Φερδινάνδος Δ΄ της Καστίλης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Φερδινάνδος Δ΄ της Καστίλης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση6  Δεκεμβρίου 1285
Σεβίλλη
Θάνατος7  Σεπτεμβρίου 1312
Χαέν
Συνθήκες θανάτουφυσικά αίτια
Τόπος ταφήςIglesia de San Hipólito (Córdoba)
ΨευδώνυμοEl Emplazado
Χώρα πολιτογράφησηςΣτέμμα της Καστίλης
ΘρησκείαΚαθολικισμός
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙσπανικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταβασιλιάς
Οικογένεια
ΣύζυγοςΚωνσταντία της Πορτογαλίας (από 1302)[1]
ΤέκναΕλεονώρα της Καστίλης
Αλφόνσος ΙΑ΄ της Καστίλης
ΓονείςΣάντσο Δ΄ της Καστίλης και Μαρία της Μολίνα
ΑδέλφιαΠέτρος του Καμέρος
Φίλιππος της Καστίλης
Enrique de Castilla
Alfonso de Castilla
Ισαβέλλα της Καστίλης, βασίλισσα της Αραγωνίας
Βεατρίκη της Καστίλης (1293-1359)
Violante Sánchez de Castilla
ΟικογένειαΚαστιλιανός Οίκος της Ιβρέας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαMonarch of Castile and Leon (1295–1312)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Φερδινάνδος Δ΄ της Καστίλης ή Φερδινάνδος ο Προσκεκλημένος (el Emplazado) (Ισπανικά : Fernando IV de Castilla, Σεβίλλη, 6 Δεκεμβρίου 1285 - Χαέν, 7 Σεπτεμβρίου 1312) από τον Καστιλιανό Οίκο της Ιβρέα ήταν Βασιλιάς της Καστίλης (1295 - 1312). Ο Φερδινάνδος Δ΄ ήταν δεύτερο παιδί και μεγαλύτερος γιος και διάδοχος του Σάντσο Δ΄ της Καστίλης και της Μαρίας της Μολίνα, κόρης του Αλφόνσου της Μολίνα. Την περίοδο που ήταν ανήλικος ανέλαβαν την κηδεμονία του η μητέρα του και ο μεγάλος θείος του Ερρίκος της Καστίλης τέταρτος γιος του Φερδινάνδου Γ΄ της Καστίλης.

Η μητέρα του συγκρούστηκε με τους εχθρούς του στην αριστοκρατία που έκαναν πολλές προσπάθειες να εκθρονίσουν τον μικρό Φερδινάνδο. Η αριστοκρατία ήταν ανυπότακτη και είχε δημιουργήσει πολλές φορές προβλήματα, αρχηγός της ήταν ο Ιωάννης, κύριος της Βαλένθια δε Κάμπος θείος του βασιλιά και ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα επίσης θείος του βασιλιά σαν εγγονός του Φερδινάνδου Γ΄. Ο Φερδινάνδος Δ΄ συνέχισε όπως οι προκάτοχοι του τους αγώνες για τη Ρεκονκίστα αλλά απέτυχε να κατακτήσει την Αλχεθίρας (1309), την ίδια χρονιά κατέλαβε το Γιβραλτάρ και αργότερα την Αλκοντέτ (1312). Τα Κορτές της Βαγιαδολίδ αποφάσισαν να μεταρρυθμίσουν τη νομοθεσία με στόχο την ενίσχυση της βασιλικής εξουσίας. Πέθανε πρόωρα στη Χαέν σε ηλικία 26 ετών (7 Σεπτεμβρίου 1312), τα οστά του βρίσκονται μέχρι και σήμερα στον Καθεδρικό ναό του Αγίου Ιππολύτου της Κόδροβας.

Κηδεμονία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άνοδος στον θρόνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προτομή του Φερδινάνδου Δ΄ της Καστίλης από τα "Χρονικά των Βασιλέων" - Εθνική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας.

Ο Φερδινάνδος γεννήθηκε στη Σεβίλλη (6 Δεκεμβρίου 1285) και βαπτίστηκε στον Καθεδρικό ναό της Σεβίλλης από τον αρχιεπίσκοπο Ραιμούνδο ντε Λοζάνα, ανακηρύχτηκε διάδοχος και δέχτηκε την υποταγή της αριστοκρατίας.[2] Ο Σάντσο Δ΄ ανέθεσε την ανατροφή του νεογέννητου γιου του στον Φερνάν Περέζ Πόνσε ντι Λεόν, τον πρώτο Μαγιοδρόμο του πατέρα του Αλφόνσου του Σοφού, ο μικρός πρίγκιπας και ο δάσκαλος του αναχώρησαν για την οικία του Φερνάν Περέζ στη Ζαμόρα. Ο Φερνάν Περέζ Πόνσε ντι Λεόν και η σύζυγος του έδειξαν έντονο ενδιαφέρον στην ανατροφή του μικρού πρίγκιπα, το βασιλικό ζεύγος τους ευχαρίστησε θερμά.[3]

Ο πατέρας του επιθυμούσε να τον παντρέψει με μια πριγκίπισσα από τη Γαλλία ή την Πορτογαλία. Τον Σεπτέμβριο του 1291 αρραβωνιάστηκε με την Κωνσταντία κόρη του βασιλιά Διονύσιος Α΄ της Πορτογαλίας. Ο Σάντσο Δ΄ παρά της υποσχέσεις που έδωσε στον Πορτογάλο βασιλιά προχώρησε σε νέες διαπραγματεύσεις με τον Γάλλο βασιλιά Φίλιππο τον Ωραίο να παντρέψει τον μικρό Φερδινάνδο με την κόρη του Μαργαρίτα ή Λευκή (1294). Οι διαπραγματεύσεις με τη Γαλλία σταμάτησαν επειδή ο Σάντσο πέθανε την επόμενη χρονιά (1295). Ο Σάντσο Δ΄ της Καστίλης πέθανε στο Τολέδο (25 Απριλίου 1295) και τον διαδέχθηκε ο μεγαλύτερος γιος του Φερδινάνδος. Μετά την ταφή του βασιλιά στον Καθεδρικό ναό του Τολέδο η χήρα του Μαρία του Μολίνα αποσύρθηκε στο Αλκάθαρ του Τολέδου για να τον θρηνήσει για εννιά μέρες, στη συνέχεια ανέλαβε την αντιβασιλεία του εννιάχρονου γιου της.

Διεκδικητές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο γάμος του Σάντσο Δ΄ και τη Μαρίας δεν είχε νομιμοποιηθεί, συνεπώς υπήρχε ζήτημα με τη νομιμότητα του Φερδινάνδου.[4] Οι αρχηγοί των ανταρτών και κύριοι διεκδικητές ήταν ο Ιωάννης, κύριος της Βαλένθια δε Κάμπος μικρότερος αδελφός του Σάντσο Δ΄ και ο ηλικιωμένος Ερρίκος της Καστίλης θείος του Σάντσο Δ΄ μικρότερος αδελφός του Αλφόνσου του Σοφού.

Αργότερα εμφανίστηκαν οι νέοι διεκδικητές Αλφόνσος δε λα Θέρδα και Φερδινάνδος δε λα Θέρδα, κύριος της Λάρα γιοι του Φερδινάνδου δε λα Θέρδα, διαδόχου μεγαλύτερου γιου του Αλφόνσου του Σοφού που πέθανε πολύ πρόωρα (1275), τους υποστήριζε και η γιαγιά τους Γιολάντα της Αραγωνίας. Η Αραγωνία, η Πορτογαλία και η Γαλλία εκμεταλλεύτηκαν τα προβλήματα για δικό τους όφελος. Οι ταραχές στις οποίες προστέθηκαν και άλλοι σημαντικοί ευγενείς όπως ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο, λόρδος του Μπισκάγια, ο Νούνο Γκονζαλεζ ντι Λάρα και ο Ζουάν Νούνο ντι Λάρα οδήγησαν σε αναρχία. Τα Κορτές της Βαγιαδολίδ όρισαν κηδεμόνα τον Ερρίκο της Καστίλης (1295) αλλά η βασιλομήτωρ πήρε τον μικρό Φερδινάνδο στη συνοδεία της. Μετά την απόφαση των Κορτές ο Ιωάννης, κύριος της Βαλένθια δε Κάμπος άφησε τη Γρανάδα και προσπάθησε να κυριεύσει την Μπαδαχόθ αλλά απέτυχε, στη συνέχεια μετέβη στην Πορτογαλία και προσπάθησε να πείσει τον βασιλιά Διονύσιο να κηρύξει τον πόλεμο στην Καστίλη.[5]

Ανταρσία του Ιωάννη της Βαλένθια δε Κάμπος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών των Κορτές η βασιλομήτωρ και ο Ερρίκος της Καστίλης συναντήθηκαν με τον Πορτογάλο βασιλιά Διονύσιο, του έδωσαν δώρα, μερικές περιοχές στα σύνορα και συμφώνησαν να ολοκληρωθεί ο γάμος του Φερδινάνδου με την Κωνσταντία. Οι δυο οικογένειες συμφώνησαν ταυτόχρονα και δεύτερο γάμο : ο διάδοχος του Πορτογαλικού θρόνου Αλφόνσος Δ΄ της Πορτογαλίας παντρεύτηκε τη Βεατρίκη της Καστίλης μικρότερη αδελφή του Φερδινάνδου Δ΄. Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο πήρε την Μπισκάγια και ο Ερρίκος της Καστίλης που αναγνώρισε τον Φερδινάνδο πήρε πίσω τα δικά του εδάφη.[6] Ο Ιάκωβος Β΄ της Αραγωνίας έδιωξε αμέσως μετά από την αυλή του την Ισαβέλλα της Καστίλης και κήρυξε τον πόλεμο στο Βασίλειο της Καστίλης.

Ο θείος του Ιωάννης της Βαλένθια δε Κάμπος επαναστάτησε ξανά εναντίον του Φερδινάνδου Δ΄ στις αρχές του 1296 ενώ ο γιος του Αλφόνσος της Βαλένθια δε Κάμπος κυρίευσε τη Μανσίλλα. Τον Απρίλιο του 1296 ο Αλφόνσος της Βαλένθια δε Κάμπος επιτέθηκε στην Καστίλη με βοήθεια των Αραγωνέζων και πήγε στη Λεόν όπου ο πατέρας του ανακηρύχτηκε βασιλιάς της Λεόν, της Σεβίλης και της Γαλικίας. Ο Ιωάννης με τη συνοδεία του γιου του Αλφόνσου ανακηρύχτηκε βασιλιάς στην Καστίλη, το Τολέδο, τη Μούρθια και τη Χαέν. Αμέσως μετά ο Ιωάννης και ο Αλφόνσος μπήκαν στο Εμιράτο της Γρανάδας και έκλεισαν ειρήνη με τον Σουλτάνο Μωάμεθ Β΄, την ίδια εποχή τα στρατεύματα της Γρανάδας λεηλατούσαν την Ανδαλουσία που υπερασπιζόταν ο Αλόνζο Πέρεζ ντε Γκουζμάν. Ο ινφάντης Πέτρος της Αραγωνίας (1275 - 1296) πέθανε χτυπημένος από την πανώλη (25 Αυγούστου 1296), ο Ιωάννης της Βαλένθια έχασε τον μεγαλύτερο σύμμαχο του στην πολιορκία της Μειόργα και αποσύρθηκε.[7]

Συντριβή του Ερρίκου στη Γρανάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θυρεός του Ερρίκου της Καστίλης, αδελφού του παππού του Φερδινάνδου.

Ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Χουάν Νούνεζ περίμεναν την άφιξη του Πορτογάλου βασιλιά για να πολιορκήσουν τη Βαγιαδολίδ όπου είχαν καταφύγει ο Φερδινάνδος με τη βασιλομήτωρ. Ο μονάρχης της Αραγωνίας επιτέθηκε στη Μούρθια και στη Σόρια και ο Διονύσιος της Πορτογαλίας προχώρησε κατά μήκος του ποταμού Ντουέρο. Την εποχή που ο Ερρίκος της Καστίλης βρισκόταν στο Εμιράτο της Γρανάδας έμαθε ότι οι Αραγωνέζοι και οι Πορτογάλοι είχαν εγκαταλείψει το βασίλειο της Καστίλης και η βασιλομήτωρ επέστρεψε για να προστατέψει τον γιο της. Στη Γρανάδα πολέμησαν τέσσερα στρατεύματα από την Αρχόνα αλλά συνετρίβησαν ολοκληρωτικά από τους Μουσουλμάνους και λεηλατήθηκαν, ο Ερρίκος της Καστίλης γλύτωσε την τελευταία στιγμή τη ζωή του χάρη στην επέμβαση του Αλφόνσο Πέρεζ ντε Γκουζμάν.[8] Μετά την επιστροφή του στην Καστίλη ο Ερρίκος προσπάθησε να πείσει τον στρατό να εγκαταλείψει την αποτυχημένη πολιορκία του Περέντες ντε Νάβα αλλά βρήκε αντίδραση από τη βασιλομήτωρ.

Ο Ερρίκος προειδοποίησε στα "Κορτές του Κουελλάρ" (1297) ότι η πόλη της Ταρίφα θα έπρεπε να επιστραφεί στον σουλτάνο της Γρανάδας αλλά η Μαρία της Μολίνας το αρνήθηκε. Ο Ερρίκος φρόντισε επίσης να πάρει ο ανιψιός του το κάστρο του Αλαρσόν σαν αποζημίωση για την πόλη του Έλτσε που είχε κατακτηθεί από τους Αραγωνέζους παρά την αντίθεση της βασιλομήτορος. Την προηγούμενη χρονιά (1296) η Μαρία της Μολίνας απείλησε τον Πορτογάλο μονάρχη ότι θα ακυρώσει τις συμφωνίες που έκανε μαζί του αν εξακολουθούσε ο στρατός του να κάνει επιθέσεις στην Καστίλη, ο Διονύσιος συμφώνησε να αποσύρει τα στρατεύματα του.

