Θεσσαλονίκη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Οπτική επεξεργασία Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 2: Γραμμή 2:
{{WikidataCoord|display=title}}
{{WikidataCoord|display=title}}
{{πόλη}}
{{πόλη}}
Η '''Θεσσαλονίκη''' (ή και '''Σαλονίκη''') είναι η μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό πόλη της [[Μακεδονία (ελληνικό διαμέρισμα)|Μακεδονίας]]. Αποτελεί την έδρα του [[Δήμος Θεσσαλονίκης|δήμου Θεσσαλονίκης]] και την πρωτεύουσα της [[Νομός Θεσσαλονίκης|Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης]], της [[Μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης|μητροπολιτικής περιοχής της Θεσσαλονίκης]], καθώς και την έδρα της [[Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας|Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας]] και της [[Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας - Θράκης|Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας - Θράκης]]. Πολιούχος της πόλης είναι ο Άγιος Δημήτριος.
Η '''Θεσσαλονίκη''' (ή και '''Σαλονίκη''') είναι η μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό πόλη της [[Μακεδονία (ελληνικό διαμέρισμα)|Μακεδονίας]]. Αποτελεί την έδρα του [[Δήμος Θεσσαλονίκης|δήμου Θεσσαλονίκης]] και την πρωτεύουσα της [[Νομός Θεσσαλονίκης|Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης]], της [[Μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης|μητροπολιτικής περιοχής της Θεσσαλονίκης]], του [[Πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης|πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης]] καθώς και την έδρα της [[Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας|Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας]] και της [[Αποκεντρωμένη Διοίκηση Μακεδονίας - Θράκης|Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας - Θράκης]]. Πολιούχος της πόλης είναι ο Άγιος Δημήτριος.


Ιδρύθηκε το 316/5 π.Χ. από τον [[Αρχαίοι Μακεδόνες|Μακεδόνα]] στρατηγό [[Κάσσανδρος|Κάσσανδρο]], ο οποίος της έδωσε το όνομα της συζύγου του και ετεροθαλούς αδελφής του [[Αλέξανδρος ο Μέγας|Μεγάλου Αλεξάνδρου]], [[Θεσσαλονίκη της Μακεδονίας|Θεσσαλονίκης]] και προήλθε από τη συνένωση 26 πολιχνών που βρίσκονταν γύρω από τον [[Θερμαϊκός Κόλπος|Θερμαϊκό κόλπο]]. Τον [[2ος αιώνας π.Χ.|2ο π.Χ. αιώνα]] η πόλη κατακτήθηκε από τους [[Αρχαία Ρώμη|Ρωμαίους]] και αποτέλεσε έδρα της [[Μακεδονία (ρωμαϊκή επαρχία)|ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας]]. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε στη θέση της αρχαίας Θέρμης, από όπου πήρε το όνομά του ο Θερμαϊκός κόλπος.
Ιδρύθηκε το 316/5 π.Χ. από τον [[Αρχαίοι Μακεδόνες|Μακεδόνα]] στρατηγό [[Κάσσανδρος|Κάσσανδρο]], ο οποίος της έδωσε το όνομα της συζύγου του και ετεροθαλούς αδελφής του [[Αλέξανδρος ο Μέγας|Μεγάλου Αλεξάνδρου]], [[Θεσσαλονίκη της Μακεδονίας|Θεσσαλονίκης]] και προήλθε από τη συνένωση 26 πολιχνών που βρίσκονταν γύρω από τον [[Θερμαϊκός Κόλπος|Θερμαϊκό κόλπο]]. Τον [[2ος αιώνας π.Χ.|2ο π.Χ. αιώνα]] η πόλη κατακτήθηκε από τους [[Αρχαία Ρώμη|Ρωμαίους]] και αποτέλεσε έδρα της [[Μακεδονία (ρωμαϊκή επαρχία)|ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας]]. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε στη θέση της αρχαίας Θέρμης, από όπου πήρε το όνομά του ο Θερμαϊκός κόλπος.

Έκδοση από την 09:53, 18 Οκτωβρίου 2021

Για άλλες χρήσεις, δείτε: Θεσσαλονίκη (αποσαφήνιση).

Συντεταγμένες: 40°38′25″N 22°56′8″E / 40.64028°N 22.93556°E / 40.64028; 22.93556

Θεσσαλονίκη
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Θεσσαλονίκη
40°38′25″N 22°56′8″E
ΧώραΕλλάδα[1]
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Θεσσαλονίκης
Γεωγραφική υπαγωγήΜακεδονία
Ίδρυση315 π.Χ.
ΠροστάτηςΆγιος Δημήτριος
Διοίκηση
 • ΔήμαρχοςΚωνσταντίνος Ζέρβας (από 2019)
Έκταση19,307 km²
Υψόμετρο20 μέτρα
Πληθυσμός309.617 (2021)[2]
Ταχ. κωδ.530–539, 54015–54655 και 56404
Τηλ. κωδ.231
Ζώνη ώραςUTC+02:00 (επίσημη ώρα)
UTC+03:00 (θερινή ώρα)
ΙστότοποςΕπίσημος ιστότοπος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Θεσσαλονίκη (ή και Σαλονίκη) είναι η μεγαλύτερη σε έκταση και πληθυσμό πόλη της Μακεδονίας. Αποτελεί την έδρα του δήμου Θεσσαλονίκης και την πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Θεσσαλονίκης, της μητροπολιτικής περιοχής της Θεσσαλονίκης, του πολεοδομικού συγκροτήματος Θεσσαλονίκης καθώς και την έδρα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας - Θράκης. Πολιούχος της πόλης είναι ο Άγιος Δημήτριος.

Ιδρύθηκε το 316/5 π.Χ. από τον Μακεδόνα στρατηγό Κάσσανδρο, ο οποίος της έδωσε το όνομα της συζύγου του και ετεροθαλούς αδελφής του Μεγάλου Αλεξάνδρου, Θεσσαλονίκης και προήλθε από τη συνένωση 26 πολιχνών που βρίσκονταν γύρω από τον Θερμαϊκό κόλπο. Τον 2ο π.Χ. αιώνα η πόλη κατακτήθηκε από τους Ρωμαίους και αποτέλεσε έδρα της ρωμαϊκής επαρχίας της Μακεδονίας. Εικάζεται ότι ιδρύθηκε στη θέση της αρχαίας Θέρμης, από όπου πήρε το όνομά του ο Θερμαϊκός κόλπος.

Εξαιτίας της σημαντικής στρατηγικής της θέσης η πόλη αποτελούσε αυτοκρατορική πρωτεύουσα στα χρόνια της βασιλείας του Γαλέριου, ο οποίος έκτισε στη Θεσσαλονίκη ένα αυτοκρατορικό παλάτι. Με την ολοκλήρωση της Εγνατίας Οδού (120 π.Χ.), η Θεσσαλονίκη που ήταν η πολυπληθέστερη πόλη του δικτύου με διεθνή ακτινοβολία, έγινε ο σημαντικότερος κόμβος ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση. Μετά τη διαίρεση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ήταν μία από τις υποψήφιες πρωτεύουσες της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, για να επιλεγεί τελικά το Βυζάντιο. Απέκτησε τον τίτλο της «συμβασιλεύουσας» πόλης κατά τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και αποτέλεσε σημαντικό διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο, ενώ ταυτόχρονα έγινε κόμβος πνευματικής και πολιτιστικής ανάπτυξης με άνθηση της Παιδείας, της τέχνης, της λογοτεχνίας, της φιλοσοφίας, της αρχιτεκτονικής και των επιστημών, με αποκορύφωμα την περίοδο του 14ου αιώνα, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ο βυζαντινός «χρυσός αιώνας της Θεσσαλονίκης».[3][4]

Μετά την άλωση της από τους Οθωμανούς το 1432, παρέμεινε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία για περίπου πέντε αιώνες. Μετά την εκδίωξη των Εβραίων κυρίως από την Ιβηρική Χερσόνησο το 1492 με την έκδοση του διατάγματος της Αλάμπρα, αλλά και από την Βόρεια Ευρώπη, η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε τον προορισμό τους, αποκτώντας έτσι την δική της εβραϊκή κοινότητα.[5] Η εγκατάσταση των Εβραίων στη Θεσσαλονίκη ανέδειξε την πόλη ως τη σημαντική εβραϊκή μητρόπολη μέχρι τουλάχιστον τις αρχές του 20ού αιώνα. Ιδιαίτερα από τα μέσα του 19ου αιώνα η πόλη υπήρξε το πλέον κοσμοπολίτικο και πολυπολιτισμικό αστικοποιημένο κέντρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και ο σημαντικότερος πόλος πολιτικών κινήσεων και κινημάτων που συνάντησε στη μακρόχρονη ιστορία της.

Μετά την ένταξή της στον κορμό του Ελληνικού Κράτους το 1912, ο πληθυσμός της πόλης παρουσίασε σημαντικές μεταβολές, όπως με τη Μικρασιατική Καταστροφή και την εγκατάσταση των Ελλήνων Μικρασιατών προσφύγων και ακολούθως - κατά την Ανταλλαγή Πληθυσμών - με την απομάκρυνση του μουσουλμανικού πληθυσμού και την αντικατάστασή του από προσφυγικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Αυτός είναι και ο λόγος που η Θεσσαλονίκη συχνά αναφέρεται ως "προσφυγομάνα". Οι πληθυσμιακές μεταβολές συνέτειναν στην αλλαγή της πληθυσμιακής κατάστασης της πόλης, με ενίσχυση του ελληνικού στοιχείου. Η πολεοδομική και αρχιτεκτονική της αναδιοργάνωση επιταχύνθηκε από τη Μεγάλη Πυρκαγιά του 1917 και τις προσπάθειες της νέας ελληνικής διοίκησης να προσθέσει αρχαιοελληνικά και ευρωπαϊκά στοιχεία στο αρχιτεκτονικό ύφος της πόλης, γεγονός που οδήγησε στην καταστροφή αρκετών οθωμανικών λατρευτικών και λειτουργικών κτηρίων.

Από την ίδρυση της από τον Κάσσανδρο, η Θεσσαλονίκη ως μια ακμάζουσα ελληνιστική πόλη, μέχρι την εποχή της οθωμανικής κυριαρχίας, αξιοποιεί τη στρατηγική της θέση και αναπτύσσεται σε μια πολυπολιτισμική πόλη. Από το 1912, με τη λήξη των Βαλκανικών Πολέμων και την ενσωμάτωση της περιοχής στο σύγχρονο Ελληνικό Κράτος, η Θεσσαλονίκη αποτελεί τη δεύτερη σε πληθυσμό πόλη της Ελλάδας. Συχνά αναφέρεται ως η συμπρωτεύουσα της Ελλάδας. Ο πληθυσμός του Πολεοδομικού Συγκροτήματος υπολογίζεται σε 788.191 κατοίκους, κατά την Απογραφή του 2011. Ο πληθυσμός της μητροπολιτικής περιοχής ανέρχεται σε 1.012.013 κατοίκους[6] ενώ εκείνος της περιφερειακής ενότητας (πρώην νομού) σε 1.110.912 κατοίκους.

Ετυμολογία και μορφές του ονόματος

Λίθινη στήλη από βασιλικό διάταγμα του Φιλίππου Ε΄ στο Σεραπείον της Θεσσαλονίκης. Περιείχε αυστηρές εντολές σχετικά με την προστασία της ακίνητης περιουσίας που ανήκει από το ιερό του Σάραπη (15 Δαισίου του 187 π.Χ.). Επιγραφή: ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΝ ΦΙΛΙΠΠΟΥ ΒΑΣΙΛΙΣΣΑΝ.
Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Ο Μέγας Αλέξανδρος, Παραλία Θεσσαλονίκης.

Η Θεσσαλονίκη ιδρύθηκε από τον Κάσσανδρο και έλαβε το όνομά της προς τιμήν της συζύγου του, Θεσσαλονίκης, η οποία ήταν ετεροθαλής αδελφή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και κόρη του Φιλίππου Β΄ και της πέμπτης συζύγου του, της Θεσσαλής πριγκίπισσας Νικησίπολης. Το όνομά της προέρχεται από τη σύνθεση των λέξεων Θεσσαλῶν και Νίκη, σε ανάμνηση της νίκης των Μακεδόνων και του Κοινού των Θεσσαλών έναντι του τυραννικού καθεστώτος των Φερών και των συμμάχων τους Φωκέων, στο πλαίσιο του Τρίτου Ιερού Πολέμου.[7]

Το όνομα απαντάται σε διάφορες μορφές αλλά με ελαφρώς παραλλαγμένη ορθογραφία και φωνητικές διακυμάνσεις. Θεσσαλονίκεια είναι επιθετική μορφή, που βρίσκουμε στο έργο του Στράβωνα[8] και χρησιμοποιείται κατά τους ελληνιστικούς χρόνους ως ονομασία της πόλης, σχηματιζόμενη από το όνομα φυσικού προσώπου, όπως αντίστοιχα γινόταν για την Σελεύκεια από τον Σέλευκο, την Κασσάνδρεια από τον Κάσσανδρο, την Αλεξάνδρεια από τον Μέγα Αλέξανδρο κ.ά. Η επικρατούσα όμως μορφή του ονόματος είναι η Θεσσαλονίκη. Από την ελληνιστική εποχή υπάρχουν και αναφορές με το όνομα Θετταλονίκη, κυρίως από τον ιστορικό Πολύβιο,[9][10] ενώ κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο, όπως φανερώνουν επιγραφές και νομίσματα, εμφανίστηκαν οι μορφές Θεσσαλονείκη και Θεσσαλονικέων [πόλις].[11][12]

Ο τύπος Σαλονίκη (η), απαντάται στο Χρονικόν του Μορέως (14ος αι., στ. 1010, 1075, 3603 κλπ) και είναι συνηθισμένος σε δημοτικά τραγούδια. Φαίνεται ότι είναι παλαιότερος καθώς ο Άραβας γεωγράφος Idris το 1150 αναφέρει την πόλη ως Salunik (απ' όπου και το τουρκικό Selianik). Κατά μια άποψη το Σαλονίκη προήλθε από την πολυχρόνια χρήση της έκφρασης στη Θεσσαλονίκη > στ'Θ'σαλουνίκ' > στ'Τ'σαλουνίκ' > στ(η) Σαλουνίκ. Από το Σαλονίκ(η) προήλθε η ονομασία της πόλης και σε άλλες γλώσσες της περιοχής κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους.[13] Οι τουρκόφωνοι και οι Οθωμανοί αποκαλούσαν την πόλη Σελανίκ (οθωμανική γλώσσα: سلاني, τουρκ.: Selânik) όπως και οι Ιουδαίοι, που εγκαταστάθηκαν στην πόλη μετά την οθωμανική κατάκτηση και μιλούσαν την ισπανο-εβραϊκή λαντίνο, οι Βαλκανικοί σλαβικοί πληθυσμοί Σολούν (κυρ.: Солун) και οι βλαχόφωνοι Σαρούνα (βλαχ.: Sãrunã).

Ιστορία

Ίδρυση και εξέλιξη στον ελληνιστικό κόσμο

  Βασίλειο του Κασσάνδρου
Άλλοι επίγονοι
  Βασίλειο του Σέλευκου
  Βασίλειο του Λυσίμαχου
  Βασίλειο του Πτολεμαίου
  Ήπειρος
Άλλα κράτη
  Καρχηδών
  Αρχαία Ρώμη
  Ελληνικές αποικίες
Ο Κρατήρας του Δερβενίου, Ελληνιστική περίοδος, 330 - 320 π.Χ., που εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο Δερβενίου, που ταυτίζεται με την αρχαία Λητή.

Στην περιοχή της σημερινής πόλης και ειδικότερα στην Τούμπα, τη Διεθνή Έκθεση, το Μικρό Έμβολο, την Πολίχνη, τη Νέα Ευκαρπία, την Σταυρούπολη και την Πυλαία υπήρχαν προϊστορικοί και μεταγενέστεροι οικισμοί και πολίσματα. Έως τον 6ο αιώνα π.Χ. η περιοχή κατοικούνταν από φύλα όπως οι Φρύγες, οι Παίονες, οι Μύγδονες κ.ά. Σύμφωνα με τον Εκαταίο τον Μιλήσιο, στην εποχή του υπερίσχυαν οι Θράκες και οι Έλληνες. Το διάστημα 510 π.Χ.-480 π.Χ. η περιοχή είχε υποταγεί στους Πέρσες. Οι Μακεδόνες πρέπει να μετακινήθηκαν στην περιοχή του Θερμαϊκού κόλπου τον 6ο αιώνα π.Χ.

Σημαντικό πόλισμα ήταν η Θέρμη, η οποία τοποθετείται από τους περισσότερους αρχαιολόγους στο Μικρό Έμβολο. Διέθετε το πιο μεγάλο και πιο ασφαλές λιμάνι στην περιοχή, αλλιώς δε θα το επέλεγε ο Ξέρξης Α΄ της Περσίας για να αγκυροβολήσει εκεί και να ξεκουράσει το στόλο του. Η Θέρμη καταλήφθηκε το 431 π.Χ. από τους Αθηναίους, οι οποίοι δύο χρόνια αργότερα την παρέδωσαν στον βασιλιά των Μακεδόνων Περδίκκα Β΄. Στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ., πάλι οι Αθηναίοι μεσολάβησαν προκειμένου να περιέλθει η Θέρμη στην κυριαρχία των νόμιμων διαδόχων του θρόνου της Μακεδονίας και όχι στον σφετεριστή Παυσανία.[14]

Σχετικά με την ίδρυση της Θεσσαλονίκης υφίστανται δύο κύριες μαρτυρίες. Η πρώτη ανήκει στον αρχαίο ιστορικό Στράβωνα και είναι η επικρατέστερη μεταξύ των σύγχρονων ιστορικών[15][16] με αποκλίσεις ως προς το έτος ίδρυσης.[17]

Σύμφωνα με τον Στράβωνα, το 316 π.Χ. ή 315 π.Χ. ο Κάσσανδρος, στρατηγός της Μακεδονίας και επιμελητής του Αλέξανδρου Δ΄, ανήλικου γιου του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ίδρυσε τη Θεσσαλονίκη. Ήταν μάλιστα η Θεσσαλονίκη η μία από τις δύο πόλεις που ίδρυσε ο Κάσσανδρος στη διάρκεια της διακυβέρνησης του. Η άλλη ήταν οι Πλαταιές Βοιωτίας.

Η δεύτερη μαρτυρία είναι του Στεφάνου του Βυζαντίου, ο οποίος θεωρεί ως ιδρυτή της πόλης τον Φίλιππο Β΄.[18]

Η επικρατούσα άποψη της ίδρυσης της Θεσσαλονίκης από τον σφετεριστή του θρόνου του βασιλείου της Μακεδονίας Κάσσανδρο, σχετίζει την επιλογή του με την αντίληψη για τη στρατηγική θέση αυτής της ενδότατης κοιλότητας της μακεδονικής ακτογραμμής, η οποία εύκολα θα μπορούσε να συνδέσει την ενδοχώρα με τη θάλασσα, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για ακμάζουσα εμπορική κίνηση, ενώ συνάμα παρείχε και ασφάλεια από επιδρομές.

Επιπλέον ο Κάσσανδρος υπολόγιζε τον οπλισμό της Θεσσαλονίκης ως μια δεύτερη πράξη, που θα νομιμοποιούσε τις διεκδικήσεις του επί του μακεδονικού θρόνου έπειτα και από το γάμο του με γόνο της βασιλικής δυναστείας. Στην ελληνιστική Θεσσαλονίκη από όσο γνωρίζουμε υπήρχαν οι φυλές: Αντιγονίς, Διονυσιάς και Ασκληπιάς και οι δήμοι Βουκεφάλεια και Κεκροπίς.[19]

Με βασικό άξονα την αρχαία πόλη της Θέρμης, ο Κάσσανδρος ανάγκασε σε μετοίκηση τους πληθυσμούς 26 τοπικών παράκτιων πολισμάτων και χωριών της ευρύτερης περιοχής και της δυτικής Χαλκιδικής, δημιουργώντας τη νέα πολιτεία, που ονοματοθέτησε προς τιμή της συζύγου του, Θεσσαλονίκης. Λόγω της θέσης της, που συνέδεε τη Μακεδονία με το Αιγαίο Πέλαγος, η Θεσσαλονίκη σε πολύ σύντομο διάστημα έγινε η σημαντικότερη πόλη σε ολόκληρη τη Μακεδονία. Η εμπορική σημασία της πόλης προσέλκυσε από νωρίς (3ος αιώνας π.Χ.) διάφορους εποίκους (Αιγύπτιους, Σύρους, Ιουδαίους) αυξάνοντας τον πληθυσμό και το τοπογραφικό της μέγεθος, ενώ διατηρούσε εμπορικές επαφές με όλα τα λιμάνια της Ανατολής. Από τα ιστορικά δεδομένα φαίνεται πως η πόλη διέθετε μόνιμη φρουρά Γαλατών μισθοφόρων.

Πολύ λίγα είναι γνωστά για την ελληνιστική ιστορία της πόλης. Στα πρώτα χρόνια ζωής της Θεσσαλονίκης άρχισε και ο ανταγωνισμός με την επίσης μακεδονική αποικία της Δημητριάδος στον Παγασητικό Κόλπο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι ξεπέρασε σε δόξα και αίγλη την πρωτεύουσα Πέλλα, μιας και ήταν η βάση του μακεδονικού στόλου. Οι αρχαίοι Μακεδόνες πίστευαν πως την πόλη προστάτευαν οι θεοί του Ολύμπου. Στη σύγχρονη πλατεία Διοικητηρίου έχει αποκαλυφθεί τμήμα λαμπρού οικοδομήματος, το οποίο ίσως να ήταν βασιλική κατοικία των Μακεδόνων βασιλέων.[19]

Το 287 π.Χ. όταν οι βασιλείς Πύρρος της Ηπείρου και Λυσίμαχος νίκησαν το βασιλιά της Μακεδονίας Δημήτριο τον Πολιορκητή, φαίνεται πως η Θεσσαλονίκη έπεσε προσωρινά στην κατοχή του πρώτου και αργότερα του δευτέρου. Κατά πάσα πιθανότητα η Θεσσαλονίκη περιτειχίστηκε ταυτόχρονα με την ίδρυσή της. Πάντως τα τείχη έσωσαν την πόλη το 279 π.Χ., όταν οι Κέλτες επιχείρησαν να την κατακτήσουν και αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν στους Δελφούς και την Αιτωλία. Μετά από μια σειρά αναταραχών η μακεδονική πόλη περιήλθε στους Αντιγονίδες (277 π.Χ.). Το 273 π.Χ. στην πόλη κατέφυγε ο ηττημένος από τον Πύρρο Αντίγονος Γονατάς σε μία προσπάθεια ανασύνταξης του στρατού, για να κτυπήσει τον εισβολέα Πύρρο. Εκεί μάλιστα ναυπήγησε στο λιμάνι της ισχυρό στόλο, κατανικώντας τον πτολεμαϊκό. Αυτό ωφέλησε την νύμφη του Θερμαϊκού. Από τα χρόνια της βασιλείας του Αντιγόνου Β' άρχισε η περίοδος πυκνής κατοίκησης της Θεσσαλονίκης. Σε ένα διάταγμα της Ιστιαίας (270 π.Χ.-200 π.Χ.) αναφέρονται στη λίστα των προξένων της δύο Θεσσαλονικείς, ενώ σε ένα άλλο του 224 π.Χ./223 π.Χ. αναφέρεται ένας επώνυμος ιερέας της Θεσσαλονίκης[20]. Παράλληλα ανάμεσα στα έτη 239 π.Χ. με 221 π.Χ. αναφέρονται οι επισκέψεις των δύο Αντιγονιδών βασιλέων στην πόλη, του Δημητρίου Β΄ και του Αντιγόνου Γ΄.

Το 197 π.Χ. κατέφυγε στη Θεσσαλονίκη ο Φίλιππος Ε΄ μετά την ήττα του στη μάχη των Κυνός Κεφαλών από τους Ρωμαίους. Το 187 π.Χ. η πόλη έκοψε τα πρώτα νομίσματά της με την επιγραφή ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ και εικονίζονταν ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Πήγασος, η αίγα και ο τράγος. Επίσης στις 15 Δαισίου του αυτού έτους ο Φίλιππος Ε΄ εξέδωσε βασιλικό διάταγμα σε μαρμάρινη στήλη, που απευθυνόταν στον έμπιστο αντιπρόσωπό του Ανδρόνικο, για τη διαχείριση του Σεραπείου. Το 185 π.Χ. ο Αντιγονίδης βασιλιάς συνόδευσε στη Θεσσαλονίκη τη ρωμαϊκή πρεσβεία μέσω της Κοιλάδας των Τεμπών. Εκεί έγινε σύσκεψη μεταξύ Μακεδόνων και Ρωμαίων για την τύχη των υπό μακεδονική κυριαρχία Θρακών. Μετά το πέρας της θρακικής εκστρατείας (184 π.Χ.-183 π.Χ.) αποκαλύφθηκε συνωμοσία εις βάρος του Φιλίππου από τον φιλορωμαίο γιο του, Δημήτριο, για την ανατροπή του.

Για να ανατρέψει τις φιλορωμαϊκές εστίες της Μακεδονίας που εστιάζονταν στις παραλιακές πόλεις, ο Φίλιππος μετέφερε αποίκους από το εσωτερικό της χώρας προς τα παράλια και αντίστροφα. Αυτά τα σκληρά μέτρα δυσαρέστησαν τη Θεσσαλονίκη, αν και με το μέτρο αυτό προήχθη η οικονομία και η στρατιωτική της φύλαξη. Εν τέλει κατέστρωσε στην Θεσσαλονίκη το σχέδιο εξοντώσεώς του. Αυτό έγινε, αφού διαχείμασε στην πόλη τον χειμώνα του 181 π.Χ./180 π.Χ. Κατά την άνοιξη του 179 π.Χ. ο Φίλιππος πραγματοποίησε περιοδεία από τη Δημητριάδα στη Θεσσαλονίκη, επιδεικνύοντας στους άρχοντες το διάδοχο που προόριζε: τον Αντίγονο, ανιψιό του Αντιγόνου Δώσωνος.

Αξίζει να αναφερθεί κατά την περίοδο αυτή και ένα τέκνο της ελληνιστικής Θεσσαλονίκης, ο Ίων. Αυτός διετέλεσε αρχηγός μαζί με τον Αρτέμωνα από την Δολοπία, ενός σώματος 400 ακοντιστών και ισάριθμων σφενδονητών κατά την μάχη του Καλλίνικου (Μάιος του 171 π.Χ.), που έληξε με νίκη των Μακεδόνων. Επίσης ήταν και ο προστάτης των γιων του Περσέα, τους οποίους αργότερα, μετά τη μάχη της Πύδνας, παρέδωσε στους Ρωμαίους. Κατά τη διάρκεια των Ρωμαιο-Μακεδονικών πολέμων, τον Ιούνιο του 169 π.Χ., η πόλη μαζί με την Αίνεια, την Κασσάνδρεια και την Αντιγόνεια, απέκρουσαν ηρωϊκά τις επιθέσεις του ρωμαϊκού στόλου του Γάιου Μάρκου Φίγλου, στον οποίο συνέδραμαν ο Ευμένης Β΄ της Περγάμου και ο Προυσίας Β΄ της Βιθυνίας. Στη συνέχεια 500 Γαλάτες της Θεσσαλονίκης, ενίσχυσαν την άμυνα της Κασσάνδρειας, που απέκρουσε εκ νέου μια από θαλάσσης επίθεση των Ρωμαίων. Σε διοικητικό επίπεδο η πόλη απολάμβανε ελεγχόμενη αυτονομία, την οποία διαχειριζόταν η Εκκλησία του Δήμου και η Βουλή, τελώντας συνάμα υπό την επικυριαρχία του βασιλιά, ο οποίος ασκούσε την πολιτική εξουσία του μέσω κρατικών υπαλλήλων – εντολοδόχων, των Βασιλικών, ενώ διόριζε και το στρατιωτικό διοικητή, τον Επιστάτη, ο οποίος είχε ως υπόβαθμους τον Υπεπιστάτη και τους Αρμοστές[21][22].

Ρωμαϊκή κυριαρχία

Λεπτομέρεια από την Αψίδα του Γαλερίου.
Η Αψίδα του Γαλερίου - Καμάρα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης.
Άποψη του ρωμαϊκού Ωδείου στην Αρχαία Αγορά της Θεσσαλονίκης.
Μνημείο αρχαιολογικής αξίας η Ροτόντα της Θεσσαλονίκης. Αρχικά μαυσωλείο του Γαλερίου, μετατράπηκε κατά τους βυζαντινούς χρόνους σε χριστιανικό Ναό προς τιμήν του Αγίου Γεωργίου.

Η κατάλυση του βασιλείου των Αντιγονιδών από τα ρωμαϊκά στρατεύματα του ύπατου Λεύκιου Αιμίλιου Παύλου το 168 π.Χ. έφερε τη Θεσσαλονίκη στα όρια της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας (Res publica). Δύο ημέρες μετά την ήττα του Περσέα στη Μάχη της Πύδνας, η Θεσσαλονίκη παραδόθηκε στους Ρωμαίους (24 Ιουνίου 168 π.Χ.). Ο Περσέας κατέφυγε προσωρινά στην πόλη, όπου διέταξε τον φρούραρχό της, Ευμένη, να συγκεντρώσει στο λιμάνι τον μακεδονικό στόλο και να τον πυρπολήσει.

Έως το 148 π.Χ., η Θεσσαλονίκη ήταν πρωτεύουσα μίας από τις τέσσερις διοικητικές περιφέρειες, στις οποίες είχαν χωρίσει οι Ρωμαίοι το ελληνιστικό βασίλειο, με έκταση από τον Στρυμόνα ως τον Αξιό (Macedonia Secunda). Έπειτα όμως από την καταστολή της επανάστασης του Ανδρίσκου, τον οποίο φαίνεται να μην υποστήριξαν οι Θεσσαλονικείς[23], πραγματοποιήθηκε διοικητική αναδιάρθρωση και η Μακεδονία, με όρια εκτενέστερα του βασιλείου των Αντιγονιδών, ανακηρύχθηκε ρωμαϊκή επαρχία (Provincia Macedonia),[24] διοικούμενη από ανθύπατο με πρωτεύουσα και έδρα του πραίτορα τη Θεσσαλονίκη.

Η κατασκευή της Εγνατίας οδού από τους Ρωμαίους μεταξύ 146 π.Χ.120 π.Χ., του βασικού στρατιωτικού και εμπορικού διαύλου της ανατολικής διοίκησης, η οποία ένωνε την Αδριατική Θάλασσα με τον Ελλήσποντο και τη Μικρά Ασία, προώθησε την αξιολογική σημασία της πόλης και εμπέδωσε την πρωταγωνιστική της παρέμφαση μέσα στο μεγεθούμενο κράτος.[25][26][27]

Έτσι μέχρι το δεύτερο μισό του 2ου π.Χ. αιώνα η Θεσσαλονίκη είχε αναδειχτεί σε κυρίαρχο σταυροδρόμι και βάση της εμπορικής και στρατιωτικής δραστηριότητας. Μάλιστα τα επόμενα χρόνια η σταδιακή επέκταση του ρωμαϊκού κράτους προς ανατολή και προς βορρά είχε ως συνέπεια την απομάκρυνση του κινδύνου των βαρβαρικών επιδρομών. Οι κίνδυνοι επανεμφανίστηκαν τόσο στα ανατολικά όσο και στα βόρεια σύνορα πολύ αργότερα, όταν οι Γότθοι πολιόρκησαν την πόλη το 254 και το 268 μ.Χ.

Στην εμφύλια διαμάχη των δημοκρατικών και των αυτοκρατορικών, που ακολούθησε τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα (44 μ.Χ.), οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης τάχθηκαν στο πλευρό των δεύτερων. Η ολοκληρωτική νίκη των αυτοκρατορικών Αντωνίου και Οκταβιανού έναντι των Βρούτου και Κάσσιου το 42 μ.Χ. στους Φιλίππους[28] οδήγησε στην απόδοση περισσοτέρων προνομίων στην πόλη και την ουσιαστική αυτοδιοίκηση με την ανακήρυξή της σε «ελεύθερη πόλη» - Civitas Libera.[29][30][31]

Επί Ρωμαιοκρατίας λατρεύονταν πολλές θεότητες στη Θεσσαλονίκη. Εκτός από το Δωδεκάθεο, τιμές και λατρεία αποδιδόταν στον Διόνυσο, στους Καβείρους και στις αιγυπτιακές θεότητες Σέραπις, Ίσιδα και Αρποκράτη.

Κατά τον τελευταίο προχριστιανικό αιώνα, όλο και περισσότεροι Ιουδαίοι μετοικούσαν στη Θεσσαλονίκη, δημιουργώντας μια μεγάλη ιουδαϊκή παροικία, τοποθετημένη κοντά στο λιμάνι. Στη συναγωγή αυτής της κοινότητας κήρυξε τη χριστιανική πίστη ο Απόστολος Παύλος το 50 μ.Χ. Οι δύο επιστολές του προς τη μερίδα των εκχριστιανισθέντων μελών της, αλλά και πρώην εθνικών κατοίκων της πόλης, αποτελούν τα αρχαιότερα κείμενα της Καινής Διαθήκης.[32][33] Ωστόσο δεν υπάρχει ιστορική απόδειξη, ότι ο Απόστολος Παύλος κήρυξε σε ιουδαϊκή συναγωγή και η μοναδική αναφορά στις επιστολές του έχουν να κάνουν περισσότερο με την έννοια της "συναγωγής" ως συνάθροιση.[34]

Η χριστιανική κοινότητα της Θεσσαλονίκης ευδοκίμησε και έγινε υπόδειγμα για όλες τις άλλες ελλαδικές κοινότητες, όπως φαίνεται και από την Α’ επιστολή του Αποστόλου Παύλου, όπου εγκωμιάζει την τοπική εκκλησία.

