Ακτουάριος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Διάσωση 1 πηγών και υποβολή 0 για αρχειοθέτηση.) #IABot (v2.0 |
||
Γραμμή 5: | Γραμμή 5: | ||
Στην Βυζαντινή αυτοκρατορία ο τίτλος εμφανίζεται πάλι στο [[Τακτικόν Ουσπένσκι]], περίπου το 842 και αργότερα στο [[Κλητορολόγιον]] το 899, αλλά ο ρόλος του κατόχου του αξιώματος είναι ασαφής<ref name="ODB50"/>. Τον 10ο αιώνα στους τίτλους και αξιώματα του αυτοκράτορα [[Κωνσταντίνος Ζ΄|Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου]], ο Ακτουάριος αναφέρεται ως τιμιτικός τίτλος, βραβείο, στους νικητές [[Ηνίοχος (επάγγελμα)|ηνίοχους]] του Ιπποδρόμου, αλλά τον 12ο αιώνα (ή ίσως και τον 11ο αιώνα) ο απονεμόταν σε διακεκριμένους γιατρούς, ενδεχομένως, εκείνων που συνδέονται με την αυτοκρατορική αυλή, γνωστότερος από αυτούς ήταν ο [[Ιωάννης Ακτουάριος]]<ref name="ODB50"/>. |
Στην Βυζαντινή αυτοκρατορία ο τίτλος εμφανίζεται πάλι στο [[Τακτικόν Ουσπένσκι]], περίπου το 842 και αργότερα στο [[Κλητορολόγιον]] το 899, αλλά ο ρόλος του κατόχου του αξιώματος είναι ασαφής<ref name="ODB50"/>. Τον 10ο αιώνα στους τίτλους και αξιώματα του αυτοκράτορα [[Κωνσταντίνος Ζ΄|Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου]], ο Ακτουάριος αναφέρεται ως τιμιτικός τίτλος, βραβείο, στους νικητές [[Ηνίοχος (επάγγελμα)|ηνίοχους]] του Ιπποδρόμου, αλλά τον 12ο αιώνα (ή ίσως και τον 11ο αιώνα) ο απονεμόταν σε διακεκριμένους γιατρούς, ενδεχομένως, εκείνων που συνδέονται με την αυτοκρατορική αυλή, γνωστότερος από αυτούς ήταν ο [[Ιωάννης Ακτουάριος]]<ref name="ODB50"/>. |
||
Μετά την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας το αξίωμα χρησιμοποιείται ως τιμητικός τίτλος, οφίκιο, από το Οικουμενικό πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης<ref> |
Μετά την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας το αξίωμα χρησιμοποιείται ως τιμητικός τίτλος, οφίκιο, από το Οικουμενικό πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης<ref>{{Cite web |url=http://www.ec-patr.gr/gr/offik/List.htm |title=Οικουμενικό πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης |accessdate=2016-01-25 |archiveurl=https://web.archive.org/web/20140824025220/http://www.ec-patr.gr/gr/offik/List.htm |archivedate=2014-08-24 |url-status=dead }}</ref> αλλά και το [[Πατριαρχείο Αλεξανδρείας]]<ref>Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας, [http://www.patriarchateofalexandria.com/index.php?module=content&cid=002007 Οφφικίαλοι του Θρόνου]</ref>. |
||
== Παραπομπές == |
== Παραπομπές == |
Τρέχουσα έκδοση από την 06:05, 7 Οκτωβρίου 2019
Ο Ακτουάριος (ελληνικά : ἀκτουάριος, λατινικά : actarius) ήταν τίτλος που απονεμόταν σε αξιωματούχους στην Ρωμαϊκή κι έπειτα στην Βυζαντινή Αυτοκρατορία, είτε σαν τιμητικός είτε με αρμοδιότητες. Ο τίτλος σήμερα απονέμεται τιμητικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ο ακτουάριος ήταν δημόσιος υπάλληλος, επιφορτισμένος με την κατανομή των μισθών και των διατάξεων που αφορούσαν τον ρωμαϊκό στρατό[1]. Το αξίωμα εμφανίστηκε στα τέλη της αυτοκρατορίας και μαρτυρείται τουλάχιστον μέχρι τον 6ο αιώνα στην πρώιμη Βυζαντινή αυτοκρατορία, αλλά εμφανίζεται μόνο σε νομικά κείμενα[1].
Στην Βυζαντινή αυτοκρατορία ο τίτλος εμφανίζεται πάλι στο Τακτικόν Ουσπένσκι, περίπου το 842 και αργότερα στο Κλητορολόγιον το 899, αλλά ο ρόλος του κατόχου του αξιώματος είναι ασαφής[1]. Τον 10ο αιώνα στους τίτλους και αξιώματα του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Ζ' Πορφυρογέννητου, ο Ακτουάριος αναφέρεται ως τιμιτικός τίτλος, βραβείο, στους νικητές ηνίοχους του Ιπποδρόμου, αλλά τον 12ο αιώνα (ή ίσως και τον 11ο αιώνα) ο απονεμόταν σε διακεκριμένους γιατρούς, ενδεχομένως, εκείνων που συνδέονται με την αυτοκρατορική αυλή, γνωστότερος από αυτούς ήταν ο Ιωάννης Ακτουάριος[1].
Μετά την πτώση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας το αξίωμα χρησιμοποιείται ως τιμητικός τίτλος, οφίκιο, από το Οικουμενικό πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης[2] αλλά και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας[3].
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 Kazhdan 1991, σελ. 50}
- ↑ «Οικουμενικό πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Αυγούστου 2014. Ανακτήθηκε στις 25 Ιανουαρίου 2016.
- ↑ Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας, Οφφικίαλοι του Θρόνου
Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- Kazhdan, Alexander Petrovich, επιμ. (1991). The Oxford Dictionary of Byzantium. New York, New York and Oxford, United Kingdom: Oxford University Press. ISBN 978-0-19-504652-6.