Προβηγκία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Η περιοχή της Προβηγκίας-Άλπεις-Κυανή Ακτή

Η Προβηγκία (τοπ. διάλεκτος "Prouvènço" [pʀuˈvɛnsɔ], οξιτανικά: Provença, γαλλικά: Provence [pʁɔvɑ̃s]) είναι Γεωγραφική και Ιστορική περιοχή της νοτιοανατολικής Γαλλίας, σήμερα αποτελεί τη Διοικητική Περιφέρεια και Πρώην επαρχία Προβηγκία-Άλπεις-Κυανή Ακτή. Υπήρξε μία από τις πρώτες Ρωμαϊκές επαρχίες εκτός της Ιταλικής χερσονήσου και έμεινε γνωστή σαν "Ρωμαϊκή Προβηγκία". Η Προβηγκία επεκτείνεται από την κοιλάδα του Ροδανού στα δυτικά μέχρι τα Ιταλικά σύνορα και τις Άλπεις στα ανατολικά, στα νότια βρέχεται από τη Μεσόγειο Θάλασσα.[1] Η μεγαλύτερη πόλη η Μασσαλία είναι η δεύτερη πόλη της Γαλλίας μετά την πρωτεύουσα Παρίσι, το μεγαλύτερο λιμάνι της Μεσογείου και το τρίτο μεγαλύτερο λιμάνι της Ευρώπης. Η Περιφέρεια Προβηγκία-Άλπεις-Κυανή Ακτή περιλαμβάνει τους νομούς : Βαρ, Μπους-ντυ-Ρον που βρίσκεται η Μασσαλία, Άλπ-ντε-Οτ-Προβάνς, Αλπ-Μαριτίμ και Βακλούς.[2]

Η εντυπωσιακή παράκτια περιοχή από το Μαντόν έως το Μπαντόλ είναι γνωστή ως Κυανή Ακτή, ενώ το τμήμα κοντά στην Ιταλία αναφέρεται ως Ριβιέρα. Η περιοχή έχει έκταση πάνω από 30.000 τ. χλμ., ενώ ο πληθυσμός της φτάνει τα 4,25 εκατομμύρια. Η γειτνίαση με την Ιταλία και τη Μεσόγειο έχουν αφήσει έντονα τα σημάδια στους κατοίκους της Προβηγκίας τόσο στην εμφάνιση όσο και στην τοπική προφορά, τη λεγόμενη Προβηγκιανή γλώσσα ή Οξιτανική γλώσσα που περιέχει πολλές ιταλικές λέξεις. Η Προβηγκία κυβερνήθηκε μέχρι το 1481 από τους Κόμητες της Προβηγκίας με πρωτεύουσα την Αιξ-αν-Προβάνς, στη συνέχεια έγινε επαρχία του Βασιλείου της Γαλλίας.[3] Από τότε παρέμεινε για περισσότερα από 500 χρόνια Γαλλική επαρχία με ξεχωριστό πολιτισμό και διάλεκτο στο εσωτερικό της.[4]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Προϊστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η είσοδος του σπηλαίου Κοσκέ που βρίσκεται 37 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας κοντά στο Κασί, περιέχει βραχογραφίες με βίσονες, θαλάσσια πτηνά, σφραγίδες και ανθρώπινα άκρα που χρονολογούνται μεταξύ 27.000 - 19.000 π.Χ.

Η περιοχή της Προβηγκίας ήταν από τις αρχαιότερες που κατοικήθηκαν στην Ευρώπη, πέτρινα εργαλεία που χρονολογούνται στα 1.000.000 χρόνια βρέθηκαν κοντά στο Ροκεμπρύν-Καπ-Μαρτέν ανάμεσα στο Μονακό και το Μεντόν.[5] Νεώτερα πέτρινα εργαλεία που χρονολογούνται στα 400.000 χρόνια βρέθηκαν κοντά στη Νίκαια.[6] Στην Παλαιολιθική εποχή παρατηρήθηκαν μεγάλες κλιματικές αλλαγές, η στάθμη της θάλασσας στην αρχή ήταν περίπου 150 μέτρα ψηλότερα αλλά στο τέλος έπεσε 100 - 150 μέτρα χαμηλότερα σε σχέση με σήμερα. Οι πρώτοι κάτοικοι εγκατέλειψαν τα σπήλαια από την απότομη άνοδο της στάθμης της θάλασσας και τη διάβρωση.[7] Οι μεγάλες αλλαγές στη στάθμη της θάλασσας έφεραν σημαντικές αλλαγές στους πρώτους κατοίκους, ένας δύτης ανακάλυψε την είσοδο του "Σπηλαίου Κοσκέ" 37 μέτρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας στο Κασί κοντά στη Μασσαλία, οδηγούσε σε ένα άλλο σπήλαιο πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας (1987). Στους τοίχους του σπηλαίου βρέθηκαν πολλές παραστάσεις με βίσονες, σφραγίδες, θαλάσσια πτηνά και ανθρώπινα χέρια που χρονολογούνται μεταξύ 27.000 π.Χ. και 199.000 π.Χ.[8]

Στα τέλη της Παλαιολιθικής και στις αρχές της Νεολιθικής περιόδου η στάθμη της θάλασσας σταθεροποιήθηκε στο σημερινό επίπεδο, την ίδια εποχή παρατηρήθηκαν τα φαινόμενα της υπερθέρμανσης και της εξαφάνισης των δασών και των ελαφιών. Οι κάτοικοι άρχισαν να τρέφονται με άγρια πρόβατα, κουνέλια και σαλιγκάρια. Το 6.000 π.Χ. βρισκόντουσαν συνεχώς σε μετακίνηση από τόπο σε τόπο και εξημέρωσαν τα άγρια πρόβατα, την ίδια εποχή βρέθηκαν τα αρχαιότερα δείγματα κεραμικής στη Γαλλία.[9] Το 6.000 π.Χ. έφτασε στην Προβηγκία νέο μεγάλο κύμα μεταναστών που ανάγκασε τους παλιότερους ποιμενικούς λαούς να δραπετεύσουν, ακολούθησε ένα κύμα γεωργών γύρω στο 2.500 π.Χ. που έφτασε μέσω θαλάσσης και εγκαταστάθηκε στη σημερινή επαρχία Μπους-ντυ-Ρον.[10] Τα ίχνη του Νεολιθικού εποικισμού (6.000 π.Χ.) παρατηρούνται σε πολλές περιοχές σήμερα στην Προβηγκία, οι μεγαλιθικές κατασκευές κοντά στο Ντραγκινιάν που χρονολογούνται από την Εποχή του Ορείχαλκου.

Οι Λίγυρες και οι Κέλτες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μεγαλιθικά κτίσματα στην Προβηγκία την 2η χιλιετία π.Χ.