Η Θεσσαλονίκη, όπως και ολόκληρη η Μακεδονία, ακολούθησε τη μακρά περίοδο ευημερίας που διασφάλιζε η Pax Romana, η περιώνυμη ρωμαϊκή ειρήνη που επικρατούσε στην αυτοκρατορία μέχρι και το τέλος περίπου της δυναστείας των Αντωνίνων.[35] Το μέγεθος της αξίας της διαφαίνεται από τους τιμητικούς τίτλους που της αποδόθηκαν από σειρά αυτοκρατόρων.[36] Κατά την αυτοκρατορική κυρίως περίοδο είχε χορηγηθεί σε πολλούς Θεσσαλονικείς το δικαίωμα του Ρωμαίου πολίτη (civitas Romana).[37]

Το καθεστώς της ανεξιθρησκίας έληξε όταν εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη ο καίσαρας Γαλέριος. Τότε ξεκίνησε σκληρός διωγμός των χριστιανών. Μεταξύ άλλων, στην πόλη μαρτύρησε το 305 ο Άγιος Δημήτριος.[38] Όμως, πέρα από τους θρησκευτικούς διωγμούς, η Θεσσαλονίκη επωφελήθηκε πολύ όταν ανακηρύχθηκε έδρα του Γαλερίου, καθώς κοσμήθηκε με πολλά δημόσια κτήρια και αναβαθμίστηκε πολιτικά[39]. Η ακμή της συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, όταν ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ κατασκεύασε λιμάνι μπροστά από τα τείχη, το οποίο χρησιμοποιήθηκε έως την εποχή της πτώσης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Στο στάδιο της παρακμής του παραδοσιακού ρωμαϊκού εθνικού-παγανιστικού κράτους και της μετατόπισης του κέντρου βάρους του στην ανατολή προκειμένου σε λιγότερο από έναν αιώνα να μετασχηματιστεί στη νέα κρατική οντότητα, που αργότερα αποκλήθηκε βυζαντινή, και πάλι η Θεσσαλονίκη διαδραμάτισε σημαίνοντα ρόλο. Αρχικά ως πρωτεύουσα του Γαλερίου και έπειτα ως υποψήφια νέα πρωτεύουσα του κράτους[40] αποτύπωσε τη δυναμική, που θα εμφάνιζε στη διάρκεια της χριστιανικής αυτοκρατορίας της Ανατολής.

Η Βυζαντινή Συμβασιλεύουσα πόλις

Ο Ιερός Ναός του Αγίου Δημητρίου, πολιούχου της Θεσσαλονίκης.
Ο Άγιος Δημήτριος ανάμεσα στον επίσκοπο και τον έπαρχο της πόλης, ως ανακαινιστές του ναού. Ψηφιδωτό του 5ου αι. στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης.
Ο Καθεδρικός Ναός της του Θεού Σοφίας.
Η εκδίωξη του Θεοδοσίου από τον Άγιο Αμβρόσιο έπειτα από τη σφαγή της Θεσσαλονίκης όπως παριστάνεται σε έργο του Άντονι βαν Ντάικ.

Η πόλη συνδέθηκε εξ αρχής με την ιστορική προσωπικότητα, που θα μετάλλασσε την παγανιστική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία στο μακροβιότερο χριστιανικό βασίλειο, τον θεμελιωτή του Βυζαντινού κράτους, Κωνσταντίνο. Το 324 ο Κωνσταντίνος, στο πλαίσιο της διαμάχης του με το Λικίνιο, χρησιμοποίησε τη Θεσσαλονίκη ως στρατιωτικό ορμητήριο κατασκευάζοντας νέο λιμάνι, τον περιώνυμο «σκαπτό λιμένα», προκειμένου να συγκεντρώσει σ' αυτό στόλο από 200 «τριακόντορες» γαλέρες και 2000 εμπορικά πλοία, τα οποία θα μετέφεραν το στρατό του, δύναμης 120.000 ανδρών.[41]

Μετά την οριστική επικράτηση του Κωνσταντίνου έναντι του Λικίνιου στη μάχη της Χρυσούπολης, ο δεύτερος με παρέμβαση της αδερφής του και συζύγου του Μέγα Κωνσταντίνου εστάλη εξόριστος στο φρούριο της Ακρόπολης της Θεσσαλονίκης. Εκεί κατά τον ιστορικό Ζώσιμο δολοφονήθηκε με εντολή του Κωνσταντίνου.[42][43]

Η μεταφορά της πρωτεύουσας της αυτοκρατορίας ανατολικά, στην παλαιά αποικία των Μεγαρέων, το Βυζάντιο, την από εδώ και στο εξής Κωνσταντινούπολη ή Νέα Ρώμη, θα συντελέσει στην περαιτέρω ανάδειξη της Θεσσαλονίκης. Παράλληλα, η αντίληψη της γεωστρατηγικής της σημασίας και τα έργα που κατασκευάζονται στην πόλη, με πρόνοια των αυτοκρατόρων Ιουλιανού και Μεγάλου Θεοδόσιου, την καθιστούν «ὀφθαλμὸ τῆς Εὐρώπης καὶ κατ'ἐξοχὴν τῆς Ἑλλάδος». Γίνεται «Συμβασιλεύουσα», ονομάζεται «Μεγαλούπολις» και κατέχει τη θέση της επόμενης μετά την Κωνσταντινούπολη πόλης της αυτοκρατορίας (Θεσσαλονίκην μετὰ τὴν μεγάλην παρὰ Ῥωμαίων πρώτην πόλιν).[44]

Ο Μέγας Θεοδόσιος, ως αύγουστος της Ανατολής αρχικά, χρησιμοποίησε ως έδρα του τη Θεσσαλονίκη. Αφού απέκρουσε τους Γότθους το 378 ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό, με προτροπή του επισκόπου Θεσσαλονίκης Ασχολίου,[45] και προχώρησε στη συστηματική οχύρωση της πόλης, εργασία που ανέθεσε στον Πέρση Ορμίσδα.[46] Από τη Θεσσαλονίκη εξέδωσε και το αυτοκρατορικό διάταγμα με το οποίο όριζε τον χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία του κράτους. Αντίθετα απ' ό,τι θα περίμενε κανείς, ο Θεοδόσιος δεν ήταν δημοφιλής στους Θεσσαλονικείς, εξαιτίας της σταδιακής διείσδυσης των Γότθων στο βυζαντινό στρατό και ιδιαίτερα στην αυτοκρατορική φρουρά. Έτσι, όταν το 390 ο διοικητής της γοτθικής φρουράς Βουτέριχος συνέλαβε κάποιον δημοφιλή αρματοδρόμο, προκλήθηκαν ταραχές, κατά τη διάρκεια των οποίων έχασε τη ζωή του. Ως αντίποινα, ο Θεοδόσιος διέταξε την παγίδευση και τη σφαγή 7.000 Θεσσαλονικέων στον Ιππόδρομο[47]. Έκτοτε, ο Ιππόδρομος δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε.

Τον Θεοδόσιο μιμήθηκαν και άλλοι αυτοκράτορες, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλονίκη προκειμένου να πολεμήσουν τους εισβολείς ή τους βαρβάρους επιδρομείς. Οι δοκιμασίες της Θεσσαλονίκης από τις επιδρομές των γοτθικών φύλων συνεχίστηκαν μέχρι και το τέλος του 5ου αιώνα, οπότε η πόλη κατάφερε να εξασφαλίσει μικρό διάστημα ειρήνης και ευημερίας. Στην ευπραγία της βοήθησε και ο μακεδονικής καταγωγής αυτοκράτορας Ιουστινιανός, δίδοντας ιδιαίτερο βάρος στα προβλήματά της και ανάγοντας την Θεσσαλονίκη σε πρωτεύουσα του Ιλλυρικού πραιτορίου (δηλαδή της Βαλκανικής).[48]

Έως την εποχή της Εικονομαχίας, στην πόλη ανεγέρθηκαν εντυπωσιακά δημόσια κτήρια και πολλοί ναοί. Όμως, πιο χρήσιμα αποδείχθηκαν τα τείχη της, στα οποία συντρίβονταν οι εχθρικές επιδρομές και οι απόπειρες πολιορκίας. Στο διάστημα 527-688, η πόλη απέκρουσε δεκάδες επιδρομές Σλάβων, Αβάρων, Περσών, Δραγουβιτών, Σαγουδιτών και Βερζιτών. Οι Θεσσαλονικείς διηγούνταν ότι είδαν πολλές φορές τον άγιο Δημήτριο πάνω στα τείχη να τρέπει σε φυγή τους εισβολείς.

Στα τέλη του 6ου αιώνα παρουσιάστηκε η σλαβική απειλή, η οποία έμελλε να ταλανίζει την πόλη για τους δύο επόμενους αιώνες. Τα σλαβικά φύλα, αρχικά με την καθοδήγηση των Αβάρων και αργότερα αυτόνομα, πραγματοποίησαν πολλές επιδρομές εναντίον της Θεσσαλονίκης με σημαντικότερες αυτές του 586 και του 597. Τέλος στις σλαβικές βλέψεις έδωσε το 688 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός Β´, ο αποκαλούμενος Ρινότμητος, ο οποίος νικώντας τους Σλάβους εισήλθε θριαμβευτής στην πόλη.

Όταν ξεκίνησε η Εικονομαχία, η Θεσσαλονίκη μεταβλήθηκε σε τόπο εξορίας των εικονομάχων της βασιλεύουσας. Μεταξύ αυτών συγκαταλεγόταν και ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης. Σε αντίδραση στην εικονόφιλη στάση της Εκκλησίας της Ρώμης ο αυτοκράτορας Λέων Γ´ ο Ίσαυρος απέσπασε το ανατολικό Ιλλυρικό από την εκκλησιαστική δικαιοδοσία της Ρώμης και το απέδωσε στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως[49]. Έπειτα από αυτό το γεγονός ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης έπαψε να είναι βικάριος του Πάπα και η τοπική εκκλησία συνέδεσε την πορεία της με την ανατολική εκκλησιαστική διοίκηση. Το δεύτερο μισό του 9ου αιώνα έλαβε χώρα και η αποστολή προς τους σλαβικούς λαούς των Θεσσαλονικέων αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου, η δράση των οποίων συνδέθηκε με την απαρχή του εκχριστιανισμού αλλά και της φιλολογίας των Σλάβων[50]. Από τη Θεσσαλονίκη οι Κύριλλος και Μεθόδιος ξεκίνησαν το 863 προκειμένου να εκχριστιανίσουν τους Άραβες, τους Χαζάρους (στη Γεωργία) και τους Σλάβους (στη Μεγάλη Μοραβία).

Το 904 η πόλη δέχθηκε επίθεση από τους Σαρακηνούς (Άραβες της Δύσης) με αρχηγό τον εξισλαμισθέντα Λέοντα τον Τριπολίτη. Η σφοδρότητα της επίθεσης και η μη προετοιμασία της πολιορκίας οδήγησαν στην άλωση και τη λεηλασία της[51][52]. Χιλιάδες κάτοικοι σφαγιάστηκαν, ενώ περισσότεροι αιχμαλωτίστηκαν και πουλήθηκαν ως σκλάβοι. Οι επόμενοι αιώνες σημαδεύτηκαν από ανεπιτυχείς προσπάθειες κατάληψης της Θεσσαλονίκης και από τους συνεχείς πολέμους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας με τους εχθρούς της, κυρίως στη Βαλκανική. Παρ όλ' αυτά ο 10ος και οι αρχές του 11ου αιώνα χαρακτηρίσθηκαν ως περίοδος αναδόμησης και η αυτοκρατορία χωρίσθηκε σε «θέματα». Η Θεσσαλονίκη αναδείχθηκε πρωτεύουσα ενός θέματος που επιβίωσε έως και τον 15ο αιώνα.

Από τον 10ο αιώνα μ.Χ. έξω από τη Χρυσή Πύλη - στη σημερινή Πλατεία Δημοκρατίας - εορτάζονταν τα Δημήτρια, η σημαντικότερη γιορτή-εμποροπανήγυρη της πόλης. Κατά την εμποροπανήγυρη αυτή ανταλλάσσονται τα προϊόντα της ενδοχώρας με τα θαλασσινά προϊόντα. Ονομάζονταν «Δημήτρια» διότι πραγματοποιούνταν κατά τις ημέρες εορτασμού της μνήμης του πολιούχου της πόλης Αγίου Δημητρίου.[53] Η πανήγυρη με την ονομασία αυτή άκμασε τον 14ο αιώνα, τον επονομαζόμενο και «χρυσό αιώνα» της Θεσσαλονίκης. Αρχικά η γιορτή αυτή είχε κυρίως θρησκευτικό και εμπορικό χαρακτήρα. Παράλληλα όμως ο λαός της πόλης κατά τα «Δημήτρια» έβρισκε πολλές διασκεδάσεις και ευκαιρίες ψυχαγωγίας με σχοινοβάτες, γελωτοποιούς, μίμους και θεατρίνους. Επίσης κατά τη γιορτή, σύμφωνα με τις πηγές, παρουσιάζονταν θεατρικά έργα του αρχαιοελληνικού δραματολογίου καθώς και διαλέξεις φιλοσόφων και λογίων.[53]

Από τη νορμανδική κατάκτηση στην κορυφή της βυζαντινής διοίκησης

Πανοραμική άποψη του κέντρου της πόλης, από τα βυζαντινά τείχη.

Το 1185 οι Νορμανδοί επιδρομείς κατέλαβαν το Δυρράχιο και εν συνεχεία τη Θεσσαλονίκη, γεγονός–ορόσημο για την ιστορία της πόλης. Στην πολιορκία, η οποία άρχισε στις 15 Αυγούστου του 1185, οι Νορμανδοί χρησιμοποίησαν 200 πλοία και 80.000 άνδρες αποκλείοντας την πόλη από ξηρά και θάλασσα. Ο ανεφοδιασμός της πόλης δεν ήταν επαρκής, ο διοικητής της Δαυίδ Κομνηνός δεν ήταν ικανός να οργανώσει κατάλληλα την άμυνα, εγκατέλειψε τους αμυνόμενους και οι ενισχύσεις από την Κωνσταντινούπολη έφτασαν πολύ αργά. Έτσι οι Νορμανδοί, μέσα σε λίγες μέρες, (24 Αυγούστου του 1185) αφού έχασαν 3.000 στρατιώτες, κατέλαβαν τη Θεσσαλονίκη, παρά την ηρωική άμυνα των κατοίκων, και τη λεηλάτησαν, θανατώνοντας 7.000 από τους κατοίκους της[54]. Βασικός ιστορικός της άλωσης ήταν ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ευστάθιος, από το έργο του οποίου «Ιστορία της αλώσεως της Θεσσαλονίκης υπό των Νορμανδών» αντλούνται οι περισσότερες πληροφορίες[55][56].

Η κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204 και η κατάλυση της αυτοκρατορίας οδήγησε τους Θεσσαλονικείς σε διαπραγματεύσεις με τον Φράγκο ηγεμόνα Βονιφάτιο τον Μομφερρατικό, αποτέλεσμα των οποίων υπήρξε η παράδοση της πόλης με τον όρο της διατήρησης των παλαιών τοπικών προνομίων[57]. Ο Βονιφάτιος ίδρυσε το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, το οποίο υπήρξε βραχύβιο, καθώς η πόλη έμεινε στην κατοχή των Λατίνων 20 χρόνια.

Το 1224 ο Δεσπότης της Ηπείρου, Θεόδωρος Κομνηνός Δούκας, κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη και χρίστηκε Βασιλεύς και αυτοκράτωρ Ρωμαίων από τον αρχιεπίσκοπο Αχριδών Δημήτριο Χωματιανό[58]. Η Θεσσαλονίκη ανακηρύχθηκε συμβασιλεύουσα (βασιλεύουσα παρέμενε η Κωνσταντινούπολη, παρότι βρισκόταν ακόμη στην κατοχή των Λατίνων) και έγινε η πρωτεύουσα του Δεσποτάτου της Ηπείρου. Ο Θεόδωρος Δούκας επέκτεινε την επικράτειά του έως την Αδριανούπολη. Όμως, προτού ξεκινήσει την προσπάθεια κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, θέλησε να υποτάξει τη Βουλγαρία.

Η παρακμή του κράτους του Θεόδωρου Δούκα ξεκίνησε από την ήττα του το 1230 στη μάχη της Κλοκοτνίτσας από τον Ιβάν Ασέν Β΄. Το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών του καταλήφθηκε από τους Βουλγάρους ενώ στη Θεσσαλονίκη συνέχισαν να βασιλεύουν οι διάδοχοι του Θεοδώρου έως το 1246, οπότε την κατέλαβε ο αυτοκράτορας της Νικαίας Ιωάννης Γ´ Δούκας Βατάτζης. Το 1261, ο Μιχαήλ Η´ Παλαιολόγος κατέλαβε την Κωνσταντινούπολη, η οποία έγινε και πάλι πρωτεύουσα των Βυζαντινών. Με την πάροδο των χρόνων, η θέση της Θεσσαλονίκης αναβαθμίστηκε. Το 14ο αιώνα αναδείχθηκε σε πραγματική συμβασιλεύουσα, καθώς η Βυζαντινή Αυτοκρατορία εδραζόταν πλέον στη Βαλκανική και όχι στη Μικρά Ασία. Συνήθως η πόλη διοικούνταν από τον γιο του αυτοκράτορα ή κάποιο άλλο μέλος της αυτοκρατορικής δυναστείας.

Το Κίνημα των Ζηλωτών και η Παλαιολόγεια Αναγέννηση

Ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Γρηγόριος Παλαμάς, ηγέτης της μερίδας των Ησυχαστών και κορυφαία πνευματική προσωπικότητα της πόλης.
Ο Ναός των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων Θεσσαλονίκης (14ος αι.).

Η Θεσσαλονίκη ως συμβασιλεύουσα ενεπλάκη στους δύο εμφύλιους πολέμους, ο πρώτος μεταξύ του Ανδρόνικου Β' και του Ανδρόνικου Γ' (1320-1328) και ο δεύτερος μεταξύ του Ιωάννη ΣΤ' Καντακουζηνού και του Ιωάννη Ε' του Παλαιολόγου (1341-1354). Μάλιστα, η προσπάθεια του Ιωάννη Καντακουζηνού να καταλάβει την πόλη το 1342 οδήγησε στην εκδήλωση κοινωνικής επανάστασης. Επικεφαλής των εξεγερθέντων ήταν οι Ζηλωτές, που προέρχονταν από τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα.

Το επαναστατικό κίνημα των Ζηλωτών εμφανίστηκε ως μία πρωτότυπη δημοκρατική νησίδα στο μεσαιωνικό κόσμο, όπου ο ηγεμονισμός, ο διαχωρισμός των ευγενών από το λαό και η «ελέω θεού» διοίκηση αποτελούσαν τα απόλυτα θέσφατα[59]. Η διαμάχη μεταξύ του μέγα δούκα Αλεξίου Απόκαυκου και του Ιωάννη Καντακουζηνού για την κυριαρχία της επιρροής στο βυζαντινό θρόνο οδήγησε την αυτοκρατορία σε εμφύλιο πόλεμο, αποτέλεσμα του οποίου ήταν η δημιουργία χιλιάδων οικονομικών προσφύγων, συνωστιζόμενων σε μεγάλα αστικά κέντρα όπως η Θεσσαλονίκη.

Η ογκούμενη δυσαρέσκεια των λαϊκών τάξεων έναντι των ευγενών, που υποστήριζαν τον Καντακουζηνό, έφερε τη στάση των Ζηλωτών το 1342. Στις αρχές του έτους ο λαός της Θεσσαλονίκης, συντασσόμενος με την πλευρά της Άννας της Σαβοΐας και του Απόκαυκου και καθοδηγούμενος από τους Ζηλωτές, στασίασε και λεηλάτησε τα σπίτια του διοικητή της πόλης και των εύπορων ευγενών, ενώ διαπομπεύτηκαν και κατακρεουργήθηκαν όσοι αριστοκράτες δεν κατάφεραν να διαφύγουν. Αφού επιβλήθηκαν απόλυτα μέσα στην πόλη, οι Ζηλωτές ανέλαβαν την εξουσία.

Αυτή η πρόωρη κίνηση προλεταριακής διεκδίκησης κυριάρχησε μέχρι και το 1349 όταν και επιβλήθηκε καθεστώς αυτοδιοίκησης. Τότε οι Ζηλωτές προσπάθησαν να έρθουν σε συνεννόηση με τον Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Δουσάν, προκειμένου να ισχυροποιήσουν τη θέση τους. Ο λαός της Θεσσαλονίκης αντέδρασε και η αντεπανάσταση, οργανωμένη από μέλη της αυτοκρατορικής αυλής, ανέτρεψε τους Ζηλωτές, οι ηγέτες των οποίων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την πόλη[60].

Το 1350 εγκαταστάθηκε στην πόλη η Άννα της Σαβοΐας, η οποία κυβέρνησε στο όνομα του γιου της, Ιωάννη Ε'. Σε αντίθεση με ό,τι θα αναμενόταν, οι πολιτικές αναταραχές δεν εμπόδισαν την πνευματική ακμή της πόλης. Κατά το πρώτο μισό του 14ου αιώνα, στη Θεσσαλονίκη έζησαν πολλοί λόγιοι και χτίστηκαν ναοί, μονές και κοσμικά δημόσια κτήρια. Ιδιαίτερα στον τομέα της τέχνης οι σχολές της Θεσσαλονίκης επηρέασαν ολόκληρο το βαλκανικό χριστιανικό κόσμο και τη Ρωσία. Η όλη αυτή πνευματική κίνηση ονομάστηκε Παλαιολόγεια Αναγέννηση και είναι η περίοδος κατά την οποία η συμβασιλεύουσα Θεσσαλονίκη διεκδικεί τα πνευματικά πρωτεία της αυτοκρατορίας[61]. Μετά το 1350, εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη ο μεγαλύτερος θεολόγος του 14ου αιώνα και πρωτοπόρος του κινήματος του Ησυχασμού, ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς.[62] Η ησυχαστική κίνηση παρότι αποτέλεσε τροχοπέδη στη διδασκαλία των φιλοσοφικών σπουδών και της κλασικής παιδείας εντούτοις ανανέωσε τη μοναστική κίνηση και τέχνη που εξακολούθησε να επιζεί στο Άγιο Όρος και μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.[63]

Οθωμανική περίοδος

Ο Λευκός Πύργος (Beyaz Kule) ή Πύργος του Αίματος (Kanli Kule) ήταν οθωμανική φυλακή για τουλάχιστον τέσσερις αιώνες. Εδώ σε ζωγραφική αναπαράσταση των αρχών του 19ου αιώνα, όπου φαίνεται και το προτείχισμα που τον περιέβαλε μέχρι και το 1911.
Ο Λευκός Πύργος σήμερα.
Το Εβραϊκό κοιμητήριο της Θεσσαλονίκης σε ταχυδρομικό δελτάριο του 19ου αιώνα. Σήμερα στην θέση του βρίσκεται η Πανεπιστημιούπολη.
Δημογραφική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης από το 1500 ως το 1950:
  Εβραίοι
  Μουσουλμάνοι
  Έλληνες
Το Διοικητήριο ή Κονάκι. Κτίσμα της τελευταίας περιόδου της Οθωμανικής διοίκησης σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι είναι η έδρα του Υφυπουργείου Μακεδονίας-Θράκης.

Η οθωμανική προέλαση στα ευρωπαϊκά εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η σταδιακή κατάληψη της βαλκανικής χερσονήσου έκαναν εμφανή τα αποτελέσματά τους στη Θεσσαλονίκη, η οποία αποκλεισμένη από την ξηρά και χωρίς τη δυνατότητα λήψης εξωτερικής βοήθειας το 1387, έπειτα από τετραετή πολιορκία, έγινε φόρου υποτελής στο σουλτάνο Βαγιαζήτ Α΄ και δέχτηκε οθωμανική φρουρά[64]. Δύο χρόνια αργότερα, και στο κλίμα αβεβαιότητας που επικράτησε προσωρινά μετά τη δολοφονία του σουλτάνου Μουράτ Α΄, οι Θεσσαλονικείς έδιωξαν την οθωμανική φρουρά της πόλης.

Ο ιστορικός Δούκας αναφέρει καταστροφή της Θεσσαλονίκης το 1391 από τον Βαγιαζήτ Α΄ με αιτία τη δραπέτευση του Μανουήλ Β´ από τη σουλτανική αυλή και την ανάδειξή του σε αυτοκράτορα[65]. Από την εποχή εκείνη υπάρχει και η πρώτη σε ελληνικές πηγές αναφορά για παιδομάζωμα, τον αναγκαστικό εξισλαμισμό των παιδιών. Αυτό έγινε το 1395 και αναφέρεται σε παρηγορητική ομιλία του τότε αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Ισιδώρου προς τους γονείς των παιδιών. Θεωρείται ότι η Θεσσαλονίκη ήταν η πρώτη μεγάλη ελληνική πόλη που πλήρωσε αυτόν τον "φόρο του αίματος".[66]

Η πρώτη οθωμανική κατοχή της πόλης διήρκεσε έως το 1403 οπότε ο αυτοκράτορας Μανουήλ, επωφελούμενος της ήττας του Βαγιαζήτ από τους Μογγόλους του Ταμερλάνου στη μάχη της Άγκυρας (1402) και της ακόλουθης εμφύλιας διαμάχης μεταξύ των γιων του για τη διαδοχή, κατάφερε να του αποδοθεί η Θεσσαλονίκη ως αντάλλαγμα της συνδρομής του στο γιο του Βαγιαζήτ, Σουλεϊμάν Τσελεμπή.

Η άμβλυνση των εσωτερικών προβλημάτων της ηγεμονίας των Οσμανλιδών, η νέα της επιθετική ορμή έναντι των βυζαντινών εδαφών αλλά και η αδυναμία της παρηκμασμένης αυτοκρατορίας στην υπεράσπισή τους οδήγησε το 1423 τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο, γιο του αυτοκράτορα Μανουήλ Β', στην υπό όρους παράδοση της πολιορκούμενης Θεσσαλονίκης στους Ενετούς.

Η επταετής κατοχή από τα στρατεύματα της Βενετικής Δημοκρατίας υπήρξε ουσιαστικά περίοδος παρακμής για την πόλη. Ο ναυτικός και επίγειος αποκλεισμός της από τους Οθωμανούς σήμανε την οικονομική της εξασθένηση, που σε συνδυασμό με τη δυναστική συμπεριφορά των Βενετών ενέτειναν τη λαϊκή δυσαρέσκεια.

Κατά την πολιορκία υπό τον σουλτάνο Μουράτ Β΄ η πόλη πρόβαλε αντίσταση και δεν δέχτηκε την πρόταση του σουλτάνου για παράδοση. Τότε ο σουλτάνος "κήρυξε με σάλπιγγα (προς το στρατό του) λέγοντας: Σας δίνω τα πάντα που υπάρχουν στην πόλη, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, άργυρο και χρυσό, μόνο αφήστε σ' εμένα την πόλη". Τελικά, η «συμβασιλεύουσα πόλις» της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας καταλήφθηκε οριστικά από τους Οθωμανούς στις 29 Μαρτίου του 1430 έπειτα από ισχυρή πολιορκία τριών ημερών. Ακολούθησε άγρια λαφυραγωγία και αιχμαλωσία των κατοίκων. Οι αιχμάλωτοι υπολογίζονται σε 7.000 περίπου. Από αυτούς άλλοι ελευθερώθηκαν αφού εξαγοράστηκαν από συγγενείς και φίλους, άλλοι δε πουλήθηκαν, ενώ μέρος του πληθυσμού είχε ήδη φύγει πριν την άλωση και δεν επανήλθε. Σε όσους ελευθερώθηκαν ο σουλτάνος επέτρεψε να εγκατασταθούν στην πόλη και να διατηρήσουν τις περιουσίες τους, ενώ δήμευσε όσες περιουσίες έμειναν αδέσποτες και τις μοίρασε στους Οθωμανούς που εγκαταστάθηκαν στα περίχωρα (Γενητζέ Βαρδάρ). Αρχικά δεν πείραξε τις εκκλησίες και τις μονές, αλλά αφού επανήλθε μετά από μια διετία και αφού πλέον είχαν εγκατασταθεί Οθωμανοί στα περίχωρα, κατάσχεσε εκκλησίες και μονές με τις περιουσίες και τα εισοδήματά τους. Τα σπουδαιότερα από αυτά δώρησε σε έμπιστούς του ή μετέβαλε σε τζαμιά και ιεροδιδασκαλεία (μενδρεσέδες). Στους χριστιανούς άφησε μόνο τέσσερις μικρές εκκλησίες, μεταξύ των οποίων και αυτή του Αγίου Δημητρίου[67][68].

Τα πρώτα χρόνια της Οθωμανικής κατάκτησης ήταν δύσκολα, καθώς τα πολεμικά μέτωπα ήταν ακόμη κοντά, ο πληθυσμός είχε μειωθεί πολύ και το εμπόριο έφθινε συνεχώς. Μάλιστα, σύμφωνα με πηγές της εποχής, οι κάτοικοι της πόλης δεν ξεπερνούσαν τα 2.000 άτομα την εποχή αμέσως μετά την κατάκτησή της. Ο σουλτάνος Μουράτ Β' έφερε 1.000 οικογένειες Γιουρούκων από τα Γιαννιτσά και χριστιανούς από τη Χαλκιδική.[69] Ο πολυεθνικός χαρακτήρας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και η σχετική ανεκτικότητα έναντι των «λαών της Βίβλου», όπως υποδεικνυόταν από τον κυρίαρχο ισλαμικό νόμο, βοήθησαν στην εγκατάσταση των διωκόμενων Εβραίων. Η Θεσσαλονίκη δέχθηκε Εβραίους Ασκεναζίτες από τις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης και Σεφαρδίτες, που διώχθηκαν από την Ισπανία μετά την οριστική κατάλυση του αραβικού κράτους της Γρανάδας.[70] Υπολογίζεται ότι στα τέλη του 15ου αιώνα είχαν εγκατασταθεί στη Θεσσαλονίκη σχεδόν 20.000 Εβραίοι από την Ισπανία, οι οποίοι άλλαξαν ριζικά την εικόνα της πόλης. Σε απογραφή του 1519, η Θεσσαλονίκη είχε 29.220 κατοίκους, από τους οποίους ποσοστό 53,8% ήταν Εβραίοι, 23,5% μουσουλμάνοι και 22,7% χριστιανοί.

Μεταξύ 1520 και 1530 η πόλη είχε 2645 εβραϊκές οικογένειες, 1229 οθωμανικές και 989 χριστιανικές[71]. Οι Εβραίοι της Κεντρικής Ευρώπης (Ασκεναζίμ), οι οποίοι άρχισαν να εγκαθίστανται στη Θεσσαλονίκη το 1376, δεν αφομειώθηκαν από τον μεγαλύτερο πληθυσμό Εβραίων που έφτασε μετά το 1492 από την Ισπανία, καθώς έμειναν προσηλωμένοι στις δικές τους παραδόσεις. Οι Εβραίοι αποτελούσαν το κυρίαρχο στοιχείο της πόλης, πληθυσμιακά και οικονομικά[72]. Οι διάφορες θρησκευτικές κοινότητες κατοικούσαν σε διαφορετικές συνοικίες. Στις αρχές του 17ου αιώνα υπήρχαν 56 εβραϊκές συνοικίες, 48 μουσουλμανικές και 16 χριστιανικές.

Ο πληθυσμός του αστικού κέντρου παρουσίαζε αρκετές διακυμάνσεις, κυρίως εξαιτίας των συχνών πυρκαγιών και των πολλών επιδημιών που ταλάνιζαν την πόλη έως και το 18ο αιώνα. Συχνές ήταν και οι διχόνοιες όχι τόσο μεταξύ των τριών θρησκευτικών κοινοτήτων, αλλά στους κόλπους της καθεμιάς. Η πιο σημαντική ήταν η παρουσία και η δράση του ψευδομεσία Σαμπεθάι Σεβί, ο οποίος αρχικά παρουσιάστηκε ως Μεσσίας στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης, αλλά αργότερα (1666) ασπάστηκε το Ισλάμ μαζί με πολλές χιλιάδες οπαδούς του, οι οποίοι ονομάστηκαν "ντονμέδες".[73] Οι περισσότερες έριδες στους κόλπους των μουσουλμάνων προκαλούνταν από τις κοινωνικές ανισότητες και τις εξεγέρσεις των γενιτσάρων. Η σημαντικότερη διένεξη που αφορούσε την ελληνοχριστιανική κοινότητα ήταν η διαμάχη για τη διαχείριση της κοινότητας μεταξύ του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης και των αρχόντων της πόλης.

Από οικονομική άποψη, η πόλη άρχισε να ακμάζει μετά το 1520. Τότε αναπτύχθηκαν η βιοτεχνία (υφαντουργία, χρυσοχοΐα, ταπητουργία, βυρσοδεψία) και το διεθνές εμπόριο. Η άνθηση αυτή συνεχίστηκε έως τα μέσα του 17ου αιώνα. Τότε άλλαξαν τα οικονομικά δεδομένα, καθώς το παγκόσμιο εμπόριο μετακινήθηκε προς τον Ατλαντικό και η ίδια η Οθωμανική Αυτοκρατορία μπήκε σε φάση παρακμής. Η δυσπραγία διήρκεσε έως τη δεύτερη δεκαετία του 18ου αιώνα, οπότε άρχισε και πάλι να αναπτύσσεται το εμπόριο, αυτή τη φορά προς την Αυστρία και τη Ρωσία, κυρίως με τη διακίνηση καπνού, μαλλιού και βαμβακιού. Η ανάπτυξη έμελλε να διατηρηθεί έως τους Ναπολεόντειους Πολέους (1798-1814), οπότε και η ύφεση που έπληξε την Ευρώπη δεν άφησε ανεπηρέαστη την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η εμπορευματική διακίνηση άρχισε να αυξάνεται σταθερά μετά το 1840.

