Χρήστης:Horizons14/πρόχειρο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 25: Γραμμή 25:
Αναφέρεται στην ιστορία ενός Ιταλού ευγενή στην εποχή του Ναπολέοντα και αργότερα και επαινέθηκε από τους Balzac, Tolstoy, André Gide, di Lampedusa και Henry James. Εμπνεύστηκε από έναν μη αυθεντικό ιταλικό απολογισμό του διαλυμένου νεαρού του Alessandro Farnese. [2] Το μυθιστόρημα έχει προσαρμοστεί για όπερα, ταινία και τηλεόραση.
Αναφέρεται στην ιστορία ενός Ιταλού ευγενή στην εποχή του Ναπολέοντα και αργότερα και επαινέθηκε από τους Balzac, Tolstoy, André Gide, di Lampedusa και Henry James. Εμπνεύστηκε από έναν μη αυθεντικό ιταλικό απολογισμό του διαλυμένου νεαρού του Alessandro Farnese. [2] Το μυθιστόρημα έχει προσαρμοστεί για όπερα, ταινία και τηλεόραση.


Ο τίτλος αναφέρεται σε ένα μοναστήρι Καρθουσιανών, το οποίο αναφέρεται μόνο στην τελευταία σελίδα του μυθιστορήματος και δεν εμφανίζεται σημαντικά στην πλοκή.
Ο τίτλος αναφέρεται σε ένα μοναστήρι Καρθουσιανών, το οποίο αναφέρεται μόνο στην τελευταία σελίδα του μυθιστορήματος και δεν εμφανίζεται σημαντικά στην πλοκή. Ο Σταντάλ έγραψε το βιβλίο σε μόλις 52 ημέρες (από τις 4 Νοεμβρίου 1838 έως τις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους


== Υπόθεση ==
== Υπόθεση ==
''Το Μοναστήρι της Πάρμας'' χρονολογεί τις περιπέτειες του νεαρού Ιταλού ευγενή Φαμπρίς ντε Ντόνγκο από τη γέννησή του το 1798 έως το θάνατό του. Ο Φαμπρίς περνά τα πρώτα του χρόνια στο κάστρο της οικογένειάς του στη [[λίμνη Κόμο]], ενώ το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου μυθιστορήματος διαδραματίζεται σε μια φανταστική [[Πάρμα]]. Και οι δύο τοποθεσίες βρίσκονται στην Ιταλία, η οποία την εποχή εκείνη, διατηρούσε το μεσαιωνικό χαρακτήρα των μικρών κρατιδίων με τους δικούς του άρχοντες το καθένα και η Πάρμα, στα βόρεια της Ιταλίας, ήταν ένα μικρό κράτος.<ref>{{Cite web|url=https://passepartoutreading.gr/2018/04/09/to-monastiri-tis-parmas/|title=passepartoutreading.gr/to-monastiri-tis-parmas/|last=.|first=|ημερομηνία=|website=|publisher=|archiveurl=|archivedate=|accessdate=}}</ref>
''Το Μοναστήρι της Πάρμας'' χρονολογεί τις περιπέτειες του νεαρού Ιταλού ευγενή Φαμπρίτσιο ντε Ντόνγκο από τη γέννησή του το 1798 έως το θάνατό του. Ο Φαμπρίτσιο περνά τα πρώτα του χρόνια στο κάστρο της οικογένειάς του στη [[λίμνη Κόμο]], ενώ το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου μυθιστορήματος διαδραματίζεται στην [[Πάρμα]]. Και οι δύο τοποθεσίες βρίσκονται στην Ιταλία, η οποία την εποχή εκείνη, διατηρούσε το μεσαιωνικό χαρακτήρα των μικρών κρατιδίων με τους δικούς του άρχοντες το καθένα και η Πάρμα, στα βόρεια της Ιταλίας, ήταν ένα μικρό κράτος.<ref>{{Cite web|url=https://passepartoutreading.gr/2018/04/09/to-monastiri-tis-parmas/|title=passepartoutreading.gr/to-monastiri-tis-parmas/|last=.|first=|ημερομηνία=|website=|publisher=|archiveurl=|archivedate=|accessdate=}}</ref>


Η δράση του μυθιστορήματος ξεκινά στο Μιλάνο το 1796, με τις εκμυστηρεύσεις ενός Γάλλου υπολοχαγού που ονομάζεται Ρομπέρ, ο οποίος αφηγείται την άφιξη στο [[Μιλάνο]] των επαναστατικών γαλλικών στρατευμάτων, με επικεφαλής τον νεαρό [[Ναπολέων Α΄|Ναπολέοντα Βοναπάρτη]]. Αυτά τα στρατεύματα ξυπνούν τους κατοίκους της [[Λομβαρδία|Λομβαρδίας]], που βρίσκονταν υπό αυστριακή κηδεμονία, παλιές ηρωικές μνήμες, και έγιναν δεκτά από την πλειοψηφία με ενθουσιασμό.
Η δράση του μυθιστορήματος ξεκινά στο Μιλάνο το 1796, με την άφιξη στο [[Μιλάνο]] των επαναστατικών γαλλικών στρατευμάτων, με επικεφαλής τον νεαρό [[Ναπολέων Α΄|Ναπολέοντα Βοναπάρτη]]. Αυτά τα στρατεύματα ξυπνούν στους κατοίκους της [[Λομβαρδία|Λομβαρδίας]], που βρίσκονταν υπό αυστριακή κηδεμονία, παλιές ηρωικές μνήμες, και έγιναν δεκτά από την πλειοψηφία με ενθουσιασμό.


Ο Fabrice μεγαλώνει περιτριγυρισμένος από ίντριγκες και συμμαχίες υπέρ και εναντίον των Γάλλων - ο πατέρας του ο μαρκήσιος φαντάζει κωμικά τον εαυτό του κατάσκοπο των Αυστριακών. Σε γενικές γραμμές υπαινίσσεται ότι ο Φάμπριτς μπορεί να είναι πατέρας από έναν επισκέπτη Γάλλο υπολοχαγό.
Ο Φαμπρίτσιο μεγαλώνει περιτριγυρισμένος από ίντριγκες και συμμαχίες υπέρ και εναντίον των Γάλλων - ο πατέρας του, ο μαρκήσιος, τάσσεται υπέρ των Αυστριακών.


Η πρώτη ενότητα του μυθιστορήματος περιγράφει την μάλλον δονκιχωτική προσπάθεια του Φαμπρίς να ενταχθεί στον στρατό του Ναπολέοντα όταν ο τελευταίος επιστρέφει στη Γαλλία τον Μάρτιο του 1815 (οι εκατό ημέρες). Ο Φαμπρίς είναι δεκαεπτά ετών, ιδεαλιστής, μάλλον αφελής και μιλάει ελάχιστα Γαλλικά. Ωστόσο, μέσα στον ενθουσιασμό του αφήνει το σπίτι του στη λίμνη Κόμο και ταξιδεύει βόρεια με ψεύτικα χαρτιά. Περιπλανιέται στη Γαλλία, χάνοντας γρήγορα χρήματα και άλογα. Φυλακίζεται ως κατάσκοπος, αλλά δραπετεύει με τη βοήθεια της συζύγου του φύλακα που αναπτύσσει μια αγάπη για τον Fabrice, φορώντας τη στολή ενός νεκρού Γάλλου ουσάρου. Στον ενθουσιασμό του για να παίξει το ρόλο Γάλλου στρατιώτη, περιπλανιέται στο πεδίο της [[Μάχη του Βατερλώ|μάχης του Βατερλώ]].
Η πρώτη ενότητα του μυθιστορήματος περιγράφει την μάλλον δονκιχωτική προσπάθεια του Φαμπρίτσιο να ενταχθεί στον στρατό του Ναπολέοντα όταν ο τελευταίος επιστρέφει στη Γαλλία τον Μάρτιο του 1815 (οι [[Ναπολεόντειοι Πόλεμοι#Πόλεμος του Έβδομου Συνασπισμού 1815|Εκατό ημέρες]] <ref>{{Cite web|url=https://www.rizospastis.gr/story.do?id=1164330|title=1815: Οι «Εκατό ημέρες» του Ναπολέοντα|last=.|first=|ημερομηνία=|website=|publisher=|archiveurl=|archivedate=|accessdate=}}</ref>). Ο Φαμπρίτσιο είναι δεκαεπτά ετών, όμορφος, ιδεαλιστής, χαρισματικά αφελής και μιλάει ελάχιστα Γαλλικά. Ωστόσο, μέσα στον ενθουσιασμό του αφήνει το σπίτι του στη λίμνη Κόμο και ταξιδεύει βόρεια με ψεύτικα χαρτιά. Περιπλανιέται στη Γαλλία, χάνοντας γρήγορα χρήματα και άλογα. Φυλακίζεται ως κατάσκοπος, αλλά δραπετεύει φορώντας τη στολή ενός νεκρού Γάλλου ουσάρου. Στον ενθουσιασμό του να παίξει το ρόλο Γάλλου στρατιώτη, χωρίς ουσιαστικά να συνειδητοποιεί για ποιο σκοπό μάχεται, βρίσκεται στα μετόπισθεν του πεδίου της [[Μάχη του Βατερλώ|μάχης του Βατερλώ]].