Οι Λίγυρες εγκαταστάθηκαν ανάμεσα στον 10ο και τον 4ο αιώνα π.Χ. στη σημερινή Λιγυρία, η καταγωγή τους είναι αβέβαιη το πιο πιθανό ήταν απόγονοι των παλαιότερων παλαιολιθικών λαών.[11] Ο Στράβων ξεκαθαρίζει ότι είχαν διαφορετική καταγωγή από τους Κέλτες που ζούσαν στη Γαλατία.[12] Δεν είχαν δικό τους αλφάβητο αλλά οι καταλήξεις των ονομάτων τους σχετίζονταν με τις τοποθεσίες στην Προβηγκία. Ο αρχαίος γεωγράφος Ποσειδώνιος ο Ρόδιος γράφει: "η χώρα τους ήταν άνυδρη και ξηρή γεμάτη πέτρα, το πετρώδες έδαφος δεν τους επέτρεπε να καλλιεργήσουν τίποτα και ασχολήθηκαν αποκλειστικά με το κυνήγι".[13] Σαν λαός ήταν πολεμοχαρείς, επιτέθηκαν στην Ιταλία και έφτασαν τον 4ο αιώνα μέχρι τη Ρώμη, αργότερα άνοιξαν τον δρόμο στον Αννίβα να επιτεθεί στη Ρώμη (218 π.Χ.). Τα ίχνη των Λιγύρων είναι γνωστά σήμερα από τις Μεγαλιθικές κατασκευές στην ανατολική Προβηγκία και από τα πέτρινα σκαλίσματα στο Αλπ-Μαριτίμ σε υψόμετρο 2.000 μέτρων, χρονολογούνται μεταξύ 2.500 - 900 π.Χ.[14]

Από τον 8ο μέχρι τον 5ο αιώνα π.Χ. νέοι κάτοικοι έφτασαν στην Προβηγκία από τη Δυτική Ευρώπη, με τα σιδερένια όπλα κατέκτησαν τις τοπικές φυλές που χρησιμοποιούσαν ακόμα όπλα από μπρούτζο, μια από τις φυλές αυτές εγκαταστάθηκε κοντά στη σημερινή Μασσαλία.[15] Οι Κέλτες και οι Λιγούριοι εξαπλώθηκαν σε ολόκληρη την κοιλάδα κατά μήκος του ποταμού Ροδανού, κάθε φυλή είχε τον δικό της βασιλιά και τη δική της δυναστεία, οικοδόμησαν οχυρωμένους οικισμούς που έμειναν γνωστοί με το Λατινικό Oppidum. Διακρίνονται σήμερα 165 οχυρωμένοι οικισμοί στην περιοχή του Βαρ και 285 στην Αλπ-Μαριτίμ, οι φυλές λάτρευαν διαφορετικές φυσικές θεότητες.[16] Οι φυλές αργότερα δημιούργησαν ομοσπονδίες και άρχισαν να εμπορεύονται τοπικά προϊόντα όπως σίδηρο, ασήμι, αλάβαστρο, τυρί και μέλι, οι Ετρούσκοι έμποροι έκαναν συχνές επισκέψεις στην ακτή. Αμφορείς των Ετρούσκων που χρονολογούνται τον 7ο και τον 6ο αιώνα π.Χ. βρέθηκαν στη Μασσαλία, το Κασί και σε οχυρωμένους ορεινούς οικισμούς στην περιοχή.[17] Οι έμποροι από τη Ρόδο έφτασαν πολλές φορές τον 7ο αιώνα π.Χ. στην Προβηγκία, η Ροδίτικη κεραμική βρέθηκε σε πολλές περιοχές κοντά στη Μασσαλία όπως στη Μαρτίγκ και στην Ιστρ. Οι Ροδίτες έμποροι έδωσαν το όνομα του νησιού τους στον ποταμό Ροδανό με το οποίο είναι γνωστός σήμερα.[18]

Κυριαρχία της Μασσαλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα ερείπια από το αρχαίο λιμάνι της Μασσαλίας

Η πρώτη μόνιμη εγκατάσταση κατοίκων από την Ελλάδα έγινε με εποίκους από τη Φώκαια (600 π.Χ.), ακολούθησε δεύτερο κύμα όταν καταστράφηκε η Φώκαια από τους Πέρσες (540 π.Χ.).[19] Η Μασσαλία έγινε το μεγαλύτερο εμπορικό λιμάνι σε ολόκληρο τον αρχαίο κόσμο, τον 4ο αιώνα π.Χ. έφτασε στο μέγιστο της ακμής της και είχε πληθυσμό 6.000 κατοίκους, ζούσαν σε 50 εκτάρια που περιβάλλονταν από ένα τοίχος. Το πολίτευμα ήταν Αριστοκρατική δημοκρατία, την εξουσία ασκούσε μια συνέλευση με τους 600 πλουσιότερους κατοίκους. Η Μασσαλία είχε έναν μεγάλο ναό αφιερωμένο στον Δελφικό Απόλλωνα πάνω στον λόφο που έβλεπε στο λιμάνι της πόλης και άλλον έναν ναό στην αντίθετη πλευρά αφιερωμένο στην Αρτέμιδα της Εφέσου. Οι δραχμές της Μασσαλίας βρέθηκαν σε όλες τις περιοχές που ζούσαν Κέλτες και Λιγούριοι. Οι έμποροι της Μασσαλίας ταξίδευαν μέσω του Ροδανού και έφτασαν πολύ βαθιά στην ηπειρωτική Γαλλία, δημιούργησαν εμπορικούς σταθμούς στην Ελβετία και στη Βουργουνδία, στα βόρεια έφτασαν μέχρι τη Βαλτική Θάλασσα. Τα τοπικά προϊόντα που εξήγαγαν ήταν κρασί, αλατισμένο χοιρινό, παστά ψάρια, αρώματα, βότανα και φελλό.