Παρόλο που στις αρχές του 19ου αιώνα οι Έλληνες είχαν φτάσει να ανταγωνίζονται πληθυσμιακά και οικονομικά την εβραϊκή κοινότητα -ιδιαίτερα μετά τη μεγάλη σφαγή στο ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821- η Θεσσαλονίκη συνέχισε να αποτελεί έως το 1912 ένα μοναδικό, παγκόσμιο φαινόμενο πόλης με τόσο μεγάλη εβραϊκή παροικία, και αποκλήθηκε από τους ίδιους τους Ιουδαίους «Ιερουσαλήμ των Βαλκανίων»[74][75] και «Μητέρα του Ισραήλ»[76][77].

Η Θεσσαλονίκη ή Σελανίκ, σύμφωνα με την τουρκική παραλλαγή του ονόματός της, συνέχισε καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής της μέσα στα όρια του σουλτανικού κράτους να αποτελεί σημαντικό διοικητικό, οικονομικό και θρησκευτικό κέντρο του με ρόλο παρόμοιο με αυτόν που κατείχε τη βυζαντινή περίοδο. Ανεγέρθηκαν συγκροτήματα λουτρών, ισλαμικά μοναστήρια, τεμένη, ενώ και αρκετοί χριστιανικοί ναοί μετατράπηκαν σε τόπους μουσουλμανικής λατρείας. Ο ναός του Αγίου Δημητρίου μετατράπηκε σε τζαμί το 1491 και παρέμεινε τέτοιο μέχρι την απελευθέρωση το 1912. Μέχρι το διάταγμα Χάτι-Χουμαγιούν (1856) δεν επιτρεπόταν η ανέγερση νέων χριστιανικών ναών σε θέσεις όπου δεν προϋπήρχαν ναοί[78]. Το 1669, ο Γάλλος μοναχός Ρομπέρ ντε Ντρω ανέφερε τη Θεσσαλονίκη ως μια από τις πιο ωραίες και διάσημες πόλεις της Ελλάδας. Το 1737, ο Γάλλος ιερωμένος και συγγραφέας Ζωζέφ ντε λα Πορτ ανέφερε ότι η Θεσσαλονίκη αριθμούσε 48 τεμένη, 30 εκκλησίες και 36 συναγωγές[79].

Η Ελληνική επανάσταση του 1821

Η σφαγή των Ελλήνων στην Αγορά Καπάνι

Οι Θεσσαλονικείς οργανώθηκαν και οργάνωσαν τον Ελληνισμό από πολύ νωρίς, προκειμένου να δημιουργηθούν οι συνθήκες μιας καθολικής ελληνικής επανάστασης. Ο Θεσσαλονικέας λόγιος Γρηγόριος Ζαλύκης ήταν ο πρωτεργάτης της ίδρυσης της μυστικής οργάνωσης Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο, προδρόμου της Φιλικής Εταιρείας, στο Παρίσι το 1809.

Ο έμπορος Μιχαήλ Ουζουνίδης ήταν ένα από τα αρχικά μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Επίσης, ο διδάσκαλος και λόγιος Μιλτιάδης Αγαθόνικος προσέφερε πολλά ως εκπαιδευτικός στην αφύπνιση των Ελλήνων. Άλλα σημαίνοντα μέλη της Φιλικής Εταιρείας από τη Θεσσαλονίκη ήταν ο διπλωμάτης Δημήτριος Αργυρόπουλος, ο Ιωάννης Σκανδαλίδης, ο Νικόλαος Ουζουνίδης, ο Πανταζής Μπακάλογλους και οι έμποροι Μόσχος Σακελλίου, Αθανάσιος Σκανδαλίδης, Χριστόδουλος Μπαλάνος, Στέργιος Πολύδωρος, Νικόλαος Τραμπάζογλους και Αλέξανδρος Ι. Πηλιάδης. Σποραδικές εξεγέρσεις με κοινωνικά κυρίως αιτήματα, προερχόμενες από τους ελληνικούς πληθυσμούς, καταπνίγηκαν σχετικά εύκολα από τη διοίκηση. Ιδιαίτερη, όμως, σκληρότητα επέδειξαν οι Οθωμανοί με το ξέσπασμα της επανάστασης στη Χαλκιδική το Μάρτιο του 1821 από τον τραπεζίτη και μεγαλέμπορο Εμμανουήλ Παπά, οπότε εφαρμόστηκαν αντίποινα κατά των Ελλήνων και στη Θεσσαλονίκη. Φιρμάνι της 3ης Μαΐου του 1821 ανέφερε:

"Το εν Μολδαβία κίνημα των απίστων και κατηραμένων Ελλήνων, μεταδοθέν εις τας πέραν της Θεσσαλονίκης χώρας, προεκάλεσε την αναρχίαν και τον αναβρασμόν μεταξύ των εκεί κατοίκων ... Εκ των γεγονότων τούτων άπαξ έτι κατεδείχθη ότι η επανάστασις αύτη των απίστων, φέρουσα γενικόν χαρακτήρα, έχει εξυφανθεί και προσχεδιασθή κατόπιν συνεννοήσεως ολοκλήρου της φυλής αυτών".[80]

Σε προκήρυξη του γενικού αρχηγού του οθωμανικού στρατού προς τους μουσουλμάνους της Θεσσαλονίκης, κλήθηκαν όλοι οι μουσουλμάνοι 16-60 ετών να πάρουν τα όπλα κατά των επαναστατών. Ανακοινώθηκε αμοιβή τεσσάρων πιάστρων για κάθε κεφάλι που θα παραδινόταν στο στρατόπεδο. Υπογράφτηκε από τον Αμπντούλ Καμπούλ Μωχάμετ, "διοικητή των πιστών Μακεδονίας και Θεσσαλίας".[81]

Αρχικά περί τους 400 χριστιανούς, εκ των οποίων οι 100 ήταν Αγιορίτες μοναχοί, φυλακίστηκαν ως όμηροι, οι περισσότεροι εκ των οποίων εκτελέστηκαν αργότερα. Οι περισσότερες σφαγές έγιναν τον Μάιο του 1821,[82] σημαίνοντας την απαρχή μίας περιόδου τρομοκρατίας, που διήρκεσε έως και το 1823, χρονιά που κατεστάλησαν τα επαναστατικά κινήματα της Μακεδονίας.

Κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 οι Οθωμανοί σκότωσαν επίσης, τον επίτροπο του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης και επίσκοπο Κίτρους Μελέτιο, τους πρόκριτους (μέλη της Φιλικής Εταιρείας) Γεώργιο Βλάλη, Χρήστο Μενεξέ (επίτροπο του ναού του Αγίου Μηνά), Χριστόδουλο Μπαλάνο, Γεώργιο Πάικο, Στέργιο Πολύδωρο, Αθανάσιο Σκανδαλίδη, Αναστάσιο Γούναρη, Δημήτριο Παππά, Αναστάσιο Κυδωνιάτη, τον Αργυρό Ταπουχτσή από την Επανομή κ.ά. στην τότε πλατεία Αλευραγοράς (σημερινή αγορά Καπάνι - Βλάλη), στις 18 Μαΐου[83]. Σφαγές επίσης έγιναν στην περιοχή της Ροτόντας και στην Πύλη Αξιού. Παρόμοιες σκηνές εκτυλίχθηκαν στο προαύλιο του μητροπολιτικού ναού του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, όπου είχαν καταφύγει 2.000 Έλληνες και τελικά πολλοί από αυτούς φονεύτηκαν από τον τουρκικό όχλο[84]. Αργότερα, το 1822 στραγγαλίστηκε μετά από πολυήμερη φυλάκιση ο Έλληνας προύχοντας και πρόξενος της Δανίας, Εμμανουήλ Κυριακού.

Συνολικά οι Έλληνες της Θεσσαλονίκης που έπεσαν θύματα από τις εκτελέσεις των Οθωμανών υπολογίζονται σε 25.000 μόνο κατά το 1821, γεγονός που επέφερε ανεπανόρθωτο πλήγμα στην Ελληνική κοινότητα της πόλης (η Ελληνική κοινότητα επανέκαμψε τη δεκαετία του 1880, δηλαδή 60 χρόνια αργότερα).[85][Χρειάζεται σελίδα] Σημαντικές προσωπικότητες της Θεσσαλονίκης που πρωτοστάτησαν την περίοδο εκείνη στους Ελληνικούς αγώνες ήταν ο Γρηγόριος Ζαλύκης, ο Μιλτιάδης Αγαθόνικος, ο Κωνσταντίνος Τάττης, ο Ιωάννης Γούτας Καυταντζόγλου, ο Ιωάννης Μιχαήλ (ο οποίος συμμετείχε στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση Τροιζήνας), ο Ιωάννης Παπάφης, ο Ανδρόνικος Πάικος, ο Αντώνιος Παπαχρίστου, ο Αναστάσιος Μπουδέλης και άλλοι.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Α΄ γραμματέας του Βουλευτικού της Α΄ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου ήταν ο Θεσσαλονικέας Ιωάννης Σκανδαλίδης, ένας από τους πληρεξούσιους της Μακεδονίας[86][87], ενώ την έναρξη της Επανάστασης την κήρυξε ο Θεσσαλονικέας Δημήτριος Αργυρόπουλος στις 21 Φεβρουαρίου 1821, στο Γαλάτσι της Μολδοβλαχίας. Η επανάσταση στη Μακεδονία τερματίστηκε περί τα τέλη Μαΐου 1822. Μετά πολλοί πολεμιστές κατέβηκαν στην Κεντρική και Νότια Ελλάδα όπου συνέχισαν τον αγώνα[88].

Μεγάλες καταστροφές υπέστησαν και τα πλησίον της Θεσσαλονίκης χωριά, ιδίως προς την περιοχή της Χαλκιδικής, ακόμα και αυτά που δεν επαναστάτησαν. Η κατάσταση της επαρχίας κατά τον Ιούνιο και Ιούλιο 1821 αναφέρεται από Άγγλο αυτόπτη μάρτυρα. Μετά την εξέγερση ελληνικών χωριών της Χαλκιδικής πολλοί μουσουλμάνοι κατέφυγαν στη Θεσσαλονίκη για προστασία ενώ τα χωριά τους κάηκαν. Ο τουρκικός στρατός αντεπιτιθέμενος λεηλάτησε και έκαψε τα Βασιλικά, το Καραμπουρνού, την Επανωμή και τη Γαλάτιστα και άλλα, ακόμα και όσα δεν είχαν επαναστατήσει όπως το Ζαγγλιβέρι. Οι μοναχοί της Μονής Αγίας Αναστασίας (Φαρμακολύτριας) αποκεφαλίστηκαν παρ’ ό,τι άνοιξαν τις θύρες και υποδέχθηκαν τους Τούρκους. Μεγάλος αριθμός Εβραίων ακολουθούσαν τον τουρκικό στρατό και αγόραζαν τη λεία σε χαμηλές τιμές. Γυναίκες και παιδιά πωλούνταν ως δούλοι, οι γριές προς 40-60 πιάστρα και τα γυναικόπαιδα προς 200-300. Ολόκληρη η περιοχή της Καλαμαριάς (εννοείται η δυτική Χαλκιδική) που αριθμούσε περί τους 60.000 κατοίκους καταστράφηκε και ερημώθηκε.

Προύχοντες και απλοί Έλληνες κρατούνταν ως όμηροι ή θανατώνονταν ακόμα και με ανασκολοπισμό (παλούκωμα), ενώ και οι Έλληνες σκότωναν τους Τούρκους που συνελάμβαναν. Η τουρκική διοίκηση αποσπούσε δια της βίας μεγάλα χρηματικά ποσά που οι Έλληνες για να τα εξοικονομήσουν ενεχυρίαζαν πολύτιμα αντικείμενα και σκεύη εκκλησιών σε χαμηλές τιμές ή δανείζονταν από τους Εβραίους με επιτόκιο 30-50%.[89]

Αναπτυξιακή πορεία και Μακεδονικός Αγώνας

Η λήξη του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1828–1829 επέφερε την ηρεμία στα ευρωπαϊκά εδάφη της Τουρκίας και τη συνακόλουθη οικονομική ανάπτυξη. Το θετικό κλίμα ενέτειναν και οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ από το τέλος της δεκαετίας του 1830. Η Θεσσαλονίκη αυξάνει περαιτέρω την εμπορική της δύναμη ενώ παράλληλα ξεκινά η ανοικοδόμηση σημαντικών διοικητικών, εκπαιδευτικών και ιδιωτικών κτηρίων. Τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα παρατηρείται σημαντική αύξηση του πληθυσμού, που από 50.000 το 1865 φτάνει τις 90.000 το 1880 και τις 120.000 το 1895.[90]

Το 1877, ενώ γίνονταν διεθνώς ζυμώσεις που κατέληξαν στη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, Ρουμανικές εφημερίδες δημοσίευαν στατιστικές με Ρουμανικούς πληθυσμούς στη Θεσσαλία, Ήπειρο και Μακεδονία προσπαθώντας να οικειοποιηθούν τους Βλάχους. Στα πλαίσια αυτά εμφάνισαν στατιστική του Ρουμανικού προξενείου στη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντας τη Θεσσαλονίκη με 20.000 Ρουμανικό πληθυσμό. Ακολούθησαν έντονες αντιδράσεις και επεισόδια που προκάλεσαν οι Έλληνες Θεσσαλονικείς φοιτητές έξω από το Ρουμανικό προξενείο που κατέληξαν σε μεγαλειώδη βουβή παρέλαση (αρκετές χιλιάδες διαδηλωτών) με τερματισμό στο προξενείο της Ρουμανίας. Στη βουβή διαδήλωση συμμετείχαν και εκπρόσωποι της Ισραηλιτικής κοινότητας της πόλης, προκειμένου να υποστηρίξουν την ελληνικότητα του χριστιανικού πληθυσμού της πόλης.

Συνέπεια των αντιδράσεων ήταν να εκδώσει ο Οθωμανός βαλής της Θεσσαλονίκης, επίσημη στατιστική που παρουσίαζε τον Ελληνικό πληθυσμό σε 25.000 (σε σύνολο σχεδόν 90.000 κατοίκων[91]) και να αποπεμφθεί ο Ρουμάνος πρόξενος.[92] Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, οι Θεσσαλονικείς οργανώνονται, ιδρύοντας την Φιλόπτωχο Αδελφότητα Ανδρών Θεσσαλονίκης το 1871 που ανέπτυξε έντονη εθνική δράση. Ο προύχοντας της πόλης Κωνσταντίνος Μάτσας προσπάθησε ήδη από το 1899 να εξοπλίσει τον Ελληνισμό της πόλης, αντιλαμβανόμενος τον επερχόμενο κίνδυνο. Σημαντικοί Θεσσαλονικείς οπλαρχηγοί ήταν ο Γεώργιος Σάββας και ο Γεώργιος Πεντζίκης. Στις 20 Ιανουαρίου του 1904 πραγματοποιήθηκε μεγάλο αντιβουλγαρικό συλλαλητήριο στην πόλη, με συμμετοχή 6.000 Ελλήνων διαδηλωτών. Έως το 1908, οι Θεσσαλονικείς πέτυχαν να ανατρέψουν τη βουλγαρική προσπάθεια δημιουργίας πυρήνων Βουλγαρικού πληθυσμού στην πόλη, με τη μεταφορά και εγκατάσταση Βούλγαρων μεταναστών.[93]

Το κίνημα των Νεοτούρκων και τα εθνικά αλυτρωτικά κινήματα

Το μέγαρο του Ελληνικού Προξενείου Θεσσαλονίκης, έργο του Ερνέστου Τσίλλερ, το οποίο, πλέον, φιλοξενεί το Μουσείο Μακεδονικού Αγώνος.
Η Έπαυλη Αλλατίνη, ιδιοκτησίας των Εβραίων Θεσσαλονικέων βιομηχάνων Αλλατίνι, στην οποία το 1909 φιλοξενήθηκε ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ κατά τη διάρκεια της εξορίας του στη Θεσσαλονίκη, έπειτα από το Κίνημα των Νεοτούρκων στη Κωνσταντινούπολη.
Στιγμιότυπο από την αναχώρηση του Σουλτάνου Μεχμέτ Ε' Ρεσάτ έπειτα από το προσκύνημα στο τέμενος της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης στις 31 Μαΐου 1911.

Το ρεύμα της εθνικιστικής ιδεολογίας, που ακολούθησε τη Γαλλική Επανάσταση και απλώθηκε σε ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο, άρχισε, ογκούμενο σταδιακά μέσα στο 19ο αιώνα, να επιδρά και στα βαλκανικές εθνικές ομάδες, που βρίσκονταν στην οθωμανική επικράτεια. Ένα πρώτο κρούσμα αυτών ήταν η σφαγή των προξένων στη Θεσσαλονίκη που συνέβη στις 6 Μαΐου 1876.

Το ελληνικό στοιχείο συγκρούστηκε έντονα με το βουλγαρικό, που με τη δράση των κομιτατζήδων προσπάθησε τη μεταστροφή των ορθοδόξων πληθυσμών από την κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη Βουλγαρική Εξαρχική Εκκλησία με στόχο τον εκβουλγαρισμό τους.[94] Μετά τα Απριλιανά του 1903 η σύγκρουση αυτή κορυφώθηκε το διάστημα των ετών 1904-1908, την περίοδο του Μακεδονικού Αγώνα, όπου επιτελικό κέντρο των Ελλήνων αγωνιστών υπήρξε το ελληνικό προξενείο της Θεσσαλονίκης (σημερινό Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα).

Παράλληλα με τα εθνικιστικά κινήματα αναπτυσσόταν και ένα άλλο κίνημα με στελέχη από τη στρατιωτική και πνευματική ελίτ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και κέντρο του τη Θεσσαλονίκη. Στόχοι αυτής της κίνησης ήταν ο εκδημοκρατισμός, ο εκσυγχρονισμός και μετασχηματισμός σε ευρωπαϊκού τύπου συνταγματική μοναρχία της παραπαίουσας και μειούμενης εδαφικά Αυτοκρατορίας και πολιτικό εφαλτήριό της η "Επιτροπή για την Ένωση και την Πρόοδο" (İttihad ve Terakki Cemiyeti - Κομιτάτο Ένωση και Πρόοδος),[95] της οποίας η δράση εκκίνησε το 1896 και στις τάξεις της περιελάμβανε προοδευτικές προσωπικότητες από τις κυρίαρχες μακεδονικές εθνότητες με πρωτοστατούσα την τουρκική. Τα μέλη αυτής της επιτροπής έγιναν γνωστά με το όνομα Νεότουρκοι (Jön Türkler – Ζον Τουρκλέρ από το γαλλικό Jeunes Turcs) και στα πρώτα της βήματα αναδείχθηκε σε φορέα της αστικής αλλαγής με αντιιμπεριαλιστικές αιχμές.[96]

Τον Ιούνιο του 1908 οι Νεότουρκοι διέθεταν την ισχύ ώστε να απαιτήσουν από το Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ την πολιτειακή μεταβολή προς τη συνταγματική μοναρχία. Έτσι με μία εντυπωσιακή στρατιωτική κίνηση το τρίτο σώμα του Οθωμανικού στρατού ξεκίνησε από τη Θεσσαλονίκη με κατεύθυνση την έδρα του Οίκου των Οσμανλιδών, την Κωνσταντινούπολη, όπου κορυφώθηκε η Επανάσταση των Νεοτούρκων, με αποτέλεσμα την παραχώρηση Συντάγματος στις 24 Ιουλίου 1908.[97]

Η αντεπανάσταση των συντηρητικών Παλαιότουρκων το 1909 βοήθησε τον απολυταρχικό Αμπντούλ Χαμίτ να άρει τα συνταγματικά προνόμια. Σύντομα, όμως, οι Νεότουρκοι κατάφεραν να πάρουν την κατάσταση και πάλι στα χέρια τους εξαναγκάζοντας το Σουλτάνο σε παραίτηση και ανεβάζοντας στο θρόνο το μετριοπαθή αδελφό του, Μεχμέτ Ε΄ Ρεσάτ. Ο Αμπντούλ Χαμίτ οδηγήθηκε στο πολιτικό κέντρο των Νεοτούρκων, τη Θεσσαλονίκη, όπου παρέμεινε φρουρούμενος στην Έπαυλη Αλλατίνη (σημερινό ιστορικό κτίριο της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας) έως και το 1912.

Τελευταίο σημαντικό γεγονός της οθωμανικής κυριαρχίας στη Θεσσαλονίκη υπήρξε η επίσκεψη στην πόλη του Μεχμέτ στις 31 Μαΐου 1911, στο πλαίσιο της περιοδείας του στα ευρωπαϊκά εδάφη της Αυτοκρατορίας. Αποκορύφωμα της επίσκεψης αποτέλεσαν η παρέλαση των εθνοτήτων ενώπιον του μονάρχη και το εντυπωσιακό προσκύνημά του στο τέμενος της Αγίας Σοφίας, σύμφωνα με το επίσημο τυπικό του προσκυνήματος της Παρασκευής στο τζαμί Χαμιντιέ της Κωνσταντινούπολης.[98]

Η απελευθέρωση από την Οθωμανική Αυτοκρατορία

Το πανηγυρικό πρωτοσέλιδο της εφημερίδας Μακεδονία την επόμενη μέρα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης.

Η απόδειξη των πραγματικών πολιτικών προθέσεων της ηγετικής ομάδας των Νεότουρκων, που ως βασικό στόχο είχαν τον εκτουρκισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέσω της εξάλειψης των μειονοτήτων, και η σκλήρυνση της κρατικής πολιτικής έναντι αυτών έφεραν το ξέσπασμα του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου.[99] Τα τέσσερα βαλκανικά βασίλεια, Ελλάδας, Σερβίας, Βουλγαρίας και Μαυροβουνίου, κήρυξαν τον πόλεμο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία επιδιώκοντας την κατάκτηση και το διαμοιρασμό των ευρωπαϊκών της εδαφών, στα οποία κατοικούσε σημαντική μερίδα «αλύτρωτων» ομοεθνών τους.

Η πόλη της Θεσσαλονίκης υπήρξε το διαφιλονικούμενο «λάφυρο» μεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων.[100] Οι νίκες των Ελλήνων σε σημαντικές μάχες είχαν δημιουργήσει θετικό κλίμα στο στράτευμα, το οποίο όδευε για την κατάκτηση του Μοναστηρίου, βαλκανικής πόλης με ακμαίο ελληνικό πληθυσμό. Ο επικεφαλής της στρατιάς της Θεσσαλίας και αρχιστράτηγος, Διάδοχος Κωνσταντίνος έπειτα από τη νικηφόρα Μάχη του Σαρανταπόρου κινούνταν προς το Μοναστήρι. Οι πληροφορίες, όμως, προς την ελληνική κυβέρνηση αναφέρονταν σε προώθηση των βουλγαρικών στρατευμάτων νοτιότερα, με σκοπό την κατάληψη της Θεσσαλονίκης.[101] Ο Βενιζέλος τηλεγράφησε στον Κωνσταντίνο να κινηθεί ταχύτατα προς τη Θεσσαλονίκη, αλλά όταν διαπίστωσε ότι ο διάδοχος κωλυσιεργούσε απέστειλε το περίφημο τηλεγράφημα:

Αρχηγόν Στρατού
Εντέλεσθε άμα τη λήψει της παρούσης να παραδώσητε την διοίκησιν του στρατού εις τον Αρχηγόν του
Γεν. Επιτελείου υποστράτηγον Δαγκλήν και να αναχωρήσητε πάραυτα δι' Αθήνας, τιθέμενος εις την
διάθεσιν του υπουργού των Στρατιωτικών.
Ε. Βενιζέλος, Υπουργός Στρατιωτικών

Μετά από παρέμβαση του βασιλιά Γεωργίου, το ελληνικό στράτευμα της Θεσσαλίας, αλλάζοντας πορεία, κινήθηκε προς τη Θεσσαλονίκη, στην οποία έφτασε έπειτα από τη Μάχη των Γιαννιτσών (19 Οκτωβρίου) στις 25 Οκτωβρίου 1912, περικυκλώνοντάς την.

Οι Οθωμανοί στρατιωτικοί επιτελείς της Θεσσαλονίκης, με επικεφαλής το διοικητή του 8ου σώματος του οθωμανικού στρατού, Χασάν Ταχσίν Πασά, αντιλήφθηκαν ότι πιθανή αντίσταση δεν θα επέφερε ουσιαστικό αποτέλεσμα[102] και προέβησαν σε προτάσεις παράδοσης προς τον Κωνσταντίνο. Άλλωστε από οθωμανικής πλευράς υπήρχε η προτίμηση της παράδοσης της πόλης στους Έλληνες λόγω της αντίληψης ότι οι Βούλγαροι θα προέβαιναν σε βιαιότητες έναντι του μουσουλμανικού πληθυσμού.[103] Ο Κωνσταντίνος, όμως, δεν έκανε δεκτή την οθωμανική πρόταση και απαίτησε «άνευ όρων» παράδοση της πόλης. Την ίδια στιγμή ο Πρωθυπουργός, Ελευθέριος Βενιζέλος, έχοντας γνώση των κινήσεων της 7ης Βουλγαρικής μεραρχίας, η οποία πλησίαζε τη Θεσσαλονίκη, προειδοποίησε το Διάδοχο να επισπεύσει τη διαδικασία[104] με το ακόλουθο τηλεγράφημα:

Αρχηγόν Στρατού
Παραγγέλλεσθε να αποδεχτείτε προσφερομένην υμίν παράδοσιν της Θεσσαλονίκης και να εισέλθητε εις
ταύτην άνευ χρονοτριβής. Καθιστώ υμάς υπεύθυνον δια πάσαν αναβολήν έστω και στιγμής.
Υπουργός Στρατιωτικών Ε. Βενιζέλος

Έτσι τη νύχτα της 26ης προς 27 Οκτωβρίου 1912 (Ιουλιανό ημερολόγιο), οι πληρεξούσιοι επιτελείς αξιωματικοί, Βίκτωρ Δούσμανης και Ιωάννης Μεταξάς, υπέγραψαν στη Θεσσαλονίκη τα πρωτόκολλα παράδοσης της πόλης από την οθωμανική διοίκηση στον ελληνικό στρατό[105][106] και το απόγευμα της 27 Οκτωβρίου εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη τα δύο πρώτα ελληνικά ευζωνικά τμήματα της μεραρχίας Κλεομένους.[εκκρεμεί παραπομπή]

Εν τω μεταξύ οι Βούλγαροι, που είχαν προσεγγίσει την πόλη, πίεσαν το Χασάν Ταχσίν Πασά να υπογράψει παρόμοιο πρωτόκολλο και με αυτούς. Η πρότασή τους, εντούτοις, δεν έγινε δεκτή με τη χαρακτηριστική απάντηση του Οθωμανού στρατηγού: «Έχω μόνο μία Θεσσαλονίκη, την οποία έχω ήδη παραδώσει».[107] Παρά τούτο οι βουλγαρικές διεκδικήσεις δεν έπαυσαν έως και το Β’ Βαλκανικό Πόλεμο, οπότε το νικηφόρο αποτέλεσμά του, για την ελληνική πλευρά, επέφερε οριστική λύση στο θέμα.

Ένας ακόμη παράγοντας που προσπάθησε να επηρεάσει το εδαφικό καθεστώς της Θεσσαλονίκης, ήταν η Αυστροουγγρική Αυτοκρατορία, που με τη συμπαράσταση της Γερμανίας επεδίωξε, ανεπιτυχώς, διεθνοποίηση της πόλης.[108] Ακόμη μερίδα της Ιουδαϊκής κοινότητας προώθησε στο εξωτερικό πρόταση για αυτόνομο καθεστώς υπό ισραηλιτική διοίκηση.[109][110]

Στις 29 Οκτωβρίου ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ εισήλθε στην πόλη επικεφαλής τμημάτων στρατού και στις 30 Οκτωβρίου τελέστηκε από το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γεννάδιο δοξολογία στον τότε Καθεδρικό Ναό του Αγίου Μηνά «επί τη απελευθερώσει της πόλεως» μετά από 482 χρόνια συνεχούς Οθωμανικής κατοχής.

Σύγχρονη ιστορία

Αναπαράσταση Γερμανικού αερόπλοιου πάνω από την πόλη, που καταρρίφθηκε από τις αγγλογαλλικές δυνάμεις (Μάιος 1916). Τμήματά του εκτίθενταν για αρκετές εβδομάδες μπροστά από τον Λευκό Πύργο. Στην εικόνα γίνεται και η αναπαράσταση των ριπών προς το αερόπλοιο, από την Πύλη του Αξιού στα βόρεια, από το Επταπύργιου και από την 3η Στρατιά.[111][112][113]

Μετά την απελευθέρωση του 1912 για αρκετό καιρό διατηρήθηκε η οθωμανική διοικητική δομή της πόλης για να αποφευχθεί η οικονομική και κοινωνική διάλυση της πόλης. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις ημέρες μετά την παράδοση της πόλης, η οθωμανική χωροφυλακή συνέχιζε ένοπλη να διατηρεί την τάξη, ενώ ο δήμαρχος Οσμάν Σαΐτ παρέμεινε δήμαρχος, με λίγες διακοπές μέχρι το 1922. Τον Μάρτιο του 1913 ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Α' δολοφονήθηκε στην Θεσσαλονίκη.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η Ελλάδα δεν συμμετείχε στο Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο από το ξέσπασμά του παρά τις προσκλήσεις για συμμαχία και από τις δύο αντίπαλες παρατάξεις. Ωστόσο, με δικαιολογία την βοήθεια προς την Σερβία, αλλά και αδιαφορία για την εθνική ανεξαρτησία της Ελλάδας, δυνάμεις της Αντάντ αποβιβάστηκαν στην πόλη τον Οκτώβριο του 1915 με σκοπό να εκβιάσουν την είσοδο της Ελλάδας στον πόλεμο.

Δημιουργήθηκε το Βαλκανικό Μέτωπο, που απαρτιζόταν από δεκάδες χιλιάδες άνδρες και είχε σκοπό να παράσχει υποστήριξη προς τη Σερβία και τη Ρωσία. Ο Εθνικός Διχασμός, όπως ονομάστηκε η διαμάχη (1916) ανάμεσα στο Βασιλιά Κωνσταντίνο ΙΒ΄ και τον Ελευθέριο Βενιζέλο αναφορικά με την έξοδο της Ελλάδας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, οδήγησαν στο σχηματισμό δεύτερης κυβέρνησης από το Βενιζέλο, με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Η "Προσωρινή Κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας" απαρτιζόταν από το Βενιζέλο, το Δαγκλή και τον Κουντουριώτη τη λεγόμενη "Τριανδρία". Έτσι η Ελλάδα εισήλθε στον πόλεμο, στο πλευρό της Αντάντ, οδηγώντας παράλληλα στην εκδίωξη του βασιλιά Κωνσταντίνου Α' υπέρ του γιου του Αλεξάνδρου.

Η μεγάλη πυρκαγιά το 1917 ήταν η χειρότερη καταστροφή που υπέστη η πόλη κατά τα νεότερα χρόνια. Κατέστρεψε ολοσχερώς κτήρια σπάνιας αρχιτεκτονικής αξίας στο κέντρο της πόλης, καταστήματα, εκκλησίες, τζαμιά και συναγωγές και κυρίως χιλιάδες σπίτια, αφήνοντας άστεγους 72.000 κατοίκους, και προκάλεσε τεράστια οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα στην πόλη που είχε ήδη επιβαρυνθεί από την συγκέντρωση προσφύγων που προέρχονταν από τις κοντινές εμπόλεμες ζώνες και την υπό Βουλγαρική διοίκηση Θράκη. Στη θέση των κτηρίων αυτών οικοδομήθηκε η νέα πόλη, με βάση σχέδιο που εκπόνησε ο Γάλλος αρχιτέκτονας Ερνέστ Εμπράρ.

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το έτος 1922, αλλά και την περίοδο 1923-1924 στα πλαίσια της Ελληνοτουρκικής Ανταλλαγής Πληθυσμών που συμφωνήθηκε με την Συνθήκη της Λωζάνης, εγκαταστάθηκαν στην πόλη πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη. Το 1928 οι πρόσφυγες αποτελούσαν το 47,8% του πληθυσμού ενώ οι «γηγενείς», χριστιανοί και Εβραίοι το 36,1% και οι μετανάστες από διάφορα μέρη της Ελλάδας το 16,1%. Η εισροή προσφύγων ήταν τόσο έντονη ώστε επέβαλε την ίδρυση νέων, αποκλειστικά προσφυγικών συνοικιών και οικισμών, όπως η Νεάπολη και η Καλαμαριά, ενώ ο μουσουλμανικός πληθυσμός της πόλης συμπεριλήφθηκε στους "ανταλλάξιμους" που υποχρεώθηκαν να μετοικήσουν στην Τουρκία.[114]

Το 1925 με ενέργειες του Αλέξανδρου Παπαναστασίου ιδρύεται στην πόλη Πανεπιστήμιο το οποίο αργότερα (1954) μετονομάστηκε σε Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης προς τιμήν του φιλόσοφου Αριστοτέλη και σήμερα αποτελεί το μεγαλύτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Ελλάδας. Στις 3 Οκτωβρίου του 1926 εγκαινιάστηκε η πρώτη Διεθνής Έκθεση της Θεσσαλονίκης.

