Ιωάννης Μεταξάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
BubbleBabis (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 53: Γραμμή 53:
==Στρατιωτική σταδιοδρομία==
==Στρατιωτική σταδιοδρομία==


Στις [[24 Σεπτεμβρίου]] [[1885]], σε ηλικία 14 ετών, εισήλθε<ref name="KHIM31"/> στη [[Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων]], απ' όπου αποφοίτησε το [[1890]] με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού του [[Μηχανικό (Ελλάδα)|Μηχανικού]]. Τον Σεπτέμβριο του [[1892]] εισήλθε στη Σχολή Μηχανικών Στρατού και δύο χρόνια αργότερα μετατέθηκε στο [[Ναύπλιο]], όπου και ξεκίνησε<ref name="KHIM32">{{cite book |author= Μαρίνα Πετράκη |title= ΗΓΕΤΕΣ: ο Ιωάννης πίσω από τον Μεταξά |chapter= Τα πρώτα χρόνια |publisher= [[Καθημερινή]] |year= 2014 |pages= 32 |isbn= 978-960-585-010-4}}</ref> να γράφει τις πρώτες σελίδες του ημερολογίου του. Το [[1897]] μετατέθηκε στο Υπουργείο Στρατιωτικών σε επιτελική θέση δίπλα στον τότε Υπουργό Στρατιωτικών και θείο του, [[Νικόλαος Κ. Μεταξάς|Νικόλαο Μεταξά]]. Ύστερα από πιέσεις του ίδιου μετατέθηκε στο επιτελείο του τότε Αντιστράτηγου, στη θέση του υπευθύνου των εμπιστευτικών αρχείων του επιτελείου. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον διάδοχο του θρόνου [[Κωνσταντίνος Α΄ της Ελλάδας|Κωνσταντίνο]] και να συνδεθεί φιλικά μαζί του.<ref name="KHIM32"/> Το 1898 πέτυχε τη χορήγηση υποτροφίας από τον Βασιλιά για στρατιωτικές σπουδές στη [[Γερμανία]]. Το [[1902]] αποφοίτησε από την [[Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου]] με σημαντικές διακρίσεις {{Ref_label|I|i|none}}, δεχόμενος εμφανείς επιρροές από τον [[Πρωσία|πρωσικό]] [[Μιλιταρισμός|μιλιταρισμό]]. Με την επιστροφή του στην [[Ελλάδα]] τοποθετήθηκε στο τότε νεοσύστατο κατά τα ξένα πρότυπα [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]] συμβάλλοντας σημαντικά στην οργάνωση του στρατού. Εκεί συνεργάστηκε με τον [[Βίκτωρ Δούσμανης|Βίκτωρα Δούσμανη]] για τη σύνταξη των νέων στρατιωτικών κανονισμών, οι οποίοι ψηφίστηκαν στη Βουλή το 1904, ύστερα από εισήγηση του [[Γεώργιος Θεοτόκης|Γεωργίου Θεοτόκη]]. Δύο χρόνια αργότερα, το 1906, προήχθη σε Λοχαγό Α' Τάξεως. Ως μέλος του επιτελείου ανέπτυξε στενή φιλία με τον [[Πρίγκιπας Ανδρέας της Ελλάδας|πρίγκηπα Ανδρέα]], αδερφό του διαδόχου Κωνσταντίνου, ενώ το 1907 του ζητήθηκε να αναλάβει τη στρατιωτική εκπαίδευση του μετέπειτα Βασιλιά [[Γεώργιος Β΄ της Ελλάδας|Γεωργίου Β']]. Για τα επόμενα δύο χρόνια ο Ιωάννης Μεταξάς του δίδασκε στρατιωτική ιστορία και τακτική.
Στις [[24 Σεπτεμβρίου]] [[1885]], σε ηλικία 14 ετών, εισήλθε<ref name="KHIM31"/> στη [[Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων]], απ' όπου αποφοίτησε το [[1890]] με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού του [[Μηχανικό (Ελλάδα)|Μηχανικού]]. Τον Σεπτέμβριο του [[1892]] εισήλθε στη Σχολή Μηχανικών Στρατού και δύο χρόνια αργότερα μετατέθηκε στο [[Ναύπλιο]], όπου και ξεκίνησε<ref name="KHIM32">{{cite book |author= Μαρίνα Πετράκη |title= ΗΓΕΤΕΣ: ο Ιωάννης πίσω από τον Μεταξά |chapter= Τα πρώτα χρόνια |publisher= [[Καθημερινή]] |year= 2014 |pages= 32 |isbn= 978-960-585-010-4}}</ref> να γράφει τις πρώτες σελίδες του ημερολογίου του. Το [[1897]] μετατέθηκε στο Υπουργείο Στρατιωτικών σε επιτελική θέση δίπλα στον τότε Υπουργό Στρατιωτικών και θείο του, [[Νικόλαος Κ. Μεταξάς|Νικόλαο Μεταξά]]. Ύστερα από πιέσεις του ίδιου μετατέθηκε στο επιτελείο του τότε Αντιστράτηγου, στη θέση του υπευθύνου των εμπιστευτικών αρχείων του επιτελείου. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον διάδοχο του θρόνου [[Κωνσταντίνος Α΄ της Ελλάδας|Κωνσταντίνο]] και να συνδεθεί φιλικά μαζί του.<ref name="KHIM32"/> Το 1898 πέτυχε τη χορήγηση υποτροφίας από τον Βασιλιά για στρατιωτικές σπουδές στη [[Γερμανία]]. Το [[1902]] αποφοίτησε από την [[Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου]] με σημαντικές διακρίσεις {{Ref_label|I|i|none}}, δεχόμενος εμφανείς επιρροές από τον [[Πρωσία|πρωσικό]] [[Μιλιταρισμός|μιλιταρισμό]]. Σύμφωνα με τα αρχεία της Ακαδημίας για τους αξιωματικούς που φοίτησαν εκεί κατά την ίδια περίοδο, ο Μεταξάς φοίτησε στην ίδια τάξη με τρεις μετέπειτα αρχηγούς του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου (Βίλχελμ Χάιε, Όττο Χάσσε και Βίλχελμ Βέτζελ), τον μετέπειτα Πρώσο υπουργό πολέμου και ιδρυτή της [[Ράιχσβερ]] στρατηγό Βάλτερ Ράινχαρντ, τον Πάουλ φον Λέτοβ-Φόρμπεκ (μετέπειτα διοικητή των γερμανικών δυνάμεων στην Ανατολική Αφρική κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο), ενώ φαίνεται ότι στην ίδια τάξη φοιτούσε και ο Νουρεντίν πασάς, μετέπειτα διοικητής του τουρκικού στρατού κατά την [[Καταστροφή της Σμύρνης]].
Με την επιστροφή του στην [[Ελλάδα]] τοποθετήθηκε στο τότε νεοσύστατο κατά τα ξένα πρότυπα [[Γενικό Επιτελείο Στρατού]] συμβάλλοντας σημαντικά στην οργάνωση του στρατού. Εκεί συνεργάστηκε με τον [[Βίκτωρ Δούσμανης|Βίκτωρα Δούσμανη]] για τη σύνταξη των νέων στρατιωτικών κανονισμών, οι οποίοι ψηφίστηκαν στη Βουλή το 1904, ύστερα από εισήγηση του [[Γεώργιος Θεοτόκης|Γεωργίου Θεοτόκη]]. Δύο χρόνια αργότερα, το 1906, προήχθη σε Λοχαγό Α' Τάξεως. Ως μέλος του επιτελείου ανέπτυξε στενή φιλία με τον [[Πρίγκιπας Ανδρέας της Ελλάδας|πρίγκηπα Ανδρέα]], αδερφό του διαδόχου Κωνσταντίνου, ενώ το 1907 του ζητήθηκε να αναλάβει τη στρατιωτική εκπαίδευση του μετέπειτα Βασιλιά [[Γεώργιος Β΄ της Ελλάδας|Γεωργίου Β']]. Για τα επόμενα δύο χρόνια ο Ιωάννης Μεταξάς του δίδασκε στρατιωτική ιστορία και τακτική.