Οι Μασσαλιώτες ίδρυσαν μια μεγάλη σειρά από παραλιακές εμπορικές αποικίες που αργότερα έγιναν διάσημες πόλεις όπως η Κιθαρίστα (Λα Σιοτά), η Ολβία (Ιέρ), η Αθενόπολις (Σαιν-Τροπέ), η Αντίπολις (Αντίμπ), η Νίκαια και ο Μόνοικος (Μονακό). Ο πιο διάσημος μαθηματικός, αστρονόμος και πλοηγός από τη Μασσαλία ήταν ο Πυθέας ο Μασσαλιώτης, με τις αστρονομικές του παρατηρήσεις υπολόγισε το γεωγραφικό πλάτος της Μασσαλίας, ήταν ο πρώτος επιστήμονας που παρατήρησε ότι οι παλίρροιες συνδέονται με τις φάσεις της Σελήνης. Την περίοδο 330 - 320 π.Χ. οργάνωσε ναυτική εξερεύνηση στη βόρεια Ευρώπη κατά μήκος των ακτών του Ατλαντικού, έφτασε μέχρι τη Σκωτία, τη Νορβηγία και την Ισλανδία όπου παρατήρησε το Σέλας και τον μεταμεσονύχτιο ήλιο. Ο στόχος του ήταν να ανοίξει εμπορικούς δρόμους μέσω θαλάσσης αλλά σε αυτό το θέμα δεν είχε επιτυχία και δεν το επανέλαβε, οι έμποροι προτιμούσαν πάντοτε τα ταξίδια μέσω ξηράς.[20]

Ρωμαϊκή κατάκτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρωμαική αρένα στην Αρλ

Τον 2ο αιώνα π.Χ. οι Μασσαλιώτες κάλεσαν σε βοήθεια τη Ρώμη εναντίον των Λίγυων, οι Ρωμαϊκές λεγεώνες μπήκαν στην Προβηγκία δύο φορές για να υποτάξουν τους Λίγυους επαναστάτες (181 π.Χ., 154 π.Χ.) και μία τρίτη για να υποτάξουν μία Ομοσπονδία από Κέλτικες φυλές (125 π.Χ.).[21] Οι Ρωμαίοι στη συνέχεια ίδρυσαν αποικία κοντά στην Κέλτικη πόλη Εντρεμόντ, τη μετέπειτα Αιξ-αν-Προβάνς (122 π.Χ.), λίγο αργότερα ίδρυσαν τη Ναρμπόν (118 π.Χ.). Ο Ρωμαίος στρατηγός Γάιος Μάριος διέλυσε και την τελευταία μορφή αντίστασης νικώντας τους Κίμβριους και τους Τεύτονες (102 π.Χ.). Οι Ρωμαίοι δημιούργησαν στη συνέχεια μια σειρά από εμπορικούς δρόμους για να έχουν πρόσβαση στην Ισπανία και τη βόρεια Ευρώπη, ο ένας περνούσε μέσω της Ταρασκόν, ο άλλος παραλιακά μέσω της Φρέγιους και της Αιξ-αν-Προβάνς. Στη διαμάχη που ξέσπασε ανάμεσα στον Πομπήιο και τον Ιούλιο Καίσαρα οι Μασσαλιώτες υποστήριξαν τον Πομπήιο που ηττήθηκε τελικά και έχασαν όλα τα δικαιώματα τους.

Οι Ρωμαίοι ίδρυσαν δύο νέους οικισμούς την Αρλ και τη Φρέγιους σε θέσεις παλιότερων Ελληνικών εγκαταστάσεων. Ο Οκταβιανός Αύγουστος έκτισε ένα θριαμβευτικό μνημείο στο Λα Τυρμπί για να γιορτάσει την ειρήνη, από τότε ξεκίνησε η εποχή της Ρωμαϊκής Γαλατίας, οι Ρωμαίοι αρχιτέκτονες και μηχανικοί έκτισαν αμέτρητα θέατρα, αρένες, βίλες και μνημεία που υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Οι Ρωμαίοι έκτισαν αμέτρητες πόλεις στην περιοχή που πήρε το όνομα "Ναρβονική Γαλατία" με πρωτεύουσα τη Ναρμπόν, επεκτεινόταν από την Ιταλία μέχρι την Ισπανία και από τις Άλπεις μέχρι τα Πυρηναία. Η Pax Romana διατηρήθηκε ολόκληρο τον 3ο αιώνα π.Χ. στην Προβηγκία μέχρι την εποχή που επιτέθηκαν τα πρώτα Γερμανικά φύλα (257, 275), ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ κατέφυγε στην Αρλ. Τον 5ο αιώνα μετά τις ασταμάτητες επιδρομές των Γερμανικών φυλών η Ναρβονική Γαλατία διαλύθηκε.

Εισαγωγή του χριστιανισμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν πολλοί θρύλοι σχετικά με την εισαγωγή του χριστιανισμού στην Προβηγκία αλλά χωρίς πηγές για να προσδιοριστεί ο τρόπος, ένα έγγραφο δείχνει ότι υπήρχαν τον 3ο και τον 4ο αιώνα πολλές εκκλησίες και επισκοπές. Σε όλες τις πόλεις ιδρύθηκαν επισκοπές: στην Αρλ (254), στη Μασσαλία (314), στην Αιξ-αν-Προβάνς (408), στην Καρπαντρά, την Αβινιόν και τη Βανς (439), στην Αντίμπ (442) και στην Τουλόν (451).[22][23] Η παλιότερη χριστιανική κατασκευή που σώζεται μέχρι και σήμερα είναι το βαπτιστήριον στον Καθεδρικό ναό του Φρέγιους που χρονολογείται τον 5ο αιώνα, ιδρύθηκαν και δυο μοναστήρια: το ένα στις Λερίνες νήσους και ο Άγιος Βίκτωρ στη Μασσαλία.

Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Φραγκική κατάκτηση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρωμαϊκή πύλη θριάμβου της Οράγγης που χρονολογείται τον 1ο αιώνα μ.Χ.

Η Ρωμαϊκή Βουργουνδία εξασθένησε από τα μεγάλα κύματα επιδρομών στην Προβηγκία, πρώτα επιτέθηκαν οι Βησιγότθοι (480), ακολούθησαν οι Οστρογότθοι, οι Βουργουνδοί και τελικά τον 6ο αιώνα οι Φράγκοι. Στις αρχές του 7ου αιώνα Άραβες και Βέρβεροι πειρατές ήρθαν στην Προβηγκία από τις ακτές της βόρειας Αφρικής. Οι Μεροβίγγειοι κατέκτησαν την Προβηγκία στα τέλη του 7ου αιώνα και στις αρχές του 8ου αιώνα αλλά εξακολούθησαν να κυβερνούν οι αριστοκρατίες των Κελτών και των Ρωμαίων με τον Ρωμαϊκό αντί για τον Φραγκικό νόμο. Η περιοχή δέχτηκε σκληρές πιέσεις από τα βόρεια του κράτους των Φράγκων ιδιαίτερα από τον Κάρολο Μαρτέλο αλλά οι κάτοικοι αντιστάθηκαν σκληρά.[24] Ο Κάρολος Μαρτέλος επιτέθηκε στην κοιλάδα του Ρήνου και κατέκτησε τη Βουργουνδία, στη συνέχεια επιτέθηκε στην Αβινιόν και την Αρλ που είχαν φρουρές από το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών. Ο Κάρολος Μαρτέλος επιτέθηκε για δεύτερη φορά στην Αβινιόν (739) και καταδίωξε τον δούκα Μαυρόντους στο οχυρό του στη Μασσαλία.[25] Η πόλη κατακτήθηκε και ο δούκας δραπέτευσε σε ένα νησί, η περιοχή κυβερνήθηκε από τους Καρολίδες απογόνους του Καρόλου Μαρτέλου και έγινε τμήμα της αυτοκρατορίας του Καρλομάγνου.