Ο Σταντάλ, βετεράνος πολλών [[Ναπολεόντειοι Πόλεμοι|ναπολεόντειων εκστρατειών]] (ήταν ένας από τους επιζώντες της [[Γαλλική εισβολή στη Ρωσία|Γαλλικής εισβολής στη Ρωσία]] το 1812), περιγράφει αυτή τη διάσημη μάχη ως χαοτική υπόθεση: οι στρατιώτες καλπάζουν με τον ένα και τον άλλο τρόπο καθώς οι σφαίρες οργώνουν τα χωράφια γύρω τους. Ο Fabrice εντάσσεται στη φρουρά του στρατηγού [[Μισέλ Νε|Μισέλ Νεΰ]], συναντά τυχαία κάποιον που θα μπορούσε να είναι ο πατέρας του, πυροβολεί έναν Πρώσο ιππέα ενώ αυτός και το σύνταγμά του φεύγουν και είναι τυχερός που επιβιώνει μόνο με μια σοβαρή πληγή στο πόδι του. Τελικά επιστρέφει στο οικογενειακό κάστρο τραυματισμένος και εξακολουθεί να αναρωτιέται, «ήμουν πραγματικά στη μάχη;» Ο Φαμπρίς αναγκάζεται γρήγορα να φύγει, καθώς ο μεγαλύτερος αδερφός του - άρρωστος και βαρετός - τον καταγγέλλει. Προς το τέλος του μυθιστορήματος, οι προσπάθειές του, όπως είναι, οδηγούν τους ανθρώπους να πουν ότι ήταν ένας από τους πιο γενναίους καπετάνιες ή συνταγματάρχες του Ναπολέοντα.
Ο Σταντάλ, βετεράνος πολλών [[Ναπολεόντειοι Πόλεμοι|ναπολεόντειων εκστρατειών]] (ήταν ένας από τους επιζώντες της [[Γαλλική εισβολή στη Ρωσία|Γαλλικής εισβολής στη Ρωσία]] το 1812), περιγράφει αυτή τη διάσημη μάχη ρεαλιστικά, βάσει και της προσωπικής του εμπειρίας στα πεδία των μαχών. Ο Φαμπρίτσιο εντάσσεται στη φρουρά του στρατηγού [[Μισέλ Νε|Μισέλ Νεΰ]], πυροβολεί έναν Πρώσο ιππέα καθώς το σύνταγμά του υποχωρεί και επιβιώνει μόνο με μια σοβαρή πληγή στο πόδι του. Τελικά επιστρέφει στο οικογενειακό κάστρο τραυματισμένος και εξακολουθεί να αναρωτιέται, «ήμουν πραγματικά στη μάχη;» Ο νεαρός ήρωας αναγκάζεται γρήγορα να φύγει από το πατρικό του, καθώς ο μεγαλύτερος αδερφός του - άρρωστος και βαρετός - τον καταγγέλλει για τη συμμετοχή του στη στρατιά του Ναπολέοντα.


Το μυθιστόρημα τώρα εστιάζεται ανάμεσα στον Φαμπρίς και τη θεία του Τζίνα (αδερφή του πατέρα του). Η Τζίνα συναντά και δημιουργεί σχέση με τον πρωθυπουργό της Πάρμας, τον κόμη Μόσκα. Ο κόμης Μόσκα της προτείνει να παντρευτεί έναν πλούσιο γέρο, τον δούκα Σανσεβέρινα, ο οποίος θα βρίσκεται μακριά από τη χώρα για πολλά χρόνια ως πρεσβευτής, έτσι ώστε οι δυό τους να συνεχίσουν τη σχέση τους ενώ ζουν υπό τους κοινωνικούς κανόνες της εποχής. Η Τζίνα απαντά, "Αλλά συνειδητοποιείς ότι αυτό που προτείνεις είναι εντελώς ανήθικο;" Ωστόσο, συμφωνεί, και έτσι λίγους μήνες αργότερα, η Τζίνα είναι η νέα κοινωνική υπεροχή στην μάλλον μικρή αριστοκρατική κοινωνία της Πάρμας.
Το μυθιστόρημα στη συνέχεια εστιάζεται ανάμεσα στον Φαμπρίτσιο και τη θεία του Τζίνα (αδερφή του πατέρα του). Η Τζίνα συναντά και δημιουργεί σχέση με τον πρωθυπουργό της Πάρμας, τον κόμη Μόσκα. Παντρεύεται όμως έναν πλούσιο γέρο, τον δούκα Σανσεβέρινα, διατηρώντας τη σχέση της με τον κόμη.


Η Τζίνα (πλέον δούκισσα Σανσεβερίνα) έτρεφε πολύ θερμά συναισθήματα για τον ανιψιό της από τότε που αυτός επέστρεψε από τη Γαλλία. Δεδομένου ότι η προσχώρηση στο Ναπολέοντα ήταν επίσημα παράνομη, αυτή και ο κόμης Μόσκα προσπαθούν να σχεδιάσουν μια επιτυχημένη αποκατάσταση για τον νεαρό. Το σχέδιο του κόμη είναι να πάει ο Φαμπρίτσιο στη θεολογική σχολή (σεμινάριο) της Νάπολης και όταν αποφοιτήσει να επανέλθει στην Πάρμα με ανώτερο αξίωμα στη θρησκευτική ιεραρχία, και τελικά να γίνει Αρχιεπίσκοπος, καθώς ο σημερινός κάτοχος του τίτλου ήταν ηλικιωμένος. Το γεγονός ότι ο Φαμπρίς δεν ενδιαφέρεται για τη θρησκεία (και την αγαμία) δεν έχει σημασία για αυτό το σχέδιο. Ο Φαμπρίς συμφωνεί απρόθυμα και φεύγει για τη Νάπολη.
Η Τζίνα (πλέον δούκισσα Σανσεβερίνα) έτρεφε πολύ θερμά συναισθήματα για τον ανιψιό της από τότε που αυτός επέστρεψε από τη Γαλλία. Δεδομένου ότι η προσχώρηση στην στρατιά του Ναπολέοντα ήταν επίσημα παράνομη, αυτή και ο κόμης Μόσκα προσπαθούν να σχεδιάσουν μια επιτυχημένη αποκατάσταση για τον νεαρό. Το σχέδιο του κόμη είναι να πάει ο Φαμπρίτσιο στη θεολογική σχολή (σεμινάριο) της Νάπολης και όταν αποφοιτήσει να επανέλθει στην Πάρμα με ανώτερο αξίωμα στη θρησκευτική ιεραρχία, και τελικά να γίνει Αρχιεπίσκοπος, καθώς ο σημερινός κάτοχος του τίτλου ήταν ηλικιωμένος. Το γεγονός ότι ο Φαμπρίτσιο δεν ενδιαφέρεται για τη θρησκεία (και την αγαμία) δεν έχει σημασία για αυτό το σχέδιο. Ο Φαμπρίτσιο συμφωνεί απρόθυμα και φεύγει για τη Νάπολη.


