Κουρλάνδη

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 56°55′21″N 22°01′57″E / 56.9225°N 22.0324°E / 56.9225; 22.0324

Ιστορικές περιοχές της Λετονίας, η Κουρλάνδη με κίτρινο
Το εθνόσημο της Κουρλάνδης

Η Κουρλάνδη ή Κουρονία (λετονικά: Kurzeme, ρωσικά: Курляндия, λιβονικά: Kurāmō, λατινικά: Curonia / Couronia) είναι μία από τις τέσσερις ιστορικές και πολιτιστικές περιοχές της Λετονίας. Οι περιφέρειες Σελονία και Σεμιγαλλία θεωρούνται μερικές φορές μέρος της Κουρονίας, καθώς αποτελούσαν μέρος του Δουκάτου της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας. Η μεγαλύτερη πόλη της Κουρλάνδης είναι η Λιέπαγια, η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Λετονίας.

Γεωγραφία και κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κουρλάνδη βρίσκεται στη δυτική Λετονία. Βόρεια βρέχεται από τον Κόλπο της Ρίγα, δυτικά από την Βαλτική Θάλασσα, ενώ νότια συνορεύει με τη Λιθουανία.

Η Κουρλάνδη έχει έκταση 27.286 τ.χλμ., εκ των οποίων τα 262 τ.χλμ. αποτελούν λίμνες. Το τοπίο είναι γενικά χαμηλό και με κυματοειδή χαρακτηριστικά, με επίπεδες και ελώδεις παραλιακές περιοχές. Το εσωτερικό χαρακτηρίζεται από δασώδεις λόφους, καλυμμένους με πεύκα, έλατα, σημύδες και βελανιδιές, με βάλτους και λίμνες και γόνιμο έδαφος μεταξύ τους. Το υψόμετρο της Κουρλάνδης δεν υπερβαίνει τα 213 μέτρα από το επίπεδο της θάλασσας.

Η πεδιάδα της Γιέλγκαβα διαχωρίζει την Κουρλάνδη σε δύο μέρη, το δυτικό, το οποίο είναι εύφορο και πυκνοκατοικημένο, και το ανατολικό, το οποίο είναι λιγότερο εύφορο και αραιοκατοικημένο.

Σχεδόν εκατό ποτάμια διέρχονται από την Κουρλάνδη, όμως μόνο τρία από αυτά ( ο Νταουγκάβα, ο Λιελούπε και ο Βέντα) είναι πλωτά. Όλα κινούνται προς βορειοδυτικά και εκβάλλουν στη Βαλτική Θάλασσα.

Εξαιτίας των πολλών λιμνών και βάλτων, η Κουρλάνδη έχει ένα κλίμα υγρό, συχνά ομιχλώδες και ασταθές. Οι χειμώνες είναι δριμείς.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην αρχαιότητα η Κουρλάνδη, κατοικούνταν από μια παγανιστική φυλή, τους Κουρονιανούς. Το Τάγμα των Αδελφών του Ξίφους, ένα γερμανικό στρατιωτικό τάγμα, υπέταξε τους Κουρονιανούς και τους εκχριστιάνισε το πρώτο τέταρτο του 13ου αιώνα. Έτσι το 1230 ο κουρλανδός βασιλιάς Λαμμεκίνους (Λαμίκις) έκανε ειρήνη απευθείας με τον Παπικό Λεγάτο. Αποδέχτηκε το βάπτισμα και έγινε υποτελής του Πάπα.[1] Το 1237 η περιοχή πέρασε στην κυριαρχία των Τευτόνων Ιπποτών εξαιτίας της συγχώνευσης αυτού του τάγματος με το Τάγμα των Αδελφών του Ξίφους.

