Μαρία δε Λούνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μαρία δε Λούνα
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1353[1] ή 1357[2] ή 1358[3]
Pedrola
Θάνατος28  Δεκεμβρίου 1406[4]
Βιγιαρρεάλ
Τόπος ταφήςΜονή Πομπλέτ
Χώρα πολιτογράφησηςΒασίλειο της Αραγωνίας
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΙσπανικά
Καταλανικά
λατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητασυγγραφέας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜαρτίνος της Αραγονίας (από 1372)[5]
ΤέκναΜαρτίνος Α΄ της Σικελίας
ΓονείςLope de Luna και Brianda d'Agoult
ΑδέλφιαFernando López de Luna
Brianda de Luna
ΟικογένειαHouse of Luna
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Μαρία ντε Λούνα, (περί το 1358 - 1406) από τον Οίκο της Λούνα ήταν κόρη του κόμη Λόπε ντα Λούνα και της Μπριάνδα δα Γκοτ μιας αριστοκράτισσας από την Προβηγκία, με τον γάμο της έγινε βασίλισσα της Αραγωνίας (1396 - 1406). Τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του Μαρτίνου ανέλαβε την αντιβασιλεία την εποχή που ο σύζυγος της ήταν απασχολημένος με το Βασίλειο της Σικελίας, είχε κληρονομικές αξιώσεις. Αρραβωνιάστηκε τον Μαρτίνο σε παιδική ηλικία και μεταφέρθηκε στην αυλή της πεθεράς της Ελεονώρας της Σικελίας. Το ζεύγος παντρεύτηκε στη Βαρκελώνη (13 Ιουνίου 1372) και η Μαρία έγινε βασίλισσα με την άνοδο στον θρόνο του συζύγου της (1396). Την εποχή που έγινε βασιλιάς ο Μαρτίνος βρισκόταν στη Σικελία έγινε αντιβασίλισσα μαζί με τη συνυφάδα της Γιολάντα του Μπαρ και τον Ματθαίο του Φουά μέχρι την επιστροφή του (1397). Αποδείχτηκε πολύ ικανή σαν κυβερνήτης με περισσότερα χαρίσματα από τον σύζυγο της. Υποστήριξε τους φτωχούς, έριξε τους φόρους, δέχτηκε τους Ιουδαίους και τους Μουσουλμάνους και προσπάθησε να τερματίσει τις συγκρούσεις ανάμεσα στους ευγενείς. Επικοινώνησε με τον αντίπαπα Βενέδικτο ΙΓ΄ που ήταν επίσης από την Αραγωνία και του ζήτησε να απαγορεύσει μερικές αδικίες. Περιγράφεται σοφή, ευγενής, δεν ήταν ποτέ φανατική ούτε αγαπούσε την πολυτέλεια, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον στην ποίηση και τη λογοτεχνία.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η οικογένεια της ήταν από τις επιφανέστερες σε ολόκληρη την Ισπανία, είχε στενές σχέσεις με την πολιτική και θρησκευτική αριστοκρατία, ανάμεσα τους ο Λόπε Φερνάντε ντε Λούνα αρχιεπίσκοπος της Σαραγόσα και ο Αντίπαπας Βενέδικτος ΙΓ΄. Ο πατέρας του ανέδειξε περισσότερο την οικογένεια, το Στέμμα της Αραγωνίας του έδωσε ως ανταμοιβή τον τίτλο του "Κόμη", ήταν η μοναδική οικογένεια σε όλη την Αραγωνία που είχε μέλος με αυτό τον τίτλο.[6] Ο πατέρας της δεν είχε κάνει παιδιά στον πρώτο του γάμο, η Μαρία ήταν κληρονόμος του τίτλου από τη μέρα που γεννήθηκε. Το γεγονός ότι ο πατέρας της είχε άλλον έναν νόθο γιο κι μια μεταθανάτια κόρη με την Μπριάνδα δεν επηρέασε τη διαδοχή.[7]

Γάμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο θάνατος του Λόπε ντα Λούνα (1360) άφησε τη μικρή Μαρία σε ηλικία μόλις 2 ετών σαν μιά από τους πλουσιότερους γαιοκτήμονες στην Ιβηρική. Ο Πέτρος Δ΄ της Αραγωνίας ενδιαφέρθηκε έντονα να την παντρέψει με τον μικρότερο γιο του Μαρτίνο, οι διαπραγματεύσεις έγιναν με τη μητέρα της και τον αρχιεπίσκοπο της Σαραγόσα που ήταν συγγενής της.[8] Ο αρραβώνας έγινε το καλοκαίρι του 1361 με τον όρο να μείνει στο σπίτι της μέχρι την ηλικία των οκτώ ετών και στη συνέχεια να μετακομίσει στην πεθερά της Ελεονώρα της Σικελίας, ο γάμος της έγινε σε ηλικία 14 ετών.[9] Οι διαδικασίες εξελίχτηκαν ταχύτερα, η Μαρία σε ηλικία 4 - 5 ετών (1362) βρισκόταν ήδη στην αυλή της πεθεράς της, γνώρισε τον μελλοντικό της σύζυγο καλύτερα από νωρίς. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες σχετικά με την ανατροφή της, το βέβαιο είναι ότι έγραφε καλά και είχε μεγάλη συλλογή βιβλίων, με την ενηλικίωση της ανέλαβε τη διακυβέρνηση των εδαφών.[10] Ο Μαρτίνος και η Μαρία παντρεύτηκαν (13 Ιουνίου 1372) στην εκκλησία της Σάντα Μαρία ντελ Μαρ στη Βαρκελώνη παρουσία του βασιλιά Πέτρου Δ΄ και πολλών άλλων ευγενών. Τα επόμενα χρόνια η Μαρία ασχολήθηκε με τη γέννηση των παιδιών, τη διαχείριση του νοικοκυριού και των βασιλικών εδαφών.[11] Ο σύζυγος της είχε μεγάλη βασιλική εύνοια από τον πατέρα του, τον διαδέχθηκε ο κουνιάδος της Ιωάννης Α΄ της Αραγωνίας (5 Ιανουαρίου 1368). Ο Ιωάννης Α΄ έκανε τον μικρότερο αδελφό του δούκα του Μοντμπλάνκ, αυτό ήταν εξαιρετική τιμή για τον ίδιο και τη Μαρία.[12]

Βασίλισσα της Αραγωνίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιωάννης Α΄ πέθανε χωρίς κληρονόμους (1396), τον διαδέχθηκε ο μικρότερος αδελφός του Μαρτίνος, βρισκόταν σε στρατιωτική εκστρατεία στη Σικελία και έμαθε για τον θάνατο του αδελφού του μετά από πολλές βδομάδες.[13] Η Μαρία διορίστηκε υπολοχαγός-αντιβασιλεύς στο όνομα του συζύγου της μέχρι την επιστροφή του.[14] Η σύζυγος του Ιωάννη Α΄ Γιολάντα του Μπαρ ήταν έγκυος και η διαδοχή του Μαρτίνου ήταν σε αμφισβήτηση σε περίπτωση που θα γεννούσε γιο. Την ίδια εποχή η κόρη του Ιωάννη Α΄ από τον πρώτο του γάμο Ιωάννα της Αραγωνίας, κόμισσα της Φουά διεκδίκησε επίσης τη διαδοχή, την υποστήριξε ο σύζυγος της Ματθαίος της Φουά και η πανίσχυρη οικογένεια του.[15] Η Μαρία προσπάθησε ανεπιτυχώς να πείσει τον Μαρτίνο να επιστρέψει στην Αραγωνία, αρνήθηκε για πολλούς μήνες να εγκαταλείψει τη στρατιωτική του εκστρατεία. Με τον ισχυρισμό ότι ανησυχούσε για την υγεία της Γιολάντας λόγω της εγκυμοσύνης της μπόρεσε να απομακρύνει τους οπαδούς της σε ένα από τα κάστρα της, η εγκυμοσύνη σύντομα αποδείχτηκε ψεύτικη.[16] Η Μαρία συγκέντρωσε στρατό με τον οποίο αιχμαλώτισε τους οπαδούς του Ματθαίου και της Μαρίας, τους έδιωξε σε όλα από τα κάστρα τους, τελικά υποτάχθηκαν και επέστρεψε ο Μαρτίνος.[17] Με την επιστροφή του Μαρτίνου στην Αραγωνία τελείωσε η αντιβασιλεία της Μαρίας, εξακολουθούσε όμως να αποτελεί ουσιαστική σύμβουλος μέχρι το τέλος όπως φαίνεται από τις επιστολές.[18]

