Επιθαλάσσια αρωγή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο σύγχρονος γενικός όρος επιθαλάσσια αρωγή που αντικατέστησε τον άλλοτε ταυτόσημο Ναυαγιαίρεση αναφέρεται σε παροχή βοήθειας επί παντός είδους κινδύνου που μπορεί να διατρέξει ένα πλοίο με κύριο σκοπό κατά πρώτον την διάσωση ανθρώπων, που είναι βασικά υποχρέωση, και κατά δεύτερον τη διάσωση του πλοίου, του φορτίου αλλά και του ναύλου* (που είχε καταβληθεί ή συμφωνηθεί).

Επί του κατά δεύτερον αυτού σκοπού διάσωσης η «επιθαλάσσια αρωγή» αποτελεί αντικείμενο «σύμβασης», καλούμενη επί τούτου "σύμβαση αρωγής", που συνάπτεται μεταξύ του πλοίου (Πλοιάρχου) που κινδυνεύει, και του πλοίου (Πλοιάρχου) εκείνου που προστρέχει σε βοήθεια, στην οποία συμφωνείται αμοιβή καλούμενη «σώστρα», που είναι ακριβώς εκείνη που θα λάβει το δεύτερο πλοίο από το πρώτο όταν και εφόσον φέρει ωφέλιμο αποτέλεσμα.

Η σύμβαση αυτή καταρτίζεται με συμφωνητικό που είναι τυποποιημένο από τους Νηογνώμονες, κυρίως τον αγγλικό Lloyd, που περιλαμβάνει τη γνωστή, βασική «ρήτρα»: no cure - no pay - (νο κιούρ νο πέϊ) - ( = καμία αμοιβή χωρίς διάσωση). Αν τελικά λόγω των συνθηκών δεν συμφωνηθεί η αμοιβή, το πλοίο που παρείχε την αποτελεσματική βοήθεια δικαιούται να λάβει εύλογη «αποζημίωση» που θα την καθορίσει Δικαστήριο. Η αμοιβή (τα καταβληθέντα σώστρα) σε επιθαλάσσια αρωγή (είθισται, - διεθνές ναυτικό έθιμο) να εισπράττεται κατά τα ακόλουθα μερίδια: Το 1/2 εισπράττει ο Πλοιοκτήτης του πλοίου που παρείχε τη βοήθεια, το 1/4 ο Πλοίαρχος και το υπόλοιπο 1/4 το πλήρωμα του ίδιου πλοίου.
Αυτή βέβαια η διανομή αμοιβής δεν αφορά για εξειδικευμένα πλοία διάσωσης όπως ναυαγοσωστικά ή ρυμουλκά των οποίων Πλοίαρχοι και πληρώματά τους μισθοδοτούνται ανάλογα με τις ειδικές υπηρεσίες αρωγής ή διάσωσης που πρόκειται να παράσχουν.

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Τα σχετικά με την επιθαλάσσια αρωγή ζητήματα εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων ρυθμίζουν τα άρθρα 246-256 του Κ.Ι.Ν.Δ. και το άρθρο 189 του Κ.Δ.Ν.Δ. στο οποίο ορίζεται ότι επιθαλάσσια αρωγή παρέχουν μόνο πλοία ειδικά Ναυαγοσωστικά εφοδιασμένα με σχετική άδεια Λιμενικής αρχής.
  • Εντός των Ελληνικών χωρικών υδάτων επιθαλάσσια αρωγή δύνανται να προσφέρουν μόνο τα υπό ελληνική σημαία ρυμουλκά, ναυαγοσωστικά κλπ.
  • Για την διάσωση προσώπων δεν καταβάλλεται αμοιβή σε αντίθεση για τις αποσκευές αυτών.
  • Επίσης δεν καταβάλλεται αμοιβή στον Πλοίαρχο και πλήρωμα του κινδυνεύοντος πλοίου αφού κάθε προσπάθειά τους αποτελεί επιβεβλημένο καθήκον.

(*) Η διάσωση του ναύλου έγκειται στη διάσωση φορτίου ή μέρους αυτού και την προώθησή του στο λιμένα προορισμού του. Αλλά ακόμα και η συνέχιση, μετά την αρωγή, του ταξιδίου του πλοίου προς λιμένα φόρτωσης απ΄ όπου έχει ήδη λάβει προκαταβολή ναύλου (επόμενου ταξιδίου).

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λόγω του διεθνούς ενδιαφέροντος για την ενιαία ρύθμιση επί θεμάτων και διαφορών που προέκυπταν στην επιθαλάσσια αρωγή, το 1910 καταρτίσθηκε η Διεθνής Συνθήκη των Βρυξελλών "Περί ενωποιήσεως κανόνων τινών περί θαλασσίας αρωγής και ναυαγαιρέσεως". Η σύμβαση εκείνη κυρώθηκε από την Ελλάδα το 1911 με τον Νόμο ΓΩΠΣΤ που αποτέλεσε και τη βάση των σχετικών διατάξεων του Κ.Ι.Ν.Δ..

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]