Αλχαφερία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 41°39′23″N 0°53′48″W / 41.65639°N 0.89667°W / 41.65639; -0.89667

Μνημείο Παγκόσμιας
Κληρονομιάς της UNESCO
Αρχιτεκτονική Μουδέχαρ της Αραγωνίας
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ.
Χάρτης
Χώρα μέλος Ισπανία
ΤύποςΠολιτιστικό
Κριτήριαiv
Ταυτότητα378
ΠεριοχήΕυρώπη και Βόρεια Αμερική
Ιστορικό εγγραφής
Εγγραφή1986 (10η συνεδρίαση)
Επεκτάσεις2001

Το Παλάτι της Αλχαφερία (ισπανικά: Palacio de la Aljafería, αραβικά: قصر الجعفرية, μτγ: Qasr al-Jaʿfariya) είναι οχυρωμένο μεσαιωνικό μουσουλμανικό παλάτι το οποίο κατασκευάστηκε στο δεύτερο μισό του 11ου αιώνα από το μαυριτανικό ταϊφά της Σαρακούστα της Αλ-Ανδαλούς, τη σημερινή Σαραγόσα στην Ισπανία. Ήταν η κατοικία της δυναστείας Μπανού Χουντ κατά την εποχή του Αμπού Τζαφαρ Αλ-Μουκταντίρ, αφότου νίκησαν τους Μπανού Τουτζίμπι της δυναστείας Κιντά. Το παλάτι αντανακλά το μεγαλείο του απέκτησε το βασίλειο της Σαρακούστα στο μέγιστο της ακμής του. Το παλάτι σήμερα περιλαμβάνει το Κόρτες (περιφερειακό κοινοβούλιο) της αυτόνομης κοινότητας της Αραγωνίας.

Η κατασκευή έχει μοναδική σημασία επειδή είναι η μόνη διατηρημένη καταγραφή ενός μεγάλου κτιρίου ισπανικής ισλαμικής αρχιτεκτονικής της εποχής των Τάιφας (ανεξαρτήτων βασιλείων). Η Αλχαφερία ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς από την UNESCO ως τμήμα της μουδέχαρ αρχιτεκτονικής της Αραγωνίας, με την επέκτασή του το 2001.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άποψη του εσωτερικού

Μετά την κατάληψη της Σαραγόσα το 1118 από τον Αλφόνσο Α΄ της Αραγωνίας, η Αλχαφερία έγινε η κατοικία των χριστιανών βασιλέων του βασιλείου της Αραγωνίας και ως τέτοιο μετατράπηκε στο κύριο σημείο εστίασης για τη διάδοση της μουδέχαρ αρχιτεκτονικής στην Αραγωνία. Ήταν τόπος γέννησης της αγίας Ελισάβετ της Πορτογαλίας το 1271. Χρησιμοποιήθηκε ως βασιλική κατοικία από τον Πέτρο Δ΄ της Αραγωνίας και έτσι έλαβαν χώρα τροποποιήσεις σε αυτούς τους θαλάμους του παλατιού των Καθολικών Μοναρχών το 1492. Το 1593, το κτίριο ανακαινίστηκε άλλη μία φορά και μετατράπηκε σε στρατιωτική βάση, πρώτα σύμφωνα με αναγεννησιακά σχέδια (τα οποία σήμερα παρατηρούνται στην τάφρο και τους κήπους) και αργότερα σε στρατιωτικό αρχηγείο. Έλαβαν χώρα αρκετές τροποποιήσεις και ζημιές στο κτίριο, με κυριότερη από την πολιορκία της Σαραγόσας κατά τον Ιβηρικό πόλεμο μέχρι που τελικά αποκαταστάθηκε στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και σήμερα στεγάζει το Κόρτες ή νομοθετική συνέλευση της αυτόνομης κοινότητας της Αραγωνίας.