Μέθοδοι διακυβέρνησης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι καταγραφές σχετικά με τις διατροφικές συνήθειες της Μαρίας και την παρασκευή του φαγητού ήταν εξαιρετικά δημοφιλείς στην Ιβηρική στις αρχές του 15ου αιώνα. Το έργο "Φαγητό στους λογαριασμούς μιας ταξιδεμένης κυρίας, Μαρία ντε Λούνα βασίλισσα της Αραγωνίας (2003)" περιέχει πολλές πληροφορίες σχετικά με το μαγείρεμα του φαγητού, το βάρος των ζώων που έτρωγαν και την ποσότητα του κριθαριού που χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή ψωμιού. Ο τρόπος που έτρωγε και έπινε την έκανε να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους, έγινε πρότυπο σε όλους όσους ήταν γύρω της. Τα έθιμα στο βασιλικό νοικοκυριό καθορίστηκαν από "τη φιλανθρωπία της βασίλισσας και τις προσωπικές εξαιρέσεις στο φαγητό της λόγω της άσχημης υγείας της". Την Πεντηκοστή στην περίοδο της νηστείας έτρωγε πουλερικά σύμφωνα με τις συμβουλές των γιατρών ώστε να δυναμώσει το σώμα της.[19] Οι λογαριασμοί από το 1403 δείχνουν την πολυτέλεια της βασιλικής αυλής και τη μεγάλη ποικιλία των φαγητών, "το φαγητό και η εμφάνιση της ήταν διακριτικά στοιχεία του κύρους της".[20] Η γεωργία της Βαλένθια ήταν πολύ πλούσια για την παραγωγή μεγάλης ποικιλίας φαγητού αλλά η Μαρία τότε έκανε πολλά ταξίδια και σε γύρω περιοχές χωρίς να την ακολουθούν οι οπαδοί της όπως φαίνεται.

Πολιτική απέναντι σε μειονότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Μαρία ντα Λούνα ανέκτησε τον έλεγχο σε επτά κοινότητες που κατοικούσαν Εβραίοι και έξι Μαυριτανοί, ανέλαβε την πρωτοβουλία να ρυθμίσει τα δικαιώματα όλων των θρησκευτικών μειονοτήτων.[21] Οι Εβραίοι του Μορβέρδε μια κοινότητα 20 χιλιόμετρα βόρεια από τη Βαλένθια είχαν υποσστεί στο παρελθόν πολλές σφαγές και διωγμούς. Η ΄΄"Ένωση της Βαλένθια" επιτέθηκε τον Νοέμβριο του 1365 στην κοινότητα απέναντι στους επαναστάτες εναντίον του βασιλιά Πέτρου Γ΄ της Αραγωνίας. Από τον χειμώνα του 1363 μέχρι τον Μάρτιο του 1365 την κοινότητα κατέλαβε το Βασίλειο της Καστίλης. Ο Εβραικός πληθυσμός της Αραγωνίας δοκιμάστηκε σκληρά (1391) όταν ο Δομηνικανός ιερέας Βιθέντε Φερρέρ χρησιμοποίησε εναντίον τους βία. Ο Φερδινάνδος Α΄ της Αραγωνίας έκανε τέλος και αυτός πολλές προσπάθειες να προσυλητίσει τους Ιουδαίους.[22] Η κοινότητα του Μορβέρδε είχε μεγάλες δυσκολίες επειδή δέχθηκε πολλούς δραπέτες από τους διωγμούς του 1391. Η Μαρία ντε Λούνα προσπάθησε να ρίξει τον ψηλό φόρο που είχε επιβάλει ο Πέτρος Γ΄ στην κοινότητα στο ένα τέταρτο όπως είχε κάνει πριν ο κουνιάδος της Ιωάννης Α΄.[23]

Με τη βασιλική της ισχύ απαγόρευσε στις τοπικές κοινότητες να επιβάλουν φόρο στους κατοίκους που προσπαθούσαν τότε να κάνουν, παραδοσιακά τον έδιναν μόνο στον βασιλιά.[24] Η Μαρία διαφοροποιήθηκε από τον σύζυγο της (1403) που ήθελε στους Εβραίους να επιβάλουν διακριτικά σε κόκκινο και κίτρινο χρώμα, κατόρθωσε να το εξαιρέσει στο Μορβέρδε και την Όντα δυο κοινότητες που έκαναν εμπόριο. Τα διακριτικά που τα είχε επιβάλει ο Ιωάννης Α΄ σε κόκκινο χρώμα (1391) έγιναν πιο μικρά και διακριτικά, ο στόχος τους ήταν να ξεχωρίσουν τους Ιουδαίους από τους χριστιανούς.[25] Η Μαρία ντα Λούνα έδειξε ιδιαίτερες ανησυχίες για τον Εβραίικό πληθυσμό γύρω από όλα τα θέματα, όταν ένας Εβραίος που είχε ευεργετήσει κατηγορήθηκε για απιστία στην Καθολική εκκλησία επιχείρησε να τον προστατεύσει. Στην αρχή προσποιήθηκε ότι έπρεπε να τιμωρηθούν οι Εβραίοι παραβάτες αλλά σε όλες τις περιπτώσεις προσπαθούσε να μετριάσει την ποινή τους, σε μια περίπτωση που έμαθε ότι Εβραίες γυναίκες απαρνήθηκαν τον Καθολικό όρκο ανάγκασε τους επισκόπους να τις ελευθερώσει. Στην προσπάθεια αυτή χρησιμοποίησε τη φράση "τα δικαιώματα και οι υποτελείς μας θα παραμείνουν ακέραια".[26][27] Στην οικονομική της πολιτική προσπάθησε να προστατεύσει τους αγρότες από την ασυδοσία των γαιοκτημόνων, ζήτησε ανεπιτυχώς γι΄αυτό τη βοήθεια του πάπα Βενέδικτου ΙΓ΄.[28]