Στη συνέχεια, το βιβλίο περιγράφει με μεγάλη λεπτομέρεια πώς ζουν και λειτουργούν η Τζίνα και ο κόμης Μόσκα στην αυλή του πρίγκιπα της Πάρμας (με την ονομασία Ρανούτσε-Ερνέστος Δ'). Ο Σταντάλ, ο οποίος έζησε δεκαετίες ως επαγγελματίας διπλωμάτης στη βόρεια Ιταλία, δίνει μια ζωντανή και ενδιαφέρουσα περιγραφή της πριγκιπικής αυλής, αν και όλα αυτά που περιγράφει είναι εντελώς φανταστικά, καθώς η Πάρμα εκείνη την εποχή στην πραγματικότητα κυβερνήθηκε από τη [[Μαρία Λουίζα, δούκισσα της Πάρμας|Μαρία Λουίζα, Δούκισσα της Πάρμας]]. (Η Μαρία Λουίζα ήταν η δεύτερη σύζυγος του Ναπολέοντα.)
Στη συνέχεια, το βιβλίο περιγράφει με μεγάλη λεπτομέρεια πώς ζουν η Τζίνα και ο κόμης Μόσκα στην αυλή του πρίγκιπα της Πάρμας (με την ονομασία Ρανούτσε-Ερνέστος Δ'). Ο Σταντάλ, ο οποίος έζησε δεκαετίες ως επαγγελματίας διπλωμάτης στη βόρεια [[Ιταλία]], δίνει μια ζωντανή και ενδιαφέρουσα περιγραφή της πριγκιπικής αυλής, αν και όλα αυτά που περιγράφει είναι εντελώς φανταστικά, καθώς εκείνη την εποχή στην πραγματικότητα η Πάρμα είχε κυβερνήτη τη [[Μαρία Λουίζα, δούκισσα της Πάρμας|Μαρία Λουίζα, Δούκισσα της Πάρμας]]. (Η Μαρία Λουίζα ήταν η δεύτερη σύζυγος του [[Ναπολέων Α΄|Ναπολέοντα]].)


Μετά από αρκετά χρόνια θεολογικών σπουδών στη Νάπολη, κατά τη διάρκεια των οποίων δημιούργησε αρκετές αισθηματικές σχέσεις, ο Φαμπρίς επιστρέφει στην Πάρμα. Ο Φαμπρίς πίστευε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να ερωτευτεί και εκπλήσσεται όταν αναπτύσσει ρομαντικά συναισθήματα απέναντι στη θεία του Τζίνα. Ο παντογνώστης αφηγητής μας λέει ότι τα ίδια συναισθήματα ταράζουν και τη θεία του, αν και δεν τα εξωτερικεύουν ποτέ.
Μετά από αρκετά χρόνια θεολογικών σπουδών στη Νάπολη, κατά τη διάρκεια των οποίων δημιούργησε αρκετές αισθηματικές σχέσεις, ο Φαμπρίτσιο επιστρέφει στην Πάρμα και αναπτύσσει ρομαντικά συναισθήματα απέναντι στη θεία του Τζίνα. Ο παντογνώστης αφηγητής μας λέει ότι τα ίδια συναισθήματα ταράζουν και τη θεία του, αν και δεν τα εξωτερικεύουν ποτέ.


Ο Φαμπρίς εμπλέκεται σε σχέση με μια νεαρή ηθοποιό, τον διευθυντή/εραστή της οποίας σκοτώνει ο Φαμπρίς σε μονομαχία και φεύγει από την Πάρμα για τη [[Μπολόνια]], για να μην αντιμετωπίσει τη δίκη. Στη Μπολόνια, περνά τον χρόνο του προσπαθώντας να δημιουργήσει μια σχέση με μία ελκυστική σοπράνο, τη Φάουστα. Εν τω μεταξύ, στην Πάρμα το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για τη δολοφονία. Καθώς οι εξελίξεις δείχνουν ότι ο Φαμπρίτσιο ενδέχεται να εκτελεστεί, η Τζίνα πηγαίνει στον Πρίγκιπα για να παρακαλέσει για τη ζωή του, δηλώνοντας ότι θα φύγει από την Πάρμα εάν δεν σωθεί ο ανεψιός της. Ενώ ο πρίγκιπας αποξενώνεται από την αξιοπρέπεια και την ανεξαρτησία της Τζίνα, φοβάται ότι το δικαστήριο του θα γίνει βαρετό χωρίς αυτήν και ότι θα μιλήσει άσχημα για την κυριαρχία του όταν αναχωρεί. Επικοινωνεί την προθυμία του να απελευθερώσει τον Φάμπριτς και αποδίδει στο αίτημα της Τζίνα να υπογράψει ένα σημείωμα για να τον απελευθερώσει. Αλλά ο Κόμη, σε μια προσπάθεια να είναι διπλωματικός, παραλείπει την κρίσιμη φράση: "αυτή η άδικη διαδικασία δεν θα έχει περαιτέρω συνέπειες." Το επόμενο πρωί, ο πρίγκιπας σκοπεύει να φυλακίσει τον Φάμπρις για δώδεκα χρόνια υπογράφοντας μια εντολή που έχει τοποθετηθεί με ημερομηνία πριν από το σημείωμα που υποτίθεται ότι τον απελευθέρωσε.
Ο Φαμπρίτσιο εμπλέκεται σε σχέση με μια νεαρή ηθοποιό, τον διευθυντή/εραστή της οποίας σκοτώνει ο Φαμπρίς σε μονομαχία και φεύγει από την Πάρμα για τη [[Μπολόνια]], για να μην αντιμετωπίσει τη δίκη. Στη Μπολόνια, περνά τον χρόνο του προσπαθώντας να δημιουργήσει μια σχέση με μία ελκυστική σοπράνο, τη Φάουστα. Εν τω μεταξύ, στην Πάρμα το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για τη δολοφονία. Καθώς οι εξελίξεις δείχνουν ότι ο Φαμπρίτσιο ενδέχεται να εκτελεστεί, η Τζίνα πηγαίνει στον Πρίγκιπα για να παρακαλέσει για τη ζωή του και τελικά ο Φαμπρίτσιο φυλακίζεται για δώδεκα χρόνια.


Για τους επόμενους εννέα μήνες, η Τζίνα σχεδιάζει να απελευθερώσει τον Φαμπρίτσιο και καταφέρνει να του μεταδώσει μυστικά μηνύματα στον πύργο, εν μέρει μέσω μιας αυτοσχέδιας γραμμής semaphore. Ο Πρίγκιπας συνεχίζει να διαδίδει φήμες ότι ο Φαμπρίτσιο θα εκτελεστεί, ως τρόπος να ασκήσει πίεση στην Τζίνα. Εν τω μεταξύ, η Fabrice αγνοεί τον κίνδυνο και ζει ευτυχισμένα επειδή ερωτεύτηκε την κόρη του διοικητή της φυλακής, την Κλέλια Κόντι, την οποία μπορούσε να παρατηρεί από το παράθυρο του κελιού του καθώς αυτή φρόντιζε τα κλουβιά με τα πουλιά της. Ερωτεύονται και μετά από λίγο καιρό την πείθει να επικοινωνεί μαζί του χρησιμοποιώντας γράμματα του αλφαβήτου που εκτυπώνονται σε φύλλα που έχουν σχιστεί από ένα βιβλίο.
Για τους επόμενους εννέα μήνες, η Τζίνα σχεδιάζει να απελευθερώσει τον Φαμπρίτσιο και καταφέρνει να του μεταδώσει μυστικά μηνύματα. Στη φυλακή ο νεαρός ήρωας ζει ευτυχισμένος καθώς ερωτεύτηκε την κόρη του διοικητή της φυλακής, την Κλέλια Κόντι, την οποία παρατηρούσε από το παράθυρο του κελιού του καθώς αυτή φρόντιζε τα κλουβιά με τα πουλιά της. Ερωτεύονται και μετά από λίγο καιρό αρχίζουν να επικοινωνούν με σημειώματα.


