Ιάκωβος Ιωάννης Άνκαρστρομ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ιάκωβος Ιωάννης Άνκαρστρομ
Πλήρες όνομα
Ιάκωβος Ιωάννης Άνκαρστρομ
Γέννηση11 Μαΐου 1762 (1762-05-11)
Στοκχόλμη, Σουηδία
Θάνατος27 Απριλίου 1792 (29 ετών)
Στοκχόλμη, Σουηδία
Spouse(s)Γουσταυιάννα Ελισάβετ Λεβίαν (1764-1844)
Απόγονοι
Γουσταύα Ελεονώρα Λεβίανστρομ (1785-1860), Καρολίνα Λοβίζα, Ιωάννης Ιάκωβος, Κάρολος Δαβίδ.
ΠατέραςΙάκωβος Ιωάννης Άνκαρστρομ ο Πρεσβύτερος
ΜητέραΧεδβίγη Ούλρικα Ντρούφβα
ΙδιότηταΣτρατιωτικός Αξιωματικός και Δολοφόνος

Ο Ιάκωβος Ιωάννης Άνκαρστρομ (Σουηδικά: Jacob Johan Anckarström, 11 Μαΐου 1762 - 27 Απριλίου 1792) ήταν Σουηδός στρατιωτικός αξιωματικός που δολοφόνησε τον Γουσταύο Γ', βασιλιά της Σουηδίας. Καταδικάστηκε και εκτελέστηκε για Βασιλοκτονία.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άνκαρστρομ ηταν ο γιος του Ιάκωβου Ιωάννη Άνκαρστρομ του Πρεσβύτερου και του Χεδβίγης Ούλρικας Ντρούφβα. Παντρεύτηκε την Γουσταυιάννα Ελισάβετ Λεβίαν (1764-1844) το 1783 και απέκτησε δύο κόρες και δύο γιους: την Γουσταύα Ελεονώρα Λεβίανστρομ (1785-1860), την Καρολίνα Λοβίζα, τον Ιωάννη Ιάκωβο και τον Κάρολο Δαβίδ.

Ο Άνκαρστρομ υπηρέτησε ως Ιπποκόμος στο Παλάτι και στη συνέχεια ως στρατιωτικός αξιωματικός του Βασιλιά Γουσταύος Γ’ μεταξύ 1778 και 1783. Κατά τη διάρκεια ταξιδιών του στη Γκότλαντ, κατηγορήθηκε ότι διέδιδε συκοφαντίες εναντίον του βασιλιά και κατέφυγε στη Στοκχόλμη, όπου πέρασε το χειμώνα. Στη συνέχεια συνελήφθη και δικάστηκε στη Γκότλαντ. Αν και αθωώθηκε λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων, αργότερα ανέφερε στη ομολογία του ότι αυτό το περιστατικό πυροδότησε τη φωτιά του μίσους προς τον βασιλιά, τροφοδοτούμενο από το σύγχρονο επαναστατικό κίνημα στην Ευρώπη.

Ζωγραφιά που παρουσιάζει τον Άνκαρστρομ να μαστιγώνεται.

Οι Σουηδοί ευγενείς αντιτίθονταν βίαια στον βασιλιά, ο οποίος, με τη βοήθεια των άλλων ταγμάτων του κράτους, είχε αποσπάσει τα προνόμια των αριστοκρατών και κυβερνούσε πιο δεσποτικά. [1] Αυτή η δυσαρέσκεια αυξήθηκε από το πραξικόπημα του 1789, και από τη γνωστή επιθυμία του βασιλιά να παρέμβει υπέρ του Λουδοβίκου ΙΗ’ στη Γαλλία.[1] Ο Άνκαρστρομ, ένας άνθρωπος με έντονα πάθη και βίαιη ιδιοσυγκρασία, αποφάσισε τη δολοφονία του Γουσταύου Γ’ και κοινοποίησε την πρόθεση του σε άλλους δυσαρεστημένους ευγενείς, όπως οι Κόμηδες Χορν και Ρίμπινγκ. [1]

Εντούτοις, οι αρχικές απόπειρες εναντίων του βασιλιά απέτυχαν. [1]