Με την έκρηξη του [[Κίνημα στο Γουδί|στρατιωτικού κινήματος στο Γουδή]], οι επαναστάτες μετέθεσαν τον Μεταξά στη [[Λάρισα]], αφού ήταν γνωστός για τις επαφές του με τη βασιλική οικογένεια. Χαρακτηριστικό της στενής του σχέσης είναι ότι η [[Σοφία της Ελλάδας|Βασίλισσα Σοφία]] τον αποκαλούσε «Γιαννάκη»{{παραπομπή}}. Στις 19 Οκτωβρίου του 1910 ανακλήθηκε πίσω στην [[Αθήνα]] με εντολή του ίδιου του [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Ελευθέριου Βενιζέλου]], με τον οποίο συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο στο οποίο διέμενε ο τελευταίος. Στη συνάντηση του προσέφερε την θέση του πρώτου υπασπιστή του, την οποία και αποδέχθηκε.
Με την έκρηξη του [[Κίνημα στο Γουδί|στρατιωτικού κινήματος στο Γουδή]], οι επαναστάτες μετέθεσαν τον Μεταξά στη [[Λάρισα]], αφού ήταν γνωστός για τις επαφές του με τη βασιλική οικογένεια. Χαρακτηριστικό της στενής του σχέσης είναι ότι η [[Σοφία της Ελλάδας|Βασίλισσα Σοφία]] τον αποκαλούσε «Γιαννάκη»{{παραπομπή}}. Στις 19 Οκτωβρίου του 1910 ανακλήθηκε πίσω στην [[Αθήνα]] με εντολή του ίδιου του [[Ελευθέριος Βενιζέλος|Ελευθέριου Βενιζέλου]], με τον οποίο συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο στο οποίο διέμενε ο τελευταίος. Στη συνάντηση του προσέφερε την θέση του πρώτου υπασπιστή του, την οποία και αποδέχθηκε.

Έκδοση από την 15:18, 17 Απριλίου 2018

Για τα υπόλοιπα μέλη της ιστορικής οικογένειας, δείτε: Οικογένεια Μεταξά. Για άλλα πρόσωπα με το ίδιο επίθετο, δείτε: Μεταξάς.
Ιωάννης Μεταξάς
Ο Μεταξάς σε φωτογραφία του 1937
Πρωθυπουργός της Ελλάδας
Περίοδος
13 Απριλίου 1936 – 29 Ιανουαρίου 1941
ΜονάρχηςΓεώργιος Β΄
ΠροκάτοχοςΚωνσταντίνος Δεμερτζής
ΔιάδοχοςΑλέξανδρος Κορυζής
Προσωπικά στοιχεία
Γέννηση12 Απριλίου 1871, Ιθάκη, Ελλάδα
Θάνατος29 Ιανουαρίου 1941 (69 ετών)
Αθήνα, Ελλάδα
ΕθνότηταΕλληνική
Πολιτικό κόμμαΚόμμα των Ελευθεροφρόνων
ΒραβεύσειςΤάγμα του Σωτήρος (1913)
Υπογραφή
Στρατιωτική υπηρεσία
Υπηρεσία/κλάδοςΕλληνικός Στρατός
ΒαθμόςΑντιστράτηγος
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ιωάννης Μιχαήλ Μεταξάς (Ιθάκη, 12 Απριλίου 1871 - Αθήνα, 29 Ιανουαρίου 1941) ήταν Έλληνας στρατιωτικός και δικτάτορας από το 1936 ως το 1941.

Ως αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού έλαβε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους. Επίσης, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο και στον Εθνικό Διχασμό συντασσόμενος με την παράταξη των βασιλοφρόνων αντιβενιζελικών και το 1917 εξορίστηκε στην Κορσική. Με την επιστροφή του ίδρυσε το κόμμα των Ελευθεροφρόνων, το οποίο κατάφερε πολλές φορές να εισέλθει στη Βουλή συγκεντρώνοντας όμως χαμηλά ποσοστά.[1]

Το 1936, κατόπιν διαφόρων συγκυριών, διορίστηκε από το βασιλιά Γεώργιο πρωθυπουργός της Ελλάδας, στη θέση του αποβιώσαντος Δεμερτζή και στη συνέχεια πρωτοστάτησε στην επιβολή του δικτατορικού καθεστώτος της 4ης Αυγούστου σε συνεργασία με το βασιλιά. Κυβέρνησε έως το θάνατό του τον Ιανουάριο του 1941.[2]

Έμεινε στην ιστορία για την ανακοίνωση της απόρριψης του ιταλικού τελεσιγράφου της 28ης Οκτωβρίου 1940 στον Ιταλό πρέσβη.[2]

Πρώιμα χρόνια

Ο Ιωάννης Μεταξάς με τους γονείς του

Γεννήθηκε στην Ιθάκη, όπου ο πατέρας του υπηρετούσε ως έπαρχος. Ήταν γιος του Παναγή Μεταξά, ανώτατου κρατικού υπαλλήλου, και της Ελένης Τριγώνη από το Αγρίνιο.[3] Καταγόταν από παρηκμασμένο οικονομικά κλάδο των Αντζουλακάτων της αριστοκρατικής οικογένειας των Μεταξάδων

[4] και ήταν εγγονός του Μαρίνου Μεταξά, νομικού και γερουσιαστή, πρώτος ξάδερφος του Μενέλαου Μεταξά, αξιωματικού του στρατού καθώς και ανιψιός του Αγαμέμνωνα Μεταξά και του Νικολάου Μεταξά, αξιωματικού του στρατού και πολιτικού. Είχε άλλα δύο αδέρφια, τη Μαριάνθη και τον Κωνσταντίνο, ο οποίος σπούδασε νομικά αλλά, σχετικά νέος, οδηγήθηκε στο ψυχιατρείο. Μεγάλωσε με σχετική οικονομική άνεση μέχρι και το 1879, οπότε και ο πατέρας του απώλεσε την πολιτική θέση που κατείχε με αποτέλεσμα να εγκατασταθούν στην Κεφαλονιά..[5] Στην Κεφαλονιά περάτωσε τις εγκύκλιες σπουδές του ενώ δημοτικό παρακολούθησε στο τοπικό σχολείο της Ιθάκης.[3]

Στρατιωτική σταδιοδρομία

Στις 24 Σεπτεμβρίου 1885, σε ηλικία 14 ετών, εισήλθε[3] στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, απ' όπου αποφοίτησε το 1890 με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού του Μηχανικού. Τον Σεπτέμβριο του 1892 εισήλθε στη Σχολή Μηχανικών Στρατού και δύο χρόνια αργότερα μετατέθηκε στο Ναύπλιο, όπου και ξεκίνησε[6] να γράφει τις πρώτες σελίδες του ημερολογίου του. Το 1897 μετατέθηκε στο Υπουργείο Στρατιωτικών σε επιτελική θέση δίπλα στον τότε Υπουργό Στρατιωτικών και θείο του, Νικόλαο Μεταξά. Ύστερα από πιέσεις του ίδιου μετατέθηκε στο επιτελείο του τότε Αντιστράτηγου, στη θέση του υπευθύνου των εμπιστευτικών αρχείων του επιτελείου. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και να συνδεθεί φιλικά μαζί του.[6] Το 1898 πέτυχε τη χορήγηση υποτροφίας από τον Βασιλιά για στρατιωτικές σπουδές στη Γερμανία. Το 1902 αποφοίτησε από την Πολεμική Ακαδημία του Βερολίνου με σημαντικές διακρίσεις [i], δεχόμενος εμφανείς επιρροές από τον πρωσικό μιλιταρισμό. Σύμφωνα με τα αρχεία της Ακαδημίας για τους αξιωματικούς που φοίτησαν εκεί κατά την ίδια περίοδο, ο Μεταξάς φοίτησε στην ίδια τάξη με τρεις μετέπειτα αρχηγούς του Γερμανικού Γενικού Επιτελείου (Βίλχελμ Χάιε, Όττο Χάσσε και Βίλχελμ Βέτζελ), τον μετέπειτα Πρώσο υπουργό πολέμου και ιδρυτή της Ράιχσβερ στρατηγό Βάλτερ Ράινχαρντ, τον Πάουλ φον Λέτοβ-Φόρμπεκ (μετέπειτα διοικητή των γερμανικών δυνάμεων στην Ανατολική Αφρική κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο), ενώ φαίνεται ότι στην ίδια τάξη φοιτούσε και ο Νουρεντίν πασάς, μετέπειτα διοικητής του τουρκικού στρατού κατά την Καταστροφή της Σμύρνης.

Με την επιστροφή του στην Ελλάδα τοποθετήθηκε στο τότε νεοσύστατο κατά τα ξένα πρότυπα Γενικό Επιτελείο Στρατού συμβάλλοντας σημαντικά στην οργάνωση του στρατού. Εκεί συνεργάστηκε με τον Βίκτωρα Δούσμανη για τη σύνταξη των νέων στρατιωτικών κανονισμών, οι οποίοι ψηφίστηκαν στη Βουλή το 1904, ύστερα από εισήγηση του Γεωργίου Θεοτόκη. Δύο χρόνια αργότερα, το 1906, προήχθη σε Λοχαγό Α' Τάξεως. Ως μέλος του επιτελείου ανέπτυξε στενή φιλία με τον πρίγκηπα Ανδρέα, αδερφό του διαδόχου Κωνσταντίνου, ενώ το 1907 του ζητήθηκε να αναλάβει τη στρατιωτική εκπαίδευση του μετέπειτα Βασιλιά Γεωργίου Β'. Για τα επόμενα δύο χρόνια ο Ιωάννης Μεταξάς του δίδασκε στρατιωτική ιστορία και τακτική.