Ο ευτυχισμένος Φαμπρίτσιο αντιστέκεται στα σχέδια της Τζίνας για απόδραση. Αλλά η Τζίνα τον πείθει επιτέλους και του έχει κλέψει λαθραία τρία μακριά σχοινιά. Το μόνο που αφορά τον Fabrice είναι αν θα μπορέσει να συναντήσει την Κλέλια μετά τη διαφυγή του. Αλλά η Κλέλια - που έχει συναισθήματα ενοχής, επειδή η συνωμοσία περιελάμβανε laudanum στον πατέρα της, την οποία αντιλήφθηκε ως δηλητήριο - υπόσχεται στην Παναγία ότι δεν θα δει ποτέ ξανά τον Φαμπρίτσιο και θα κάνει οτιδήποτε λέει ο πατέρας της.
Ο ευτυχισμένος Φαμπρίτσιο αντιστέκεται στα σχέδια της Τζίνας για απόδραση αλλά τελικά πείθεται. Το μόνο που τον ενδιαφέρει όμως είναι αν θα μπορέσει να συναντήσει την Κλέλια μετά την απόδρασή του. Αλλά η Κλέλια - που έχει συναισθήματα ενοχής, επειδή έδωσε στον πατέρα της λάβδανο, το οποίο αντιλήφθηκε ως δηλητήριο - υπόσχεται στην Παναγία ότι δεν θα δει ποτέ ξανά τον Φαμπρίτσιο και θα ακολουθήσει τις συμβουλές του πατέρα της να παντρευτεί κάποιον που της πρότεινε.


Ο κόμης Μόσκα, για να παραχωρήσει στον Φαμπρίτσιο ένα ανώτερο θρησκευτικό αξίωμα, τον πείθει να επιστρέψει οικειοθελώς για να δικασθεί πάλι και να αθωωθεί. Αντί να πάει στη φυλακή της πόλης, ο Φαμπρίτσιο επιστρέφει εθελοντικά στον Πύργο Φαρνέζε για να είναι κοντά στην Κλέλια. Επιδιώκοντας εκδίκηση, ο πατέρας της προσπαθεί να τον δηλητηριάσει, αλλά η Κλέλια τον εμποδίζει.
Η Τζίνα θέτει σε κίνηση ένα σχέδιο να δολοφονήσει τον πρίγκιπα της Πάρμας. Αυτή η πλοκή πραγματοποιείται από έναν ποιητή / ληστή / δολοφόνο Ferrante που έχει ερωτευτεί την Τζίνα. Ο κόμη Μόσκα μένει στην Πάρμα, και όταν ο πρίγκιπας πεθάνει (υπονοείται έντονα ότι δηλητηριάστηκε από τον Φερράντε), βάζει μια εξέγερση από μερικούς τοπικούς επαναστάτες και εγκαθιστά τον γιο του πρίγκιπα στο θρόνο. Ο νέος πρίγκιπας (μόλις 21 ετών) ερωτεύεται την Τζίνα. Όταν οι κατηγορίες του εισαγγελέα πλησιάζουν την αλήθεια πίσω από την εξέγερση, η Τζίνα πείθει τον πρίγκιπα να κάψει τα έγγραφα.


Η Κλέλια, εν τω μεταξύ, παντρεύτηκε αυτόν που ο πατέρας της επέλεξε.
Ο Count Mosca, δεσμευμένος να εγκαταστήσει τον Fabrice ως General Vicar, πείθει τη Gina και τον Fabrice ότι ο Fabrice επιστρέφει οικειοθελώς για να αθωωθεί. Αντί να πάει στη φυλακή της πόλης, ο Fabrice επιστρέφει εθελοντικά στον Πύργο Φαρνέζε για να είναι κοντά στην Κλέλια. Επιδιώκοντας εκδίκηση, ο στρατηγός Κόντι προσπαθεί να τον δηλητηριάσει, αλλά η Clelia τον εμποδίζει να τρώει το δηλητηριασμένο φαγητό.


Μετά την αθώωσή του, ο Φαμπρίτσιο αναλαμβάνει τα καθήκοντά του ως αρχιδιάκονος της [[Καθολική Εκκλησία|Καθολικής Εκκλησίας]] και τα κηρύγματα του γίνονται γνωστά σε όλη την πόλη. Ο μόνος λόγος που κάνει αυτά τα κηρύγματα, λέει ο ίδιος, είναι η ελπίδα ότι η Κλέλια θα έρθει να τον ακούσει, επιτρέποντάς του να τη δει και να της μιλήσει. Μετά από 14 μήνες, τη συναντά και η Κλέλια συμφωνεί να συναντιέται μαζί του υπό την προϋπόθεση ότι είναι στο σκοτάδι, για να μην παραβιάσει τον όρκο της στην Παναγία να μην τον ξαναδεί και τιμωρηθούν και οι δύο για την αμαρτία της. Ένα χρόνο αργότερα, φέρνει στον κόσμο το παιδί του Φαμπρίτσιο. Όταν το αγόρι είναι δύο ετών πεθαίνει και η Κλέλια επίσης λίγους μήνες αργότερα. Μετά το θάνατό της, ο Φαμπρίτσιο αποσύρεται στο μοναστήρι της Πάρμας (ένα μοναστήρι Καρθουσιανών), όπου μετά από λιγότερο από ένα χρόνο πεθαίνει κι αυτός. Η Τζίνα, κόμισα Μόσκα, που πάντα αγαπούσε τον Φαμπρίτσιο, πεθαίνει λίγο μετά από αυτόν. Το μυθιστόρημα τελειώνει με την αφιέρωση «To Happy Few» δηλαδή στους λίγους που θα το καταλάβουν.
Η απογοητευμένη Τζίνα ζητά την παρέμβαση του Πρίγκιπα για να τον μεταφέρει, και συμφωνεί να το πράξει υπό τον όρο ότι του παραδίδεται. Η Τζίνα υπόσχεται τόσο με δύναμη. Μετά από τρεις μήνες, ο πρίγκιπας προτείνει γάμο με την Τζίνα αλλά απορρίπτεται. Η Τζίνα υποτάσσεται στις φυσικές του απαιτήσεις και φεύγει αμέσως μετά. Η Τζίνα δεν επιστρέφει ποτέ, αλλά παντρεύεται τον Κόμη Μόσκα. Η Clélia παντρεύεται τους πλούσιους Marchese που ο πατέρας της επέλεξε για αυτήν, και η Clelia και η Fabrice ζουν δυστυχώς.

