Σαχά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Σαχά (μέσα 19ου αιώνα)

Οι Σαχά ή Γιακούτοι ή Γιακούτιοι[1] είναι ένας βόρειος τουρανικός λαός που ζει στην ανατολική Σιβηρία. Αποτελούν μία από τις 184 εθνικές ομάδες που κατοικούν στη Ρωσία και το συστατικό έθνος της Δημοκρατίας των Σαχά (Γιακουτίας). Σύμφωνα με την παρρωσική απογραφή πληθυσμού του 2002[2] ο συνολικός πληθυσμός τους ανέρχεται σε 443.852 μέλη, εκ των οποίων μόλις ένδεκα χιλιάδες ζουν εκτός Γιακουτίας.

Οι Σαχά ομιλούν τη σαχά (γιακουτική), η οποία ανήκει στις βόρειες τουρκικές γλώσσες. Οι περισσότεροι είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, αλλά διατηρούν στην πίστη τους κάποιες σαμανιστικές πρακτικές των προγόνων τους.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι περισσότεροι μελετητές πιστεύουν πως οι πρόγονοι των Σαχά ήταν Τούρκοι νομάδες που κατοικούσαν στο νησί Ολχόν της Βαϊκάλης. Κάπου μεταξύ 10ου - 13ου αιώνα μ.Χ. εγκατέλειψαν την κοιτίδα τους, πιθανά υπό την πίεση γειτονικών φύλων, και ακολούθησαν το ρου του ποταμού Λένα προς τα βόρεια. Η πορεία τους σταμάτησε στο Μέσο Λένα (στην περιοχή του σημερινού Γιακούτσκ), όπου σε συνθήκες γεωγραφικής απομόνωσης αναμείχθηκαν με τους προϋπάρχοντες αραιούς πληθυσμούς δημιουργώντας το νέο λαό των Σαχά.

Η γη τους προσαρτήθηκε στο Ρωσικό Βασίλειο ως Γιακουτία αμέσως μετά την ανακάλυψή της στη δεκαετία του 1620. Ως απάντηση ξεκίνησε μια σειρά εξεγέρσεων από το 1634 έως το 1642, ιδιαίτερα μετά την επιβολή ενός ειδικού φόρου γούνας από τη Μόσχα. Όλες οι εξεγέρσεις καταπνίγηκαν. Παράλληλα πολλές ασθένειες που έφερναν μαζί τους οι Ρώσοι στρατιώτες ήταν άγνωστες στο ανοσοποιητικό σύστημα των Σαχά, με αποτέλεσμα να αυξηθεί κατακόρυφα η θνησιμότητά τους.

Οι κατακτητές προσηλύτισαν τους Σαχά στο χριστιανισμό, δημιούργησαν τους πρώτους εμπορικούς σταθμούς και εισήγαγαν την καλλιέργεια σιτηρών, βρώμης και πατάτας. Οι Σαχά συνέχισαν να αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού μέχρι και το 19ο αιώνα, όταν η ανακάλυψη χρυσού έφερε στη Γιακουτία χιλιάδες χρυσοθήρες. Ακόμα περισσότεροι Ρώσοι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή μετά τη δημιουργία του Υπερσιβηρικού Σιδηροδρόμου[3].

Η νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 έδωσε σε όλους τους μικρούς λαούς της Ρωσίας το δικαίωμα του εθνικού αυτοπροσδιορισμού. Ως αποτέλεσμα το 1922 ιδρύθηκε η Γιακουτική Αυτόνομη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία, μία από τις πρώτες αυτόνομες δημοκρατίες της ΕΣΣΔ. Κατά τη σοβιετική περίοδο το βιοτικό επίπεδο ανέβηκε κατακόρυφα, με κόστος όμως την αλλαγή του τρόπου ζωής των αυτοχθόνων πληθυσμών. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης οι Σαχά προσπάθησαν να αναγνωρισθούν ως ανεξάρτητο κράτος αλλά απέτυχαν (1991) και παρέμειναν τμήμα της Ρωσίας.

Σύμφωνα με την απογραφή του 2002, οι Σαχά ξαναέγιναν μετά από δεκαετίες η πλειοψηφούσα εθνότητα της Γιακουτίας. Σε αντίθεση με άλλους αυτόχθονες πληθυσμούς της Ρωσίας, ο πληθυσμός τους εμφανίζει σημαντική άνοδο - τα τελευταία 25 χρόνια έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 35%. Αυτό δημιουργεί αισιοδοξία και για την επιβίωση της γλώσσας τους, η οποία ανήκει στον κατάλογο των απειλουμένων με εξαφάνιση λόγω της κυριαρχίας της ρωσικής.

Κοινωνική οργάνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Σαχά ήταν χωρισμένοι σε περίπου 80 ημινομαδικές φυλές - φατρίες, διάσπαρτες σε μία τεράστια έκταση. Κατά καιρούς διάφορες φυλές συνασπίζονταν και δημιουργούσαν μικρά βραχύβια βασίλεια, ποτέ όμως δεν απέκτησαν ενιαία κρατική οργάνωση. Η κοινωνική τους ιεραρχία αποτελούταν από τρεις τάξεις: τους τογιόν (προύχοντες), τους ελεύθερους και τους δούλους.

Είχαν αναπτύξει υποτυπώδεις οικονομικές δομές που στηρίζονταν στην αυτάρκεια και σε πρωτογενείς δραστηριότητες: οι βόρειες φυλές (πλησίον ή εντός του Αρκτικού Κύκλου) ζούσαν κυρίως από το κυνήγι, το ψάρεμα και την εκτροφή ταράνδων, ενώ οι πιο νότιες είχαν αναπτύξει την εκτροφή βοοειδών και ίππων. Λόγω του νομαδικού τρόπου ζωής τους, κύριος τύπος ενδιαιτήματος ήταν το γιουρτ[4], το οποίο μετέφεραν μαζί τους όταν άλλαζαν τόπο κάθε χειμώνα και καλοκαίρι.

Με μικρές τροποποιήσεις, οι περισσότερες από τις παραπάνω δομές διατηρήθηκαν μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα. Οι μεγάλες αλλαγές ήλθαν κατά τη σοβιετική περίοδο με την έκρηξη των μεταλλευτικών δραστηριοτήτων και την κολλεκτιβοποίηση. Οι αλλαγές αυτές δημιούργησαν μία δύσκολη πραγματικότητα για τους Σαχά, οι οποίοι δύσκολα μπορούσαν να ακολουθήσουν το νέο πιο «δυτικό» τρόπο ζωής. Κάποιοι τελικά προσαρμόσθηκαν στη νέα κατάσταση, ενώ άλλοι εξακολουθούν μέχρι σήμερα να ζουν με τον παραδοσιακό τρόπο.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Το όνομα με το οποίο αυτοπροσδιορίζεται ο συγκεκριμένος λαός είναι Σαχά. Η ονομασία Γιακούτιοι χρησιμοποιούταν από τους γείτονές τους και την υιοθέτησαν οι ρώσοι όταν έφθασαν στην περιοχή.
  2. «Всероссийская перепись населения 2002 года». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 20 Ιουλίου 2007. 
  3. Ο Υπερσιβηρικός δεν περνούσε από τις περιοχές των Σαχά, αλλά μείωσε γενικά το χρόνο ταξιδιού από την ευρωπαϊκή Ρωσία στη Σιβηρία και τις ακτές του Ειρηνικού.
  4. Λυόμενη καλύβα, χαρακτηριστική πολλών λαών της στέππας με τουρκομογγολική καταγωγή.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]