Perapion violaceum

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Perapion violaceum
Perapion violaceum
Perapion violaceum
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Αρθρόποδα (Arthropoda)
Ομοταξία: Έντομα (Insecta)
Τάξη: Κολεόπτερα (Coleoptera)
Υπεροικογένεια: Curculionoidea
Οικογένεια: Apionidae
Γένος: Perapion
Είδος: violaceum
Διώνυμο
Perapion violaceum
(W.Kirby 1808)

Το Perapion violaceum είναι ένα μικρό κολεόπτερο από την οικογένεια Apionidae, πρώην υποεικογένεια της οικογένειας Curculionidae (μαμούνια). Το γένος Perapion εκπροσωπείται στην Ευρώπη με τρία υπογένη[1] και δώδεκα είδη.[2] Το είδος Perapion violaceum κατατάσσεται στο υπογένος Perapion. Απαντάται σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, στα νησιά Βαλεαρίδες εμφανίζεται ως υποείδος Perapion violaceum lopezi.[3]

Εικ.1 πλευρική όψη
Εικ.2 κάτω πλευρά
Εικ.3 από μπροστά

Ετυμολογικές και ιστορικές παρατηρήσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος έχει καταγραφεί το 1808 υπό το όνομα Apion violaceum από τον Kirby[4] Η κοντή λατινική περιγραφή σου αρχίζει με Apion atrum glabrum, coleoptris oblongo-obovatis violaceis... (μάυρο λείο Apion, με τα έλυτρα επιμήκη-ωοειδή και βιολέτα) και εξηγεί το όνομα violaceum με το χρώμα των ελύτρων.

Το γένος Perapion καθορίστηκε από τον Wagner 1907, που απόσπασε το Perapion ως υπογένος από το Άπιον. Ο ίδιος γράφει Die Arten dieses Subgenus sind durch den Bau des Rüssels und die Gestalt, die am meisten einer Birne (άπιον) ähnelt sehr gut gekennzeichnet (Τα είδη του υπογένους χαρακτηρίζονται από την μορφή του ρύγχος και το σχήμα, που μοιάζει πλέον με αχλάδι).[5] Αυτό εκφράζει και το όνομα . Perapion συνίσταται από το πρόθεμα “περ” και “Άπιον” και σημαίνει περίπου “αληθινό τυπικό άπιον”. Το όνομα του γένους Άπιον αναφέρεται στην μορφή του κορμιού, που θυμίζει αχλάδι (άπιον στα αρχαία Ελληνικά).[6]

Μορφολογικά χαρακτηριστικά του ακμαίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κεφάλι του κολεοπτέρου επεκτείνεται ως ρύγχος προς τα μπροστά. Το ρύγχος αυτό δείχνει και σε στάση ανάπαυσης εμπρός, ενώ στα είδη των Curculionidae δείχνει προς τα κάτω, πολλές φορές κρατιέται μεταξύ των μπροστινών ποδιών. Έτσι μοιάζει πολύ με αχλάδι, το ρύγχος παριστάνοντας το μίσχο. Χωρίς το ρύγχος το κολεόπτερο μετράει περίπου 3 χιλιοστόμετρα. Το κολεόπτερο μαζί με τα πόδια και τις κεραίες είναι μαύρο, μόνο τα έλυτρα έχουν μια μεταλλική πράσινη ή μπλε απόχρωση. Έτσι κοιτάζοντας προσεκτικά φαίνεται δίχρωμο. Έχει μικρά μαλλιά σε όλο το σώμα, αλλά αυτά ξεχωρίζονται μόνο στην μεγέθυνση, με τα μάτια το κολεόπτερο φαίνεται φαλακρό. Υπάρχουν όμως πολλά είδη με αυτά τα χαρακτηριστικά.

Το ρύγχος στο αρσενικό είναι περίπου το ίδιο μακρύ όπως το πρόνωτο, στο θηλυκό είναι μακρύτερο, αλλά οπωσδήποτε πιο κοντό παρά κεφάλι και πρόνωτο μαζί. Το ρύγχος δεν έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά στην κάτω πλευρά (επιμήκη αυλάκι με τρίχες, τούφα μαλλιών) και δεν έχει δόντι στην βάση. Είναι κυλινδρικό και λίγο λυγισμένο προς τα κάτω. Είναι σχετικά χονδρό, και προς τα εμπρός σχεδόν δεν αδυνατίζει. Οι κεραίες φύονται λίγο μετά την μέση στις πλευρές του ρύγχος. Είναι τριχωτές και οι τρίχες σχεδόν σμίγουν στης κεραίες προς τα μπροστά. Το πρώτο μέρος της κεραίας σχεδόν δεν σχηματίζει γωνία με το δεύτερο μέρος. Είναι μόνο λίγο πιο παχύ από το δεύτερο. Το δεύτερο μέρος είναι μάλλον σφαιρικό παρά κυλινδρικό. Τα τρία τελευταία μέρη σχηματίζουν ωοειδή ρόπαλο. Το πρώτο μέρος του ρόπαλου έχει περισσότερα από το διπλάσιο του φάρδους του προηγούμενου μέρους. . Και τα δύο μέρη αυτά είναι πιο φαρδύ παρά μακρύ.

