Βλαντιμίρ Σμιρνόφ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βλαντιμίρ Σμιρνόφ
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Влади́мир Миха́йлович Смирно́в (Ρωσικά)
Γέννηση1887[1]
Μόσχα
Θάνατος26  Μαΐου 1937
Μόσχα
Τόπος ταφήςκοιμητήριο Ντονσκόι
Χώρα πολιτογράφησηςΈνωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών
Ρωσική Αυτοκρατορία
Εκπαίδευση και γλώσσες
ΣπουδέςΚρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
οικονομολόγος
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/ΚίνημαΚομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης και Ρωσικό Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα των Εργαζομένων
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Πόλεμοι/μάχεςΡωσική επανάσταση του 1905 και Ρωσική Επανάσταση

Ο Βλαντιμίρ Μιχαήλοβιτς Σμιρνόφ (ρωσικά: Влади́мир Миха́йлович Смирно́в, 1887 – 26 Μαΐου 1937) ήταν Ρώσος κομμουνιστής και μέλος του Κόμματος των Μπολσεβίκων (από το 1907), όπου υποστήριζε μια μαχητική και δογματικά καθαρή γραμμή.

Ο Σμιρνόφ, ο οποίος συνδεόταν στενά με τον Νικολάι Μπουχάριν, ήταν πολιτικός κομισάριος του Ερυθρού Στρατού και εκπροσωπούσε τους Αριστερούς Εσέρους, και ήταν ο κύριος εκπρόσωπος[2] της Στρατιωτικής αντιπολίτευσης το 1919. Ήταν μέλος της συντακτικής επιτροπής του Κομμουνίστ, οργάνου της Επιτροπής Πετρούπολης του κόμματος. Χρόνια πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση πίεζε για περισσότερο μαχητική τακτική του κόμματος, προς μεγάλη ενόχληση του Λένιν. Έγινε οικονομικός διευθυντής του διοικητικού οργάνου της περιφέρειας Μόσχας, Σόβναρκομ, το οποίο ασκούσε ευρείες εξουσίες και είχε υψηλές φιλοδοξίες τοπικής διακυβέρνησης, αν και καταργήθηκε ήδη από τον Ιούνιο του 1918. Οι προσπάθειές του για τον σχηματισμό παρομοίων οργάνων αποδείχθηκαν βραχύβιες.[3]

Ο Σμιρνόφ υπηρέτησε στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ανωτάτου Οικονομικού Συμβουλίου, που συστάθηκε τον Δεκέμβριο του 1917. Η Αριστερή φράξια του αρχικά κυριαρχούσε στο Συμβούλιο και ο Λένιν έπρεπε να παίρνει υπόψη τη θέση τους.[4]

1919[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο 8ο Συνέδριο του Κόμματος, ο Σμιρνόφ εμφανίστηκε ως αντιπρόσωπος της 5ης Στρατιάς. Στις 20 Μαρτίου 1919, ο Σμιρνόφ μίλησε στο Συνέδριο σχετικά με τη χρησιμοποίηση των πρώην Τσαρικών αξιωματικών (που ονομάζονταν “Ειδικοί” μέσα στο κόμμα) και για τους πολιτικούς κομισάριους στον Ερυθρό Στρατό. Απαντώντας σε κατηγορίες από τον Γκριγκόρι Σοκόλνικοφ ότι αντιτάχθηκε στη χρησιμοποίηση των αξιωματικών, η οποία είχε γίνει από το σημείο αυτό βασικό μέρος της στρατιωτικής στρατηγικής των Μπολσεβίκων, αρνήθηκε την προτίμηση της χρησιμοποίησης ανταρτικών πολιτοφυλακών στον Ρωσικό Εμφύλιο Πόλεμο. Προειδοποίησε, ωστόσο, για τους ανεπαρκείς πολιτικούς μηχανισμούς που η Σοβιετική εξουσία είχε στη διάθεσή της για να ελέγχει τους αξιωματικούς-ειδικούς. Υποστηρίζοντας την κατάργηση του Διατάγματος για τα Επαναστατικά Στρατιωτικά Συμβούλια, είπε προς το Συνέδριο:

…Ο ρόλος των πολιτικών επιτρόπων περιορίζεται στις λειτουργίες εποπτείας… Τώρα που έχουμε τους πολιτικούς κομισάριους με επαρκή εμπειρία μάχης και να είναι σε θέση να μην επεμβαίνουν όταν δεν χρειάζεται, πρέπει να τους δώσουμε περισσότερα δικαιώματα, ένα μεγαλύτερο ρόλο στη διοίκηση των στρατευμάτων.