Με την έκρηξη του στρατιωτικού κινήματος στο Γουδή, οι επαναστάτες μετέθεσαν τον Μεταξά στη Λάρισα, αφού ήταν γνωστός για τις επαφές του με τη βασιλική οικογένεια. Χαρακτηριστικό της στενής του σχέσης είναι ότι η Βασίλισσα Σοφία τον αποκαλούσε «Γιαννάκη»[εκκρεμεί παραπομπή]. Στις 19 Οκτωβρίου του 1910 ανακλήθηκε πίσω στην Αθήνα με εντολή του ίδιου του Ελευθέριου Βενιζέλου, με τον οποίο συναντήθηκαν στο ξενοδοχείο στο οποίο διέμενε ο τελευταίος. Στη συνάντηση του προσέφερε την θέση του πρώτου υπασπιστή του, την οποία και αποδέχθηκε.

Ο Μεταξάς (όρθιος, δεξιά) στο Γενικό Στρατηγείο του Ελληνικού Στρατού στο Χατζή Μπεϊλίκ (1913). Λιθογραφία.

Το 1912, λίγο πριν την έκρηξη του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, ο Βενιζέλος έστειλε τον Μεταξά στη Σόφια για να διαπραγματευτεί τη στρατιωτική συνθήκη μεταξύ της Ελλάδας και της Βουλγαρίας. Μετά την υπογραφή της συνθήκης αναχώρησε για το Βελιγράδι και τέλος στις 17 Οκτωβρίου έφτασε στη Λάρισα, όπου είχε εγκατασταθεί το Γενικό Επιτελείο. Ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν τέταρτος στην ιεραρχία του επιτελείου, αλλά μπορεί να θεωρηθεί ως ο εγκέφαλός του[εκκρεμεί παραπομπή]. Συμμετείχε σε όλες τις μάχες του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου, ενώ μαζί με τον Δουσμάνη διαπραγματεύτηκε την παράδοση της Θεσσαλονίκης από τον Ταξίν Χασάν Πασά. Το σχετικό πρωτόκολλο υπεγράφη στις 26 Οκτωβρίου 1912 δια του οποίου παραδόθηκε ο Τούρκος στρατηγός Ταξίν Χασάν Πασάς με όλο το σώμα στρατού που διοικούσε. Τον Δεκέμβριο του 1912 ο Μεταξάς μετέβη στο Λονδίνο ως στρατιωτικός σύμβουλος του τότε πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου προς διαπραγμάτευση των όρων της σύναψης ειρήνης με την Τουρκία. Όμως στις 16 Ιανουαρίου του 1913 ο Μεταξάς ανακλήθηκε από την κυβέρνηση και στάλθηκε αμέσως στην Ήπειρο, όπου ο στρατός αντιμετώπιζε προβλήματα. Θεωρείται ο εμπνευστής και ο δημιουργός του σχεδίου κατάληψης του Μπιζανίου, που περιέλαβε τον μεγαλύτερο μέχρι τότε βομβαρδισμό της ιστορίας, ενώ ήταν και αντιπρόσωπος των Ελλήνων στην παράδοση των Ιωαννίνων.[ii] Τον Απρίλιο του 1913 προήχθη στο βαθμό του Ταγματάρχη λόγω αρχαιότητας και διορίστηκε Διοικητής του Επιτελείου. Από αυτή τη θέση πήρε μέρος στον Δεύτερο Βαλκανικό Πόλεμο, μετά δε το πέρας αυτών των πολέμων προήχθη σε Αντισυνταγματάρχη και τοποθετήθηκε ως Διευθυντής των Επιχειρήσεων του Γενικού Επιτελείου Στρατού, καθώς και ως Διευθυντής της Ανώτερης Στρατιωτικής Ακαδημίας. Λίγο αργότερα, τον Οκτώβριο του 1913, παρασημοφορήθηκε από τον Βασιλιά με το Χρυσούν Σταυρόν του Σωτήρος. Κατά τη διάρκεια της κρίσης με την Τουρκία το 1914 για το ζήτημα των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου, ο Μεταξάς συνέταξε και σχέδιο αιφνίδιας απόβασης και κατάληψης των Στενών των Δαρδανελλίων σε περίπτωση πολέμου.

Εθνικός Διχασμός

Η σύγκρουση με τον Ελευθέριο Βενιζέλο ήταν αναπόφευκτη λόγω της διαφορετικής τους νοοτροπίας και ιδεολογίας. Ο μεν Μεταξάς ήταν φιλομοναρχικός και πίστευε στην υπεροχή της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, ο δε Βενιζέλος προτιμούσε την κυβέρνηση αυτόνομη και πέρα από τις παρεμβάσεις του Βασιλιά και πίστευε στη στρατιωτική και οικονομική υπεροχή της Γαλλίας και της Αγγλίας. Ήταν λοιπόν εκ διαμέτρου αντίθετοι. Την εποχή της γνωριμίας τους ο Βενιζέλος ήταν πανίσχυρος, ενώ ο Μεταξάς ένας παραγκωνισμένος βασιλικός στρατιωτικός. Παρ' όλα αυτά κατάφερε, λόγω των σπουδαίων του στρατιωτικών γνώσεων πάνω σε στρατιωτικές τακτικές, να διοριστεί πρώτος υπασπιστής του Βενιζέλου και να αναμειχθεί παρασκηνιακώς στα μεγάλα γεγονότα της εποχής.

Η ρήξη ήρθε το 1915, όταν και ο Μεταξάς εκμεταλλευόμενος το αξίωμά του αναμείχθηκε σε πολιτικά ζητήματα. Με την παραίτησή του κατάφερε να μεταπείσει τον Βασιλιά ως προς την είσοδο της χώρας στον πόλεμο, στο πλευρό των Συμμάχων. Έτσι, ουσιαστικά δημιουργήθηκε ο Εθνικός Διχασμός που ταλαιπώρησε για χρόνια την Ελλάδα. Εικάζεται από οπαδούς της φιλοβασιλικής παράταξης πως την κίνηση αυτή ο Βενιζέλος δεν του τη συγχώρεσε ποτέ με αποτέλεσμα, όταν ανήλθε στην εξουσία ως πρωθυπουργός το 1917, να τον εξορίσει στην Κορσική. Φημολογείται ότι με δικές του μάλιστα ενέργειες τον καταδίκασε σε θάνατο.

Κατά τη διάρκεια του Εθνικού Διχασμού ο Μεταξάς διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στις εξελίξεις, υποστηρίζοντας φανερά τη διατήρηση της ουδετερότητας. Τον Φεβρουάριο του 1915, ύστερα από την απομάκρυνση του Δούσμανη, ανέλαβε την αρχηγία του Γενικού Επιτελείου. Στις 17 Φεβρουαρίου, αμέσως μετά την συνάντηση Βενιζέλου και Βασιλιά, ο Μεταξάς ανακοίνωσε την παραίτησή του υποβάλλοντας παράλληλα αίτηση αποστρατείας αλλά και ένα υπόμνημα, στο οποίο εξηγούσε γιατί θεωρούσε ότι η επιχείρηση στο στενό των Δαρδανελλίων θα αποτύγχανε.[7] Κατά τον Μεταξά μια στρατιωτική επέμβαση στην Μικρά Ασία αφενός θα αποδυνάμωνε το στρατιωτικό μέτωπο στα σύνορα με την Βουλγαρία, αφετέρου η αντιμετώπιση του τούρκικου πληθυσμού στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας θα δημιουργούσε δυσεπίλυτα προβλήματα στην ελληνική διοίκηση.[8] Μετά την αποχώρησή του ο Μεταξάς φαίνεται ότι προχώρησε στην δημοσίευση ανυπόγραφων άρθρων στην εφημερίδα "Η Νέα Ημέρα Τεργέστης", στην οποία διέρρευσε μέρος των περιεχομένων από τις μυστικές διαπραγματεύσεις με την Αντάντ χαρακτηρίζοντας παράλληλα την Μικρά Ασία αποικία, γεγονός που προκάλεσε τις σφοδρές αντιδράσεις των μικρασιατικών συλλόγων και του Βενιζέλου.[8]