Συμφωνία με την Πορτογαλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η "Συνθήκη του Αλκανίκες" (1297) καθόρισε τα όρια ανάμεσα στην Καστίλη και την Πορτογαλία, δέχτηκε πολλά κάστρα και πόλεις, σε αντάλλαγμα ακυρώθηκαν οι συνθήκες που είχαν γίνει με τον Αλφόνσο Β΄ της Αραγωνίας, τον Αλφόνσο δε λα Θέρδα, τον Ιωάννη της Καστίλης και τον Χουάν Νουνέζ Β΄ ντι Λάρα.[9] Με τη "Συνθήκη του Αλκανίκες" επικυρώθηκε ο διπλός γάμος ανάμεσα στον Φερδινάνδο Δ΄ και την ινφάντα Κωνσταντίνα όπως και ο γάμος ανάμεσα στον Πορτογάλο διάδοχο Αλφόνσο και στην αδελφή του Φερδινάνδου Δ΄ Βεατρίκη. Οι Πορτογάλοι σε αντάλλαγμα θα έπρεπε να φέρουν 300 ιππότες υπό την ηγεσία του Χοάο Αλφόνσο της Αλμπουκέρκης να βοηθήσουν τη Μαρία της Μολίνας στους αγώνες της με τον Ιωάννη της Καστίλης τον οποίο υποστήριζε μέχρι τότε ο βασιλιάς Διονύσιος. Ο Πορτογάλος βασιλιάς δέχτηκε μια σειρά από πόλεις στα σύνορα μεταξύ Καστίλης και Πορτογαλίας που είχε χάσει ο πατέρας του Αλφόνσος Γ΄ της Πορτογαλίας από τον Αλφόνσο τον Σοφό. Οι δυο μονάρχες συμφώνησαν επίσης να έχουν αμοιβαία υποστήριξη απέναντι σε κοινούς εχθρούς (13 Σεπτεμβρίου 1297), οι συνέπειες της συνθήκης θα διατηρηθούν πολλούς αιώνες αφού τα σύνορα των δυο βασιλείων θα τροποποιηθούν ελάχιστα. Η Συνθήκη εξασφάλιζε την Πορτογαλική υποστήριξη απέναντι στον Φερδινάνδο Δ΄ για τον θρόνο της Καστίλης και να βοηθήσει τη βασιλομήτωρ στις μάχες που έδινε με τον Ιωάννη της Βαλένθια δε Κάμπος που κατείχε τότε την περιοχή της Λεόν.

Επαφές του Ιωάννη με τους Πορτογάλους[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νόμισμα του Φερδινάνδου Δ΄ της Καστίλης. Επιγρ.: + F REX CASTELLE / ET LEGIONIS.

Η βασιλομήτωρ έστειλε στα τέλη του 1297 στη Λεόν τον Αλφόνσο Πέρεζ ντε Γκουζμάν να πολεμήσει με τον Ιωάννη της Βαλένθια που είχε τον έλεγχο στην περιοχή.[10] Στις αρχές του 1298 ο Αλφόνσος δε λα Θέρδα, ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ζουάν Νούνιες Β΄ ντι Λάρα έκοψαν πλαστά νομίσματα με μικρότερη περιεκτικότητα σε πολύτιμα μέταλλα με στόχο την κατάρρευση της οικονομίας της Καστίλης και της Λεόν. Ο Ζουάν Νούνιες Β΄ ντι Λάρα κατέκτησε μια σειρά από πόλεις όπως την Αλμαθάν. Ο Ερρίκος της Καστίλης ζήτησε στα Κορτές της Βαγιαδολίδ (1298) να πουλήσουν την Ταρίφα στους Μουσουλμάνους αλλά η Μαρία της Μολίνας ξανά το αρνήθηκε. Η βασιλομήτωρ συνάντησε τον Πορτογάλο βασιλιά στο Τόρο (1298) και του ζήτησε βοήθεια για να αντιμετωπίσει τον Ιωάννη. Ο Διονύσιος το αρνήθηκε και προχώρησε σε συμφωνία με τον Ιωάννη να κρατήσει το βασίλειο της Γαλικίας, τη Λεόν και τις περιοχές που είχε κατακτήσει όσο ζούσε και μετά τον θάνατο του θα περνούσαν στον Φερδινάνδο Δ΄. Η βασιλομήτωρ που δεν ήθελε με κανένα τρόπο την ενίσχυση του Ιωάννη της Βαλένθια δωροδόκησε τον Ερρίκο της Καστίλης με πόλεις όπως η Έθιχα και η Μεδεγίν και έπεισε τους αντιπροσώπους των Κορτές να ακυρώσουν τις προτάσεις του Πορτογάλου μονάρχη. Η βασιλομήτωρ μετά από την συνάντηση της με τον Πορτογάλο μονάρχη έστειλε τον επτάχρονο γιο της Ινφάντη Φίλιππο στη Γαλικία για να ενισχύσει την εξουσία της στην περιοχή που επιχειρούσαν να διαλύσουν ο Ζουάο Αφόνσο της Αλμπουκέρκης και ο Φερνάντο Ροντρίγκεζ ντι Κάστρο.

Πόλεμοι με την Αραγωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βασιλομήρωρ μετά τη σύγκλιση των "Κορτές της Βαγιαδολίδ" τον Απρίλιο του 1299 ανέκτησε μερικά κάστρα όπως του Μονθόν, ο Ζουάν Αλφόνσο ντι Χάρο Ηγεμόνας του Κάμερος συνέλαβε τον οπαδό του Αλφόνσου δε λα Θέρδα, τον Χουάν Νούνιεθ Β΄ δε Λάρα. Η Μαρία της Μολίνας έστειλε στρατό να υπερασπιστεί τη Λόρκα που πολιορκούσε ο βασιλιάς της Αραγωνίας. Ο Ζουάν Αλφόνσο ντι Χάρο ελευθερώθηκε με όρους να παντρευτεί η αδελφή του Χουάνα Νουνιέ ντι Λάρα τον Ερρίκο της Καστίλης, να δώσει όρκο υποτέλειας στον Φερδινάνδο Δ΄, να του ορκιστεί ότι δεν θα επαναστατήσει ξανά εναντίον του και να του επιστρέψει τις πόλεις που είχε κατακτήσει. Τον Μάρτιο του 1300 η βασιλομήτωρ συναντήθηκε με τον Διονύσιο της Πορτογαλίας, της ζήτησε να συγκεντρώσει χρήματα να πληρώσει στον πάπα τις υποσχέσεις του για να επιτρέψει τους γάμους των παιδιών τους. Στα "Κορτές του Βαγιαδολίδ" (1300) η βασιλομήτωρ συγκέντρωσε το απαιτούμενο ποσό με το οποίο ο Πάπας Βονιφάτιος Η΄ νομιμοποίησε τον γάμο της με τον Σάντσο Δ΄ της Καστίλης.

Ο Ιωάννης της Βαλένθια ανήγγειλε στα Κορτές (1300) τις διεκδικήσεις του για τον θρόνο παρά το ότι είχε ορκιστεί πίστη στον Φερδινάνδο Δ΄ και τους απογόνους του (26 Ιουνίου 1300). Δέχτηκε σε αντάλλαγμα την ηγεμονία του Μπισκάγια και πολλές άλλες πόλεις.[11] Αμέσως μετά η βασιλομήτωρ, ο Ερρίκος, ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο πολιόρκησαν την Αλμαθάν αλλά έλυσαν την πολιορκία χάρη σε διαφωνία του Ερρίκου.[12] Ο Ιάκωβος Β΄ της Αραγωνίας πολιόρκησε τη Λόρκα (1301) η οποία ανήκε στον Ιωάννη Εμμανουήλ της Βιγιένα και παραδόθηκε στον Αραγωνέζο μονάρχη, η βασιλομήτωρ πολιόρκησε την Αλκαλά ντε Ενάρες, τη Μουλά και στη συνέχεια τη Μούρθια που βρισκόταν ο Ιάκωβος Β΄. Ο μονάρχης της Αραγωνίας κινδύνευσε άμεσα από τα στρατεύματα της Καστίλης αλλά ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ερρίκος της Καστίλης που είχαν καλές σχέσεις μαζί του και δεν ήθελαν τη συντριβή του τον ειδοποίησαν. Η Μαρία της Μολίνας ζήτησε από τα "Κορτές του Μπούργκος" (1301) χρηματοδότηση για τους πολέμους της με τα βασίλεια της Αραγωνίας και της Γρανάδας, τον Αλφόνσο δε λα Θέρδα και τον γάμο του γιου της. Συγκέντρωσε 10.000 ασημένια μάρκα και τα έστειλε στον πάπα παρά την πείνα που θέριζε το βασίλειο της, τα Κορτές της Ζαμόρα την επόμενη χρονιά (1301) επιβεβαίωσαν τις αποφάσεις.

Προσωπική βασιλεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αντιδράσεις για τη νομιμοποίηση του πάπα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μαρία της Μολίνα παρουσιάζει τον γιο της Φερδινάνδο Δ΄ στα "Κορτές της Βαγιαδολίδ" (1295), έργο του Αντόνιο Γκίσμπερτ (1863).

Τα Κορτές του Μπούργκος που συνεκλήθησαν τον Νοέμβριο του 1301 παρουσίασαν τη βούλα του πάπα Βονιφάτιου Η΄ που νομιμοποιούσε τον γάμο του Σάντσο Δ΄ με τη Μαρία της Μολίνας. Ο Φερδινάνδος Δ΄ έγινε νόμιμος διάδοχος, είχε φτάσει στην ενηλικίωση και στέφθηκε επίσημα βασιλιάς (6 Δεκεμβρίου 1301).[13] Με τη νομιμοποίηση του βασιλιά ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Αλφόνσος δε λα Θέρδα έχασαν το ισχυρότερο πλεονέκτημα για τη διαδοχή, την ίδια εποχή ο πάπας έδωσε την άδεια στον νεαρό βασιλιά να παντρευτεί την Κωνσταντία της Πορτογαλίας. Ο Ερρίκος της Καστίλης ενοχλήθηκε έντονα με τη νομιμοποίηση του Φερδινάνδου Δ΄, συμμάχησε με τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντε Λάρα με στόχο να ανατρέψουν τον νεαρό βασιλιά και τη μητέρα του. Σύντομα συμμάχησε μαζί τους και ο Ιωάννης της Βαλένθια που διεκδικούσε την ηγεμονία της Μπισκάγια χάρη στα δικαιώματα της συζύγου του Μαρίας Α΄ Ντιάζ ντε Χάρο. Την εποχή που η βασιλομήτωρ βρισκόταν στη Βιτόρια-Γκαστέις (1301) η αριστοκρατία της Καστίλης επαναστάτησε, υποστήριξε τον Ιάκωβο Β΄ της Αραγωνίας και του δήλωσε ότι θα τον υποστηρίξει να κερδίσει το βασίλειο της Μούρθιας. Ο Ερρίκος της Καστίλης συμμάχησε με τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο και ζήτησε από τον βασιλιά πόλεις όπως την Ατιένθα που του είχε δώσει δώρο σαν αποζημίωση για να παραιτηθεί από κηδεμόνας του.

Ο Φερδινάνδος Δ΄ παντρεύτηκε στη Βαγιαδολίδ την Κωνσταντία κόρη του Διονυσίου της Πορτογαλίας (23 Ιανουαρίου 1302), τα "Κορτές της Μεδίνα δελ Κάνπο" συνεκλήθησαν τον Μάιο του 1302, ο νεαρός βασιλιάς έστειλε αντιπρόσωπο. Ο Ερρίκος, ο Ιωάννης της Καστίλης και ο Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντε Λάρα προσπάθησαν να εκθρονίσουν τον νεαρό βασιλιά και τη μητέρα του με την κατηγορία ότι η Μαρία πούλησε τα κοσμήματα της συζύγου του Σάντσο Δ΄ αλλά η κατηγορία αποδείχτηκε ψευδής. Οι ίδιοι κατηγόρησαν τη βασιλομήτωρ ότι έκανε κατάσχεση το χρηματικό ποσό που της είχε παραχωρήσει το Συμβούλιο του Στέμματος αλλά και αυτή η κατηγορία αποδείχτηκε ψευδής από τον Νούνο, ηγούμενο του Σανταντέρ και Καγκελάριο. Την ίδια εποχή πέθανε ο Εμίρης της Γρανάδας Μωάμεθ Β΄, ο γιος και διάδοχος του Μωάμεθ Γ΄ έκανε επίθεση στα βασίλεια της Καστίλης και της Λεόν. Ο Φερδινάνδος Δ΄ και η μητέρα του βρέθηκαν τον Ιούλιο του 1302 στα "Κορτές του Μπούργκος" με στόχο να συμφιλιωθούν με τον Ερρίκο της Καστίλης. Ο νεαρός βασιλιάς υπό την επίδραση του Εβραίου συμβούλου του ήθελε να απαλλαγεί από την παρουσία του Ιωάννη και του Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντε Λάρα στα Κορτές. Μετά την ολοκλήρωση τους ο Φερδινάνδος Δ΄ πήγε στην Παλένθια για να παραβρεθεί στους γάμους του Αλφόνσου της Βαλένθια δε Κάμπος γιου του Ιωάννη με την Τερέζα Νούνιε ντε Λάρα, την αδελφή του Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα.

Σύγκρουση με τον Ερρίκο της Καστίλης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια εποχή ξέσπασε εμφύλιος, από τη μια πλευρά ο Ερρίκος της Καστίλης, η βασιλομήτωρ και ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο από την άλλη ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα. Ο Ερρίκος της Καστίλης απείλησε με πόλεμο τον Φερδινάνδο Δ΄ και τη μητέρα του αν υποκύψουν στα αιτήματα τους, ο λαός της Καστίλης από την άλλη άρχισε να δυσφορεί έντονα με τον βασιλιά που ήταν όργανο της μητέρας του. Τους τελευταίους μήνες του 1302 δυσαρεστημένα μέλη της αριστοκρατίας ενώθηκαν με τον Ιωάννη δε λα Θέρδα και τον Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα. Στις αρχές του 1303 ο Φερδινάνδος Δ΄ αποφάσισε να συναντηθεί με τον Πορτογάλο βασιλιά Διονύσιο με στόχο να του κάνει παραχωρήσεις και να τον βοηθήσει. Οι σύμμαχοι του δεν ήρθαν μαζί του, η μητέρα του προσποιήθηκε ότι ήθελε να παρακολουθήσει τον Ερρίκο επειδή οι σχέσεις του με τον βασιλιά ήταν τεταμένες λόγω των φιλικότερων σχέσεων με τον Ιωάννη της Βαλένθια. Η συνάντηση των δυο βασιλέων έγινε τον Μάιο του 1303 στην Μπαδαχόθ αλλά ο Φερδινάνδος Δ΄ απογοητεύτηκε με τις προσφορές του Πορτογάλου βασιλιά.

