Χουάν Ραμόν Ρότσα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χουάν Ραμόν Ρότσα

Με τους Μπόκα Τζούνιορς
Προσωπικές πληροφορίες
Ημερ. γέννησης8 Μαΐου 1954 (1954-05-08) (69 ετών)
Τόπος γέννησηςΣάντο Τομέ, Αργεντινή
ΘέσηΜέσος
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1971-1978Νιούελς Ολντ Μπόις403(98)
1977Ατλέτικο Τζούνιορ15(3)
1978-1979Μπόκα Τζούνιορς26(3)
1979-1989Παναθηναϊκός227(13)
Σύνολο671(117)
Εθνική ομάδα
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1973-1978Αργεντινή27(0)
Προπονητική καριέρα
ΠερίοδοςΟμάδα
1989-1990Πανηλειακός
1990-1991Ηλυσιακός
1991-1992Καλαμάτα
1994-1996Παναθηναϊκός
1997-1999Άρης Θεσσαλονίκης
1999-2000Παναθηναϊκός
2001-2003Ξάνθη
2006-2007Ηλυσιακός
2007-2008Ολυμπιακός Λευκωσίας
2012-2013Παναθηναϊκός
2019-2023Θεσπρωτός
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).

Ο Χουάν Ραμόν Ρότσα (ισπανικά: Juan Ramón Rocha) είναι Αργεντινός πρώην ποδοσφαιριστής γεννημένος στις 8 Μαΐου 1954 στην πόλη Σάντο Τομέ του Κορριέντες της Αργεντινής. Απέκτησε και την ελληνική υπηκοότητα μετά τη μακρόχρονη παραμονή του στην Ελλάδα. Αποτελεί το μοναδικό πρόσωπο που έχει συμμετάσχει και ως αθλητής και ως προπονητής στην ημιτελική φάση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών με ελληνικό ποδοσφαιρικό σύλλογο. Η επί δεκαετίες επιτυχημένη παρουσία του στον Παναθηναϊκό ως παίκτης, προπονητής, τεχνικός σύμβουλος, σκάουτερ, υπεύθυνος ακαδημιών, έκανε το όνομά του ταυτόσημο με το σύλλογο και αποτελεί μια εμβληματική φυσιογνωμία και μια από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες που υπηρέτησαν την ομάδα.

Σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αγωνιζόταν στο χώρο του κέντρου και διακρινόταν για την επιδεξιότητα του στο χειρισμό της μπάλας, τις μεταβιβάσεις του και οργανωτικές του αρετές. Ξεκίνησε την επαγγελματική του σταδιοδρομία από τη Νιούελς Ολντ Μπόις το 1972, και κατέκτησε το Πρωτάθλημα Μετροπολιτάνο το 1974. Υπήρξε 27 φορές διεθνής με την Εθνική Αργεντινής. Υπήρξε μέλος της εθνικής Αργεντινής η οποία έμεινε στην ιστορία ως "Ομάδα Φάντασμα" - La Selección fantasma.[1] Η συγκεκριμένη ομάδα με πολλούς αστέρες ταξίδεψε στη Βολιβία για να εγκλιματισθεί στο υψόμετρο 40 ημέρες πριν τον κρισιμότερο αγώνα για τα προκριματικά του μουντιάλ του 1974, αφέθηκε όμως στην τύχη της από την ομοσπονδία με συνέπεια να αντιμετωπίσουν οι αθλητές ακόμη και προβλήματα επιβίωσης.[2]