Πρέπει να σημειωθεί ότι την εποχή εκείνη ο Μεταξάς μαζί με τους Γεώργιο Στρέιτ, Δούσμανη και την Βασίλισσα Σοφία επηρέαζαν καθοριστικά τον Βασιλιά Κωνσταντίνο, διατηρούσαν δε συνεχή επικοινωνία με το Βερολίνο, στο οποίο διοχέτευαν[9] απόρρητα έγγραφα, με αξιωματούχους[10] της γερμανικής πρεσβείας στην Αθήνα.[9]

Στις 6 Οκτωβρίου ο Μεταξάς ανακλήθηκε στο στράτευμα ως Υπαρχηγός του Επιτελείου. Στις 27 Ιουνίου 1916, ύστερα από απαίτηση των Μεγάλων Δυνάμεων, δημοσιεύθηκε διάταγμα γενικής αποστράτευσης. Με προσωπική ανάμειξη του ίδιου του Μεταξά αλλά και των μελών του επιτελείου, δημιουργήθηκαν οι σύνδεσμοι επιστράτων, οι οποίοι στελεχώθηκαν με απόστρατους και αποτέλεσαν[11] την πρώτη μαζική πολιτική οργάνωση στην Ελλάδα, αριθμώντας 200.000 μέλη. Οι σύνδεσμοι επιστράτων λειτούργησαν υποστηρικτικά προς τον βασιλικό θεσμό καθ' όλη τη διάρκεια των γεγονότων του Εθνικού Διχασμού. Στις 12 Αυγούστου 1916 ο Βασιλιάς προχώρησε στην απομάκρυνση του Μεταξά από το Επιτελείο, ικανοποιώντας σχετικό αίτημα των Μεγάλων Δυνάμεων. Παράλληλα συνεχιζόταν οι διαπραγματεύσεις με τις Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες όμως κατέληξαν σε αδιέξοδο, με αποτέλεσμα ο Γάλλος αντιναύαρχος Φουρνέ να αποβιβαστεί με 3.000 στρατιώτες στο Φάληρο και να προελάσει προς την Αθήνα, όπου συνάντησε σφοδρή αντίσταση από τους Επιστράτους, με αποτέλεσμα να υποχωρήσει. Την αποχώρηση των συμμάχων ακολούθησαν διώξεις των Βενιζελικών, οπαδοί των οποίων συνελήφθησαν σε αρκετές πόλεις της Ελλάδας. Τα περιστατικά αυτά έχουν καταγραφεί ως «Νοεμβριανά».

Εξορία

Αμέσως μετά την εκθρόνιση του Βασιλιά, ο ύπατος αρμοστής των προστάτιδων δυνάμεων έστειλε στον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Ζαΐμη κατάλογο με τους ανεπιθύμητους Βασιλικούς, οι οποίοι έπρεπε άμεσα να εξοριστούν. Ο κατάλογος περιείχε μεγάλες προσωπικότητες της εποχής, καθώς και τον συνταγματάρχη Ιωάννη Μεταξά. Στις 20 Ιουνίου του 1917 επιβιβάστηκε στο ελληνικό ατμόπλοιο «Βασιλεύς Κωνσταντίνος» με προορισμό την Κορσική. Στο ίδιο πλοίο επέβαιναν οι Δημήτριος Γούναρης, Γεώργιος Πεσμαζόγλου, Κωνσταντίνος Έσσλιν κ.α. Στις 29 Ιουνίου, ύστερα από ταξίδι εννιά ημερών έφτασε στο Αιάκειο. Ο Μεταξάς είχε πάρει μαζί του την οικογένεια του, η οποία αποτελείτο από τη σύζυγό του και τις δύο τους κόρες. Κατέλυσαν στο Grand Hotel μαζί με άλλους σημαντικούς εξόριστους. Στην Κορσική ο Μεταξάς μάθαινε γαλλικά, ενώ μάθαινε στις κόρες του ελληνικά με ένα αλφαβητάριο που είχε συντάξει ο ίδιος. Τα νέα περί ανακωχής των Κεντρικών Δυνάμεων ανησύχησαν τους εξόριστους. Λίγο αργότερα έφτασε η είδηση ότι οι Φιλελεύθεροι είχαν ζητήσει τους Βασιλικούς πίσω για να τους δικάσουν. Αυτή η είδηση επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον Μεταξά και τον ανάγκασε να σκεφτεί για πρώτη φορά την περίπτωση της απόδρασης.

Στους επόμενους μήνες που ακολούθησαν, ο Μεταξάς ήρθε σε επαφή με μασόνους και πολιτικούς προκειμένου να καταφέρει να βρει τρόπο διαφυγής. Αποφασίστηκε να κλέψουν το αυτοκίνητο του νομάρχη γιατί ήταν το μοναδικό το οποίο μπορούσε να κυκλοφορεί το βράδυ. Στο σχέδιο συμμετείχαν ο Δημήτριος Γούναρης και ο Γεώργιος Πεσμαζόγλου, ενώ ο Ιωάννης Σαγιάς αρνήθηκε να συμμετάσχει. Στις 6 Δεκεμβρίου του 1918 οι τρεις εξόριστοι έφυγαν κρυφά από το ξενοδοχείο, αφού διένυσαν μεγάλη απόσταση και επιβιβάστηκαν σε ένα καΐκι με προορισμό τη Σαρδηνία. Μετά την αποβίβασή τους και ύστερα από πολύωρη πεζοπορία κατέλυσαν σε ξενοδοχείο ύστερα από παράκληση των Γούναρη και Πεσμαζόγλου. Τελικά, στις οκτώ το βράδυ, οι τοπικές αστυνομικές αρχές κατέφθασαν στο ξενοδοχείο και συνέλαβαν τους φυγάδες. Η ιταλική όμως κυβέρνηση αρνήθηκε την έκδοσή τους στη Γαλλία. Την ίδια ώρα ο Βενιζέλος βρισκόταν στη Ρώμη για να συναντήσει τον πρωθυπουργό σχετικά με τις εδαφικές απαιτήσεις της Ελλάδας, οπότε συζητήθηκε και το θέμα των φυγάδων. Παρ' όλες τις πιέσεις του ο Ιταλός πρωθυπουργός αρνήθηκε να εκδώσει τους φυγάδες στην Ελλάδα. Πρόθεση της ιταλικής κυβέρνησης ήταν να τους χρησιμοποιήσει ως μέσο εκβιασμού σχετικά με το θέμα των Δωδεκανήσων. Στις 21 Δεκεμβρίου μεταφέρθηκαν στην πρωτεύουσα της Σαρδηνίας Κάλιαρι. Εκεί παρέμειναν υπό αστυνομική παρακολούθηση. Ο Μεταξάς όντας μασόνος[iii] ζήτησε τη βοήθεια της ιταλικής μασονικής στοάς σχετικά με την ασφαλή επιστροφή τους στην πατρίδα και έλαβε ικανοποιητικές εγγυήσεις.[12] Ύστερα από πιέσεις τον μασόνων στον υπουργό των εξωτερικών Τιττόνι (Tittoni), η ιταλική κυβέρνηση επέτρεψε στους φυγάδες να εγκατασταθούν σε μια από τις πόλεις Περούτζια, Σιένα ή Λούκκα. Τελικά ο Μεταξάς με την οικογένεια του, η οποία είχε φύγει από τη Γαλλία, εγκαταστάθηκε στη Σιένα. Εκεί παρέμεινε για έναν περίπου χρόνο. Εν τω μεταξύ στις 7 Νοεμβρίου ξεκίνησε η δίκη του πρώην γενικού επιτελείου. Ο Μεταξάς και ο Βίκτωρ Δούσμανης κατηγορήθηκαν για εσχάτη προδοσία. Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστεί στις 14 Φεβρουαρίου του 1920 με απόφαση του ειδικού στρατοδικείου σε θάνατο. Τον Μάιο του 1920 οι τρεις εξόριστοι έπαψαν να θεωρούνται κρατούμενοι των συμμάχων. Στις 27 Σεπτεμβρίου του ίδιου χρόνου ο Μεταξάς με την οικογένειά του μετακόμισαν στη Φλωρεντία. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στην Ιταλία είχε τακτική αλληλογραφία με τη βασιλική οικογένεια και ιδιαίτερα με τη βασίλισσα Σοφία και τον πρίγκηπα Ανδρέα.