Λιβονική Συνομοσπονδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Λιβονιανή Συνομοσπονδία ήταν μια χαλαρά οργανωμένη συνομοσπονδία, που σχηματίστηκε από το γερμανικό Λιβονικό Τάγμα και διάφορες επισκοπές, που κάλυπταν μεγάλο μέρος της σημερινής Εσθονίας και Λετονίας. Υπήρχε από το 1228 έως το 1560, όταν διαλύθηκε κατά τον Λιβονικό πόλεμο.

Δουκάτο της Κουρλάνδης και η Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία (1561-1795)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Δουκάτο της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας όπως ήταν το 1740

Το Δουκάτο της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας ήταν ένα ημιανεξάρτητο δουκάτο που υπήρχε από το 1561 έως το 1795 και περιλάμβανε τις περιοχές της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας. Αν και τυπικά υποτελές στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία, οι δούκες του λειτουργούσαν αυτόνομα. Τον 18ο αιώνα η Ρωσία απέκτησε μεγάλη επιρροή στο Δουκάτο. Το Δουκάτο ήταν ένα από τα μικρότερα ευρωπαϊκά κράτη που αποίκισαν υπερπόντια εδάφη, εγκαθιστώντας μικρής διάρκειας φυλάκια στα νησιά της Καραϊβικής, Τρινιντάντ και Τομπάγκο και στις εκβολές του ποταμού Γκάμπια στην Αφρική, στο νησί που ήταν τότε γνωστό ως νησί Τζέιμς. Η πρώην Επισκοπή της Κουρλάνδης ενσωματώθηκε απευθείας στην Πολωνική-Λιθουανική Κοινοπολιτεία ως περιφέρεια Πιλτίν του Βέντεν και αργότερα ως Βοϊβοδάτο του Ινφλάντι. Το 1795 ο τελευταίος δούκας Πέτερ φον Μπίρον παραχώρησε το δουκάτο στη Ρωσική Αυτοκρατορία.

Η Κουρλάνδη ως μέρος της Ρωσίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την προσάρτηση του Δουκάτου από τη Ρωσική Αυτοκρατορία, το Δουκάτο αποτέλεσε το Κυβερνείο της Κουρλάνδης.

Από την εποχή των Βόρειων σταυροφοριών στις αρχές του 13ου αιώνα οι περισσότερες εκτάσεις ανήκαν σε ευγενείς που κατάγονταν από τους γερμανούς εισβολείς. Το 1863 οι ρωσικές αρχές εξέδωσαν νόμους που επέτρεπαν στους Λετονούς, οι οποίοι αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, να αποκτήσουν τις εκτάσεις που κατείχαν και ιδρύθηκαν ειδικές τράπεζες για να τους βοηθήσουν. Με αυτό τον τρόπο μερικοί κάτοικοι αγόρασαν τις εκτάσεις τους, αλλά η μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού παρέμεινε ακτήμων και ζούσαν ως εργάτες, κατέχοντας χαμηλή θέση στην κοινωνική κλίμακα.

Η γεωργία ήταν η κύρια απασχόληση, με κύριες καλλιέργειες αυτές της σίκαλης, του κριθαριού, της βρώμης, του σιταριού, του λιναριού και της πατάτας. Τα μεγάλα κτήματα διεξήγαν τη γεωργία με επιδεξιότητα και επιστημονικές γνώσεις. Η Λιέπαγια και η Γιέλγκαβα λειτουργούσαν ως τα κυριότερα βιομηχανικά κέντρα με σιδηρουργεία, βυρσοδεψεία, υαλουργεία και σαπωνοποιεία. Η κλώση του λιναριού αποτελούσε την κύρια εγχώρια βιομηχανία. Ο σίδηρος και ο ασβεστόλιθος ήταν τα κύρια ορυκτά, όπως και το κεχριμπάρι που βρισκόταν στην ακτή. Οι μόνοι λιμένες ήταν η Λιέπαγια, το Βέντσπιλς και η Παλάνγκα, ενώ κανένας δεν υπήρχε στην ακτή του Κόλπου της Ρίγας.

