Ραγκνάλ ουα Αιμάρ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ραγκνάλ ουα Αιμάρ
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος921
Γιορκ
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταμονάρχης
Οικογένεια
ΣυγγενείςΑιμάρ (παππούς)
ΟικογένειαΟυί Αιμάρ
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαβασιλιάς της Νορθουμβρίας

Ο Ραγκνάλ ουα Αιμάρ (Ragnall ua Imair, ... - 921) ήταν Βίκινγκ πολέμαρχος που βασίλευσε στη Νορθουμβρία και στη Νήσο του Μαν στις αρχές του 10ου αιώνα, ήταν ένας από τους εγγονούς του Αιμάρ και μέλος του βασιλικού Οίκου Ουί Αιμάρ. Ο Ραγκνάλ ανήκε στην αριστοκρατία των Βίκινγκ που είχαν εκδιωχθεί από το Δουβλίνο (902) και στη συνέχεια βασίλευσε σε περιοχές της νότιας Σκωτίας και στην Νήσο του Μαν. Η παλιότερη αναφορά για τον Ραγκνάλ στα Ιρλανδικά Χρονικά υπάρχει το 917 όταν ο ίδιος και ο Σιθρίκ Κες άλλος ένας εγγονός του Άιμαρ περιγράφονται σαν αρχηγοί του στόλου των Βίκινγκ στην Ιρλανδία να δίνουν μάχες απέναντι σε τοπικούς βασιλείς. Ο Σιθρίκ κατόρθωσε να ανακτήσει επιτυχώς το Δουβλίνο και να αναλάβει τον θρόνο ενώ ο Ραγκνάλ επέστρεψε στην Αγγλία και πολέμησε επιτυχώς εναντίον του Κωνσταντίνου Β΄ της Σκωτίας, η νίκη αυτή του επέτρεψε να εγκατασταθεί στον θρόνο της Γιορκ.

Η βασιλεία του Ραγκνάλ βρήκε σύντομα αντιδράσεις από μια ομάδα χριστιανών που αντιτάχθηκαν στον παγανισμό του με επικεφαλής την Έθελφλιντ αλλά η προσπάθεια διεκόπη με τον αιφνίδιο θάνατο της (918). Την περίοδο της βασιλείας του κόπηκαν τρεις νέοι τύποι νομισμάτων υπό την καθοδήγηση του αρχιεπισκόπου της Γιορκ. Το 920 ο Ραγκνάλ και οι βόρειοι βασιλείς προχώρησαν σε μια συμφωνία με τον βασιλιά των Αγγλοσαξόνων Εδουάρδο τον Πρεσβύτερο σύμφωνα με την οποία τον αναγνώριζαν σαν κυρίαρχο τους. Ο Ραγκνάλ πέθανε την επόμενη χρονιά, τα Χρονικά του Ούλστερ τον περιγράφουν ως "βασιλιά των ισχυρών ξένων και των σκοτεινών ξένων", τον διαδέχθηκε ο ξάδελφος του Σιθρίκ Κες.

Εξορία από την Ιρλανδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Βίκινγκ του Δουβλίνου εξορίστηκαν από τη πόλη (902) από μια εξέγερση υπό την ηγεσία του Μαέλ Φιννία μακ Γλαννακάν βασιλιά της Μπρέγκα και του Κερμπάλλ μακ Μουιρετσέν βασιλιά του Λένστερ.[1] Οι Βίκινγκ που επέζησαν από την κατάληψη της πόλης διασπάστηκαν σε διαφορετικές ομάδες και έφυγαν για τη Γαλλία, την Αγγλία και την Ουαλλία.[2] Αρχαιολογικές έρευνες αργότερα στο Δουβλίνο απέδειξαν ότι μεγάλος αριθμός Βίκινγκ παρέμεινε στο Δουβλίνο, εκδιώχθηκε μονάχα η άρχουσα τάξη.[3] Οι επιδρομές των Βίκινγκ συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια, το 914 ένας μεγάλος στόλος επιτέθηκε στο Γουότερφορντ.[4] Η άφιξη του στόλου σήμανε την επαναφορά της κυριαρχίας των Βίκινγκ σε μεγάλα τμήματα της Ιρλανδίας ενώ τον επόμενο χρόνο εμφανίστηκαν νέες εγκαταστάσεις στο Λίμερικ.[5] Οι κύριες ιστορικές πηγές για την περίοδο είναι τα Νορβηγικά Σάγκας και τα Ιρλανδικά Χρονικά, μερικά από τα χρονικά όπως τα "Χρονικά του Ούλστερ" είναι σύγχρονα με τα γεγονότα αντίθετα μερικά Σάγκας είναι πολύ μεταγενέστερα και λιγότερο αξιόπιστα. Μερικά από τα χρονικά όπως τα "Θραυσματικά Χρονικά της Ιρλανδίας" και τα "Χρονικά των τεσσάρων Μάστερς" ολοκληρώθηκαν αργότερα από υλικό της εποχής τους ή από θραύσματα παλιότερων Σάγκας.[6] Ο Ντάουνχαμ αναφέρει ότι "πέρα από την προκατάληψη και τις μετέπειτα προσθήκες τα Ιρλανδικά χρονικά θεωρούνται αξιόπιστα στην παρουσίαση των γεγονότων".[7]