Την εποχή που βρισκόταν ο βασιλιάς στην Μπαδαχόθ ο Ερρίκος της Καστίλης, ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο και ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα συμφώνησαν να συναντηθούν με τον βασιλιά της Αραγωνίας, η συνάντηση έγινε στην Αρίζα. Ο Ερρίκος της Καστίλης επικοινώνησε με τη Μαρία της Μολίνας και της εξήγησε τα σχέδια του με στόχο να συμμαχήσουν. Τα σχέδια του ήταν να παντρευτεί η αδελφή του βασιλιά Ισαβέλλα που είχε χωρίσει τον Ιάκωβο Β΄ της Αραγωνίας με τον Αλφόνσο δε λα Θέρδα και να γίνει βασιλιάς της Λεόν. Ο αδελφός του βασιλιά Πέτρος του Καμέρος θα γινόταν βασιλιάς της Καστίλης με τον γάμο του με την κόρη του βασιλιά της Αραγωνίας. Ο Ερρίκος τόνισε ότι με τα σχέδια αυτά θα επέλθει οριστικά ειρήνη στο βασίλειο χωρίς να έχουν εξουσίες ο Ιωάννης της Βαλένθιας και ο Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα. Τα σχέδια επέβαλαν άμεσα τη διάλυση του βασιλείου της Καστίλης και την παραίτηση του Φερδινάνδου Δ΄, η βασιλομήτωρ το αρνήθηκε κατηγορηματικά. Ο Ερρίκος επέμεινε και η Μαρία του θύμισε τόσο τους όρκους που έχει πάρει να υποστηρίξει τον νέο βασιλιά όσο και τα δώρα που τον έχει προικίσει.

Θάνατος του Ερρίκου της Καστίλης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ερρίκος σε λίγο αρρώστησε και η βασιλομήτωρ φοβήθηκε ότι η περιουσία του θα περάσει στον Ιωάννη Εμμανουήλ της Βιγιένα τον παρακάλεσε να την παραχωρήσει στο στέμμα, εκείνος το αρνήθηκε λόγω του μίσους του στον Φερδινάνδο. Τα "Χρονικά του Φερδινάνδου Δ΄" αναφέρουν ότι ο Ιωάννης Εμμανουήλ πήγε και βρήκε τον ηλικιωμένο θείο του Ιωάννη αμίλητο και ετοιμοθάνατο, πήρε όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που του ανήκαν και έφυγε για την Πεναφιέλ.[14] Η Μαρία της Μολίνας διέταξε όλα τα κάστρα που ανήκαν στον Ερρίκο να παραδοθούν όταν πεθάνει στον βασιλιά, ο Ερρίκος πέθανε στις 8 Αυγούστου 1303 και τάφηκε στο μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου του Βαγιαδολίδ. Ο υπήκοοι τον θρήνησαν ελάχιστα ενώ η βασιλομήτωρ διέταξε όλους τους ευγενείς και τους ιερείς να παραστούν στην τελετή της κηδείας του. Ο Φερδινάνδος Δ΄ έκλεισε ειρήνη με τον εμίρη Μωάμεθ Γ΄ της Γρανάδας, ο εμίρης σύμφωνα με τους όρους θα γινόταν υποτελής του. Όταν έμαθε ο βασιλιάς τον θάνατο του Ερρίκου έδωσε το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας του στον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα, στη μητέρα του έδωσε πίσω την Έθιχα. Τον Νοέμβριο του 1303 η Μαρία της Μολίνας έδωσε συμβουλές στον γιο της να συμφιλιώσει τον Ιωάννη της Βαλένθια και τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο για τις διεκδικήσεις τους ηγεμονία του Μπισκάγια, οι σχέσεις του Φερδινάνδου Δ΄ με τη μητέρα του αποκαταστάθηκαν πλήρως.

Το ζήτημα της Μπισκάγια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανδριάντας του Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο.

Τον Ιανουάριο του 1304 ο Ιωάννης της Βαλένθια ζήτησε ξανά την Μπισκάγια χάρη στα δικαιώματα της συζύγου του με την υποστήριξη του Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα αλλά ο βασιλιάς το αρνήθηκε. Ο Φερδινάνδος Δ΄ πρότεινε να παραδώσει ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο στη Μαρία Α΄ Ντιάζ ντι Χάρο μια σειρά από πόλεις όπως η Σάντα Ολάγια, η Ισκάρ, η Κουελλάρ, η Κόρδοβα και η Μούρθια, ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο θα διατηρούσε την Μπισκάγια, την Ορντούνα, τη Βαλμασέντα και την Ντουράνγκο. Ο Ιωάννης της Βαλένθιας δέχθηκε την προσφορά του Φερδινάνδου αλλά αρνήθηκε ο ίδιος ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο, αντέδρασε έντονα και απείλησε τον βασιλιά με επανάσταση. Ο Φερδινάνδος Δ΄ ζήτησε από τη μητέρα του να συμφιλιωθεί με τον Ζουάν Νουνιές Β΄ ντι Λάρα και προχώρησε στην υπογραφή της "Συνθήκης του Τορρέλλας" (1304).

Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο δεν συμμετείχε, ήταν έντονα δυσαρεστημένος που ο Φερδινάνδος υποσχέθηκε στον Ιωάννη την Μπισκάγια και του παραχώρησε τη Λα Ριόχα αν και ο ίδιος ολοκλήρωσε όλες τις διαπραγματεύσεις με τον βασιλιά της Αραγωνίας. Ο Ιωάννης της Βαλένθια ξεκίνησε τον Απρίλιο του 1304 διαπραγματεύσεις με το Βασίλειο της Αραγωνίας δεσμεύοντας τον Φερδινάνδο Δ΄ να δεχτεί τις συμφωνίες που θα κάνουν η Αραγωνία και η Πορτογαλία για τις απαιτήσεις του γιου του Αλφόνσου δε λα Θέρδα. Ο Φερδινάνδος Δ΄ έκανε κατάσχεση στα εδάφη του Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο και του Ζουάν Αλφόνσο ντε Χάρο, λόρδου του Κάμερος αλλά οι δυο ευγενείς δεν προχώρησαν σε επανάσταση εναντίον του βασιλιά. Ο αδελφός του βασιλιά Ινφάντης Φίλιππος ηττήθηκε από τον γαμπρό του Φερνάντο Ροντρίγκεζ ντι Κάστρο που είχε παντρευτεί την ετεροθαλή αδελφή του Γιολάντα νόθη κόρη του Σάντσο Δ΄ και έπεσε στη μάχη.[15]

Συμφωνία με την Αραγωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σημαντικότερο γεγονός του Φερδινάνδου Δ΄ όταν ενηλικιώθηκε ήταν η υπογραφή της "Συνθήκης του Τορρέλλας" με τον Ιάκωβο Β΄ της Αραγωνίας (1304) που καθόριζε τα σύνορα και τερμάτιζε τις διεκδικήσεις του Αλφόνσου δε λα Θέρδα. Ο Διονύσιος της Πορτογαλίας, ο αρχιεπίσκοπος της Σαραγόσα και ο Ιωάννης της Καστίλης δημοσιοποίησαν τη Συνθήκη του Τορρέλλας (8 Αυγούστου 1304) με στόχο να λύσει τις διαφορές ανάμεσα στα βασίλεια της Καστίλης και της Αραγωνίας σχετικά με την κατοχή του βασιλείου της Μούρθιας. Ο εμίρης της Γρανάδας Μωάμεθ Γ΄ συμμετείχε στη συμφωνία ύστερα από απαίτηση του Φερδινάνδου Δ΄ αφού ήταν υποτελής του και τα έσοδα από τους φόρους αποτελούσαν σημαντική πηγή για την Καστίλης γι'αυτό οι βασιλείς της Αραγωνίας και της Πορτογαλίας προσπάθησαν να έχουν καλές σχέσεις μαζί του.[16]

Με τους όρους της συνθήκης το βασίλειο της Μούρθιας μοιράστηκε ανάμεσα στα βασίλεια της Καστίλης και της Αραγωνίας, τα νότια σύνορα της Αραγωνίας τοποθετήθηκαν στον ποταμό Σεγούρα. Οι πόλεις Αλικάντε, Έλτσε, Οριουέλα, Έλδα, Αβανίγια και Πετρέλ περιήλθαν στην κατοχή της Αραγωνίας, η Καστίλη κράτησε τη Μούρθια, την Αλάμα, τη Λόρκα και τη Μολίνα ντε Σεγούρα. Οι κάτοικοι που η περιοχή τους αλλάξει χέρια θα μπορούν να μετακομίσουν στο βασίλειο της αρεσκείας τους, οι δυο μονάρχες συμφώνησαν να υποστηρίξουν ο ένας τον άλλον απέναντι στη Γαλλία και τον πάπα και την απελευθέρωση των αιχμαλώτων. Ο Χουάν Εμμανουήλ θα συνέχιζε να έχει στην κατοχή του τη Βιγιένα αλλά υπό την υψηλή κυριαρχία της Αραγωνίας.

Συμφωνία με τον Αλφόνσο δε λα Θέρδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι βασιλείς της Πορτογαλίας και της Αραγωνίας εκφώνησαν παρουσία του Ιωάννη της Βαλένθια τα αιτήματα του Αλφόνσου δε λα Θέρδα (8 Αυγούστου 1304) που τον υποστήριζε ο Ιάκωβος Β΄ της Αραγωνίας. Ο Αλφόνσος παραιτήθηκε από όλα τα δικαιώματα του στον θρόνο της Καστίλης, σε αντάλλαγμα του παραχωρήθηκε μια μεγάλη σειρά από πόλεις και κάστρα. Ο Φερδινάνδος Δ΄ δήλωσε επίσης ότι το ετήσιο εισόδημα του ξαδέλφου του θα έπρεπε να είναι 400.000 μαραβέδια, σε περίπτωση που δεν έφτανε από τις πόλεις που πήρε θα του παραχωρούσε και άλλες μέχρι να φτάσει το εισόδημα το συγκεκριμένο ποσό. Ο Αλφόνσο δε λα Θέρδα εκτός από την παραίτηση από όλα τα δικαιώματα του στον θρόνο δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει τους βασιλικούς τίτλους, τη βασιλική σφραγίδα και έπρεπε να επιστρέψει στον βασιλιά μια σειρά από πόλεις όπως η Αλμαθάν, η Σόρια, η Αλκαλά ντε Ενάρες και η Αλμενάρα. Ο Αλφόνσος ωστόσο παραβίασε γρήγορα τη "Συνθήκη του Τορρέλλας" και χρησιμοποίησε τα βασιλικά σύμβολα σε αντίθεση με αυτά που υπέγραψε. Τα δικαιώματα στον θρόνο του Αλφόνσο δε λα Θέρδα επανήλθαν ξανά με τον γιο και διάδοχο του Φερδινάνδου Α΄ Αλφόνσο ΙΑ΄ αλλά τελικά ο Αλφόνσος δε λα Θέρδα αναγκάστηκε να δώσει όρκο υποτέλειας στον βασιλιά.[17]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ ζήτησε από όλους τους ευγενείς και τα στρατιωτικά τάγματα, τους Ναΐτες Ιππότες και τους Ιωαννίτες Ιππότες να τηρήσουν κατά γράμμα τους όρους της "Συνθήκης της Τορρέλλας". Τον χειμώνα του 1305 πήγε στην Γκουανταλαχάρα και συνάντησε τον ξάδελφο του Φερδινάνδο δε λα Θέρδα μικρότερο αδελφό του Αλφόνσου δε λα Θέρδα που του έδωσε όρκο υποτέλειας και του δήλωσε ότι θα παραμείνει πιστός στις υπογραφές και τα δώρα που πήρε. Τον Ιανουάριο του 1305 ο νεαρός βασιλιάς ενώ βρισκόταν ακόμα στην Γκουανταλαχάρα ζήτησαν από τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο να παραδώσει στην ανιψιά του Μαρία Α΄ Ντιάζ ντι Χάρο την ηγεμονία της Μπισκάγια αλλά εκείνπς το αρνήθηκε.

Η Συνθήκη του Έλτσε[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κάστρο του Αλανσόν στην Κουένκα στο οποίο υπεγράφη η Συνθήκη του Έλτσε.

Το πρόβλημα της διανομής της Μούρθιας αποφάσισε να το συζητήσει με τον βασιλιά της Αραγωνίας σε συνάντηση στο μοναστήρι της Σάντα Μαρία ντε Χουέρτα που βρισκόταν στην επαρχία της Σόρια. Η συνάντηση έγινε παρουσία των μεγαλύτερων ευγενών της Καστίλης, ανάμεσα τους η αδελφή του βασιλιά Γιολάντα και ο σύζυγος της διάδοχος του Πορτογαλικού θρόνου Αλφόνσος. Η Γιολάντα παραχώρησε την Έλντα και την Νοβέλντα και δέχτηκε σαν αντάλλαγμα από τον Φερδινάνδο Δ΄ την Αρόγιο ντελ Πουέρο και τη Μεδεγίν. Ο Ιωάννης Εμμανουήλ παρέδωσε την Έλτσε και πήρε σαν αντάλλαγμα τη διοίκηση της Αλανσόν (25 Μαρτίου 1305). Ο Ιάκωβος Β΄ αρνήθηκε παρά την επιμονή του Φερδινάνδου Δ΄ να δώσει την ηγεμονία του Αλμπαρρακίν στον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα, δυσπιστούσε πολύ μαζί του λόγω των καλών σχέσεων που είχε με τον Ιωάννη της Βαλένθια. Οι δυο βασιλείς συμφώνησαν ωστόσο να δώσουν εξουσίες στον Καγκελάριο Ντιέγκο Γκαρσία ντι Τολέδο και στον Αραγωνέζο βασιλικό σύμβουλο Γκονζάλο Γκαρσία για να κυβερνηθεί η Μούρθια σύμφωνα με τους όρους της "Συνθήκης της Τορρέλλας".

Οι δυο μονάρχες υπέγραψαν τη "Συνθήκη του Έλτσε" (19 Μαίου 1305) που καθόριζε τα τελικά σύνορα ανάμεσα στην Αραγωνία και την Καστίλη και τη διανομή της Μούρθιας κατά μήκος ξανά του ποταμού Σεγούρα. Οι αλλαγές ήταν μικρές, η πόλη της Καρταχένα που βρισκόταν στη νότια πλευρά του ποταμού πέρασε στο Βασίλειο της Καστίλης και της Λεόν. Η διοίκηση της Καρταχένα μεταβιβάστηκε από τον Φερδινάνδο Δ΄ στον Ιωάννη Εμμανουήλ που διοικούσε και την Αλαρσόν υπό την ψηλή κυριαρχία της Καστίλης. Η διανομή του βασιλείου της Μούρθιας είχε περισσότερο σχέση με γεωγραφικούς παρά με τους ιστορικούς δεσμούς της περιοχής, το βόρειο τμήμα του πέρασε βασικά στην Αραγωνία και το νότιο στην Καστίλη.

