Εκκλησιαστικό Δίκαιο

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Με τον όρο Εκκλησιαστικό Δίκαιο φέρεται το σύνολο των Κανόνων της Εκκλησίας καθώς και των Nόμων της Πολιτείας, που ρυθμίζουν αφενός τη διάρθρωση της Εκκλησίας, αφετέρου και τις σχέσεις αυτής προς την Πολιτεία.

Εκκλησιαστική δικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η εκκλησιαστική δικονομία είναι το σύνολο των κανόνων δικαίου και των ιερών κανόνων που ρυθμίζουν την διαδικασία που αποσκοπεί στην κατά δικανική μορφή πραγμάτωση του κανονικού δικαίου. (Αποστολος Τζαρός, Η διαδικασία ενώπιον των εκκλησιαστικών δικαστηρίων της εκκλησίας της Ελλάδος. Μία ανάλυση του Νόμου 5383/1932, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 2020, σελ. 29). Σκοπό έχει την διατήρηση της εκκλησιαστικής πειθαρχίας και την τιμωρία όσων κληρικών η μοναχών υπέπεσαν σε παράπτωμα σχετικά με τα καθήκοντα της επαγγελίας των (άρ. 1 Ν. 5383/1932).

Πηγές της εκκλησιαστικής δικονομίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές της εκκλησιατικής δικονομίας είναι το Σύνταγμα της Ελλάδος όπως ισχύει σήμερα, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τις θεμελιώδεις ελευθερίες (1950), η Οικουμενική Διακήρυξη Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (1948), ο κατασταστικός χάρτης της εκκλησίας της Ελλάδος όπως ισχύει σήμερα με τον νόμο 590/1977, ο Κώδικας Ποινικής Δικονομίας όπως ισχύει σήμερα (μετά την 1-7-2019 αναφέρεται και ως Νέος Κώδικας Ποινικής Δικονομίας), οι ιεροί κανόνες, οι αποφάσεις των πολιτικών, διοικητικών, ποινικών δικαστηρίων και του ΕΔΔΑ (Αποστολος Τζαρός, Η διαδικασία ενώπιον των εκκλησιαστικών δικαστηρίων της εκκλησίας της Ελλάδος. Μία ανάλυση του Νόμου 5383/1932, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 2020, σελ. 29).

Ερμηνεία των κανόνων της εκκλησιαστικής δικονομίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον νόμο δεν τον αποτελούν οι λέξεις αλλά το νόημά τους. Όμως το κείμενο ορισμένες φορές δεν μπορεί να αποδώσει το νόημα που επιθυμεί ο νομοθέτης. Τότε υπεισέρχεται η διαδικασία της ερμηνείας. Ο ερμηνευτής της εκκλησιαστικής δικονομίας πρέπει να έχει κατά νου δύο πράγματα. Πρώτον ότι πρόκειται για κείμενο νομικό και δεύτερο ότι η δικονομία αυτή είναι εκκλησιαστική και σκοπό έχει την εκκλησιαστική πειθαρχία (άρ. 1 Ν. 5383/1932) και κατ’ επέκταση την ενότητα της εκκλησίας κατά το πρότυπο της Αγίας Τριάδος.(Ιωαν 17, 11).

Ο ερμηνευτής της εκκλησιατικής δικονομίας δεν πρέπει να περιχαρακώνεται στις ερμηνευτικές αρχές του νομικού κειμένου αλλά να μετατρέπεται ο ίδιος σε ερμηνευτικό υποκείμενο. Πρέπει να γνωρίζει τη ζωή της εκκλησίας, το σκοπό της, την ιστορίας της, το έργο της. Δεν μπορεί να είναι ψυχικά ξένος προς την ζωή της εκκλησίας και να προσπαθεί να προβεί σε ερμηνεία (Αποστολος Τζαρός, ο.π., σελ. 32).

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Νόμος 5383/1932 Αποστόλου Τζαρού,  Η διαδικασία ενώπιον των εκκλησιαστικών δικαστηρίων της εκκλησίας της Ελλάδος. Μία ανάλυση του Νόμου 5383/1932, εκδ. Επέκταση, Κατερίνη 2020, σελ. 512, ISBN:978-960-356-161-3   ISSN 1109-575X