Κατενάτσιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Το «verrou» του Καρλ Ράπαν προκάτοχος του catenaccio

Το κατενάτσιο (ιταλ.: catenaccio) είναι μια ποδοσφαιρική τακτική, η οποία δίνει έμφαση στην άμυνα. Η λέξη είναι ιταλική και σημαίνει "αμπαρωμένη πόρτα". Ως ποδοσφαιρικός όρος καθιερώθηκε να σημαίνει την πολύ καλά οργανωμένη και σφιχτή άμυνα, η οποία είναι προσαρμοσμένη να μην δίνει στον αντίπαλο ευκαιρίες για γκολ.

Το σύστημα έγινε διάσημο από τον Αργεντινό προπονητή Χελένιο Χερέρα, ο οποίος το εφάρμοσε στην ιταλική Ίντερ τη δεκαετία του ’60, με σκοπό να νικά με 1-0 τους αντιπάλους της στο ιταλικό πρωτάθλημα. Το κατενάτσιο δεν είναι θεαματικό και συχνά χαρακτηρίζεται ως αντιποδόσφαιρο.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ράπαν[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κατενάτσιο έχει τις ρίζες του στο σύστημα verrou (αλυσίδας), το οποίο παρουσιάστηκε από τον Αυστριακό κόουτς Καρλ Ράπαν τη δεκαετία του ’30. Ως προπονητής της Ελβετίας τις δεκαετίες του ’30 και το ’40 ο Ράπαν καθιέρωσε μια θέση αμυντικού παίκτη, τον verrouller, ο οποίος ήταν αποκλειστικά αμυντικός και έπαιζε ακριβώς μπροστά από τον τερματοφύλακα.

Ο Ράπαν ξεκίνησε να εφαρμόζει το σύστημα "verrou" το 1932, όταν ήταν προπονητής στη Σερβέτ Γενεύης. Στηριζόταν σε τέσσερις αμυντικούς που μάρκαραν στενά τους αντιπάλους με σφιχτό μαν του μαν. Επιπλέον είχε έναν επιτελικό μέσο στο κέντρο του γηπέδου, ο οποίος άλλαζε μπαλιές με τους δύο πλάγιους μέσους.

Στην Ιταλία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ιταλία το σύστημα αυτό έφερε ο Νερέο Ρόκο τη δεκαετία του ’50 και το εφάρμοσε στην Πάντοβα. Στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκε από τη ΑΚ Μίλαν στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Η τακτική του Ρόκο συχνά αναφέρεται ως το αυθεντικό κατενάτσιο. Πρωτοπαρουσιάστηκε το 1947 με την Τριεστίνα. Το πιο συνηθισμένο στήσιμο της ομάδας ήταν το 1-3-3-3 με σφιχτές αμυντικές γραμμές. Εφαρμόζοντας το κατενάτσιο η Τριεστίνα τερμάτισε δεύτερη στο ιταλικό πρωτάθλημα. Ορισμένες παραλλαγές του συστήματος ήταν το 1-4-4-1και το 1-4-3-2.

Κλειδί στο κατενάτσιο είναι ο ρόλος του λίμπερο (ιταλ.: libero, αγγλ.: sweeper), δηλαδή του ελεύθερου αμυντικού παίκτη ή παίκτη «σκούπα», όπως λέγεται συχνά στην ελληνική ποδοσφαιρική αργκό. Ο λίμπερο είναι τοποθετημένος πίσω από τους τρεις αμυντικούς. Ο ρόλος του είναι να κερδίζει τις χαμένες μπαλιές, να παρεμποδίζει τον αντίπαλο επιθετικό και να μαρκάρει σε δεύτερο χρόνο, όταν είναι αναγκαίο. Μια άλλη σημαντική εφαρμογή του κατενάτσιο είναι η καλά υπολογισμένη επίθεση, που στηρίζεται στις μακρινές πάσες από την άμυνα.

Στην εκδοχή του Χερέρα τη δεκαετία του ’60, τέσσερις αμυντικοί μάρκαραν στενά καθέναν από τους τέσσερις αντίπαλους επιθετικούς και ένας ακόμα πίσω από αυτούς ήταν λίμπερο για να μαζεύει τις χαμένες μπαλιές.

Με την πάροδο των χρόνων το αυθεντικό κατενάτσιο παραμερίστηκε και αντικαταστάθηκε από πιο ευέλικτες αμυντικές τακτικές. Το αποφασιστικό χτύπημα στο κατενάτσιο έδωσε το Ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο (Total Football), στις αρχές της δεκαετίας του ’70, στο οποίο οι θέσεις των παικτών δεν είναι καθορισμένες αλλά επιδιώκεται ο απόλυτος έλεγχος του χώρου του γηπέδου.

Σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πραγματικό κατενάτσιο δεν εφαρμόζεται σήμερα. Τα δυο βασικά χαρακτηριστικά του, η θέση του λίμπερο και το στενό μαρκάρισμα (μαν του μαν), χρησιμοποιούνται ακόμα.

Το χαρακτηριστικό γνώρισμα του κατενάτσιο ήταν η αποκλειστική προσήλωση στην άμυνα και οι σπάνιες επιθετικές προσπάθειες. Έτσι συχνά το κατενάτσιο θεωρείται συνώνυμο του αμυντικού ποδοσφαίρου. Όταν κάποιες ομάδες αγωνίζονται υπερβολικά αμυντικά και ενδιαφέρονται μόνο να μη δεχθούν γκολ, λέγεται ότι «παίζουν κατενάτσιο» αλλά στην πραγματικότητα αυτό δεν ισχύει, διότι δεν ακολουθούν τη συγκεκριμένη τακτική του συστήματος αυτού.

Συνήθως, το κατενάτσιο χρησιμοποιείται από αδύναμες ομάδες που με τη σφιχτή άμυνα προσπαθούν να ξεπεράσουν ομάδες πιο τεχνικές και πιο ταλαντούχες. Επίσης, χρησιμοποιείται περιστασιακά, όταν μια ομάδα μείνει με δέκα παίκτες λόγω κάποιας αποβολής ή όταν ο αγώνας πλησιάζει στη λήξη του και θέλει να κρατήσει το αποτέλεσμα.

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αγώνων στους οποίους εφαρμόστηκε η τακτική κατενάτσιο -κατά πολλούς-[εκκρεμεί παραπομπή] ήταν ο ημιτελικός του Τσάμπιονς Λιγκ του 2009-10 ανάμεσα στην Ίντερ και την Μπαρτσελόνα, όπου ο τότε προπονητής της ιταλικής ομάδας Ζοσέ Μουρίνιο για να σταματήσει το ταχύ ποδόσφαιρο των Καταλανών αναγκάστηκε να κρατήσει όλη την ομάδα πίσω από την σέντρα, παίζοντας σκληρή άμυνα, καθώς και ο αντίστοιχος ημιτελικός του 2012 που διεξήχθη ανάμεσα στην Chelsea και την Barcelona όταν και ο αναπληρωματικός προπονητής των Άγγλων, Ρομπέρτο Ντι Ματέο, κατηγορήθηκε από τα ΜΜΕ[εκκρεμεί παραπομπή] ότι επανέφερε το κατενάτσιο στο ποδόσφαιρο αφού από τα μισά του 1ου ημιχρόνου οι Μπλε είχαν ελάχιστη κατοχή της μπάλας.

Και στις δύο περιπτώσεις το εγχείρημα των προπονητών πέτυχε και οι Μπλαουγκράνα δεν κατόρθωσαν να πάρουν το εισιτήριο για τον τελικό.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]