Η Κουρλάνδη κατά τη διάρκεια και μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Κουρλάνδη έλαβαν χώρα πολεμικές επιχειρήσεις του Ανατολικού Μετώπου, κυρίως μεταξύ των δυνάμεων της Ρωσικής και Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά τη μεγάλη υποχώρηση της Ρωσίας το 1915, η Κουρλάνδη τέθηκε υπό τον έλεγχο του διοικητή του Ανατολικού Μετώπου του Γερμανικού στρατού, Πάουλ φον Χίντενμπουργκ, ενός Πρώσου στρατιωτικού ήρωα. Με την αύξηση των περιοχών του Ανατολικού Μετώπου ως αποτέλεσμα των εκεί στρατιωτικών επιτυχιών, δόθηκε στον στρατηγό Έριχ Λούντεντορφ η διαχείριση αυτής της μεγάλης περιοχής. Η επαρχία της Κουρλάνδης (η οποία περιλάμβανε τμήματα της Σεμιγαλλίας) έγινε μία από τις τρεις επαρχίες της περιοχής, η οποία έγινε επίσης γνωστή ως Ανατολικό Μέτωπο.

Καθώς η ρωσική κυριαρχία στο υπόλοιπο της σημερινής Λετονίας άρχισε να καταρρέει στο τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γερμανοί της Βαλτικής άρχισαν μια διαδικασία σχηματισμού επαρχιακών συμβουλίων μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 1917 και του Μαρτίου του 1918, ανταγωνιζόμενες τις κινήσεις των εθνοτικών Λετονών προς την ανεξαρτησία. Με τη Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ στις 3 Μαρτίου του 1918, η νέα μπολσεβίκικη κυβέρνηση της Ρωσίας παραιτήθηκε επίσημα από τον έλεγχο της Κουρλάνδης υπέρ της Γερμανίας. Το δουκάτο της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας αναγγέλθηκε στις 8 Μαρτίου του 1918 από το βαλτικό γερμανικό συμβούλιο, το οποίο προσέφερε το στέμμα του δουκάτου στον γερμανό αυτοκράτορα Γουλιέλμο Β΄ Ο Γουλιέλμος Β΄ αναγνώρισε το δουκάτο ως γερμανικό υποτελές δουκάτο τον ίδιο μήνα. Ωστόσο το δουκάτο απορροφήθηκε στις 22 Σεπτεμβρίου του 1918 από το Ηνωμένο Βαλτικό Δουκάτο. Στις 18 Νοεμβρίου του 1918 η Λετονία διακήρυξε την ανεξαρτησία της και στις 7 Δεκεμβρίου του 1918 ο γερμανικός στρατός παρέδωσε την εξουσία στην προσωρινή κυβέρνηση της Λετονίας με επικεφαλής τον Κάρλις Ουλμάνις. Μέχρι τον Ιανουάριο του 1919 μεγάλο μέρος της Κουρλάνδης είχε προσαρτηθεί από τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λετονίας, αλλά η προσωρινή κυβέρνηση με τη βοήθεια των γερμανικών δυνάμεων πήρε πίσω την Κουρλάνδη τον Απρίλιο. Καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου ανεξαρτησίας της Λετονίας, μεγάλο μέρος της Κουρλάνδης παρέμεινε γερμανικό προπύργιο. Η Λετονία τελικά υπέγραψε την κατάπαυση του πυρός με τη Γερμανία στις 15 Ιουλίου του 1920 και η Συνθήκη της Ρίγα της 11ης Αυγούστου έληξε τον πόλεμο.