Όταν πέθανε ο Κάρολος ο Φαλακρός ο κουνιάδος του Μπόζο της Προβηγκίας δεν αναγνώρισε τον Καρολίδη βασιλιά Λουδοβίκο Γ΄ της Γαλλίας και ανακηρύχτηκε ο πρώτος ανεξάρτητος κυβερνήτης της Προβηγκίας. Τον Μεσαίωνα η Προβηγκία κυβερνήθηκε από τρεις διαφορετικές οικογένειες, συγκρούστηκαν για την κυριαρχία της περιοχής οι Κόμητες της Βαρκελώνης, οι βασιλείς της Βουργουνδίας, οι Γερμανοί βασιλείς που κυβερνούσαν την Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και οι Ανδεγαυοί.

Ο Οίκος των Μποζονιδών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο βασιλιάς Μπόζο της Προβηγκίας και ο Πρωτομάρτυρας Στέφανος.

Τα επόμενα χρόνια κυβέρνησαν οι απόγονοι του Μπόζο ο Οίκος των Μποζονιδών, ο γιος του Λουδοβίκος ο Τυφλός προσπάθησε να κερδίσει τον θρόνο της Ιταλίας, τον διαδέχθηκε ο ξάδελφος του Ούγος της Προβηγκίας σαν δούκας της Προβηγκίας και κόμης της Βιένας. Ο Ούγος μετακίνησε την πρωτεύουσα από τη Βιένα στην Αρλ και έκανε την Προβηγκία δώρο στον Ροδόλφο Β΄ της Βουργουνδίας. Οι Άραβες πειρατές που έμειναν γνωστοί σαν Σαρακηνοί και οι Νορμανδοί επιτέθηκαν τον 9ο αιώνα στην Προβηγκία, οι Νορμανδοί έφυγαν αλλά οι Σαρακηνοί έμειναν, έκτισαν κάστρα και άρχισαν να συλλαμβάνουν κατοίκους και να ζητάνε λύτρα. Ο ηγούμενος στο Αββαείο του Κλυνύ αιχμαλωτίστηκε, ελευθερώθηκε αργότερα με την καταβολή των λύτρων αλλά οι κάτοικοι υπό την ηγεσία του Γουλιέλμου Α΄ της Προβηγκίας εξεγέρθηκαν και συνέτριψαν τους Σαρακηνούς στη μάχη του Τουρτούρ. Οι Σαρακηνοί που διασώθηκαν βαπτίστηκαν χριστιανοί, οι ελάχιστοι από τους υπόλοιπους που διασώθηκαν δραπέτευσαν. Η Προβηγκία έγινε κατόπιν κέντρο μάχης ανάμεσα στον Ροδόλφο Γ΄ της Βουργουνδίας και τον αυτοκράτορα Κορράδο των Σαλίων, η περιοχή έγινε τους επόμενους δυο αιώνες δώρο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (1032 - 1246).

Οι Καταλανοί κόμητες της Βαρκελώνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σύμβολα της κομητείας της Προβηγκίας

Η τελευταία απόγονος του Μπόζο Ντους Α΄ της Προβηγκίας παντρεύτηκε τον Καταλανό πρίγκιπα Ραϋμόνδο Βερεγγάριο Γ΄ της Βαρκελώνης που κληρονόμησε την κομητεία ως "Ραϋμόνδος Βερεγγάριος Α΄ της Προβηγκίας". Ο ίδιος κυβέρνησε την Προβηγκία την περίοδο 1112 - 1131 και οι απόγονοι του οι Καταλανοί κόμητες της Βαρκελώνης μέχρι το 1246. Η Προβηγκία διαιρέθηκε (1125), το βόρειο τμήμα στα δυτικά του ποταμού Ντουράν μετέβη στους κόμητες της Τουλούζης και ο υπόλοιπο τμήμα από τον Ροδανό μέχρι τις Άλπεις μετέβη στους Κόμητες της Προβηγκίας. Η πρωτεύουσα της Προβηγκίας μετακινήθηκε από την Αρλ στην Αιξ-αν-Προβάνς και τελικά στην Μπρινιόλ.[26]

Με τους Καταλανούς κόμητες τον 12ο αιώνα οικοδομήθηκαν στην Προβηγκία σημαντικοί καθεδρικοί ναοί και αβαεία στον Ρομανικό ρυθμό που ήταν συνδυασμός του Γαλατο-Ρωμαϊκού ρυθμού που επικρατούσε στην κοιλάδα του Ρήνου με τον Λομβαρδικό ρυθμό των Άλπεων. Ο "Καθεδρικός ναός του Αιξ" οικοδομήθηκε στη θέση του παλιού Ρωμαϊκού ναού και οικοδομήθηκε ξανά τον 13ο και τον 14ο αιώνα με τον Γοτθικό ρυθμό, η εκκλησία του Αγίου Τροφίμου στην Αρλ οικοδομήθηκε ανάμεσα στον 12ο και τον 15ο αιώνα με τον Ρομανικό ρυθμό. Την ίδια εποχή ιδρύθηκε μεγάλος αριθμός από αβαεία όπως το "Αβαείο Σαιν-Πιερ του Μονμαζούρ" σε ένα νησί λίγο βόρεια από την Αρλ και έγινε δημοφιλής τόπος προσκυνητών, τον 12ο αιώνα ιδρύθηκαν πολλά Κιστερκιανά μοναστήρια σε απομακρυσμένα μέρη της Προβηγκίας. Οι Γάλλοι βασιλείς ξεκίνησαν από τον 13ο αιώνα πολιτική επέκτασης στη νότια Γαλλία μέσω επιγαμιών, ο Αλφόνσος του Πουατιέ γιος του Γάλλου βασιλιά Λουδοβίκου του Λέοντα παντρεύτηκε την Ιωάννα, κόμισσα της Τουλούζης κόρη και διάδοχο του Ραϋμόνδου Ζ΄ της Τουλούζης. Ο μεγαλύτερος αδελφός του Λουδοβίκος Θ΄ της Γαλλίας ή "Άγιος Λουδοβίκος" παντρεύτηκε τη Μαργαρίτα της Προβηγκίας και ο μικρότερος αδελφός τους Κάρολος ο Ανδεγαυός παντρεύτηκε την αδελφή της Μαργαρίτας Βεατρίκη της Προβηγκίας. Οι τύχες της κομητείας της Τουλούζης συνδέθηκαν από τότε στενά με τον Οίκο των Καπετιδών και το Βασίλειο της Νεαπόλεως.[27]