Το πρόνωτο είναι περίπου κυλινδρικό, στις πλευρές λίγο κυρτό προς τα έξω. Είναι περίπου το ίδιο μακρύ ως φαρδύ και στην βάση αρκετά πιο στενό παρά η βάση των ελύτρων. Μπροστά το πρόνωτο είναι μόνο λίγο φαρδύτερο από το κεφάλι. Η στιγμάτωση είναι έντονη και μέτριο πυκνό.

Τα έλυτρα αποκτούν το μεγαλύτερο πλάτος σαφές στην οπίσθια μέση. Εκεί το κάθε έλυτρο είναι φαρδύτερο από πέντε ένατη του μήκους. Τα έλυτρα έχουν διαμήκεις στενές ρίγες επιμήκων στιγμάτων. Τα διαστήματα μεταξύ των σειρών αυτών είναι σχετικά φαρδιά. Φορούν λίγα ανοικτά μαλλιά, που δεν σχηματίσουν περισσότερες από μια σειρά.

Η στιγμάτωση της κάτω πλευράς είναι έντονη και σχετικά πυκνή, όχι αδύνατη και σκορπισμένη (Εικ.2).

Βιολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος αποφεύγει ξυρούς τόπους, αλλά απαντάται σε πολλούς διάφορους βιότοπους και δείχνει μια ανοχή εναντίον αλάτι. Οι προνύμφες αναπτύσσονται στους στελέχους και στους μίσχους διάφορων ειδών του γένος Rumex. Τα ακμαία τρέφονται από διάφορα μέρη του φυτού που φύονται πάνω από το έδαφος. Το θηλυκό ροκανίζει τρύπες στο φυτό και αποθέτει σε κάθε τρύπα από ένα αυγό. Ο βιολογικό κύκλος διαρκεί ένα χρόνο. Το ακμαίο διαχειμάζει και κάνει την εμφάνισή σου την άνοιξη. Η καινούρια γενιά εμφανίζεται περίπου ένα μήνα αργότερα.

Το είδος ήταν υποψήφιος για την βιολογική καταπολέμηση επιζήμιου αγριόχορτου στην Αυστραλία. [7] [8]

Γεωγραφική εξάπλωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το είδος απαντάται από την Βόρεια Αφρική μέχρι την Σκανδιναβία και από την Πορτογαλία μέχρι την Ασία. Λείπουν ώμος αναφορές από αρκετές χώρες (Αλβανία, Σλοβενία Μακεδονία, διάφορα κράτη της ευρωπαϊκής Ρωσίας, μερικά μικρές χώρες και τα περισσότερα νησιά. Στην Ελλάδα απαντάει στο Ήπειρο, δεν υπάρχουν όμως αναφορές από την Κρήτη και τα νησιά.[9]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Heinz Freude, Karl Wilhelm Harde (Hrsg.), Gustav Adolf Lohse (Hrsg.): Die Käfer Mitteleuropas Band 10. Bruchidae - Curculionidae 1., Goecke&Evers, Krefeld 1981, ISBN 3-87263-029-6. σελ. 139
  • Klaus Koch: Die Käfer Mitteleuropas Band 3: Ökologie, Goecke & Evers, Krefeld 1992, ISBN 3-87263-042-3. σελ. 177

Ιστοσελίδες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του γένους Perapion». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2014. 
  2. είδη του γένους Perapion στο BioLib
  3. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του υποείδους Perapion violaceum lopezi». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2014. 
  4. M. Kirby:On Herbst's Genus Apion Transactions of the Linnean Society Vol. IX London 1808 σελ. 65 σελ. 65
  5. Hans Wagner: Beitrag zur Kenntnis der Südafrikanischen Apioniden Mitteilungen der Schweizerischen Entomologischen Gesellschaft 11. Bd. S. 259 σελ. 259
  6. Sigmund Schenkling: Εξήγηση των επιστημονικών ονομάτων κολεοπτέρων (γένος), Γερμανικά
  7. John K. Scott, Paul B. Yeoh: Assessment of potential biological control insects associated with Emex spinosa Plant Protection Quarterly Vol. 11(4) 1996 ως ΠΔΦ
  8. John K. Scott: Candidate Insects for the Biological Control of Rumex pulcher Proc. VI Int. Symp. Biol. Contr. Weed 19-25, Agri. Can. 829-35 (1985) ως ΠΔΦ
  9. «Fauna Europaea, ταξινόμηση και γεωγραφική εξάπλωση του είδους Perapion violaceum». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 20 Απριλίου 2014.