Η Κουρλάνδη ως μέρος της μεσοπολεμικής Λετονίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Κουρλάνδη έγινε μία από τις πέντε επαρχίες του νεοσυσταθέντος έθνους της Λετονίας. Αυτές οι επαρχίες αντιστοιχούσαν στις τέσσερις παραδοσιακές περιοχές της Λετονίας καθώς και στη Ρίγα. Το 1935 η Κουρλάνδη είχε έκταση 13.210 τετραγωνικών χιλιομέτρων και πληθυσμό 292.659 κατοίκους, γεγονός που την καθιστούσε την πιο αραιοκατοικημένη επαρχία.[2]

Η Κουρλάνδη κατά τη διάρκεια και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σοβιετικός στρατός κατέλαβε τη Λετονία σύμφωνα με τους όρους του Συμφώνου Μολότωφ - Ρίμπεντροπ του 1939 στις 17 Ιουνίου του 1940. Στις 5 Αυγούστου του 1940 η Σοβιετική Ένωση προσάρτησε την περιοχή μαζί με την υπόλοιπη Λετονία, η οποία έγινε συνιστώσα χώρα της ΕΣΣΔ, η Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λετονίας.

Κατά την έναρξη της επιχείρησης Μπαρμπαρόσα το καλοκαίρι του 1941, η Βέρμαχτ με επικεφαλής τον Βίλχελμ Ρίττερ φον Λέεμπ κατέλαβε την Κουρλάνδη, μαζί με την υπόλοιπη παράκτια περιοχή της Βαλτικής. Το 1944 ο Κόκκινος στρατός ήρε την πολιορκία του Λένινγκραντ και επανέκτησε τη Βαλτική περιοχή μαζί με μεγάλο μέρος της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας. Εντούτοις, περίπου 200.000 γερμανοί στρατιώτες βρίσκονταν στην Κουρλάνδη και παρέμειναν παγιδευμένοι σε αυτό που έγινε γνωστό ως Θύλακας της Κουρλάνδης, μπλοκαρισμένο από τον Κόκκινο στρατό και τον Κόκκινο Βαλτικό στόλο. Ο συνταγματάρχης Χάιντς Γκουντέριαν, αρχηγός του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου, παρακάλεσε τον Αδόλφο Χίτλερ να επιτρέψει την εκκένωση των στρατευμάτων από την Κουρλάνδη δια θαλάσσης για να χρησιμοποιηθούν στην άμυνα της Γερμανίας. Ο Χίτλερ αρνήθηκε και διέταξε τις δυνάμεις της Βέρμαχτ στην Κουρλάνδη να συνεχίσουν την υπεράσπιση της περιοχής. Ο Χίτλερ πίστευε ότι είναι αναγκαία για την προστασία των υποβρυχίων βάσεων του πολεμικού ναυτικού (Kriegsmarine) κατά μήκος των ακτών της Βαλτικής. Στις 15 Ιανουαρίου του 1945 σχηματίστηκε η Ομάδα Στρατιών Κουρλάνδης (Heeresgruppe Kurland) υπό τον γενικό συνταγματάρχη Λόταρ Ρέντουλιτς. Στις 8 Μαΐου του 1945 η ομάδα στρατιών της Κουρλάνδης υπό τον τελευταίο διοικητή της, τον γενικό συνταγματάρχη Καρλ Χίλπερτ, παραδόθηκε στον στρατάρχη Λεονίντ Γκοβόροφ, διοικητή του Μετώπου του Λένινγκραντ. Την εποχή εκείνη η ομάδα αποτελούνταν από τα κατάλοιπα 31 περίπου τμημάτων. Μετά τις 9 Μαΐου του 1945 περίπου 203.000 στρατιώτες της Ομάδας Στρατιών Κουρλάνδης άρχισαν να μετακινούνται στα σοβιετικά στρατόπεδα στα ανατολικά. Η πλειονότητά τους δεν επέστρεψε στη Γερμανία (Haupt, 1997). Η Κουρλάνδη παρέμεινε μέρος της ΣΣΔ της Λετονίας της Σοβιετικής Ένωσης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, η Κουρλάνδη έγινε και πάλι μέρος της ανεξάρτητης Λετονίας, αν και δεν αποτελεί σήμερα διοικητική οντότητα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. https://www.britannica.com/place/Courland
  2. 1935 census figures cited at Municipalities of Latvia at Statoids.com. ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2015.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]