Ο Σμιρνόφ θεωρούσε τους κομισάριους σαν αναπόσπαστο έλεγχο για την πιθανή απιστία των αξιωματικών του παλαιού καθεστώτος. Αυτή την προτίμηση για τη λεγόμενη “πολιτικοποίηση” του Ερυθρού Στρατού τη συμμεριζόταν το Κόμμα των Αριστερών Εσέρων της αντιπολίτευσης, σε μεγάλο όμως βαθμό απορρίφθηκε από τον Λέοντα Τρότσκι, τον Λαϊκό Επίτροπο για τον Στρατό και τον Στόλο, ο οποίος από το 1919 ασκούσε πλήρη έλεγχο στον στρατό. Αλλά τον Απρίλιο του 1919 η Κεντρική Επιτροπή του ΡΚΚ διόρισε τον Σμιρνόφ σαν τον πρώτο οργανωτή των εθελοντών ChON για να στηρίζουν τον Ερυθρό Στρατό στην εμφυλιο-πολεμική προσπάθεια.[5]

Αντιπολίτευση, φυλάκιση και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1923 ανήκε σε αυτούς που υπόγραψαν τη Δήλωση των 46. Το 1926 ο Σμιρνόφ, μαζί με τον Τιμοφέι Σαπρόνοφ, ίδρυσαν την “Ομάδα των 15”, η οποία προσχώρησε στην Ενωμένη Αντιπολίτευση με επικεφαλής τους Τρότσκι, Γκριγκόρι Ζινόβιεφ και Λεβ Κάμενεφ. Διαγράφηκαν από το Κομμουνιστικό Κόμμα στο 15ο Συνέδριο του Κόμματος τον Δεκέμβριο του 1927 μαζί με τους υπόλοιπους της Ενωμένης Αντιπολίτευσης. Αργότερα, στις 31 Δεκεμβρίου 1927 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε απέλαση από τη Μόσχα στην περιοχή των Ουραλίων για 3 χρόνια. Στις 29 Ιανουαρίου 1930, καταδικάστηκε και πάλι σε 3 χρόνια φυλάκιση. Στις 10 Νοεμβρίου 1932, η ποινή επεκτάθηκε κατά 2 χρόνια. Και στις 4 Νοεμβρίου 1934 στάλθηκε για 3 χρόνια στη Σιβηρία. Μετά τη δολοφονία του Κίροφ, τον Μάρτιο του 1935, ο Σμιρνόφ συνελήφθη πάλι, και με ειδική απόφαση της NKVD από τις 22 Μαΐου 1935, φυλακίστηκε μια ακόμα φορά για 3 χρόνια. Στις αρχές 1937, ενώ εκρατείτο στην ειδική φυλακή Ζούζνταλ, ο Σμιρνόφ έστειλε επιστολές στον Λαϊκό Επίτροπο Εσωτερικών Γιέζοφ και τον Εισαγγελέα της ΕΣΣΔ Βισίνσκι, διαμαρτυρόμενος για την κράτησή του. Στις 20 Απριλίου του ίδιου έτους μεταφέρθηκε στη Μόσχα και, στις 26 Μαΐου 1937, το Στρατιωτικό Κολέγιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της ΕΣΣΔ υπό την προεδρία του Β. Ούλριχ τον καταδίκασε σε θάνατο για συμμετοχή σε αντεπαναστατική τρομοκρατική οργάνωση. Ο Σμιρνόφ εκτελέστηκε την ίδια ημέρα, για να γίνει θύμα της Μεγάλης Εκκαθάρισης.

Στις 16 Νοεμβρίου 1960, ο Σμιρνόφ αποκαταστάθηκε εν μέρει, αλλά δεν αποκαταστάθηκε πλήρως μέχρι το 1990.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003. I00548794. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  2. John Erickson (4 Ιουλίου 2013). «Cass Series on Soviet (Russian) Military Institutions (3rd ed.)». The Soviet High Command: a Military-political History, 1918-1941,. Routledge. σελ. 47. ISBN 9781136339523.  The opposition, which became known by the name of the Military Opposition, was compounded of Left-wing Communists and elements dissatisfied with the prevailing military policy as a whole. V. M. Smirnov led for the opposition, which demanded the widening of the scope of the responsibility of the members of the Revvoensoviet, attacked the retention of the 'military specialists', sought increased military power for the commissars and required a greater place for local Party organisations in the centrally directed political work of the armed forces.
  3. Timothy J. Colton (1995). Moscow: Governing the Socialist Metropolis. The Belknap Press of Harvard University Press. σελ. 68. 
  4. «The decline of the Russian Revolution and the cult of the Party». Revolutionary Perspectives. 1 Μαρτίου 2003. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2014. Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2016.  quoting R.V. Daniels: The Conscience of the Revolution. Simon and Schuster 1960, p. 84.
  5. Zakharov, A. (1927). ЧОН, Очерки по истории Октябрьской революции в Нижегородской губернии [ChON: notes on the history of the October Revolution in the Nizhny-Novgorod governorate] (in Russian). Nizhny-Novgorod. p. 47-54. 18[:] При Центральном Комитете Партии назначить ответственного организатора этого дела тов. СМИРНОВА. [18. Designating Comrade SMIRNOV as the organiser responsible in this matter to the Central Committee of the Party.]