Το 1975 εντοπίστηκε από τον Γκόμεζ Ντε Φαρία για λογαριασμό του Παναθηναϊκού και το Μάιο του ίδιου έτους βρέθηκε στην Ελλάδα όπου εντάχθηκε στην ομάδα του Παναθηναϊκού για έξι μήνες χωρίς ωστόσο να ολοκληρωθεί η μεταγραφή του.[3] Παρά το ότι εντυπωσίασε σε όλες τις φιλικές αναμετρήσεις που συμμετείχε, ο Παναθηναϊκός προτίμησε να δώσει τις δύο θέσεις του ξένου παίκτη στους Γιουγκοσλάβους Μούικιτς και Τζόρτζεβιτς και να του βγάλει ελληνικό διαβατήριο, ως παιδί του Γιώργου Μπουμπλή από το Αιγάλεω ο οποίος ήταν ο πεθερός του Γκόμεζ Ντε Φαρία. Οι ελληνοποιήσεις παικτών ήταν σύνηθες φαινόμενο και είχαν καταμετρηθεί 128 εκείνη την εποχή. Η Νιουελς Ολντ Μπόις ζήτησε 50.000 δραχμές για το Ρότσα, ποσό που ο Παναθηναϊκός θεώρησε υψηλό, με συνέπεια να τον αγοράσει από τη Μπόκα Τζούνιορς το 1979 με 20.000.000 δραχμές. Το 1977 μεταγράφηκε στην κολομβιανή ομάδα Ατλέτικο Τζούνιορ. Στην Κολομβία γεννήθηκε η κόρη του. Αποτέλεσε μέλος της προεπιλογής των 40 αθλητών για το νικηφόρο μουντιάλ της Αργεντινής το 1978.[4]

Αποκτήθηκε από τη Μπόκα Τζούνιορς το 1978 και αγωνίστηκε για μια σεζόν.[5] Με τη Μπόκα Τζούνιορς αγωνίστηκε στον τελικό του Κόπα Λιμπερταδόρες.[6] Στο τέλος της χρονιάς είχε γίνει ο αρχηγός της ομάδας και ο κορυφαίος παίκτης της. Η μεταγραφή του στην Μπόκα Τζούνιορς έγινε από τον εμβληματικό προπονητή για το σύλλογο Χουάν Κάρλος Λορένζο ο οποίος υποστήριξε πως ο Ρότσα τη συγκεκριμένη περίοδο ήταν ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της Μπόκα και το κορυφαίο δεκάρι στη χώρα. Χαρακτήρισε τη μεταγραφή του Ρότσα στην Ελλάδα ως μια από τις πιο επιτυχημένες κινήσεις του συλλόγου καθώς αγόρασαν το Ρότσα για 2 πέσος και εκτίναξαν την αξία του πουλώντας τον για εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια.[7]

Το Δεκέμβριο του 1979 μεταγράφηκε στον Παναθηναϊκό, όπου έπαιξε μέχρι το τέλος της καριέρας του το 1989. Αρχικά παρουσιάστηκε ως ομογενής με το όνομα Μπουμπλής, όμως υπήρξαν ενστάσεις από τον Ολυμπιακό για πλαστογραφία και για το λόγο αυτό ο Ρότσα αγωνίστηκε ως ξένος έως τη συμπλήρωση των απαιτούμενων ετών στην Ελλάδα, οπότε και απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα. Ιδίως την περίοδο 1981-82 οι «αιώνιοι» βρέθηκαν σε μια συνεχόμενη διαμάχη για τον παίκτη. Στην υπόθεση, που κατέληξε στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ενεπλάκησαν μάλιστα ο γενικός γραμματέας Αθλητισμού Κίμων Κουλούρης (υπέρ της θέσης του Παναθηναϊκού για την ελληνικότητα του Μπουμπλή) και ο σύμβουλος Επικρατείας και μετέπειτα υπουργός Δικαιοσύνης Γεώργιος Κουβελάκης (που αποφάνθηκε ότι δεν υπήρχε Μπουμπλής, αλλά μόνο Ρότσα).[8][9]

Το πρώτο γκολ του με τον Παναθηναϊκό σημειώθηκε στο στάδιο της Τούμπας στις 9 Μαρτίου 1980 στο νικηφόρο 0-2 του Παναθηναϊκού επί του ΠΑΟΚ. Την 1η Οκτωβρίου του 1980 ο Ρότσα σημείωσε την πρώτη συμμετοχή του σε ευρωπαϊκό αγώνα στην επικράτηση του Παναθηναϊκού επί της Γιουβέντους με 4-2. Το 4ο γκολ του Παναθηναϊκού προήρθε μετά από ένα περίτεχνο συνδυασμό του με το Δεληκάρη.