Πολιτική σταδιοδρομία

Ύστερα από την επιστροφή των βασιλικών στην εξουσία, ο Μεταξάς αποφάσισε να κάνει ένα σύντομο ταξίδι για να επισκεφθεί μερικούς φίλους. Στην Αθήνα συναντήθηκε με τον υπουργό στρατιωτικών Γούναρη, με τον πρωθυπουργό Ράλλη, με τον πρώην πρωθυπουργό Σκουλούδη, τον φίλο του Ξενοφώντα Στρατηγό, τον πρώην πρωθυπουργό Στέφανο Δραγούμη, ενώ επισκέφθηκε και τον τάφο του δολοφονημένου πολιτικού Ίωνα Δραγούμη. Ύστερα από αυτές τις συναντήσεις αναχώρησε από την Αθήνα για την Κεφαλλονιά με σκοπό να επισκεφθεί τα πάτρια εδάφη. Στο λιμάνι της Σάμης έτυχε μεγάλης υποδοχής από τους κατοίκους του νησιού αλλά και τους επίστρατους. Στις 30 Νοεμβρίου του 1920 επισκέφθηκε το Αργοστόλι, όπου η πόλη είχε ετοιμάσει ενθουσιώδη υποδοχή. Τις επόμενες μέρες πραγματοποίησε επισκέψεις στα γύρω χωριά και στην Ιθάκη. Πριν αναχωρήσει από την Κεφαλλονιά ίδρυσε τον «Πολιτικό Λαϊκό Σύλλογο» που σκοπό είχε την επίβλεψη των βουλευτών του νησιού.

Τις επόμενες μέρες η οικογένεια Μεταξά έφυγε από τη Φλωρεντία και εγκαταστάθηκε στο Φάληρο. Στις 7 Ιανουαρίου του 1921 ο Ιωάννης Μεταξάς ανακλήθηκε στο στράτευμα, προήχθη σε αντιστράτηγο και αποστρατεύθηκε αμέσως. Στις 25 Μαρτίου του 1921 ο υπουργός Οικονομικών Πρωτοπαπαδάκης κάλεσε τον Μεταξά σπίτι του. Στη συνάντηση παρευρισκόταν ο υπουργός στρατιωτικών Νικόλαος Θεοτόκης, ο πρωθυπουργός Γούναρης και ο συνταγματάρχης και συμφοιτητής του Μεταξά, Αθανάσιος Εξαδάκτυλος. Στην αρχή, αφού συζήτησαν τα περί Μικρασιατικής εκστρατείας, του πρότειναν τη θέση του στρατιωτικού συμβούλου του Αντιστράτηγου. Μετά την άρνηση του Μεταξά, ο Πρωτοπαπαδάκης δε δίστασε να του προσφέρει την ίδια την θέση του Αντιστράτηγου της Μικράς Ασίας. Παρόλα αυτά ο Μεταξάς αρνήθηκε λέγοντας ότι οποιαδήποτε επιχείρηση εναντίον της Τουρκίας ήταν καταδικασμένη σε ήττα. Το 1914 είχε καταθέσει υπόμνημα στο Γενικό Επιτελείο, όπου προεξοφλούσε την ήττα του ελληνικού στρατού σε περίπτωση επέμβασης στη Μικρά Ασία. Ακολούθησε και δεύτερη συνάντηση στις 29 Μαρτίου χωρίς αποτέλεσμα.

Τελικά, η Μικρασιατική εκστρατεία κατέληξε στην ολική καταστροφή του ελληνισμού στη Μικρά Ασία. Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1922 ο Βασιλιάς τον κάλεσε στα ανάκτορα στο Τατόι. Ο Κωνσταντίνος ζήτησε από τον Μεταξά να συντάξει την επιστολή παραίτησής του προς τον ελληνικό λαό. Η κατάσταση ήταν και για τον ίδιο ανησυχητική, γιατί δεχόταν συνεχώς απειλές για τη ζωή του.

Στις 12 Οκτωβρίου του 1922 ίδρυσε το κόμμα των Ελευθεροφρόνων, το οποίο παρουσιάστηκε ως τρίτη λύση μεταξύ Βενιζελικών και Αντι-Βενιζελικών. Το κόμμα του δε βρήκε την ανταπόκριση που προσδοκούσε, με αποτέλεσμα να απογοητευτεί και να συμμετάσχει στο φιλομοναρχικό Κίνημα Λεοναρδόπουλου-Γαργαλίδη των Λεοναρδόπουλου και Γαργαλίδη. Έτσι τα μεσάνυχτα της 21 Οκτωβρίου του 1923 ξέσπασε το κίνημα εναντίον της τότε στρατιωτικής κυβέρνησης. Το κίνημα αυτό καθοδηγούσε παρασκηνιακά ο Ιωάννης Μεταξάς, ο οποίος φοβόταν ότι οι επικείμενες εκλογές θα οδηγούσαν σε αβασίλευτο καθεστώς. Στην αρχή φάνηκε ότι οι κινηματίες υπερείχαν, αφού είχαν καταληφθεί όλες οι πόλεις εκτός από την Αθήνα, αλλά ύστερα από τις συντονισμένες προσπάθειες των Κονδύλη και Πάγκαλου κατάφεραν να τους περιορίσουν στην Κόρινθο. Τελικά το κίνημα έληξε άδοξα στις 28 Οκτωβρίου και ο Μεταξάς κατάφερε να δραπετεύσει αμέσως μετά από την καταστολή του, με νορβηγικό πλοίο από την Πάτρα με προορισμό την Ιταλία.

Το Μέγαρο Ιωάννη Μεταξά, που χτίστηκε τον Μεσοπόλεμο και όπου διέμεινε για ένα διάστημα ο Μεταξάς.

Το 1924 επέστρεψε στην Ελλάδα και αποδέχτηκε την νέα πολιτική σκηνή. Η κατάσταση που συνάντησε ήταν πραγματικά δραματική, αφού το κόμμα του είχε διαλυθεί από τους Βενιζελικούς. «Κατεστράφη το κόμμα μου» γράφει χαρακτηριστικά ο Μεταξάς στο ημερολόγιό του. Στο δημοψήφισμα του 1924 για την αβασίλευτη δημοκρατία, ο Μεταξάς και ο Τσαλδάρης κπροσώπησαν τον βασιλόφρονα πολιτικό κόσμο. Προκειμένου να ανασυγκροτήσει το πολιτικό του κόμμα, ξεκίνησε περιοδείες σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης. Με τη δικτατορία Πάγκαλου φυλακίστηκε και εκτοπίστηκε. Επέστρεψε όμως στις εκλογές της 11ης Νοεμβρίου του 1926, όπου συγκέντρωσε 151.044 ψήφους και κατέλαβε 51 έδρες από τις 286. Έτσι στις 4 Δεκεμβρίου διορίστηκε υπουργός Συγκοινωνίας στην κυβέρνηση Ζαΐμη.[εκκρεμεί παραπομπή] Ως υπουργός ο Μεταξάς ήταν αρμόδιος για το ζήτημα της σύμβασης που είχε υπογραφεί επί της δικτατορίας του Πάγκαλου με την εταιρεία ηλεκτρισμού «Πάουερ» με όρους δυσμενείς για το ελληνικό δημόσιο. Η κυβέρνηση της Βρετανίας διαμήνυσε στην ελληνική κυβέρνηση ότι αν δεν επικυρωνόταν η σύμβαση δε θα είχε πρόσβαση σε δανειοδότηση από την αγγλική χρηματαγορά. Ως αρμόδιος υπουργός ο Μεταξάς κατάφερε να πείσει τους απρόθυμους βουλευτές να υπερψηφίσουν τη σύμβαση, υποστηρίζοντας ότι η αυτοδυναμία της Ελλάδας «από απόψεως νομοθετικής» περιοριζόταν «υπό της παντοδυναμίας» των κρατών με τα οποία διατηρούσε σχέσεις.[13] Το Φεβρουάριο όμως του 1928 πολλά μέλη του κόμματος αποχώρησαν με αποτέλεσμα να χάσει την εκλογική του δύναμη. Έτσι στις γερουσιαστικές εκλογές του 1929 οι Ελευθερόφρονες απέσπασαν μόνο 22.518 ψήφους και ανέδειξαν δύο γερουσιαστές. Το ίδιο περίπου συνέβη και στις βουλευτικές εκλογές του 1932, στις οποίες το κόμμα των Ελευθεροφρόνων συγκέντρωσε 18.591 ψήφους και κατέλαβε τρεις έδρες. Παρόλα αυτά ο Μεταξάς συμμετείχε στην κυβέρνηση Τσαλδάρη, αναλαμβάνοντας τη θέση του υπουργού Εσωτερικών.[14]