9 Μαΐου 1936: Η μητέρα του Τάσου Τούση θρηνεί τον γιο της, τον πρώτο νεκρό της αιματηρής καταστολής της διαδήλωσης των καπνεργατών της Θεσσαλονίκης.

Σε όλο το διάστημα του μεσοπόλεμου οι κοινωνικές ζυμώσεις που προκλήθηκαν από τη δραστηριοποίηση μεγάλου αριθμού προσφύγων εργατών αλλά και τη δυναμικότητα των Εβραίων εργατών, έδωσαν μεγάλη ώθηση στα ήδη ανεπτυγμένα εργατικά κινήματα της πόλης. Ήδη από το 1908 είχε ιδρυθεί με αρχηγό τον Αβραάμ Μπεναρόγια η σοσιαλιστική οργάνωση Φεντερασιόν, που πρωτοστάτησε στην οργάνωση του συνδικαλιστικού κινήματος και μετέπειτα στην δημιουργία του ΣΕΚΕ/ΚΚΕ. Στην αρχή της δεκαετίας του 1930 και μέχρι την επιβολή της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά, στη Θεσσαλονίκη ήταν συνεχείς οι διαδηλώσεις και απεργίες ομάδων εργατών όπως των καπνεργατών, των τροχιοδρομικών κ.ά. Οι εργατικές κινητοποιήσεις κορυφώθηκαν στην πόλη τον Μάιο του 1936, με τη μεγάλη απεργία και διαδήλωση των καπνεργατών, που πνίγηκε στο αίμα από τη δικτατορική κυβέρνηση Μεταξά, με συνολικά δώδεκα νεκρούς ανάμεσα στους οποίους και ο 25χρονος αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης (9 Μαΐου 1936) ενώ οι τραυματίες ήταν άνω των 280. Η φωτογραφία που απαθανάτισε την μητέρα του Τάσου Τούση να τον θρηνεί μόνη στο μέσον του δρόμου, στη διασταύρωση των οδών Βενιζέλου και Εγνατία, δημοσιεύθηκε στον Τύπο και αποτέλεσε την έμπνευση του Γιάννη Ρίτσου για τη συγγραφή της συλλογής του Ο Επιτάφιος.[115][116][117][118]

Την ίδια περίοδο εμφανίστηκαν και αρκετές εθνικιστικές/αντισιωνιστικές οργανώσεις ως αντίδραση στην πολυπληθή παρουσία των Εβραίων εργατών, με διάφορα προβλήματα, με κυριότερο τον εμπρησμό του Κάμπελ, μιας εβραϊκής φτωχογειτονιάς της Καλαμαριάς, στις 29 Ιουνίου 1931.[119][120]

Κατοχή και Εθνική Αντίσταση

11.7.1942: η συγκέντρωση των Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας.

Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, στις 9 Απριλίου η Θεσσαλονίκη καταλήφθηκε από τις Ναζιστικές δυνάμεις. Οι Εβραίοι περιορίστηκαν στην κοινότητα Χιρς, οι περιουσίες τους δημεύτηκαν και μοιράστηκαν μεταξύ Γερμανών αξιωματικών και Ελλήνων συνεργατών τους. Τελικά, ολόκληρος ο Εβραϊκός πληθυσμός της πόλης οδηγήθηκε στα Ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης του Άουσβιτς ΙΙ Μπίρκεναου και του Μπέργκεν-Μπέλζεν. Περίπου 46.000 Εβραίοι της Θεσσαλονίκης εξοντώθηκαν εκείνη την περίοδο. Στις 15 Μαΐου 1941, ένα μήνα μετά την κατάληψη της χώρας από τους κατακτητές, ιδρύεται στη μικρασιατική προσφυγική συνοικία της Επταλόφου η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση στην Ελλάδα, η "Ελευθερία", με την ομώνυμη εφημερίδα της και το πρώτο παράνομο τυπογραφείο της πόλης στην ίδια συνοικία.[121] Εκτελέσεις Ελλήνων επί κατοχής λάμβαναν χώρα συστηματικά στις θέσεις Ντουντουλάρ (Διαβατά), στο αεροδρόμιο Σέδες και κυρίως στο Στρατόπεδο «Παύλος Μελάς», στο Επταπύργιο και στο Κόκκινο Σπίτι στο νταμάρι.[122]

Στις 11 Μαΐου 1944 εκτελούνται από τους Ναζί οκτώ αντιστασιακοί νέοι 20-30 ετών, στην περιοχή Καΐστρι μεταξύ Επταλόφου και Ξηροκρήνης. Η απελευθέρωση της πόλης επήλθε στις 30 Οκτωβρίου του 1944.[123][124][125]

Δεύτερο μισό 20ού αιώνα έως σήμερα

Οι γραμμές του τράμ, Οδός Αγίου Μηνά, Θεσσαλονίκη

Το 1954 ο υπουργός Δημοσίων Έργων Κ. Καραμανλής ξήλωσε τις γραμμές του Τραμ Θεσσαλονίκης και κατάργησε τη γραμμή τραμ Ντεπώ-Τσιμισκή. Το τραμ λειτουργούσε από το 1893 ως ιππήλατο και από το 1908 ηλεκτροκίνητο. Το 1957 ο Κ. Καραμανλής, ως Πρωθυπουργός πλέον, κατάργησε και το υπόλοιπο δίκτυο τραμ και στη θέση του ίδρυσε τον μονοπωλιακό ιδιωτικό Οργανισμό Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης.[126][127]

Στις 27 Μαΐου 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ιατρός, αθλητής και πολιτικός δολοφονήθηκε από παρακρατικούς προκαλώντας διεθνή κατακραυγή για τις αυταρχικές πρακτικές της κυβέρνησης Καραμανλή που εξέθρεψαν τον ανεξέλεγκτο παρακρατικό μηχανισμό στην Ελλάδα με αποκορύφωμα την δολοφονία στη Θεσσαλονίκη.[128] Η υπόθεση Λαμπράκη αναζωογόνησε τον Ανένδοτο Αγώνα του Γεωργίου Παπανδρέου και έπαιξε τον πιο σημαντικό ίσως ρόλο στην πτώση της κυβέρνησης Καραμανλή τον ίδιο χρόνο.[129][130]

Δικτατορία και Αντιδικτατορικό Μέτωπο

Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας έλαβαν χώρα πολλές διώξεις, βασανιστήρια και δολοφονίες αντιστασιακών. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1967 ο Γιάννης Χαλκίδης (στέλεχος της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη των Αμπελοκήπων και της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς και μέλος της αντιστασιακής-αντιδικτατορικής οργάνωσης Πατριωτικό Μέτωπο) δολοφονήθηκε εν ψυχρώ από τον ασφαλίτη της χωροφυλακής Αντώνη Λεπενιώτη με δύο σφαίρες στην πλάτη σχεδόν εξ επαφής.[131][132][133][134] Στις 9 Μαΐου 1968 δολοφονήθηκε - μετά από βασανιστήρια - από όργανα της ασφάλειας ο Γιώργος Τσαρουχάς (τέως βουλευτή, στελέχους του Κ.Κ.Ε. και επικεφαλής της οργάνωσης Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο (ΠΑΜ) Θεσσαλονίκης). Ο βασανισμός και η δολοφονία έγινε στο κτίριο της ΚΥΠ (Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών). Το κτίριο της ΚΥΠ Θεσσαλονίκης είχε μετατραπεί σε χώρο ανακρίσεων και βασανιστηρίων πολλών αντιφρονούντων πολιτών όπως η Ασπασία Καρρά και ο Αργύρης Μπάρας αλλά και αντιφρονούντων στρατιωτών. Ως μέσα βασανισμού χρησιμοποιούνταν η μαστίγωση με συρμάτινα μαστίγια, η φάλαγγα, οι εικονικές εκτελέσεις, τα χτυπήματα με σιδεροσωλήνες και ξύλινες ράβδους, το ηλεκτροσόκ κ.ά.[135][136][137][138][139][140][135][136][141]

Την παραμονή της Πρωτομαγιάς του 1971, ο φοιτητής της Οδοντιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Νίκος Ρουκουνάκης αυτοπυρπολήθηκε στην πανεπιστημιούπολη Θεσσαλονίκης και έχασε τη ζωή του, ως έσχατη διαμαρτυρία κατά της Χούντας. Στις 24 Μαρτίου 1973 ο φοιτητής της στρατιωτικής σχολής Θεσσαλονίκης Γεώργιος Παπαγιάννης ρίφθηκε από ταράτσα πολυκατοικίας από αγνώστους και σκοτώθηκε ενώ οι δικτατορικές αρχές το παρουσίασαν ως αυτοκτονία.[142][140][135][136][141][142]

Στις 17 Νοεμβρίου 1973 κορυφώθηκαν οι ενέργειες κατάληψης του Πολυτεχνείου του Α.Π.Θ. με λειτουργία ραδιοφωνικού σταθμού στα υπόγεια του κτιρίου. Ακολούθως άρχισε και η πολιορκία του χώρου από την ασφάλεια που συνοδεύτηκε μετά με την εμφάνιση στρατιωτών και τεθωρακισμένων τανκς μπροστά στην πύλη του Πολυτεχνείου. Το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας έλαβε χώρα η εκκένωση του Πολυτεχνείου με τη σύλληψη 250 προσώπων που μεταφέρθηκαν στην ασφάλεια, εκ των οποίων 14 φοιτητές και εργάτες, μετά από βασανιστήρια, κλείσθηκαν στις στρατιωτικές φυλακές Θεσσαλονίκης.[143]

1978 έως σήμερα

Στις 20 Ιουνίου του 1978, ένας μεγάλος σεισμός επέφερε συνολικά 49 θανάτους και υλικές ζημιές ύψους 1,2 δισ. ευρώ, οι οποίες όμως αποκαταστάθηκαν σύντομα. 220 άνθρωποι τραυματίστηκαν. Ο εν λόγω σεισμός υπήρξε ο πρώτος που έπληξε μεγάλο αστικό κέντρο στην Ελλάδα.[144]

Το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης - Cedefop, ένας από τους αποκεντρωμένους οργανισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εγκαταστάθηκε το 1995 στη Θεσσαλονίκη με αποστολή την ανάπτυξη και υλοποίηση ευρωπαϊκών πολιτικών για την επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση.[145]

Το έτος 1997 η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε την Πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης και το 2014 την Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας.[146][147]

Κατά την περίοδο 26 - 28 Οκτωβρίου του 2012 η πόλη γιόρτασε την επέτειο των 100 χρόνων από την απελευθέρωσή της. Το 2017 κατά τους εορτασμούς έλαβε χώρα η έλευση του ιστορικού Θωρηκτού Αβέρωφ στο λιμάνι της πόλης.[148]

Παραλία

Παραλλήλως της λεωφόρου Μεγάλου Αλεξάνδρου εκτείνεται η Νέα Παραλία, παραλιακό μέτωπο εκτάσεως 3,5 χιλιομέτρων, από τον Λευκό Πύργο μέχρι το Μέγαρο Μουσικής. Η ιστορία του μετώπου από τον Λευκό Πύργο μέχρι το Λιμάνι ξεκινά το 1873 με την κατεδάφιση του μεγαλυτέρου τμήματος των βυζαντινών τειχών της πόλης και τη δημιουργία της Λεωφόρου Μπεάζ Κουλέ (Λευκού Πύργου, νυν Νίκης)[149] Το δεύτερο τμήμα άρχισε να αναπτύσσεται από το 1959 και έπειτα με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Καραμανλή με την επιχωμάτωση της έκτασης από τον Λευκό Πύργο μέχρι το καραμπουρνάκι, για να λάβει την τελική της μορφή το 1972 και να αναπλάσσεται, έπειτα, σε φάσεις, από το 2005 μέχρι το 2008 ο περιβάλλων χώρος του Λευκού Πύργου, από το το 2008 μέχρι το 2012 το κομμάτι από τον Ναυτικό όμιλο μέχρι το, νεόδμητο, τότε, Μέγαρο Μουσικής και τον Δεκέμβριο του 2013 το κομμάτι από τον Ναυτικό όμιλο μέχρι τον Λευκό Πύργο.[150] Στην έκταση της Παραλίας βρίσκεται ο Ναυτικός όμιλος, το ξενοδοχείο Μακεδονία Palace, το Άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, οι Ομπρέλες του Ζογγολόπουλου και διάφορα θεματικά πάρκα.

Προσωπικότητες

6ος αιώνας π.Χ. - 13ος αιώνας
14ος - 19ος αιώνας
20ός - 21ος αιώνας

Γεωγραφία

Δορυφορική άποψη του Θερμαϊκού κόλπου και της ευρύτερης περιφέρειας της Θεσσαλονίκης.

Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο δυτικό τμήμα της περιφερειακής ενότητας Θεσσαλονίκης, στο μυχό του Θερμαϊκού Κόλπου, απέναντι από τον Όλυμπο. Είναι κτισμένη αμφιθεατρικά στις πλαγιές του Κέδρινου λόφου και περιβάλλεται στα ανατολικά από το δάσος του Σέιχ Σου. Στη Σίνδο υπάρχει η βιομηχανική ζώνη της πόλης και στα νότια βρίσκονται οι περιοχές του αεροδρομίου, της Θέρμης και νοτιοανατολικά η περιοχή του Πανοράματος. Στην έξοδο προς Καβάλα υπάρχει το Ωραιόκαστρο, μία περιοχή με νέες κατοικίες.

Το όρος Χορτιάτης, όπως φαίνεται από τον Λευκό Πύργο.

Νοτιοανατολικά της πόλης υψώνεται το όρος Χορτιάτης, φυσική οχύρωση και πηγή μέρους του νερού που χρησιμοποιείται για την ύδρευσή της. Βορειοδυτικά απλώνεται η πεδιάδα της Θεσσαλονίκης, που συμπληρώνει τις ανάγκες της Θεσσαλονίκης σε ύδρευση. Βόρεια της πόλης υψώνεται το όρος Σιβρί που χωρίζεται από τον Χορτιάτη με το πέρασμα του Δερβενίου. Η πεδιάδα ευνόησε την οικονομική ανάπτυξη της πόλης και της γύρω περιοχής, καθώς σχηματίστηκε σταδιακά από τις προσχώσεις των ποταμών που διαρρέουν το νομό κι έτσι είναι ιδιαίτερα εύφορη.

Οι τρεις αυτοί ποταμοί, ο Αξιός, ο Λουδίας και ο Εχέδωρος, εκβάλλουν δυτικά της πόλης ενώ ακόμα νοτιότερα εκβάλλει ο Αλιάκμονας. Οι ποταμοί αποτέλεσαν και φυσικά υδάτινα κωλύματα σε προσπάθειες προσέγγισης της πόλης από τα νότια· η διάβαση του Γαλλικού ποταμού από τα ελληνικά στρατεύματα, το 1912, οριστικοποίησε την άνευ όρων παράδοση των Οθωμανών. Το Δέλτα του Αξιού αποτελεί υγροβιότοπο 22.000 στρεμμάτων ιδιαίτερης σημασίας, που προστατεύεται από τη Σύμβαση Ραμσάρ.

Η θέση της πόλης στην ευρύτερη περιοχή Μακεδονίας-Θράκης, η ύπαρξη του λιμανιού της ως φυσικής πύλης της περιοχής αυτής προς τη θάλασσα αλλά και η φυσική οχύρωσή της καθιστούν τη Θεσσαλονίκη αφενός σημαντικό στρατηγικό σημείο, αφετέρου εμπορικό, συγκοινωνιακό και πολιτισμικό σταυροδρόμι από την αρχαιότητα έως και τα σημερινά χρόνια.

Κλίμα

Το κλίμα της Θεσσαλονίκης είναι μεσογειακό. Γενικότερα πάντως, η Θεσσαλονίκη απολαμβάνει αρκετές ηλιόλουστες μέρες κατά την διάρκεια του έτους. Λόγω της θέσης της, η Θεσσαλονίκη καταγράφει μόνο 526,3 χιλιοστά βροχής τον χρόνο, καθώς η Πίνδος σταματάει τους υγρούς δυτικούς ανέμους, από το να περάσουν στην ανατολική Ελλάδα. Η υψηλότερη και η χαμηλότερη θερμοκρασία που έχει καταγραφεί είναι 43,0 °C και -15,6 °C. Οι χειμώνες είναι ήπιοι έως κρύοι και βροχεροί με την μέση ημερήσια θερμοκρασία να κυμαίνεται στους 4,8 °C τον Ιανουάριο (δες πίνακα). Χιόνι πέφτει κάθε χειμώνα, ωστόσο συνήθως λιώνει μέσα σε λίγες μέρες. Εξαίρεση αποτελούν οι ιστορικοί χιονιάδες που έχουν χτυπήσει την πόλη το 1968, το 1988, το 2001, το 2017 και το 2019.

Την άνοιξη οι θερμοκρασίες είναι ακόμα χαμηλές τον Μάρτιο και αρχές Απριλίου, με τα χιόνια να είναι πιθανά μέχρι τα μέσα Μαρτίου (εξαίρεση αποτελεί ο Απρίλιος του 2003 και του 1987, που το χιόνι έφτασε τα 10 εκατοστά, ακόμα και μέσα στην πόλη). Ωστόσο από τον Μάιο, οι θερμοκρασίες αρχίζουν και ανεβαίνουν γρήγορα.

Τα καλοκαίρια είναι ζεστά και ξηρά, με την μέση θερμοκρασία τον Αύγουστο να είναι 25,3 °C (δες πίνακα), ενώ κατά την διάρκεια καυσώνων μπορεί να ξεπεράσει τους 40 °C. Το φθινόπωρο είναι δροσερό και βροχερό. Οι θερμοκρασίες είναι ακόμα σε υψηλά επίπεδα μέχρι και τις αρχές Οκτωβρίου, ενώ από τα μέσα του μήνα οι πρώτες κρύες μέρες κάνουν την εμφάνισή τους. Οι βροχές είναι αρκετές, ιδιαίτερα τον Νοέμβριο. Το χιόνι είναι αρκετά σπάνιο φαινόμενο. Έχει πιθανότητες να συμβεί στα τέλη του Νοεμβρίου, (π.χ. Νοέμβριος 2016).

Κλιματικά δεδομένα Θεσσαλονίκη (1981-2010)
Μήνας Ιαν Φεβ Μάρ Απρ Μάι Ιούν Ιούλ Αύγ Σεπ Οκτ Νοε Δεκ Έτος
Υψηλότερη Μέγιστη °C (°F) 20.6 20.7 22.8 25.6 33.0 40.7 43.0 41.5 37.4 32.6 23.0 20.5 43,0
Μέση Μέγιστη °C (°F) 9.0 11.1 14.4 20.0 24.8 29.9 32.9 33.1 28.7 20.4 14.2 10.1 17,9
Μέση Μηνιαία °C (°F) 3.8 5.3 9.1 14.7 20.9 23.2 25.1 25.3 21.4 16.8 10.0 4.9 13,3
Μέση Ελάχιστη °C (°F) −0.8 1.0 3.7 7.8 11.1 16.5 19.5 19.7 10.4 9.0 5.7 2.9 7,0
Χαμηλότερη Ελάχιστη °C (°F) −15.6 −8.2 −1.5 3.5 6.5 11.2 13.8 13.5 7.1 4.0 −4.3 −10.8 −15,6
Υετός mm (ίντσες) 36,5 35,7 37,8 36,1 42,9 31 19,5 16,4 25,3 37,8 53,4 50,6 426,3
υγρασίας 74 70 61 65 68 59 54 52 50 68 82 79 65,1
Μέσες ημέρες κατακρημνίσεων (≥ 0.1 mm) 6 6 6 5 5 3 2 2 3 5 7 7 57
Πηγή: Μετεωρολογικός σταθμός Θεσσαλονίκης

Πληθυσμός

Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα ο πληθυσμός της πόλης εξελίχθηκε ως εξής:

Έτος Σύνολο πληθυσμού Εβραίοι Τούρκοι (μωαμεθανοί) Έλληνες Βούλγαροι Ρωμά Άλλες εθνότητες
1890[151] 118.000 55.000 26.000 16.000 10.000 2.500 8.500
1904[152] 129.796 45.000 28.620 52.761 2.115 1.300
γύρω στα 1913[153] 157.889 61.439 45.889 39.956 6.263 2.721 1.621

Το Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης, σύμφωνα με την Απογραφή του 2011, έχει μόνιμο πληθυσμό 788.952 κατοίκους. Ο Νομός Θεσσαλονίκης, για τον οποίο υπάρχουν ασφαλή στατιστικά στοιχεία, έχει πληθυσμό 1.110.312 κατοίκους. Συγκεντρώνει ποσοστό 9,4% του πληθυσμού της χώρας με τάση αύξησης, αφού είχε το τέταρτο μεγαλύτερο ποσοστό φυσικής αύξησης του πληθυσμού το 1997 και το 1998, μετά τους νομούς Δωδεκανήσου, Ξάνθης και Ηρακλείου (υπεροχή γεννήσεων/1.000 κατοίκους: 2,9), και υψηλή αναλογία μαθητών Δημοτικού ανά 1.000 κατοίκους (66 έναντι μέσου Ελλάδας 61). Παράγει το 9,9% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος της χώρας, το 2,16% της συνολικής μεταποιητικής παραγωγής και τα 2/3 του προϊόντος του προέρχονται από τις υπηρεσίες. Με κατά κεφαλή προϊόν 3,8 εκ. δρχ. (3ος στην κατάταξη με 105% του μέσου όρου της Ελλάδος), η θέση του ως προς το μέσο της χώρας σε διάστημα μιας 10ετίας έμεινε σχεδόν σταθερή.[154]

Η εξέλιξη του πληθυσμού του Δήμου Θεσσαλονίκης (χωρίς την Τριανδρία) έχει ως εξής:

Απογραφή[155] Πληθυσμός
1940 215.788
1951 217.049
1961 250.920
1971 345.799
1981 406.413
1991 412.160
2001 385.406
2011 315.196

Πολεοδομικό Συγκρότημα Θεσσαλονίκης

Οι Δήμοι του Π.Σ. Θεσσαλονίκης

Η "Πόλη της Θεσσαλονίκης" περιλαμβάνει έξι Δήμους και μία Δημοτική Ενότητα (από τον Δήμο Πυλαίας - Χορτιάτη), που αποτελούν το Πολεοδομικό Συγκρότημα της Θεσσαλονίκης (ΠΣΘ), πληθυσμού 789.191 κατοίκων, σύμφωνα με στοιχεία της Απογραφής του 2011. Η γεωγραφική πόλωση ανάμεσα στα ανατολικά και τα δυτικά τμήματά του, αποτελεί σύμφωνα με τον γενικό κανόνα, τον καθρέφτη της υφιστάμενης κοινωνικής πόλωσης. Σε αντίθεση με την ανατολική πλευρά της πόλης, όπου είναι εγκατεστημένα τα ανώτερα εισοδηματικά στρώματα (διευθυντικά στελέχη του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, αυτοαπασχολούμενοι υψηλής ειδίκευσης), οι δυτικές συνοικίες και τα υποβαθμισμένα όμορα τμήματα του κέντρου, συγκεντρώνουν νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν χρόνιες οικονομικές δυσκολίες.[156]

Οι δήμοι του ΠΣΘ είναι οι εξής:

Δήμος Έδρα Δημοτικές ενότητες Πληθυσμός
Δήμος Θεσσαλονίκης Θεσσαλονίκη Θεσσαλονίκη, Τριανδρία 325.182
Δήμος Αμπελοκήπων - Μενεμένης Αμπελόκηποι Αμπελόκηποι, Μενεμένη 52.127
Δήμος Κορδελιού-Ευόσμου Εύοσμος Ελευθέριο-Κορδελιό, Εύοσμος 101.010
Δήμος Καλαμαριάς Καλαμαριά Καλαμαριά 91.518
Δήμος Νεάπολης-Συκεών Συκιές Άγιος Παύλος, Νεάπολη, Πεύκα, Συκιές 84.741
Δήμος Παύλου Μελά Σταυρούπολη Νέα Ευκαρπία, Πολίχνη, Σταυρούπολη 99.240
Δήμος Πυλαίας-Χορτιάτη Πανόραμα Πυλαία, Χορτιάτης, Ασβεστοχώρι, Εξοχή, Φίλυρο, Πανόραμα 70.653
Το νέο Δημαρχείο της Θεσσαλονίκης

Μαζί με ορισμένους ακόμα δήμους, το ΠΣΘ εμπεριέχεται στη μητροπολιτική περιοχή της Θεσσαλονίκης, ο συνολικός πληθυσμός της οποίας ανέρχεται σε 1.012.297 κατοίκους, σύμφωνα με την Ελληνική απογραφή 2011.

Συνοικίες Δήμου Θεσσαλονίκης

Ιστορικό Κέντρο

Αεροφωτογραφία του κέντρου της Θεσσαλονίκης με τα σημαντικότερα σημεία του.
  1. Λευκός Πύργος
  2. Πλατεία Αριστοτέλους
  3. Επιβατικό Λιμάνι
  4. Ρωμαϊκή Αγορά
  5. Επταπύργιο (Ακρόπολη)
  6. Ροτόντα
  7. Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο
  8. Διεθνής Έκθεση
  9. Καυτανζόγλειο Στάδιο
  10. Αρχαιολογικό Μουσείο

Η πόλη της Θεσσαλονίκης έχει ένα αρκετά εκτεταμένο κέντρο, στο οποίο συγκεντρώνονται τα περισσότερα καταστήματα, δημόσιες υπηρεσίες, αξιοθέατα και χώροι αναψυχής. Η έκτασή του μπορεί να οριστεί βορειοδυτικά από την Πλατεία Δημοκρατίας (γνωστή και ως Πλατεία Βαρδαρίου) που παραδοσιακά αποτελεί το κέντρο της πόλης και την αρχή χιλιομέτρησης αποστάσεων για τη Θεσσαλονίκη[157]. Νοτιοανατολικά ορίζεται από την Πανεπιστημιούπολη, το Γ΄ Σώμα Στρατού και το Νέο Δημαρχείο, νοτιοδυτικά από την παραλιακή Λεωφόρο Νίκης και βορειοανατολικά από την οδό Αγίου Δημητρίου. Το ιστορικό κέντρο της Θεσσαλονίκης διαχωρίζεται στις συνοικίες: Βαρδάρης, Λαδάδικα, Άνω Λαδάδικα, Φράγκων, Καπάνι, Αριστοτέλους, Διαγώνιος, Ναυαρίνου, Ροτόντα, Αγία Σοφία, Πλατεία Αρχαίας Αγοράς, Ιπποδρόμιο, Λευκός Πύργος.

Κεντρικές οδικές αρτηρίες είναι οι: Τσιμισκή, Εγνατία, Νίκης, Λαγκαδά, Μοναστηρίου, Αγίου Δημητρίου, Δωδεκανήσου, Εθνικής Αμύνης, Παύλου Μελά, Διοικητηρίου (Καραολή και Δημητρίου), Ιασωνίδου, Παλαιών Πατρών Γερμανού, Βενιζέλου, Ίωνος Δραγούμη, Ερμού και Σβώλου.

Κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα υπήρξε σημαντική επέκταση του κέντρου της Θεσσαλονίκης στις εκατέρωθεν πλευρές ΒΔ και ΝΑ. Ενώ παλαιότερα η κεντρική αγορά της πόλης βρισκόταν στην περιοχή του Βαρδαρίου και εκτεινόταν έως το Καπάνι (Αγορά Βλάλη) σήμερα εκτείνεται από την περιοχή του Νέου Σιδηροδρομικού Σταθμού έως την πλατεία της Χ.Α.Ν.Θ.

Άνω Πόλη

Άνω Πόλη Θεσσαλονίκης.

Η περιοχή της Άνω Πόλης που διασώθηκε από την πυρκαγιά του 1917 και τη δεκαετία του 1980 χαρακτηρίστηκε διατηρητέος παραδοσιακός οικισμός, βρίσκεται στο βορειότερο και υψηλότερο τμήμα της παλιάς πόλης. Ο παραδοσιακός οικισμός αρχίζει από τη βόρεια πλευρά της οδού Ολυμπιάδος φτάνοντας βόρεια ως τα τείχη της Ακρόπολης και δυτικά και ανατολικά ως τα αντίστοιχα Βυζαντινά Τείχη, που σώζονται σχεδόν ολόκληρα στην περιοχή. Η περιοχή της Άνω Πόλης διαχωρίζεται στις συνοικίες: Τσινάρι, Βλατάδων, Ταξιάρχες, Κουλέ Καφέ, Πορτάρα, Κάστρα, Επταπύργιο (Ακρόπολη) Διοικητήριο. Ως περιοχή ταυτίζεται στο μεγαλύτερο μέρος της με την 3η και μέρος της 2ης Κοινότητας του Δήμου Θεσσαλονίκης έχοντας όριο την οδό Αγίου Δημητρίου που διαχωρίζει την Άνω με την Κάτω Πόλη.

Παρόλο ότι η περιοχή δεν ερευνήθηκε με αρχαιολογικές ανασκαφές, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην ελληνιστική, ρωμαϊκή και βυζαντινή εποχή δεν κατοικήθηκε, τουλάχιστον συστηματικά. Γειτονιές με κατοικίες δημιουργήθηκαν με την τουρκοκρατία, για να πυκνοκατοικηθεί η περιοχή στα τελευταία χρόνια του 19ου αιώνα και ιδιαίτερα μετά την άφιξη των προσφύγων της Μικρασιατικής Καταστροφής.

Στην περιοχή αυτή βρίσκονται σημαντικά μνημεία της Θεσσαλονίκης όπως τα Τείχη με τη βυζαντινή Ακρόπολη στο Επταπύργιο, ο Ναός του Οσίου Δαβίδ (Μονή Λατόμου), ο Ναός του Αγίου Νικολάου Ορφανού, ο Ναός των Ταξιαρχών, η Μονή Βλατάδων, ο Ναός της Αγίας Αικατερίνης, ο Ναός του Προφήτη Ηλία, το βυζαντινό λουτρό στην πλατεία Κρίσπου στο Κουλέ Καφέ, το Αλατζά Ιμαρέτ της οδού Κασσάνδρου, ο οθωμανικός τουρμπές Μουσά Μπαμπά στην πλατεία Τερψιθέας, η κρήνη Τσινάρι κ.ά.

Πέρα όμως από τα μνημεία αυτά, στην περιοχή της Άνω Πόλης διασώζεται σε πολλά τμήματα ο παλιός παραδοσιακός πολεοδομικός ιστός της πόλης με τους στενούς λιθόστρωτους δρόμους, τα αδιέξοδα, τα μικρά ξέφωτα και τις πλατείες και προπαντός με τα μοναδικά σε λιτότητα, λειτουργικότητα και κομψότητα κτίσματα της μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής με τις χαρακτηριστικές προεξοχές (σαχνισί, το "ηλιακό" των βυζαντινών) και τους στεγασμένους εξώστες ("χαγιάτια"), αλλά και σπίτια οθωμανικών αρχιτεκτονικών επιρροών. Εξαίρετο δείγμα της οικιστικής ενότητας της Άνω Πόλης, αποτελούν τα Καστρόπληκτα σπίτια δηλαδή που κτίστηκαν την περίοδο των πληθυσμιακών μετακινήσεων των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα (Μικρασιατική Καταστροφή και ανταλλαγή πληθυσμών), από Μικρασιάτες πρόσφυγες. Τα σπίτια αυτά εφάπτονται των βυζαντινών τειχών και καταδεικνύουν την ταχεία, πρόχειρη και ραγδαία εγκατάσταση προσφύγων στην πόλη, οι οποίοι, λόγω έλλειψης χώρου έχτισαν δίπλα στα τείχη μικρά ισόγεια σπίτια με σκοπό την στεγαστική τους εξασφάλιση.[158]

Ξηροκρήνη

Η συνοικία Ξηροκρήνη του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Η Ξηροκρήνη πήρε το όνομα της από την ομώνυμη συνοικία της Κωνσταντινούπολης, καθώς πρόσφυγες από την Κωνσταντινούπολη, τη Μικρά Ασία, την Ανατολική Θράκη και την Ανατολική Ρωμυλία αποτέλεσαν τους πρώτους οικιστές της περιοχής μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 και την ανταλλαγή πληθυσμών το 1923-1924.

Η περιοχή αποτελούσε σημαντικό λατρευτικό κέντρο κατά την πρωτοχριστιανική και Βυζαντινή περίοδο και μέχρι πρόσφατα έχουν ανασκαφεί τρεις παλαιοχριστιανικοί ναοί οι οποίοι πιθανόν συνδέονται με το μαρτύριο και τη μνήμη του αγίου Νέστορα ή των τριών αδελφών μαρτύρων Αγάπης, Ειρήνης και Χιονίας που επίσης μαρτύρησαν εκεί.

Σήμερα, διασώζεται η Βυζαντινή κρήνη της Ξηροκρήνης, τα θεμέλια της Παλαιοχριστιανικής Βασιλικής Ξηροκρήνης ενώ υπάρχουν άλση και πάρκα όπως το Άλσος Αγίας Παρασκευής, η Πλατεία Αλεξάνδρου Γαλοπούλου κ.ά.

Άλλες συνοικίες Δήμου Θεσσαλονίκης

Στον Δήμο Θεσσαλονίκης πέραν του ιστορικού κέντρου και της Άνω Πόλης περιλαμβάνονται οι συνοικίες: Βαρδάρι, Ιχθυόσκαλα, Λαχανόκηποι, Μπεχτσινάρι, Δικαστήρια, Παναγία Φανερωμένη, Δόξα, Σαράντα Εκκλησιές, Ευαγγελίστρια, Τριανδρία, Αγία Τριάδα (Φάληρο), Ιπποκράτειο, Ανάληψη, Χαριλάου, Ντεπώ και Τούμπα.