Ιάκωβος Ιωάννης Άνκαρστρομ

Η δολοφονία του Γουσταύου Γ’[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 16 Μαρτίου 1792, ο Γουσταύος Γ’ είχε επιστρέψει στη Στοκχόλμη, και αφού πρώτα πέρασε την ημέρα του στο Παλάτι Χάγκα έξω από την πόλη, κατόπιν δείπνησε και διασκέδασε με φίλους του σε ένα χορό μεταμφιεσμένων στη Βασιλική Όπερα. Κατά τη διάρκεια του δείπνου, ο βασιλιάς έλαβε ένα ανώνυμο γράμμα (γραμμένο στα γαλλικά από τον συνταγματάρχη του Σουηδικού τάγματος «Svea Life Guards», Κάρολο Πόντους Λίλλιεχορν) που περιείχε απειλή για τη ζωή του, αλλά καθώς ο βασιλιάς είχε λάβει πολλές απειλητικές επιστολές στο παρελθόν, επέλεξε να αγνοήσει την προειδοποίηση.[1]

Μετά το φαγητό, ο βασιλιάς με τον βαρόνο Χανς Χένρικ φον Έσσεν στο δεξί του χέρι πήγε μια φορά γύρω από το θέατρο και στη συνέχεια στο φουαγιέ όπου συνάντησαν τον καπετάνιο Κάρολο Φρειδερίκο Πολέτ. Ο βασιλιάς, ο φον Έσσεν και ο Πολέτ συνέχισαν μέσω ενός διαδρόμου προς τη σκηνή όπου αρκετοί χορευτές και μασκοφόροι κατέκλεισαν τον χώρο. Λόγω του πλήθους, ο Πολέτ έφυγε πίσω από τον βασιλιά, και ο Γουσταύος τον ακολούθησε για να του μιλήσει.

Ο Άνκαρστρομ κρατούσε ένα μαχαίρι στο αριστερό του χέρι και κουβαλούσε ένα πιστόλι στην αριστερή εσωτερική του τσέπη και ένα άλλο πιστόλι στη δεξιά πίσω τσέπη του. Κατόπιν στάθηκε στην είσοδο του διαδρόμου και κοίταξε πίσω από τον βασιλιά, έβγαλε ένα πιστόλι που είχε στην αριστερή εσωτερική του τσέπη και τράβηξε τη σκανδάλη. Λόγω του ότι ο βασιλιά έστρεψε το σώμα του προς τα πίσω, ο πυροβολισμός πήγε στην αριστερή γωνία του τρίτου οσφυϊκού σπονδύλου προς την αριστερή περιοχή του ισχίου. Ο πυροβολισμός περιλάμβανε δύο σφαίρες, πινέζες επίπλων και καρφίτσες με σκόνη μολύβδου. Ο Άνκαρστρομ αργότερα ομολόγησε ότι η σύνθεση της βολής προοριζόταν να είναι όσο το δυνατόν πιο θανατηφόρα.[2]

Ο βασιλιάς έκανε μια σύσπαση και έβγαλε μια κραυγή χωρίς να πέσει. Ο Άνκαρστρομ έχασε τότε το θάρρος του, διότι πίστευε ότι ο Γουσταύος θα έπεφτε αμέσως στο πάτωμα. Μέσα στην σύγχυση του, έριξε το πιστόλι και το μαχαίρι στο πάτωμα, έκανε μερικά βήματα και φώναξε «πυροβολισμός». Γρήγορα πήγε προς την είσοδο του κτηρίου, αλλά ο φρουρός είχε ήδη κλείσει τις πόρτες. Βρισκόμενος σε απόγνωση, έκρυψε το δεύτερο πιστόλι του και αναμίχθηκε με το πλήθος. Η αρχική του πρόθεση ήταν να πυροβολήσει τον εαυτό του με το δεύτερο πιστόλι. Μάλιστα οι μάρτυρες δήλωσαν στο δικαστήριο ότι ο Άνκαρστρομ είχε ταραχθεί πάρα πολύ και ρωτούσε αν ο βασιλιάς τραυματίστηκε άσχημα. Όλοι οι καλεσμένοι του χορού μεταμφιεσμένων αναγκάστηκαν να δώσουν τα ονόματα τους πριν φύγουν από το Θέατρο.[2]