Οι πάπες στην Αβινιόν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Πάπας Κλήμης Ε΄ με έδρα στην Μπορντώ μετακίνησε την παπική εκκλησία στην Αβινιόν (1309).[28] Την περίοδο 1309 - 1377 πριν από το Μεγάλο Δυτικό Σχίσμα κυβέρνησαν συνολικά επτά πάπες με έδρα την Αβινιόν δημιούργησαν την κορυφαία αντιπαλότητα στην Καθολική Εκκλησία. Ο Πάπας Βενέδικτος ΙΒ΄ και ο Πάπας Κλήμης ΣΤ΄ οικοδόμησαν την περίοδο 1334 - 1363 το Παλάτι των Παπών της Αβινιόν, το μεγαλύτερο Γοτθικό ανάκτορο στην Ευρώπη.[29] Ο 14ος αιώνας ήταν η πιο ταραχώδης περίοδος στην Προβηγκία και σε ολόκληρη την Ευρώπη, ο πληθυσμός της Προβηγκίας ήταν τότε συνολικά 400.000 κάτοικοι. Η Μαύρη πανώλη θέρισε στην Αρλ 15.000 κατοίκους περίπου τον μισό πληθυσμό της πόλης, ο ανθρώπινος πληθυσμός της κομητείας εξασθένησε σημαντικά. Την ίδια εποχή ξέσπασε ο Εκατονταετής Πόλεμος, οι κάτοικοι έκτισαν ισχυρά τείχη και πύργους για να υπερασπιστούν την περιοχή τους από τις επιδρομές των Άγγλων.

Ο κόμης Ρενέ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα σύμβολα του Οίκου των Βαλουά-Ανζού που κυβέρνησε την Προβηγκία την περίοδο 1246 - 1486.

Οι Ανδεγαυοί βασιλείς της Προβηγκίας πέρασαν δύσκολες στιγμές, μια ομάδα ευγενών και θρησκευτικών ηγετών επαναστάτησε στη βασίλισσα Ιωάννα Α΄ της Νάπολης, δολοφονήθηκε από τον ξάδελφο της Κάρολο του Δυρραχίου που τη διαδέχθηκε. Η αλλαγή αυτή έφερε διαχωρισμό περιοχών όπως η Νίκαια και η Μπαρσελονέτ που μεταφέρθηκαν στην Κομητεία της Σαβοΐας. Η περιοχή της Νίκαιας διεκδικήθηκε την περίοδο 1388 - 1526 από τη Σαβοΐα, αργότερα έμεινε γνωστή ως "Κομητεία της Νίκαιας¨. Τον 15ο αιώνα ξέσπασαν μια σειρά από συγκρούσεις ανάμεσα στους κόμητες της Προβηγκίας και τους βασιλείς της Αραγωνίας. Ο Αλφόνσος Ε΄ της Αραγωνίας κατέλαβε τη Μασσαλία (1423) και τη Νάπολη (1443), ο Ρενέ Α΄ της Νεαπόλεως δραπέτευσε και εγκαταστάθηκε στις περιοχές που του είχαν απομείνει στην Προβηγκία. Η ιστορία και οι θρύλοι δίνουν στον Ρενέ τον τίτλο "Ο καλός Ρενέ της Προβηγκίας" που έζησε στην Προβηγκία τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής του, οι πολιτικές του να επεκταθεί ήταν δαπανηρές και ανεπιτυχείς. Η Προβηγκία γνώρισε μεγάλη οικονομική ανάπτυξη και ο Ρενέ χρηματοδότησε διάσημους ζωγράφους όπως ο Νικολά Φρομάν και ο Λουντοβίκο Μπρία (1450 - 1523), ολοκλήρωσε επίσης ένα από τα πιο τέλεια κάστρα στην Ταρασκόν πάνω στον Ροδανό.

Θρησκευτικοί διωγμοί[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν πέθανε ο Ρενέ Α΄ (1480) τον διαδέχθηκε ο ανεψιός του Κάρολος Δ΄ του Ανζού και την επόμενη χρονιά που πέθανε ο Κάρολος (1481) τον διαδέχθηκε ο Λουδοβίκος ΙΑ΄ της Γαλλίας, η Προβηγκία πέρασε οριστικά στο Γαλλικό στέμμα (1486). Μετά την ένωση της με το Βασίλειο της Γαλλίας ξέσπασαν στην Προβηγκία Θρησκευτικοί πόλεμοι που ρήμαξαν την περιοχή ολόκληρο τον 16ο αιώνα. Την περίοδο 1493 - 1501 πολλοί Ιουδαίοι εξορίστηκαν και κατέφυγαν στην Αβινιόν που βρισκόταν ακόμα υπό τη διοίκηση του πάπα. Το Κοινοβούλιο της Αιξ-αν-Προβάνς αποφάσισε να καταστρέψει πολλά χωριά στα οποία οι κάτοικοι ήταν Βαλδένσιοι με καταγωγή από το Πεδεμόντιο, δεν ήταν συνεπώς αυθεντικοί Καθολικοί. Η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων της Προβηγκίας ήταν φανατικοί Καθολικοί, μονάχα στη Βακλούς που κυβερνούσε ο Γουλιέλμος Α΄ της Οράγγης από την Ολλανδία επικρατούσε ο Προτεσταντισμός. Η κοινότητα της Βακλούς δημιουργήθηκε το 1544 αλλά δεν ενσωματώθηκε στη Γαλλία πριν το 1673, ένας στρατός Καθολικών την πολιόρκησε την περίοδο 1573 - 1578. Ο πόλεμος θα σταματήσει οριστικά στα τέλη του 16ου αιώνα που ολόκληρη η Προβηγκία θα βρεθεί στα χέρια των βασιλέων της Γαλλίας από τον Οίκο των Βουρβόνων.

Βασίλειο των Βουρβόνων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το λιμάνι της Μασσαλίας (1754)

Το ήμι-ανεξάρτητο Κοινοβούλιο της Προβηγκίας με έδρα στην Αιξ-αν-Προβάνς και πολλές πόλεις της Προβηγκίας ιδιαίτερα η Μασσαλία θα επαναστατήσουν πολλές φορές εναντίον των Βουρβόνων βασιλέων. Ο νεαρός Λουδοβίκος ΙΔ΄ της Γαλλίας μετά από μερικές επαναστάσεις (1630 - 1631, 1648 - 1652) έκτισε δύο μεγάλα κάστρα για να μπορέσει να ελέγξει ολόκληρο τον πληθυσμό. Ο Αρμάν Ζαν ντυ Πλεσσί ντε Ρισελιέ έκτισε στις αρχές του 17ου αιώνα ένα ναυτικό οπλοστάσιο στην Τουλόν που το χρησιμοποίησε σαν βάση για τις ναυτικές επιδρομές των Γάλλων στη Δυτική Μεσόγειο. Ο υπουργός του Λουδοβίκου ΙΔ΄ Ζαν Μπατίστ Κολμπέρ ενίσχυσε σημαντικά τη βάση και ανέθεσε στον βασιλικό μηχανικό Σεμπαστιάν λε Πρεστρ ντε Βομπάν (1633 - 1707) να ενισχύσει τις οχυρώσεις γύρω από την πόλη.