Επιστροφή των Βίκινγκ στο Δουβλίνο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ραγκνάλ εγκατέλειψε το Δουβλίνο μαζί με την άρχουσα τάξη των Βίκινγκ (902).[8] Εγκαταστάθηκε πιθανότατα στη Σκωτία ή στη νήσο του Μάν και αναφέρεται από πολλούς ιστορικούς σαν "βασιλιάς του Μαν".[9] Φαίνεται ότι βασίλευσε σε περιοχές της νότιας και της δυτικής Σκωτίας όπως οι Εβρίδες αλλά οι σύγχρονες πηγές σιωπούν σχετικά με το γεγονός αυτό.[10] Η παλιότερη αναφορά υπάρχει στα Ιρλανδικά χρονικά σχετικά με μια ναυμαχία το 914 στην οποία νίκησε τον Μπαρίν μακ Ολτρίκ στη νήσο του Μαν.[11] Ο Μπαρίντ ήταν πιθανότατα γιος του Οτίρ μακ Ιέρκν ενός άντρα που σκότωσε έναν γιο του Αουίσλ (883) αλλά αργότερα πολέμησε μαζί με τον Ρσγκνάλ στην Αγγλία.[12] Ο Ραγκνάλ αναφέρεται ξανά στα χρονικά το έτος 917 όταν ο ίδιος και ο ξάδελφος του Σιθρίκ ηγούνται στον στόλο των Βίκινγκ στην Ιρλανδία. Ο Σιθρίκ οδήγησε τον στόλο του στο Λένστερ και ο Ραγκνάλ στο Γουότερφορντ, ο Νάιαλ Γκλαντάμπ βασιλιάς του Ουί Νέιγ τους είδε σαν απειλή και ετοιμάστηκε να τους αποκρούσει, οι Βίκινγκ διεκδίκησαν τη νίκη.[13] Ακολούθησε η μάχη του Κονφέι εναντίον του Αουγκαίρ μακ Αιλέλλα βασιλιά του Λένστερ που έπεσε στη μάχη, η νίκη επί του Αιλέλλα ήταν το τέλος της αντίστασης των Ιρλανδών στις προσπάθειες των Βίκινγκ για την επιστροφή τους, o Σιθρίκ πραγματοποίησε θριαμβευτική επιστροφή στο Δουβλίνο που ανέλαβε ξανά στον θρόνο.[14]

Βασιλιάς της Νορθουμβρίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα "Χρονικά του Ούλστερ" αναφέρουν ότι ο Ραγκνάλ μαζί με τον ξάδελφο του Γκοφραίντ ουα Αιμάρ και άλλους δυο κόμητες εγκατέλειψαν την Ιρλανδία (918) για να πολεμήσουν εναντίον του Κωνσταντίνου Β΄ της Σκωτίας. Τα "Χρονικά του Αγίου Κάθμπερτ" που ολοκληρώθηκαν τον 11ο αιώνα γράφουν ότι ο Κωνσταντίνος υποστήριζε τον Ίλντριντ Α΄ του Μπάμπουργκ γιο του Ίντγουλφ Β΄ της Νορθουμβρίας βασιλιά σε ένα τμήμα της Νορθουμβρίας. Η μάχη του Κόρμπριτζ που ακολούθησε εμφανίζεται με αμφίβολα αποτελέσματα, πιθανότερα ήταν νίκη του Ραγκνάλ επειδή στη συνέχεια εγκαταστάθηκε βασιλιάς στη Γιορκ.[15] Ο Ραγκνάλ μετακινήθηκε γρήγορα εκεί και κατόρθωσε να επιβάλει την εξουσία του στους Βίκινγκ της περιοχής.[16] Οι αντιδράσεις που συνάντησε ήταν σύντομα μεγάλες από μια ομάδα χριστιανών Βίκινγκ που αντιτάχθηκαν στον παγανισμό του καθοδηγούμενοι από την Έθελφλιντ αδελφή του Αγγλοσάξονα βασιλιά, αλλά οι συγκρούσεις τελικά απετράπησαν λόγω του αιφνίδιου θανάτου της Έθελφλιντ τον Ιούνιο του 918.[17]

