Δικαίωμα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο όρος δικαίωμα αναφέρεται γενικά είτε σε ηθικό δικαίωμα, το οποίο θεμελιώνεται σε ηθικές αρχές, είτε σε νομικό δικαίωμα, το οποίο κατοχυρώνεται από το νόμο. Τα νομικά δικαιώματα είναι εξουσίες (και ελευθερίες) οι οποίες παρέχονται από το δίκαιο εις τα πρόσωπα προς επιδίωξη και πραγματοποίηση διαφόρων βιοτικών τους συμφερόντων και επιβάλλονται (προστατεύονται) από το νόμο.

Οι τέσσερις τύποι δικαιωμάτων του Hohfeld[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πιο συνηθισμένη αφετηρία για τον προσδιορισμό της έννοιας του δικαιώματος είναι σύμφωνα με την ανάλυση του Αμερικάνου δικαστικού Wesley Hohfeld (1879-1918). Σύμφωνα με τον Hohfeld η φράση ότι «ένα πρόσωπο Α έχει το δικαίωμα Χ» μπορεί να σημαίνει τέσσερα διαφορετικά πράγματα:
(i) Αξίωση του Α ότι κάποιος άλλος Β να ενεργήσει με κάποιο τρόπο. Ο άλλος έχει τότε την αντίστοιχη υποχρέωση. Για παράδειγμα το δικαίωμα του ιδιοκτήτη να απαγορεύει την είσοδο στο κτήμα του ισοδυναμεί με υποχρέωση των άλλων να μην εισέρχονται χωρίς άδεια.
(ii) Ελευθερία του Α να ενεργήσει με κάποιο τρόπο. Το οποίο ισοδυναμεί και με έλλειψη-υποχρέωσης του Α να μην-κάνει το Χ.
(iii) Εξουσία ή δυνατότητα επιβολής ότι θα γίνει το Χ. Για παράδειγμα ο καπετάνιος ενός πλοίου έχει το δικαίωμα ή εξουσία να βάλει ένα ναύτη να πλύνει το κατάστρωμα. Η διαφορά με την αξίωση τύπου (i), η οποία είναι σύμφωνα με τον Hohfeld «πρώτου βαθμού» δικαίωμα, είναι ότι το δικαίωμα ως εξουσία αφορά «δεύτερου βαθμού» δυνατότητα ενός προσώπου να καθορίζει ένα δεδομένο σύνολο δικαιωμάτων και υποχρεώσεων του ίδιου και άλλων.
(iv) Ασυλία ότι ο Α δεν υπόκειται στην εξουσία ή αρμοδιότητα κάποιου άλλου ως προς το Χ. Η διαφορά με την ελευθερία τύπου (ii) είναι, ομοίως, ότι δεν αφορά «πρώτου βαθμού» ελευθερία ως προς συγκεκριμένη πράξη αλλά «δεύτερου βαθμού» έλλειψη αρμοδιότητας ως προς ένα πεδίο πράξεων.[1]

Αρνητικά και θετικά δικαιώματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με τη διάκριση σε αρνητικά και θετικά δικαιώματα, θετικά είναι αυτά που επιτρέπουν ή κάνουν υποχρεωτική κάποια πράξη, ενώ αρνητικά είναι αυτά που επιτρέπουν ή κάνουν υποχρεωτική την αποχή από κάποια πράξη. Σημειώνεται ότι να επιτρέπεται κάποια πράξη ή να επιτρέπεται αποχή από κάποια πράξη ισοδυναμεί με δικαίωμα ελεύθερης επιλογής (πράξης ή αποχής από πράξη αντίστοιχα). Ενώ η υποχρεωτική αποχή από κάποια πράξη ισοδυναμεί φυσικά με απαγόρευση της.

Για παράδειγμα, το αρνητικό δικαίωμα στη ζωή αναφέρεται σε απαγόρευση αφαίρεσης της ζωής οποιουδήποτε προσώπου (π.χ. ως προς το κράτος απαγορεύει την θανατική ποινή). Ενώ το θετικό δικαίωμα στη ζωή αναφέρεται σε ενέργειες παροχής προστασίας της ζωής κάποιου προσώπου.

