Πολίτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Παρακαλώ με τη σχετική εκμηρίωση Ετικέτα: Αναίρεση |
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
Σε γενικές γραμμές, ο '''πολίτης''' είναι «άτομο που δεν ανήκει σε [[ένοπλες δυνάμεις]], [[Αστυνομία|αστυνομικές]] ή [[Πυροσβεστική|πυροσβεστικές δυνάμεις]], σύμφωνα με το [[λεξικό]] ''Merriam Webster'' |
Σε γενικές γραμμές, ο '''πολίτης''' είναι «άτομο που δεν ανήκει σε [[ένοπλες δυνάμεις]], [[Αστυνομία|αστυνομικές]] ή [[Πυροσβεστική|πυροσβεστικές δυνάμεις]]. Επίσης, σύμφωνα με το [[λεξικό]] ''Merriam Webster'', πολίτης είναι αυτός που έχει την [[ιθαγένεια]] μιας χώρας, όπου αυτό του δίνει τη δυνατότητα να έχει πολιτικά δικαιώματα.<ref>{{cite web|title=Merriam-Webster Dictionary: Civilian|url=http://www.merriam-webster.com/dictionary/civilian|accessdate=15 December 2015}}</ref> |
||
Σύμφωνα με το [[πολεμικό δίκαιο]] (επίσης γνωστό ως [[διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο]]), ο πολίτης δεν είναι μέλος των ενόπλων δυνάμεων και δεν λαμβάνει άμεσα μέρος σε εχθροπραξίες σε περιόδους ενόπλων συγκρούσεων. Σύμφωνα με το [[διεθνές δίκαιο]], οι άμαχοι στο έδαφος εμπλεκόμενου κράτους σε ένοπλη σύρραξη δικαιούνται προνόμια κάτω από |
Σύμφωνα με το [[πολεμικό δίκαιο|Πολεμικό Δίκαιο]] (επίσης γνωστό ως [[διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο|Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο]]), ο πολίτης δεν είναι μέλος των ενόπλων δυνάμεων και δεν λαμβάνει άμεσα μέρος σε εχθροπραξίες σε περιόδους ενόπλων συγκρούσεων. Σύμφωνα με το [[διεθνές δίκαιο|Διεθνές Δίκαιο]], οι άμαχοι στο έδαφος εμπλεκόμενου κράτους σε ένοπλη σύρραξη δικαιούνται προνόμια κάτω από το [[εθιμικό δίκαιο του πολέμου|Εθιμικό Δίκαιο του πολέμου]] και των [[διεθνής συνθήκη|Διεθνών Συνθηκών]], όπως η [[Συμβάσεις της Γενεύης#Συμβάσεις|Τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης]]. Τα προνόμια που απολαμβάνουν βάσει του Διεθνούς Δικαίου εξαρτάται από το αν η σύγκρουση είναι εσωτερική (ένας [[εμφύλιος πόλεμος]]) ή διεθνής. |
||
==Ετυμολογία== |
==Ετυμολογία== |
||
Όσον αφορά στην ελληνική χρήση του όρου, η λέξη πολίτης ([[ουσιαστικό|ουσ.]]) στα [[αρχαιοελληνικά]] ετυμολογείται από το [[πόλις]] και σημαίνει κάτοικος πόλης που έχει πολιτικά δικαιώματα και ελεύθερος πολίτης. Χρησιμοποιούμενη ως [[επίθετο]] η λέξη σημαίνει εκείνος που ανήκει στην πόλη.<ref>''[http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/lexicon/search.html?lq=%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%AF%CF%84%CE%B7%CF%82&dq= Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής]]'</ref> |
|||
==Παραπομπές σημειώσεις== |
==Παραπομπές σημειώσεις== |
Έκδοση από την 16:04, 22 Μαΐου 2021
Σε γενικές γραμμές, ο πολίτης είναι «άτομο που δεν ανήκει σε ένοπλες δυνάμεις, αστυνομικές ή πυροσβεστικές δυνάμεις. Επίσης, σύμφωνα με το λεξικό Merriam Webster, πολίτης είναι αυτός που έχει την ιθαγένεια μιας χώρας, όπου αυτό του δίνει τη δυνατότητα να έχει πολιτικά δικαιώματα.[1]
Σύμφωνα με το Πολεμικό Δίκαιο (επίσης γνωστό ως Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο), ο πολίτης δεν είναι μέλος των ενόπλων δυνάμεων και δεν λαμβάνει άμεσα μέρος σε εχθροπραξίες σε περιόδους ενόπλων συγκρούσεων. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο, οι άμαχοι στο έδαφος εμπλεκόμενου κράτους σε ένοπλη σύρραξη δικαιούνται προνόμια κάτω από το Εθιμικό Δίκαιο του πολέμου και των Διεθνών Συνθηκών, όπως η Τέταρτη Σύμβαση της Γενεύης. Τα προνόμια που απολαμβάνουν βάσει του Διεθνούς Δικαίου εξαρτάται από το αν η σύγκρουση είναι εσωτερική (ένας εμφύλιος πόλεμος) ή διεθνής.
Ετυμολογία
Όσον αφορά στην ελληνική χρήση του όρου, η λέξη πολίτης (ουσ.) στα αρχαιοελληνικά ετυμολογείται από το πόλις και σημαίνει κάτοικος πόλης που έχει πολιτικά δικαιώματα και ελεύθερος πολίτης. Χρησιμοποιούμενη ως επίθετο η λέξη σημαίνει εκείνος που ανήκει στην πόλη.[2]
Παραπομπές σημειώσεις
- ↑ «Merriam-Webster Dictionary: Civilian». Ανακτήθηκε στις 15 Δεκεμβρίου 2015.
- ↑ Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής]'
Περαιτέρω ανάγνωση
- Helen M. Kinsella. The Image Before the Weapon: A Critical History of the Distinction Between Combatant and Civilian (Cornell University Press; 2011)