Στις 11 Οκτωβρίου του 1934 ο Βενιζέλος, από τα Χανιά όπου κατοικούσε, αποφάσισε να εγκαινιάσει σειρά άρθρων στην εφημερίδα Ελεύθερον Βήμα σχετικά με τα γεγονότα του Εθνικού Διχασμού. Ύστερα από μερικές μέρες ο Μεταξάς απάντησε στις «μυθοπλασίες», κατά τον ίδιο, του Βενιζέλου εγκαινιάζοντας δικιά του σειρά άρθρων στην εφημερίδα Καθημερινή. Η αρθρογραφία των δύο αντρών τελείωσε στις 23 Ιανουαρίου του 1935, με το τελευταίο άρθρο του Μεταξά. Συνολικά ο Βενιζέλος δημοσίευσε 37 άρθρα, ενώ ο Μεταξάς 70. Μέσα από την αρθρογραφία φαίνεται η απέχθεια που έτρεφε ο ένας για τον άλλο. Κάποιοι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι οι ισχυρισμοί του Μεταξά κρίνονται περισσότερο αξιόπιστοι.[15] Προς υπεράσπισή του ο Μεταξάς αναφέρει ένα έγγραφο της Γερμανικής κυβέρνησης, με το οποίο η γερμανική κυβέρνηση έδινε εγγυήσεις στον Βασιλιά σε περίπτωση παραμονής της χώρας στην ουδετερότητα. Ο Βενιζέλος το αρνήθηκε αλλά οι σύγχρονες μελέτες στα γερμανικά αρχεία απέδειξαν ότι πράγματι το έγγραφο υπήρξε.[εκκρεμεί παραπομπή] Από την άλλη, οι διωγμοί του ελληνικού πληθυσμού της Ανατολικής Μακεδονίας από τους Βούλγαρους συμμάχους των Γερμανών ύστερα από την παράδοση του Ρούπελ από τον βασιλιά Κωνσταντίνο, αποδεικνύουν τις όποιες εγγυήσεις ουδετερότητας στην καλύτερη περίπτωση ανεφάρμοστες.

Το 1935 το κόμμα του Μεταξά ανέδειξε επτά βουλευτές, με 152.285 ψήφους, ενώ το 1936 κατέλαβε πάλι επτά έδρες, με 50.137 ψήφους. Η απελπισία του ήταν έκδηλη. Στο ημερολόγιο του έγραψε: «Εκλογαί. Από χθες είχα την διαίσθησιν της αποτυχίας. Ερημιά σπιτιού. Κέντρον, χαλαρότης, μόνον οι πιστοί Κεφαλλήνες. Καμία εκδήλωσις έξω. Σήμερον επίσης, παρ' όλας τας ελπίδας οικείων και φίλων. Νύκτα εξεδηλώθη πλήρως η αποτυχία. Παντού. Εξαιρέσεις Ηλείας και Μεσσηνίας και εκεί μόνον κάτι. Εις Κεφαλληνίαν η επιτυχία όχι πλήρης. Εις Αθήνας η αποτυχία οικτρά. Συμπέρασμα, ο αντιβενιζελισμός δεν με θέλει, με απέβαλεν εκ του μέσου του. Καλλίτερα». Όλα έδειχναν ότι η πολιτική σταδιοδρομία του Μεταξά έφτανε στο τέλος της.

Προς το πραξικόπημα της 4ης Αυγούστου

Μετά τις εκλογές της 26ης Ιανουαρίου του 1936 οι βενιζελικοί και οι αντιβενιζελικοί δεν μπόρεσαν να σχηματίσουν κυβέρνηση εξαιτίας διαφωνιών κυρίως για το ζήτημα της επανόδου στο στράτευμα των απότακτων δημοκρατικών αξιωματικών του κινήματος του 1935.[16] Με σειρά πρωτοβουλιών του, ο βασιλιάς Γεώργιος Β΄ κατάφερε να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού: στις 5 Μαρτίου ο Γεώργιος διόρισε εν αγνοία του πρωθυπουργού υπουργό στρατιωτικών το Μεταξά, θέση στην οποία θα παρέμενε μέχρι το θάνατό του το 1941. Η πολιτική σημασία της πράξης ήταν μεγάλη, καθώς ο Μεταξάς, εκτός από αφοσιωμένος φιλοβασιλικός, ήταν ένας από τους λιγοστούς πολιτικούς που είχαν υποστηρίξει την επιβολή ενός αυταρχικού, μη κοινοβουλευτικού καθεστώτος στην Ελλάδα. Στις 14 Μαρτίου ορκίστηκε η κυβέρνηση Δεμερτζή, με αντιπρόεδρο και υπουργό στρατιωτικών τον Ιωάννη Μεταξά. Ο Δεμερτζής πέθανε αιφνιδίως στις 13 Απριλίου και την ίδια ημέρα ο βασιλιάς, δίχως να ενημερώσει τους πολιτικούς αρχηγούς, διόρισε το Μεταξά πρωθυπουργό.[17]

«Εχρεωκοπήσαμεν ως Κοινοβουλευτισμός, εξεπέσαμεν ως Συνέλευσις [...] Εχάσαμεν ίσως και τον ψυχικόν σύνδεσμον προς τον λαόν, τον οποίον ενετάλημεν να διακυβερνήσωμεν. Διότι, τι είδους ψυχικός σύνδεσμος είναι δυνατόν να διατηρηθή, όταν ο μεν λαός φωνάζει δεν θέλω να με κυβερνήση ο Μεταξάς, ημείς δε αδιαφορούντες προς την κραυγήν ταύτην του απαντώμεν: Και όμως θα σε κυβερνήση ο κ. Μεταξάς».
Βάσος Στεφανόπουλος, αγόρευση στη Βουλή (29.4.1936) [18]

Μετά από νέα αποτυχία των Φιλελευθέρων να έλθουν σε συμφωνία με τα κόμματα της αντιβενιζελικής παράταξης, η κυβέρνησή Μεταξά εξασφάλισε ψήφο εμπιστοσύνης από την Βουλή στις 27 Απριλίου με 241 ψήφους υπέρ, 4 αποχές και 16 κατά, τους βουλευτές του Κ.Κ.Ε. και τον Γεώργιο Παπανδρέου.[19] Τρεις μέρες αργότερα, η Βουλή με ψήφισμά της διέκοψε τις εργασίες της για πέντε μήνες εξουσιοδοτώντας την κυβέρνηση να εκδίδει νομοθετικά διατάγματα για όλα τα θέματα, με τη σύμφωνη γνώμη μιας κοινοβουλευτικής επιτροπής[20], η οποία δε λειτούργησε ποτέ.[εκκρεμεί παραπομπή]

Η πρωτοφανής αυτή παραίτηση του κοινοβουλίου από τον έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας συνέπεσε με την πολιτική στήριξη που προσέφερε ο παραδοσιακός πολιτικός κόσμος στην αυταρχική και κατασταλτική δράση της κυβέρνησης ενώπιον της πρωτοφανούς έξαρσης των εκδηλώσεων του εργατικού κινήματος την περίοδο αυτή, με αποκορύφωμα την αιματηρή καταστολή της απεργίας της 9ης Μαΐου στη Θεσσαλονίκη. Ο Μεταξάς έσπευσε να εκμεταλλευτεί τη συγκυρία, επισείοντας τον κίνδυνο κομμουνιστικής εξέγερσης και στελεχώνοντας τον κρατικό μηχανισμό με στενούς συνεργάτες του.[21] Στα μέσα Ιουλίου επήλθε συμφωνία για το αποτακτικό ζήτημα και το σχηματισμό κυβέρνησης μεταξύ του αντιβενιζελικού Θεοτόκη και του ηγέτη των Φιλελευθέρων Θεμιστοκλή Σοφούλη, ο οποίος το ανακοίνωσε στο Γεώργιο. Η συμφωνία θα εφαρμοζόταν με την επανάληψη των εργασιών της Βουλής.[22] Όμως, στις 4 Αυγούστου 1936, παραμονή εικοσιτετράωρης πανελλαδικής απεργίας, ο Μεταξάς, επικαλούμενος τον κίνδυνο εσωτερικών ταραχών και την ασταθή διεθνή κατάσταση, συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο και ανακοίνωσε την απόφασή του να αναστείλει επ' αόριστον την ισχύ πολλών διατάξεων του Συντάγματος που κατοχύρωναν τις προσωπικές και συλλογικές ελευθερίες και, χωρίς να προκηρύξει εκλογές, να διαλύσει τη Βουλή με τη συγκατάθεση του βασιλιά, ο οποίος εξέδωσε δύο παράνομα διατάγματα με τα οποία καταλύθηκε ο κοινοβουλευτισμός και επιβλήθηκε δικτατορία.[23] [iv]

Η δικτατορία του Μεταξά

Ο Μεταξάς ασκεπής σε στάση προσοχής στις σκάλες της Παλαιάς Βουλής πιθανώς σε ανάκρουση Εθνικού Ύμνου. Διακρίνονται ο Κ. Κοτζιάς και ο π. Υπουργός Τουρκοβασίλης με τους παριστάμενους να αποδίδουν τον φασιστικό χαιρετισμό.