Την επόμενη περίοδο ο Ρότσα άνοιξε το σκορ στο ντέρμπι με το Ολυμπιακό, στην πρεμιέρα του πρωταθλήματος ξεκινώντας με τον καλύτερο τρόπο τη χρονιά. Μεταξύ των 2 ομάδων υπήρξε όμως τεταμένο κλίμα λόγω της μεταγραφής των Γαλάκου, Κυράστα στον Παναθηναϊκό. Στις 13 Ιανουαρίου 1982, μετά την ήττα του με 3-2, από τον Παναθηναϊκό για το κύπελλο, ο Ολυμπιακός έκανε ένσταση για τη συμμετοχή του Ρότσα με συνέπεια το ΑΣΕΑΔ να ακυρώσει το δελτίο του ποδοσφαιριστή.[10] Η απώλεια του Ρότσα και το όλο κλίμα που δημιουργήθηκε επηρέασαν αρνητικά τον Παναθηναϊκό καθώς από πρωτοπόρος του πρωταθλήματος αναδείχθηκε 2ος στο πρωτάθλημα. Επίσης στερήθηκε τις υπηρεσίες του Ρότσα από τον αγώνα μπαράζ με τον Ολυμπιακό στο Βόλο που έκρινε τον πρωταθλητή αλλά και από το νικηφόρο τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας.

Το Δεκέμβριο του 1982 η ΕΠΟ αποφάσισε να επιτρέψει τη συμμετοχή του Ρότσα στο πρωτάθλημα και ο αθλητής επανεμφανίστηκε με τον Παναθηναϊκό στις 19 Δεκεμβρίου λίγο πριν συμπληρώσει ένα έτος εκτός γηπέδων. Την επόμενη χρονιά ο Ρότσα κατέκτησε το νταμπλ με τον Παναθηναϊκό. Ήταν 3ος σε συμμετοχές (28) με τον Παναθηναϊκό στο πρωτάθλημα και σημείωσε το πρώτο του γκολ στο Κύπελλο Ελλάδας στις 23 Μαΐου 1984 στον ημιτελικό εναντίον του Εθνικού, ενώ αγωνίστηκε ως βασικός στον τελικό.

Η περίοδος 1984-85 υπήρξε μια από τις πιο αποδοτικές στην καριέρα του στην Ελλάδα. Με την απόκτηση του Βέλιμιρ Ζάετς από τον Παναθηναϊκό ο Ρότσα συνάντησε τον ιδανικό παρτενέρ στο χώρο της μεσαίας γραμμής και οι δυο τους αποτέλεσαν ένα δίδυμο που ανέβαζε σε υψηλό επίπεδο τον αγωνιστικό ρυθμό της ομάδας. Ο Ρότσα ήταν πρώτος σε συμμετοχές στο πρωτάθλημα (30) δίχως να απουσιάσει σε κανένα αγώνα. Το γκολ του στον πρώτο ημιτελικό κυπέλλου στο 2-0 επί του ΠΑΟΚ δεν στάθηκε αρκετό για την πρόκριση. Στο Κύπελλο Πρωταθλητριών το γκολ που σημείωσε επί της Φέγενορντ στη νίκη του Παναθηναϊκού με 2-1 έδωσε την πρόκριση στις 3 Οκτωβρίου του 1984. Το ίδιο συνέβη στις 7 Νοεμβρίου του 1984 στην Βόρειο Ιρλανδία όταν με γκολ του Ρότσα ο Παναθηναϊκός μείωσε σε 3-2 και απέκτησε σκορ πρόκρισης στο αγώνα με αντίπαλο τη Λίνφιλντ που ολοκληρώθηκε με 3-3. Στον πρώτο ημιτελικό του Κυπελλου Πρωταθλητριών ενώ ο αγώνας απέναντι στη Λίβερπουλ, στο Άνφιλντ, ήταν ισόπαλος χωρίς γκολ ο διαιτητής Γιαν Κάιζερ αρνήθηκε να μετρήσει το γκολ το γκολ που σημείωσε ο Ρότσα στο 11ο λεπτό του αγώνα.

Κατά την περίοδο 1985-86 ο Ρότσα πανηγύρισε το 2ο του νταμπλ στην Ελλάδα. Στο πρωτάθλημα σημείωσε ένα από τα γκολ του στην πιο ευρεία νίκη του Παναθηναϊκού με 5-0 επί του ΠΑΟΚ. Στο Κύπελλο αγωνίστηκε στην επικράτηση με 4-0 επί του Ολυμπιακού στον τελικό. Την επόμενη περίοδο οι τραυματισμοί των Ρότσα, Ζάετς, Σαργκάνη δεν επέτρεψαν στον Παναθηναϊκό να διακριθεί.