Εντός των ορίων του Δήμου Θεσσαλονίκης βρίσκεται ο Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός, το εμπορικό και επιβατικό Λιμάνι της πόλης, ο Παλαιός Σιδηροδρομικός Σταθμός Θεσσαλονίκης, το κεντρικό κτιριακό συγκρότημα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας στο οποίο είναι ενταγμένα τα κτίρια της παλιάς εταιρείας Φωταερίου του 1888 καθώς και το υπό ανέγερση Μουσείο Ολοκαυτώματος Ελλάδος.[159][160] Στην περιοχή του Παλαιού Σταθμού δημιουργήθηκε Πάρκο Μνήμης με ελαιώνα που αποτελείται από 200 και πλέον αιωνόβιες ελιές.[161] Στην παλαιά συνοικία των Εξοχών, διατηρούνται πολλά αρχοντικά, κτισμένα στα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα. Στην περιοχή βρίσκονται ο Οικισμός Ουζιέλ, το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, οι Μύλοι Αλλατίνη και το Ποσειδώνιο Κολυμβητήριο. Στην περιοχή του λιμανιού βρίσκονται πολλές ξενοδοχειακές μονάδες και αρκετά παλαιά διατηρητέα βιομηχανικά κτίσματα όπως ο Μύλος (διατηρητέος πενταόροφος αλευρόμυλος του 1924), το ΦΙΞ και η Βίλκα, τα οποία σήμερα λειτουργούν ανακαινισμένα ως πολυχώροι πολιτισμού, τo κεντρικό αντλιοστάσιο της πόλης, κτίσμα του 1894, το οποίο αποκαταστάθηκε και λειτουργεί ως Μουσείο Ύδρευσης[162] καθώς και το διατηρητέο μεγάλο πέτρινο βυρσοδεψείο του 1913 επί της οδού 26ης Οκτωβρίου το οποίο λειτουργεί ως ξενοδοχείο.[163]

Δήμοι Πολεοδομικού Συγκροτήματος

Χρυσό στεφάνι μυρτιάς από κιβωτιόσχημο τάφο του τελευταίου τετάρτου του 4ου αι. π.Χ. που βρέθηκε στη Σταυρούπολη και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο.
Το Επταπύργιο και η περιοχή των Συκεών.

Στο βόρειο και δυτικό τμήμα του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης βρίσκονται οι Αμπελόκηποι, το Ελευθέριο - Κορδελιό, η Μενεμένη, ο Εύοσμος, η Ηλιούπολη, η Σταυρούπολη, η Νικόπολη, η Νεάπολη, η Πολίχνη, τα Μετέωρα, ο Άγιος Παύλος, η Ευαγγελίστρια και οι Συκιές.

Αποτελεί πύλη εισόδου στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, μέσω της Νέας δυτικής εισόδου και των οδών Μοναστηρίου και Λαγκαδά, συνδεόμενη με τον αυτοκινητόδρομο ΑΘΕ και την Εγνατία Οδό.

Στην περιοχή βρίσκονται ο Σταθμός Υπεραστικών Λεωφορείων (ΚΤΕΛ Μακεδονία), ο μικρός Σιδηροδρομικός Σταθμός Διαλογής του 1894 που λειτουργεί σήμερα ως Σιδηροδρομικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Η Μονή Λαζαριστών βρίσκεται στη Σταυρούπολη και είναι χτισμένη το 1886 από τους μοναχούς του τάγματος του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, ευρέως γνωστοί ως Λαζαριστές, από την έδρα του τάγματός τους στην εκκλησία Σεν Λαζάρ (Saint Lazare) του Παρισιού. Σήμερα οι κτιριακές εγκαταστάσεις της Μονής αποκατεστημένες, στεγάζουν δυο θεατρικές σκηνές του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος, το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης και την έδρα της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης. Κάθε καλοκαίρι στο αίθριο της Μονής Λαζαριστών πραγματοποιούνται συναυλίες και παραστάσεις.

Στη βορειοδυτική Θεσσαλονίκη βρίσκονται και άλλες πολιτιστικές υποδομές όπως το ανοικτό θέατρο Συκεών Μάνος Κατράκης, το Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού Νεάπολης, το ανοικτό και το κλειστό δημοτικό θέατρο Νεάπολης αλλά και το Νέο Πολιτιστικό Κέντρο Μενεμένης, με Θέατρο και θερινό Κινηματογράφο, έργο των βραβευμένων αρχιτεκτόνων Πρόδρομου Νικηφορίδη και Bernard Cuomo (οδός Έλλης Αλεξίου)[164] κ.ά. Ο Βοτανικός Κήπος Σταυρούπολης επί της οδού Περικλέους περιλαμβάνει 1.000 είδη φυτών και αποτελεί μια όαση πρασίνου 5 στρεμμάτων. Το Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Κορδελιού σχεδιάστηκε το 1997 και αποτελεί ένα από τα λίγα δημόσια βιοκλιματικά κτίρια της Θεσσαλονίκης.[165]

Στα βορειοδυτικά της πόλης έχουν ανεγερθεί μνημεία προς τιμήν των αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης, καθώς σε αυτές της περιοχές παρουσίασαν τη σημαντικότερη δράση από όλη τη Θεσσαλονίκη: το μνημείο Εθνικής Αντίστασης Συκεών-Επταπυργίου, το μνημείο Αντιστασιακών Σταυρούπολης, το μνημείο Εθνικής Αντίστασης Επταλόφου, το Μνημείο οκτώ εκτελεσθέντων Αντιστασιακών νέων 11ης Μαΐου - Καΐστριο Πεδίο Αμπελοκήπων, το Άγαλμα αγωνιζόμενης Μάνας του Λαού στην πλατεία Επταλόφου. Στην Επτάλοφο άλλωστε, στις 15 Μαΐου 1941, ένα μήνα μετά την κατάληψη της χώρας από τους κατακτητές, ιδρύεται η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση στην Ελλάδα, η "Ελευθερία", με την ομώνυμη εφημερίδα της και το πρώτο παράνομο τυπογραφείο της πόλης της Θεσσαλονίκης, στην περιοχή της Επταλόφου.[123][166]

Σημαντικό μνημείο αποτελούν και τα Συμμαχικά Κοιμητήρια (Κοιμητήρια Ζέιτενλικ), στην οδό Λαγκαδά, όπου έχουν ενταφιαστεί 20.500 στρατιώτες από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η Πυλαία στην αρχαιότητα ονομαζόταν Στρέψα. Μετά την οθωμανική κατάκτηση ονομάστηκε Καπουτζήδα, από τους "Καπουτζήδες" (τούρκικα: kapıcı), τους εργαζόμενους δηλαδή των τειχών της πόλης. Με την επέκταση της πόλης ενώθηκε σταδιακά με το πολεοδομικό συγκρότημα.[167]

Οι συνοικίες Νέα Κρήνη και Αρετσού του Δήμου Καλαμαριάς αποτελούν το νοτιότερο παραθαλάσσιο τμήμα του Πολεοδομικού Συγκροτήματος. Στην άλλοτε υποβαθμισμένη και βαλτώδη περιοχή της Καλαμαριάς εγκαταστάθηκαν κατά κύματα προσφυγικοί πληθυσμοί, αρχικά μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή και μετέπειτα με την ανταλλαγή πληθυσμών. Σήμερα αποτελεί πλέον μια πυκνοδομημένη περιοχή όπου βρίσκεται και το πρώην στρατόπεδο Μακεδονομάχου Κόδρα. Στην Καλαμαριά βρισκόταν η ιστορική εβραϊκή συνοικία Κάμπελ, όπου έλαβε χώρα το Πογκρόμ του Κάμπελ, δηλαδή βιαιοπραγίες και εμπρησμός της συνοικίας από ακραία εθνικιστικά στοιχεία με αποκορύφωμα το βράδυ της 29ης Ιουνίου του 1931.[168][169][170] Σήμερα η Περιοχή Κάμπελ λέγεται Βότση.

Προάστια

Το ΠΣΘ και τα προάστια.

Προάστια θεωρούνται οι παρακάτω Δήμοι και περιοχές, συνολικού πληθυσμού 223.106 κατοίκων, κατά την Απογραφή του 2011:

Δήμος Έδρα Δημοτικές ενότητες Πληθυσμός
Δήμος Πυλαίας-Χορτιάτη* Πανόραμα Πανόραμα, Χορτιάτης 35.485*
Δήμος Δέλτα Σίνδος Αξιός, Εχέδωρος, Χαλάστρα 45.839
Δήμος Θερμαϊκού Περαία Επανομή, Θερμαϊκός, Νέα Μηχανιώνα 50.264
Δήμος Θέρμης Θέρμη Βασιλικά, Θέρμη, Μίκρα 53.201
Δήμος Ωραιοκάστρου Ωραιόκαστρο Καλλιθέα, Μυγδονία, Ωραιόκαστρο 38.317
  • Στο Δήμο Πυλαίας-Χορτιάτη ως προάστια θεωρούνται οι Δημοτικές Ενότητες Χορτιάτη και Πανοράματος, οι οποίες δεν περιελήφθησαν στον ανωτέρω Πίνακα πληθυσμών του Π.Σ.Θ.

Το 2004, η απογραφή της Eurostat για των "Ευρύτερων Αστικών Περιοχών" (αγγλικά: Larger Urban Zones - LUZ), σε μια προσπάθεια εναρμόνισης των ορισμών της αστικοποίησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και σε χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπολόγισε 995.766 κατοίκους για την Θεσσαλονίκη.

Μνημεία

Η Θεσσαλονίκη απαριθμεί μνημεία[171] από όλο το φάσμα του ιστορικού χρόνου, με πλειάδα αρχαίων, ελληνιστικών, ρωμαϊκών, πρωτοχριστιανικών και βυζαντινών. Ένα πολύ γνωστό μνημείο και σύμβολο της Θεσσαλονίκης είναι ο Λευκός Πύργος. Άλλα σημαντικά μνημεία είναι η ρωμαϊκή Αγορά (φόρουμ), η Αψίδα του Γαλερίου (Καμάρα) και το μαυσωλείο του (Ροτόντα-Άγιος Γεώργιος), η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου, τα τείχη της και πλήθος άλλων βυζαντινών εκκλησιών.

Αρχαιότητα

Μακεδονικοί Τάφοι

Στην περιοχή της Θεσσαλονίκης βρέθηκαν μακεδονικοί τάφοι που προβάλλουν τον πλούτο και την καλλιτεχνική αίσθηση των κατοίκων της πόλης στα ελληνιστικά χρόνια.

Ο Μακεδονικός Τάφος στο Δερβένι (αρχαία Λητή), είναι πλήρως αποκατεστημένος και επισκέψιμος.[172] Ένας αρχαίος δρόμος μήκους 15 μέτρων οδηγεί στον διθάλαμο μακεδονικό τάφο με την μνημειακή ιωνική πρόσοψη. Το ταφικό μνημείο της Θεσσαλονίκης (τέλος 4ου - αρχές 3ου αι. π.Χ.) ταυτισμένο με την αρχαία Λητή, μία από τις σπουδαιότερες πόλεις του μακεδονικού βασιλείου. Μετά τις εργασίες αποκατάστασης που διήρκεσαν τέσσερα χρόνια, είναι επισκέψιμο. Αρχαιολογικά ευρήματα αξίας ανασκάφηκαν στη συγκεκριμένη τοποθεσία της νεκρόπολης, συμπεριλαμβανομένων του παπύρου του Δερβενίου και του κρατήρα του Δερβενίου που φυλάσσονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της πόλης[173][174]. Ακόμη στην ίδια περιοχή ήλθαν στο φως έξι κιβωτιόσχημοι τάφοι, ένας λακκοειδής και ένας μονοθάλαμος μακεδονικού τύπου. Η αποκάλυψη των πλούσια κτερισμένων αυτών τάφων, άμεσα συσχετιζόμενων με την αρχαία μυγδονική πόλη της Λητής, αποτέλεσε σταθμό για την αρχαιολογική έρευνα της αρχαίας Μακεδονίας και εμπλούτισε τις γνώσεις για τα εργαστήρια τορευτικής στο μακεδονικό χώρο. Στην ίδια θέση, το 1997, ανασκάφηκε ένας διθάλαμος μακεδονικός τάφος (συμβατικά τάφος ΙΙΙ), κτισμένος σε όρυγμα, λαξευμένο στον φυσικό βράχο. Ο τάφος είναι επισκέψιμος. Μεταξύ των μακεδονικών τάφων Γ και ΙΙΙ τον Φεβρουάριο του 1986 αποκαλύφθηκε ένας λαξευτός μονοθάλαμος καμαροσκεπής τάφος.[172]

Ο Μακεδονικός Tάφος του Μαιευτηρίου (3ος μ.Χ.), στην οδό Παπαναστασίου και Επικούρου.

Επίσης ο μακεδονικός τάφος του Φοίνικα, δίπλα στο νοσοκομείο Αγιος Παύλος είναι επισκέψιμος και καλά διατηρημένος. Εξωτερικά επισκέψιμος είναι ο μακεδονικός Tάφος του Μαιευτηρίου (3ος μ.Χ.), στην οδό Παπαναστασίου και Επικούρου, ορατός σε διαμορφωμένη πλατεία.[175] Άλλοι τρεις μακεδονικοί διασώθηκαν σε υπόγεια πολυκατοικιών, στις περιοχές Νεάπολης, Χαριλάου, πλατεία Σιντριβανίου και οδού Μοναστηρίου.[176][177]

Ρωμαϊκή περίοδος

Ρωμαϊκή Αγορά

Μία από της Μαγεμένες.
Άποψη της ρωμαϊκής αγοράς.
Η κολυμβήθρα του Βαπτιστηρίου του Αγίου Ιωάννη (πρώτοι μ.Χ. αιώνες)
Μνημειακό Κρηναίο οικοδόμημα οδού Εγνατία (4ος μ. Χ. αιώνας)

Η ρωμαϊκή Αγορά (φόρουμ) είναι έργο του 2ου-3ου αιώνα μ.Χ., και η στοά της ήταν διπλή, με κίονες που είχαν ανάγλυφες παραστάσεις (σήμερα φυλάσσονται στο Λούβρο). Σήμερα διοργανώνονται εκθέσεις εντός της Κρυπτής Στοάς. Αξιόλογα είναι η πλατεία, τα λουτρά και το ωδείο, που χρησιμοποιείται ως θερινό θέατρο. Επίσης υπήρχε νομισματοκοπείο και βιβλιοθήκη. Στην αγορά υπήρχε μια συστοιχία κιόνων που αποτελούνταν από οκτώ ειδώλεια. Τα αγάλματα αυτά ήταν της Μαινάδας, του Διονύσου, της Αριάδνης, της Λήδας, του Γανυμήδη, του Διόσκουρου, της Αύρας και της Νίκης και ήταν γνωστά στους Θεσσαλονικείς ως οι "Μαγεμένες" (las incantadas στα ισπανοεβραϊκά) οι οποίες μεταφέρθηκαν στο μουσείο του Λούβρου το 1864 από τον Γάλλο παλαιογράφο Εμμανουέλ Μιλέρ, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα.

Γαλεριανό συγκρότημα

Το Γαλεριανό συγκρότημα συναποτελείται από τέσσερα μνημεία.

  • Η Ροτόντα, το Πάνθεον της Θεσσαλονίκης είναι κυκλικό κτήριο, με διάμετρο γύρω στα 24μ. Καλύπτεται από ημισφαιρικό τρούλο και κτίστηκε στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. για να χρησιμοποιηθεί ως ναός ή μαυσωλείο του Γαλέριου. Επί Αυτοκράτορα Θεοδόσιου μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία. Σήμερα χρησιμοποιείται ως μουσειακός χώρος. Τελευταία οι έρευνες που έχουν γίνει έχουν αποδείξει ότι η Ροτόντα κτίστηκε από τον Μέγαλο Κωνσταντίνο.
  • Η Αψίδα του Γαλερίου χτίστηκε λίγο πριν από το 305 μ.Χ. και λέγεται επίσης Καμάρα. Δίπλα στο σωζόμενο τόξο υπήρχε ένα ακόμα ίδιο, στο σημείο όπου η θριαμβευτική πομπή από τα ανάκτορα συναντούσε τον πλέον πολυσύχναστο δρόμο στη Θεσσαλονίκη. Στα ανάγλυφα απεικονίζεται η νίκη των Ρωμαίων επί των Περσών.
  • Τα Ανάκτορα του Γαλέριου κτίστηκαν επίσης στις αρχές του 4ου αιώνα στο κέντρο της ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης. Σήμερα σώζεται κτηριακό συγκρότημα με δύο ορόφους και με τετράγωνη ανοικτή αυλή. Το Οκτάγωνο βρίσκεται κοντά στη νοτιοδυτική άκρη των ανακτόρων του Γαλέριου. Το μεγάλο κτήριο κοσμείται από ορθομαρμαρώσεις και ψηφιδωτά δάπεδα, όπου ίσως βρισκόταν η αίθουσα του θρόνου. Επίσης από το συγκρότημα των Ρωμαϊκών Ανακτόρων σώζονται κι η Αψιδωτή Αίθουσα που είχε τη χρήση διεξαγωγής συμποσίων, αλλά κι η μισή Βασιλική που ήταν η επίσημη αίθουσα ακροάσεων του αυτοκράτορα.
  • Ο Ιππόδρομος βρισκόταν δίπλα στα ανατολικά τείχη της πόλης (σημερινή Πλατεία Ιπποδρoμίου). Είχε μήκος 500 μέτρα και πλάτος 125. Λειτουργούσε μέχρι και τον 7ο αιώνα μ.Χ. Σ’ αυτόν έγινε η σφαγή 7.000 Θεσσαλονικέων το 390 μ.Χ. μετά από εντολή του αυτοκράτορα Θεοδόσιου. Σήμερα, η Πλατεία Ιπποδρομίου διασώζει το όνομα αλλά παραπέμπει και με το μακρόστενο σχήμα της στον Ιππόδρομο της Θεσσαλονίκης του οποίου σώζονται ελάχιστα τμήματα, διατηρημένα στα υπόγεια των παρακείμενων πολυκατοικιών.

Ναός Αφροδίτης

Ο υστεροαρχαϊκός ναός της Αφροδίτης είχε αρχικά κτισθεί στην περιοχή της σημερινής Νέας Μηχανιώνας αλλά στους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονικη και συγκεκριμένα στην περιοχή των ιερών (σημερα περιοχή Διοικητηρίου). Για τον λόγο αυτό οι αρχαιολόγοι τον κατέταξαν στην κατηγορία των περιπλανώμενων ναών ενώ εξάγεται το συμπέρασμα ότι ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως ναός αυτοκρατορικής λατρείας. Αρχιτεκτονικά κατάλοιπα του ναού είναι ορατά στην Πλατεία Αντιγονιδών (στη διασταύρωση των οδών Κρυστάλλη και Διοικητηρίου) ενώ πολλά ιωνικά αρχιτεκτονικά μέλη του εκτείθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.[178]

Άλλα μνημεία

Βυζαντινή Θεσσαλονίκη

Οχυρωματικά έργα

Τα οχυρωματικά τείχη κατασκευάστηκαν από το Θεοδόσιο τον Μεγάλο, τον 4ο αιώνα. Επισκευάστηκαν πολλές φορές για να αντέξουν στις βαρβαρικές επιδρομές. Σήμερα από τα Βυζαντινά τείχη της Θεσσαλονίκης σώζεται όλο το μήκος των δυτικών τειχών και της Άνω Πόλης καθώς και κατάλοιπα των ανατολικών τειχών. Εφαπτόμενος των τειχών είναι ο Πύργος της Αλύσεως ή Πύργος του Τριγωνίου, κυκλικός πύργος του 15ου αι., στην σημερινή οδό Επταπυργίου. Επίσης, κατά μήκος των τειχών συναντώνται και άλλοι πύργοι όπως ο Πύργος του Κλαυδιανού στα δυτικά, ο Πύργος του Αναγλύφου στα νότια, ο Πύργος του Ανδρόνικου Λαπαρδά στα βόρεια και ο Πύργος του Ορμίσδα στα ανατολικά τείχη. Το παραλιακό τμήμα των τειχών κατεδαφίστηκε την περίοδο 1869-73 σε μια προσπάθεια οικονομικής, εμπορικής και ρυμοτομικής ανάπτυξης της πόλης.[180] Το Επταπύργιο (ή Γεντί Κουλέ), αποτελεί την βυζαντινή οχυρωμένη ακρόπολη της Θεσσαλονίκης και είναι ένα συγκρότημα από επτά πύργους που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα. Στο κτιριακό συγκρότημα περιλαμβάνεται το βυζαντινό φρούριο και οι νεότερες προσθήκες των φυλακών, που καταργήθηκαν το 1984 και μεταφέρθηκαν το 1989.

Βυζαντινοί ναοί και μοναστήρια

Χάρτης με τα μνημεία του ιστορικού κέντρου.
Μνημείο Παγκόσμιας
Κληρονομιάς της UNESCO
Παλαιοχριστιανικά και Βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης
Επίσημο όνομα στον κατάλογο μνημείων Π.Κ.
Χάρτης
Χώρα μέλοςΕλλάδα Ελλάδα
ΤύποςΠολιτισμικό
Κριτήριαi, ii, iv
Ταυτότητα456
ΠεριοχήΕυρώπη και Βόρειος Αμερική
Ιστορικό εγγραφής
Εγγραφή1988 (12η συνεδρίαση)


Οι βυζαντινοί ναοί της Θεσσαλονίκης αποτελούν σημαντικό δείγμα της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής και τέχνης των πρώιμων χριστιανικών χρόνων και της Βυζαντινής Περιόδου. Ο πιο αντιπροσωπευτικός είναι ο Ναός του Αγίου Δημητρίου, που κτίστηκε τον 7ο αιώνα στα ερείπια παλαιότερου ναού. Καταστράφηκε από πυρκαγιά, αναστηλώθηκε και επαναλειτούργησε μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Άλλοι παλαιοχριστιανικοί και βυζαντινοί ναοί της πόλης είναι:

  • Η Παναγία Αχειροποίητος είναι τρίκλιτη βασιλική που χτίστηκε στα μέσα του 5ου αιώνα. Διαθέτει τοιχογραφίες του 13ου αιώνα.
  • Ο Όσιος Δαβίδ, που βρίσκεται στην Άνω Πόλη και χρονολογείται από τον 5ο αιώνα. Παλιά ήταν καθολικό της Μονής Λατόμου. Διαθέτει τοιχογραφίες και ένα σημαντικό ψηφιδωτό που παριστάνει το όραμα του Ιεζεκιήλ.
  • Η Αγία Σοφία που οικοδομήθηκε τον 7ο αιώνα στη θέση παλαιότερης πεντάκλιτης βασιλικής. Ο τρούλος της διαθέτει ψηφιδωτό διάκοσμο, όπου απεικονίζεται η Θεία Ανάληψη.
  • Η Παναγία των Χαλκέων οικοδομήθηκε το 1028 και που είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος ναός με τρούλο. Οφείλει την ονομασία της επειδή επί Τουρκοκρατίας λειτουργούσαν εκεί πολλά χαλκωματάδικα. Σώζονται τοιχογραφίες, κυρίως στη δυτική πλευρά του.
  • Ο Ναός του Σωτήρος οικοδομήθηκε γύρω στα 1340 ως ταφικό παρεκκλήσιο. Είναι τετράγωνος ναός με τρούλο. Διασώζονται τοιχογραφίες.
  • Η Αγία Αικατερίνη που χτίστηκε τον 14ου αιώνα σε ρυθμό σταυροειδούς τετρακίονου με τρούλο. Σώζονται στο εσωτερικό του ναού ίχνη τοιχογραφιών.
  • Οι Άγιοι Απόστολοι χρονολογείται από τις αρχές του 14ου αιώνα και αποτελούσε καθολικό μονής που ίδρυσε ο πατριάρχης Νήφων Α΄. Πρόκειται για πεντάτρουλο ναό με νάρθηκα. Στο εσωτερικό του ναού σώζονται σημαντικά ψηφιδωτά και τοιχογραφίες.
  • Ο Άγιος Νικόλαος Ορφανός κτίστηκε το 14ο αιώνα ως καθολικό μονής και σώζονται τοιχογραφίες σε καλή κατάσταση.
  • Ο Άγιος Παντελεήμων του 14ου αιώνα, που αποτελούσε παλιότερα καθολικό μονής. Κτήτοράς του ήταν ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ισαάκ. Είναι σταυροειδής εγγεγραμμένος τετρακίονος με τρούλο. Διασώζονται λίγες τοιχογραφίες.
  • Η Μονή Βλατάδων είναι καθολικό μονής και κτίστηκε το 14ο αιώνα από το Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Δωρόθεο Βλάτη. Από τον αρχικό ναό σώζεται μόνο το ιερό και ο κυρίως ναός.
  • Ο ναός του Προφήτη Ηλία κτίστηκε το 14ο αιώνα και ήταν καθολικό μονής. Διαθέτει τοιχογραφίες που δεν είναι σε καλή κατάσταση.
  • Ο ναός των Παμμεγίστων Ταξιαρχών, που βρίσκεται στην Άνω Πόλη οικοδομήθηκε στο δεύτερο μισό του 14ου αιώνα και ήταν καθολικό μονής. Από τον αρχικό ναό σώζεται μόνο το ανατολικό τμήμα του αρχικού κτηρίου, με την αψίδα του ιερού[181].

Εκτός των παραπάνω ναών που βρίσκονται σε χρήση στη Θεσσαλονίκη έχουν βρεθεί μετά από ανασκαφές αρχιτεκτονικά κατάλοιπα και άλλων ναών όπως[182]:

  • Χριστιανικός ναός του πρώτου μισού του 5ου αιώνα μ.Χ. στη συμβολή των οδών Λαγκαδά και Αγίου Δημητρίου, πιθανώς κοιμητηριακού χαρακτήρα.
  • Παλαιοχριστιανική βασιλική του 6ου αιώνα μ.Χ. στην Ξηροκρήνη (εντοπίστηκε στην οδό Μαργαροπούλου 20 – πίσω από τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό). Οι δύο αυτοί ναοί πιθανον συνδέονται με τη μνήμη του αγίου Νέστορα ή των τριών αδελφών μαρτύρων Αγάπης, Ειρήνης και Χιονίας καθώς το μαρτύριο των τεσσάρων αγίων συνδέεται με την περιοχή.
  • Παλαιοχριστιανικός ναός στην Πλατεία Δημοκρατίας, ο οποίος ανακαλύφθηκε στις ανασκαφές του Μετρό και βρίσκεται παρυφές του δυτικού αρχαίου νεκροταφείου.
  • Το μνημειώδες παλαιοχριστιανικό Οκτάγωνο του Βαρδαρίου, ο μεγάλος ναός οκταγωνικής κάτοψης που σήμερα είναι ορατά κατάλοιπά του.[183]
  • Ναός στην Πλατεία Συντριβανίου, ο οποίος ανακαλύφθηκε στις ανασκαφές του Μετρό και βρίσκεται παρυφές του ανατολικού νεκροταφείου.
  • Ναός του Αγίου Μερκουρίου ή του Αγίου Θεοδώρου, κατάλοιπα του οποίου διασώζονται στο υπόγειο του σύγχρονου ναού Αγίων Θεοδώρων και Αγίας Αναστασίας Συκεών.
  • Βασιλική που βρέθηκε κατά την κατασκευή της σημερινής οδού Γ' Σεπτεμβρίου.
  • Βυζαντινός ναός Αγίας Κυριακής επί της οδού Εγνατία στη σημερινή Πλατεία Δημοκρατίας, ο οποίος μετατράπηκε σε τζαμί, μετά την απελευθέρωση αποδόθηκε εκ νέου στη χριστιανική λατρεία και τελικώς κάηκε στην πυρκαγιά του 1917. Στο σημείο κτίσθηκε το ξενοδοχείο Βιέννη.[184]
  • Πρωτοχριστιανικό βαπτιστήρι που αποτελείται από ένα εξάγωνο κτίριο με την κολυμβήθρα στο μέσον. Βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Μακένζυ Κινγκ, Ικτίνου και Παύλου Μελά[185].

Βυζαντινά λουτρά

Το μοναδικό σωζόμενο βυζαντινό λουτρό βρίσκεται στην πλατεία Κουλέ Καφέ, στην Άνω Πόλη. Χρονολογείται από το 13ο αιώνα και είναι στεγασμένο με τρούλο και καμάρες.

Βυζαντινά Συστήματα Ύδρευσης

Για την ύδρευση της πόλης χρησιμοποιούνταν κινστέρνες (κτιστές δεξαμενές) για τη συλλογή του πόσιμου ύδατος, οι οποίες διασώζονται σε διάφορα σημεία. Η κινστέρνα του βυζαντινού μοναστηριού των Βλατάδων αλλά και η κινστέρνα δίπλα στον Ναό των Αγίων Αποστόλων (που αποτελούσε μονή επί Βυζαντίου), διατηρούνται έως σήμερα. Επίσης κινστέρνες βρίσκονται στη συμβολή των οδών Ολυμπιάδος και Αγίας Σοφίας αλλά και στο υπόγειο σύγχρονου κτίσματος στην οδό Τσιμισκή 48, εκεί που στα βυζαντινά χρόνια υπήρχε η μονή της Παναγίας Ελεούσας[186]. Στην σημερινή περιοχή της Πολίχνης διατηρούνται πέντε βυζαντινοί νερόμυλοι, που αποτελούσαν την πιο κοινή μηχανή του Βυζαντίου και η οικονομική τους σημασία ήταν μεγάλη. Το υδρομυλικό σύστημα αναπτύχθηκε κατά μήκος του ρέματος, το οποίο πήγαζε από το όρος Χορτιάτης και κατέληγε στον Θερμαϊκό Κόλπο[187]. Η Βυζαντινή κρήνη της Ξηροκρήνης διασώζεται έως σήμερα επί της οδού Διδασκαλίσσης Βασιλικής Παπαθανασίου 42 και είναι ιστορικό διατηρητεό μνημείο προστατευόμενο από το Υπουργείο Πολιτισμού.[188][189]

Οθωμανική περίοδος

Οχυρωματικά έργα

Στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης δεσπόζει ο Λευκός Πύργος, που χτίστηκε μετά την άλωση της πόλης από τους Οθωμανούς[190] (1430) και αποτελούσε μέρος της οχύρωσης της πόλης. Ο πύργος είναι κυκλικός, ύψους 37 μέτρων και έλαβε το προσωνύμιο "Πύργος του Αίματος" επειδή χρησιμοποιούνταν ως φυλάκιο για τη φρουρά και φυλακή (λειτουργούσε ως φυλακή για τους Γενίτσαρους). Σήμερα λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος και στεγάζει τη μόνιμη έκθεση που αφορά τη Θεσσαλονίκη από την εποχή της ίδρυσής της το 316/15 π.Χ. μέχρι τις μέρες μας. Άλλο οχυρωματικό έργο είναι το Φρούριο Βαρδαρίου που περιλαμβάνει εξάπλευρο πύργο οκτώ μέτρων, γνωστό ως Τοπ Χανέ, οικοδομημένο το 1546. Βρίσκεται στην περιοχή Βαρδαρίου εκεί όπου υπήρχε επί ρωμαϊκής και βυζαντινής εποχής η Πύλη Αξιού.

Οθωμανικά Τεμένη

Δύο από τα σωζόμενα μουσουλμανικά τεμένη της περιόδου της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είναι το Αλατζά Ιμαρέτ και το Αλκαζάρ, που οικοδομήθηκε το 1467 και ανοικοδομήθηκε το 1620. Το πρώτο μιμείται τη βυζαντινή αρχιτεκτονική ως προς την τοιχοδομία και έλαβε το όνομά του επειδή κοντά στο τζαμί λειτουργούσε πτωχοκομείο (ιμαρέτ). Το δεύτερο έως και τις αρχές του 21ου αι. στέγαζε διάφορα καταστήματα και κινηματογράφο και σήμερα βρίσκεται υπό εργασίες στήριξης και αποκατάστασης.

Ένα ακόμα σημαντικό μνημείο αυτής της περιόδου είναι το Γενί Τζαμί, που κτίστηκε το 1902 από τον Ιταλό αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι και χρησίμευε ως τόπος λατρείας για τους Εβραίους που είχαν εξισλαμιστεί, τους επονομαζόμενους ντονμέδες (Donmeh). Έχει δύο ορόφους και συμβαδίζει με την εκλεκτικιστική αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα. Μετά την απέλαση των Ντονμέδων (1924) στο κτήριο στεγάστηκε το νεοσύστατο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, έως ότου μεταφερθεί στο νέο του κτήριο στη Λεωφόρο Στρατού. Σήμερα χρησιμοποιείται ως εκθεσιακός χώρος.

Τέλος, στο στρατόπεδο του Παύλου Μελά σώζεται και το τζαμί του Λεμπέτ, το οποίο χτίστηκε για τους εγκλείστους μουσουλμάνους στο στρατόπεδο. Το κτίριο τη δεκαετία του 1990 στα πλαίσια της διάνοιξης της οδού Λαγκαδά, μεταφέρθηκε βορειότερα κατά 12 με 15 μέτρα.

Μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 1917 κατεδαφίστηκαν όλα τα μουσουλμανικά τεμένη της Θεσσαλονίκης εκτός από τα τέσσερα προαναφερθέντα (Αλκαζάρ, Γενί Τζαμί, Αλατζά Ιμαρέτ, Τζαμί του Λεμπέτ), ενώ καθαιρέθηκαν το 1925 όλοι οι μιναρέδες εκτός αυτού της Ροτόντας, ώστε να αποκατασταθεί η βυζαντινή αρχιτεκτονική των ναών.