Χαρακτήρας και ιδεολογία του καθεστώτος

Η δικτατορία του Μεταξά είχε αρκετά εξωτερικά γνωρίσματα των φασιστικών καθεστώτων, αλλά ουσιαστικά κατατασσόταν από σύγχρονους παρατηρητές ως «απροσδιόριστο» και όχι φιλοφασιστικό καθεστώς.[24] Δημιουργήθηκε η ΕΟΝ, οργάνωση νεολαίας – η συμμετοχή στην οποία αρχικά δεν ήταν υποχρεωτική – στην οποία χρησιμοποιούσαν σκούρες μπλε στολές (αντίστοιχα οι Ιταλοί φασίστες φορούσαν μαύρες στολές), υιοθετήθηκε ο χαιρετισμός δι’ ανατάσεως της δεξιάς χειρός (όπως στη Γερμανία του Χίτλερ). Οι Αδόλφος Χίτλερ και Μπενίτο Μουσολίνι πολέμησαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ως δεκανείς, ανήλθαν στην εξουσία κερδίζοντας τις εκλογές μέσω των μαζικών πολιτικών κομμάτων που διηύθυναν, δημιούργησαν ομάδες εφόδου που τρομοκρατούσαν τους αντιπάλους τους και ευθύνονται για μεγάλη σειρά πολιτικών δολοφονιών. Ο Μεταξάς επίσης δεν δίσταζε να συνεργαστεί και να χρησιμοποιήσει συλλόγους που υποστήριζαν και εφάρμοζαν δυναμική, βίαιη πολιτική, αλλά τα εργαλεία αυτά τα ενέτασσε σε ένα παραδοσιακό πλαίσιο πολιτικής οργάνωσης. Ο αντικοινοβουλευτισμός του Μεταξά δεν συνεπαγόταν τα πληβειοκρατικά στοιχεία του Γερμανικού εθνικοσοσιαλισμού και του φασισμού, τα οποία τον απωθούσαν.[24] Επίσης, η ρητορεία των τελευταίων ήταν καθαρα ιμπεριαλιστική, αντιθέτως αυτής του Μεταξά. Ο Μεταξάς δε συμμάχησε με καμία φασιστική χώρα, ενώ διατήρησε καλές σχέσεις με την Βρετανία. Η βασική διαφορά του καθεστώτος του Μεταξά με τα φασιστικά ήταν ότι στηριζόταν στη δύναμη του στρατού, ο οποίος αρκείτο στη βεβαιότητα ότι δεν θα επανέλθουν οι βενιζελικοί αξιωματικοί.[εκκρεμεί παραπομπή] Παρά το ότι ήταν αντικομμουνιστικό, βίαιο και αντικοινοβουλευτικό καθεστώς, δεν ήταν και ολοκληρωτικό, αφού δεν επεδίωκε τον γενικό συντονισμό όλης της κοινωνίας.[24]

Ο Μεταξάς δημιούργησε και διέδωσε την ιδεολογία του «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού», στην οποία στηρίχτηκε το κράτος της 4ης Αυγούστου, και η οποία εμπνεόταν από την ιδεολογία του «Γ΄ Ράιχ» αλλά είχε πιο παραδοσιακά στοιχεία, όπως την θρησκευτική πίστη. Οι οπαδοί του καθεστώτος θεωρούσαν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες οφείλουν να είναι οι συνεχιστές του Αρχαίου (Α΄) και Βυζαντινού (Β΄) Πολιτισμού και να έχουν ως σκοπό τη φυλετική ενότητα του έθνους, καθώς και τη διατήρηση των παραδόσεων. Το ιδανικό πολίτευμα κατά τον Μεταξά δεν ήταν η Αθηναϊκή Δημοκρατία, αλλά η στρατοκρατική Σπάρτη και η αρχαία Μακεδονία η οποία ενοποίησε πολιτικά την αρχαία Ελλάδα. Ο Μεταξάς προσπαθούσε να προβάλει τον εαυτό του ως τη μοναδική ελπίδα σωτηρίας σε ένα διαιρεμένο έθνος, ενώ στρεφόταν εχθρικά απέναντι στον "παλαιοκομματισμό" και τις κοινοβουλευτικές τακτικές του παρελθόντος. Το καθεστώς Μεταξά δεν εφάρμοσε και δεν πίστευε σε μια ιμπεριαλιστική πολιτική και η ιδεολογία περί «Γ΄ Ελληνικού Πολιτισμού» δε βρήκε πλατιά απήχηση στην Ελλάδα όσο βρήκε η εθνικοσοσιαλιστική ιδεολογία στη Γερμανία. [εκκρεμεί παραπομπή]

Διώξεις - αντικομμουνισμός

Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της δικτατορίας ήταν η αστυνομική τρομοκρατία, η οποία στράφηκε με ιδιαίτερη σκληρότητα κυρίως κατά των κομμουνιστών, αλλά και κατά δημοκρατικών πολιτών. Επίσης και κατά κάποιων συντηρητικών πολιτικών, οι οποίοι, έχοντας επαφές με την Αυλή, επιδίωκαν την ανατροπή του Ιωάννη Μεταξά.[εκκρεμεί παραπομπή] Ο Γεώργιος Καφαντάρης σε ανακοίνωση διαμαρτυρίας γράφει «Αι αυθαίρετοι συλλήψεις είναι συνήθη φαινόμενα. Πάμπολλοι είναι οι υποβληθέντες εις μεσαιωνικά μαρτύρια».[25] Τα κόμματα απαγορεύτηκαν, οι πολιτικοί εξορίστηκαν ή τέθηκαν σε κατ' οίκον περιορισμό, τα συνδικάτα διαλύθηκαν ενώ οι βασανισμοί ήταν καθημερινό φαινόμενο στα αστυνομικά τμήματα. Οι συνθήκες διαβίωσης των εξόριστων ήταν τόσο άσχημες που μερικοί πέθαιναν από αρρώστιες. Ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγεται και ο πρώην πρωθυπουργός Ανδρέας Μιχαλακόπουλος. Χαρακτηριστικό της τρομοκρατίας είναι ότι η ΓΣΕΕ διαλύθηκε και αναπληρώθηκε από την Εθνική Συνομοσπονδία με πρόεδρο τον ίδιο τον υπουργό εργασίας. Επιπλέον με βασιλικά διατάγματα πέτυχε η εκλογή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος να γίνεται από τον Βασιλιά.

Ο Ιωάννης Μεταξάς προσπάθησε και πέτυχε να επιβάλει έναν συστηματικό διωγμό του κομμουνιστικού στοιχείου. Την "επιχείρηση" αυτή ανέλαβε ο Υπουργός Ασφαλείας Κωνσταντίνος Μανιαδάκης, ο οποίος με βασανιστήρια, διώξεις και με πιστοποιητικά φρονημάτων επιχείρησε να περιορίσει την επέκτασή του. Ο αιφνιδιασμός του ΚΚΕ και η μη οργανωμένη αντίδραση είχε ως αποτέλεσμα την εύκολη εξουδετέρωση του πρώτου από τη δικτατορία Μεταξά, όχι όμως και τη διάλυσή του.

Το καθεστώς από την πρώτη κιόλας μέρα έκλεισε τον Ριζοσπάστη και έκανε το πρώτο κύμα συλλήψεων. Τον Σεπτέμβριο του 1936 συνέλαβε και φυλάκισε τον Νίκο Ζαχαριάδη στην Κέρκυρα στην περιβόητη Ακτίνα Θ'. Μέχρι τα μέσα του 1938 συνέλαβε σχεδόν όλη την ηγεσία του ΚΚΕ. Στις φυλακές της Ακροναυπλίας που λειτούργησαν από την άνοιξη του 1937 φυλάκισε την μεγαλύτερη ομάδα κομμουνιστών, περίπου 600 άτομα. Επίσης εκτόπισε στα μικρά νησιά Αη Στράτη, Ανάφη, Φολέγανδρο, Κίμωλο, Γαύδο και αλλού πολλά στελέχη και μέλη του ΚΚΕ. Στα τέλη του 1939 ελάχιστα μέλη του ΚΚΕ είχαν παραμείνει ασύλληπτα. Το ΚΚΕ ουσιαστικά δεν υπήρχε.

Το 1939 ο Μανιαδάκης κατασκεύασε την Προσωρινή Διοίκηση του ΚΚΕ με ηγετικά στελέχη του κόμματος που είχαν προσχωρήσει στο καθεστώς, όπως ο Μιχάλης Τυρίμος και ο Μανώλης Μανωλέας. Μάλιστα η Προσωρινή Διοίκηση εξέδιδε και δικό της πλαστό Ριζοσπάστη και κατάφερε να συσπειρώσει στους κόλπους της αρκετά μέλη του ΚΚΕ. Παράλληλα, όμως, υπήρχε και η παλιά ηγεσία του ΚΚΕ, η λεγόμενη Παλιά Κεντρική Επιτροπή, η οποία εξέδιδε δικό της Ριζοσπάστη.

