Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της έκδοσης 150.140.226.245, επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό SieBot
Ωριγένης (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 31: Γραμμή 31:
Ως ηγετικό στέλεχος της Ε.Κ. έλαβε μέρος στον επονομαζόμενο [[Ανένδοτος Αγώνας|''Ανένδοτο Αγώνα'']] των ετών [[1961]]-[[1963]], που οδήγησε την κεντρώα παράταξη στην εξουσία έπειτα από μακρά περίοδο παραμονής της στην αντιπολίτευση. Στις κυβερνήσεις των ετών 1963 και [[1964]] ανέλαβε τα οικονομικά χαρτοφυλάκια και αναδείχτηκε σε βασικό διαμορφωτή της οικονομικής πολιτικής τους.
Ως ηγετικό στέλεχος της Ε.Κ. έλαβε μέρος στον επονομαζόμενο [[Ανένδοτος Αγώνας|''Ανένδοτο Αγώνα'']] των ετών [[1961]]-[[1963]], που οδήγησε την κεντρώα παράταξη στην εξουσία έπειτα από μακρά περίοδο παραμονής της στην αντιπολίτευση. Στις κυβερνήσεις των ετών 1963 και [[1964]] ανέλαβε τα οικονομικά χαρτοφυλάκια και αναδείχτηκε σε βασικό διαμορφωτή της οικονομικής πολιτικής τους.


Στην κρίση του [[Ιουλιανά|Ιουλίου του 1965]] - που έμεινε γνωστή στην ιστορία ως "Αποστασία του '65" διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, ερχόμενος σε αντίθεση με τον αρχηγό της Ε.Κ., [[Γεώργιος Παπανδρέου (πρεσβύτερος)|Γεώργιο Παπανδρέου]] και στηρίζοντας ή συμμετέχοντας στις λεγόμενες κυβερνήσεις Αποστασίας των [[Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας|Νόβα]], [[Στέφανος Στεφανόπουλος|Στεφανόπουλου]] και [[Ηλίας Τσιριμώκος|Τσιριμώκου]]. Η [[Δικτατορία των Συνταγματαρχών]] τον συνέλαβε και ετέθη σε κατ’ οίκον περιορισμό μέχρι τη στιγμή, που δραπέτευσε και πέρασε στο εξωτερικό, όπου έδρασε στον αντιδικτατορικό αγώνα.
Στην κρίση του [[Ιουλιανά|Ιουλίου του 1965]] διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, ερχόμενος σε αντίθεση με τον αρχηγό της Ε.Κ., [[Γεώργιος Παπανδρέου (πρεσβύτερος)|Γεώργιο Παπανδρέου]] και στηρίζοντας ή συμμετέχοντας στις κυβερνήσεις στελεχών της Ε.Κ. (''κυβερνήσεις των Αποστατών'') των [[Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας|Νόβα]], [[Στέφανος Στεφανόπουλος|Στεφανόπουλου]] και [[Ηλίας Τσιριμώκος|Τσιριμώκου]]. Η [[Δικτατορία των Συνταγματαρχών]] τον συνέλαβε και ετέθη σε κατ’ οίκον περιορισμό μέχρι τη στιγμή, που δραπέτευσε και πέρασε στο εξωτερικό, όπου έδρασε στον αντιδικτατορικό αγώνα.


Μεταπολιτευτικά, έπειτα από μία τετραετία αυτόνομης πολιτικής πορείας, εντάχθηκε το [[1978]] στη [[Νέα Δημοκρατία]] (Ν.Δ.) αναλαμβάνοντας το υπουργείο Συντονισμού (όπως ονομάζοταν το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας) και αργότερα το υπουργείο Εξωτερικών. Την [[1 Σεπτεμβρίου|1η Σεπτεμβρίου]] [[1984]] η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. τον εξέλεξε αρχηγό του κόμματος, το οποίο οδήγησε σε τέσσερις εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις, κερδίζοντας, τελικά, τις εκλογές της [[9 Απριλίου|9ης Απριλίου]] [[1990]] οπότε και σχημάτισε κυβέρνηση υπό την προεδρεία του.
Μεταπολιτευτικά, έπειτα από μία τετραετία αυτόνομης πολιτικής πορείας, εντάχθηκε το [[1978]] στη [[Νέα Δημοκρατία]] (Ν.Δ.) αναλαμβάνοντας το υπουργείο Συντονισμού (όπως ονομάζοταν το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας) και αργότερα το υπουργείο Εξωτερικών. Την [[1 Σεπτεμβρίου|1η Σεπτεμβρίου]] [[1984]] η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. τον εξέλεξε αρχηγό του κόμματος, το οποίο οδήγησε σε τέσσερις εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις, κερδίζοντας, τελικά, τις εκλογές της [[9 Απριλίου|9ης Απριλίου]] [[1990]] οπότε και σχημάτισε κυβέρνηση υπό την προεδρεία του.