Ο Ραγκνάλ έκοψε τρεις διαφορετικές σειρές νομισμάτων με βάση το νομισματοκοπείο της Γιορκ κάτι που αποδεικνύει ότι κυβερνούσε κανονικά τη Νορθουμβρία εκείνη την εποχή αν και η κοπή των νομισμάτων και η συλλογή των φόρων δεν ήταν έργο του βασιλιά αλλά του Ίροδιγουιρντ, αρχιεπισκόπου της Γιορκ.[18] Ο Εδουάρδος ο πρεσβύτερος πραγματοποίησε γύρω στο 920 μια συνάντηση με τους υπόλοιπους βόρειους βασιλείς σε περίεργες συνθήκες.[19] Στη συνάντηση συμφωνήθηκε να αναγνωρίσουν όλοι οι υπόλοιποι βασιλείς μαζί και ο Ραγκνάλ τον Εδουάρδο "ως κύριο και άρχοντα όλων" αν και πολλοί ιστορικοί διαφωνούν με την ακρίβεια των γεγονότων.[20] Ο Ραγκνάλ πέθανε την επόμενη χρονιά (921), τα "Χρονικά του Ούλστερ" τον περιγράφουν σαν "βασιλιά των ισχυρών ξένων και των σκοτεινών ξένων".[21] Είναι πολύ πιθανό να πέθανε ακόμα και πριν το 920 επειδή εκείνη τη χρονιά ο Σιθρίκ Κες ξεκίνησε από το Δουβλίνο για τη Γιορκ προκειμένου να αναλάβει τον θρόνο της Νορθουμβρίας, ο Σιθρίκ τον διαδέχθηκε.[22]

Κληρονόμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα Χρονικά ο Γκοφράιντ έμεινε γνωστός σαν "ουα Αιμάρ" δηλαδή σαν εγγονός του Αιμάρ χωρίς να αναφέρεται ποτέ το πατρώνυμο του με αυτόν τον τρόπο δεν γνωρίζουμε ποιός από τους τρεις επιζώντες γιους του Αιμάρ δηλαδή ο Μπαρίντ, ο Σιχφρίντ και ο Σιτριούκ ήταν ο πατέρας του. Η πρώτη εξήγηση είναι ότι ο πατέρας του Γκοφράιντ δεν είχε βασιλεύσει ποτέ στην Ιρλανδία ή είχε περάσει το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του μακριά από το νησί, η δεύτερη εξήγηση είναι ότι ήταν γιος μιας κόρης του Αιμάρ, σε οποιαδήποτε περίπτωση τα κληρονομικά του δικαιώματα εξαρτήθηκαν μονάχα από τον παππού του.[23] Οι άμεσοι συγγενείς του Ραγκνάλ ουα Αιμάρ ήταν ο Σιθρίκ Κες, ο Γκοφραίντ ουα Αιμάρ και ο Αμλαίμπ ήταν όλοι εγγονοί του Αιμάρ και αναγνωρίστηκαν με το επώνυμο "ουα Αιμάρ", όλοι εκτός από τον Αμλαίμπ βασίλευσαν στο Δουβλίνο ή στη Νορθουμβρία σε διαφορετικές χρονικές περιόδους.[24] Μια προσωπικότητα χωρίς όνομα με το επώνυμο "Μακ Ραγκνάιγ" δηλαδή γιος του Ραγκνάλ έχει αναγνωριστεί από τους ιστορικούς σαν γιος του αλλά δεν έχει δοθεί το όνομα του.[25] Το 942 ο Μακ Ρακγνάιγ οδήγησε μια επιδρομή στο Ντάουνπατρικ αλλά μέσα σε μια βδομάδα σκοτώθηκε από τον Ματουντάν επικυρίαρχο του Ούλστερ, τα Χρονικά των Τεσσάρων Μάστερς τον αποκαλούν "Γιαρλ" ενώ τα Χρονικά του Ούλστερ "βασιλιά".[26] Τα "Χρονικά των Τεσσάρων Μάστερς" αναφέρουν επιπλέον ότι ο ίδιος μαζί με τους λίγους ακολούθους του ήρθαν από ένα νησί.[27]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Downham, p. 26
  2. Downham, pp. 27–28; Fragmentary Annals of Ireland, § 429; Annales Cambriae, s.a. 902; Brenhinedd y Saesson, s.a. 903; Brut y Tywysogyon (Pen. 20), s.a. 903; Brut y Tywysogyon (RBH), s.a. 903
  3. Downham, p. 27
  4. Sawyer, p. 97; Annals of the Four Masters, s.a. 914; Chronicon Scotorum, s.a. 914; Annals of Ulster, s.a. 914
  5. Downham, p. 31
  6. Radner, pp. 322–325
  7. Downham, p. 12
  8. Hart
  9. Hart; Woolf, p. 148
  10. Woolf, p. 148
  11. Downham, pp. 267–268
  12. Downham, p. 248
  13. Annals of Ulster, s.a. 917; Annals of the Four Masters, s.a. 917
  14. Downham, pp. 31, 273–274
  15. Downham, pp. 91–95; Woolf, pp. 142–144 & 191.
  16. Forte, Oram and Pedersen, p. 102
  17. Forte, Oram and Pedersen, p. 103
  18. Hart; Woolf, p. 191.
  19. Woolf, pp. 145–147; Anglo-Saxon Chronicle, s.a. 920
  20. Hart; Woolf, pp. 145–147; Downham, pp. 95–97.
  21. Annals of Ulster, s.a. 921
  22. Woolf, p. 148
  23. Downham, p. 34
  24. Downham, p. 29
  25. Downham, p. 64
  26. Annals of the Four Masters, s.a. 942; Annals of Ulster, s.a. 942
  27. Downham, p. 64; Annals of the Four Masters, s.a. 942