Λουτρά

Το 1444 κτίστηκε το πρώτο οθωμανικό λουτρό στη Θεσσαλονίκη, το Μπέη Χαμάμ (Λουτρά Παράδεισος) το οποίο είναι και το μεγαλύτερο στην Ελλάδα.[191] Το κτήριο αποκαταστάθηκε από την Αρχαιολογική Υπηρεσία και είναι επισκέψιμο. Άλλα σωζόμενα λουτρά της εποχής της Τουρκοκρατίας είναι τα Λουτρά Φοίνιξ στην περιοχή των Δώδεκα Αποστόλων, το Γιαχουντί Χαμάμ (Λουτρό των Εβραίων) στην περιοχή Λουλουδάδικα, αμφότερα του 16ου αιώνα, και το Γενί Χαμάμ (γνωστό και ως Αίγλη).

Μεταβυζαντινοί ναοί

Ο μεταβυζαντινός ναός της Νέας Παναγίας που κτίσθηκε το 1727.
Ο Μητροπολιτικός Ναός Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά στη Θεσσαλονίκη.

Κατά τον 18ο και 19ο αιώνα (και πριν την Απελευθέρωση του 1912) κτίσθηκαν στην πόλη της Θεσσαλονίκης ναοί (λεγόμενοι μεταβυζαντινοί) όπως ο Άγιος Μηνάς, η Νέα Παναγία, ο Άγιος Αντώνιος, η Υπαπαντή, η Παναγούδα (Παναγία Γοργοεπήκοος), ο Άγιος Χαράλαμπος, η Αγία Παρασκευή Ξηροκρήνης, ο Άγιος Αθανάσιος, η Παναγία Λαοδηγήτρια, ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς (Άγιος Δημήτριος τότε) και ο μεταβυζαντινός ναός του Αγίου Αθανασίου, ο οποίος κτίσθηκε το 1818 στον Εύοσμο. Ακόμη την ίδια περίοδο κτίσθηκαν ναοί, που όμως δεν υφίστανται σήμερα, καθώς στη θέση τους βρίσκονται νέοι ναοί που ξανακτίστηκαν στις ίδιες θέσεις αργότερα, όπως ο Άγιος Νικόλαος της Αρχαίας Αγοράς την περίοδο 1928-1935 στην πλατεία της Αρχαίας Αγοράς (στη θέση του Αγίου Νικολάου του Τρανού που κάηκε κατά την πυρκαγιά του 1917). Σε θέσεις προϋπάρχοντων ναών κτίσθηκαν μετά το 1950: ο Άγιος Κωνσταντίνος Ιπποδρομίου, ο Άγιος Υπάτιος (στη θέση του οποίου κτίσθηκε η Παναγία Δέξια) και η Αγία Θεοδώρα.[179][192][193][194]

Άλλα μνημεία της Οθωμανικής περιόδου

Το μπεζεστένι Θεσσαλονίκης.
Η Μονή Λαζαριστών στη Σταυρούπολη.
Κύριο λήμμα: Μονή Λαζαριστών

Αξίζει να αναφερθεί στα μνημεία της περιόδου και η σκεπαστή αγορά υφασμάτων (Μπεζεστένι), (τουρκ.: bezesten), που χρονολογείται από τα τέλη του 15ου αιώνα. Είναι ένα από τα δύο σωζόμενα σήμερα μπεζεστένια στην Ελλάδα (το άλλο μπεζεστένι βρίσκεται στις Σέρρες). Το μπεζεστένι και σήμερα στεγάζει μικρά καταστήματα με υφάσματα.

Στην Άνω Πόλη (πλατεία Τερψιθέας) βρίσκεται ο Τουρμπές Μουσά Μπαμπά, ο οποίος είναι ένα οθωμανικό ταφικό μνημείο / μαυσωλείο (δηλαδή τουρμπές) και χρονολογείται από το 16ο αιώνα. Το σχήμα του είναι οκταγωνικό και εκεί βρίσκεται θαμμένος ο Μουσά Μπαμπά, ένας άγιος μουσουλμάνος μπαμπά του τάγματος των Μπεκτασήδων δερβίσηδων. Η σημερινή αυλή της Τερψιθέας στο παρελθόν αποτελούσε την αυλή ενός τεκέ (μοναστηριού Μπεκτασήδων Δερβίσηδων).[195][196]

Το Νοσοκομείο "Άγιος Δημήτριος" χτίστηκε περί το 1900, πιθανώς σε σχέδια του Βιταλιάνο Ποζέλι που διέπονται από απόλυτη συμμετρία. Οι αυθεντικές αρχές είναι κλασικιστικές, ενώ χρησιμοποιούνται και αναγεννησιακά στοιχεία. Το ιστορικό κτίριο του Νοσοκομείου μαζί με τον περιβάλλοντα χώρο χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού διατηρητέο έργο τέχνης.[197]

Το Κτήριο εργαστηρίων της Σχολής Τεχνών & Επαγγελμάτων «Χαμιδιέ», κατασκευάστηκε το 1903 και αποτελούσε τμήμα του οθωμανικού ορφανοτροφείου «Ισλαχανέ», το οποίο ιδρύθηκε το 1874 από τη μουσουλμανική κοινότητα της Θεσσαλονίκης, για ορφανά αγόρια κάθε θρησκείας. Στη Σχολή λειτουργούσε ξυλουργείο, μηχανουργείο, χυτήριο και σιδηρουργείο όπου φοιτούσαν ορφανά παιδιά. Με την απελευθέρωση της πόλης το κτήριο περιήλθε στο Δημόσιο, το οποίο από το 1920 και μετά το εκμίσθωνε σε ιδιώτες προκειμένου να στεγαστούν βιοτεχνικές χρήσεις, ανάλογες με τα αρχικά εργαστήρια που υπήρχαν στη Σχολή. Το 1992 το κτήριο χαρακτηρίστηκε από το ΥΠ.ΠΟ. ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο συμπεριλαμβανομένου του εξοπλισμού του.[198][199]

Στο νοτιανατολικό τμήμα της παλιάς πόλης, νότια της οδού Τσιμισκή και σε μικρή απόσταση από την θάλασσα και τον Λευκό Πύργο βρίσκεται ο ναός της Νέας Παναγίας ένα κεραμοσκεπές κτίσμα που κτίσθηκε μετά το 1727.

Στη Σταυρούπολη κτίσθηκε το 1886 η Μονή Λαζαριστών, από μοναχούς του τάγματος του Αγίου Βικεντίου του Παύλου, ευρέως γνωστοί ως Λαζαριστές. Η Μονή Λαζαριστών κρίθηκε ετοιμόρροπη το 1978, λόγω των καταστροφών που προκάλεσαν οι σεισμοί και εγκαταλείφθηκε. Το 1980 το κτίριο κηρύχθηκε διατηρητέο λόγω της ιστορικής αλλά και αρχιτεκτονικής του σημασίας. Το 1983 αγοράστηκε από το Ελληνικό Δημόσιο για τον εορτασμό των 2300 χρόνων της Θεσσαλονίκης και χαρακτηρίστηκε Πολιτιστικό Κέντρο της Δυτικής Θεσσαλονίκης. Εντάχθηκε στο πρόγραμμα των μεγάλων έργων που πραγματοποιήθηκαν από τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης "Θεσσαλονίκη 1997" και το 1996 ξεκίνησαν οι εργασίες αναστήλωσης και προσθήκης στο αρχικό κτίσμα. Το συγκρότημα της Μονής Λαζαριστών αποπερατώθηκε το 1997 και άρχισε σταδιακά να διατίθεται στο κοινό με την πραγματοποίηση θεατρικών παραστάσεων, συναυλιών, εκθέσεων και άλλων εκδηλώσεων.[200] Σήμερα το κτιριακό συγκρότημα στεγάζει δυο θεατρικές σκηνές του Κρατικού Θεάτρου της Βορείου Ελλάδος καθώς και το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης.

Άλλες πολυτελείς επαύλεις, που κτίσθηκαν πριν την Απελευθέρωση της πόλης στις αρχές του 20ού αιώνα, είναι η Βίλα Πετρίδη, η Κάζα Μπιάνκα και η Βίλα Μορντώχ που αποκαταστάθηκαν και σήμερα στεγάζουν εκθέσεις και πολιτιστικές δράσεις του Δήμου Θεσσαλονίκης.[201][202][203][204][205]

Ιστορικά Ξενοδοχεία

Ξενοδοχείο Βιέννη (Γεώργιος Καμπανέλλος 1929-1931), Εγνατία 2-4, Πλατεία Δημοκρατίας.
Ξενοδοχείο Ηλέκτρα Παλάς (Φ. Βώκος, 1962), Πλατεία Αριστοτέλους.
  • Ξενοδοχείο Σπλέντιτ, Κατασκευάστηκε το 1910 και καταστράφηκε από την πυρκαγιά του 1917. Στη θέση του, το 1922-26 κατασκευάστηκε το Ξενοδοχείο Μεντιτερανέ σε σχέδια του Μαρίνου Δελλαδέτσιμα, το οποίο έπαθε ζημιές στο σεισμό του 1978 και κατεδαφίστηκε[206].
  • Ξενοδοχείο Βιέννη, 1929-1931, Αρχιτέκτων: Γεώργιος Καμπανέλλος, Εγνατία 2-4.
  • Ξενοδοχείο "Kinissi Palace" (πρώην “Μοντέρν”): Αρχιτέκτων: Μ. Βασιλείου 1920 & Κ. Κοκορόπουλος-Ι. Ζαχαριάδης 1924, Εγνατία & Συγγρού.[207]
  • Ξενοδοχείο "Κολόμβου”: Αρχιτέκτων: Λ. Πάϊκος 1922, Λέοντος Σοφού & Βαλαωρίτου.[207]
  • Ξενοδοχείο "Νέα Μητρόπολις", Έτος κατασκευής: 1924, Αρχιτέκτων: Ι. Δημητριάδης, Συγγρού & Πτολεμαίων.[207]
  • Ξενοδοχείο Andromeda (πρώην Κοντινεντάλ), Έτος κατασκευής: 1929, Αρχιτέκτων Ζακ Μωσσέ, Κομνηνών 5 & Καλαποθάκη.
  • Ξενοδοχείο "Ηλέκτρα Παλάς", Έτος κατασκευής: 1962, Αρχιτέκτων: Φ. Βώκος, Πλατεία Αριστοτέλους.

Ιστορικοί Κινηματογράφοι

  • Κινηματογράφος "Διονύσια", Έτος κατασκευής 1925, Αρχιτέκτων: Λεονάρντο Τζενάρι, Ο κινηματογράφος με πρόσοψη αρχαίου αιγυπτιακού ναού, έκλεισε στις αρχές του 1970 και κατεδαφίσθηκε το 1973[208][209][210]
  • Κινηματογράφος "Μακεδονικόν", Έτος κατασκευής 1930, Αρχιτέκτων: Γεώργιος Μανούσος, Δημ. Μαργαρίτη 5 και Φιλ. Εταιρείας 24
  • Κινηματογράφος "Ηλύσια", Έτος κατασκευής 1930, Αρχιτέκτων Λέανδρος Ζωίδης, Πλατεία Φαναριωτών
  • Σινέ "Απόλλων", Βασ. Γεωργίου 42, Αρχιτέκτων Πιέτρο Αρριγκόνι Θεσσαλονίκη (έχει κατεδαφιστεί).

Ιστορικά Εστιατόρια

Εστιατόριο «Όλυμπος-Νάουσα», Έτος κατασκευής 1926, Αρχιτέκτων Ζακ Μωσσέ, Λεωφ. Νίκης 5, Το ιστορικό εστιατόριο «Όλυμπος Νάουσα» της Θεσσαλονίκης, λειτούργησε από το 1927 έως και το 1994 Το κτήριο αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα εκλεκτικισμού, με αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στοιχεία που παραπέμπουν στην μπελ επόκ και το νεοκλασικισμό. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό στη διακόσμηση της πρόσοψης, αποτελούν τα διακοσμητικά μενταγιόν με κεφαλή γυναίκας και άνδρα.[208][211]

Ιστορικά Καφενεία-Ζαχαροπλαστεία

Καφεζαχαροπλαστείο "Ντορέ", Ξεκίνησε αρχικά το 1908, από τον Θεσσαλονικιό Αλφρέδο Μορατόρι, στην οδό Εθνικής Αμύνης και έκλεισε με την πυρκαγιά του 1917 και ξανανοίγει λίγο αργότερα στο ίδιο σημείο σε σχέδια του Ιταλού αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι. Το 1933 το “Ντορέ” στεγάστηκε στην περιοχή Λευκού Πύργου και από το 1995 λειτουργεί στην οδό Τσιρογιάννη ως ζυθεστιατόριο με το όνομα “Ντορέ Ζύθος”.[212][213]

Σύγχρονα μνημεία

Η πρώτη μεγάλη νεότερη μνημειακή αστική παρέμβαση στην πόλη έγινε μετά την πυρκαγιά του 1917. Στο πλαίσιο της αστικής ανάπλασης δημιουργήθηκε η Πλατεία Αριστοτέλους, σχεδιασμένη από τον Γάλλο αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Ερνέστ Εμπράρ με τον κύριο άξονά της κάθετο προς τη θάλασσα και στοές με νεοβυζαντινά χαρακτηριστικά.

Το πλέον αναγνωρίσιμο από τα σύγχρονα μνημεία της πόλης είναι ο Πύργος του ΟΤΕ, έργο του αρχιτέκτονα Αθανασιάδη, στην είσοδο της ΔΕΘ. Κτίστηκε το 1969 για να στεγάσει το περίπτερο του ΟΤΕ. Η ΔΕΘ/Helexpo αποτελεί συγκρότημα εκθεσιακών περιπτέρων και τα κτήρια ακολουθούν τις σύγχρονες τάσεις της αρχιτεκτονικής.

Στη Νέα Παραλία βρίσκεται σε περίοπτη θέση ο ανδριάντας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ο οποίος ανεγέρθηκε το 1970, στην Πλατεία Αγίας Σοφίας ο ανδριάντας του Μητροπολίτη Χρυσοστόμου Σμύρνης, έργο του Απάρτη, στην Πλατεία Ελευθερίας το μνημείο του Ολοκαυτώματος των Εβραίων της Θεσσαλονίκης και στη Λεωφόρο Μεγάλου Αλεξάνδρου το Μνημείο Θρακών Ηρώων 1821, αφιερωμένο στους Αντώνη και Δόμνα Βισβίζη.[214] Στο νοτιοανατολικό άκρο της Νέας Παραλίας κτίσθηκε το πρώτο κτήριο Μ1 του Μεγάρου Μουσικής με βυζαντινές αρχιτεκτονικές αναφορές ενώ το κτήριο Μ2 είναι σχεδιασμένο από τον Ιάπωνα αρχιτέκτονα Αράτα Ισοζάκι και αποτελεί δείγμα του μοντέρνου αρχιτεκτονικού ρεύματος.

Η «Λουόμενη» (Νικόλας Παυλόπουλος, 1969), Πάρκο Βασιλικού Θεάτρου

Τα χαρακτηριστικότερα γλυπτά της πόλης αποτελούν το Γλυπτό ΔΕΘ στην Πλατεία Συντριβανίου και οι Ομπρέλες (1997) στη Νέα Παραλία, αμφότερα έργα του Γιώργου Ζογγολόπουλου. Επίσης, η Λουόμενη στο σιντριβάνι στην Πλατεία Βασιλικού Θεάτρου και το Αγόρι που σφυρίζει στην Πλατεία Ναυαρίνου, έργα του Νικόλαου Παυλόπουλου.[215][216]

Σημαντικά σύγχρονα αρχιτεκτονικά μνημεία χαρακτηρίζονται τα κτήρια του Α.Π.Θ. που ανήκουν στο μοντέρνο κίνημα της αρχιτεκτονικής (Πολυτεχνική Σχολή, Αίθουσα Τελετών Πολυτεχνείου, Θεολογική Σχολή, Σχολή Νομικών, Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών, Κεντρική Βιβλιοθήκη, κτίριο Διοίκησης και Αίθουσα Τελετών Α.Π.Θ). Κηρυγμένα επισήμως ως διατηρητέα μνημεία νεότερης κληρονομιάς είναι τα κτήρια του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (1962 - του αρχιτέκτονα Πάτροκλου Καραντινού) και του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού (1994 - του αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου).

Πολιτισμός

Μουσεία

Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Στεγάζει μία από τις μεγαλύτερες συλλογές αρχαιοτήτων της Μακεδονίας, από την προϊστορική περίοδο έως τη ρωμαϊκή εποχή.
Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης
Έχει τιμηθεί με το Βραβείο Μουσείου το 2005 από το Συμβούλιο της Ευρώπης και φιλοξενεί μια πλούσια συλλογή έργων και κειμηλίων βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης.
Μουσείο Λευκού Πύργου
Αποτελεί το μουσείο της πόλεως της Θεσσαλονίκης.
Μουσείο Ρωμαϊκής Αγοράς
Υπόσκαφο Μουσείο στην Αρχαία Αγορά το οποίο στεγάζει ευρήματα του χώρου.
Μουσείο Μακεδονικού Αγώνα Θεσσαλονίκης
Αποτελεί σημείο αναφοράς για τον Μακεδονικό Αγώνα και στεγάζεται στο ιστορικό κτίριο του τότε Ελληνικού Προξενείου.
Λαογραφικό και Εθνολογικό Μουσείο Μακεδονίας-Θράκης
Το λαογραφικό μουσείο της πόλης, με εκθέματα του παραδοσιακού λαϊκού πολιτισμού της Βορείου Ελλάδος.
Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης
Στεγάζει μια από της σημαντικότερες συλλογές σύγχρονης τέχνης με σημαίνουσα την συλλογή Γεώργιου Κωστάκη με έργα τέχνης της ρωσικής Αβάν-γκαρντ της δεκαετίας του '20 και αποκτήθηκε το 1997.
Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
Το πρώτο μουσείο σύγχρονης τέχνης που ιδρύθηκε στην Ελλάδα. Καλύπτει όλους τους τομείς της σύγχρονης τέχνης, ενώ στεγάζει 2000 έργα και μια πλούσια βιβλιοθήκη.
Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης (Κάζα Μπιάνκα)
Στεγάζει συλλογές χαρακτικών, εικόνων, έργων Θεσσαλονικέων καλλιτεχνών, έργων Νεοελληνικής Τέχνης και έργων του Νικολάου Γύζη.
Αριστοτέλειο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Θεσσαλονίκης
Αποτελεί μουσείο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, βρίσκεται στην Προβλήτα Α στο Λιμάνι της Θεσσαλονίκης και στεγάζει τις πανεπιστημιακές συλλογές απολιθωμάτων, ορυκτών, φυτών, ζώων και εντόμων.
Μουσείο Ατατούρκ Θεσσαλονίκης
Επισκέψιμο έπειτα από συνεννόηση στο σπίτι του ιδρυτή του σύγχρονου Τουρκικού κράτους.
Κέντρο Ιστορικής Διαδρομής Εβραϊσμού Θεσσαλονίκης
Αποτελεί το μουσείο της ιστορίας και του Ολοκαυτώματος της Εβραϊκής κοινότητας της πόλης.
Μουσείο Κρύπτης Ναού Αγίου Δημητρίου
Το ανατολικό τμήμα του μεγάλου ρωμαικού λουτρού που μετατράπηκε στα παλαιοχριστιανικά χρόνια σε παρεκκλήσιο και αγίασμα.
Κέντρο Διάδοσης Επιστημών και Μουσείο Τεχνολογίας ΝΟΗΣΙΣ
Eίναι το μεγαλύτερο τεχνολογικό μουσείο της Ελλάδος, γνωστό και ως Πλανητάριο ή Νόησις.
Σιδηροδρομικό Μουσείο
Βρίσκεται στο Ελευθέριο - Κορδελιό και περιλαμβάνει βαγόνια του Οριάν Εξπρές καθώς και πολλά ιστορικά τεμήρια της ιστορίας των σιδηροδρόμων στην Ελλάδα.
Μουσείο Ύδρευσης
Στεγάζεται σε παλαιό διατηρητέο αντλιοστάσιο της Εταιρείας Ύδρευσης Θεσσαλονίκης. Σκοπός του μουσείου είναι η ενημέρωση για την ιστορία της ύδρευσης αλλά και την ορθή διαχείριση του νερού.
Πολεμικό Μουσείο
Αποτελεί μουσείο μνήμης των αγώνων των Ελλήνων στην νεότερη ιστορία με ιδιαίτερο Χώρο Μνήμης της Αντιδικτατορικής Αντίστασης.
Μουσείο Συμμαχικών Κοιμητηρίων Ζέιτενλικ
Αφιερωμένο στη δράση της Γαλλικής Συμμαχικής Στρατιάς.
Μουσείο Ολοκαυτώματος Ελλάδος
Μέσω του Μουσείου και του Συνεδριακού Κέντρου του, θα επιχειρηθεί η ανάδειξη της ιστορίας της Ισραηλιτικής Κοινότητας Θεσσαλονίκης που αφανίστηκε στο Ολοκαύτωμα. Επίσης θα αποτελεί κέντρο έρευνας για το Ολοκαύτωμα και εκπαιδευτικό κέντρο για την προάσπιση και την προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών
Πολυχώρος εκθέσεων και εκδηλώσεων υπό την αιγίδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Μουσείο Κινηματογράφου
Στεγάζεται σε ιστορική αποθήκη του λιμένα της πόλης και σε αυτό εκτίθενται κινηματογραφικά αντικείμενα και αναφορά στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου.
Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης
Φωτογραφική αποτύπωση της νεοελληνικής ιστορίας και λαογραφίας με χώρο εκθέσεων για τη σύγχρονη φωτογραφική τέχνη.
Μουσείο Ραδιοφωνίας
Η ιστορία της Ραδιοφωνίας μέσα από αυθεντικά εκθέματα και εποπτικό υλικό.
Πολυχώρος Πολιτισμού Πρώην Σχολής Τεχνών και Επαγγελμάτων
Το Μηχανουργείο Αξυλιθιώτη ή «Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων Χαμιδιέ», και τα χιλιάδες εργαλεία, εργαλειομηχανές και άλλα ιστορικά αντικείμενά του αποτυπώνουν τη βιομηχανική –και όχι μόνο– ιστορία της Θεσσαλονίκης στον 20ό αιώνα.
Ολυμπιακό Μουσείο Θεσσαλονίκης
Γνωστό και ως Αθλητικό Μουσείο, με εκθέματα και παρουσιάσεις σχετικά με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την άθληση.

Πολιτιστικά κέντρα

Υπό τη διαχείριση του Δήμου Θεσσαλονίκης βρίσκονται διάφοροι χώροι πολιτισμού όπως οι εξής:[217]

Άλλα πολιτιστικά κέντρα είναι τα εξής:

  • Πολιτιστικό Κέντρο Αμπελοκήπων Καραπάντσειο.
  • Πολιτιστικό Κέντρο και Βιβλιοθήκη Μενεμένης.
  • Νέο Πολιτιστικό Κέντρο, Θέατρο και υπαίθριος Κινηματογράφος Μενεμένης, έργο των βραβευμένων αρχιτεκτόνων Πρόδρομου Νικηφορίδη και Bernard Cuomo.
  • Πολυλειτουργικό Κέντρο Ελευθερίου Κορδελιού - “Θέατρο Οδού Μοναστηρίου”.
  • Πολιτιστικό Κέντρο "Μελίνα Μερκούρη" Κορδελιού.
  • Πολιτιστικό Κέντρο Ευόσμου.[219]

Αρχιτεκτονική

Ο Άξονας της Αριστοτέλους, σχεδιάστηκε με βάση τα σχέδια του Ερνέστ Εμπράρ, μετά την πυρκαγιά του 1917.

Κατά το 2ο μισό του 19ου αιώνα με την κατεδάφιση του παραλιακού τείχους και την κατασκευή της προκυμαίας στη Θεσσαλονίκη έχουμε ένα πέρασμα από μια μεσαιωνική σε μια σύγχρονη πόλη. Επίσης, το 1889 με την κατεδάφιση των νοτιανατολικών τειχών, η Θεσσαλονίκη επεκτείνεται προς τα ανατολικά, όπου δημιουργείται η Συνοικία των Εξοχών. Στην νέα συνοικία που αναπτύσσεται με άξονα την λεωφόρο των Εξοχών (σημερινή Λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας) και συνδέεται συγκοινωνιακά με ιππήλατο τραμ, κατασκευάζονται πολλές επαύλεις με μεγάλους κήπους, όπου εγκαθίστανται κάτοικοι που ανήκουν σε υψηλά κοινωνικά στρώματα, στεγάζονται εδώ όλα τα προξενεία και κατασκευάζονται δημόσια (Παπάφειο Ορφανοτροφείο, Μαράσλειο Λύκειο) και εκκλησιαστικά κτήρια (Ναός της Ανάληψης, Γενί Τζαμί) και νοσοκομεία (Ισραηλιτικό Νοσοκομείο Χίρς, Ιταλικό Νοσοκομείο "Βασίλισσα Μαργαρίτα", Ρωσικό Νοσοκομείο). Κυριότεροι αρχιτέκτονες της τελευταίας φάσης του οθωμανικού εκσυγχρονισμού και της επέκτασης της πόλης προς τα ανατολικά είναι οι Ξενοφών Παιονίδης (Παπάφειο Ορφανοτροφείο, Νοσοκομείο Άγιος Δημήτριος, Βίλα Μορντώχ), Βιταλιάνο Ποζέλι (Τράπεζα της Θεσσαλονίκης-Στοά Μαλακοπή, Διοικητήριο, Καθολική και Αρμένικη Εκκλησία, Γενί Τζαμί), Πιέτρο Αρριγκόνι (Παλαιός Σιδηροδρομικός Σταθμός, Βίλα Μεχμέτ Καπαντζή, Κάζα Μπιάνκα), Ελί Μοδιάνο (Έπαυλη Μοδιάνο, Παλιό Τελωνείο), Απόστολος Γρεκός (Μαράσλειο Λύκειο) και ο εμπειροτέχνης-αρχιτέκτονας Άγγελος Σιάγας.[220][221]

Στις αρχές του 20ού αιώνα και ειδικά την περίοδο 1912-1922 συντελούνται ιστορικές και κρίσιμες αλλαγές με κυριότερες την απελευθέρωση της πόλης, την καταστροφική πυρκαγιά του 1917 και την εγκατάσταση μεγάλου αριθμού προσφύγων μετά την Μικρασιατική Καταστροφή και την ανταλλαγή πληθυσμών. Σχεδόν όλο το ιστορικό κέντρο της πόλης μετά την πυρκαγιά του 1917 σχεδιάζεται εκ νέου και η πόλη χάνει την ανατολίτικη της όψη. Η ταχύτητα και η αποφασιστικότητα της Κυβέρνησης των Φιλελευθέρων και ο ορισμός επταμελούς διεθνούς επιτροπής σχεδιασμού υπό την καθοδήγηση του γάλλου πολεοδόμου και αρχιτέκτονα Ερνέστ Εμπράρ δίνουν μια ευρωπαϊκή όψη στην πόλη. Έτσι την δεκαετία 1922-1932 χτίζονται περίπου 15000 κτίρια, από τα οποία 2200 στο κέντρο της πόλης. Ένας μεγάλος αριθμός αρχιτεκτόνων και μηχανικών δραστηριοποιείται στην πόλη με πρωτοπόρους τον Γάλλο μηχανικό Ζοζέφ Πλεμπέρ (Μέγαρα: Μαλάχ, Ναχμία, "Petit Palais", Γκατένιο-Φλωρεντίν, Ναχμία, Ξενοδοχεία: "Tourist", "Εξέλσιορ"), τους αρχιτέκτονες της Σχολής «Ωραίων Τεχνών» της Κωνσταντινούπολης και συγκεκριμένα τους Γεώργιο Μανούσο, Μαξιμιλιανό Ρούμπενς, Αναστάσιο Μπίρδα, Αλέξανδρο Τζώνη, Λεωνίδα Παλαιολόγο, Κωνσταντίνο Γιωτόπουλο, Συμεών Μυλωνά, καθώς επίσης τους Δημήτριο Ανδρόνικο, Γεώργιο Καμπανέλλο, Αντώνιο Νικόπουλο, Σαλβατόρε Ποζέλι, Φιλήμωνα Παιονίδη, Ζακ Μωσσέ (Βοσπόριον Μέγαρον, Όλυμπος Νάουσα, Αγορά Κολόμβου, Ολύμπιον Μέγαρον, Συνοικισμός "Ουζιέλ"), Ερνστ Λέβη, Δημήτριο Φυλλίζη (Μέγαρα: Μοσκώφ-Σεδένκο, Χατζηδημούλα, Κουκουμπάνη), Μαρίνο Δελλαδέτσιμα, Τρύφωνα-Τριαντάφυλλο Νάτση, Βασίλειο Βασιλειάδη, Γεώργιο Μαλάκη, Κωνσταντίνο Κοκορόπουλο, Ανδρέα Λευθεριώτη, Ευθύμιο Κοτζαμπασούλη, Ανδρέα Γεωργακόπουλο, Παύλο Καμπά, Ιωάννη Βαρουξάκη, Νίκο Παπακωνσταντινόπουλο, Λεονάρντο Τζενάρι (Μέγαρο Λόγγου, Κινηματογράφος "Διονύσια"), Αριστομένη Βάλβη (Εθνική Τράπεζα), Μιχαήλ Λυκούδη (πρώην Ιονική-Λαϊκή Τράπεζα), Αλέξανδρο Θεοδοσιάδη, Ιωάννη Δημητριάδη (Εμπορικό και Βιοτεχνικό Επιμελητήριο), Μωρίς Ματαράσσο, Αναστάσιο Ζαχαριάδη, Ελευθέριο Πάικο, Δημήτριο Καραγιαννάκη, Αλβέρτο Τζιβρέ, Αθανάσιο Γιάκα, Γεώργιο Σιάγα, Λέανδρο Ζωίδη (Κινηματογράφος "Ηλύσια"), Κωνσταντίνο Κιτσίκη, Νικόλαο Μητσάκη (Ανώτερο Παρθεναγωγείο), Νικόλαο Νικολαΐδη, Αντώνιο Πάππη (Μέγαρο Βαρβιτσιώτη), Ε. Μπερνασκόνι, Θωμά Παπαμιχαηλίδη, Θεμιστοκλή Σγουρό, Μιχαήλ Λαλακάκη, Δημήτριο Βαρβέρη.[220][222][208] Οι Ιταλοί Mario Paniconi και Giuglio Pediconi κατασκευάζουν το Ιταλικό Σχολείο ‘Umberto Primo’ (1933) στην οδό Φλέμινγκ.[223] Επίσης, στην Αρετσού στην περιοχή των Επαύλεων κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου κατασκευάζονται 30 εξοχικές κατοικίες επιφανών θεσσαλονικέων, από τις οποίες σήμερα σώζονται μόλις 6 (Έπαυλη Καρανικόλα, έργο του Αναστάσιου Μεταξά, Έπαυλη Γωγουσόπουλου, Έπαυλη Ζαχαράκη του Θ. Μπουρμπούλη).[224]

Στη μεταπολεμική Θεσσαλονίκη κυριαρχεί ο Πάτροκλος Καραντινός, με το σχεδιασμό του Χημείου, της Φυσικομαθηματικής και της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, καθώς και του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης (1960). Στον χώρο του Πανεπιστημίου την περίοδο 1960-1974 οι Κωνσταντίνος Φινές και Κωνσταντίνος Παπαϊωάνου, σχεδιάζουν τα κτήρια της Διοίκησης, της Νομικής και της Θεολογικής Σχολής, ενώ ο Ι. Τριανταφυλλίδης το Μετεωροσκοπείο. Οι Προκόπης Βασιλειάδης, Εμμανουήλ Βουρέκας και Σπύρος Στάικος, το 1959-1960, στην Πλατεία ΧΑΝΘ, σχεδιάζουν την Πύλη της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, ενώ εντός του χώρου της ΔΕΘ ο Αλ. Αναστασιάδης τον Πύργο του ΟΤΕ το 1969. Ακόμη, σε μικρότερο βαθμό οι Περικλής Σακελλάριος (Παλατάκι (Κυβερνείο)), Βασίλειος Κασσάνδρας (Θέατρο Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών), Θύμιος Παπαγιάννης (Περίπτερο-Αναψυκτήριο στο δάσος του Σέιχ Σου),[225] Παύλος Μυλωνάς (Λέσχη Φρουράς Θεσσαλονίκης), Ο. Σιμώνης, Αθανάσιος Μπαρζούκας (Ξενοδοχεία: "Αμαλία", "Ολύμπια"), Ν. Μουτσόπουλος, Γραφείο Δοξιάδη (Ξενοδοχείο "Μακεδονία Παλάς", 1962-1971), Τάκης Ζενέτος, Λ. Νάτσινας και ο Σπυρίδων Λέγγερης. Ο Π. Βασιλάκης, το Περίπτερο του ΕΟΤ το 1972-1973 στην Αρετσού.[208] Επίσης, στο Φάληρο βρίσκεται ο Ναός της Αγίας Σολομονής, κτισμένος το 1950.[226]

Στη σύγχρονη Θεσσαλονίκη ξεχωρίζουν ο Κυριάκος Κρόκος με τον σχεδιασμό του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού και ο Αράτα Ισοζάκι με την κατασκευή του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης.[208]

Δείγματα διαφόρων ειδών αρχιτεκτονικής σε κτήρια της πόλης:

Μέσα μαζικής ενημέρωσης

Τηλεοπτικοί σταθμοί πανελλαδικής εμβέλειας

Η ΕΡΤ3 είναι το μοναδικό πανελλαδικό κανάλι που εκπέμπει από τη Θεσσαλονίκη, ενώ παλαιότερα λειτουργούσαν το Μακεδονία TV για μια τριακονταετία (1990-2020) και το New Channel για μια δεκαετία (1990-2000). Και τα δύο ιδιωτικά κανάλια μεταφέρθηκαν στην Αθήνα με το δεύτερο να μετατρέπεται στο Tempo TV και να διακόπτει τη λειτουργία του λόγω οικονομικών προβλημάτων.