Έκδοση από την 21:13, 20 Φεβρουαρίου 2008

Κωνσταντίνος Μητσοτάκης
Αξίωμα: Πρωθυπουργός της Ελλάδας
Περίοδος εξουσίας: 11 Απριλίου 1990-13 Οκτωβρίου 1993
Προκάτοχος: Ξενοφών Ζολώτας
Διάδοχος: Ανδρέας Παπανδρέου
Ημερομηνία Γέννησης: 18 Οκτωβρίου, 1918
Τόπος Γέννησης: Χανιά, Κρήτη
Πολιτικό Κόμμα: Κόμμα των Φιλελευθέρων, Δημοκρατικό Κέντρο - Αγροτική Φιλελεύθερη Ένωση, Ένωσις Κέντρου, Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα, Κόμμα των Νεοφιλελευθέρων, Νέα Δημοκρατία

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης (Χαλέπα Χανίων, 18 Οκτωβρίου 1918) είναι Έλληνας πολιτικός, κορυφαία πολιτική προσωπικότητα του ελληνικού πολιτικού βίου με συνεχή και ενεργή παρουσία στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας από το 1946.

Έχοντας πολιτική και οικογενειακή συγγένεια με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, εντάχθηκε εξ αρχής στον κεντρώο – παλαιοδημοκρατικό πολιτικό χώρο, μετέχοντας στους περισσότερους κομματικούς σχηματισμούς, που αναδείχθηκαν από αυτόν μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Συμμετείχε ενεργά στην προσπάθεια σύστασης ενιαίου πολιτικού φορέα των κεντρώων δυνάμεων, η οποία στις αρχές της δεκαετίας του 1960 κατέληξε στη δημιουργία της Ενώσεως Κέντρου (Ε.Κ.).

Ως ηγετικό στέλεχος της Ε.Κ. έλαβε μέρος στον επονομαζόμενο Ανένδοτο Αγώνα των ετών 1961-1963, που οδήγησε την κεντρώα παράταξη στην εξουσία έπειτα από μακρά περίοδο παραμονής της στην αντιπολίτευση. Στις κυβερνήσεις των ετών 1963 και 1964 ανέλαβε τα οικονομικά χαρτοφυλάκια και αναδείχτηκε σε βασικό διαμορφωτή της οικονομικής πολιτικής τους.

Στην κρίση του Ιουλίου του 1965 διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο, ερχόμενος σε αντίθεση με τον αρχηγό της Ε.Κ., Γεώργιο Παπανδρέου και στηρίζοντας ή συμμετέχοντας στις κυβερνήσεις στελεχών της Ε.Κ. (κυβερνήσεις των Αποστατών) των Νόβα, Στεφανόπουλου και Τσιριμώκου. Η Δικτατορία των Συνταγματαρχών τον συνέλαβε και ετέθη σε κατ’ οίκον περιορισμό μέχρι τη στιγμή, που δραπέτευσε και πέρασε στο εξωτερικό, όπου έδρασε στον αντιδικτατορικό αγώνα.

Μεταπολιτευτικά, έπειτα από μία τετραετία αυτόνομης πολιτικής πορείας, εντάχθηκε το 1978 στη Νέα Δημοκρατία (Ν.Δ.) αναλαμβάνοντας το υπουργείο Συντονισμού (όπως ονομάζοταν το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας) και αργότερα το υπουργείο Εξωτερικών. Την 1η Σεπτεμβρίου 1984 η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. τον εξέλεξε αρχηγό του κόμματος, το οποίο οδήγησε σε τέσσερις εθνικές εκλογικές αναμετρήσεις, κερδίζοντας, τελικά, τις εκλογές της 9ης Απριλίου 1990 οπότε και σχημάτισε κυβέρνηση υπό την προεδρεία του.

Όταν στις εκλογές του Οκτωβρίου του 1993 η Ν.Δ. ηττήθηκε, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραιτήθηκε από την ηγεσία της και στις 3 Νοεμβρίου 1993 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επιτίμου Προέδρου του κόμματος. Έκτοτε, συνέχισε την ενεργή κοινοβουλευτική του παρουσία μέχρι και το 2004, οπότε ανακοίνωσε την απόφαση του να μη θέσει υποψηφιότητα στις επερχόμενες εκλογές. Παρά την παύση της κοινοβουλευτικής του δράσης εξακολουθεί να προβαίνει σε πολιτικές παρεμβάσεις διαμέσου των μέσων ενημέρωσης ή της επαφής του με πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες.