Αναγνώριση και θρύλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εσκούδο της Μαρίας ντα Λούνα στο Μοναστήρι του Πομπλέτ.

Τη δεκαετία του 1390 ο Φραγκισκανός θεολόγος Φραγκίσκος Ειξιμένης προσάρμοσε ένα προηγούμενο έργο του, με ένα σύνολο ύμνων και ευχών δημιούργησε τη "Σκάλα του Θεού", την παρουσίασε στη Μαρία όταν έγινε βασίλισσα. Ο Ειξιμένης που ήταν 30 χρόνια μεγαλύτερος από τη Μαρία δεν είχε μόνο λογοτεχνική επίδραση απέναντι της, τη γνώριζε από πολύ μικρή και της συμπεριφερόταν σαν πατέρας της. Δεν διετέλεσε κυβερνητικός σύμβουλος αλλά ήταν ο εκτελεστής στη διαθήκη της. Η "Σκάλα του Θεού" περιείχε τις 10 εντολές, τις αρετές της βασίλισσας, τα επτά θανάσιμα αμαρτήματα, μία ανάλυση για τη μετάνοια και μία για τον στοχασμό. Ο στόχος του ήταν να εφαρμόσει το Στέμμα της Αραγωνίας τη Φραγκισκιανική μεταρρύθμιση, οι Φραγκισκιανοί μοναχοί θεωρούσαν την προηγούμενη βασίλισσα Γιολάντα του Μπαρ "σκανδαλώδη τύπο, πολύ Γαλλίδα και ακατάλληλη για τις κρατικές υποθέσεις".[29] Η Μαρία πήρε δύο αντίγραφα της "Σκάλας του Θεού" (1397 - 1404), ο Ειξιμένης της τα παρουσίασε ως εξής :

"Υψηλή Κυρία πολλές φορές η υψηλότητα σας μου έχει δώσει θάρρος, αποφάσισα να δημιουργήσω μερικά βιβλία με στόχο την προβολή της πνευματικής ζωής. Ο στόχος μου είναι να αποφύγετε κάθε προσβολή στον θεό, να ζείτε με αρετή και σύμφωνα με το θέλημα του, είμαι ικανοποιημένος από την ευσέβεια σας και το έργο αυτό θα σας την αυξήσει".

Ο τρόπος παραγωγής της "Σκάλας του Θεού" είναι ενδεικτικό σχετικά με τον ρόλο που είχαν οι γυναίκες τον Μεσαίωνα. "Αυτή την εποχή οι γυναίκες είναι επιρρεπείς στις ακολασίες, η λογοτεχνία μπορεί να ηρεμήσει το πνεύμα τους και να το στρέψει σε πιο ευγενείς σκοπούς όπως δίδαξε ο Αυγουστίνος Ιππώνος, να αποφύγουν τις ηδονές του σώματος. Ο Ειξιμένης αναγνωρίζει ότι η Μαρία ντε Λούνα ανήκει σε αυτό το πρότυπο της γυναίκας".[30] Ο ρόλος της γυναίκας περιορίζεται στο σπίτι, την οικογένεια και το σώμα, στην περίπτωση της διακυβέρνησης πρέπει να έχει δευτερεύοντα ρόλο.[31]

"Η βασίλισσα οφείλει να διατηρήσει στο βασίλειο την ειρήνη, να είναι πιστή, δίκαιη στον λαό της, να μην χρησιμοποιεί μεθόδους τυραννίας, οι σύμβουλοι της θα πρέπει να φοβούνται τον θεό, να μην είναι άπληστοι και να ενδιαφέρονται για το δημόσιο καλό."

