τα λορισόμορφα, και τους τάρσιους. Οι σιμιίδες περιλαμβάνουν τις μαϊμούδες και τους πιθήκους. Πιο πρόσφατα, οι ταξινομιστές δημιούργησαν την υποτάξη Στρεψίρρινοι για να συμπεριλάβουν όλους τους προσιμιίδες πλην των τάρσιων, και την υποτάξη Απλόρρινοι στους οποίους ταξινόμησαν τους τάρσιους και τους σιμιίδες. Οι σιμιίδες διαιρούνται περαιτέρω σε δύο ομάδες: τους πλατύρρινους (ή μαϊμούδες Νέου Κόσμου) της Νότιας και Κεντρικής Αμερικής, και τους κατάρρινους πιθήκους και μαϊμούδες της Αφρικής και της Ασίας. Πιο αναλυτικά, οι πλατύρρινοι (ή μαϊμούδες Νέου Κόσμου) περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τους καπουτσίνους και τις σκίουρους μαϊμούδες, και οι κατάρρινοι διαιρούνται σε δύο ομάδες, τα κερκοπιθηκοειδή (ή μαϊμούδες Παλαιού Κόσμου) -όπως είναι οι μπαμπουίνοι και οι μακάκοι, και τα ανθρωποειδή (πίθηκοι) -όπως είναι οι χιμπαντζήδες και οι άνθρωποι. Οι άνθρωποι είναι οι μόνοι κατάρρινοι που έχουν εξαπλωθεί επιτυχώς έξω από την Αφρική, τη Νότια και Ανατολική Ασία, αν και παλαιοντολογικά στοιχεία (απολιθώματα), δείχνουν πως πολλά άλλα είδη κατάρρινων έζησαν κάποια στιγμή στην Ευρώπη.

Όντας ευπροσάρμοστα θηλαστικά, τα πρωτεύοντα παρουσιάζουν ένα μεγάλο εύρος χαρακτηριστικών. Ορισμένα πρωτεύοντα (όπως οι μεγάλοι πίθηκοι και οι μπαμπουίνοι) δεν είναι δενδρόβια, αλλά όλα τα είδη έχουν ανατομικά χαρακτηριστικά που τα διευκολύνουν στην αναρρίχηση δέντρων. Μεταξύ των διαφόρων τρόπων κίνησης των πρωτευόντων, περιλαμβάνεται το πήδημα από δέντρο σε δέντρο, το περπάτημα στα δύο ή στα τέσσερα άκρα, το περπάτημα στηριζόμενο στις αρθρώσεις των δακτύλων, ή οι ταλαντεύσεις στα κλαδιά των δέντρων. Τα πρωτεύοντα χαρακτηρίζονται από το μεγάλο μέγεθος των εγκεφάλων τους, συγκριτικά με τα άλλα θηλαστικά, καθώς επίσης και από την ιδιαίτερη χρήση της στερεοσκοπικής όρασης με τίμημα τη χειροτέρευση της όσφρησης τους, την κυρίαρχη αίσθηση στα περισσότερα θηλαστικά. Αυτά τα χαρακτηριστικά είναι περισσότερο εμφανή στις μαϊμούδες και τους πιθήκους, και λιγότερο εμφανή στους λόρις και τους λεμούριους. Ορισμένα πρωτεύοντα έχουν αναπτύξει τριχρωματική όραση, ενώ τα περισσότερα πρωτεύοντα έχουν αντιτακτούς αντίχειρες και συλληπτήριες ουρές. Πολλά είδη είναι φυλετικά διμορφικά, γεγονός που σημαίνει πως τα αρσενικά και τα θηλυκά έχουν διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά, όπως μάζα σώματος, μέγεθος κυνοδόντων, και χρώμα δέρματος-τριχώματος. Τα πρωτεύοντα έχουν μικρότερο ρυθμό ανάπτυξης από άλλα θηλαστικά ίδιου μεγέθους, και αργούν να ωριμάσουν, αλλά έχουν μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Μερικά ζουν μοναχικά, άλλα σε ζευγάρια των δύο φύλων, ενώ άλλα σε ομάδες μέχρι εκατό ατόμων.