Τα πρώτα χρόνια

Με το θείο του Ελευθέριο Βενιζέλο στο πατρικό του σπίτι της Χαλέπας το 1925

Γεννήθηκε στις 18 Οκτωβρίου του 1918 στη Χαλέπα Χανίων, στο σπίτι όπου είχε υπογραφεί η σύμβαση της Χαλέπας, η οποία παρείχε τις πρώτες ελευθερίες στους Κρήτες και ήταν ο δεύτερος από τα πέντε παιδιά τού Κυριάκου και της Σταυρούλας Μητσοτάκη. Ο παππούς του, Κωστής Μητσοτάκης (1845-1898), επ' αδελφή γαμπρός τού Ελευθέριου Βενιζέλου, υπήρξε ιδρυτής τού "Κόμματος των Ξυπόλητων", το οποίο αργότερα παρέλαβε από αυτόν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και το μετονόμασε σε "Κόμμα των Φιλελευθέρων". Ο πατέρας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, Κυριάκος Μητσοτάκης (1883-1944), ήταν βουλευτής Χανίων και στον Βαλκανικό Πόλεμο του 1912, ηγούμενος σώματος Κρητών εθελοντών, πολέμησε στη Μακεδονία και την Ήπειρο.

Σπούδασε Νομικά, Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με δαπάνες από κληροδότημα που είχε ορίσει για τις σπουδές του ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Μιλάει γερμανικά, γαλλικά και αγγλικά. Πολέμησε ως Εφεδρος Ανθυπολοχαγός στη Μακεδονία, κατά τη διάρκεια της εισβολής των Γερμανών στην Ελλάδα στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Την περίοδο της γερμανικής κατοχής συμμετείχε στην Αντίσταση κατά των κατακτητών ως ηγετικό στέλεχος της Εθνικής Οργάνωσης Κρήτης. Για τη δράση του αυτή φυλακίστηκε και καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο από τους Γερμανούς. Κατά τη δεύτερη φυλάκιση, απελευθερώθηκε μετά από ανταλλαγή Βρετανών και Γερμανών αιχμαλώτων, η οποία συμφωνήθηκε σε ανώτατο στρατιωτικό επίπεδο μεταξύ Βρετανίας και Γερμανίας. Για την αντιστασιακή του δράση τιμήθηκε το 1986 από το Βρετανικό Κοινοβούλιο.

Πρωταγωνίστησε στην πραγματοποίηση των Συμφωνιών του Θερίσσου και της Τρομάρισσας μεταξύ εθνικιστικών και αριστερών αντιστασιακών οργανώσεων, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την αποφυγή της εμφύλιας διαμάχης στην Κρήτη.

Πρώιμη πολιτική σταδιοδρομία

Στις εκλογές της 31 Μαρτίου 1946 εξελέγη βουλευτής με το Κόμμα των Φιλελευθέρων και τάχθηκε υπέρ της αβασίλευτης Δημοκρατίας. Το 1950 εξελέγη πρώτος βουλευτής Χανίων με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Σε ηλικία 32 ετών, το Φεβρουάριο του 1951, ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο του υφυπουργού Οικονομικών επί κυβερνήσεως Σοφοκλή Βενιζέλου, και στον επόμενο ανασχηματισμό, τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ανέλαβε τα υπουργεία Συγκοινωνιών και Δημόσιων Έργων. Στις 6 Ιουνίου του 1953 παντρεύτηκε τη Μαρίκα Γιαννούκου με την οποία απέκτησαν τέσσερα παιδιά.

Το 1955 υπερασπίστηκε το Νίκο Καζαντζάκη στο Κοινοβούλιο όταν ο μεγάλος λογοτέχνης διωκόταν για λόγους θρησκευτικής προκατάληψης. Έθεσε υποψηφιότητα για την ανάδειξη νέου αρχηγού του Κόμματος των Φιλελευθέρων το 1958 και ψηφίστηκε από το 1/3 των βουλευτών του κόμματος. Το 1960 πρωταγωνιστησε στην "Ομάδα των 10" και συμμετείχε στο νέο κεντρώο πολιτικό σχηματισμό με την ονομασία "Δημοκρατικό Κέντρο - Αγροτική Φιλελεύθερη Ένωση".