Μόλις αθωώθηκε, ο Φαμπρίτσιο αναλαμβάνει τα καθήκοντά του ως στρατηγός του Βικάρου στην Καθολική Εκκλησία και τα κηρύγματα του γίνονται ομιλία της πόλης. Ο μόνος λόγος που δίνει αυτά τα κηρύγματα, λέει ο ίδιος, είναι με την ελπίδα ότι η Κλέλια θα έρθει σε ένα, επιτρέποντάς του να τη δει και να της μιλήσει. Μετά από δεκατέσσερις μήνες ταλαιπωρίας και για τους δύο, συμφωνεί να συναντιέται μαζί του κάθε βράδυ, υπό την προϋπόθεση ότι είναι στο σκοτάδι, για να μην παραβιάσει τον όρκο της στην Παναγία να μην τον ξαναδεί και τιμωρηθούν και οι δύο για την αμαρτία της. Ένα χρόνο αργότερα, φέρει το παιδί της Fabrice. Όταν το αγόρι είναι δύο ετών, ο Φαμπρίτσιο επιμένει ότι πρέπει να τον φροντίσει στο μέλλον, επειδή αισθάνεται μοναξιά και ανησυχεί ότι το παιδί του δεν θα τον αγαπήσει. Το σχέδιο που σχεδιάζει αυτός και η Clélia είναι να πλαστογραφήσουν την ασθένεια και το θάνατο του παιδιού και στη συνέχεια να τον εγκαταστήσουν κρυφά σε ένα μεγάλο σπίτι κοντά, όπου ο Fabrice και η Clélia μπορούν να το βλέπουν καθημερινά. Μετά από αρκετούς μήνες το παιδί πραγματικά πεθαίνει και η Κλέλια πεθαίνει λίγους μήνες μετά από αυτό. Μετά το θάνατό της, ο Φαμπρίτσιο αποσύρεται στο μοναστήρι της Πάρμας (ένα μοναστήρι Καρθουσιανών), όπου μετά από λιγότερο από ένα χρόνο πεθαίνει κι αυτός. Η Τζίνα, κόμισα Μόσκα, που πάντα αγαπούσε τον Φαμπρίτσιο, πεθαίνει λίγο μετά από αυτόν. Το μυθιστόρημα τελειώνει με το επίθετο «To Happy Few».


== Λογοτεχνική σημασία ==
== Λογοτεχνική σημασία ==
Ενώ από ορισμένες απόψεις είναι ένα "ρομαντικό θρίλερ", συνυφασμένο με ίντριγκες και περιπέτειες, το μυθιστόρημα είναι επίσης μια εξερεύνηση της ανθρώπινης φύσης, της ψυχολογίας και της δικαστικής πολιτικής.
Το μυθιστόρημα είναι ένα «ρομαντικό θρίλερ» με πολιτικές ίντριγκες και περιπέτειες και συγχρόνως είναι επίσης μια εξερεύνηση της ανθρώπινης φύσης, της ψυχολογίας και της δικαστικής πολιτικής. Ο Σταντάλ καυτηριάζει τα ήθη της εποχής σχολιάζοντας την ματαιοδοξία και σκληρότητα των ευγενών, τις μηχανορραφίες της πριγκιπικής αυλής, τον αγώνα για εξουσία, τις δωροδοκίες, τους επαναστάτες και τους προδότες.

Το μυθιστόρημα αναφέρεται σαν ένα πρώιμο παράδειγμα [[Ρεαλισμός (λογοτεχνία)|ρεαλισμού]], μια έντονη αντίθεση στον [[Ρομαντισμός (λογοτεχνία)|ρομαντισμό]] που ήταν δημοφιλής όταν ο Σταντάλ έγραφε το μυθιστόρημα. Θεωρείται από πολλούς συγγραφείς ως πραγματικά επαναστατικό έργο. Ο [[Ονορέ ντε Μπαλζάκ]] το θεωρούσε το σημαντικότερο μυθιστόρημα της εποχής του, ο [[Λέων Τολστόι|Τολστόι]] επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την περιγραφή της μάχης του Βατερλώ στην απεικόνιση της [[Μάχη του Μποροντίνο|μάχης του Μποροντίνο]], στο έργο του [[Πόλεμος και Ειρήνη (Μυθιστόρημα)|Πόλεμος και Ειρήνη]]. Ο [[Αντρέ Ζιντ]] το περιέγραψε ως το μεγαλύτερο από όλα τα γαλλικά μυθιστορήματα, ενώ ο [[Χένρι Τζέιμς]] το κατατάσσει «μεταξύ των δώδεκα καλύτερων μυθιστορημάτων που διαθέτουμε». <ref>{{Cite web|url=https://archive.nytimes.com/www.nytimes.com/books/99/08/29/reviews/990829.29mendelt.html|title=After Waterloo-A new translation of Stendhal's masterpiece|last=.|first=|ημερομηνία=|website=|publisher=|archiveurl=|archivedate=|accessdate=}}</ref>


== Ελληνικές μεταφράσεις ==
Το μυθιστόρημα αναφέρεται ως ένα πρώιμο παράδειγμα ρεαλισμού, μια έντονη αντίθεση με το ρομαντικό στυλ που ήταν δημοφιλές ενώ ο Στένταλ είχε γράψει. Θεωρείται από πολλούς συγγραφείς ως ένα πραγματικά επαναστατικό έργο. Ο Honoré de Balzac το θεωρούσε το σημαντικότερο μυθιστόρημα της εποχής του, [4] Ο Τολστόι επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τη μεταχείριση του Στάνταλ από τη Μάχη του Βατερλώ στην απεικόνιση του για τη Μάχη του Μποροντίνο, αποτελώντας κεντρικό μέρος του μυθιστορήματός του Πόλεμος και Ειρήνη. [5 ] Ο André Gide το περιέγραψε ως το μεγαλύτερο από όλα τα γαλλικά μυθιστορήματα, ενώ ο Henry James το κατατάσσει «μεταξύ των δώδεκα καλύτερων μυθιστορημάτων που διαθέτουμε». [6]


* ''Το μοναστήρι της Πάρμας'' : Γιάννης Μπεράτης (Γκοβόστης, 1950), Νίκος Σαρλής (εκδ. Π.Κ., 1955), Κωστούλα Αγγελοπούλου (De Agostini Hellas, 2006), Δημήτρης Στεφανάκης (ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, στη σειρά Μεγάλες Αφηγήσεις).
== Κριτική ==
Ο Σταντάλ έγραψε το βιβλίο σε μόλις 52 ημέρες (από τις 4 Νοεμβρίου 1838 έως τις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους). Ως αποτέλεσμα, υπάρχουν μερικά κακώς εισαχθέντα στοιχεία πλοκής (όπως ο ποιητής-ληστής-δολοφόνος Ferrante που ξαφνικά εμφανίζεται στην ιστορία · ακόμη και ο συγγραφέας παραδέχεται ότι έπρεπε να είχε αναφέρει τη σχέση του Ferrante με την Τζίνα νωρίτερα στην ιστορία). [7]


== Εξωτερικοί σύνδεσμοι ==
== Εξωτερικοί σύνδεσμοι ==

Έκδοση από την 07:39, 25 Οκτωβρίου 2020

Το Μοναστήρι της Πάρμας
ΣυγγραφέαςΣταντάλ
ΤίτλοςLa Chartreuse de Parme
Γλώσσαγαλλικά
Μορφήμυθιστόρημα

Το Μοναστήρι της Πάρμας (Γαλλικά: La Chartreuse de Parme) είναι μυθιστόρημα του Σταντάλ που δημοσιεύθηκε το 1839.

Το έργο θα είναι, μέχρι τις αρχές του εικοστού αιώνα, σχετικά άγνωστο έξω από λίγους κύκλους αισθητικών, λογοτεχνικών κριτικών ή προσωπικοτήτων όπως ο Νίτσε, αυτό που ο Στάνταλ έπρεπε να ζητά, αφιερώνοντας το μυθιστόρημά του στο Happy Few ("Για τους προνομιούχους λίγους"). Ο τίτλος του είναι εμπνευσμένος από το Charterhouse of Parma που βρίσκεται κοντά στην πόλη της Πάρμα

Αναφέρεται στην ιστορία ενός Ιταλού ευγενή στην εποχή του Ναπολέοντα και αργότερα και επαινέθηκε από τους Balzac, Tolstoy, André Gide, di Lampedusa και Henry James. Εμπνεύστηκε από έναν μη αυθεντικό ιταλικό απολογισμό του διαλυμένου νεαρού του Alessandro Farnese. [2] Το μυθιστόρημα έχει προσαρμοστεί για όπερα, ταινία και τηλεόραση.