Η διαδοχή της Μπισκάγια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εμφύλιος για την Μπισκάγια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σύμβολα του Οίκου του Χάρο

Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο κλήθηκε στα "Κορτές της Μεδίνα δελ Κάνπο" να απαντήσει στα αιτήματα της Μαρίας Ντιάζ ντε Χάρο για τα δικαιώματα της ίδιας και του συζύγου της Ιωάννη στην Μπισκάγια (1305) αλλά δεν εμφανίστηκε, τους αγνόησε πολλές φορές. Ο Ιωάννης διαμαρτυρήθηκε έντονα στον Φερδινάνδο και απείλησε να παρουσιάσει αποδείξεις ότι ο πατέρας του βασιλιά Σάντσο Δ΄ κατείχε την περιοχή παράνομα. Την ίδια στιγμή έφτασε στα Κορτές ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο με μια συνοδεία από 300 ιππότες, αρνήθηκε κάθε πρόταση και δήλωσε ότι ο Ιωάννης είχε δεσμευτεί με όρκο ότι έχει παραιτηθεί από την Μπισκάγια (1300). Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο εγκατέλειψε αμέσως τα Κορτές και επέστρεψε στην Μπισκάγια, οι εργασίες ολοκληρώθηκαν στα μέσα του Ιουνίου 1305. Στα μέσα της χρονιάς ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο δήλωσε ότι θα παρουσιάσει τον όρκο παραίτησης που είχε κάνει ο Ιωάννης το 1300 παρουσία του πάπα. Ο βασιλιάς πρότεινε στη Μαρία Α΄ Ντιάζ ντι Χάρο μια συμβιβαστική λύση, να της δώσει μερικές πόλεις της Μπισκάγια αλλά εκείνη το αρνήθηκε με συμβουλή του Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα παρά την αντίθετη γνώμη του συζύγου της Ιωάννη. Ο Ιωάννης της Βαλένθια έκλεισε διετή ανακωχή με τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο με ελπίδες να διακόψει το διάστημα αυτό τη συμμαχία του με τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα. Τα Χριστούγεννα του 1305 ο βασιλιάς είχε άλλη μια συνάντηση με τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο πάλι με τη συνοδεία του Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα, αρνήθηκε για άλλη μια φορά να δώσει στον Ιωάννη την Μπισκάγια.

Ο Λόπεζ Ντιάζ ντι Χάρο γιος και διάδοχος του Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο που δεν είχε καλές σχέσεις με τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα και είχε οριστεί βασιλικός μαγιοδρόμος προσπάθησε να πείσει τον πατέρα του να δεχτεί τις προτάσεις του Φερδινάνδου Δ΄. Ο άρχοντας της Μπισκάγια είχε αμέσως μετά νέα συνάντηση με τον βασιλιά ξανά με τη συνοδεία του Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα κάτι που προκάλεσε την οργή του Φερδινάνδου. Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο προσπάθησε να συμφιλιώσει τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα με τον βασιλιά αλλά ο Φερδινάνδος ήταν αμετακίνητος επειδή παραβίασε τους όρκους του. Ο Φερδινάνδος Δ΄ προσπάθησε τότε να συμμαχήσει με τη Γαλλία, έστειλε απεσταλμένους για να προτείνει γαμήλια συμμαχία με νύφη τη μεγαλύτερη αδελφή του Ισαβέλλα. Ο Ιωάννης έπεισε τον Απρίλιο του 1306 τον βασιλιά να κηρύξει τον πόλεμο στον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα με το πρόσχημα ότι καταπάτησε τους όρκους του παρά την αντίδραση της βασιλομήτωρος, ήταν πεπεισμένος ότι και ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο θα πολεμήσει στο πλευρό του. Ο Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα μετά από σύντομη πολιορκία του βασιλικού στρατού δραπέτευσε αφήνοντας μόνους τους τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο, πήγε να κηρύξει ξεχωριστά τον πόλεμο στον βασιλιά στα δικά του εδάφη.

Οι προτάσεις του βασιλιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ ύστερα από πίεση του στρατού του ζήτησε από τον Ιωάννη να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις για να κλείσει ειρήνη με τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο αφού ούτε οι δικοί του οπαδοί ήθελαν τον πόλεμο. Ο πόλεμος συνεχίστηκε ωστόσο παρά το ότι ο Ιωάννης δήλωσε ότι θα δεχόταν θετικά οποιαδήποτε πρόταση. Ο Φερδινάνδος Δ΄ με συμβουλή της μητέρας του ζήτησε από τον Αλόνσο Πέρες ντε Γκουζμάν να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τους επαναστάτες μεγιστάνες και τη συνάντηση τους. Στη συνάντηση ο βασιλιάς τους δήλωσε τις προθέσεις του να τους δώσει πολλά δώρα, σε αντάλλαγμα να του δώσουν όρκο υποταγής. Ο Ιωάννης αρνήθηκε και επέμενε ότι ήθελε την ηγεμονία της Μπισκάγια χάρη στα δικαιώματα της συζύγου του, ο Φερδινάνδος του πρότεινε να πάρει από τον αδελφό του Φίλιππο το μερίδιο του στη Γαλικία και να του το δώσει. Ο Φερδινάνδος Δ΄ που επιθυμούσε να έχει καλές σχέσεις με τον Ιωάννη έστειλε τον Αλόνσο Πέρεζ ντε Γκουζμάν και τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα να συνομιλήσουν με τον Ντιέγκο Λόπεζ ντι Χάρο που εξακολουθούσε να αρνείται επίμονα να παραχωρήσει την Μπισκάγια στον Ιωάννη και τη σύζυγο του Μαρία Α΄ Ντιάζ ντι Χάρο. Ο Ιωάννης ζήτησε από τον Ιωάννη Εμμανουήλ της Βιγιένα να τον υποστηρίξει ενώ ο βασιλιάς και η μητέρα του ζητούσαν από τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα να πείσει τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο να επιστρέψει την Μπισκάγια.

Ο βασιλιάς συναντήθηκε ξανά με τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο στο Μπούργος, του πρότεινε να κρατήσει την Μπισκάγια όσο ζούνε, στη συνέχεια να μεταβιβαστεί στην ανιψιά του Μαρία Α΄ Ντιάζ ντε Χάρο με εξαίρεση την Ορντούνα και τη Βαλμασεντα που θα περάσουν στον γιο του. Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο αρνήθηκε ξανά και ο Φερδινάνδος προσπάθησε με κάθε τρόπο να κόψει τους δεσμούς του με τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα, ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο πήγε στο πάπα. Στις αρχές του 1307 ενώ ο βασιλιάς, η μητέρα του και ο Ιωάννης βρισκόντουσαν στη Βαγιαδολίδ έμαθαν ότι ο Πάπας Κλήμης Ε΄ αναγνώρισε τον όρκο του Ιωάννη σχετικά με την παραίτηση του από την Μπισκάγια (1300). Ο Ιωάννης της Βαλένθια έκανε έφεση για να ακυρωθεί η απόφαση του πάπα που κατοχύρωνε την Μπισκάγια στον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο. Ο Φερδινάνδος Δ΄ επανέλαβε στον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο την πρόταση που του είχε κάνει την προηγούμενη χρονιά βελτιωμένη, ο γιος του θα κληρονομούσε επιπλέον τη Μιράντα και τη Βιγιάλμπα ντε Λόζα αλλά ο ηγεμόνας της Μπισκάγια αρνήθηκε ξανά.

Επίλυση της διαδοχής της Μπισκάγια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα "Κορτές της Βαγιαδολίδ" (1307) η Μαρία της Μολίνας έδειξε αποφασισμένη να λύσει οριστικά το πρόβλημα της Μπισκάγια, μίλησε με την ετεροθαλή αδελφή της Ζουάνα Αλφόνσο ντε Μολίνα που ήταν μητέρα της Μαρίας Α΄ Ντιάζ ντε Χάρο, έπεισε την κόρη της να δεχτεί την πρόταση του Φερδινάνδου Δ΄ (1307). Μετά την αποδοχή της Μαρίας η πρόταση έγινε δεκτή και από τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο και από τον Λόπε Ντιάζ ντε Χάρο σύμφωνα με τους όρους που είχαν τεθεί τον Σεπτέμβριο του 1306 και τον Φεβρουάριο του 1307. Μετά την ολοκλήρωση της συνθήκης για τη διαδοχή της Μπισκάγια ο Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα δέχτηκε την περιφρόνηση του βασιλιά και της μητέρας του και απομακρύνθηκε από τα Κορτές. Ο Φερδινάνδος Δ΄ τοποθέτησε μαγιόδρομο τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο, αυτό ενόχλησε τον Ιωάννη και έφυγε από την αυλή κάτι που εξόργισε τον βασιλιά επειδή του είχε προσφέρει μεγάλη βοήθεια στη διαδοχή της Μπισκάγια. Ακολούθησε σύντομα συνάντηση ανάμεσα στον Ιωάννη, τη σύζυγο του Μαρία Α΄ Ντιάζ ντε Χάρο, τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο και τον γιο του Λόπε Ντιάζ ντε Χάρο. Η συμφωνία του ήταν να δίνουν οι ευγενείς τις Μπισκάγια όρκο υποτέλειας στη Μαρία σαν μελλοντική τους Κυρία, οι πόλεις που θα κληρονομούσε ο Λόπε Ντιάζ ντε Χάρο θα έδιναν παρόμοια υποτέλεια στον ίδιο.

Ρεκονκίστα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η υπόθεση του Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με συμβουλές του Ιωάννη της Βαλένθια και του Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντε Χάρο ο βασιλιάς ζήτησε από τον Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα να φύγει από το βασίλειο της Καστίλης και να παραδώσει τις πόλεις που του είχε δώσει δώρο στην επαρχία της Κουένκα. Ο βασιλιάς πήγε στη Βαλένθια να συναντήσει τη μητέρα του, η Μαρία του ζήτησε να στείλει εξορία τον Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα για να έχει τον σεβασμό των ευγενών. Ο Φερδινάνδος Δ΄ πήγε κατόπιν στο Τορντεχούμος που είχε εξεγερθεί η αριστοκρατία που υποτάχθηκε στα τέλη του Οκτωβρίου 1307, αμέσως μετά ενώθηκε με τον Ιωάννη και τον γιο του Αλφόνσο δε Βαλένθια. Την περίοδο της πολιορκίας ο Φερδινάνδος Δ΄ δέχτηκε εντολή από τον πάπα Κλήμη Ε΄ να κυριεύσει τα κάστρα που κρατούσαν οι Ναΐτες και να τα κρατήσει ο ίδιος ώσπου να αποφασίσει ο πάπας σε ποιόν θα τα δώσει δώρο. Ο Ιωάννης του έκανε πρόταση να κλείσει ειρήνη με τους επαναστάτες αλλά ο Φερδινάνδος το αρνήθηκε. Ο βασιλιάς είχε μεγάλες οικονομικές δυσκολίες με τον στρατό του, έστειλε τη σύζυγο του Κωνσταντία και τη νεογέννητη κόρη τους Ελεονώρα στον πεθερό του βασιλιά της Πορτογαλίας Διονύσιο για να του εξασφαλίσει κάποιο δάνειο. Ο Ιωάννης επανήλθε στον Φερδινάνδο με νέες προτάσεις να κλείσει ειρήνη με τους επαναστάτες και να πολιορκήσει άλλη πόλη στην Ταραζόνα αλλά ο βασιλιάς που ήταν πάντοτε ύποπτος μαζί του αρνήθηκε. Η σύγκρουση που βρέθηκε ο βασιλιάς με μεγάλους ευγενείς και η ασθένεια της μητέρας του που δεν μπορούσε να τον συμβουλεύσει τον ανάγκασαν να διαπραγματευτεί μόνος του την εκδίωξη του Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα. Στις αρχές του 1308 συνθηκολόγησαν οι επαναστάτες και ο Φερδινάνδος πήγε να συναντήσει τον Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα, του επέτρεψε να κρατήσει τη Λα Ριόχα αλλά χωρίς τη συμβουλή της μητέρας του που ήταν βαριά άρρωστη τότε.

Συμφωνία με τους αντάρτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την πολιορκία των επαναστατών στο Τορντεχούμος πολλοί ευγενείς αποφάσισαν να εκθρονίσουν των βασιλιά, ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ζουάν Νούνιε Β΄ ντε Λάρα συμμάχησαν με υποψίες ότι ο βασιλιάς ήθελε τον θάνατο τους. Οι ίδιοι προτιμούσαν περισσότερο τη βασιλομήτωρ παρά τον γιο της για να παρουσιάσουν τα αιτήματα της και να δώσουν όρκο υποτέλειας. Τα αιτήματα ήταν η παραχώρηση του μεριδίου της Γαλικίας στον Ροντρίγκο Αλβάρεζ των Αστουριών, το μερίδιο της Καστίλης στον Φερνάν Ρουίζ ντε Σαλντάνα και την εξορία του Σάντσο Σάντσεθ ντε Βελάσκο, του Ντιέγκο Γκαρσία και του Φερνάν Γκομέζ ντε Τολέδο. Ο Φερδινάνδος Δ΄ έκανε όλα τα αιτήματα δεκτά. Ο αρχηγός του Τάγματος των Ναιτών ήθελε να παραδώσει τα κάστρα στη βασιλομήτωρ αλλά η ίδια αρνήθηκε χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του γιου της, ο αρχηγός του Τάγματος τα παρέδωσε στον Ινφάντη Φίλιππο με τον όρο να ενημερώσει τον αδελφό του. Στα "Κορτές του Μπούργος" ο Φερδινάνδος Δ΄ προσπάθησε να αναδιοργανώσει τη βασιλική αυλή και να περιορίσει τις εξουσίες του Ιωάννη αλλά απέτυχε, τα κάστρα των Ναιτών παραδόθηκαν τελικά στον βασιλιά.[18]

Επανάληψη της Ρεκονκίστα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ δήλωσε τον Μάρτιο του 1306 την επιθυμία του να συναντηθεί με τον Ιάκωβο Β΄ της Αραγωνίας, οι απεσταλμένοι των δυο βασιλείων προσπάθησαν πολλές φορές να τακτοποιήσουν τη συνάντηση με συνεχείς αναβολές. Οι δυο βασιλείς υπέγραψαν συνθήκη (19 Δεκεμβρίου 1308) με θέματα να επαναλάβουν τη Ρεκονκίστα και τον γάμο της μεγαλύτερης κόρης του Φερδινάνδου Δ΄ Ελεονώρας της Καστίλης με τον μεγαλύτερο γιο του Ιακώβου Β΄ Ιάκωβο. Ο Αλφόνσος δε λα Θέρδα ωστόσο δεν ικανοποιήθηκε.[19]

Ο γάμος της Ελεονώρας με τον μεγαλύτερο γιο του Ιακώβου Β΄ Ιάκωβο δεν έγινε τελικά ποτέ επειδή ο ίδιος αποφάσισε να παραιτηθεί από τα δικαιώματα του στον θρόνο για να γίνει μοναχός. Η ινφάντα Ελεονώρα παντρεύτηκε τελικά μερικά χρόνια αργότερα τον δεύτερο γιο και διάδοχο του Ιακώβου Β΄ Αλφόνσο Δ΄ της Αραγωνίας. Το δεύτερο μεγάλο θέμα της συζήτησης ήταν η παροχή 220.000 μαραβεδίων στον Αλφόνσο δε λα Θέρδα για να παραδώσει στον βασιλιά μερικές πόλεις που είχε υπό την κατοχή του. Η ιδέα του για νέο πόλεμο με το Εμιράτο της Γρανάδας έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τους οπαδούς του, είχαν τη στήριξη του σουλτάνου του Μαρόκου που βρισκόταν σε σύγκρουση με τη Γρανάδα. Ο Φερδινάνδος Δ΄ συναντήθηκε κατόπιν με τη μητέρα του στο Αλμαθάν και συμφώνησε να καθαρίσει από τους κακοποιούς ολόκληρη την περιοχή ανάμεσα στο Αλμαθάν και την Ατιένθα, τη δουλειά ανέλαβε ο αδελφός του βασιλιά ινφάντης Φίλιππος. Η Μαρία της Μολίνας έμεινε απόλυτα ικανοποιημένη με όλες τις συμφωνίες του γιου της με τον βασιλιά της Αραγωνίας.