Η Προβηγκία είχε στις αρχές του 17ου αιώνα περίπου 450.000 κατοίκους.[30] Ο πληθυσμός ήταν κυρίως αγροτικός, καλλιεργούσαν κυρίως ελιές, κρασί και σιτηρά ενώ είχαν μικρές βιομηχανίες κεραμικής, αγγειοπλαστικής και ναυπηγικής. Τα παπλώματα από την Προβηγκία εξαπλώθηκαν σημαντικά στα μέσα του 17ου αιώνα στην Αγγλία, την Ισπανία, την Ιταλία, τη Γερμανία και την Ολλανδία.[31] Το εμπόριο γινόταν βασικά κατά μήκος του ποταμού Ρήνου, οι μεγάλες πόλεις όπως η Μασσαλία, η Τουλόν, η Αιξ-αν-Προβάνς και η Αβινιόν είχαν πλούσια διακοσμημένες ιδιωτικές βίλες. Η Προβηγκία υπέφερε στα τέλη της βασιλείας του Λουδοβίκου ΙΔ΄ από μεγάλες οικονομικές κακουχίες, η πανώλη τη θέρισε την περίοδο 1720 - 1722 σκοτώνοντας 40.000 κατοίκους. Στα τέλη του αιώνα αναπτύχθηκαν πολλές βιομηχανίες στην Προβηγκία με παραγωγή αρώματος στην Γκρας και λαδιού στην Αιξ, υφάσματα κατασκευάστηκαν στην Οράγγη, στην Αβινιόν και στην Αιξ και κεραμικά αγγεία στη Μασσαλία, την Απτ και την Ωμπάνι. Στα τέλη του 18ου αιώνα η Μασσαλία είχε 120.000 κατοίκους και ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πόλη στη Γαλλία.[32]

Σύγχρονη εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γαλλική επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μασσαλιώτιδα (1792)

Το μεγαλύτερο τμήμα της Προβηγκίας με εξαίρεση τη Μασσαλία, της Αιξ και την Αβινιόν ήταν πιστοί στη βασιλική δυναστεία, έβγαλε η περιοχή ωστόσο σημαντικές φυσιογνωμίες στη Γαλλική Επανάσταση. Ο Ονορέ-Γκαμπριέλ Ρικετί, κόμης ντε Μιραμπώ προσπάθησε να συμφιλιώσει τους επαναστάτες και τους βασιλείς προτείνοντας τη μετατροπή του πολιτεύματος σε Βασιλευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία στα πρότυπα της Αγγλίας. Ο Μαρκήσιος ντε Σαντ διετέλεσε Αναπληρωτής στην Εθνική Συνέλευση. Ο Εμμανυέλ Ζοζέφ Σιεγές σπουδαίος πολιτικός αρχηγός υποστήριξε θερμά τη Γαλλική Επανάσταση και την Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία, ήταν ο οργανωτής του κινήματος των 18 Μπρυμαίρ που έφερε τον Ναπολέων Α΄ στην εξουσία (1799).

Η Προβηγκία παρήγαγε το πιο διάσημο τραγούδι στη Γαλλική επανάσταση που έμεινε γνωστό σαν Η Μασσαλιώτιδα. Το τραγούδι έγραψε αρχικά στο Στρασβούργο ένας στρατιώτης ο Κλοντ Ζοζέφ Ρουζέ ντε Λιλ (1792) με στόχο να το τραγουδήσει ο Επαναστατικός Στρατός του Ρήνου. Το τραγούδι έγινε διάσημο σε ολόκληρη την επαναστατημένη Γαλλία όταν ο Φρανσουά Μιρέ ένας στρατιώτης από το Μονπελιέ το τραγούδησε στους δρόμους του Παρισιού, από τότε έγινε το πιο δημοφιλές τραγούδι της Επανάστασης και ο Εθνικός ύμνος της Γαλλίας (1789). Η εξέλιξη της επανάστασης στην Προβηγκία έγινε με μεγάλη βιαιότητα, το κάστρο του Σαιν Νικολά στη Μασσαλία πολιορκήθηκε και οι υπερασπιστές του σφαγιάστηκαν (30 Απριλίου 1790). Ακολούθησε μεγάλη σφαγή βασιλικών και θρησκευτικών μορφών στα παγωμένα δωμάτια των φυλακών στα Ανάκτορα των Παπών στην Αβινιόν. Τον Μάιο του 1793 οι Γιρονδίνοι έχασαν την εξουσία από τους Ορεινούς και ακολούθησαν εκτεταμένες σφαγές στην Αβινιόν, τη Μασσαλία και την Τουλόν, ο στρατηγός Καρτώ κατέλαβε τη Μασσαλία τον Αύγουστο του 1793 που ονομάστηκε "Πόλη χωρίς όνομα". Οι βασιλικοί παρέδωσαν την Τουλόν στον Αγγλικό και τον Ισπανικό βασιλικό στρατό (28 Αυγούστου 1793).

Άνοδος του Ναπολέοντα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο επαναστατικός στρατός πολιόρκησε τους Άγγλους για τέσσερις μήνες, τελικά εκδιώχθηκαν τον Δεκέμβριο του 1793 από τον νεαρό ικανό στρατιωτικό του πυροβολικού Ναπολέων Βοναπάρτη. Οι 15.000 βασιλικοί δραπέτευσαν με τον στρατό των Άγγλων αλλά περίπου 7.000 παρέμειναν στην Τουλόν που πήρε το όνομα "Πόλη του Μοντάν". Τον Ιούλιο του 1794 έπεσαν οι Ορεινοί και ακολούθησαν αντίποινα από τους Γιρονδίνους, η ηρεμία επανήλθε όταν ανέβηκε ο Ναπολέων Βοναπάρτης στην εξουσία (1795). Ο Ναπολέων Α΄ επανέφερε στην εξουσία τις παλιές ευγενείς οικογένειες της Προβηγκίας, ο Βρετανός ναύαρχος Οράτιος Νέλσον απέκλεισε την Τουλόν με αποτέλεσμα να διακοπεί όλο το ναυτικό εμπόριο και να ακολουθήσει πείνα. Η ήττα και η πτώση του Ναπολέοντα εορτάστηκε με μεγαλοπρεπείς εκδηλώσεις στην Προβηγκία, όταν δραπέτευσε για την Έλβα (1 Μαρτίου 1815), στρατοπέδευσε στη Βαλλωρίς και δεν πέρασε από τις πόλεις της Προβηγκίας που ήταν εχθρικές απέναντι του.[33] Τα λιμάνια της Μασσαλίας και της Τουλόν είχαν μεγάλη εμπορική άνοδο ολόκληρο τον 19ο αιώνα, ήταν πρωταγωνιστές στο Γαλλικό εμπόριο με ολόκληρη τη Γαλλική αποικιακή αυτοκρατορία και την Ανατολή, η μεγάλη έκρηξη ήρθε όταν άνοιξε η Διώρυγα του Σουέζ (1869)

