Μουαζέζ Ιλμιγέ Τσιγκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μουαζέζ Ιλμιγέ Τσιγκ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση20  Ιουνίου 1914[1]
Προύσα
Χώρα πολιτογράφησηςΤουρκία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςτουρκικά[2]
Αγγλικά
Γερμανικά
Σουμεριακή γλώσσα
Ακκαδική γλώσσα
Χεττιτική γλώσσα
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο της Άγκυρας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταασσυριολόγος
αρχαιολόγος
ΕργοδότηςΑρχαιολογικά μουσεία Κωνσταντινούπολης
Αξιώματα και βραβεύσεις
Βραβεύσειςεπίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Μουαζέζ Ιλμιγέ Τσιγκ (τουρκικά: Muazzez İlmiye Çığ, 20 Ιουνίου 1914) είναι Τουρκάλα αρχαιολόγος και ασσυριολόγος, που ειδικεύεται στη μελέτη του πολιτισμού των Σουμέριων και συγγραφέας. Το 2006, σε ηλικία 92 ετών, έλαβε παγκόσμια αναγνωρισιμότητα, όταν έναν χρόνο πριν, είχε κυκλοφορήσει ένα βιβλίο, στο οποίο ανέλυε το πώς η μαντίλα, δεν έχει τις ρίζες στα πρώτα χρόνια του ισλαμισμού, αλλά προέρχεται από τις ιέρειες των Σουμέριων, οι οποίες φορούσαν μαντίλα, ώστε να μυήσουν νεαρά αγόρια στον έρωτα.

Η Τσιγκ γεννήθηκε στην Προύσα, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από γονείς Τάταρους από την Κριμαία. Οι οικογένειες των γονιών της είχαν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν στην Τουρκία. Η Τσιγκ γεννήθηκε ελάχιστα πριν ξεσπάσει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Κατά την εισβολή των Ελληνικών στρατευμάτων στη Σμύρνη, ο πατέρας της πήρε την οικογένειά του και εγκαταστάθηκε στην πόλη Τσορούμ, όπου τα παιδιά του έλαβαν την πρώτη τους εκπαίδευση. Παρόλα αυτά, σε ηλικία 17 ετών εκείνη επέστρεψε στην Προύσα, όπου ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές της. Εργάστηκε για πέντε χρόνια ως δασκάλα, κι έπειτα πήγε στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας, όπου σπούδασε στο τμήμα της χετταιολογίας.[3] Το 1940, έλαβε το πτυχίο της και ξεκίνησε να εργάζεται σε μουσεία και άλλα ινστιτούτα.[3]

Παντρεύτηκε με τον τότε διευθυντή του μουσείου Τοπ Καπί, Μ. Κεμάλ Τσιγκ. Η Τσιγκ είναι υπέρμαχος του σεκουλαρισμού και των γυναικείων δικαιωμάτων στην Τουρκία. Είναι επίσης επίτιμο μέλος του Γερμανικού Ινστιτούτου Αρχαιολογίας και του Πανεπιστημίου Αρχαίων Επιστημών της Κωνσταντινούπολης. Το 2002, κυκλοφόρησε και η αυτοβιογραφία της, με τίτλο Çivi çiviyi söker. Αυτή και ο εκδότης της κατηγορήθηκαν ότι παρακινούν θρησκευτικό μίσος.[4] Οι κατηγορίες έπεσαν τον Οκτώβριο του 2006,[5][6] όταν πέρασε κι από δίκη (η οποία της χάρισε δημοσιότητα), λέγοντας ότι «Εγώ δεν προσέβαλα κανέναν... Εγώ είμαι μία γυναίκα της επιστήμης».[7][8] Ενώ στη συνέχεια αθωώθηκε και ο εκδότης της.[9][10][11] Κατά τη διάρκεια της καριέρας της έχει κυκλοφορήσει πάμπολλες μελέτες και συγγράμματα, τα οποία πολλά μεταφράστηκαν και στην αγγλική γλώσσα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]