Η Συνθήκη του Αλκαλά ντε Ενάρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ και οι απεσταλμένοι από το Βασίλειο της Αραγωνίας Μπερνάλντο ντε Σαρρία και Γκονζάλο Γκαρσία υπέγραψαν Συνθήκη στο Αλκαλά ντε Ενάρες (19 Δεκεμβρίου 1308). Ο βασιλιάς, ο ινφάντης Πέτρος, ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο, ο αρχιεπίσκοπος του Τολέδο και ο επίσκοπος της Ζαμόρα υπέγραψαν να ξεκινήσουν πόλεμο με το Εμιράτο της Γρανάδας και να μην υπογράψουν καμιά συνθήκη ειρήνης με τον σουλτάνο (24 Ιουνίου 1309). Ο Φερδινάνδος Δ΄ και ο Ιάκωβος Β΄ συμφώνησαν να συνεισφέρουν ο καθένας με δέκα γαλέρες στην εκστρατεία, τα στρατεύματα της Καστίλης θα έκαναν επίθεση στην Αλχεθίρας και το Γιβραλτάρ ενώ τα στρατεύματα της Αραγωνίας θα έκαναν επίθεση στην Αλμερία. Ο Φερδινάνδος Δ΄ υποσχέθηκε να δώσει το ένα έκτο του βασιλείου της Γρανάδας και το βασίλειο της Αλμερίας εκτός από τις πόλεις που ανήκαν στο βασίλειο της Καστίλης στον μονάρχη της Αραγωνίας. Ο Φερδινάνδος έκρινε ότι αυτή η διανομή δεν αντιστοιχούσε στο ένα έκτο του βασιλείου της Γρανάδας αφού ο αρχιεπίσκοπος του Τολέδο και ο επίσκοπος της Βαλένθια μπορούσαν να λύσουν τις διαφορές. Ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την παραχώρηση ενός μεγάλου τμήματος του βασιλείου της Γρανάδας στην Αραγωνία αλλά χωρίς αποτέλεσμα.

Οι ρήτρες στη "Συνθήκη του Αλκαλά ντε Ενάρες" είχαν σαν αποτέλεσμα μια σημαντική επέκταση του βασιλείου της Αραγωνίας σε μεγαλύτερο βαθμό από τις προηγούμενες, ο Φερδινάνδος Δ΄ έδωσε επίσης την άδεια στον Ιάκωβο Β΄ να συμμαχήσει με τον σουλτάνο του Μαρόκου εναντίον της Γρανάδας. Με την υπογραφή της Συνθήκης οι βασιλείς της Καστίλης και της Αραγωνίας έστειλαν απεσταλμένους στην Αβινιόν για να ζητήσουν από τον πάπα την άδεια για Σταυροφορία στην Ιβηρική εναντίον των Μαυριτανών και να επιτρέψει τον γάμο ανάμεσα στην Ελεονώρα της Καστίλης και τον Ιάκωβο της Αραγωνίας. Ο πάπας Κλήμης Ε΄ νομιμοποίησε με τη βούλα του τη Σταυροφορία (24 Απριλίου 1309) και χορήγησε στον Ιάκωβο Β΄ τα δέκατα που χρειαζόταν για να κατακτήσει την Κορσική και τη Σαρδηνία.

Εκστρατεία στην Γρανάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ με ολόκληρη την οικογένεια και τους ευγενείς του ζήτησε την άδεια από τα "Κορτές της Μαδρίτης" να προχωρήσει σε εκστρατεία απέναντι στο εμιράτο της Γρανάδας, τα Κορτές επικύρωσαν όλες τις επιθυμίες του. Πολλοί ευγενείς ανάμεσα στους οποίους βρισκόταν ο Ιωάννης της Βαλένθια και ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα δεν συμφώνησαν να καταλάβει ο βασιλιάς την Αλχεθίρας και προτίμησαν να λεηλατήσει τον κάμπο της Γρανάδας. Ο Ιωάννης ενοχλήθηκε με την άρνηση του βασιλιά να του παραδώσει την Πονφερράντα και ο Ιωάννης Εμμανουήλ φοβόταν για τη Μούρθια αλλά τα στρατεύματα τους συμμετείχαν στην πολιορκία της Αλχεθίρας. Ο αρχηγός του Τάγματος του Καλατράβα έκανε την ίδια εποχή επιδρομή στα σύνορα και ο επίσκοπος της Καρταχένα κυρίευσε την πόλη και το κάστρο του Λουμπρίν (13 Μαρτίου 1309), την πόλη του έδωσε δώρο ο Φερδινάνδος Δ΄. Όταν ολοκληρώθηκαν τα "Κορτές της Μαδρίτης" ο βασιλιάς πήγε στη Μαδρίτη και περίμενε τον στρατό του ενώ άφησε το βασίλειο και τη σφραγίδα στη μητέρα του. Στην εκστρατεία που ακολούθησε συμμετείχαν όλοι οι ευγενείς της Καστίλης, ο πεθερός του Διονύσιος της Πορτογαλίας του έδωσε 700 ιππότες και ο Ιάκωβος Β΄ της Αραγωνίας του έστειλε δέκα γαλέρες. Ο πάπας Κλήμης Ε΄ με διάταγμα (29 Απριλίου 1309) του χορήγησε όλα τα εκκλησιαστικά έσοδα του βασιλείου για τρία χρόνια με τον όρο να συνεχίσει τον πόλεμο εναντίον της Γρανάδας.

Η κατάκτηση του Γιβραλτάρ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βράχος του Γιβραλτάρ που κατέκτησε ο Φερδινάνδος Δ΄.

Ο Φερδινάνδος Δ΄ μετέβη από το Τολέδο στην Κόρδοβα όπου οι απεσταλμένοι του Ιακώβου Β΄ της Αραγωνίας του ζήτησαν να ξεκινήσει την πολιορκία της Αλμερίας. Πολλοί ευγενείς όπως ο αδελφός του Ινφάντης Πέτρος, ο Ιωάννης της Βαλένθια, ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα και ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο του ζήτησαν να διακόψει την πολιορκία της Αλχεθίρας και να λεηλατήσει τις μουσουλμανικές δυνάμεις στην πεδιάδα της Γρανάδας. Ο βασιλιάς επέμενε ωστόσο στην πολιορκία της Αλχεθίρας και επικράτησε η γνώμη του, έφτασε στις αρχές του Ιουλίου του 1309 στη Σεβίλλη.[20] Οι εξοπλισμοί του στρατού του μεταφέρθηκαν μέσω του ποταμού Γουαδαλκιβίρ από τη Σεβίλλη στην Αλχεθίρας. Τμήμα του στρατού της Καστίλης έφτασε έξω από τα τείχη της Αλχεθίρας (27 Ιουλίου 1309), σε τρεις μέρες ήρθε και ο βασιλιάς με τον Ιωάννη της Βαλένθια (30 Ιουλίου 1309). Ο Ιάκωβος Β΄ της Αραγωνίας ξεκίνησε την πολιορκία της Αλμερίας (15 Αυγούστου 1309), σε λίγες μέρες ο Φερδινάνδος Δ΄ έστειλε τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα και τον Αλόνσο Πέρεζ ντε Γκουζμάν να πολιορκήσουν το Γιβραλτάρ που παραδόθηκε ύστερα από σύντομη πολιορκία (12 Σεπτεμβρίου 1309).

Η πολιορκία της Αλμερίας κράτησε μέχρι τις 26 Ιανουαρίου 1310. Ο Ιωάννης της Βαλένθια, ο γιος του Αλφόνσο, ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα και ο Φερνάν Ρουί ντε Σαλντάνα εγκατέλειψαν το χριστιανικό στρατόπεδο στα μέσα του Οκτωβρίου 1309 λόγω χρηματικών οφειλών του Φερδινάνδου στους στρατιώτες τους. Η συμπεριφορά του Φερδινάνδου έφερε οργή στις Ευρωπαϊκές αυλές και ο Ιάκωβος Β΄ της Αραγωνίας διέκοψε την πολιορκία της Αλχεθίρας αλλά ο Φερδινάνδος τη συνέχισε με τον αδελφό του Πέτρο, τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα και τον Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο.[20]

Η λήξη της πολιορκίας της Αλχεθίρας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι μεγάλες ελλείψεις και η φτώχεια στο χριστιανικό στρατόπεδο ανάγκασαν τον Φερδινάνδο Δ΄ να πουλήσει τα κοσμήματα της συζύγου του Κωνσταντίας για να πληρώσει τους στρατιώτες του, σε λίγο έφτασαν ενισχύσεις από τον αδελφό του Φίλιππο και τον επίσκοπο του Σαντιάγκο ντε Κομποστέλα με 400 ιππότες. Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο αρρώστησε βαριά στα τέλη του 1309 λόγω μιας επιδημίας που θέρισε το χριστιανικό στρατόπεδο στην οποία βρήκε τον θάνατο ο Αλόνσο Πέρεζ ντε Γκουζμάν την εποχή που τους εγκατέλειψε ο Ιωάννης. Ο βασιλιάς συνέχιζε όμως παρά τις δυσκολίες την πολιορκία της Αλχεθίρας μέχρι που αναγκάστηκε να την εγκαταλείψει όταν βεβαιώθηκε ότι ήταν αδύνατο να την κυριεύσει.

Ο Φερδινάνδος Δ΄ αποφάσισε τον Ιανουάριο του 1310 να συνθηκολογήσει με τους Γραναδέζους, μια μουσουλμανική αποστολή ήρθε στο χριστιανικό στρατόπεδο και πρόσφερε τις πόλεις Κεσάδα και Μπέντμαρ και 5.000 χρυσά νομίσματα. Ο Φερδινάνδος αποφάσισε στα τέλη του Ιανουαρίου να εγκαταλείψει οριστικά την πολιορκία της Αλχεθίρας. Ο Ντιέγκο Λόπεζ Ε΄ ντι Χάρο και η ανιψιά του Μαρία Α΄ Ντιάζ ντι Χάρο κληρονόμησε την Μπισκάγια όπως είχαν συμφωνήσει, ο Ιωάννης της Βαλένθια επέστρεψε στον βασιλιά τις πόλεις που είχε υποσχεθεί. Ο Φερδινάνδος διέταξε να διακόψουν και την πολιορκία της Αλμερίας χωρίς να κυριεύσουν την πόλη. Η εκστρατεία του 1309 αποδείχτηκε περισσότερο κερδοφόρα για το βασίλειο της Καστίλης παρά για το βασίλειο της Αραγωνίας, το μεγαλύτερο κέρδος ήταν το Γιβραλτάρ. Οι αποστασίες του Ιωάννη της Βαλένθια και του Ιωάννη Εμμανουήλ της Βιγιένα που εγκατέλειψαν το στρατόπεδο άφησαν άσχημη εντύπωση στις Ευρωπαϊκές αυλές.[21]

Τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύγκρουση με τον Ιωάννη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ολοκληρώθηκε η πολιορκία της Αλχεθίρας ο Φερδινάνδος Δ΄ έστειλε τον Ζουάν Νούνιε Β΄ ντι Λάρα στον πάπα Κλήμη Ε΄ να τον παρακαλέσει να μην ακυρώσει την απόφαση του προκατόχου του Βονιφάτιου Η΄ που νομιμοποίησε τον γάμο των γονέων του. Ο Ζουάν Νούνιε Β΄ ντι Λάρα πληροφόρησε τον πάπα για τους λόγους που ο βασιλιάς διέκοψε την πολιορκία και ζήτησε άδεια για νέα Σταυροφορία. Ο πάπας έκανε δεκτά τα αιτήματα, καταδίκασε τη συμπεριφορά του Ιωάννη της Βαλένθια και του Ιωάννη Εμμανουήλ της Βιγιένα και έστειλε επιστολές σε όλους τους επισκόπους της Καστίλης να υποστηρίξουν με όλα τα μέσα τον βασιλιά τους σε νέα Σταυροφορία. Ο Φερδινάνδος Δ΄ ξεκίνησε ξανά τον πόλεμο στη Γρανάδα, ο αδελφός του Πέτρος της Καστίλης ήρθε στη Σεβίλλη για να ενωθεί μαζί του. Ο Φερδινάνδος βρέθηκε με πρόσκληση της μητέρας του στον δεύτερο γάμο της αδελφής του Ισαβέλλας με τον Ιωάννη διάδοχο του Δουκάτου της Βρετάνης.