Κατηγορίες δικαιωμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μια ενδεικτική αλλά όχι κοινώς αποδεκτή ή πλήρης κατηγοριοποίηση των βασικών δικαιωμάτων είναι η εξής:

  • θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα (όπως το δικαίωμα στη ζωή και την προσωπική ασφάλεια),
  • ατομικά ή αστικού χαρακτήρα δικαιώματα (όπως το δικαίωμα στην ιδιοκτησία),
  • πολιτικά δικαιώματα (όπως το δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι) και
  • κοινωνικά δικαιώματα (όπως το δικαίωμα στην εργασία, το δικαίωμα στην εκπαίδευση και το δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας).

Αστικά δικαιώματα - ορισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δικαίωμα (right) λέγεται η υπό του Δικαίου παρεχόμενη σε πρόσωπο εξουσία προς προστασία του έννομου συμφέροντός του. Την εξουσία αυτή του προσώπου που αναγνωρίζει ο νόμος, απορρέει, επιβάλλεται, προστατεύεται και επανορθώνεται (σε περίπτωση προσβολής του) από τον ίδιο τον νόμο.
Αντίστοιχη έννοια του δικαιώματος, από τρίτους, είναι η "υποχρέωση" είτε πάντων προς αποχή ενέργειας που μπορεί να προσβάλει το "δικαίωμα" όπως σε εμπράγματα δικαιώματα, είτε ορισμένων προσώπων σε πράξεις ή παραλείψεις επί ενοχικών δικαιωμάτων.

  • Συνεπώς τα παρεχόμενα υπό του Νόμου δικαιώματα επιβάλουν ταυτόχρονα και τις υποχρεώσεις.

Δικαιώματα όμως και υποχρεώσεις δημιουργούνται επίσης και στις ιδιωτικές συμφωνίες (συμβάσεις) μεταξύ προσώπων. Το ότι αυτά έχουν ως πηγή, ιδιωτική συμφωνία και όχι Νόμο δεν σημαίνει πως ο σεβασμός, αφενός, προς το δικαίωμα και αφετέρου η εκτέλεση της υποχρέωσης εξαρτώνται μόνο από τη "καλή θέληση" των μερών της σύμβασης. Γι΄ αυτό και το Δίκαιο θεωρεί την ιδιωτική αυτή συμφωνία Νόμο.

  • Συνεπώς πηγή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων δεν είναι μόνο ο Νόμος αλλά και η ιδιωτική συμφωνία (σύμβαση) που αποτελεί εσαεί ιδιωτικό νόμο. Τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις συνθέτουν τις έννομες σχέσεις μεταξύ προσώπων.

Διάκριση αστικών δικαιωμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Α. Περιουσιακά δικαιώματα:

  1. Εμπράγματο δικαίωμα
  2. Ενοχικό δικαίωμα
  3. Κληρονομικό δικαίωμα
  4. Επί αΰλων δικαίωμα π.χ. πνευματικό δικαίωμα.

B. Μη περιουσιακά δικαιώματα:

  1. Οικογενειακό δικαίωμα
  2. Δικαίωμα προσωπικότητας

Άσκηση δικαιώματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άσκηση δικαιώματος ονομάζεται η εκτέλεση της εξουσίας που παρέχεται σ' αυτό τούτο το δικαίωμα. Η άσκηση αυτή γίνεται με ποικίλους τρόπους όπως αυτός που έχει την κυριότητα απολαμβάνει του πράγματος είτε με χρήση είτε με την κάρπωσή του. Άλλος τρόπος είναι η μεταβίβαση κυριότητας ή και η δικαστική επιδίωξη αυτών.

Κτήση δικαιώματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κτήση δικαιώματος είναι ο σύνδεσμος ενός δικαιώματος με ένα πρόσωπο. Η κτήση οποιουδήποτε δικαιώματος διακρίνεται σε "πρωτότυπη" και σε "παράγωγη".