Το 1961 ο Γεώργιος Παπανδρέου και ο Σοφοκλής Βενιζέλος μαζί με πολλούς πολιτικούς του ευρύτερου κεντρώου και βενιζελικού χώρου ίδρυσαν την Ένωση Κέντρου. Ένα μήνα αργότερα ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης εξελέγη βουλευτής της Ε.Κ. και συμμετείχε ενεργά στον "Ανένδοτο Αγώνα" ενώ το 1962 έκανε στη Βουλή δήλωση υπέρ της νομιμοποίησης του τότε παράνομου Κ.Κ.Ε.. Μετά τη νίκη της Ένωσης Κέντρου το 1963 διετέλεσε υπουργός Οικονομικών στις Κυβερνήσεις του Γεωργίου Παπανδρέου το 1963 και 1964.

Ιουλιανά 1965

Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στα γεγονότα του Ιουλίου του 1965, τα οποία έχουν το γενικό χαρακτηρισμό Ιουλιανά ή "Αποστασία" και αναφέρονται στην αποπομπή της νόμιμα εκλεγμένης κυβέρνησης του Γεωργίου Παπανδρέου στις 15 Ιουλίου 1965. Η κρίση μεταξύ του τότε Βασιλιά Κωνσταντίνου και του Γεωργίου Παπανδρέου, είχε αφορμή την αποπομπή του Υπουργού Εθνικής Αμύνης Πέτρου Γαρουφαλλιά. Μετά την παραίτηση Παπανδρέου ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης συντάχτηκε με τα στελέχη της Ένωσης Κέντρου, που σχημάτισαν νέα κυβέρνηση εκμεταλλευόμενοι την ευκαρία της παραίτησης και σύγκρουσης του Γ. Παπανδρέου με τα Ανάκτορα. Συμμετείχε στις κυβερνήσεις των Γ. Αθανασιάδη - Νόβα και Στ. Στεφανόπουλου ως Υπουργός Συντονισμού ενώ αρνήθηκε τη συμμετοχή στην κυβέρνηση Η. Τσιριμώκου. Την 1 Οκτωβρίου του 1965, από τα Χανιά, προανήγγειλε την ίδρυση νέου κεντρώου κόμματος, του Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος (ΦΙΔΗΚ).

Σε συνέντευξή του το 2001 ο Κ. Μητσοτάκης σχολίασε για την κίνηση της «Αποστασίας» από την Ε.Κ.:

"Έχω μετανιώσει, γιατί θα μπορούσα εκείνη την ώρα να δείξω λιγότερη ευαισθησία απέναντι των εξελίξεων και αντί να πάω να ορκιστώ, να πάω στο Καστρί και να κοιτάξω να συμφιλιώσω και πάλι τον Βασιλέα με τον Γεώργιο Παπανδρέου. Ίσως μπροστά στο φάσμα του απειλουμένου εμφυλίου πολέμου να ήσαν σοβαρότεροι και οι δύο.

Διότι και η μια μεριά και η άλλη είχε άδικο. Κατά τη δική μου αντίληψη και το είχα πει τότε εις τον Γέρο, ότι επιτέλους ο Κωνσταντίνος, ο τότε Βασιλεύς ήτο νέο, άπειρος, υφίστατο και κακές επιρροές, σίγουρα υφίστατο κακές επιρροές γύρω του, δεν αναφέρομαι κατ' ανάγκη στη Βασίλισσα Φρειδερίκη, η οποία κι αυτή είχε ορισμένες φορές ακραίες θέσεις, είχε πολλά προσόντα, αλλά είχε και αδυναμίες που οφείλονται ίσως στην καταγωγή της και στην ψυχολογία την οικογενειακή, αλλά αναφέρομαι και σε πολλούς άλλους, είχε αδυναμίες, είχε ο Βασιλεύς άδικο.

Αλλά ο Γεώργιος Παπανδρέου ήταν ένας ώριμος πολιτικός, ο οποίος θα έπρεπε εκείνη την ώρα να δείξει περισσότερη λογική και να παραδεχθεί ότι χρειαζόταν μια μικρή υποχώρηση. Σας είπα, ότι αναγκάστηκε στη συνέχεια να κάνει πολύ μεγαλύτερη για να αποφύγει."