Στον δρόμο του για το Μπούργος ο βασιλιάς σταμάτησε στο Τολέδο, συνάντησε τον Ζουάν Νούνιε Β΄ ντι Λάρα και τον πληροφόρησε ότι είχε στόχο να θανατώσει τον Ιωάννη επειδή τον θεωρούσε επικίνδυνο για τον ίδιο και το βασίλειο. Ο Ζουάν Νούνιε Β΄ ντι Λάρα παρά το μίσος που είχε στον Ιωάννη δεν ήθελε τη θανάτωση του επειδή γνώριζε ότι θα είχε άσχημα επακόλουθα και για τον ίδιο. Τον Ιανουάριο του 1311 μετά τον γάμο της αδελφής του ο Φερδινάνδος Δ΄ πήγε στο Μπούργος και σχεδίασε τη δολοφονία του Ιωάννη με την πρόφαση ότι εγκατέλειψε τον Σταυροφορικό στρατό στην πολιορκία της Αλχεθίρας. Η Μαρία της Μολίνας πληροφόρησε τον Ιωάννη για τα σχέδια του γιου της, εκείνος δραπέτευσε επιτυχώς. Ο βασιλιάς, ο αδελφός του Πέτρος, ο Ζουάν Νούνιε Β΄ ντι Λάρα και οι στρατοί τους καταδίωξαν τον Ιωάννη και τους οπαδούς του που βρήκαν καταφύγιο στην πόλη της Σαλντάνα.

Ανακωχή χάρη της Σταυροφορίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βασιλιάς στέρησε από τον Ιωάννη της Βαλένθια τον τίτλο του Μαγιοδρόμου και έκανε κατάσχεση στα εδάφη του, την ίδια τύχη είχαν ο γιος του Αλφόνσος και ο ξάδελφος του Σάντσο της Καστίλης που τον υποστήριζε. Ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα συμφιλιώθηκε με τον βασιλιά και του ζήτησε τον τίτλο του μαγιοδρόμου. Ο Φερδινάνδος που χρειαζόταν τη βοήθεια του εναντίον του Ιωάννη της Βαλένθια πήρε τον τίτλο από τον αδελφό του Πέτρο και του τον έδωσε, ο Πέτρος αποζημιώθηκε με την πόλη του Αλμαθάν. Τον Φεβρουάριο του 1311 ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα αποστάτησε ξανά και πήγε στο Πεναφιέλ για να βρει τον Ιωάννη. Οι οπαδοί του Ιωάννη της Βαλένθια φοβήθηκαν την οργή του βασιλιά και οργάνωσαν την άμυνα τους με τη βοήθεια του Σάντσο της Καστίλης και του Ζουάν Αλφόνσο ντε Χάρο. Ο Φερδινάνδος Δ΄ που δεν ήθελε με κανέναν τρόπο ανοιχτή εξέγερση μέσα στο βασίλειο του επειδή θα ακύρωνε τα σχέδια του για νέα Σταυροφορία έστειλε τη μητέρα του να κλείσει ειρήνη.

Η βασιλομήτωρ υπό τη συνοδεία του αρχιεπισκόπου του Σαντιάγο ντε Κομποστέλα συναντήθηκε με τον Ιωάννη, οι διαπραγματεύσεις κράτησαν 15 μέρες και κατέληξαν σε συμφωνία που δυσαρέστησε έντονα τη βασίλισσα Κωνσταντία και τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντε Λάρα. Ο βασιλιάς συναντήθηκε με τον Ιωάννη και υπέγραψε όλες τις συμφωνίες της μητέρας του. Την ίδια εποχή ο Φερδινάνδος συγκέντρωσε τους επισκόπους, κατοχύρωσε τα προνόμια τους και έκανε δεκτά όλα τα αιτήματα τους (20 Μαρτίου 1311). Ο Φερδινάνδος Δ΄ αρρώστησε βαριά και μεταφέρθηκε στη Βαγιαδολίδ, αμέσως μετά ξέσπασαν συγκρούσεις ανάμεσα στον Ινφάντη Πέτρο, τον Ζουάν Νουνιές Β΄ ντι Λάρα, τον Ιωάννη της Βαλένθια και τον Ιωάννη Εμμανουήλ της Βιγιένα. Η βασίλισσα γέννησε στη Σαλαμάνκα τον μελλοντικό διάδοχο Αλφόνσο ΙΑ΄ (13 Αυγούστου 1311). Το νεογέννητο βαπτίστηκε στον παλαιό Καθεδρικό ναό της Σαλαμάνκα, ο βασιλιάς ήθελε να δώσει την κηδεμονία στη μητέρα του αλλά η σύζυγος του την έδωσε στον αδελφό του Πέτρο. Στα τέλη του 1311 αποκαλύφτηκε συνωμοσία του Ιωάννη με τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντε Λάρα και τον Λόπεζ Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα για την ανατροπή του βασιλιά και τη στέψη του αδελφού του Πέτρου, απέτυχε λόγω της άμεσης αντίδρασης της Μαρίας της Μολίνα.

Η Συνθήκη της Παλένθια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα μέσα του 1311 οι ευγενείς με πρωτοβουλία του Ιωάννη της Βαλένθια απαίτησαν από τον βασιλιά να αντικαταστήσει τους συμβούλους του με τους ίδιους. Ο μοναδικός που έμεινε πιστός στον βασιλιά ήταν ο Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα επειδή ο Φερδινάνδος Δ΄ του έδωσε στις 15 Οκτωβρίου όλο το βασιλικό θησαυροφυλάκιο και τα δικαιώματα στο Βαλντερόμο και το Ραμπρίντο. Ο Φερδινάνδος Δ΄ που δεν ήθελε με κανέναν τρόπο εμφύλιο με την οικογένεια του επειδή ήθελε να επαναλάβει τη Ρεκονκίστα, υπέγραψε τη "Συνθήκη της Παλένθια" (28 Οκτωβρίου 1311) που επικυρώθηκε στα "Κορτές της Βαγιαδολίδ" (1312). Ο βασιλιάς δέχτηκε να σεβαστεί όλα τα προνόμια των ευγενών και τους έδωσε πίσω τα εδάφη τους. Η κηδεμονία του μικρού Αλφόνσο δόθηκε στον Πέτρο που πήρε επιπλέον τη Σανταντέρ. Ο βασιλιάς παραχώρησε στον Ιωάννη την Πονφερράντα με τον όρο να μην προχωρήσει σε καμιά συμμαχία με τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα. Τον Δεκέμβριο του 1311 ο Φερδινάνδος Δ΄ συναντήθηκε για άλλη μια φορά με τον Ιάκωβο Β΄ της Αραγωνίας στο Καταλαγιώ για να γιορτάσει τον γάμο του αδελφού του Πέτρου με τη Μαρία της Αραγωνίας, κυρία του Καμέρος κόρη του Ιακώβου Β΄, σύμφωνα με μερικούς ιστορικούς ο γάμος έγινε τον Ιανουάριο του 1312.[22] Ο Φερδινάνδος παρέδωσε ταυτόχρονα τη μεγαλύτερη κόρη του στην Αραγωνέζικη αυλή για ανατροφή μέχρι να φτάσει σε ηλικία γάμου ώστε να παντρευτεί τον διάδοχο Ιάκωβο.

Τελευταίες προσπάθειες για νέα Σταυροφορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη συνάντηση του Καταλαγιώ αποφάσισαν να επαναλάβουν τον πόλεμο με το Εμιράτο της Γρανάδας αλλά τα δυο βασίλεια θα πολεμούσαν ξεχωριστά. Ο Φερδινάνδος Δ΄ ζήτησε επιπλέον από τον Ιάκωβο Β΄ να μεσολαβήσει ώστε να του παραδώσει ο πεθερός του Διονύσιος της Αραγωνίας μερικές πόλεις στα σύνορα που είχε σφετεριστεί όταν ήταν ανήλικος. Ο θάνατος του Φερδινάνδου Β΄ τον Σεπτέμβριο του 1312 έφερε διακοπή στις διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα βασίλεια της Αραγωνίας και της Πορτογαλίας. Αμέσως μετά τη συνάντηση στην Καταλαγιώ (3 Απριλίου 1312) ο ινφάντης Ιωάννης Εμμανουήλ της Βιγιένα παντρεύτηκε στη Σάτιβα με την Ινφάντη Κωνσταντία της Αραγωνίας επίσης κόρη του Ιακώβου Β΄ της Αραγωνίας.

Ο βασιλιάς συγκάλεσε τα "Κορτές της Βαγιαδολίδ" ώστε να εξασφαλίσει πόρους για τη νέα εκστρατεία στη Γρανάδα, οργάνωσε τη δικαιοσύνη και προσπάθησε να ενισχύσει τη βασιλική εξουσία απέναντι στην αριστοκρατία. Τα Κορτές κατοχύρωσαν τις διεκδικήσεις του βασιλιά με εξαίρεση τον Ζουάν Νουνιέ Β΄ ντι Λάρα που ήταν υποτελής του βασιλιά της Πορτογαλίας. Ο Φερδινάνδος Δ΄ ζήτησε από τον Εδουάρδο Β΄ της Αγγλίας κάποιο δάνειο αλλά ο Άγγλος βασιλιάς το αρνήθηκε με πρόφαση τα μεγάλα του έξοδα στον πόλεμο με τη Σκωτία. Τον Ιούλιο του 1312 ο Φερδινάνδος Δ΄ πούλησε στον πεθερό του κάστρα Ναιτών για 3.600 μάρκα για να αυξήσει τα έσοδα του. Μετά την ολοκλήρωση των Κορτές ο βασιλιάς επέστρεψε τον Απρίλιο του 1312 στη Βαγιαδολίδ, ο πρώτος του ξάδελφος Σάντσο της Καστίλης, λόρδος του Λέδεσμα πέθανε χωρίς νόμιμα παιδιά, ο βασιλιάς κινήθηκε γρήγορα και έκανε κατάσχεση στα κάστρα του.

Η εκτέλεση των αδελφών Καρβαχάλ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο "Λόφος του Μάρτος", όπου σύμφωνα με την παράδοση ο Φερδινάνδος Δ΄ γκρέμισε από την κορυφή τού λόφου τους αδελφούς Καρβαχάλ.

Ο βασιλιάς αναχώρησε από το Τολέδο (13 Ιουλίου 1312) αφήνοντας τον διάδοχο του Αλφόνσο στην Άβιλα και πήγε στη Χαέν για να βοηθήσει τον αδελφό του Πέτρο στην πολιορκία της Αλκωντέτ. Μετά τη Χαέν πήγε στη Μάρτος και διέταξε την εκτέλεση των αδελφών Καρβαχάλ με την κατηγορία ότι δολοφόνησαν κάποιον αγαπημένο ιππότη του. Τα "Χρονικά του Φερδινάνδου Δ¨ αναφέρουν ότι ο βασιλιάς έβαλε τα δυο αδέλφια σε ένα σιδερένιο κλουβί με αιχμηρά μεταλλικά αντικείμενα και έριξαν το κλουβί από την κορυφή του βράχου του Μάρτος. Τα δυο αδέλφια που ήταν αθώα λίγο πριν πεθάνουν ζήτησαν από τον θεό μέσα σε 30 μέρες να καλέσει τον Φερδινάνδο Δ΄ στο δικαστήριο του.[23]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ αναχώρησε κατόπιν για την Αλκωντέτ και περίμενε τον Ιωάννη της Βαλένθια να ξεκινήσουν την πολιορκία της πόλης, ο Ιωάννης δεν εμφανίστηκε επειδή φοβήθηκε ότι ο βασιλιάς θα τον δολοφονήσει. Ο Φερδινάνδος διέκοψε την πολιορκία στα τέλη του Αυγούστου του 1312 ίσως λόγω ασθένειας και έφυγε για τη Χαέν. Ο αδελφός του Πέτρος συνέχισε την πολιορκία, η φρουρά της πόλης παραδόθηκε ύστερα από πολιορκία τριών μηνών (5 Σεπτεμβρίου 1312) και ο Πέτρος πήγε στη συνέχεια στη Χαέν να συναντήσει τον αδελφό του. Την ημέρα του θανάτου του ο Φερδινάνδος Δ΄ συμφώνησε με τον Πέτρο να βοηθήσουν τον σουλτάνο της Γρανάδας με τον οποίο είχαν κλείσει ειρήνη εναντίον του αδελφού του που είχε επαναστατήσει.[24]

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κατάρα των αδελφών Καρβαχάλ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Φερδινάνδος Δ΄ της Καστίλης πέθανε μυστηριωδώς στη Χαέν (7 Σεπτεμβρίου 1312) όταν έληξε η κατάρα των αδελφών Καρβαχάλ γι'αυτό πήρε το προσωνύμιο "Προσκεκλημένος", ήταν 26 ετών και ο διάδοχος του Αλφόνσος ακόμα βρέφος. Τα "Χρονικά του Φερδινάνδου Δ΄" που γράφτηκαν περίπου 30 χρόνια αργότερα περιγράφουν τον θάνατο του βασιλιά στο "Κεφάλαιο 18" και τον σχετίζουν με την κατάρα των αδελφών Καρβαχάλ ως εξής :[25]

"Ο βασιλιάς έφυγε από τη Χαέν και διέταξε την θανάτωση δυο αθώων ιπποτών από το νοικοκυριό του, τους κατηγόρησε ότι όταν βρισκόταν στην Παλένθια δολοφόνησαν έναν πιστό ιππότη του. Οι ιππότες εξοργισμένοι με τον βίαιο και άδικο θάνατο τους καταράστηκαν τον βασιλιά να δικαστεί από τον θεό σε τριάντα μέρες. Την επόμενη μέρα ο βασιλιάς πήγε στην Αλκωντέτ και περίμενε τον αδελφό του να τον βοηθήσει στην πολιορκία της πόλης, εκεί προσέλαβε μια θανατηφόρα ασθένεια και έφυγε άρρωστος. Μετά την επιστροφή του στη Χαέν έτρωγε καθημερινά κρέας και έπινε κρασί μέχρι που βρέθηκε νεκρός στο κρεβάτι του την Πέμπτη της εβδόμης Σεπτεμβρίου την παραμονή της Αγίας Μαρίας χωρίς να γνωρίζει κανένας τον λόγο. Την ίδια μέρα εκπληρώθηκε η κατάρα, συμπληρώθηκαν οι τριάντα μέρες από τον θάνατο των δυο ιπποτών"

Τα "Χρονικά του Αλφόνσου ΙΑ΄" περιγράφουν τον θάνατο του Φερδινάνδου Δ΄ με τον ίδιο περίπου τρόπο.[26] Ο ιστορικός Ντιέγκο Ροντρίγκεζ ντε Αλμέλα (1472) περιγράφει τον θάνατο του βασιλιά ως εξής :[27]

"Ο βασιλιάς Φερδινάνδος Δ΄ της Καστίλης που κατέλαβε στο Γιβραλτάρ κάλεσε δυο αδελφούς ιππότες τον Πέντρο Καρβαχάλ και Ζουάν Αφόνσο Καρβαχάλ που ήταν μέλη της αυλής του και τους κατηγόρησε ότι έχει πολλές ενδείξεις σε βάρος τους για τη δολοφονία του αγαπημένου του ιππότη. Ο Φερδινάνδος ξεπερνώντας κάθε όριο αυστηρότητας τους συνέλαβε και τους έριξε από τον βράχο του Μάρτος, πριν πεθάνουν οι ιππότες που ήταν στην πραγματικότητα αθώοι ζήτησαν από τον θεό να δικάσει τον βασιλιά σε τριάντα μέρες. Μετά τη θανάτωση τους ο βασιλιάς πήγε στη Χαέν, δυο μέρες πριν πεθάνει ήταν πολύ εκνευρισμένος έτρωγε συνέχεια κρέας και έπινε κρασί, όταν συμπληρώθηκαν οι 30 μέρες ήθελε να πάει να βοηθήσει τον αδελφό του που πολιορκούσε την Αλκωντέτ. Ο Φερδινάνδος έπεσε για ύπνο και δεν ξύπνησε ποτέ, τον βρήκαν στο κρεβάτι του νεκρό. Υπάρχουν πολλές θεωρίες σχετικά με τον τρόπο που αποδίδεται η δικαιοσύνη ειδικά για το αίμα που χύνεται άδικα, αν δεν μπορούν οι άνθρωποι τιμωρός γίνεται ο θεός. Δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος να τιμωρήσει αυτόν τον βασιλιά και ανέλαβε να το κάνει ο θεός".