Ναπολεόντειοι πόλεμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το λιμάνι της Μασσαλίας (1825)

Ο Ναπολέων Γ΄ από τον Απρίλιο μέχρι τον Ιούλιο του 1859 έκανε μυστική συμφωνία με τον πρωθυπουργό του Πεδεμοντίου Καβούρ να τον βοηθήσει να διώξει τους Αυστριακούς από την Ιταλική χερσόνησο και να ενώσει την Ιταλία σε ένα βασίλειο. Ο Καβούρ σε αντάλλαγμα θα έπρεπε να του δώσει τη Σαβοΐα και την περιοχή της Νίκαιας. Ο Ναπολέων Γ΄ κήρυξε τον πόλεμο στην Αυστρία, μετά τη νίκη του στο Σολφερίνο οι Αυστριακοί παρέδωσαν τη Λομβαρδία στη Γαλλία. Η Γαλλία παρέδωσε όπως υποσχέθηκε τη Λομβαρδία στο Πεδεμόντιο, σε αντάλλαγμα δέχθηκε την περιοχή της Νίκαιας και τη Σαβοΐα (1860), τη Ροκεμπρύν-Καπ-Μαρτέν και το Μεντόν (1861).

Ο Εθνικός Σιδηροδρομικός Σταθμός ένωσε το Παρίσι με τη Μασσαλία (1848) στη συνέχεια επεκτάθηκε μέχρι την Τουλόν και τη Νίκαια (1864). Η Νίκαια, η Αντίμπ και η Ιέρ έγιναν οι πιο διάσημοι τόποι χειμερινών διακοπών για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή αριστοκρατία ανάμεσα στους οποίους ήταν και η Βασίλισσα Βικτώρια. Η Μασσαλία την εποχή του Ναπολέων Γ΄ είχε περίπου 250.000 κατοίκους και περιείχε μια μεγάλη Ιταλική κοινότητα, η Τουλόν είχε 800.000 κατοίκους, στις δύο πόλεις οικοδομήθηκαν επιβλητικά ανάκτορα, εκκλησίες, όπερες και πάρκα. Μετά την πτώση του Ναπολέων Γ΄ ακολούθησε ο Γαλλοπρωσικός Πόλεμος και η ήττα των Γάλλων με ταραχές στους δρόμους της Μασσαλίας (23 Μαρτίου 1871). Η Κομμούνα με αρχηγό τον Γκαστόν Κρεμιέ ανέλαβε τον έλεγχο της πόλης, τελικά συνετρίβη και ο αρχηγός της Γκαστόν Κρεμιέ εκτελέστηκε (30 Νοεμβρίου 1871). Η Προβηγκία αν και ήταν παραδοσιακά συντηρητική έβγαλε σημαντικές ριζοσπαστικές μορφές : ο πρωθυπουργός Λεόν Γκαμπετά ήταν γιος ενός εμπόρου από τη Μασσαλία, ο Ζωρζ Κλεμανσώ είχε εκλεγεί αναπληρωτής στη Βαρ (1885). Το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα υπήρξε αναγέννηση της Προβηγκιανής γλώσσας και έκρηξη της λογοτεχνίας με σημαντικότερο εκπρόσωπο τον Φρεντερίκ Μιστράλ που με το έργο του "Μιρέιγ" πήρε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας (1904).

Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το λιμάνι της Τουλόν γύρω στο 1750

Στο διάστημα ανάμεσα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Προβηγκία χωρίστηκε σε δύο περιοχές: την αγροτική συντηρητική και την αστική προοδευτική. Πολλές ταραχές και κινήματα ξέσπασαν στις πόλεις όπως στη Μασσαλία (1919) και στην Τουλόν (1935). Με την ήττα της Γαλλίας από τους Γερμανούς στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τον Ιούνιο του 1940 η Γαλλία χωρίστηκε σε μια ελεύθερη και σε μία υποταγμένη ζώνη, η Προβηγκία ανήκε στην ουδέτερη ζώνη. Την αρχική παθητική στάση ακολούθησε ενεργή αντίσταση όταν η Ναζιστική Γερμανία επιτέθηκε τον Ιούνιο του 1941 στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών, το Κομμουνιστικό Κόμμα είχε την πιο ενεργή συμβολή στην Αντίσταση. Ο Ζαν Μουλέν (1899 - 1943) αναπληρωτής του Σαρλ ντε Γκωλ και αρχηγός του κινήματος της Ελεύθερης Γαλλίας παραδόθηκε στην Μπους-ντυ-Ρον (2 Ιανουαρίου 1942) προκειμένου να ενωθούν όλα τα αντιναζιστικά κινήματα στη Γαλλία.

Τον Νοέμβριο του 1942 οι συμμαχικές δυνάμεις έκαναν επέμβαση στη βόρεια Αφρική στην Επιχείρηση Πυρσός, οι Γερμανοί στην Επιχείρηση Αττίλα κατέλαβαν ολόκληρη την Προβηγκία και μετέφεραν τη βάση τους στην Τουλόν. Ο Γαλλικός στόλος στην Τουλόν προσπάθησε να βάλει παγίδες στα πλοία για να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών. Οι Γερμανοί προχώρησαν σε μαζική σύλληψη των Εβραίων, μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και οι περισσότεροι εκτελέστηκαν. Το ένα τέταρτο της Μασσαλίας γύρω από το λιμάνι εκκενώθηκε αλλά η αντίσταση συνεχίστηκε δυναμικά, τον Απρίλιο του 1943 δολοφονήθηκε ο αρχηγός της Γαλλικής Πολιτοφυλακής. Δύο μήνες μετά την απόβαση των συμμαχικών δυνάμεων στη Νορμανδία (15 Αυγούστου 1944) ο Έβδομος Στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών υπό την ηγεσία του στρατηγού Αλεξάντερ Πατς (1889 - 1945) με τη βοήθεια ενός Γαλλικού στρατιωτικού σώματος υπό την ηγεσία του Ζαν ντε Λατρ ντε Τασινύ προχώρησαν στην ακτή του Βαρ. Οι Αμερικάνικες δυνάμεις βάδισαν προς τη Μανόσκ, τη Σιστερόν και την Γκάπ και οι Γάλλοι ελευθέρωσαν την Μπρινιόλ, τη Σαλόν, τις Αρλ και την Αβινιόν. Οι κάτοικοι της Τουλόν αντιστάθηκαν στους Γερμανούς και η Μασσαλία δεν ελευθερώθηκε μέχρι τις 25 Αυγούστου.