Αντιδικτατορική δράση

Στις 21 Απριλίου του 1967 συνελήφθη μεταξύ των πρώτων από τη δικτατορία της Χούντας των Συνταγματαρχών και μεταφέρθηκε με άλλους πολιτικούς ηγέτες στο Κέντρο Τεθωρακισμένων στο Γουδί. Την επομένη διαμετακομίστηκε στο Πικέρμι και στη συνέχεια τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό. Στο "Δημοψήφισμα της Χούντας" το 1968 προέβη σε δηλώσεις και πρότεινε για πρώτη φορά τη λύση Καραμανλή για την ομαλή μετάβαση στη Δημοκρατία. Με αφορμή αυτές τις δηλώσεις καταδιώχθηκε από τη Χούντα και στις 15 Αυγούστου 1968 αναγκάστηκε να διαφεύγει κρυφά με πλοιάριο από τη Ραφήνα και διασχίζοντας το Αιγαίο έφτασε στην Τουρκία.

Μέσω της Τουρκίας μετέβη στο Παρίσι και συμμετείχε ενεργά στον αντιδικτατορικό αγώνα. Η Δικτατορία εξεβίασε την επιστροφή του θέτοντας υπό περιορισμό την οικογένεια του η οποία τελικώς κατάφερε να πάρει άδεια εξόδου από την Ελλάδα τον Ιούνιο του 1969. Στο Παρίσι συνεργάστηκε στενά με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Με την άρση του στρατιωτικού νόμου το 1973 έφτασε στην Ελλάδα. Συνελήφθη και πάλι από το καθεστώς Ιωαννίδη για να αποφυλακισθή με την πτώση της Χούντας το 1974.

Πορεία στη Μεταπολίτευση

Παρά την στενή συνεργασία τους ο Κ. Καραμανλής δεν τον συμπεριέλαβε στην Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας που σχημάτισε μετά την κατάρρευση της Δικτατορίας τον Iούλιο του 1974. Kατέβηκε ως ανεξάρτητος στο νομό Xανίων, αλλά δεν εξελέγη βουλευτής.

Στις 6 Σεπτεμβρίου 1977 ο Kων. Mητσοτάκης ιδρύει το κεντρώο Kόμμα των Nεοφιλελευθέρων λαμβάνοντας 1,09% (2 έδρες) στις Εκλογές του Νοεμβρίου του ίδιου έτους (μαζί του εκλέγεται βουλευτής και ο Παύλος Bαρδινογιάννης). Το 1978 προσχώρησε στη Νέα Δημοκρατία, μετά την απόφαση του Καραμανλή για διεύρυνση του κόμματος στον κεντρώο χώρο. Συμμετείχε στην κυβέρνηση και ανέλαβε το υπουργείο Συντονισμού Το 1980 έγινε υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση Γ. Ράλλη έως τις εκλογές του 1981.

Εν συνεχεία διετέλεσε κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ μέχρι το 1984. Την 1 Σεπτεμβρίου του 1984 η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας τον εξέλεξε πρόεδρο του Κόμματος σε διαδοχή του Ευάγγελου Αβέρωφ. Εκείνη τη στιγμή θεωρήθηκε ο καταλληλότερος να αντιμετωπίσει τον τότε αρχηγό του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ανδρέα Παπανδρέου λόγω της παλιάς προσωπικής τους αντιμαχίας.

Μέσα στο κλίμα πόλωσης που δημιουργήθηκε τις παραμονές των εκλογών του Ιουνίου του 1985 δημοσιεύτηκαν στοιχεία, που χαρακτήριζαν τον Κ. Μητσοτάκη συνεργάτη των Ναζί. Μετά την πτώση του κομμουνισμού το 1989, αποκαλύφθηκε από τους ίδιους τους πράκτορες της Στάζι ότι τα υποτιθέμενα στοιχεία είχαν κατασκευαστεί από την ανατολικογερμανική μυστική υπηρεσία με στόχο τη σπίλωση του τότε αρχηγού της Νέας Δημοκρατίας και την ήττα του στις επερχόμενες εκλογές. Τελικά τον Ιούνιο του 1985, η Νέα Δημοκρατία, υπό την ηγεσία του συγκέντρωσε ποσοστό 40,84% έναντι 45,85% του ΠΑΣΟΚ.

Η δεύτερη αυτή ήττα της Ν.Δ. προκάλεσε εσωκομματικές προστριβές και αμφισβήτηση του προέδρου της. Ο Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, βασικός εσωκομματικός αντίπαλος του Κ. Μητσοτάκη, μετά την επανεκλογή του δεύτερου από την Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ. επέλεξε να εγκαταλείψει το κόμμα ιδρύοντας τη ΔΗ.ΑΝΑ.

