Περίστροφο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περίστροφον Ναγκάντ 1895

Το περίστροφο ή ρεβόλβερ (από την αντίστοιχη αγγλική λέξη, revolver) είναι επαναληπτικό πυροβόλο όπλο το οποίο διαθέτει ένα περιστρεφόμενο κύλινδρο ο οποίος περιέχει πολλαπλές θαλάμες και τουλάχιστον μία κάννη. Σχεδόν όλα τα πρώτα περίστροφα είχαν κυλίνδρους με έξι θαλάμους, με αποτέλεσμα να ονομαστούν «εξάσφαιρα», όρος που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Παρόλα αυτά, έχουν κατασκευαστεί περίστροφα που έχουν από 3 έως 24 θαλάμους, με τα περισσότερα να έχουν 5 ή 6.

Το περίστροφο επιτρέπει στον χρήστη να πυροβολήσει αρκετές φορές χωρίς να ξαναγεμίσει. Κάθε φορά που σηκώνεται ο κόκκορας, ο κύλινδρος περιστρέφεται ώστε να ευθυγραμμιστεί ο επόμενος θάλαμος και η σφαίρα με τον κόκκορα και την κάννη, γεγονός που δίνει στο όπλο το όνομά του. Σε ένα περίστροφο μονής ενέργειας, ο χειριστής πρέπει να ανασηκώσει τον κόκκορα με το ελεύθερο χέρι ή τον αντίχειρά του και το τράβηγμα της σκανδάλης απελευθερώνει τον κόκκορα. Σε ένα περίστροφο διπλής δράσης, το τράβηγμα της σκανδάλης πρώτα κινεί τον κόκκορα πίσω και μετά τον απελευθερώνει.[1]

Τα πρώτα όπλα με περιστρεφόμενους κυλίνδρους που είχαν πολλούς θαλάμους και τροφοδοτούσαν μία κάννη κατασκευάστηκαν στα τέλη του 16ου αιώνα στην Ευρώπη.[2] Στην πράξη όμως, ήταν ακριβά και σπάνια. Τα περίστροφα θα γίνονταν διαθέσιμα και στους μη πλούσιους μόλις τον 19ο αιώνα. Ένα από τα πρώτα τέτοια όπλα ήταν ένα περίστροφο που κατασκευάστηκε το 1814 από την Ελίσα Κόλλιερ[3]. Το πρώτο περίστροφο με κρουστικό καπάκι εφευρέθηκε από τον Ιταλό Φραντσέσκο Αντόνιο Μπρόκου το 1833. Έλαβε βραβείο 300 φράγκων για την εφεύρεσή του, αν και δεν το πατένταρε, και το περίστροφό του παρουσιάστηκε στον βασιλιά Κάρολο Αλβέρτο της Σαρδηνίας. Όμως, το 1835, κατατέθηκε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για ένα παρόμοιο από τον Σάμουελ Κολτ, το οποίο στη συνέχεια έγινε το πρώτο περίστροφο μαζικής παραγωγής.[4] Η εταιρεία του Κολτ έγινε διάσημη για την ποιότητα των όπλων.[5]

Τα περίστροφα σύντομα άρχισαν να χρησιμοποιούνται σχεδόν παντού. Στις αρχές του 20ού αιώνα εμφανίστηκαν τα ημιαυτόματα πιστόλια, τα οποία έχουν περισσότερες σφαίρες και γεμίζουν ταχύτερα. Όμως, τα ημιαυτόματα πιστόλια δεν θεωρούνταν αρκετά αξιόπιστα για την αστυνομία ή για αυτοάμυνα μέχρι το δεύτερο μισό του αιώνα, και τα περίστροφα συνέχισαν να χρησιμοποιούνται από την αστυνομία και τους πολίτες μέχρι να αναπτυχθούν σύγχρονα πιστόλια, όπως το Μπερέττα 92 και το Glock 17 τις δεκαετίες του 1970 και του 1980.[6] Σήμερα, τα αυτόματα πιστόλια έχουν αντικαταστήσει σχεδόν πλήρως τα περίστροφα στις στρατιωτικές και αστυνομικές δυνάμεις.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Tilstone, William J.· Savage, Kathleen A.· Clark, Leigh A. (1 Ιανουαρίου 2006). Forensic Science: An Encyclopedia of History, Methods, and Techniques. ABC-CLIO. σελίδες 158–159. ISBN 978-1-57607-194-6. 
  2. Howard L. Blackmore (1965). Guns and Rifles of the World. Chancellor Press. σελ. 80. 
  3. Pauly, Roger A.· Pauly, Roger (2004). Firearms: The Life Story of a Technology. Greenwood Publishing Group. σελ. 87. ISBN 978-0-313-32796-4. 
  4. Gibby, Darin (2011). Why America Has Stopped Inventing. New York: Morgan James Publishing. σελ. 84. ISBN 978-1-61448-048-8. 
  5. Tucker, Spencer C.· White, William E. (2011). The Civil War Naval Encyclopedia. ABC-CLIO. σελίδες 122–123. ISBN 978-1-59884-338-5. 
  6. Cutshaw, Charles Q. (2011). Tactical Small Arms of the 21st Century: A Complete Guide to Small Arms From Around the World. Iola, Wisconsin: Gun Digest Books. σελ. 50. ISBN 978-1-4402-2709-7.