Σύγχρονα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χωριό Σαιν-Ζανέ πάνω στις Άλπεις

Μετά το τέλος του πολέμου η Μασσαλία γνώρισε ταχύτατη οικοδόμηση από τις καταστροφές ιδιαίτερα τα λιμάνια και οι σιδηροδρομικές γραμμές, η Οικιστική Μονάδα της Μασσαλίας οικοδομήθηκε την περίοδο 1947 - 1952. Η Προβηγκία έχασε έναν μεγάλο αριθμό από κατοίκους που έφυγαν για την Αλγερία μετά την ανεξαρτησία της, οι Αφρικανοί κάτοικοι ζούσαν μέχρι τότε σε ξεχωριστές κοινότητες στη Μασσαλία και την Τουλόν. Η Προβηγκία γνώρισε τη δεκαετία του 1940 μεγάλη πολιτιστική έκρηξη, ιδρύθηκαν το Φεστιβάλ της Αβινιόν (1947), άνοιξε ξανά το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Καννών και πολλά άλλα μεγάλα διεθνή γεγονότα. Η νέα σιδηροδρομική γραμμή ανάμεσα στο Παρίσι και τη Μασσαλία που εγκαινιάστηκε το 1970 μετέτρεψε την Προβηγκία σε διεθνή τουριστικό προορισμό σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η άφιξη της ταχείας αμαξοστοιχίας TGV ελάττωσε τον χρόνο στα ταξίδια ανάμεσα στη Μασσαλία και το Παρίσι στις τέσσερις ώρες.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Προβηγκία και Κυανή Ακτή, σελ. 12, εκδόσεις Explorer (2010)
  2. Le Petit Robert, Dictionnaire Universel des Noms Propres (1988).
  3. Le Petit Robert, Dictionnaire Universel des Noms Propres (1988).
  4. Eduouard Baratier (editor), Histoire de la Provence, Editions Privat, Toulouse, 1990, Introduction.
  5. Max Escalon de Fonton, L'Homme avant l'histoire, article in Histoire de la Provence, edited by Edouard Baratier, Editions Privat, Toulouse, 1990. σ. 14
  6. Max Escalon de Fonton, L'Homme avant l'histoire, σ. 15
  7. Escalon de Fonton, L'Homme avant l'histoire, σσ. 16–17
  8. Aldo Bastié, Histoire de la Provence, Editions Ouest-France, 2001
  9. Escalon de Fonton, L'Homme avant l'histoire, σσ. 16–17
  10. Escalon de Fonton, L'Homme avant l'histoire, σσ. 16–17
  11. J.R. Palanque, Ligures, Celts et Grecs, in Histoire de la Provence. σ. 33
  12. http://www.jwmt.org/v1n7/herakles.html
  13. J. Cited by R. Palanque, Ligures, Celts et Grecs, in Histoire de la Provence. σ. 34.
  14. J. R. Palanque, Ligures, Celts et Grecs, in Histoire de la Provence. σ. 34.
  15. J. R. Palanque, Ligures, Celts et Grecs, in Histoire de la Provence. σ. 34
  16. J. R. Palanque, Ligures, Celts et Grecs, in Histoire de la Provence. σ. 34.
  17. J. R. Palanque, Ligures, Celts et Grecs, in Histoire de la Provence. σ. 34.
  18. J.R. Palanque, Ligures, Celtes et Grecs, in Histoire de la Provence, σ. 39.
  19. R. Palanque, Ligures, Celtes et Grecs, in Histoire de la Provence, σ. 41.
  20. R. Palanque, Ligures, Celtes et Grecs, in Histoire de la Provence, σ. 44.
  21. Bastié, Histoire de la Provence, σ. 9
  22. Aldo Bastié, Histoire de la Provence, (σ. 13.)
  23. Aldo Bastié, Histoire de la Provence, Editions Ouest-France, 2001
  24. Collins, Roger (1989). The Arab Conquest of Spain 710–797. Oxford, UK / Cambridge, USA: Blackwell. σ. 92.
  25. Collins, Roger (1989). The Arab Conquest of Spain 710–797. Oxford, UK / Cambridge, USA: Blackwell. σ. 92.
  26. Histoire de la Provence, σ. 16
  27. Bastiė, Histoire de la Provence
  28. https://books.google.nl/books?id=Td4WAAAAQBAJ&pg=PA304&dq=1309,+Pope+Clement+V+avignon&hl=nl&sa=X&ved=0ahUKEwj0uvHU1MbKAhWG1RQKHVaTCx04FBDoAQhJMAU#v=onepage&q=1309%2C%20Pope%20Clement%20V%20avignon&f=false
  29. Bastiė, Histoire de la Provence, σ. 20.
  30. Bastié, Histoire de la Provence, (σ. 35)
  31. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 28 Μαρτίου 2019. 
  32. Bastié, Histoire de la Provence, (σ. 35)
  33. https://books.google.nl/books?id=QTImBAAAQBAJ&pg=PA158&dq=napoleon+avoided+provence+on+his+return+from+Elba&hl=nl&sa=X&ei=a95bVdXMDqW27gbL24OQDw&ved=0CCAQ6AEwAA#v=onepage&q=napoleon%20avoided%20provence%20on%20his%20return%20from%20Elba&f=false

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Edouard Baratier (editor), Histoire de la Provence, Editions Privat, Toulouse, 1990 (ISBN 2-7089-1649-1)
  • Aldo Bastié, Histoire de la Provence, Editions Ouest-France, 2001.
  • Michel Vergé-Franceschi, Toulon – Port Royal (1481–1789). Tallandier: Paris, 2002.
  • Cyrille Roumagnac, L'Arsenal de Toulon et la Royale, Editions Alan Sutton, 2001
  • Jim Ring, Riviera, The Rise and Fall of the Côte d'Azur, John Murray Publishers, London 2004
  • Marco Foyot, Alain Dupuy, Louis Dalmas, Pétanque – Technique, Tactique, Entrainement, Robert Laffont, Paris, 1984.
  • Denizeau, Gerard, Histoire Visuelle des Monuments de France, Larousse, 2003
  • LeMoine, Bertrand, Guide d'architecture, France, 20e siecle, Picard, Paris 2000
  • Jean-Louis André, Jean-François Mallet, Jean daniel Sudres, Cuisines des pays de France, Éditions du Chêne, Hachette Livre, Paris 2001
  • Prosper Mérimée, Notes de voyages, ed. Pierre-Marie Auzas (1971)
  • Martin Garrett, Provence: a Cultural History (2006)
  • James Pope-Hennessy, Aspects of Provence (1988)
  • Laura Raison (ed.), The South of France: an Anthology (1985)

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Provence στο Wikimedia Commons