Στην αρχική κατασκευή υπάρχουν επιπλέον επάλξεις στο ανοικτό πεδίο που περιβάλλει της Αλχαφερία. Με την επέκταση της Σαραγόσας στο πέρασμα του χρόνου, το κτίριο βρέθηκε μέσα στην πόλη, και μάλιστα ένας αυτοκινητόδρομος περνάει μερικά μέτρα μακριά.

Πύργος του Τροβαδούρου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πύργος του Τροβαδούρου

Η παλαιότερη κατασκευή στην Αλχαφερία αποκαλείται πύργος του Τροβαδούρου (torre del Trovador). Ο πύργος πήρε αυτό το όνομα από το ρωμαντικό δράμα του 1836 από τον Αντόνιο Γκαρθία Γουτίερρες, Ο Τροβαδούρος. Το δράμα μετατράπηκε σε λιμπρέτο για την όπερα του Τζουζέπε Βέρντι Τροβατόρε το 1853.

Ο πύργος είναι μια αμυντική κατασκευή, με τετράγωνη βάση και πέντε επίπεδα τα οποία χρονολογούνται από το τέλος του 9ου αιώνα μ.Χ., περίοδο την οποία κυβέρνησε ο πρώτος Μπανού Τουτζίμπι, Μοχάμεντ Αλανκούρ, ο οποίος πήρε το όνομά του από τον Μοχάμεντ Α΄ της Κόρδοβας, ανεξάρτητο εμίρη της Κόρδοβας. Σύμφωνα με τον Καμπανιέρο Σουμπίθα, ο πύργος κατασκευάστηκε στο δεύτερο μισό του 10ου αιώνα.[1] Στο κατώτερο τμήμα του, ο πύργος έχει απομεινάρια από τους βαρείς τοίχους από αλαβάστρινες τετραγωνισμένες πέτρες και συνεχίζει προς τα πάνω με γυψοσανίδες και σκυρόδεμα, το οποίο είναι καταλληλότερο για κατασκευές μεγάλου ύψους. Το εξωτερικό δεν μαρτυρά την ύπαρξη των πέντε εσωτερικών πατωμάτων και φαίνεται σαν τεράστιο πρίσμα. Η πρόσβαση στο εσωτερικό γίνεται από μία μικρή πόρτα η οποία βρίσκεται σε τέτοιο ύψος ώστε να είναι προσβάσιμη μόνο με σκάλα. Αρχική του χρήση, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ήταν στρατιωτική.

Το πρώτο επίπεδο διατηρεί την αρχική δομή του και διαθέτει δύο κλίτη με έξι τμήματα, τα οποία χωρίζονται με δύο σταυροειδείς κίονες και χαμηλές πεταλοειδείς αψίδες. Ο δεύτερος όροφος έχει την ίδια διάταξη με τον από κάτω και παραμένει ορατή η μουσουλμανική τοιχοποιία του 11ου αιώνα, που σημαίνει ότι πιθανότατα ο πύργος ανακατασκευάστηκε την ίδια εποχή με το παλάτι.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Cabañero Subiza (1998), p. 84.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • BORRÁS GUALIS, Gonzalo (1991). "La ciudad islámica". Guillermo Fatás (dir.) Guía histórico-artística de Zaragoza. Zaragoza City Council. pp. 71–100. 3rd ed. ISBN 978-84-86807-76-4
  • BIEL IBÁÑEZ, María Pilar (2008). "Nuevas noticias sobre el palacio de la Aljafería". Guillermo Fatás (dir.) Guía histórico-artística de Zaragoza. Zaragoza City Council. pp. 711–727. 4th ed. ISBN 978-84-7820-948-4.
  • CABAÑERO SUBIZA, Bernabé et al. (1998), La Aljafería. I. Zaragoza: Cortes de Aragón. 1998. ISBN 978-84-86794-97-2
  • EXPÓSITO SEBASTIÁN et al. (2006). La Aljafería de Zaragoza. Zaragoza: Cortes de Aragón. 2006 (6ª ed.) ISBN 978-84-86794-13-2

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]