Ο τίτλος αναφέρεται σε ένα μοναστήρι Καρθουσιανών, το οποίο αναφέρεται μόνο στην τελευταία σελίδα του μυθιστορήματος και δεν εμφανίζεται σημαντικά στην πλοκή. Ο Σταντάλ έγραψε το βιβλίο σε μόλις 52 ημέρες (από τις 4 Νοεμβρίου 1838 έως τις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους

Υπόθεση

Το Μοναστήρι της Πάρμας χρονολογεί τις περιπέτειες του νεαρού Ιταλού ευγενή Φαμπρίτσιο ντε Ντόνγκο από τη γέννησή του το 1798 έως το θάνατό του. Ο Φαμπρίτσιο περνά τα πρώτα του χρόνια στο κάστρο της οικογένειάς του στη λίμνη Κόμο, ενώ το μεγαλύτερο μέρος του υπόλοιπου μυθιστορήματος διαδραματίζεται στην Πάρμα. Και οι δύο τοποθεσίες βρίσκονται στην Ιταλία, η οποία την εποχή εκείνη, διατηρούσε το μεσαιωνικό χαρακτήρα των μικρών κρατιδίων με τους δικούς του άρχοντες το καθένα και η Πάρμα, στα βόρεια της Ιταλίας, ήταν ένα μικρό κράτος.[1]

Η δράση του μυθιστορήματος ξεκινά στο Μιλάνο το 1796, με την άφιξη στο Μιλάνο των επαναστατικών γαλλικών στρατευμάτων, με επικεφαλής τον νεαρό Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Αυτά τα στρατεύματα ξυπνούν στους κατοίκους της Λομβαρδίας, που βρίσκονταν υπό αυστριακή κηδεμονία, παλιές ηρωικές μνήμες, και έγιναν δεκτά από την πλειοψηφία με ενθουσιασμό.

Ο Φαμπρίτσιο μεγαλώνει περιτριγυρισμένος από ίντριγκες και συμμαχίες υπέρ και εναντίον των Γάλλων - ο πατέρας του, ο μαρκήσιος, τάσσεται υπέρ των Αυστριακών.

Η πρώτη ενότητα του μυθιστορήματος περιγράφει την μάλλον δονκιχωτική προσπάθεια του Φαμπρίτσιο να ενταχθεί στον στρατό του Ναπολέοντα όταν ο τελευταίος επιστρέφει στη Γαλλία τον Μάρτιο του 1815 (οι Εκατό ημέρες [2]). Ο Φαμπρίτσιο είναι δεκαεπτά ετών, όμορφος, ιδεαλιστής, χαρισματικά αφελής και μιλάει ελάχιστα Γαλλικά. Ωστόσο, μέσα στον ενθουσιασμό του αφήνει το σπίτι του στη λίμνη Κόμο και ταξιδεύει βόρεια με ψεύτικα χαρτιά. Περιπλανιέται στη Γαλλία, χάνοντας γρήγορα χρήματα και άλογα. Φυλακίζεται ως κατάσκοπος, αλλά δραπετεύει φορώντας τη στολή ενός νεκρού Γάλλου ουσάρου. Στον ενθουσιασμό του να παίξει το ρόλο Γάλλου στρατιώτη, χωρίς ουσιαστικά να συνειδητοποιεί για ποιο σκοπό μάχεται, βρίσκεται στα μετόπισθεν του πεδίου της μάχης του Βατερλώ.

Ο Σταντάλ, βετεράνος πολλών ναπολεόντειων εκστρατειών (ήταν ένας από τους επιζώντες της Γαλλικής εισβολής στη Ρωσία το 1812), περιγράφει αυτή τη διάσημη μάχη ρεαλιστικά, βάσει και της προσωπικής του εμπειρίας στα πεδία των μαχών. Ο Φαμπρίτσιο εντάσσεται στη φρουρά του στρατηγού Μισέλ Νεΰ, πυροβολεί έναν Πρώσο ιππέα καθώς το σύνταγμά του υποχωρεί και επιβιώνει μόνο με μια σοβαρή πληγή στο πόδι του. Τελικά επιστρέφει στο οικογενειακό κάστρο τραυματισμένος και εξακολουθεί να αναρωτιέται, «ήμουν πραγματικά στη μάχη;» Ο νεαρός ήρωας αναγκάζεται γρήγορα να φύγει από το πατρικό του, καθώς ο μεγαλύτερος αδερφός του - άρρωστος και βαρετός - τον καταγγέλλει για τη συμμετοχή του στη στρατιά του Ναπολέοντα.

Το μυθιστόρημα στη συνέχεια εστιάζεται ανάμεσα στον Φαμπρίτσιο και τη θεία του Τζίνα (αδερφή του πατέρα του). Η Τζίνα συναντά και δημιουργεί σχέση με τον πρωθυπουργό της Πάρμας, τον κόμη Μόσκα. Παντρεύεται όμως έναν πλούσιο γέρο, τον δούκα Σανσεβέρινα, διατηρώντας τη σχέση της με τον κόμη.

Η Τζίνα (πλέον δούκισσα Σανσεβερίνα) έτρεφε πολύ θερμά συναισθήματα για τον ανιψιό της από τότε που αυτός επέστρεψε από τη Γαλλία. Δεδομένου ότι η προσχώρηση στην στρατιά του Ναπολέοντα ήταν επίσημα παράνομη, αυτή και ο κόμης Μόσκα προσπαθούν να σχεδιάσουν μια επιτυχημένη αποκατάσταση για τον νεαρό. Το σχέδιο του κόμη είναι να πάει ο Φαμπρίτσιο στη θεολογική σχολή (σεμινάριο) της Νάπολης και όταν αποφοιτήσει να επανέλθει στην Πάρμα με ανώτερο αξίωμα στη θρησκευτική ιεραρχία, και τελικά να γίνει Αρχιεπίσκοπος, καθώς ο σημερινός κάτοχος του τίτλου ήταν ηλικιωμένος. Το γεγονός ότι ο Φαμπρίτσιο δεν ενδιαφέρεται για τη θρησκεία (και την αγαμία) δεν έχει σημασία για αυτό το σχέδιο. Ο Φαμπρίτσιο συμφωνεί απρόθυμα και φεύγει για τη Νάπολη.

Στη συνέχεια, το βιβλίο περιγράφει με μεγάλη λεπτομέρεια πώς ζουν η Τζίνα και ο κόμης Μόσκα στην αυλή του πρίγκιπα της Πάρμας (με την ονομασία Ρανούτσε-Ερνέστος Δ'). Ο Σταντάλ, ο οποίος έζησε δεκαετίες ως επαγγελματίας διπλωμάτης στη βόρεια Ιταλία, δίνει μια ζωντανή και ενδιαφέρουσα περιγραφή της πριγκιπικής αυλής, αν και όλα αυτά που περιγράφει είναι εντελώς φανταστικά, καθώς εκείνη την εποχή στην πραγματικότητα η Πάρμα είχε κυβερνήτη τη Μαρία Λουίζα, Δούκισσα της Πάρμας. (Η Μαρία Λουίζα ήταν η δεύτερη σύζυγος του Ναπολέοντα.)

Μετά από αρκετά χρόνια θεολογικών σπουδών στη Νάπολη, κατά τη διάρκεια των οποίων δημιούργησε αρκετές αισθηματικές σχέσεις, ο Φαμπρίτσιο επιστρέφει στην Πάρμα και αναπτύσσει ρομαντικά συναισθήματα απέναντι στη θεία του Τζίνα. Ο παντογνώστης αφηγητής μας λέει ότι τα ίδια συναισθήματα ταράζουν και τη θεία του, αν και δεν τα εξωτερικεύουν ποτέ.

