Σταύρος Νταϊφάς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σταύρος Νταϊφάς
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1927
Καλαμάτα
Θάνατος24  Μαρτίου 2014
Νέο Φάληρο
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταεφοπλιστής

Ο Σταύρος Νταϊφάς (Καλαμάτα, 1927 - Νέο Φάληρο, 24 Μαρτίου 2014)[1] ήταν Έλληνας εφοπλιστής και παράγοντας του ποδοσφαίρου, από τους γνωστότερους στο χώρο. Μνημονεύεται ως ένας αυτοδημιούργητος εφοπλιστής και ως επί το πλείστον μία σημαντική προσωπικότητα της ναυτιλιακής κοινότητας του Πειραιά μετά την μεταπολίτευση στην Ελλάδα το 1974. Διετέλεσε τρεις φορές πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της ΠΑΕ Ολυμπιακός, από το καλοκαίρι του 1979 μέχρι το καλοκαίρι του 1985, από το καλοκαίρι του 1986 έως το Νοέμβριο του 1987, και από το Μάρτιο του 1992 (μετά τις προεδρίες Αργύρη Σαλιαρέλη και Γιώργου Μπανασάκη) μέχρι τον Μάιο του 1993, όταν και παρέδωσε την ηγεσία της ομάδας στο Σωκράτη Κόκκαλη.

Η πορεία του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε το 1927 στην Καλαμάτα, αλλά η καταγωγή του ήταν από τη Μάνη (Γερολιμένας Λακωνίας). Ο πατέρας του ήταν επίσης εφοπλιστής, με ιδιόκτητα ιστιοφόρα στη Μεσσηνία που μετέφεραν εμπορεύματα από και προς το λιμάνι του Πειραιά την περίοδο του Μεσοπολέμου.[2] Ο Σταύρος Νταϊφάς συνέχισε την οικογενειακή ενασχόληση με τη ναυτιλία και εξελίχθηκε σε επιτυχημένο εφοπλιστή. Είχε τα γραφεία των επιχειρήσεών του στην Ακτή Μιαούλη του Πειραιά.[3]

Το καλοκαίρι του 1979 απέκτησε το πλειοψηφικό πακέτο των μετοχών του Ολυμπιακού, ηγούμενος ομάδας εφοπλιστών που περιελάμβανε τους Αντώνη Χανδρή, Στάθη Γουρδομιχάλη, Νίκο Ευθυμίου, Μιλτιάδη Μαρινάκη (πατέρα του Βαγγέλη Μαρινάκη, μετέπειτα επίσης προέδρου του Ολυμπιακού) Νίκο Νομικό κ.ά. Ήταν ο πρώτος πρόεδρος του Ολυμπιακού στην εποχή του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Μάλιστα, ήταν αυτός που πρότεινε στον κουμπάρο του (και οπαδό του Παναθηναϊκού) Γιώργο Βαρδινογιάννη να αγοράσει τον Παναθηναϊκό εν όψει της εποχής του επαγγελματικού ποδοσφαίρου που μόλις τότε ξεκινούσε:

«Τη μέρα που αγόρασα τον Ολυμπιακό συναντήθηκα με τον Γιώργο Βαρδινογιάννη και του πρότεινα να αγοράσουν οι Βαρδινογιάννηδες τον Παναθηναϊκό για να ξεκινήσουμε μία ουσιαστική ανανέωση του ποδοσφαίρου στην πατρίδα μας. Τα ίδια είπα στο τηλέφωνο και στον Βαρδή Βαρδινογιάννη και την άλλη μέρα πήγαν στο Νικολαΐδη και αγόρασαν την ομάδα».[4]

Ο Νταϊφάς δεν ήταν «πρόεδρος» με την έννοια που ήταν ο Νίκος Γουλανδρής πριν απ' αυτόν ή ο Σωκράτης Κόκκαλης στη δική του εποχή, καθώς διαχειριζόταν χρήματα που δεν ήταν μόνο δικά του. Έτσι, λειτουργούσε περισσότερο ως «πρώτος μεταξύ ίσων», αν και κανείς δεν αμφέβαλε ότι αυτός ήταν ο διοικητικός ηγέτης της ομάδας. Κατέκτησε πέντε τίτλους πρωταθλητή Ελλάδας (1979-80, 1980-81, 1981-82, 1982-83 και 1986-87) και ένα Κύπελλο (1980-1981, «νταμπλ»).

Στο θέμα των προπονητών, ο Νταϊφάς είχε ιδιαίτερη αδυναμία στον Αλκέτα Παναγούλια και τον Κάζιμιρ Γκόρσκι, αλλά ήταν και αυτός που έδωσε την ευκαιρία στο Νίκο Αλέφαντο να έχει την πρώτη του θητεία στον πάγκο του Ολυμπιακού την περίοδο 1983-84, παρά το γεγονός πως ο Αλέφαντος αρκετές φορές του είχε ασκήσει κριτική.[5]

Η συγγενής του Λόλα Νταϊφά (σύζυγος του εξαδέλφου του, Ίωνα Νταϊφά), ήταν επίσης παράγοντας του Ολυμπιακού επί προεδρίας του, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων της ΠΑΕ και μεγάλη πρωτοπόρος σε αυτό τον τομέα.

Ως εφοπλιστής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σταύρος Νταϊφάς εκπροσώπησε τα συμφέροντα του ελληνικού εφοπλισμού από διάφορες θέσεις, αρχικά ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών από το 1975 έως το 1982, και στη συνέχεια ως αντιπρόεδρος της Ένωσης έως το 1991.[6] Αν και πολιτικά ανήκε στην κεντροδεξιά, είχε έρθει σε αντιπαράθεση με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για θέματα του κλάδου.[7] Τον Ιούλιο του 1982, αυτός πρότεινε στον Ανδρέα Παπανδρέου να κάνει υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας τον Γιώργο Κατσιφάρα, στον πρώτο ανασχηματισμό της κυβέρνησής του.[8] Χρόνια αργότερα, το 1994, ο Κατσιφάρας πρότεινε στον Νταϊφά να κατέβει υποψήφιος δήμαρχος Πειραιά με τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ, παρά το γεγονός ότι ήταν ευρέως γνωστό ότι ανήκε σε άλλο πολιτικό χώρο.[9]

Πηγές - παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]