  1. Πρωτότυπη κτήση δικαιώματος: λέγεται εκείνη που δεν στηρίζεται σε προϋπάρχον δικαίωμα άλλου προσώπου. Πρόκειται δηλαδή για δικαίωμα που γεννιέται στο πρόσωπο του μόλις κτήτορα όπως π.χ. η ναυπήγηση.
  2. Παράγωγη κτήση δικαιώματος: λέγεται εκείνη που στηρίζεται σε προϋπάρχον δικαίωμα άλλου προσώπου. Πρόκειται δηλαδή για υπάρχον δικαίωμα που μεταβιβάζεται σε νέο υποκείμενο αυτού, π.χ. η πώληση πλοίου με την οποία και μεταβιβάζεται η κυριότητά του από ένα πρόσωπο σε άλλο.

Παραγραφή δικαιώματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Νόμος εκτός της προστασίας που παρέχει υπέρ του υποκειμένου του δικαιώματος, πολλές φορές συμβαίνει να δρα και εναντίον του. Τέτοια περίπτωση είναι η παραγραφή. Είναι γεγονός πως το Δίκαιο δια της παραγραφής επιδιώκει είτε ν' αποκλείσει την επιδίωξη άσκησης δικαιώματος, που επί μακρόν χρόνο παρέλειψε ο δικαιούχος (απραξία), είτε για να εδραιώσει μία από μακρού υφιστάμενη κατάσταση, απονέμοντας έτσι σ΄ αυτή προστασία.
Συνεπώς όπως και να ΄χει η Παραγραφή αποτελεί απώλεια δικαιώματος.

Εκ των παραπάνω συνάγεται ότι η Παραγραφή είναι το σύνολο των νομικών θεσμών με τους οποίους μια πραγματική κατάσταση μεταβάλλεται σε νομική. Ανάλογα λοιπόν προς το αποτέλεσμα που αυτή οδηγεί η παραγραφή διακρίνεται σε δύο κατηγορίες:

  1. Αποσβεστική παραγραφή και
  2. Κτητική παραγραφή ή ως γνωστότερα χρησικτησία.

Προσβολή δικαιώματος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως προσβολή δικαιώματος χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε πράξη ή ακόμη και παράλειψη του υπόχρεου ή σε περίπτωση απολύτων δικαιωμάτων οποιουδήποτε τρίτου, που είναι αντίθετη με το περιεχόμενο του δικαιώματος όπως για παράδειγμα η μη πληρωμή ληξιπρόθεσμου δανείου, ή η κατάληψη και κατοχή πράγματος που δεν ανήκει στον καταληψία.

Σε περίπτωση τέτοιας προσβολής η προστασία του δικαιώματος μπορεί να γίνει είτε δικαστικά είτε εξώδικα.

  1. Δικαστική προστασία: Χαρακτηρίζεται η έννομη προστασία που παρέχεται δια της προσφυγής του έχοντα έννομο συμφέρον θιγομένου προσώπου σε όργανα της Πολιτείας (του Κράτους) τα οποία και παρέχουν τα εχέγγυα αμερόληπτης κρίσης και που είναι τα Δικαστήρια.
  2. Εξώδικη προστασία ή Αυτοδικία: Χαρακτηρίζεται η δια ιδίων δυνάμεων του θιγομένου προστασία του δικαιώματός του. Σήμερα η αυτοδύναμος αυτή προστασία αποδοκιμάζεται από το σύγχρονο δίκαιο ως προσβάλλουσα τις δικαστικές Αρχές ευνομούμενων Πολιτειών (Χωρών). Πέραν όμως του γενικού κανόνα αυτού υπάρχουν περιπτώσεις που η "αυτοδικία" συγχωρείται π.χ. η αυτοδικία ως άμυνα ή ως ικανοποίηση δικαιώματος.

Υποκείμενο δικαιωμάτων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφότου το Δίκαιο δημιουργήθηκε για τον άνθρωπο προκειμένου να ρυθμίζει τις μεταξύ των ομοίων του σχέσεις επόμενο είναι έκαστος των ανθρώπων ν΄ αναγνωρίζεται ως υποκείμενο του δικαίου πρόσωπο. Πρόσωπα όμως στο Δίκαιο δεν θεωρούνται μόνο αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι αλλά και διάφορες ενώσεις περισσοτέρων ανθρώπων που επιδιώκουν κοινό έννομο σκοπό προς την θεραπεία των αναγκών τους. Έτσι διακρίνονται δύο είδη προσώπων:

  1. Φυσικά πρόσωπα
  2. Νομικά πρόσωπα

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]