Η πρωθυπουργία

Στις Εκλογές του Ιουνίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία υπό την ηγεσία του εκλέγεται πρώτο κόμμα με ποσοστό 44,2% χωρίς να συγκεντρώσει αυτοδυναμία λόγω του εκλογικού συστήματος, το οποίο είχε αλλάξει προς το αναλογικότερο με πρωτοβουλία της τελευταίας κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης διαπραγματεύεται με την ηγεσία του Συνασπισμού της Αριστεράς και της Προόδου, το σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας. Ο λόγος ήταν ότι σύμφωνα με το Σύνταγμα τυχόν ποινικές ευθύνες Υπουργών της προηγούμενης Κυβέρνησης Παπανδρέου θα έπρεπε να διερευνηθούν και, αν διαπιστωθούν, να διωχθούν από την αμέσως επόμενη Βουλή, αλλιώς θα παραγράφονταν. Για να διευκολυνθεί ο σχηματισμός αυτής της κυβέρνησης δέχεται να μην είναι ίδιος πρωθυπουργός και προτείνει στη θέση αυτή το βουλευτή Αθηνών, Τζανή Τζαννετάκη. Η Κυβέρνηση Τζαννετάκη ήταν η πρώτη ελληνική κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και η ευρύτερη αριστερά. Κατά τη βουλευτική αυτή περίοδο αποφασίστηκε η παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου και Υπουργών της προηγούμενης Κυβέρνησης στο Ειδικό Δικαστήριο για το Σκάνδαλο Κοσκωτά και το Σκάνδαλο του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού.

Μετά τις εκλογές του Νοεμβρίου του 1989 η Νέα Δημοκρατία εκλέγεται ξανά πρώτο κόμμα, με το αυξημένο ποσοστό 46,19%, αυτή τη φορά, χωρίς όμως και πάλι να συγκεντρώσει αυτοδυναμία, με αποτέλεσμα να σχηματιστεί Οικουμενική Κυβέρνηση υπό τον καθηγητή και παλαιό Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Ξενοφώντα Ζολώτα.

Ο Κ. Μητσοτάκης ορκίστηκε πρωθυπουργός το 1990 μετά τη νίκη της ΝΔ στην τρίτη συνεχόμενη εκλογική αναμέτρηση με ποσοστό 46,88%. Η κυβέρνηση είχε οριακή πλειοψηφία στη βουλή με 152 έδρες. Κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργίας του προώθησε διαρθρωτικές αλλαγές με σκοπό τη μείωση του δημόσιου τομέα, γεγονός που προκάλεσε οξείες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης και συνδικαλιστικών φορέων. Επίσης προσπάθησε να εφαρμόσει πρόγραμμα απελευθέρωσης της οικονομίας από διοικητικούς περιορισμούς και κυβερνητικές παρεμβάσεις σε συνδυασμό με προσπάθεια δημοσιονομικής πειθαρχίας και ιδιωτικοποίησης των υπό δημόσιο έλεγχο οργανισμών και επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο της εξυγίανσης της οικονομίας προχώρησε η τομή στο ασφαλιστικό σύστημα με διαδοχικές παρεμβάσεις, που κατάφεραν να αποτρέψουν τη διαφαινόμενη κατάρρευσή του. Αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής την οποία ακολούθησε ήταν η μείωση του ελλείμματος του προϋπολογισμού από 19,8% το 1990 σε 13,8% το 1993, η μείωση του πληθωρισμού από 22% το 1990 σε 12% το 1993 και η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος της Ελλάδας ως ποσοστό του αντίστοιχου μέσου όρου της ΕΕ, από 57,4% το 1990 σε 64,2% το 1993. Στις 11 Ιουνίου 1991 στη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων που πραγματοποιήθηκε στο Μάαστριχτ η Ελλάδα πέτυχε την είσοδό της στην Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, ένα ευρωπαϊκό οργανισμό συνεργασίας για την άμυνα και την ασφάλεια, ενώ τέθηκαν οι βάσεις για την ενιαία νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω της Ο.Ν.Ε.

Χαρακτηριστικές στιγμές κοινωνικών και συνδικαλιστικών αντιδράσεων της περιόδου υπήρξαν οι καταλήψεις σε ΑΕΙ-ΤΕΙ και οι αντίστοιχες των εργαζομένων στην Επιχείρηση Αστικών Συγκοινωνιών (Ε.Α.Σ). Το Νοέμβριο του 1990 εκδηλώθηκε κύμα μαθητικών καταλήψεων που κράτησε τρεις μήνες, κατά την διάρκεια των οποίων δολοφονήθηκε ο καθηγητής Νίκος Τεμπονέρας από τον Ιωάννη Καλαμπόκα, στέλεχος της ΟΝΝΕΔ Αχαΐας, ο οποίος και καταδικάστηκε σε δίκη που ακολούθησε.

