Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία
Κοπτικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας
ϯⲉⲕ̀ⲕⲗⲏⲥⲓⲁ ⲛ̀ⲣⲉⲙⲛ̀ⲭⲏⲙⲓ ⲛ̀ⲟⲣⲑⲟⲇⲟⲝⲟⲥ (κοπτική)
الكنيسة القبطية الأرثوذكسية (αραβική)
ΙδρυτήςΕυαγγελιστής Μάρκος
ΑνεξαρτησίαΑποστολική Εποχή
ΠροκαθήμενοςΘεόδωρος Β΄
ΈδραAbbassia, Κάιρο
ΕπικράτειαΑίγυπτος και όλη η Αφρικανική Ήπειρος, Ασία και διασπορά
ΓλώσσαΚοπτική, Ελληνική, Αραβική, Αραβικές διάλεκτοι, Βερβερικές γλώσσες
Πιστοί10 εκατομμύρια [1][2]
Δικτυακός τόποςΚοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία
Κοπτική εικόνα του Χριστού

Η Κοπτική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλεξάνδρειας (κοπτικά: Ϯⲉⲕ̀ⲕⲗⲏⲥⲓⲁ ̀ⲛⲣⲉⲙ̀ⲛⲭⲏⲙⲓ ⲛⲟⲣⲑⲟⲇⲟⲝⲟⲥ‎‎) ή Κοπτικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας είναι μια Προχαλκηδόνια (Ανατολίτικη Ορθόδοξη) Χριστιανική εκκλησία με κανονική δικαιοδοσία στην Αίγυπτο, την Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Επικεφαλής της Εκκλησίας και του Θρόνου της Αλεξάνδρειας είναι ο «Πάπας Αλεξανδρείας και Πατριάρχης της Έδρας του Αγίου Μάρκου» Θεόδωρος Β΄, ο οποίος φέρει και τον τίτλο του Κόπτη Πάπα. Ονομάζεται Θρόνος της Αλεξάνδρειας για ιστορικούς λόγους, αλλά σήμερα ο Κόπτης Πάπας εδρεύει στον Κοπτικό Ορθόδοξο καθεδρικό ναό του Αγίου Μάρκου στην περιοχή Abbassia στο Κάιρο. Ο ναός ακολουθεί το Αλεξανδρινό τυπικό για τη λειτουργία, την προσευχή και την παράδοσή του. Με 20-25 εκατομμύρια μέλη παγκοσμίως, από τα οποία περίπου 18 έως 22 εκατομμύρια στην Αίγυπτο[3], είναι η μεγαλύτερη χριστιανική εκκλησία της χώρας.

Κατά την παράδοσή της, η Κοπτική Εκκλησία ιδρύθηκε από τον Άγιο Μάρκο, απόστολο και ευαγγελιστή, κατά τα μέσα του 1ου αιώνα (περί το έτος 42)[4].Τον 4-7ο αιώνα η Κοπτική Εκκλησία επεκτάθηκε βαθμιαία χάρη στον εκχριστιανισμό του Βασιλείου του Αξούμ και των δύο από τα τρία βασιλεία της Νουβίας, της Νοβαδίας και της Αλοδίας, ενώ το τρίτο βασίλειο της Νουβίας, η Μακουρία, αναγνώρισε τον Κόπτη Πατριάρχη αφού προηγουμένως είχε στοιχηθεί με τη Βυζαντινή Ορθόδοξη Εκκλησία.

Μετά το 639, η Αίγυπτος πέρασε στην κυριαρχία των Μουσουλμάνων κατακτητών της από την Αραβία και η μεταχείριση των Κοπτών χριστιανών κυμαινόταν από ανοχή μέχρι και ανοικτό διωγμό. Τον 12ο αιώνα, η Εκκλησία μετέφερε την έδρα της από την Αλεξάνδρεια στο Κάιρο. Τον ίδιο αιώνα οι Κόπτες έγιναν θρησκευτική μειονότητα. Κατά τον 14ο και 15ο αιώνα, ο Νουβικός Χριστιανισμός αντικαταστάθηκε από το Ισλάμ.

Το 1959 χορηγήθηκε αυτοκεφαλία στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αιθιοπίας. Αυτή επεκτάθηκε και στην Ορθόδοξη Εκκλησίας της Ερυθραίας το 1998 μετά τον επιτυχημένο πόλεμο της Ανεξαρτησίας της από την Αιθιοπία.

Από την Αραβική Άνοιξη του 2011, οι Κόπτες έχουν υποστεί αυξημένες θρησκευτικές διακρίσεις και βία[5].

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. UK, Foreign & Commonwealth Office (FCO). «Country Profile: The Arab Republic of Egypt» (στα Αγγλικά). Government of the United Kingdom. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Ιουλίου 2009. Ανακτήθηκε στις 19 Απριλίου 2020. 
  2. (στα αγγλικά) Excluded and Unequal. The Century Foundation. 9 May 2019. https://tcf.org/content/report/christian-exclusion-from-egypts-security-state/?session=1. Ανακτήθηκε στις 19 April 2020. «Copts are generally understood to make up approximately 10 percent of Egypt's population.». 
  3. «New Egyptian Constitution Holds Promise for Copts». National Catholic Register. Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2019. 
  4. Ο Ευσέβιος Καισαρείας, συγγραφέας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας τον 4ο αιώνα, αναφέρει ότι ο Άγιος Μάρκος ήρθε στην Αίγυπτο το πρώτο ή τρίτο έτος της βασιλείας του Κλαυδίου, δηλαδή το 41 ή το 43 Otto Friedrich August Meinardus (2002). Two Thousand Years of Coptic Christianity. American Univ in Cairo Press. σελ. 28. ISBN 978-977-424-757-6. 
  5. https://edition.cnn.com/2017/04/09/middleeast/egypt-coptic-christians/index.html