Ο Ειξιμένης γράφει ότι "η βασίλισσα πρέπει να προσεύχεται με ταπεινότητα, να σκύβει και να φιλάει το έδαφος πριν από την εικόνα του θεού. Η προσευχή θα πρέπει να γίνεται σε ένα ιδιωτικό θάλαμο ή σε ένα παρεκκλήσι ώστε να επαναλαμβάνεται σε καθημερινή βάση το βράδυ ή την αυγή".[32] Η συγγραφέας Νουρία Σίλλερας Φερνάντες στο έργο της "Άρματα κυριών" γράφει ότι οι σχέσεις της Μαρίας με τον Ειξεμένη είχαν σαν συνέπεια τη μεγάλη φήμη της σαν βασίλισσα.[33] Η συγγραφέας γράφει ότι "Ο Ειξεμένης έδωσε εμπνεύσεις στη Μαρία να γίνει πρότυπο βασίλισσας καθιερώνοντας τη βασιλική αξιοπρέπεια, μπορούσε να ασκήσει δύναμη χωρίς να αναστατώνει τους διακριτούς ρόλους ανάμεσα στα δύο φύλλα".

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με τον σύζυγο της Μαρτίνο της Αραγωνίας απέκτησε :

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 www.enciclopedia-aragonesa.com/voz.asp?voz_id=8472.
  2. 2,0 2,1 www.enciclopedia.cat/EC-GEC-0040264.xml.
  3. 3,0 3,1 (Αγγλικά) Library of Congress Authorities. Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου. Ανακτήθηκε στις 29  Αυγούστου 2017.
  4. ccsocials.blogspot.com/2008/12/mort-de-la-reina-maria-luna-vila-real.html.
  5. p11340.htm#i113396. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  6. Silleras-Fernandez, σσ. 14-15
  7. Silleras-Fernandez, σ. 13
  8. Silleras-Fernandez, σσ. 13-14
  9. Silleras-Fernandez, σ. 17
  10. Silleras-Fernandez, σσ. 19-20
  11. Silleras-Fernandez, σ. 27
  12. Silleras-Fernandez, σσ. 24-25
  13. Silleras-Fernandez, σσ. 42-43
  14. Silleras-Fernandez, σ. 41
  15. Silleras-Fernandez, σσ. 43-47
  16. Silleras-Fernandez, σσ. 60-61
  17. Silleras-Fernandez, σσ. 60-61
  18. Silleras-Fernandez, σσ. 62-63
  19. Marsilla
  20. Marsilla
  21. Meyerson, σ. 66
  22. Meyerson, σ. 55
  23. Meyerson, σ. 68
  24. Meyerson, σ. 73
  25. Meyerson, σ. 71
  26. Meyerson, σσ. 74-77
  27. Meyerson, σ. 74
  28. Meyerson, σσ. 84-85
  29. Meyerson, σ. 100
  30. Silleras-Fernandez, σ. 100
  31. Silleras-Fernandez, σ. 104
  32. Silleras-Fernandez, σ. 125
  33. Silleras-Fernandez, σ. 125

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Garcia Marsilla, J. (2018). Food in the accounts of a travelling lady: Maria de Luna, queen of Aragon, in 1403. Journal of Medieval History, 44 (5), 569–594.
  • Meyerson, Mark. "Defending their Jewish Subjects: Elinor of Sicily, Maria de Luna, and the Jews of Morvedre". Queenship and Political Power in Medieval and Modern Europe. Ed. Theresa Earenfight. Burlington: Ashgate, 2005. 78–90. Print.
  • Planas, Josefina. "La Paz de las Plegarias." e-Spania Revue interdisciplinaire d’études hispaniques médiévales et modernes.
  • Silleras-Fernández, Núria. Fit for a Queen: The Scala Dei, Franciscan Queenship, and Maria de Luna (Barcelona, c. 1396—1410). (2015). In Chariots of Ladies: Francesc Eiximenis and the Court of Culture of Medieval and Early Modern Iberia (p. 98). Ithaca; London: Cornell University Press.
  • Silleras-Fernández, Núria. Power, Piety, and Patronage in Late Medieval Queenship: Maria de Luna. Palgrave Macmillan, 2008.
  • Silleras-Fernández, Núria. "Spirit and Force: Politics, Public, and Private in the Reign of Maria de Luna". Queenship and Political Power in Medieval and Modern Europe. Ed. Theresa Earenfight. Burlington: Ashgate, 2005. 78–90. Print.