Μύθοι γύρω από την δολοφονία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον 19ο αιώνα η ιστορία της δολοφονίας ωραιοποιήθηκε αρκετά. Δυστυχώς, ορισμένοι από αυτούς τους εξωραϊσμούς εξακολουθούν να θεωρούνται πραγματικά γεγονότα μέχρι την εποχή μας.[3][4][5] Για παράδειγμα μια ασυνέπεια που λεγόταν σχετικά με εκείνο το βράδυ ήταν ότι ένας από τους συνωμότες (πιο συχνά αναφέρεται ο Νικόλας (Κλες) Φρειδερίκος Χορν) χτύπησε απαλά τον βασιλιά στον ώμο και του είπε: «Bonsoir, beau masque» (Καλησπέρα, όμορφε μασκαρά) για να επισημάνει στον Άνκαρστρομ ποιος ήταν ο στόχος του. Μια άλλη μυθοπλασία, παρουσιάζει τα γεγονότα του πυροβολισμού στην κεντρική αίθουσα που γινόταν ο χορός. Αυτή η εκδοχή εμφανίζει τον μαέστρο να γράφει σαστισμένος στις σημειώσεις του για τον ήχο του πυροβολισμού και κατόπιν η μουσική να σταματά. Ωστόσο, τα αρχεία του Βασιλείου δείχνουν ότι πολλοί λίγοι άνθρωποι κατάλαβαν τον πυροβολισμό και μάλιστα η ορχήστρα συνέχισε να παίζει για αρκετή ώρα μετά από αυτό.[6]

Τα πιστόλια του Άνκαρστρομ, κατά τον θρύλο, μεταφέρθηκαν σε αρκετούς οπλουργούς το επόμενο πρωί, και εκείνος που τελικά τα επισκεύασε, αναγνώρισε τον Άνκαρστρομ ως ιδιοκτήτη τους. Ο Άνκαρστρομ συνελήφθη το ίδιο πρωί και αμέσως ομολόγησε τη δολοφονία, αν και αρνήθηκε μια συνωμοσία μέχρι να ενημερωθεί ότι ο Χορν και ο Ρίμπινγκ είχαν συλληφθεί και ομολογήσει πλήρως.[2]

Φυλάκιση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άνκαρστρομ κλείστηκε σε μια φυλακή που βρισκόταν σχετικά κοντά στο Βασιλικό Παλάτι της Στοκχόλμης. Σήμερα αυτός ο χώρος είναι ένα υπόγειο εστιατόριο που πήρε το όνομα του από τον αντιβασιλέα Στίαν Στουρέ.

Περιέργως, η δολοφονία είχε προβλεφθεί τέσσερα χρόνια νωρίτερα, όταν ο βασιλιάς έκανε μια ανώνυμη επίσκεψη στο περίφημο μέντιουμ της εποχής της Βασιλείας των Γουσταύων, την Ουλρίκα Άρφβιντσον.[7] Συνεργαζόταν συχνά από τον αδερφό του, Δούκα Κάρολο, και λέγεται ότι είχε ένα μεγάλο δίκτυο πληροφοριοδοτών σε όλη την πόλη. Δεν υπήρχε ποτέ η υποψία ότι εκείνη εμπλεκόταν στην υπόθεση, αλλά ρωτήθηκε για τη δολοφονία. Ωστόσο, το 1791, ένα άλλο μέντιουμ της εποχής, η Καρλόττα Ρόους προέβλεψε επίσης κακοτυχία στον βασιλιά Γουσταύο Γ’, και κατόπιν, σύμφωνα με φήμες, εκείνη βρισκόταν κοντά στο κρεβάτι του βασιλιά, μετά από τα μοιραία γεγονότα που προηγηθήκαν στο Θέατρο.[8]

Εκτέλεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γουσταύος Γ’ πέθανε από σήψη στις 29 Μαρτίου και στις 16 Απριλίου καταδικάστηκε ο Άνκαρστρομ. Του πήραν όλα τα κτήματα, καθώς και τα προνόμια που είχε ως αριστοκράτης. Η καταδίκη του παραλάμβανε εργασία στα χυτήρια σίδερου για τρεις ημέρες. Αργότερα μαστιγώθηκε δημόσια, του έκοψαν το δεξί χέρι και το κεφάλι του, και το πτώμα του τεμαχίστηκε στα τέσσερα. [1] Η εκτέλεση πραγματοποιήθηκε στις 27 Απριλίου 1792. Ανέμεινε τα δεινά του με τη μεγαλύτερη ψυχική δύναμη και φάνηκε να χαίρεται που θα απάλλασσε τη χώρα του από έναν τύραννο. Στους συνεργούς του, Αδόλφο Ρίμπινγκ και Νικόλα (Κλες) Φρειδερίκο Χορν, αφαιρέθηκαν επίσης τα κτήματα και οι τίτλοι ευγένειας τους και εκδιώχθηκαν από τη χώρα.[9]

Συνέπειες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την ίδια χρονιά, η οικογένεια Άνκαρστρομ άλλαξε το επώνυμο της σε Λεβίανστρομ και δώρισε χρήματα για ένα νέο νοσοκομείο ως μια κίνηση ειρήνευσης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να κατασκευαστεί το νοσοκομείο Λεβίανστρομ ή Λεβίανστρομσκα στο Ουπλαντς Βεσμπι στα βόρεια της Στοκχόλμης. Οι Απόγονοι του Άνκαρστρομ περιλαμβάνουν τον πολιτικό Ούλφ Άντελσον και τον ναυτικό Σβεν Ίερβίντ.

Όπερες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Άνκαρστρομ είναι ένας χαρακτήρας στην όπερα «Γουσταύος Γ’» του Ντανιέλ Φρανσουά Εσπρί Ωμπέρ και σε εκεινη του Τζουζέπε Βέρντι, με τίτλο «Ένας χορός μεταμφιεσμένων».  Στα έργα αυτά, το κίνητρο του φόνου, προέρχεται από την σε ζήλια που ένιωσε για τη σύζυγο του Αμέλια, με την οποία ο Γουσταύος απεικονίζεται ως ερωτευμένος. Επιπλέον ο Άνκαρστρομ παρουσιάζεται ως στενός φίλος του Βασιλιά. Λίγο πριν πεθάνει, ο Γουσταύος τον συγχωρεί. Στην λογοκριμένη έκδοση του λιμπρέτου Βέρντι, ο Άνκαρστρομ ονομάζεται Ρενάτο (Ρενέ).[10][11]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 EB (1878).
  2. 2,0 2,1 2,2 High Court protocols, 1792
  3. Anon., 1844
  4. Elkan, 1910
  5. Lindqvist, 2000
  6. Svärdström, 1967
  7. Forsstrand, Carl (1913). Spåkvinnor och trollkarlar: minnen och anteckningar från Gustaf III:s Stockholm (στα Σουηδικά) (2nd έκδοση). Stockholm: Geber. 
  8. Forsstrand, Carl (1913). Spåkvinnor och trollkarlar: minnen och anteckningar från Gustaf III:s Stockholm (στα Σουηδικά) (2nd έκδοση). Stockholm: Geber. σελίδες 35–36. 
  9. Hig Court protocols, 1792
  10. Fisher, Burton D. (2004). A Masked Ball: (un Ballo in Maschera). Opera Journeys. σελ. 23. ISBN 0-9761035-3-2. 
  11. Gerhard, Anselm (2000). The Urbanization of Opera: Music Theater in Paris in the Nineteenth Century. Mary Whittall. University of Chicago Press. σελ. 409. ISBN 0-226-28858-7. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Anon. (1844). Historia om Konung Gustaf III:s mord på maskeraden i Stockholm, natten emellan den 16 och 17 mars 1792. Stockholm: P. G. Berg. 
  • Elkan, Sophie (1910). Anckarström, en historia från idyllens och revolutionernas tidevarv. Stockholm: Bonnier. 
  • Lindqvist, Herman (2000). Historien om Sverige; Gustavs dagar. Stockholm: Norstedt. 
  • Svärdström, Svante (1967). Natten till den 17 mars 1792. Stockholm: Livrustkammaren. 
  • Swedish High Court (1792). Protocoller hållne uti kongl. Maj:ts högste domstol eller justitie-revision med dertil hörande handlingar, rörande det å högstsalig hans May:t Konung Gustaf den III:dje, glorwyrdigst I åminnelse, föröfwade mord. Stockholm: Anders Zetterberg.