Θεωρίες για τον θάνατο του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του Φερδινάνδου Δ΄ στον Καθεδρικό ναό του Αγίου Ιππολύτου της Κόρδοβας.

Ο ιστορικός Μαρτίν Χιμένα Χουράδο τον 17ο αιώνα περιγράφει τον Καθεδρικό ναό Σάντα Μαρία του Μάρτος, που ήταν τα οστά των αδελφών Καρβαχάλ, οι οποίοι εκτελέστηκαν από τον βασιλιά Φερδινάνδο Δ΄ και τάφηκαν εκεί. Στο σημείο που περιγράφει τον θάνατο των δυο αδελφών, ο ιστορικός παρέχει πληροφορίες για τον θάνατο του μονάρχη:[28]

"Βλέπετε από κάτω στον τοίχο μια μικρή θολωτή αψίδα πάνω από το έδαφος: έχει μία επιγραφή, που περιγράφει τον θάνατο των δυο αδελφών Καρβαχάλ, που τους έριξε από την κορυφή του βράχου ο βασιλιάς Φερδινάνδος Δ΄ ο αποκαλούμενος Προσκεκλημένος. Οι δυο ιππότες θανατώθηκαν άδικα και ζήτησαν τη θεία δίκη για να τιμωρηθεί ο βασιλιάς. Οι δυο ιππότες θανατώθηκαν το 1310 με εντολή του βασιλιά Φερδινάνδου Δ΄, έπεσαν από την κορυφή του βράχου στο έδαφος και τάφηκαν εκεί".

Ο ιστορικός και συγγραφέας Χουάν ντε Μαριάνα περιγράφει την εκτέλεση των αδελφών Καρβαχάλ με σύγκριση μεταξύ μύθου και πραγματικότητας σχετικά με τους θρύλους, που κυκλοφορούσαν για το ζήτημα της Θείας Τιμωρίας. Ο βασιλιάς Φερδινάνδος Δ΄ κλήθηκε να δικαστεί από τον θεό για τον άδικο θάνατο που υπέβαλλε στα δυο αδέλφια, αλλά δεν είναι η μοναδική γνωστή περίπτωση θείας τιμωρίας. Μόλις δυο χρόνια αργότερα (1314) πέθαναν σε δυστυχήματα ο Πάπας Κλήμης Ε΄ και ο Φίλιππος Δ΄ της Γαλλίας από θεία τιμωρία για τον θάνατο του αρχηγού του Τάγματος των Ναιτών Ζακ ντε Μολαί την ίδια χρονιά. Ο πάπας και ο βασιλιάς είχαν κηρύξει σκληρές διώξεις στους Ναίτες και πολλοί βρήκαν μαρτυρικό θάνατο. Ο Ζακ ντε Μολαί δέθηκε σε έναν πάσσαλο και κάηκε με φωτιά, πριν ξεψυχήσει καταράστηκε τον πάπα και τον βασιλιά και ζήτησε από τον θεό να τους τιμωρήσει. Η περίπτωση του Ζακ ντε Μολαί δεν είναι επιβεβαιωμένη ιστορικά, η περίπτωση των αδελφών Καρβαχάλ είναι πλήρως επιβεβαιωμένη :[29]

"Στην πολιορκία της Αλκωντέτ, ενώ κυκλοφορούσαν στο στρατόπεδο πολλές ασθένειες, ο βασιλιάς ήταν πολύ απρόσεκτος. Επλήγη από μια θανατηφόρα ασθένεια, που τον ανάγκασε να φύγει αμέσως για τη Χαέν. Η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευε καθημερινά με ταχύτατο ρυθμό, ωστόσο ο στρατός του παρέμεινε και συνέχισε την πολιορκία των Μουσουλμάνων μέχρι την άλωση της πόλης. Η ασθένειά του είχε κόψει την όρεξη σε τέτοιο βαθμό, που δεν μπορούσε στο τέλος ούτε να φάει ούτε να πιει. Την Πέμπτη 7 Σεπτεμβρίου, ενώ ήταν χαρούμενος όταν άκουσε τα νέα για την άλωση, έφαγε κρέας και πήγε να κοιμηθεί, δεν ξύπνησε ποτέ, καθώς τον βρήκαν στο κρεβάτι του νεκρό. Πέθανε στο άνθος της ηλικίας του, μόλις 25 ετών. Κατείχε την ηγεσία του βασιλείου 17 χρόνια, 4 μήνες και 19 μέρες. Το προσωνύμιό του ήταν "Φερδινάνδος ο Προσκεκλημένος". Το σώμα του μεταφέρθηκε στην Κόρδοβα, επειδή λόγω του καύσωνα δεν μπορούσαν να το μεταφέρουν ούτε στη Σεβίλλη ούτε στο Τολέδο που ήταν οι συνηθισμένοι τόποι ταφής των μελών της βασιλικής οικογένειας. Η περίπτωσή του είναι η δημοφιλέστερη από όλες όσες σχετίζονται με την ύπαρξη της θείας τιμωρίας. Σε δύο μόλις χρόνια από το τέλος του Φερδινάνδου, καταγράφεται άλλο ένα διπλό παράδειγμα, ο βασιλιάς της Γαλλίας Φίλιππος Δ΄ ο Ωραίος και ο πάπας Κλήμης Ε΄ πέθαναν και οι δυο μαζί λίγο μετά τον μαρτυρικό θάνατο του αρχηγού του Τάγματος των Ναϊτών, Ζακ ντε Μολαί. Η ιστορία του Ζακ ντε Μολαί δεν είναι επιβεβαιωμένη ιστορικά, αλλά για τον Φερδινάνδο Δ΄ και τα δυο αδέλφια δεν υπάρχει καμιά αμφισβήτηση".

Ο ιστορικός και αρχαιολόγος Σίμων Νιέτο, σε βιβλίο του που δημοσιοποιήθηκε το 1929 σημειώνει, ότι η αιτία για τον θάνατο του Φερδινάνδου Δ΄ ήταν η στεφανιαία θρόμβωση, χωρίς να απορρίπτονται άλλοι, όπως η ενδοεγκεφαλική αιμορραγία, το οξύ πνευμονικό οίδημα, η στηθάγχη, το έμφραγμα του μυοκαρδίου, ο εμβολισμός και η ανακοπή.[30] Τον Σεπτέμβριο του 1312, αμέσως μετά τον θάνατό του, η σορός του μεταφέρθηκε στην Κόρδοβα και τάφηκε στον Καθεδρικό ναό της πόλης, που ήταν τότε τζαμί (13 Σεπτεμβρίου 1312). Ο αρχικός προορισμός να ταφεί δίπλα από τον πατέρα του Σάντσο Δ΄, του παππού του Αλφόνσο Ι΄ τον Σοφό και του προπάππου του Φερδινάνδο Γ΄, δεν πραγματοποιήθηκε.

Ταφή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν πέθανε είχε καύσωνα, η σύζυγος του Κωνσταντία και ο αδελφός του Πέτρος αποφάσισαν να το θάψουν για ασφάλεια στο μεγάλο τζαμί της Κόρδοβας. Η σύζυγος του διέταξε να κτίσουν έξι παρεκκλήσια γύρω από το τζαμί και διέταξε να γιορτάζεται η επέτειος του θανάτου του κάθε χρόνο, τέσσερα κεριά θα έκαιγαν γύρο από τον τάφο του σε καθημερινή βάση και ο ιερέας θα προσευχόταν συνεχώς για την ψυχή του.[31] Τα οστά του Φερδινάνδου και του γιου του Αλφόνσου μεταφέρθηκαν στο βασιλικό παρεκκλήσι του τζαμιού της Κόρδοβας που οικοδομήθηκε προς τιμή του (1371).

Ο Πάπας Βενέδικτος ΙΓ΄ εξέδωσε διάταγμα (1728) με το οποίο ο Καθεδρικός ναός πρώην τζαμί της Κόρδοβας θα ενωθεί με τον νεόκτιστο Καθεδρικό ναό του Αγίου Ιππολύτου της Κόρδοβας. Οι ιερείς του Αγίου Ιππολύτου έκαναν την ίδια χρονιά αίτηση να μεταφερθούν τα οστά του Φερδινάνδου Δ΄ και του Αλφόνσου ΙΑ΄ στον νέο Καθεδρικό, ο Φίλιππος Ε΄ της Ισπανίας το έκανε δεκτό. Οι εργασίες ανέγερσης του Καθεδρικού του Αγίου Ιππολύτου ξεκίνησαν το 1729 και ολοκληρώθηκαν το 1736, τη νύχτα της 8ης Αυγούστου 1736 τα οστά του Φερδινάνδου Δ΄ και του γιου του μεταφέρθηκαν στον ναό και τάφηκαν με όλες τις τιμές. Την ίδια εποχή ολόκληρη η επίπλωση που υπήρχε στον Καθεδρικό πρώην τζαμί μεταφέρθηκε στον νεόκτιστο Καθεδρικό ναό του Αγίου Ιππολύτου της Κόρδοβας.[32] Το πρώτο τμήμα στο Ιερό Βήμα του Καθεδρικού ναού του Αγίου Ιππολύτου στέγασε δυο θαλάμους, στον πρώτο θάλαμο τοποθετήθηκαν τα οστά του Φερδινάνδου Δ΄ και στον δεύτερο τα οστά του γιου του Αλφόνσου ΙΑ΄. Τα οστά των δυο βασιλέων τοποθετήθηκαν σε δυο κόκκινα μαρμάρινα βάζα που κατασκευάστηκαν το 1846, η εξαγωγή του μαρμάρου έγινε από το εξαφανισμένο μοναστήρι του Αγίου Ιερώνυμου της Κόρδοβας.[33] Οι στέγες των δυο θαλάμων περιείχαν μαξιλάρια στα οποία ήταν τοποθετημένα τα βασιλικά σύμβολα το στέμμα και τα σκήπτρα.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τη σύζυγό του Κωνσταντία της Πορτογαλίας (23 Ιανουαρίου 1302) απέκτησε:

  • Ελεονώρα 1307-1359, παντρεύτηκε σε πρώτο γάμο τον Ιάκωβο της Αραγωνίας και σε δεύτερο γάμο τον τον αδελφό του Αλφόνσο Δ΄ του Οίκου της Βαρκελώνης βασιλιά της Αραγωνίας. Δολοφονήθηκε με διαταγή του Πέτρου της Καστίλης.
  • Κωνσταντία 1308-1310, πέθανε σε βρεφική ηλικία. Η ταφή της έγινε στο μοναστήρι του Σάντο Ντομινγκο ελ Ρεάλ στη Μαδρίτη, που δεν υπάρχει σήμερα. Τα λείψανά της το 1869 μεταφέρθηκαν στην κρύπτη της εκκλησίας του Σαν Αντόνιο των Αλαμανών, στην οποία και παρέμειναν.[34]
  • Αλφόνσος ΙΑ΄ 1311-1350, βασιλιάς της Καστίλης.

Πρόγονοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. p11338.htm#i113373. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  2. González Mínguez 2004, σ. 224.
  3. González Mínguez 2004, σ. 225.
  4. Benavides 1860, p. IX, Preliminary speech.
  5. Ibáñez de Segovia Peralta y Mendoza 1777, σ. 532.
  6. Benavides 1860, σσ. 11–13.
  7. Lafuente 1861, Chapter VIII.
  8. Benavides 1860, σσ. 39–41.
  9. González Mínguez 2004, σ. 228.
  10. Benavides 1860, σ. 50.
  11. Novia de Salcedo 1851, σ. 428.
  12. Benavides 1860, σ. 75.
  13. González Mínguez 1998, σσ. 1076–1077
  14. Benavides 1860, σ. 122.
  15. Benavides 1860, σσ. 132–133.
  16. González Mínguez 2004, σ. 233.
  17. Martínez 2000, σσ. 227–228.
  18. O'Callaghan 1986, σσ. 317–319.
  19. González Mínguez 2004, σ. 236.
  20. 20,0 20,1 Benavides 1860, σσ. 220–221.
  21. González Mínguez 2004, σ. 237.
  22. González Mínguez 1995, σ. 236.
  23. Benavides 1860, σ. 242.
  24. Mata Carriazo y Arroquia 2002, σ. 159.
  25. Benavides 1860, σσ. 242–243.
  26. Cerdá y Rico 1787, σσ. 10–11.
  27. Rodríguez de Almela 1793, σσ. 230–231.
  28. Ximena Jurado 1991, σ. 202.
  29. Mariana 1855, σσ. 465–466.
  30. González Mínguez 1995, σ. 247.
  31. Salcedo Hierro 2000, σ. 310.
  32. Nieto Cumplido 2007, σ. 463.
  33. VV.AA. 1995, σ. 96.
  34. Fernández Peña 2006, σ. 894.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Benavides, Antonio (1860). Memorias de Don Fernando IV de Castilla (in Spanish) (1st ed.). Madrid: Imprenta de Don José Rodríguez.
  • Cerdá y Rico, Francisco (1787). Crónica de D. Alfonso el Onceno de este nombre (in Spanish) (2ª ed.). Madrid: Imprenta de D. Antonio de Sancha.
  • Fernández Peña, María Rosa (2006). La Iglesia española y las instituciones de caridad, 1ra. edición (in Spanish). Madrid: Ediciones escurialenses.
  • González Mínguez, César (1995). Fernando IV, 1295-1312 (in Spanish) (1ª ed.). Palencia: La Olmeda.
  • González Mínguez, César (1998). La minoria de Fernando IV de Castilla (1295-1301) (PDF). Revista da Faculdade de Letras: História (in Spanish). 15. Faculdade de Letras da Universidade do Porto.
  • González Mínguez, César (2004). Fernando IV de Castilla (1295-1312): Perfil de un reinado. Espacio, Tiempo y Forma, Serie III, H." Medieval (in Spanish). Universidad Nacional de Educación a Distancia (UNED), Facultad de Geografía e Historia.
  • Ibáñez de Segovia Peralta y Mendoza, Gaspar, Marqués de Mondejar (1777). "XVI". In Joachin Ibarra. Memorias históricas del Rei D. Alonso el Sabio i observaciones a su chronica (in Spanish). Madrid.
  • Lafuente, Modesto (1861). "VIII". Historia general de España, Volumen 3 (in Spanish). Madrid: Establecimiento tipográfico de D. Francisco de P. Mellado.
  • Mariana, Juan de (1855). Historia General de España (in Spanish) (Reedición ed.). Madrid: Imprenta y librería de Gaspar y Roig, editores.
  • Martínez, Purificación (2000). La historia como vehículo político: la figura real en la "Crónica de Alfonso XI". Espacio, tiempo y forma. Serie III, Historia medieval (in Spanish). Universidad Nacional de Educación a Distancia.
  • Mata Carriazo y Arroquia, Juan de (2002). Catalogación Universidad de Sevilla. Secretariado de Publicaciones, ed. En la frontera de Granada (in Spanish). Granada: Editorial Universidad de Granada. Campus Universitario de Cartuja.
  • Nieto Cumplido, Manuel (2007). Obra social y cultural de Cajasur, ed. La Catedral de Córdoba (in Spanish) (2ª ed.). Córdoba: Publicaciones de la Obra social y cultural de Cajasur.
  • Novia de Salcedo, Pedro (1851). Defensa histórica, legislativa y económica del señorío de Vizcaya y provincias de Álava y Guipúzcoa (in Spanish). Bilbao: Librería de Delmas e Hijo.
  • O'Callaghan Martínez, José (1986). Las Cortes de Fernando IV: cuadernos inéditos de Valladolid 1300 y Burgos 1308. Historia, instituciones, documentos (in Spanish). Sevilla: Universidad de Sevilla: Departamento de Historia Medieval y Ciencias y Técnicas Historiográficas.
  • Rodríguez de Almela, Diego; Román, Blas; Moreno, Juan Antonio (1793). Valerio de las historias de la sagrada escritura, y de los hechos de España (in Spanish) (Reedición ed.). Madrid: Librería de Domingo Villa.
  • Salcedo Hierro, Miguel (2000). La Mezquita, Catedral de Córdoba (in Spanish) (1ª ed.). Córdoba: Publicaciones de la Obra Social y Cultural de Cajasur.
  • VV.AA.; El Grupo Arca (1995). Universidad de Córdoba, ed. Guía artística de la provincia de Córdoba (in Spanish). Córdoba: Servicio de Publicaciones de la Universidad de Córdoba.
  • Ximena Jurado, Martín (1991). Catálogo de los Obispos de las Iglesias Catedrales de Jaén y Anales eclesiásticos de este Obispado (in Spanish) (1ª ed.). Granada: Universidad de Granada.
  • Arco y Garay, Ricardo del (1954). Sepulcros de la Casa Real de Castilla (in Spanish). Madrid: Instituto Jerónimo Zurita. Consejo Superior de Investigaciones Científicas.
  • Catalán, Diego (1977). Cátedra Seminario Menéndez Pidal, ed. Gran Crónica de Alfonso XI (in Spanish). Dos tomos (1ª ed.). Madrid: Editorial Gredos.
  • Gaibrois Riaño de Ballesteros, Mercedes (1922–1928). Revista de archivos, bibliotecas y museos, ed. Historia del reinado de Sancho IV de Castilla (in Spanish). 3 volúmenes (1ª ed.). Madrid: Editorial Voluntad.
  • Gaibrois Riaño de Ballesteros, Mercedes (1936). María de Molina, tres veces reina (in Spanish). Colección Vidas Memorables (1ª ed.). Madrid: Editorial Espasa-Calpe S.A.
  • García de la Fuente, Arturo (1935). Los Castigos e documentos del rey don Sancho IV el Bravo. Estudio preliminar de una edición crítica de esta obra (in Spanish). San Lorenzo del Escorial (Madrid).
  • Gómez Moreno, Manuel (1946). El Panteón de las Huelgas Reales de Burgos (in Spanish). Instituto Diego Velázquez. Consejo Superior de Investigaciones Científicas.
  • Gómez Redondo, Fernando (1999). "VII. De Fernando IV a Alfonso XI (1295-1530): el triunfo del molinismo". Historia de la prosa medieval castellana II: El desarrollo de los géneros. La ficción caballeresca y el orden religioso (in Spanish). Madrid: Ediciones Cátedra.
  • Layna Serrano, Francisco (1993). Historia de Guadalajara y sus Mendozas en los siglos XV y XVI. Tomo I: orígenes, época árabe, Edad Media (in Spanish). Reedición Aaché Ediciones.
  • Loaysa, Jofré de; García Martínez, Antonio (1982). Academia Alfonso X el Sabio, Colección Biblioteca Murciana de bolsillo Nº 27, ed. Crónicas de los Reyes de Castilla Fernando III, Alfonso X, Sancho IV y Fernando IV (1248-1305) (in Latin and Spanish) (2ª ed.). Murcia.
  • Salvador Martínez, Η (2003). Alfonso X el Sabio (in Spanish) (1ª ed.). Madrid: Ediciones Polifemo.
  • Menéndez Pidal de Navascués, Faustino (1982). Instituto Luis de Salazar y Castro (Consejo Superior de Investigaciones Científicas, ed. Heráldica medieval española: la Casa Real de León y Castilla (in Spanish). Volumen I. Hidalguía.
  • Menezo Otero, Juan José (2005). Reinos y Jefes de Estado desde el 712 (in Spanish) (5ª ed.). Madrid: Historia Hispana.
  • Pérez Algar, Félix (1997). Alfonso X el Sabio: Biografía (in Spanish). Madrid: Studium Generalis.
  • Roca de Togores y Carrasco, Mariano; Marqués de Molins (1837). María de Molina (in Spanish). Madrid.
  • Salazar y Mendoza, Pedro de; Soria Mesa, Enrique; Carrillo, Alonso (1998). El origen de las dignidades seglares de Castilla y León (in Spanish) (1ª ed.). Granada: Universidad de Granada.
  • Valdeón Baruque, Julio (2003). Alfonso X: la forja de la España moderna (in Spanish) (1ª ed.). Ediciones Temas de Hoy, S.A.
  • Valdeón Baruque, Julio (1986). Alfonso X el Sabio (in Spanish) (1ª ed.). Castilla y León: Junta de Castilla y León, Consejería de Educación y Cultura.
  • Valle Curieses, Rafael (2000). María de Molina: el soberano ejercicio de la concordia: (1260-1321) (in Spanish). Madrid: Alderabán.
  • Ybarra y López-Dóriga, Fernando de, Marqués de Arriluce de Ybarra (1997). Real Academia Sevillana de Buenas Letras, ed. Un largo siglo de amores y desamores en el Alcázar de Sevilla (1248-1368) (in Spanish) (1ª ed.). Sevilla.
  • Zurita, Jerónimo (2005). Anales de Aragón (in Spanish) (1ª ed.). Institución Fernando el Católico.
  • Coria Colino, Jesús J.; Francia Lorenzo, Santiago (1999). Reinado de Fernando IV (1295-1312) (in Spanish) (1ª ed.). Palencia: Aretusa.
  • González Mínguez, César (1974). Contribución al estudio de las Hermandades en el reinado de Fernando IV de Castilla (in Spanish). Vitoria: Consejo de Cultura de la Diputación Foral de Alava.
  • Torres Fontes, Juan (1980). Documentos de Fernando IV (in Spanish) (1ª ed.). Academia Alfonso X el Sabio. Consejo Superior de Investigaciones Científicas.
  • Ayerbe Iríbar, María Rosa; González Mínguez, César (1993). "Concejos, Cortes y Hemandades durante el Reinado de Fernando IV de Castilla (1295-1312)". Estudios dedicados a la memoria del profesor L. M. Díaz de Salazar Fernández (in Spanish). Universidad del País Vasco, Servicio de Publicaciones.
  • Foronda, François; Carrasco Manchado, Ana Isabel; González Mínguez, César (2008). "La participación concejil en la estructura de poder de la corona de Castilla durante el reinado de Fernando IV (1295-1312)". El contrato político en la Corona de Castilla: cultura y sociedad políticas entre los siglos X y XVI (in Spanish). Dykinson.
  • Gómez Redondo, Fernando (1999). El "Zifar" y la "Crónica de Fernando IV". La corónica: A Journal of Medieval Hispanic Languages, Literatures & Cultures. 27. Division of Spanish Medieval Language and Literature (MLA).
  • González Mínguez, César (1999). "La nobleza castellano-leonesa en tiempos de Fernando IV (1295-1312): una aproximación desde la historia del poder". El tratado de Alcañices : ponencias y comunicaciones de las Jornadas conmemorativas del VII centenario del Tratado de Alcañices (1297-1997) : Zamora y Alcañices, del 8 al 12 de septiembre de 1997 (in Spanish). Fundación Rei Afonso Henriques. pp. 249–277. ISBN 84-89981-04-3.
  • González Mínguez, César (1983). "Algunos datos sobre la población de Castilla durante el reinado de Fernando IV". El pasado histórico de Castilla y León :actas del I Congreso de Historia de Castilla y León celebrado en Valladolid, del 1 al 4 de diciembre de 1982 (in Spanish). Junta de Castilla y León, Consejería de Educación y Cultura.
  • González Mínguez, César; Urcelay Gaona, Hegoi (2005). La crisis bajomedieval en Castilla durante el reinado de Fernando IV a través de las reuniones de Cortes (1295-1312). Acta historica et archaeologica mediaevalia (in Catalan). Barcelona: Universitat de Barcelona: Servicio de Publicaciones y Facultad de Geografía e Historia.
  • Masià de Ros, Angels (1992). Las pretensiones de los infantes de La Cerda a la Corona de Castilla en tiempos de Sancho IV y Fernando IV: El apoyo aragonés. Medievalia (Universitat Autónoma de Barcelona, Institut d'Estudis Medievals) (in Catalan). Barcelona: Universitat Autónoma de Barcelona, Institut d'Estudis Medievals.
  • Nieto Soria, José Manuel; López-Cordón Cortezo, María Victoria; González Mínguez, César (2008). "Crisis sucesoria y conflictividad social durante el reinado de Fernando IV de Castilla (1295-1312)". Gobernar en tiempos de crisis: las quiebras dinásticas en el ámbito hispánico: 1250-1808 (in Spanish) (1ª ed.). Madrid: Sílex ediciones.
  • Pascual Martínez, Lope (1994–1995). Apuntes para un estudio de la Cancillería del rey Fernando IV de Castilla (1285-1312). Estudis castellonencs (in Spanish). Castellón: Diputació de Castelló: Servei de Publicacions.
  • Rucquoi, Adeline (1987). "Pouvoir royal et oligarchies urbaines d´Alfonso X à Fernando IV". Génesis medieval del Estado Moderno : Castilla y Navarra (1250-1370) (in French and Spanish). Ámbito Ediciones.
  • Ruíz Souza, Juan Carlos (2006). Capillas Reales funerarias catedralicias de Castilla y León: nuevas hipótesis interpretativas de catedrales de Sevilla, Córdoba y Toledo. Anuario del Departamento de Historia y Teoría del Arte (in Spanish). Madrid: Editores Universidad Autónoma de Madrid: Departamento de Historia y Teoría del Arte.
  • Santamaría Torquemada, Guillermo (1990). "La legislación en Cortes sobre la Cancillería de Fernando IV: 1295-1312". In Cortes de Castilla y León. Las Cortes de Castilla y León, 1188-1988 : Actas de la tercera etapa del Congreso Científico sobre la historia de las Cortes de Castilla y León, León, del 26 a 30 de septiembre de 1988 (in Spanish). León.
  • Santamaría Torquemada, Guillermo (1990). "Cancilleres y notarios en la Cancillería de Fernando IV (1295-1312)". In Universidad Complutense. Congreso de jóvenes historiadores y geógrafos: actas I : [celebrado en la Facultad de Geografía e Historia de la Universidad Complutense de Madrid del 12 al 16 de diciembre de 1988 (in Spanish). Madrid.
  • Stefano, Giuseppe di (1988). Emplazamiento y muerte de Fernando IV entre prosas históricas y romancero: Una aproximación". Nueva revista de filología hispánica (in Spanish). 36. México: Editores El Colegio de México: Centro de Estudios Lingüísticos y Literarios.
  • Torres Fontes, Juan (1948–1949). Privilegios de Fernando IV a Murcia. Anuario de historia del derecho español (in Spanish). Madrid: Ministerio de Justicia, Boletín Oficial del Estado.
  • Valladares Reguero, Aurelio (1995). La muerte de los hermanos Carvajales y Fernando IV: fortuna literaria de un tema de ambientación jienense. Boletín del Instituto de Estudios Giennenses (in Spanish). Jaén: Instituto de Estudios Giennenses.
Φερδινάνδος Δ΄ της Καστίλης
Γέννηση: 6 Δεκεμβρίου 1285 Θάνατος: 7 Σεπτεμβρίου 1312
Προκάτοχος
Σάντσο Δ΄ της Καστίλης
Βασιλιάς της Καστίλης και της Λεόν

1295 - 1312
Διάδοχος
Αλφόνσος ΙΑ΄ της Καστίλης