Την αγωνιστική σεζόν 1987-88 ο Παναθηναϊκός είχε επικρατήσει στον α΄ γύρο με σκορ 1-4 επί του Ολυμπιακού και ενώ στο παιχνίδι του β΄ γύρου στις 6 Μαρτίου 1988 ο Ολυμπιακός έδειχνε ικανός να επικρατήσει προηγούμενος με 1-0, ο Ρότσα ισοφάρισε σκοράροντας για δεύτερη φορά στην καριέρα του σε ντέρμπι αιωνίων. Αγωνίστηκε επίσης ως βασικός σε όλο τον αγώνα του τελικού κυπέλλου Ελλάδας απέναντι στον Ολυμπιακό τον οποίο κέρδισε ο Παναθηαίκός στα πέναλτι με 4-3 (2-2). Στο Κύπελλο ΟΥΕΦΑ εκτέλεσε το φάουλ από το οποίο προήρθε το γκολ του Δημήτρη Σαραβάκου στο 1-0 επί της Γιουβέντους, τραυματίστηκε όμως σοβαρά στην εξέλιξη του αγώνα από αντιαθλητικό χτύπημα του Μάουρο. Αγωνίστηκε επίσης στη μεγάλη ανατροπή και πρόκριση με 5-1 επί της Χόνβεντ Βουδαπέστης που οδήγησε τον Παναθηναϊκό στον προημιτελικό της διοργάνωσης.

Η περίοδος 1988-89 ήταν η τελευταία της αθλητικής καριέρας του Χουαν Ραμόν Ρότσα. Στις 26 Οκτωβρίου 1988 αγωνίστηκε για τελευταία φορά στην Ευρώπη ενάντια στη Σρέντετς στη Σόφια. Για το πρωτάθλημα Ελλάδας αγωνίστηκε σε 20 αγώνες και σημείωσε 1 γκολ εναντίον της Δόξας Δράμας, στις 15 Ιανουαρίου του 1989, το οποίο ήταν και το τελευταίο της καριέρας του. Στις 11 Μαΐου 1989 αγωνίστηκε για τελευταία φορά στην καριέρα του και κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδας εναντίον του Πανιωνίου.

Προπονητής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την αποχώρησή του από τα γήπεδα ασχολήθηκε με την προπονητική, αναλαμβάνοντας τον Α.Ο. Πανηλειακός (1989-90), τον Ηλυσιακό, την Καλαμάτα και την Ξάνθη. Στις 12 Μαρτίου του 1994 ο Ίβιτσα Όσιμ απομακρύνθηκε από την τεχνική ηγεσία του Παναθηναϊκού 6 αγωνιστικές πριν το τέλος της περιόδου 1993-94 και ο Ρότσα κλήθηκε να αντικαταστήσει.

Μετά την άφιξη του Ρότσα ο Παναθηναϊκός σημείωσε 8 νίκες επικρατώντας σε όλα τα εναπομείνοντα ματς, μεταξύ των οποίων ήταν και ο τελικός κυπέλλου εναντίον της ΑΕΚ. Στους 3 πρώτους αγώνες με το Ρότσα ο Παναθηναϊκός σημείωσε ευρείες νίκες με τους Ηρακλή (3-0), Λάρισα (5-0) και Δόξα (8-0) κερδίζοντας την εμπιστοσύνη του Παναθηναϊκού που αποφάσισε να τον διατηρήσει στη θέση του. Ο Ρότσα προχώρησε σε σημαντικές αλλαγές στο αγωνιστικό πλάνο του Όσιμ, βάζοντας τη δική του σφραγίδα στην ανάμορφωσή της. Καθιέρωσε το Μπορέλι που βρισκόταν υπό αμφισβήτηση και πιθανή παραχώρηση όπως επίσης και τους Γ.Σ. Γεωργιάδη, Γ.Χ. Γεωργιάδη, Δώνη, Καπουράνη στους οποίους έδωσε διαφορετικούς ρόλους όπως συνέβη και με την τοποθέτηση του Αποστολάκη ως αμυντικό χαφ.[11]