Ο Φαμπρίτσιο εμπλέκεται σε σχέση με μια νεαρή ηθοποιό, τον διευθυντή/εραστή της οποίας σκοτώνει ο Φαμπρίς σε μονομαχία και φεύγει από την Πάρμα για τη Μπολόνια, για να μην αντιμετωπίσει τη δίκη. Στη Μπολόνια, περνά τον χρόνο του προσπαθώντας να δημιουργήσει μια σχέση με μία ελκυστική σοπράνο, τη Φάουστα. Εν τω μεταξύ, στην Πάρμα το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για τη δολοφονία. Καθώς οι εξελίξεις δείχνουν ότι ο Φαμπρίτσιο ενδέχεται να εκτελεστεί, η Τζίνα πηγαίνει στον Πρίγκιπα για να παρακαλέσει για τη ζωή του και τελικά ο Φαμπρίτσιο φυλακίζεται για δώδεκα χρόνια.

Για τους επόμενους εννέα μήνες, η Τζίνα σχεδιάζει να απελευθερώσει τον Φαμπρίτσιο και καταφέρνει να του μεταδώσει μυστικά μηνύματα. Στη φυλακή ο νεαρός ήρωας ζει ευτυχισμένος καθώς ερωτεύτηκε την κόρη του διοικητή της φυλακής, την Κλέλια Κόντι, την οποία παρατηρούσε από το παράθυρο του κελιού του καθώς αυτή φρόντιζε τα κλουβιά με τα πουλιά της. Ερωτεύονται και μετά από λίγο καιρό αρχίζουν να επικοινωνούν με σημειώματα.

Ο ευτυχισμένος Φαμπρίτσιο αντιστέκεται στα σχέδια της Τζίνας για απόδραση αλλά τελικά πείθεται. Το μόνο που τον ενδιαφέρει όμως είναι αν θα μπορέσει να συναντήσει την Κλέλια μετά την απόδρασή του. Αλλά η Κλέλια - που έχει συναισθήματα ενοχής, επειδή έδωσε στον πατέρα της λάβδανο, το οποίο αντιλήφθηκε ως δηλητήριο - υπόσχεται στην Παναγία ότι δεν θα δει ποτέ ξανά τον Φαμπρίτσιο και θα ακολουθήσει τις συμβουλές του πατέρα της να παντρευτεί κάποιον που της πρότεινε.

Ο κόμης Μόσκα, για να παραχωρήσει στον Φαμπρίτσιο ένα ανώτερο θρησκευτικό αξίωμα, τον πείθει να επιστρέψει οικειοθελώς για να δικασθεί πάλι και να αθωωθεί. Αντί να πάει στη φυλακή της πόλης, ο Φαμπρίτσιο επιστρέφει εθελοντικά στον Πύργο Φαρνέζε για να είναι κοντά στην Κλέλια. Επιδιώκοντας εκδίκηση, ο πατέρας της προσπαθεί να τον δηλητηριάσει, αλλά η Κλέλια τον εμποδίζει.

Η Κλέλια, εν τω μεταξύ, παντρεύτηκε αυτόν που ο πατέρας της επέλεξε.

Μετά την αθώωσή του, ο Φαμπρίτσιο αναλαμβάνει τα καθήκοντά του ως αρχιδιάκονος της Καθολικής Εκκλησίας και τα κηρύγματα του γίνονται γνωστά σε όλη την πόλη. Ο μόνος λόγος που κάνει αυτά τα κηρύγματα, λέει ο ίδιος, είναι η ελπίδα ότι η Κλέλια θα έρθει να τον ακούσει, επιτρέποντάς του να τη δει και να της μιλήσει. Μετά από 14 μήνες, τη συναντά και η Κλέλια συμφωνεί να συναντιέται μαζί του υπό την προϋπόθεση ότι είναι στο σκοτάδι, για να μην παραβιάσει τον όρκο της στην Παναγία να μην τον ξαναδεί και τιμωρηθούν και οι δύο για την αμαρτία της. Ένα χρόνο αργότερα, φέρνει στον κόσμο το παιδί του Φαμπρίτσιο. Όταν το αγόρι είναι δύο ετών πεθαίνει και η Κλέλια επίσης λίγους μήνες αργότερα. Μετά το θάνατό της, ο Φαμπρίτσιο αποσύρεται στο μοναστήρι της Πάρμας (ένα μοναστήρι Καρθουσιανών), όπου μετά από λιγότερο από ένα χρόνο πεθαίνει κι αυτός. Η Τζίνα, κόμισα Μόσκα, που πάντα αγαπούσε τον Φαμπρίτσιο, πεθαίνει λίγο μετά από αυτόν. Το μυθιστόρημα τελειώνει με την αφιέρωση «To Happy Few» δηλαδή στους λίγους που θα το καταλάβουν.

Λογοτεχνική σημασία

Το μυθιστόρημα είναι ένα «ρομαντικό θρίλερ» με πολιτικές ίντριγκες και περιπέτειες και συγχρόνως είναι επίσης μια εξερεύνηση της ανθρώπινης φύσης, της ψυχολογίας και της δικαστικής πολιτικής. Ο Σταντάλ καυτηριάζει τα ήθη της εποχής σχολιάζοντας την ματαιοδοξία και σκληρότητα των ευγενών, τις μηχανορραφίες της πριγκιπικής αυλής, τον αγώνα για εξουσία, τις δωροδοκίες, τους επαναστάτες και τους προδότες.

Το μυθιστόρημα αναφέρεται σαν ένα πρώιμο παράδειγμα ρεαλισμού, μια έντονη αντίθεση στον ρομαντισμό που ήταν δημοφιλής όταν ο Σταντάλ έγραφε το μυθιστόρημα. Θεωρείται από πολλούς συγγραφείς ως πραγματικά επαναστατικό έργο. Ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ το θεωρούσε το σημαντικότερο μυθιστόρημα της εποχής του, ο Τολστόι επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από την περιγραφή της μάχης του Βατερλώ στην απεικόνιση της μάχης του Μποροντίνο, στο έργο του Πόλεμος και Ειρήνη. Ο Αντρέ Ζιντ το περιέγραψε ως το μεγαλύτερο από όλα τα γαλλικά μυθιστορήματα, ενώ ο Χένρι Τζέιμς το κατατάσσει «μεταξύ των δώδεκα καλύτερων μυθιστορημάτων που διαθέτουμε». [3]

Ελληνικές μεταφράσεις

  • Το μοναστήρι της Πάρμας : Γιάννης Μπεράτης (Γκοβόστης, 1950), Νίκος Σαρλής (εκδ. Π.Κ., 1955), Κωστούλα Αγγελοπούλου (De Agostini Hellas, 2006), Δημήτρης Στεφανάκης (ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, στη σειρά Μεγάλες Αφηγήσεις).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Παραπομπές

{{WikidataCoord}} – missing coordinate data

Χρήστης:Horizons14/πρόχειρο


[[Αρχείο:|200px]]
ΣυγγραφέαςΕμίλ Ζολά
Γλώσσαγαλλικά
Μορφήμυθιστόρημα


Ελληνικές μεταφράσεις

{{Authority control }

  • Ο γιατρός Πασκάλ, μτφ. Δημήτρης Κωστελένος (εκδ. "Ζουμπουλάκης - Βιβλιοθήκη για όλους", 1980)