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Thorpe, B, ed. (1861). The Anglo-Saxon Chronicle. Rerum Britannicarum Medii Ævi Scriptores. Vol. 1. London: Longman, Green, Longman, and Roberts. Accessed via Internet Archive.
  • Williams Ab Ithel, J, ed. (1860). Annales Cambriae. Rerum Britannicarum Medii Ævi Scriptores. London: Longman, Green, Longman, and Roberts. Accessed via Internet Archive.
  • "Annals of the Four Masters". Corpus of Electronic Texts (16 December 2013 ed.). University College Cork. 2013. Retrieved 23 November 2014.
  • "The Annals of Ulster". Corpus of Electronic Texts (15 August 2012 ed.). University College Cork. 2012. Retrieved 23 November 2014.
  • Dumville, D. N. (2005). Brenhinoedd y Saeson, 'The Kings of the English', A.D. 682–954: Texts P, R, S in Parallel. University of Aberdeen.
  • Williams Ab Ithel, J, ed. (1860). Brut y Tywysigion; or, The Chronicle of the Princes. Rerum Britannicarum Medii Ævi Scriptores. London: Longman, Green, Longman, and Roberts. Accessed via Internet Archive.
  • "Chronicon Scotorum". Corpus of Electronic Texts (24 March 2010 ed.). University College Cork. 2010. Retrieved 26 November 2014.
  • "Fragmentary Annals of Ireland". Corpus of Electronic Texts (5 September 2008 ed.). University College Cork. 2008. Retrieved 29 November 2014.
  • Ashley, Mike (7 June 2012). The Mammoth Book of British Kings and Queens. Little, Brown Book Group.
  • Downham, Clare (2007). Viking Kings of Britain and Ireland: The Dynasty of Ívarr to A.D. 1014. Edinburgh: Dunedin Academic Press.
  • Forte, Angelo; Oram, Richard D.; Pedersen, Frederik (5 May 2005). Viking Empires. Cambridge University Press.
  • Hart, Cyril (2004). "Ragnall (d. 920/21)". Oxford Dictionary of National Biography. Oxford University Press.
  • Holman, Katherine (2007). The Northern Conquest: Vikings in Britain and Ireland. Signal Books.

Medieval Dublin. 6. Four Courts Press. 2005.

  • Muir, Tom (2005). Orkney in the Sagas. Kirkwall: Orcadian.
  • Ó Corrain, Donnchadh (1979). "High-Kings, Vikings and Other Kings". Irish Historical Studies. 22: 283–323.
  • Ó Corrain, Donnchadh (1998). "The Vikings in Scotland and Ireland in the Ninth Century" (PDF). Peritia. 12: 296–339.
  • Radner, Joan. "Writing history: Early Irish historiography and the significance of form" (PDF). Celtica. 23: 312–325. Archived from the original (PDF) on 23 September 2015.
  • Sawyer, Peter (January 2001). The Oxford Illustrated History of the Vikings. Oxford University Press.
  • Smyth, Alfred P. (1975). Scandinavian York and Dublin: the history and archaeology of two related Viking kingdoms. Templekieran Press.
  • Woolf, Alex (2007). From Pictland to Alba: 789 – 1070. Edinburgh University Press.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ραγκνάλ ουα Αιμάρ
 Θάνατος: 921
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Εδουάρδος ο Πρεσβύτερος
Βασιλιάς της Νορθουμβρίας
918 - 921
Διάδοχος
Σιθρίκ Κες