Πριν από την έναρξη της επόμενης περιόδου ο Παναθηναϊκός κατακτά το Σούπερ καπ τον Αύγουστο του 1994 επικρατώντας επί της ΑΕΚ με 3-0. Στο τέλος της περιόδου 1994-95 κατέκτησε και νταμπλ. Στο πρωτάθλημα τερμάτισε πρώτος με 16 βαθμούς διαφορά από το 2ο Ολυμπιακό, σημειώνοντας 83 γκολ ενώ σε επικράτησε σε 5 αγώνες σημειώνοντας 5 τέρματα και σε 2 σημειώνοντας 6. Για να φτάσει στον τελικό του κυπέλλου Ελλάδας χρειάστηκε να επικρατήσει με σκορ 2-3 επί του Ολυμπιακού στο Καραϊσκάκη. Στον τελικό κυπέλλου επικρατώντας επί της ΑΕΚ με 1-0 κατάκτησε το τρόπαιο. Έχοντας νικήσει με 3-0 κατά τη διάρκεια του πρωταθλήματος συμπλήρωσε τις 4 νίκες απέναντι στην ΑΕΚ σε ένα έτος (20/4/1994 - 19/4/1995).

Την περίοδο 1995-96 επανέλαβε ως προπονητής την επιτυχία της εισόδου στην τετράδα του Τσάμπιονς Λιγκ καθοδηγώντας τον Παναθηναϊκό στον ημιτελικό απέναντι στον ΑΦΚ Άγιαξ. Έχοντας ξεπεράσει τα εμπόδια των Χάιντουκ, Ναντ, Πόρτο, Άλμποργκ ΜΚ και Λέγκια ο Παναθηναϊκός στις 3 Απριλίου του 1996 επικράτησε με 1-0 στο Άμστερνταμ απέναντι στον ΑΦΚ Άγιαξ ο οποίος είχε να ηττηθεί σε ευρωπαϊκό αγώνα από τις 16 Μαρτίου του 1994. Δεν κατάφερε όμως να προκριθεί στον τελικό στον επαναληπτικό αγώνα. Κατέκτησε επίσης και το πρωτάθλημα Ελλάδας. Επικρατώντας επί του Ολυμπιακού εντός και εκτός έδρας έγινε ο τρίτος προπονητής του Παναθηναϊκού που το κατάφερε μετά τους Κίνσλερ και Γκόρσκι ενώ τα επόμενα χρόνια μόνο ο Βίκτορ Μουνιόθ το 2007 αναδείχθηκε νικητής και στα 2 ντέρμπι του πρωταθλήματος.

Ο Ρότσα απομακρύνθηκε από τον Παναθηναϊκό στις 13 Οκτωβρίου 1996, έχοντας νωρίτερα αποκλειστεί από τους προκριματικούς του Τσάμπιονς Λιγκ και του Κυπέλλου ΟΥΕΦΑ από τις Ρόσενμποργκ ΜΚ και Λέγκια αντίστοιχα. Στη συνέχεια διετέλεσε προπονητής του Άρη, της Ξάνθης, του Ηλυσιακού και του Ολυμπιακού Λευκωσίας.

Από το 2008 ανέλαβε την τεχνική ηγεσία των τμημάτων υποδομής του Παναθηναϊκού, κατακτώντας ένα πρωτάθλημα παίδων το 2009 και ένα πρωτάθλημα νέων το 2012. Στις 14-11-2012 ανέλαβε και πάλι την ομάδα ανδρών, μετά την παραίτηση του Ζεσουάλδο Φερέιρα.

Το καλοκαίρι του 2019 ανέλαβε την ομάδα του ΑΣ Θεσπρωτού Ηγουμενίτσας , η οποία αγωνίζεται στην Super League 2.

Τίτλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως αθλητής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ως προπονητής[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Argentina y los Héroes de la Selección Fantasma
  2. 1973. La Selección fantasma
  3. Ρότσα: «Έζησα τρία στάδια στον Παναθηναϊκό»
  4. «Επίσημη σελίδα του Χουαν Ραμόν Ρότσα». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 16 Μαΐου 2009. 
  5. La historia de Boca Juniors
  6. La historia de Boca Juniors
  7. «informexeneize.com Biografia Juan Ramon Rocha». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Νοεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 22 Αυγούστου 2017. 
  8. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2015. 
  9. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Δεκεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2015. 
  10. Σίφης Βοτζάκης, 100 Χρόνια Παναθηναϊκός - Η Ιστορία 1908-2008, εκδόσεις Λιβάνη, 2008, σελ. 271
  11. O Ρότσα, ο Όσιμ και ο Άγγελος - sport-fm.gr

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]