Το 1992 η κυβέρνηση σύναψε συμφωνία με τον τέως Βασιλιά Κωνσταντίνο, η οποία κυρώθηκε με το νόμο 2086/1992 και προέβλεπε την απόδοση στο ελληνικό κράτος του μεγαλύτερου μέρους της, επικαλούμενης, "Βασιλικής Περιουσίας" και τη διατήρηση από το τέως μονάρχη των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου στην Αθήνα, του Μον Ρεπό στην Κέρκυρα και του κτήματος στο Πολυδένδρι. Το 1993 έλαβε χώρα η πρώτη επίσκεψη του τέως Βασιλιά στην Ελλάδα μετά το 1981, μια επίσκεψη που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης καθώς και τη δυσφορία του τότε Προέδρου της Δημοκρατίας και του Πρωθυπουργού εξ αιτίας της πολιτικής χροιάς, που έλαβε.

Στην εξωτερική πολιτική η αρχή της διακυβέρνησης του Κ. Μητσοτάκη συνέπεσε με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης και την αρχή της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας. Ο ίδιος αναλαμβάνοντας διεθνείς πρωτοβουλίες, με κορυφαία τη Διάσκεψη της Βουλιαγμένης υπό την αιγίδα του Ο.Η.Ε., επιχείρησε την αποτροπή της διάλυσης της ενιαίας ομοσπονδίας της Γιουγκοσλαβίας. Παράλληλα, επέτυχε την εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – Η.Π.Α.. Η Κυβέρνηση Μητσοτάκη υπέγραψε το 1990 την τελική συμφωνία για τις αμερικανικές βάσεις στην Ελλάδα. Τον Ιούλιο του 1991 πραγματοποιήθηκε η πρώτη, μετά 32 χρόνια, επίσημη επίσκεψη Αμερικανού Προέδρου, του Τζορτζ Μπους, στην Ελλάδα, ενώ τον Ιούνιο του 1990, είχε προηγηθεί η πρώτη, μετά από 27 χρόνια, επίσκεψη Έλληνα Πρωθυπουργού στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας επέφερε την ανεξαρτητοποίηση του κρατιδίου των Σκοπίων, το οποίο διεκδικούσε την ονομασία "Δημοκρατία της Μακεδονίας". Αρχικά το θέμα χειρίστηκε ο υπουργός Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς, τον οποίο απομάκρυνε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης τον Απρίλιο του 1992, μετά τη δεύτερη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, αναλαμβάνοντας ο ίδιος το Υπουργείο των Εξωτερικών. Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης πέτυχε να πείσει την Ευρωπαϊκή Ένωση στη Σύνοδο της Λισαβόνας να υιοθετήσει πλήρως τις ελληνικές θέσεις. Οι Η.Π.Α. και η Ρωσία παρά την απόφαση της Συνόδου της Λισαβόνας επέμεναν στην εξεύρεση συμβιβαστικής λύσης, αρχή της οποίας ήταν η είσοδος των Σκοπίων στον Ο.Η.Ε. με το προσωρινό όνομα "Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας" (Π.Γ.Δ.Μ - F.Y.R.O.M).

Επίσης κατά τη διάρκεια της πρωθυπουργικής του θητείας υπογράφηκε η σύμβαση για το αθηναϊκό μετρό, οι συμβάσεις για την κινητή τηλεφωνία, απελευθερώθηκε το ωράριο και η κίνηση κεφαλαίων, καταργήθηκε το μονοπώλιο της Δ.Ε.Η. και προωθήθηκαν οι ιδιωτικοποιήσεις. Η απόφαση για μετοχοποίηση του Ο.Τ.Ε. καθώς και η ιδιωτικοποίηση της ΑΓΕΤ – Ηρακλής προκάλεσαν την έντονη αντίδραση της αντιπολίτευσης. Στις 30 Ιουνίου 1993, ο Αντώνης Σαμαράς ίδρυσε πολιτικό σχήμα με την ονομασία "Πολιτική Άνοιξη" και το Σεπτέμβριο του ιδίου έτους προέτρεψε τους προσκείμενους σε αυτόν βουλευτές της ΝΔ να ανεξαρτητοποιηθούν, προκαλώντας την πτώση της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη με την άρση της εμπιστοσύνης του βουλευτή Κιλκίς, Γιώργου Σιμπιλίδη. Μετά τις πρόωρες εκλογές του Οκτωβρίου του 1993 και την ήττα της Νέας Δημοκρατίας ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης παραιτήθηκε από πρόεδρος του κόμματος. Στις 3 Νοεμβρίου του 1993 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Επίτιμου Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας.

