Οδοντογλυφίδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Οδοντογλυφίδα

Η οδοντογλυφίδα είναι ένα μυτερό αντικείμενο το οποίο χρησιμοποιείται για το καθάρισμα των διακένων των δοντιών από υπολείμματα τροφών. Οι οδοντογλυφίδες είναι συνήθως φτιαγμένες από ξύλο και σπανιότερα από πλαστικό ή άλλα υλικά. Στο παρελθόν τις έφτιαχναν από φτερά χήνας, από ελεφαντοστό ή και από μέταλλο.

Σχήματα και αρώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φτιάχνονται σε ποικιλία σχημάτων. Για να χωράνε ανάμεσα στα δόντια, κάποιες φορές είναι σχεδόν επίπεδες στη μια τους διάσταση. Η διατομή τους είναι άλλοτε σχεδόν κυλινδρική και άλλοτε πρισματική, σχεδόν πάντα όμως καταλήγουν σε δυο μυτερές άκρες. Για διαφοροποίησή τους από οδοντογλυφίδες άλλων κατασκευαστών, ορισμένοι χρησιμοποιούν αρώματα/γεύσεις παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιούνται στις τσίχλες.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο Σατυρικόν του Πετρόνιου που γράφτηκε περίπου το 60 μ.Χ., αναφέρεται: "Αφού καθάρισε τα δόντια του με μια ασημένια οδοντογλυφίδα, άρχισε να λέει: Φίλοι μου...".

Έχουν βρεθεί οδοντογλυφίδες σε αρκετούς τάφους της αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής εποχής.

Η μαζική παραγωγή ξύλινων οδοντογλυφίδων άρχισε στα μέσα του 19ου αιώνα στην Αμερική.

Άλλες χρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι οδοντογλυφίδες χρησιμοποιούνται συχνά σε μικροκατασκευές, αλλά και στους μεζέδες για να μην χρειάζεται κανείς να τους πιάνει με το χέρι. Με αυτές παίζονται επίσης αρκετά παιχνίδια λογικής ή ικανότητας στα δάχτυλα. Χρησιμοποιούνται επίσης στη μαγειρική, για να κρατήσουν ενωμένα κομμάτια κρέατος ή άλλων τροφών που με το ψήσιμο ή βράσιμο θα χώριζαν και θα διαλύονταν.