Τηλεοπτικοί σταθμοί τοπικής εμβέλειας
Έντυπος Τύπος

Στην Θεσσαλονίκη εκδίδεται η εβδομαδιαία εφημερίδα Thessnews, η καθημερινή εφημερίδα Τύπος Θεσσαλονίκης καθώς και οι αθλητικές εφημερίδες Fair Play (Arena) Press, Metrosport, Άρης Είσαι και Forza.

Ραδιόφωνο

Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί που εκπέμπουν στα FM:

Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί που εκπέμπουν στα AM:

Θέατρο

Η Σκηνή Σωκράτης Καραντινός του Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος στη Μονή Λαζαριστών - Σταυρούπολη.

Θέατρα

  • Θέατρο Άνετον
  • Θέατρο Αυλαία
  • Θέατρο Παράθλαση
  • Θέατρο Αριστοτέλειον
  • Θέατρο Εγνατία
  • Θέατρο Άρατος
  • Θέατρο Γης
  • Θέατρο Κήπου
  • Δημοτικό Ανοιχτό Θέατρο Νεάπολης
  • Κλειστό δημοτικό Θέατρο Νεάπολης
  • Ανοικτό Θέατρο Συκεών «Μάνος Κατράκης»
  • Δημοτικό Θέατρο Συκεών
  • Κινηματοθέατρο «Άστρον» Αμπελοκήπων
  • Κινηματοθέατρο «Αλέξης Μινωτής» Αμπελοκήπων

Θεατρικοί οργανισμοί

  • Σχήμα Εκτός Άξονα
  • Θέατρο Άρατος
  • ΘΕΣΠΙΣ
  • Θέατρο Σοφούλη
  • Θέατρο Όρα
  • Θέατρο Παράθλαση
  • Πολιτεία Θεάτρου
  • Σύγχρονο Θέατρο Ροντίδη
  • Θεατρική Ομάδα Τμ. Αγγλικής Φιλολογίας Α.Π.Θ.

Φεστιβάλ και εκθέσεις

  • Μπιενάλε Θεσσαλονίκης
  • Γιορτές Ανοικτού Θεάτρου
  • Δημήτρια
  • Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης
  • Φοιτητική Εβδομάδα Α.Π.Θ.[230]
  • Μερκούρεια (στο Ανοικτό Θέατρο Συκεών)
  • Διεθνές Φεστιβάλ Χορού
  • Open House
  • Φωτομπιενάλε (PhotoBiennale)
  • Φεστιβάλ Βιβλίου (στη Παραλία Θεσσαλονίκης)
  • Φεστιβάλ Δάσους (στο Θέατρο Δάσους)
  • Φεστιβάλ Υπερηφάνειας (Pride)

Αδελφοποιημένες πόλεις

Κύριο λήμμα: Αδελφοποιημένες πόλεις της Θεσσαλονίκης

Ο Δήμος Θεσσαλονίκης είναι αδελφοποιημένος με πολλές πόλεις του εξωτερικού, ενώ έχει υπογράψει σύμφωνα φιλίας και συνεργασίας με άλλες πόλεις.

Αθλητισμός

Η Θεσσαλονίκη αποτελεί την έδρα μερικών από τα μεγαλύτερα αθλητικά σωματεία της Ελλάδας, όπως ο ΠΑΟΚ, ο Άρης, και ο Ηρακλής που βοήθησε στην απελευθέρωση της πόλης. Άλλα σημαντικά αθλητικά σωματεία που δημιουργήθηκαν από τον προσφυγικό πληθυσμό της πόλης, εκτός από την ομάδα του ΠΑΟΚ, είναι ο Α.Σ. Μακεδονικός Νεάπολης (1928), ο Μ.Γ.Σ.Σ. Θερμαϊκός Θεσσαλονίκης (1925), ο Ποδοσφαιρικός Όμιλος Ξηροκρήνης (1943), ο Α.Ο. Παύλος Μελάς Σταυρούπολης, ο Μ.Γ.Σ. Απόλλων Καλαμαριάς, ο Οδυσσέας Κορδελιού, ο Αγροτικός Αστέρας Ευόσμου (1932), ο Αστέρας Αμπελοκήπων (1961), ο Α.Σ. Ελπίς Αμπελοκήπων (1962) και ο Βυζαντινός Αθλητικός Όμιλος (1926). Άλλοι τοπικοί αθλητικοί σύλλογοι της πόλης και της ευρύτερης περιοχής είναι ο Α.Σ. Ποσειδών Νέας Μηχανιώνας, η Μορφωτική Ένωσις Νεολαίας Τούμπας, ο Ελευθεριακός Α.Π.Ο., ο Γ.Σ. Μέγας Αλέξανδρος, η Νέα Γενεά Ασβεστοχωρίου, ο Π.Α.Ο. Νέων Επιβατών και ο Θερμαϊκός Θέρμης. Στη Θεσσαλονίκη έγινε ο πρώτος αγώνας καλαθοσφαίρισης στην Ελλάδα, από αθλητές της ΧΑΝΘ. Η πόλη αποτέλεσε μία από τις Ολυμπιακές Πόλεις κατά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 καθώς επίσης σε αυτή βρίσκεται και το Ολυμπιακό Μουσείο. Πολλοί μεγάλοι αθλητές με διεθνείς διακρίσεις και ολυμπιονίκες είναι Θεσσαλονικείς όπως ο Δημοσθένης Ταμπάκος και ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης.

Μεταφορές

Περισσότερες πληροφορίες: Μεταφορές στη Θεσσαλονίκη

Αστικές συγκοινωνίες

Λεωφορείο του ΟΑΣΘ.

Η Θεσσαλονίκη διαθέτει ένα εκτεταμένο δίκτυο λεωφορειακών γραμμών που εξυπηρετούν ολόκληρη τη μητροπολιτική περιοχή. Τη διαχείρισή τους έχει ο Οργανισμός Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης.

Ποδηλατόδρομοι

Η Θεσσαλονίκη διαθέτει δίκτυο ποδηλατοδρόμων 12 χιλιομέτρων, που ξεκινάει από τον Νέο Σιδηροδρομικό Σταθμό και μέσω των οδών Αναγεννήσεως, Πολυτεχνείου, Σαλαμίνος, Κουντουριώτου, Νίκης, Μεγάλου Αλεξάνδρου (στο παραλιακό μέτωπο) καταλήγει στο Μέγαρο Μουσικής. Υπάρχουν κάθετοι ποδηλατόδρομοι προς την Πλατεία Δημοκρατίας (Σαλαμίνος-Δωδεκανήσου), την πλατεία Αριστοτέλους, τη Ροτόντα (Γούναρη), το Πανεπιστήμιο (άγαλμα Μεγάλου Αλεξάνδρου-ΧΑΝΘ-Αγγελάκη-Εθνικής Αμύνης-Αγίου Δημητρίου) και το Γ' Σώμα Στρατού (Στρατού-Καυταντζόγλου).

Μετρό

Ο χάρτης του Μετρό της Θεσσαλονίκης.

Το Μετρό Θεσσαλονίκης ξεκίνησε να κατασκευάζεται το 2006 και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2023. Η πρώτη γραμμή θα πραγματοποιεί τη διαδρομή Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός - Νέα Ελβετία, ενώ προγραμματίζονται και επεκτάσεις προς άλλες περιοχές.

Σιδηροδρομικές μεταφορές

Η Θεσσαλονίκη αποτελεί τον πιο σημαντικό σιδηροδρομικό κόμβο της χώρας στον άξονα της γραμμής ΠΑΘΕΠ (Πατρών-Αθηνών-Θεσσαλονίκης-Ειδομένης/Προμαχώνα), καθώς συνδέει την Ελλάδα με την υπόλοιπη Ευρώπη και την Τουρκία.

Όλες οι επιβατικές μεταφορές γίνονται από τον κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό Θεσσαλονίκης (Νέος Σιδηροδρομικός Σταθμός). Η κρατική εταιρία παροχής σιδηροδρομικών υπηρεσιών είναι η ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. και πραγματοποιεί καθημερινά απευθείας δρομολόγια προς Αθήνα, Λάρισα, Αλεξανδρούπολη, Έδεσσα και Καλαμπάκα. Ο Παλιός Σιδηροδρομικός Σταθμός βρίσκεται κοντά στο λιμάνι και χρησιμοποιείται σήμερα μόνο για εμπορευματικές και ταχυδρομικές μεταφορές. Από το 2014 επαναλειτούργησαν οι επιβατικές σιδηροδρομικές γραμμές που συνέδεαν την Θεσσαλονίκη με την Βουλγαρία, την Βόρεια Μακεδονία και την Σερβία.[231]

Οδικές μεταφορές

Ο οδικός χάρτης της Θεσσαλονίκης
Πηγή: OpenStreetMap

Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται στο σταυροδρόμι των αυτοκινητοδρόμων Α1 (ΑΘΕ), Α2 (Εγνατία Οδός) και Α25 (Προμαχώνας-Σέρρες-Θεσσαλονίκη-Νέα Μουδανιά). Η Θεσσαλονίκη επίσης διαθέτει έναν αστικό αυτοκινητόδρομο, την Περιφερειακή Οδό, που αποτελεί βασική οδική αρτηρία της, καθώς συνδέει περιμετρικά τις περιοχές του Πολεοδομικού Συγκροτήματος και παρακάμπτει τον πολεοδομικό ιστό της πόλης, εξυπηρετώντας πάνω από 120.000 οχήματα καθημερινά.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η πόλη εξυπηρετείται εκτός του Νομού Θεσσαλονίκης με τα υπεραστικά λεωφορεία του ΚΤΕΛ από τον σταθμό υπεραστικών λεωφορείων Μακεδονία, που βρίσκεται στην δυτική κεντρική είσοδο της πόλης. Τα λεωφορεία προς Χαλκιδική αναχωρούν από το σταθμό υπεραστικών λεωφορείων του ΚΤΕΛ Χαλκιδικής στα νότια της πόλης.

Οι κύριοι δρόμοι που καταλήγουν στην Θεσσαλονίκη είναι:

  • Αυτοκινητόδρομοι
  • Εθνικές οδοί

Αεροπορικές μεταφορές

Η Θεσσαλονίκη συνδέεται αεροπορικά με διάφορους εσωτερικούς και ευρωπαϊκούς προορισμούς. Ο Διεθνής Κρατικός Αερολιμένας Θεσσαλονίκης «Μακεδονία» βρίσκεται 15 χλμ. νότια της πόλης, στην περιοχή της Μίκρας. Μέχρι το 2019 στο αεροδρόμιο δεν έχει εγκατασταθεί επαρκές σύστημα ραντάρ με αποτέλεσμα όταν υπάρχει ομίχλη στην περιοχή να υπάρχει πρόβλημα στις απογειώσεις και προσγειώσεις.[εκκρεμεί παραπομπή]

Ακτοπλοϊκές μεταφορές

Ο Θερμαϊκός Κόλπος.
Καραβάκι «Κωνσταντής», συνδέει το λιμάνι της Θεσσαλονίκης και το Λευκό Πύργο με τις παραλίες της Περαίας και των Νέων Επιβατών.

Τους θερινούς μήνες υπάρχει τακτική ακτοπλοϊκή σύνδεση του λιμανιού της Θεσσαλονίκης και της παραλίας στο ύψος του Λευκού Πύργου με την Περαία και τους Νέους Επιβάτες, η οποία εκτελείται από μικρά καραβάκια.[232] Αυτούς του μήνες επίσης, η Θεσσαλονίκη συνδέεται ακτοπλοϊκά και με τις Σποράδες, τις Κυκλάδες και την Κρήτη.[233] Ακόμη, το λιμάνι της Θεσσαλονίκης προσεγγίζουν κρουαζιερόπλοια κυρίως τους καλοκαιρινούς μήνες.[234]

Προξενικές Αρχές

Στη Θεσσαλονίκη υφίστανται τα ακόλουθα προξενεία χωρών:

Δείτε επίσης

Παραπομπές

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 4249. Ανακτήθηκε στις 6  Αυγούστου 2018.
  2. «Αποτελέσματα Μόνιμου Πληθυσμού κατά Δημοτική Κοινότητα». (νέα ελληνική γλώσσα) Ελληνική Στατιστική Αρχή. 21  Απριλίου 2023.
  3. Ιστορία της Θεσσαλονίκης, thessalonikiguide.gr
  4. Ιστορία της Θεσσαλονίκης: Βυζαντινή περίοδος (324-1453 μ.Χ.), gtp.gr
  5. «Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο». www.byzantinemuseum.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 17 Μαΐου 2019. 
  6. «ΝΕΟ ΡΥΘΜΙΣΤΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ» (PDF). Σχεδιασμός. 14 Σεπτεμβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου 2012. 
  7. Ο ακαδημαϊκός Γεώργιος Μπακαλάκης στην εισήγησή του έναντι της Ακαδημίας Αθηνών με τίτλο «Η Βασίλισσα Θεσσαλονίκη», Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, 1986, τόμος 61, τεύχος 1, σελίδες 53-61, υποστηρίζει ότι ο Φίλιππος έδωσε το όνομα αυτής της νίκης στην κόρη του μη μπορώντας να το προσφέρει στον εαυτό του. Αναφέρει μάλιστα τον τύπο «Θεσσαλόνικος»
  8. Strabonis Geographica, Lib. VII, Fr. 21 βλ. αναλυτικότερα στο Fanoula Papazoglou, Les villes de Macédoine à l'époque romaine, Ecole française d'Athènes, Diffusion de Boccard, 1988 σελ. 193
  9. Inscriptiones Graecae, X 2, 1 THESSALONICA ET VICINIA - 19
  10. Πολυβίου Ιστοριών τα σωζόμενα, Editore Ambrosio Firmin Didot, Parisiis, MDCCCXXXIX σελ. 679
  11. Inscriptiones Graecae, Χ, 2.1 THESSALONICA ET VICINIA - 19, 24, 150, 162, 165, 167, 177-179, 181, 199, 200, 207, 231-233, 283, 838, 1021, 1026, 1028, 1031, 1034, 1035
  12. Ioannis Touratsoglou, Die Münzstätte von Thessaloniki in der römischen Kaiserzeit, (32/31 v. Chr. bis 268 n. Chr.), Βερολίνο 1988 σσ. 115-116
  13. Α.Ι. Θαβώρης, "Θεσσαλονίκη - Σαλονίκη. Η ιστορία του ονόματος της πόλης", στο "Η Θεσσαλονίκη", Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, Δήμος Θεσσ/νίκης, 1985, σ. 5-21.
  14. Θεσσαλονίκη, σελ. 16, Explorer (2004)
  15. Απόστολου Ε. Βακαλόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Εκδ. Κυριακίδη, 1997, Θεσσαλονίκη σσ. 19-22.
  16. Απόστολου Παπαγιαννόπουλου, Ιστορία της Θεσσαλονίκης, Εκδ. Ρέκος, 1983, Θεσσαλονίκη σσ. 28-30
  17. Ε.Ι. Μικραγιαννάκη, Το πολιτιστικό έργο του Κασσάνδρου, Αρχαία Μακεδονία ΙΙ, 1977 σσ. 225-236
  18. Στεφάνου Βυζαντίου, Ἐθνικὰ κατ' ἐπιτομήν, «Θεσσαλονίκη»
  19. 19,0 19,1 Πολυξένη Αδάμ Βελένη: Θεσσαλονίκη, νεράιδα, βασίλισσα, γοργόνα. Εκδόσεις Ζήτρος, Θεσσαλονίκη, 2001.
  20. Getzel M. Cohen, "The Hellenistic settlements in Europe, the Islands, and Asia Minor".
  21. Μ. Σακελλάριου, "2.300 Χρόνια από την ίδρυση της πόλεως της Θεσσαλονίκης", Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, 1985, τόμος 60, τεύχος 2, σελίδα 552.
  22. Α. Βακαλόπουλος, ο.π., σελίδα 26
  23. Erich Stephen Gruen, The Hellenistic World and the coming of Rome, Berkeley, Los Angeles, and London: University of California Press, 1984 σσ. 343 - 344
  24. Ο γεωγράφος Κλαύδιος Πτολεμαίος το 2ο αιώνα δίνει τα όρια της επαρχίας της Μακεδονίας ανατολικά μέχρι τον ποταμό Νέστο, δυτικά μέχρι την Αδριατική, βόρεια μέχρι τις επαρχίες της Δαλματίας και Μοισίας, νοτιοανατολικά μέχρι το Μαλιακό κόλπο και νοτιοδυτικά μέχρι τις οροσειρές της Πίνδου. Βλέπε Γεωγραφική υφήγησις, τρίτο βιβλίο, Μακεδονία
  25. Pauline Schmitt-Pantel, Claude Orrieux, A History of Ancient Greece, 1999, Blackwell Publishing, σσ. 366
  26. Α. Παπαγιαννόπουλος, ο.π., σελίδα 37
  27. Α. Βακαλόπουλος, ο.π., σελίδα 32
  28. Cambridge University Press, Cambridge Ancient History, 2000, Cambridge University Press σσ. 6-8
  29. Plinius Secundus, Naturalis Historia, Liber IV, 33: "Thessalonice liberae condicionis"
  30. βλέπε και Ioannis Touratsoglou, ο.π., σελίδα 6
  31. Α. Παπαγιαννόπουλος, ο.π., σελίδα 40
  32. Thomas Hartwell Horne, An Introduction to the Critical Study and Knowledge of the Holy Scriptures, 1825, E. Littell, σελίδα 366
  33. W. J. Conybeare, J. S. Howson, The Life and Epistles of St. Paul, 1987, Wm. B. Eerdmans Publishing, σσ. 304-314
  34. «Perseus Tufts University». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Ιανουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 23 Αυγούστου 2009. 
  35. Alexis Keller, Pierre Allan, What Is A Just Peace?, 2006, Oxford University Press σσ. 133-134
  36. Οι αυτοκράτορες Δέκιος, Βαλεριανός, Γαλλιηνός ονόμασαν τη Θεσσαλονίκη «Νεωκόρο» (φρουρό των ναών) και «Αποικία της Ρώμης» - Colonia διότι η πόλη έχτισε ιδιαίτερους ναούς για τους αυτοκρατορικούς θεούς. Σε νομίσματα της εποχής του Γορδιανού και του Φιλίππου του Άραβα υπάρχει η ένδειξη «Θεσσαλονικέων νεωκόρων». Ο Δέκιος ονόμασε την πόλη «Μητρόπολη και κολωνία και Δ’ νεωκόρο» Βλ. και Inscriptiones Graecae, Consilio et Auctoritate Academiae Scientarum Germanicae Ediatae, Volumen X, Pars II, Fasciculus I, Berolini, Apud Gualterum de Gruyter et Socios, MCMLXXII στην ενότητα Titulli Honorarii σσ. 67–70 καθώς και σελίδα 309 Res Publicae Thessalonicensium
  37. «Δημήτρης Κ. Σαμσάρης, Ατομικές χορηγήσεις της Ρωμαϊκής πολιτείας (civitas Romana) και η διάδοσή της στη ρωμαϊκή επαρχία Μακεδονία, Ι. Η περίπτωση της Θεσσαλονίκης, πρωτεύουσας της επαρχίας, Μακεδονικά 26 (1987-88), σ. 308-351» (PDF). Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 26 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 29 Δεκεμβρίου 2014. 
  38. Α. Βακαλόπουλος, ο.π., σσ. 55, 63–69
  39. M.Vitti, Η πολεοδομική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης από την ίδρυσή της ως το Γαλέριο, Αρχαιολογική Εταιρεία, Αθήνα, 1996
  40. Αλκ. Σταυρίδου-Ζαφράκα, Θεσσαλονίκη «Πόλις μεγάλη και πολυάνθρωπος», Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου «Η Θεσσαλονίκη και ο Ευρύτερος Χώρος», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2005, σελίδα 43
  41. Samuel N. C. Lieu, Dominic Montserrat, From Constantine to Julian: A Source History, 1996, Routledge σελίδα 59
  42. "Ὁ δὲ Κωνσταντῖνος Μαρτινιανὸν μὲν παρεδίδου τοῖς δορυφόροις ἐπὶ θανάτῳ, Λικίννιον δὲ εἰς τὴν Θεσσαλονίκην ἐκπέμψας ὡς βιωσόμενον αὐτόθι σὺν ἀσφαλείᾳ, μετ’ οὐ πολὺ τοὺς ὅρκους πατήσας (ἦν γὰρ τοῦτο αὐτῷ σύνηθες) ἀγχόνην τοῦ ζῆν αὐτὸν ἀφαιρεῖται". Corpus Scriptorum Historiae Byzantinae, Ζωσίμου Κόμητος και από Φισκοσυνηγόρου Ιστορίας Νέας Βιβλία Εξ, Βιβλίο Β’ Κεφάλαιο 28, Bonnae, Impensis Ed. Weberi, MDCCCXXXVII
  43. βλέπε και Cambridge University Press ο.π. σελ. 94
  44. Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 59
  45. Henri de Valois - Edward Walford, The Ecclesiastical History of Socrates, Surnamed Scholasticus, Or the Advocate, 1853, H. Bohn, Λονδίνο σ.264-265
  46. Γ.Γ. Γούναρης, Παρατηρήσεις επί της χρονολογίας των τειχών της Θεσσαλονίκης, Μακεδονικά 11, 1971 σσ. 311-322
  47. Το γεγονός έχει μείνει στην ιστορία ως «Σφαγή της Θεσσαλονίκης» βλ. και David Stone Potter, The Roman Empire at Bay: Ad 180-395, 2004, Routledge σσ.567-570
  48. Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 63
  49. «Αθανάσιος Αγγελόπουλος, Η Εκκλησία Θεσσαλονίκης μεταξύ Ρώμης και Κωνσταντινουπόλεως στο παρελθόν και μεταξύ Κωνσταντινουπόλεως και Αθηνών στο παρόν - Στο πνεύμα του Ιερού Φωτίου, Εισήγηση την εορτή του ιερού Φωτίου, 6 Φεβρουαρίου 2004, Διορθόδοξο Κέντρο, Ιερά Μονή Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Πεντέλη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Νοεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουλίου 2007. 
  50. Διονύσιος Ζακυθηνός, Θεσσαλονίκη, Αι Βυζαντιναί Αθήναι του Βορρά, Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, 1985, τόμος 60, τεύχος 2, σσ. 574-575
  51. Jacques Paul Migne, Patrologiae cursus completus, 1863, Παρίσι σσ. 1109–1112
  52. βλέπε και Ιωάννης Καμινιάτης. «Εις την άλωσιν της Θεσσαλονίκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Δεκεμβρίου 2016. 
  53. 53,0 53,1 «Δημήτρια, Ο θεσμός». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 23 Ιουλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2015. 
  54. Πέτρος Βλαχάκος, Η μάχη στο Δημητρίτσι (1185 μ.Χ.), Πρακτικά Α΄ Επιστημονικού Συμποσίου «Η Νιγρίτα – Η Βισαλτία δια μέσου της Ιστορίας» (υπό την αιγίδα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών). Νιγρίτα 1995, σελ. 87-95
  55. Michael Angold, Church and Society in Byzantium Under the Comneni, 1081-1261, σελ. 179-196, Cambridge University Press (1995)
  56. Το πλήρες κείμενο του έργου: «Ιστορία της αλώσεως της Θεσσαλονίκης υπό των Νορμανδών». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Δεκεμβρίου 2015. 
  57. Cyril A. Mango, The Oxford History of Byzantium, κεφ. 10 Fragmentation (1204–1453) υπό Stephen W. Reinert, σελ. 250, Oxford University Press (2002)
  58. George Finlay, The history of Greece from its conquest by the Crusaders to its conquest by the Turks, σελ. 137-138, Εδιμβούργο (1851)
  59. Πρωτ. Γεώργιος Μεταλληνός (1995). «Ησυχαστές και Ζηλωτές - Πνευματική ακμή και κοινωνική κρίση στον Βυζαντινό 14ο αιώνα». Ελληνισμός Μαχόμενος. Αθήνα: Εκδόσεις Τήνος. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Αυγούστου 2007. Είναι, πράγματι, σαφές -παρά τη σύγχυση των πηγών- ότι oι Ζηλωτές της Θεσσαλονίκης συνιστούσαν «κοινωνική ομάδα», διακρινόμενη από το Λαό. Συνδεόταν με τους ναυτικούς («παραθαλασσίους»), μια γνωστή συντεχνία με επικεφαλής Παλαιολόγους. Η συνεργασία Ζηλωτών-ναυτών οφειλόταν προφανώς σε σύμπτωση συμφερόντων. Σε άλλες πόλεις στη συνεργασία αυτή συμμετείχαν και έμποροι. Η εμφάνιση αριστοκρατών (Παλαιολόγων) στην ηγεσία δεν πρέπει να αποπροσανατολίζει. Ήταν κοινό φαινόμενο και στην Δ. Ευρώπη σε ανάλογες καταστάσεις. Οι Ζηλωτές ταυτίσθηκαν με το λαό και εξέφραζαν τα αιτήματα των κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων, εν μέρει δε συνέπιπταν και με το στρατό. 
  60. Κ. Κωτσιόπουλος, Το κίνημα των Ζηλωτών στην Θεσσαλονίκη (1342-1349): Θεολογική και Κοινωνιολογική διερεύνηση, κεφάλαιο 4 «Η Θεολογία της Επανάστασης–Απελευθέρωσης και το Ζηλωτικό κίνημα» σελ. 156-163 και κεφάλαιο 5 «Χριστιανισμός και Κοινωνικά Προβλήματα» σελ. 164-169, Θεσσαλονίκη (1997)
  61. «Η παλαιολόγεια Αναγέννηση είναι το κύκνειο άσμα του βυζαντινού πνεύματος. Οι θρησκευτικές έριδες (Ησυχασμός, το πρόβλημα της ένωσης με τους Δυτικούς), αλλά και ο εξ ανατολών κίνδυνος αναζωπυρώνουν την πνευματική κίνηση και ενθαρρύνουν την παραγωγή έργων που πλουτίζουν πλην ελάχιστων εξαιρέσεων (τα έργα κατά των αλλοδόξων) την υπεραρχαΐζουσα παράδοση. Είναι η εποχή όπου τα πνευματικά πρωτεία διεκδικεί από τη Βασιλεύουσα η Θεσσαλονίκη με τον Άθω. Ωστόσο, οι διανοούμενοι της εποχής, κοσμικοί, όπως ο Θεόδωρος Μετοχίτης, ιερωμένοι, αλλά και αυτοκράτορες, όπως ο Ιωάννης Καντακουζηνός και ο Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος (1391-1425), βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε ένα παγερό γλωσσικό αρχαΐσμό που αδικεί την πρωτοτυπία της σκέψης τους.» Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας, σελ. 134-135, Ε.Λ.Ι.Α., Αθήνα (1999)
  62. Αναλυτικότερα για το πρόσωπο και τη δράση του Γρηγορίου Παλαμά: John Meyendorff, St. Gregory Palamas and Orthodox Spirituality, St. Vladimir's Seminary Press (1974)
  63. Α. Βακαλόπουλος ο.π. σελ. 154-155
  64. Βασίλης Δημητριάδης, Η Θεσσαλονίκη κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας, Πρακτικά Πανελληνίου Συνεδρίου «Η Θεσσαλονίκη και ο Ευρύτερος Χώρος», Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 2005 σελ. 64
  65. Α. Βακαλόπουλος ο.π. σελ. 166
  66. Παπαδόπουλος Στέφανος Ι., Μνεία παιδομαζώματος στη Θεσσαλονίκη κατά την πρώτη κατοχή της πόλης από τους Τούρκους, Χριστιανική Θεσσαλονίκη ... (11ος-15ος μ.Χ.), σελ. 71-77, Θεσσαλονίκη (1992)
  67. «Τσοποτός Δημήτριος Κ., Γη και γεωργοί της Θεσσαλίας κατά την Τουρκοκρατίαν, Βόλος, 1912, σελ. 32, 33». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2019. 
  68. Στο έμμετρο χρονικό του Μέγα Λογοθέτη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Ιέρακος (16ος αιώνας) «Χρονικόν περί της των Τούρκων βασιλείας» αναφέρονται τα παρακάτω: «Τότε τινὲς τῶν μοναχῶν, λέγω τῶν ῥακενδύτων, ἐκ τῶν Βλατέων τῆς μονῆς, ἐντὸς αὐτοῦ οἰκοῦντες κατέγραψαν, ἐδήλωσαν ἅπαντα τῷ σουλτάνω, γράφουσι δὲ καὶ λέγουσιν∙ ὢ Κύριε Σουλτάνε, ὡς εἰ σοί ἐστι βουλητὸν ἄρξαι Θεσσαλονίκης λαβεῖν καὶ ταύτην καὶ ἡμὰς καὶ πάντας τοὺς ἐν πόλει τοὺς ὑδροχόους ἔκοψον σωλῆνας Χορτιάτου δίψῃ πιεζομένων δὲ πάντων καὶ ἀπορίᾳ, ἀκόντων τελεσθήσεται ὅπερ ποθεὶς γενέσθαι. Ὅρος Χορτιάτης ἐστὶ δὲ κείμενον ὑπὲρ ταύτῃ ἐξ οὐ τῇ πόλει ἄριστον ὕδωρ ἡδὺ εἰσρέει». Η λαϊκή αυτή παράδοση της προδοσίας της πόλης από τους μοναχούς της Μονής Βλατάδων αμφισβητείται από το Βακαλόπουλο βάσει των ιστορικών μαρτυριών της εποχής βλ. Βακαλόπουλος ο.π. σελ. 194 και από τον Α. Παπαγιαννόπουλο ο.π. σελ. 130
  69. «Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα, Φωκίων Π. Κοτζαγεώργης, Η Οθωμανική Μακεδονία, (τέλη ΙΔ΄ - τέλη ΙΖ΄ αιώνα), Η Οθωμανική κατάκτηση». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 1 Ιανουαρίου 2012. 
  70. Sol Scharfstein, Understanding Jewish History 2, σελ. 246, KTAV Publishing House (1997)
  71. Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας, 1354-1833, σελ. 99, εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη (1992), σελίδα 99
  72. «Καθώς οι Ισπανοί πρόσφυγες έφταναν στις προβλήτες κατά διαδοχικά κύματα, η πόλη μεγάλωνε αλματωδώς. Το 1520 περισσότεροι από τους μισούς από τους 30.000 κατοίκους της ήταν Εβραίοι και η ίδια είχε μεταβληθεί σε ένα από τα σπουδαιότερα λιμάνια της Ανατολικής Μεσογείου», Mark Mazower, Θεσσαλονίκη, Η πόλη των φαντασμάτων, σελ. 75, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια (2006)
  73. Μαρία Καμπούρη, Η Θεσσαλονίκη Μετά Την Άλωση (1430-1912), άρθρο στο περιοδικό "Αρχαιολογία", τεύχος 7, σελ. 49 (1983)
  74. George E. Berkley, Jews, σελ. 19, Branden Books, Βοστόνη (1997)
  75. Eric R. Dursteler, Venetians in Constantinople: Nation, Identity, and Coexistence in the Early Modern Mediterranean, σελ. 105, Johns Hopkins University Press (2006)
  76. Esther Benbassa, Aron Rodrigue, Sephardi Jewry: A History of the Judeo-Spanish Community, 14th-20th Centuries, σελ. 8, University of California Press (2000)
  77. Sylvie Courtine-Denamy, The House of Jacob, σελ. 42, Cornell University Press (2003)
  78. Τούρτα Α. Η τύχη των εικόνων στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη. Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, Υπουργείο Πολιτισμού, 9η Εφορία Βυζ. Αρχαιοτήτων, τεύχος 2/1995, σελίδες 54-56.
  79. "Η Θεσσαλονίκη των περιηγητών”, Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
  80. «Βασδραβέλλης Ιωάννης, Η Μακεδονική Λεγεών κατά το 1821, περιοδικό "Μακεδονικά", τ. Α΄, Θεσσαλονίκη (1940)» (PDF). Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 26 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2014. 
  81. M. Isambert, Manuel du publiciste et de l'homme de l'état, τόμ. 1, σελ. 69-71, Παρίσι (1826). Αρχική δημοσίευση στην Gazette de Nuremberg (18/11/1821) και Moniteur (20-11-1821)
  82. Ο Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 157 αναφέρεται στην παρέμβαση του Τούρκου μολλά της πόλης Χαϊρουλλάχ υπέρ των Ελλήνων. Την επιστολή του ίδιου προσώπου προς το Σουλτάνο, με επικριτικό περιεχόμενο για τους σφαγείς, αναφέρει και ο Mark Mazower στο έργο του Θεσσαλονίκη, Η πόλη των φαντασμάτων, σελ. 175-176. Πρόκειται για πλαστή πηγή, η οποία κατασκευάστηκε από τον Αβραάμ Παπάζογλου: βλέπε Σαρηγιάννης, Μαρίνος (2015). «Μια πλαστή πηγή για τις σφαγές του 1821 στη Θεσσαλονίκη: ο "Χαϊρουλλάχ Εφέντης" του Αβραάμ Ν. Παπάζογλου». Μνήμων 34: 11-36. doi:10.12681/mnimon.10016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2019-04-07. https://web.archive.org/web/20190407100713/https://ejournals.epublishing.ekt.gr/index.php/mnimon/article/view/10016. Ανακτήθηκε στις 2019-04-07. 
  83. «Ο νέος ιερομάρτυς Επίσκοπος Κίτρους Μελέτιος ο Α΄ ο Κυριακός - 21 Μαρτίου 2015, Ενωμένη Ρωμηοσύνη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουνίου 2019. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2019. 
  84. «ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΠΑΘΗ (ΜΑΡΤΙΟΣ - ΙΟΥΛΙΟΣ 1821), Αθανασίου Καραθανάση, Αποστολική Διακονία». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2019. 
  85. Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, Βακαλόπουλος E. Απόστολος, Εκδόσεις Βάνιας, 1992
  86. «"Τα κατά την αναγέννησιν της Ελλάδος. Ήτοι, συλλογή των περί την αναγεννώμενην Ελλάδαν συνταχθέντων πολιτευμάτων, νόμων και άλλων επισήμων πράξεων από του 1821 μέχρι του 1832", Ανδρέου Ζ. Μαμούκα, Πειραιάς, Τυπογραφία Ηλίου Χριστοφίδου, 1839». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2015. 
  87. «Πανδέτης, Modern Greek Visual Prosopography». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουλίου 2014. 
  88. «Βασδραβέλλης Ιωάννης, 1940» (PDF). Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 26 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2014. 
  89. «Σούλης Χρ. Γεώργιος, Η Θεσσαλονίκη κατά τας αρχάς της Ελληνικής Επαναστάσεως. Μακεδονικά, τ. Β', 1953, σ. 583-589» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 26 Απριλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 1 Σεπτεμβρίου 2014. 
  90. Α. Βακαλόπουλος ο.π. σσ. 345-346
  91. Κωστής Μοσκώφ, Θεσσαλονίκη 1700-1912: Τομή της μεταπρατικής πόλης, Αθήνα, 1973, σ. 72
  92. Γεώργιος Μόδης, Αγώνες στη Μακεδονία, εκδόσεις: Μπαρμπουνάκη, Θεσσαλονίκη 1975, σελίδα 210
  93. Φιλόπτωχος Αδελφότης Ανδρών Θεσσαλονίκης, Η ιστορική πορεία και το έργο της ΦΑΑΘ, Η ΦΑΑΘ και ο Μακεδονικός Αγώνας, Φώτιος Μ. Πασχαλίδης
  94. Το Φεβρουάριο του 1871 με σουλτανικό φιρμάνι ιδρύθηκε η Βουλγαρική Εξαρχία ως αυτόνομη εκκλησιαστική διοίκηση με στοιχειώδη αναφορά προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Άνθιμος Ε’ συγκάλεσε το 1872 Σύνοδο, η οποία καταδίκασε τον εθνοφυλετισμό και κήρυξε σχισματική την Εξαρχία. Η Βουλγαρική Εκκλησία απέκτησε κανονικότητα το 1945 έπειτα από αίτηση συγχωρήσεως προς τον Οικουμενικό Θρόνο. Βλ. αναλυτικότερα Richard J. Crampton, A Concise History of Bulgaria, 1997, Cambridge University Press σσ. 75-76 και John Meyendorff, The Orthodox Church: Its Past and Its Role in the World Today, 1981, St Vladimir's Seminary Press σελ. 153
  95. Η οργανωτική δομή της Επιτροπής αποτελείτο από το αρχικό κομιτάτο "Ένωση και Πρόοδος" και την "Οθωμανική Επιτροπή Απελευθέρωσης" (Osmanli Htirriyeti Cemiyeti) του Μεχμέτ Ταλάτ, τα οποία συνενώθηκαν το Σεπτέμβριο του 1907. Erik Jan Zurcher, The Unionist Factor: The Role of the Committee of Union and Progress in the Turkish Nationalist Movement 1905-1926, International Journal of Middle East Studies, Vol. 20, No. 3 (Aug., 1988), σελ. 391
  96. Αλέξανδρος Δάγκας, Συμβολή στην έρευνα για την οικονομική και κοινωνική εξέλιξη της Θεσσαλονίκης: Οικονομική δομή και κοινωνικός καταμερισμός της εργασίας, 1912-1940, Εκδόσεις ΕΕΘ, Θεσσαλονίκη, 1998 σελίδα 8
  97. Για το Κίνημα των Νεοτούρκων βλ. E. F. Knight, Turkey; the Awakening of Turkey; the Turkish Revolution Of 1908, 2002, Adamant Media Corporation και M. Sukru Hanioglu, The Young Turks in Opposition (Studies in Middle Eastern History), 1995, Oxford University Press
  98. Αναλυτική περιγραφή της επίσκεψης του Σουλτάνου Μεχμέτ στη Θεσσαλονίκη γίνεται στο βιβλίο του Χρίστου Κ. Χριστοδούλου, Μουσταφά Κεμάλ: Ο βίος και η πολιτεία του στη Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Εξάντας, 2007 σσ. 201 - 209
  99. Αναλυτικότερα για τους Βαλκανικούς Πολέμους βλέπε
    • Λεωνίδα Παρασκευόπουλου, Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913, Εκδόσεις Καστανιώτη, 1999
    • André Gerolymatos, The Balkan Wars, 2002, Basic Books
    • Jacob Gould Schurman, The Balkan Wars, 1912-1913, 2005, Cosimo Inc.
  100. Charles and Barbara Jelavich, The Establishment of the Balkan National States, 1804-1920, 1986, University of Washington Press, σελ. 217
  101. Τις πληροφορίες προς την ελληνική Κυβέρνηση διαβίβασαν ο Έλληνας γιατρός του βουλγαρικού αρχιστρατηγείου Απόστολος Δοξιάδης και ο, επίσης, Έλληνας Έφεδρος Υπίατρος της 7ης βουλγαρικής μεραρχίας Φίλιππος Νίκογλου. Βλ. Κωνσταντίνος. Αν. Βαβούσκου, Μελετήματα - Οία τε φύλλα μακεδνής αιγείροιο - Επιστημονικαί Πραγματείαι, Σειρά Νομική και Οικονομική, αρ. 8, Θεσσαλονίκη, 2006, Τόμος Β’ σελ. 1116 και Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 189
  102. Herbert Adams Gibbons, The New Map of Europe (1911-1914): The Story of the Recent European Diplomatic Crises and Wars, 1914, The Century Company σελίδα 297
  103. Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 190
  104. Για το θέμα της αλλαγής πορείας του ελληνικού στρατού όπως και της παράδοσης της Θεσσαλονίκης υπάρχει η διαμφισβητούμενη ιστορική πληροφορία των τηλεγραφημάτων του Πρωθυπουργού Ε. Βενιζέλου προς τον Αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο.
    • Αναφερόμενος σε αυτό ο Κωνσταντίνος Αν. Βαβούσκος ο.π. σελ. 1117 γράφει: «Μεγάλη συζήτησις, ἐξελιχθεῖσα εἰς πολιτικὴν διαμάχην, ἐγένετο ὡς πρὸς τὸ πῶς ἡ ὑπὸ τὸν ἀρχιστράτηγον διάδοχον Κωνσταντῖνον στρατιά, ἡ ὁδεύουσα πρὸς Μοναστήριον, ἤλλαξε πορείαν πρὸς Θεσσαλονίκην. Λέγουν ὅτι ὁ πρωθυπουργὸς καὶ ὑπουργὸς Στρατιωτικῶν τότε Ἐλευθέριος Βενιζέλος ἐπίεσεν αὐτὸν διὰ διαταγῆς του νὰ ἀλλάξη πορείαν διὰ νὰ μὴ ἀπωλεσθῆ ἡ Θεσσαλονίκη πρὸς ὄφελος τοῦ Μοναστηρίου....Ἐν πάσῃ περιπτώσει ὁ διάδοχος Κωνσταντῖνος δὲν ἐστράφη πρὸς Θεσσαλονίκην λόγω διαταγῆς τοῦ Βενιζέλου, ἀλλὰ λόγω τοῦ ὅτι τὰ ἀνιχνευτικὰ σώματα, τὰ ὁποῖα εἶχεν ἐξαποστείλει πρὸς ἀνατολὰς τὸν ἐνημέρωσαν περὶ τῆς ἐκεῖ στρατιωτικῆς καταστάσεως. Ὁ ἀγαπητὸς συνάδελφός μου καθηγητὴς τῆς Ἱστορίας εἰς τὸ Πανεπιστήμιον Ἀθηνῶν Πρωτοψάλτης, ἀσχοληθεῖς εἰδικῶς μὲ τὸ θέμα, μὲ διεβεβαίωσεν ὅτι κατὰ τὴν ἔρευνάν του εἰς τὰ ἀρχεῖα τοῦ τότε Ὑπουργείου Στρατιωτικῶν οὐδεμίαν τοιαύτην διαταγὴν ἀνεῦρεν.»
    • Ο Pelham H. Box στο έργο Three Master Builders and Another: Studies in Modern Revolutionary and Liberal Statesmanship, 1925, Ayer Publishing σελίδα 218 αναφέρεται σε διάβημα του Βενιζέλου προς το Βασιλιά Γεώργιο προκειμένου να πεισθεί ο Κωνσταντίνος να οδεύσει προς τη Θεσσαλονίκη.
    • Ο Emil Ludwig στο βιβλίο του Nine Etched from Life, 1969, Ayer Publishing, σελ.270 εκτός από το διάβημα Βενιζέλου προς το Γεώργιο μεταφέρει και ένα διάλογό του με τον Κρητικό πολιτικό, όπου ο Ελευθέριος Βενιζέλος κάνει λόγο για παλαιότερη συζήτησή του με τον Κωνσταντίνο, στην οποία του είχε επισημάνει την ανάγκη προώθησης του στρατεύματος προς Θεσσαλονίκη και όχι προς Μοναστήρι.
    • Την εκδοχή του διαβήματος και των τηλεγραφημάτων υποστηρίζει ο Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σσ. 188-190
  105. Ιωάννης Μεταξάς. Το Προσωπικό του Ημερολόγιο. Β. Γκοβόστης. ISBN 978-960-270-990-0. 
  106. Γούναρης Β.· Νικόλτσιος Β. (2002). Από το Σαραντάπορο στη Θεσσαλονίκη. έκθεση Χασάν Ταχσίν Πασά. Θεσσαλονίκη: Νικόλτσιος. σελ. 73. ISBN 960-92042-0-1. 
  107. Richard Cooper Hall (2000). The Balkan Wars, 1912-1913: Prelude to the First World War. Routledge. σελ. 62. 
  108. Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 192
  109. «Alex Penmann, Jewish Thessaloniki: "Madre de Israel's" unsung requiem, Athens News, 22/07/2005, page: A24, article code: C13140A241». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 15 Μαΐου 2008. 
  110. Α. Παπαγιαννόπουλος ο.π. σελίδα 192.
  111. «Συλλογή Φωτογραφιών». www.imma.edu.gr. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2015. 
  112. «Ζέππελιν υπεράνω της πόλης (1916), του Γιάννη Γκλαρνέτατζη». alterthess.gr :: όλες οι ειδήσεις από την άλλη Θεσσαλονίκη. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2015. 
  113. «Κατάρριψη του Ζέπελιν, Θεσσαλονίκη Μάιος 1916». youtube.com. YouTube. 17 Ιουλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2013. 
  114. «Βλάσης Αγτζίδης, Θεσσαλονίκη και Πρόσφυγες, mikrasiatis.gr, 9 Mαρτίου 2018». Ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2021. 
  115. Η δολοφονία του Τάσου Τούση και η τραγική μάνα που ενέπνευσε τον Ρίτσο, ΕΘΝΟΣ, 11.05.2020
  116. Ο Ασβεστοχωρίτης Τάσος Τούσης, πρώτος νεκρός του Μάη του 1936
  117. Μάιος 1936: Η απεργία των καπνεργατών πνίγεται στο αίμα, TVXS, 9 Μαΐου 2011
  118. 01.05.2020, Η φωτογραφία της μάνας του δολοφονημένου καπνεργάτη Τούση. Έμπνευση για τον Επιτάφιο του Ρίτσου, alfavita.gr
  119. «Ο εμπρησμός της εβραϊκής συνοικίας του Κάμπελ στην Θεσσαλονίκη (29 Ιουνίου 1931) - istorikathemata.com». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 5 Δεκεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 7 Σεπτεμβρίου 2019. 
  120. Aristotle A. Kallis, The Jewish Community of Salonica Under Siege: The Antisemitic Violence of the Summer of 1931, Oxford University Press, 2006
  121. «Δορδανάς Στράτος (2002), Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Αντίποινα των γερμανικών αρχών κατοχής στη Μακεδονία (1941-1944)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Δεκεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2019. 
  122. Το πογκρόμ εκτελέσεων από τους ναζί στη Θεσσαλονίκη, 12.01.2019, Εφημερίδα των Συντακτών
  123. 123,0 123,1 Καζάνας, Γιώργος (2 Μαΐου 2020). «Η Ξηροκρήνη της Αντίστασης». Εφημερίδα των Συντακτών. Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2020. 
  124. «Η λύτρωση της ανυπότακτης Θεσσαλονίκης από τον ΕΛΑΣ, 30 Οκτ. 2018, Αριστομένης Συγγελάκης, tvxs.gr». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2019. 
  125. «Η Θεσσαλονίκη τιμά ξανά την ιστορία της, Απόστολος Λυκεσάς, 20.10.2016, Εφημερίδα των Συντακτών». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 30 Μαΐου 2019. 
  126. 29.10.2019, Από το ξήλωμα του τραμ μέχρι τα αρχαία του μετρό Θεσσαλονίκης, Γιάννης Α. Μυλόπουλος, efsyn.gr
  127. Ο Κ.Καραμανλής αφαιρεί τις τροχιοδρομικές γραμμές του τραμ Θεσσαλονίκης το 1954, thessaloniki.photos
  128. Meynaud, Jean (2002). Οι πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα. Αθήνα: Σαββάλας. ISBN 978-960-460-864-5. 
  129. Gkotzaridis, Evi (2016). A Pacifist's Life and Death. Grigorios Lambrakis and Greece in the Long Shadow of Civil War. UK: Cambridge Scholars Publishing. σελ. 411p. ISBN 978-1443885522. 
  130. «Ο Λαμπράκης απέθανε την 1 και 22' πρωϊνήν». εφημερίδα Θεσσαλονίκη. 27 Μαΐου 1963. 
  131. Νάντης Χατζηγιάννης Η δημοκρατία πρέπει να θυμάται και να τιμωρεί, ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ, 16/11/2008
  132. 50 χρόνια από τη δολοφονία του αγωνιστή Γιάννη Χαλκίδη, Νόρα Ράλλη, 01.09.2017, Εφημερίδα των Συντακτών
  133. Στο εδώλιο διότι αναγνώρισε τον βασανιστή του επί χούντας!, ΑΧ. ΧΕΚΙΜΟΓΛΟΥ, 25 Νοεμβρίου 2008
  134. Η ΔΕΘ έχει την δική της ένδοξη αντιδικτατορική Ιστορία: Γιάννης Χαλκίδης, avgi.gr, 07 Σεπτεμβρίου 2019
  135. 135,0 135,1 135,2 Χώρος Μνήμης από την Αντιδικτατορική Αντίσταση (1967-1974) στη Θεσσαλονίκη Διότι δεν συνεμορφώθην - cityportal
  136. 136,0 136,1 136,2 Ένας χώρος μνήμης για τον Αντιδικτατορικό Αγώνα στη Θεσσαλονίκη - parallaximag
  137. «Εγκαίνια χώρου μνήμης της αντιδικτατορικής αντίστασης στη Θεσσαλονίκη - Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών (ΣΦΕΑ) 1697-1974». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Νοεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 2018. 
  138. Ήρθε η ώρα η Θεσσαλονίκη να αποκτήσει μουσείο αντιδικτατορικού αγώνα, 20/11/2018, Εφημερίδα Μακεδονία
  139. Οι γυναίκες στον αντιδικτατορικό αγώνα, Μαρτυρία της Ασπασίας Καρρά, 15 Νοεμβρίου 2019, alterthess.gr
  140. 140,0 140,1 Η Θεσσαλονίκη των πολιτικών δολοφονιών, Σταύρος Τζίμας, Καθημερινή 17/12/2006, ανακτήθηκε 2 Μαΐου 2009.
  141. 141,0 141,1 «Εγκαίνια χώρου μνήμης της αντιδικτατορικής αντίστασης στη Θεσσαλονίκη - Σύνδεσμος Φυλακισθέντων και Εξορισθέντων Αντιστασιακών (ΣΦΕΑ) 1697-1974». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Νοεμβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2018. 
  142. 142,0 142,1 Χρίστου Ζαφείρη, Αντεθνικώς δρώντες…, 1971-1974, Η Θεσσαλονίκη στα χρόνια της χούντας και η εξέγερσης του Πολυτεχνείου της, Πρόλογος Δημήτρης Φατούρος, Επίκεντρο, ISBN: 978-960-458-335-5, Θεσσαλονίκη 2011
  143. Τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο Θεσσαλονίκης, του Σπύρου Κουζινόπουλου, Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων
  144. «Θεσσαλονίκη: 33 χρόνια από τον μεγάλο σεισμό». Το Βήμα. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Αυγούστου 2019. 
  145. «Cedefop Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 13 Ιουνίου 2019. 
  146. «Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  147. «Θεσσαλονίκη 2014». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Αυγούστου 2018. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  148. «Κορυφώνονται οι εορταστικές εκδηλώσεις στη Θεσσαλονίκη». ΤΑ ΝΕΑ. 27 Οκτωβρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 4 Ιουλίου 2020. 
  149. «Παραλία Θεσσαλονίκης: Ένας επιβλητικός περίπατος - «Ταξίδι» σε 141 χρόνια ιστορίας μέσα από 7.000 βήματα [εικόνες]». Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2021. 
  150. «Νέα Παραλία Θεσσαλονίκης». Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2021. 
  151. Васил Кънчов (1970). "Избрани произведения", Том II, "Македония. Етнография и статистика" (στα Βουλγαρικά). София: Издателство "Наука и изкуство". σελ. g. 440. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 19 Οκτωβρίου 2007. 
  152. Σαντζάκι Θεσσαλονίκης, Εμμανουήλ Γρηγορίου, Έλληνες και Βούλγαροι, Θεσσαλονίκη, 1954, από τις στατιστικές του Γερμανού Κόλμαρ φον ντερ Γκολτς και του Χιλμή μπέη
  153. Συλλογικό έργο (1973). "Ιστορία του Ελληνικού Έθνους", History of Greek Nation, Τόμος ΙΔ. ATHENS: "ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ". σελ. 340. 
  154. «Ένωση Περιφερειών Ελλάδας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 30 Μαρτίου 2018. 
  155. «Ελληνική Απογραφή». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 13 Μαρτίου 2013. 
  156. «Μετά τις δυτικές συνοικίες, η φτώχεια ρίζωσε και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης». εφημερίδα Μακεδονία. 8 Φεβρουαρίου 2015. 
  157. Αποκαλύφθηκε το “σημείο μηδέν” της Θεσσαλονίκης
  158. «Πηγή: Ιστοσελίδα Μνημεία της Θεσσαλονίκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Ιουνίου 2007. Ανακτήθηκε στις 18 Ιουλίου 2007. 
  159. «Mουσείο Ολοκαυτώματος, μνημείο στην Ιστορία - Εφημερίδα των Συντακτών 31.01.2018». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Ιουνίου 2019. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2019. 
  160. «HOLOCAUST MEMORIAL MUSEUM & HUMAN RIGHTS EDUCATIONAL CENTER OF GREECE-THESSALONIKI (Μουσείο Ολοκαυτώματος Ελλάδος - επίσημη ιστοσελίδα στα αγγλικά)». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 24 Ιουνίου 2018. 
  161. «ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: ΜΕΤΑΦΥΤΕΥΤΗΚΑΝ ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΕΛΑΙΟΔΕΝΤΡΑ ΣΤΟ ΠΑΡΚΟ ΜΝΗΜΗΣ - voria.gr». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Δεκεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2019. 
  162. «Μουσείο Ύδρευσης - ΕΥΑΘ». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Ιουνίου 2019. Ανακτήθηκε στις 3 Ιουνίου 2019. 
  163. «Ξενοδοχείο Porto Palace». Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2018. 
  164. «Πολιτιστικό Κέντρο, Θέατρο και υπαίθριος Κινηματογράφος Μενεμένης - Αρχιτεκτονικό Γραφείο Πρόδρομου Νικηφορίδη και Bernard Cuomo». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιουνίου 2016. 
  165. «Κέντρο Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης Ελευθερίου-Κορδελιού και Βερτίσκου». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιανουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2018. 
  166. «Εκδήλωση-αφιέρωμα στην εφημερίδα "ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ", την πρώτη εφημερίδα της Αντίστασης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 2016. 
  167. «Ιστορία της Πυλαίας - Ιστοσελίδα 1ου Γυμνασίου Πυλαίας Θεσσαλονίκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Ιουλίου 2018. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2018. 
  168. Aristotle A. Kallis, The Jewish Community of Salonica Under Siege: The Antisemitic Violence of the Summer of 1931, Oxford University Press, 2006
  169. Μάριος Ορφανός, Η Εθνική Ένωσις Ελλάς και το Πογκρόμ του Καμπέλ μέσα από τον τύπο, Διπλωματική Εργασία, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας, Πάντειο Πανεπιστήμιο, 2013
  170. Μαρία Βασιλικού, Εθνοτικές αντιθέσεις στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου: Η περίπτωση του εμπρησμού του Κάμπελ, Ίστωρ 7 (1994), σελίδες 153-174
  171. Πηγή: Ταξιδιωτικός Οδηγός Δυτική-Κεντρική Μακεδονία, σελίδες 58-65, εκδόσεις Explorer, 2003
  172. 172,0 172,1 «Μακεδονικός τάφος Μακρίδη Μπέη». macedoniantombmacridybey.culture.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιανουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 2019. 
  173. «Σπουδαίο μακεδονικό ταφικό μνημείο - 16.12.2016 εφημερίδα Η Καθημερινή». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου 2019. 
  174. Betegh, Gábor (19 Νοεμβρίου 2007). The Derveni Papyrus: Cosmology, Theology and Interpretation. Cambridge University Press. σελ. 56. ISBN 978-0-521-04739-5. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιουνίου 2014. Ανακτήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 2012. 
  175. Κρυωνάς, Κείμης (2 Φεβρουαρίου 2013). «Η Θεσσαλονίκη παλιά: Ο Τάφος στην Παπαναστασίου». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 23 Απριλίου 2021. 
  176. «Οι μακεδονικοί τάφοι στο πολεοδομικό συγκρότημα Θεσσαλονίκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Φεβρουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 9 Σεπτεμβρίου 2019. 
  177. ΔΥΤΙΚΗ ΝΕΚΡΟΠΟΛΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ: ΠΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ
  178. «Ο άγνωστος ναός της Αφροδίτης στη Θεσσαλονίκη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 10 Αυγούστου 2015. 
  179. 179,0 179,1 Θεσσαλονίκη Χάρτης Μνημείων - Δήμος Θεσσαλονίκης
  180. Mextidis, Pet. «Η κατεδάφιση του θαλασσίου τείχους της Θεσσαλονίκης, 1869 (The demolition of Thessaloniki maritime wall)» (στα αγγλικά). Για το academia.edu. https://www.academia.edu/38358344/%CE%97_%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B5%CE%B4%CE%AC%CF%86%CE%B9%CF%83%CE%B7_%CF%84%CE%BF%CF%85_%CE%B8%CE%B1%CE%BB%CE%B1%CF%83%CF%83%CE%AF%CE%BF%CF%85_%CF%84%CE%B5%CE%AF%CF%87%CE%BF%CF%85%CF%82_%CF%84%CE%B7%CF%82_%CE%98%CE%B5%CF%83%CF%83%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CE%BD%CE%AF%CE%BA%CE%B7%CF%82_1869_The_demolition_of_Thessaloniki_maritime_wall_. 
  181. «Ι. Ν. Παμμεγίστων Ταξιαρχών - Δυτική & Κεντρική Μακεδονία». www.religiousgreece.gr. Ανακτήθηκε στις 2 Νοεμβρίου 2020. 
  182. «Ένωση Μικρασιατών Φοιτητών, Ξηροκρήνη – μια ιστορική γειτονιά του Δήμου Θεσσαλονίκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Αυγούστου 2016. Ανακτήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 2016. 
  183. ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΟΚΤΑΓΩΝΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, Ε.Μακρή, 1983
  184. «Ξενοδοχείο «Βιέννη»: Το εμβληματικό κτήριο της Θεσσαλονίκης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Δεκεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 2019. 
  185. Unknown (22 Μαρτίου 2015). «ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ: ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος (Βαπτιστήριο)». ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΑ. Ανακτήθηκε στις 7 Νοεμβρίου 2020. 
  186. «Κατάλογος Μνημείων Υπουργείου Πολιτισμού». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Ιουλίου 2015. Ανακτήθηκε στις 15 Αυγούστου 2015. 
  187. «Βυζαντινοί Νερόμυλοι Πολίχνης-5ο Δημοτικό Σχολέιο Πολίχνης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Απριλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 24 Απριλίου 2016. 
  188. Οι 12 καλύτερα διατηρημένες κρήνες στη Θεσσαλονίκη, Thessaloniki Art and Culture
  189. Γιώργος Καζάνας, Ξηροκρήνη – μια ιστορική γειτονιά του Δήμου Θεσσαλονίκης
  190. James D. Tracy (2000). City Walls: The Urban Enceinte in Global Perspective. Cambridge University Press. σελίδες 303–307. ISBN 0-521-65221-9. 
  191. Πηγή: Salonica city of ghosts, σελίδα 5, εκδόσεις Harper Perennial, 2004
  192. «Πρόγραμμα ΕΠΕΑΕΚ: Οι μεταβυζαντινές εκκλησίες της Θεσσαλονίκης - Η θρησκευτική αρχιτεκτονική και τέχνη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Μαΐου 2015. Ανακτήθηκε στις 8 Απριλίου 2018. 
  193. «Ι.Μ.Θ. :: Παρεκκλήσια Ιερών Μονών». www.imth.gr. Ανακτήθηκε στις 26 Μαρτίου 2021. 
  194. Ιερός Ναός Αγίου Αθανασίου Ευόσμου, ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ ΚΑΙ ΣΤΑΥΡΟΥΠΟΛΕΩΣ
  195. «Αστικοί Μύθοι: Ο Τουρμπές Μουσά Μπαμπά». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου 2019. 
  196. «Μαυσωλείο του Μουσά Μπαμπά». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 10 Δεκεμβρίου 2018. 
  197. «Νοσοκομείο "Άγιος Δημήτριος" - Ιστορία». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2018. 
  198. «Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού | Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης». odysseus.culture.gr. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2021. 
  199. Τζήμου, Κύα (18 Μαΐου 2014). «Ήταν κάποτε το Ισλαχανέ». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2021. 
  200. «Ιστορία». www.monilazariston.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Οκτωβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2018. 
  201. Πηγή: Salonica city of ghosts, σελίδα 6, εκδόσεις Harper Perennial, 2004
  202. «Βίλα Πετρίδη: ένα κτίριο έργο τέχνης που εντυπωσίαζει το κοινό - voria.gr». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 17 Σεπτεμβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2018. 
  203. Βίλα Πετρίδη: Το κομψοτέχνημα της Θεσσαλονίκης αναμένεται να στολίσει και πολιτισμικά την πόλη
  204. «Η εκατονταετής ιστορία της Βίλας Πετρίδη - lifo.gr». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Μαΐου 2018. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουνίου 2018. 
  205. Casa Bianca - Η ζωή στη Θεσσαλονίκη γύρω στα 1900/Το αρχοντικό του Dino Fernandez Diaz, Ιστορική σκιαγραφία και μελέτη αναστηλώσεως του Ν.Κ. Μουτσόπουλου, Θεσσαλονίκη 1998
  206. Τα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης. 2016-04-01. https://www.tovima.gr/2016/04/01/books-ideas/ta-ksenodoxeia-tis-thessalonikis/. 
  207. 207,0 207,1 207,2 Κολώνας, Βασίλειος (2015). Εκατό χρόνια φιλοξενίας. Τα ξενοδοχεία της Θεσσαλονίκης (1914-2014). UNIVERSITY STUDIO PRESS. 
  208. 208,0 208,1 208,2 208,3 208,4 Κολώνας, Βασίλης (2012). Θεσσαλονίκη 1912-2012. Η Αρχιτεκτονική μιας εκατονταετίας. UNIVERSITY STUDIO PRESS. 
  209. Κρυωνάς, Κείμης (23 Φεβρουαρίου 2012). «Η Θεσσαλονίκη, παλιά: Κάποτε στα Διονύσια». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 7 Μαΐου 2021. 
  210. xristoszafiris (4 Απριλίου 2017). «Το σινέ «Διονύσια», ένας χαμένος θρύλος της Θεσσαλονίκης». ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΟΠΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2021. 
  211. Τζήμου, Κύα (21 Ιουνίου 2017). «Όλυμπος Νάουσα ξανά;». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 12 Ιουνίου 2021. 
  212. parallaxi (26 Ιουνίου 2018). «Η ιστορία του θρυλικού Καφέ "Ντορέ" της Θεσσαλονίκης». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 13 Ιουνίου 2021. 
  213. InsideFood CityCast - Ο θρύλος του ΝΤΟΡΕ [CC_S00E03], https://www.youtube.com/watch?v=QZjFtc1FpBo, ανακτήθηκε στις 2021-06-13 
  214. Μνημείο Θρακών Ηρώων του Γιώργου Τσάρα, parallaximag.gr
  215. Τσιτιρίδης, Γιώργος (9 Μαρτίου 2019). «Ανακάλυψε τα γλυπτά της πόλης: «Λουόμενη» του Νικόλα Παυλόπουλου». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 2021. 
  216. Τσιτιρίδης, Γιώργος (15 Δεκεμβρίου 2018). «Ανακάλυψε τα γλυπτά της πόλης: «Το αγόρι που σφυρίζει» του Νικόλα Παυλόπουλου». Parallaxi Magazine (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 2021. 
  217. «Δήμος Θεσσαλονίκης: Πολιτισμός». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιουνίου 2017. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2018. 
  218. «LABattoir: Πολιτιστικό Κέντρο Δήμου Θεσσαλονίκης - διατηρητέο κτίριο παλαιών σφαγείων - Επίσημη Ιστοσελίδα». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 10 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 26 Δεκεμβρίου 2018. 
  219. Δήμος Κορδελιού Εύοσμου, Πολιτισμός, www.kordelio-evosmos.gr
  220. 220,0 220,1 Καραδήμου-Γερόλυμπου, Αλέκα (2013). Η ανάδυση της σύγχρονης Θεσσαλονίκης (ιστορίες/πρόσωπα/τοπία). UNIVERSITY STUDIO PRESS. 
  221. Κολώνας, Βασίλης (2014). Εικονογραφία της Συνοικίας των Εξοχών (1885-1912). University Studio Press. 
  222. «Ιστορία της εβραϊκής οικοδομικής και αρχιτεκτονικής δραστηριότητας στη Θεσσαλονίκη». www.salonikajewisharchitecture.com. Ανακτήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 2020. 
  223. «Ιστορικά κτιριακά σύνολα στο δημόσιο χώρο - Το Ιταλικό Ινστιτούτο της Θεσσαλονίκης». teetkm.gr. 16 Μαΐου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Μαΐου 2021. 
  224. «Οι επαύλεις στην Αρετσού». kalamarianews.gr. Ανακτήθηκε στις 11 Μαΐου 2021. 
  225. Moussa, Myrianthe. «Πρόγραμμα Ξενία: Ονομασία, μελέτες + κατασκευές, τυπολογία & κατάλογοι έργων» (στα αγγλικά). Πρόγραμμα Ενίσχυσης Βασικής Έρευνας "ΠΕΒΕ 2010" ΕΜΠ. https://www.academia.edu/35271660/%CE%A0%CF%81%CF%8C%CE%B3%CF%81%CE%B1%CE%BC%CE%BC%CE%B1_%CE%9E%CE%B5%CE%BD%CE%AF%CE%B1_%CE%9F%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%B1%CF%83%CE%AF%CE%B1_%CE%BC%CE%B5%CE%BB%CE%AD%CF%84%CE%B5%CF%82_%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%B1%CF%83%CE%BA%CE%B5%CF%85%CE%AD%CF%82_%CF%84%CF%85%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1_and_%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%BF%CE%B9_%CE%AD%CF%81%CE%B3%CF%89%CE%BD. 
  226. «Ιστορία του Ναού». ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2020. 
  227. «ΑΡΧΕΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ». Ανακτήθηκε στις 13 Απριλίου 2020. 
  228. «ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ (ΚΡΑΤΙΚΟ ΩΔΕΙΟ)». thessarchitecture (στα Αγγλικά). 23 Οκτωβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 2020. 
  229. «Θεσσαλονίκη: Υπό έξωση βρίσκεται το μοναδικό Κρατικό Ωδείο της χώρας». NewsIT. 15 Ιουλίου 2013. https://www.newsit.gr/topikes-eidhseis/thessaloniki-ypo-eksosi-vrisketai-to-monadiko-kratiko-odeio-tis-xoras/1710032/. 
  230. «Φοιτητική Εβδομάδα ΑΠΘ». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Αυγούστου 2018. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουλίου 2018. 
  231. «Διεθνείς Σιδηροδρομικές Γραμμές». trainose.gr. ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. 29 Ιουνίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιουλίου 2016. Ανακτήθηκε στις 29 Ιουνίου 2016. 
  232. «Δρομολόγια με τα καραβάκια από Θεσσαλονίκη για Περαία και Ν. Επιβάτες». Ανακτήθηκε στις 19 Μαρτίου 2021. 
  233. «cretapost - 26.06.18 - Ξεκινά η ακτοπλοϊκή σύνδεση Ηράκλειο – Θεσσαλονίκη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2018. 
  234. «Μόνο πέντε κρουαζιερόπλοια θα "πιάσουν" φέτος στη Θεσσαλονίκη». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Αυγούστου 2019. Ανακτήθηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 2018. 

Βιβλιογραφία

Εξωτερικοί σύνδεσμοι