Πολιτική δράση μετά το 1993

Με πρωτοβουλία της νέας κυβερνητικής πλειοψηφίας του ΠΑ.ΣΟ.Κ. ασκήθηκε από το Κοινοβούλιο σειρά διώξεων εναντίον του Κ. Μητσοτάκη το 1994, οι οποίες όμως ανεστάλησαν από τη Βουλή στις 16 Ιανουαρίου 1995 με πρωτοβουλία της ίδιας πλειοψηφίας. Κατά την παραμονή στην ηγεσία της Ν.Δ. του Μιλτιάδη Έβερτ συγκρούστηκε έντονα μαζί του. Στην αναμέτρηση για την προεδρεία του κόμματος το 1997 στήριξε την υποψηφιότητα του Γεωργίου Σουφλιά. Συνέχισε να εκλέγεται βουλευτής μέχρι το 2004 οπότε με ομιλία του στην Κεντρική Επιτροπή της Νέας Δημοκρατίας ανακοίνωσε την απόφασή του να μην είναι υποψήφιος στις επόμενες εκλογές. Συχνά παρεμβαίνει στην πολιτική ζωή με δηλώσεις και συνεντεύξεις του. Μετά από πρωτοβουλία της οικογένειας ομογενών Τσακοπούλου-Κουναλάκη, η οποία δώρισε για το σκοπό αυτό 2 εκατομμύρια δολάρια, ιδρύθηκε στις 31 Οκτωβρίου 2005 προς τιμήν του η έδρα ελληνικών σπουδών "Κωνσταντίνος Κ. Μητσοτάκης" στη Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Stanford των Η.Π.Α .

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Προτεινόμενη Βιβλιογραφία

  • Δημήτρης Π. Δημητράκος, Κώστας Μητσοτάκης: Πολιτική βιογραφία, Εκδ. Παπαζήση, 1989, Αθήνα ISBN 9600207844 (α' τόμος) ISBN 9600207852 (β' τόμος)
  • Νίτσα Λουλέ-Θεοδωράκη, Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 1996, Αθήνα ISBN 9603442178
  • Σωτήρης Ριζάς, Από την κρίση στην ύφεση: ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και η πολιτική της προσέγγισης Ελλάδας-Τουρκίας, Εκδ. Παπαζήση, 2003, Αθήνα ISBN 9600216614


Προηγούμενος:
Ιωάννης Γιαννόπουλος
Υφυπουργός Οικονομικών
1 Φεβρουαρίου 1951-27 Οκτωβρίου 1951
Επόμενος:
Γεώργιος Γρηγορίου
Προηγούμενος:
Νικόλαος Γαζής
Υπουργός Οικονομικών
8 Νοεμβρίου 1963-31 Δεκεμβρίου 1963
Επόμενος:
Πέτρος Στεριώτης
Προηγούμενος:
Πέτρος Στεριώτης
Υπουργός Οικονομικών
19 Φεβρουαρίου 1964-15 Ιουλίου 1965
Επόμενος:
Στέλιος Αλαμανής
Προηγούμενος:
Γεώργιος Μαύρος
Υπουργός Συντονισμού
16 Ιουλίου 1965-20 Αυγούστου 1965
Επόμενος:
Δημήτριος Παπασπύρου
Προηγούμενος:
Δημήτριος Παπασπύρου
Υπουργός Συντονισμού
17 Σεπτεμβρίου 1965-22 Δεκεμβρίου 1966
Επόμενος:
Ιωάννης Παρασκευόπουλος
Προηγούμενος:
Παναγιώτης Παπαληγούρας
Υπουργός Συντονισμού
10 Μαΐου 1978-10 Μαΐου 1980
Επόμενος:
Ιωάννης Μπούτος
Προηγούμενος:
Γεώργιος Ράλλης
Υπουργός Εξωτερικών
10 Μαΐου 1980-21 Οκτωβρίου 1981
Επόμενος:
Ιωάννης Χαραλαμπόπουλος
Προηγούμενος:
Ξενοφών Ζολώτας
Πρωθυπουργός της Ελλάδας
11 Απριλίου 199013 Οκτωβρίου 1993
Επόμενος:
Ανδρέας Παπανδρέου