Παραπομπές



19ος αιώνας

1800-1815 - Η πρώτη αυτοκρατορία

  • 1800 - Δημιουργήθηκε η Τράπεζα της Γαλλίας. - Ο Ναπολέων αναδιοργανώνει την πόλη σε δώδεκα διαμερίσματα, καθένας με δήμαρχο με μικρή δύναμη, κάτω από δύο Νομάρχες, έναν για την αστυνομία και έναν για τη διοίκηση της πόλης, και οι δύο διορίζονται από αυτόν.-Ο Ναπολέοντας εγκαθίσταται στο παλάτι του Κεραμεικού.
Στέψη του Ναπολέοντα, αυτοκράτορα των Γάλλων, στον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων (2 Δεκεμβρίου 1804)
  • 1801 - Πληθυσμός: 548.000 - 12 Μαρτίου - Ο Ναπολέων διατάζει τη δημιουργία τριών νέων νεκροταφείων έξω από την πόλη. Μονμάρτρη προς τα βόρεια. Père-Lachaise στα ανατολικά και Montparnasse στα νότια. [108] - Ο Ναπολέων διατάζει την κατασκευή τριών νέων γεφυρών: Pont d'Austerlitz, Pont Saint-Louis και Pont des Arts.- Ανοίγει το Passage des Panoramas (εμπορική στοά).
  • 1802 - Ο Ναπολέων διατάζει την κατασκευή ενός καναλιού από τον ποταμό Ourcq για να φέρει φρέσκο ​​πόσιμο νερό στο Παρίσι. -Ο Ναπολέοντα ιδρύει μια επιτροπή δημόσιας υγείας, για τη βελτίωση της υγιεινής της πόλης. [93]
* Γκαλερί του Palais-Royal το 1800
  • 1803 - Ο Robert Fulton δείχνει το πρώτο ατμόπλοιο στον Σηκουάνα. -24 Σεπτεμβρίου - Το Pont des Arts, η πρώτη σιδερένια γέφυρα στο Παρίσι, ανοίγει στο κοινό. Οι πεζοί πληρώνουν πέντε σεντ για μια διέλευση.
  • 1804 - 2 Δεκεμβρίου - Ο Ναπολέων Α στέφεται αυτοκράτορας των Γάλλων στον καθεδρικό ναό της Παναγίας των Παρισίων.-Πρώτα βραβεία της Λεγεώνας της Τιμής στους Invalides. Το πρώην hôtel de Salm γίνεται το Palais de la Légion d'honneur.-Ανοίγει το εστιατόριο Le Rocher de Cancale.
  • 1805 - Ο Ναπολέων διατάσσει ένα νέο σύστημα αριθμών σπιτιών, ξεκινώντας από το Σηκουάνα, με ζυγά αριθμούς στη δεξιά πλευρά του δρόμου και περίεργους αριθμούς στα αριστερά.
  • 1806 - Διάταγμα που διατάζει την κατασκευή δεκατεσσάρων νέων σιντριβανιών, συμπεριλαμβανομένου του Fontaine du Palmier στο Place du Châtelet, για παροχή πόσιμου νερού. - Κατασκευάζεται η Αψίδα του Θριάμβου του Καρουζέλ, στην πλατεία Place du Carrousel, ανάμεσα στο παλάτι του Κεραμεικού και το Λούβρο. - Εντολή για την κατασκευή της Αψίδας του Θριάμβου. Εγκαινιάστηκε στις 29 Ιουλίου 1836, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λουδοβίκου-Φιλίππου. - Έναρξη κατασκευής της γέφυρας του Αούστερλιτς.- Διάταγμα με το οποίο διατάσσεται η δημιουργία ενός «Ναού της Δόξας» αφιερωμένου στους στρατιώτες των στρατών του Ναπολέοντα στην τοποθεσία της ημιτελούς εκκλησίας της Μαντλέν.
  • 1807-Πληθυσμός: 580.000 [107] - Εγκαινιάστηκε η γέφυρα της Ιένας και το Théâtre des Variétés ανοίγει. - Διάταγμα για την κατασκευή rue Soufflot στην αριστερή όχθη, στον άξονα του Πάνθεον. - Διάταγμα για μείωση του αριθμού των θεάτρων στο Παρίσι σε οκτώ. η Όπερα, η Όπερα-Κόμικ, το Θέατρο-Φραντσάις, το Θέατρο ντε Λιμπέρρατσε (Οδησσός) · Vaudeville, Variétés, Ambigu, Gaîté. Οι Όπερες Italien, Cirque Olympique και Théâtre de Porte-Saint-Martin προστέθηκαν αργότερα. [112]
  • 1808 - Ολοκλήρωση του καναλιού Ourcq, φέρνοντας φρέσκο ​​πόσιμο νερό 107 χιλιόμετρα στο Παρίσι. - Πρώτη πέτρα τοποθετημένη στο σιντριβάνι του ελέφαντα στην Place de la Bastille. Ολοκληρώθηκε μόνο μια έκδοση πλήρους μεγέθους από ξύλο και γύψο.
  • 1809-16 Αυγούστου - Άνοιγμα της αγοράς λουλουδιών στο quai Desaix (τώρα quai de Corse).
  • 1810 - Για σκοπούς λογοκρισίας, ο αριθμός των τυπογραφείων στο Παρίσι περιορίζεται σε πενήντα.2 Απριλίου - Θρησκευτική τελετή του γάμου του Ναπολέοντα με τη δεύτερη σύζυγό του, τη Μαρία-Λουίζα της Αυστρίας, στο σαλόνι του Λούβρου.4 Απριλίου - πρώτη πέτρα για το Παλάτι του Υπουργείου Εξωτερικών στο quai d'Orsay. Ολοκληρώθηκε το 1838.15 Αυγούστου - Ολοκλήρωση της στήλης Place Vendôme, φτιαγμένη από 1200 καταγεγραμμένα ρωσικά και αυστριακά κανόνια - Ανακαινίζονται οι Κατακόμβες του Παρισιού.
  • 1811 - Πληθυσμός: 624.000 [107] - 20 Μαρτίου - Γέννηση του Ναπολέοντα Β΄, βασιλιά της Ρώμης, γιου του Ναπολέοντα Α' και της αυτοκράτειρας Μαρί-Λουίζα, στο Tuileries. - διοργανώθηκε το πρώτο τάγμα πυροσβεστών του Παρισιού. [110]- Ο ρωσικός στρατός εισέρχεται στο Παρίσι στις 31 Μαρτίου 1814
  • 1812Το Sûreté, το ερευνητικό γραφείο της αστυνομίας του Παρισιού, που ιδρύθηκε από τον Eugène François Vidocq. - Το νερό από τις βρύσες του Παρισιού παρέχεται δωρεάν.

1814 -30 Μαρτίου - Η μάχη του Παρισιού. Η πόλη υπερασπίζεται ο Ωγκύστ ντε Μαρμόν και ο Εντουάρ Μορτιέ και παραδόθηκε στις 2 Μαρτίου στις 31 Μαρτίου.

31 Μαρτίου - Ο Τσάρος Αλέξανδρος Α' της Ρωσίας και ο Βασιλιάς Γουίλιαμ Α της Πρωσίας μπαίνουν στο Παρίσι, επικεφαλής των στρατών τους. [113]

6 Απριλίου - Απαγωγή του Ναπολέοντα Η Γαλλική Γερουσία απευθύνει έκκληση στον βασιλιά Louis XVIII να πάρει το στέμμα.

3 Μαΐου - Ο Louis XVIII μπαίνει στο Παρίσι, που καταλαμβάνεται από τους συμμαχικούς στρατούς.

1815

19 Μαρτίου - Ο Louis XVIII φεύγει από το Παρίσι τα μεσάνυχτα και ο Ναπολέων επιστρέφει στις 20, την αρχή των εκατό ημερών.

Μετά τη μάχη του Βατερλώ, το Παρίσι καταλαμβάνεται και πάλι, αυτή τη φορά από τον έβδομο συνασπισμό.

Το Hôtel Meurice ανοίγει για επιχειρήσεις.

1815–1830 - Η Παλινόρθωση των Βουρβόνων