Στα τέλη του 1939 κατ' εντολήν του φυλακισμένου Ζαχαριάδη, το μέλος του Πολιτικού Γραφείου του ΚΚΕ Γιάννης Μιχαηλίδης υπέγραψε δήλωση μετανοίας και αποφυλακίστηκε από την Κέρκυρα για να ξεκαθαρίσει το κόμμα από τους χαφιέδες και να βοηθήσει στην ανασυγκρότησή του. Όμως, μπλέχτηκε στα δίχτυα της Ασφάλειας και εντάχθηκε στην Προσωρινή Διοίκηση με αποτέλεσμα και ο έγκλειστος Ζαχαριάδης να υποστηρίξει την Προσωρινή Διοίκηση σαν την πραγματική καθοδήγηση του ΚΚΕ. Οι αλληλοκατηγορίες των δύο καθοδηγήσεων αποπροσανατόλισαν τα μέλη του ΚΚΕ, δημιουργώντας μια άνευ προηγουμένου σύγχυση και το τοπίο ξεκαθάρισε προς τα τέλη του 1941, όταν συγκροτήθηκε η λεγόμενη Νέα Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ μεσούσης της Κατοχής.

Κοινωνικό προφίλ

Προσπαθώντας να προσεταιριστεί τις τάξεις των αγροτών και των εργατών, το καθεστώς της 4ης Αυγούστου έλαβε πρωτοβουλίες όπως η ρύθμιση των αγροτικών χρεών το 1937, η ολοκλήρωση της αγροτικής μεταρρύθμισης, η καθιέρωση του θεσμού της υποχρεωτικής διαιτησίας μεταξύ εργατοϋπαλλήλων και εργοδοσίας και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και κυρίως η εφαρμογή αποφάσεων της περιόδου της αβασίλευτης δημοκρατίας για τη λειτουργία του Ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων το 1937,[26] η οποία ωστόσο είχε δυνητική αξία, εξαιτίας της έλλειψης πόρων για τη χρηματοδότησή του και του αργού ρυθμού ασφάλισης των εργαζομένων.[27] Τα αγροτικά προϊόντα άρχισαν να πωλούνται ακριβότερα, ενώ από πλευράς επενδύσεων η περίοδος της 4ης Αυγούστου μπορεί να θεωρηθεί ευνοϊκή, αφού την περίοδο 1936-1938 ιδρύθηκαν 567 εργοστάσια. Ο προϋπολογισμός επίσης έδινε βάση στην στρατιωτική οργάνωση γι' αυτό ήταν και ιδιαίτερα αυξημένος. [εκκρεμεί παραπομπή]

Μέλη της ΕΟΝ χαιρετούν τον Μεταξά

Εκπαίδευση - ΕΟΝ

Από την άλλη πλευρά, το εκπαιδευτικό σύστημα υπέστη σημαντική οπισθοδρόμηση, καθώς κύριος προσανατολισμός της Μεταξικής εκπαιδευτικής πολιτικής ήταν η τόνωση της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΟΝ) και ο εκτοπισμός των προοδευτικών εκπαιδευτικών. Ακόμη, η υποχρεωτική εκπαίδευση ουσιαστικά συρρικνώθηκε, καθώς η δευτεροβάθμια απέκτησε οκτάχρονη διάρκεια, ενώ η πρωτοβάθμια κατατμήθηκε. Το καθεστώς διέθεσε σημαντικά ποσά για την υποστήριξη της Εθνικής Οργάνωσης Νεολαίας (ΕΟΝ). Ο Ιωάννης Μεταξάς θεωρούσε ιδιαίτερα σημαντικό όπλο την ΕΟΝ για τη διαμόρφωση των νέων σε υποστηρικτές του καθεστώτος και για τον λόγο αυτό την υποστήριξε ιδιαίτερα μέσα από συστηματικές ενέργειες και ισχυρή χρηματοδότηση.[28] Μέσα από την ΕΟΝ γινόταν συστηματική προσπάθεια διαπαιδαγώγησης και προπαγάνδας υπέρ του καθεστώτος. Η κυβέρνηση έδινε ιδιαίτερη σημασία στην ορθόδοξη πίστη, καθώς και στο θεσμό της οικογένειας, τον οποίο πίστευε ότι προωθούσε μέσα από τη συγκεκριμένη οργάνωση.

Αντιδικτατορικές εκδηλώσεις

Κατά τη δικτατορία Μεταξά, σημαντική αντίσταση προέβαλαν οι αρχηγοί των δημοκρατικών κομμάτων Παπαναστασίου, Παπανδρέου, Σοφούλης, Καφαντάρης κ.α. με επίσημα διαβήματα στον Γεώργιο Β΄. Στις 30 Ιουνίου του 1938 αποκαλύφθηκε στρατιωτική ομάδα υπαξιωματικών που σχεδίαζαν την ανατροπή του Μεταξά, ενώ λίγες μέρες αργότερα, και συγκεκριμένα στις 17 Ιουλίου του 1938, μια επαναστατική κίνηση συνέβη στην Κρήτη από μια μερίδα κατοίκων και ορισμένους πολιτικούς αρχηγούς της Ελλάδας. Τελικά, δώδεκα ημέρες αργότερα, το κίνημα κατέρρευσε με αποτέλεσμα να συλληφθούν οι αρχηγοί του και να επιβληθεί κλίμα τρομοκρατίας στο νησί. Οι σημαντικότερες αντιδικτατορικές οργανώσεις που έδρασαν ήταν οι: Φιλική Εταιρεία, Ομοσπονδία Δημοσίων Υπαλλήλων, Λαϊκή Πρόνοια, Ενιαίο Μέτωπο Εργατών και Ένωση των Νέων της Ελλάδος καθώς και οι ομάδες του Κ.Κ.Ε.

Εξωτερική πολιτική

Αρχείο:Atatürk, Stojadinović, Metaxas, Comnen. Ankara, March 1938 (Koncern Ilustrowany Kurier Codzienny).png
Ο Μεταξάς με τον Ατατούρκ κ.ά. ηγέτες κρατών του Βαλκανικού Συμφώνου (1938).

Στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ο Μεταξάς προσπάθησε να ισορροπήσει μεταξύ της Αγγλίας, η οποία ήταν η κυρίαρχη ναυτική δύναμη της Μεσογείου και προς την οποία άλλωστε στρέφονταν οι συμπάθειες του βασιλιά και της Γερμανίας, με το ολοκληρωτικό καθεστώς της οποίας υπήρχε ιδεολογική συνάφεια, αλλά και στενότατοι οικονομικοί δεσμοί, αφού εκτός των άλλων η γερμανική κυβέρνηση είχε αγοράσει το 40% των ελληνικών καπνών. Για τη διαφορετική νοοτροπία Αγγλίας και Ελλάδας γράφει ο Βρετανός στρατηγός σερ Χ.Μ. Ουίλσον «κάτω από τη δικτατορία του Μεταξά είχαν υιοθετηθεί ορισμένες ναζιστικές ιδέες. Η νεολαία χαιρετούσε χιτλερικά έως ότου οι Αυστραλοί την εδίδαξαν να χαιρετά με το σύνθημα της νίκης. Η θέσις μας στην Ελλάδα ήταν πραγματικά παράδοξη: Αγωνιζόμαστε εναντίον του ολοκληρωτισμού ενισχύοντας μια φασιστική κυβέρνηση εναντίον μιας άλλης».[29] Από τη δεκαετία του 1930 η αντιβενιζελική παράταξη στην οποία ανήκε ο Μεταξάς είχε συντονιστεί με την πολιτική των κρατών της δυτικής Ευρώπης στα Βαλκάνια, ιδιαίτερα της Βρετανίας, θεωρώντας πως ήταν σύμφωνη με την εξυπηρέτηση των ελληνικών συμφερόντων.[30] Τον Οκτώβριο του 1938 ο Μεταξάς πρότεινε στην αγγλική κυβέρνηση τη σύναψη αμυντικής συμμαχίας, την οποία η αγγλική κυβέρνηση αρνήθηκε διπλωματικά, επιφυλασσόμενη να συνδεθεί με επίσημο τρόπο με ένα καθεστώς που θεωρούσε ότι είχε αβέβαιο μέλλον εξαιτίας της αντιδημοτικότητάς του και υπολογίζοντας ότι μια τέτοια συμμαχία θα αντιμετωπίζονταν ως πρόκληση από την Ιταλία και ίσως προξενούσε ελληνοβουλγαρικό πόλεμο, την ώρα που η άμυνα της Ελλάδας ήταν ανεπαρκής.[31] Από το 1939 η Ελλάδα είχε ευθυγραμμιστεί απόλυτα με τους Βρετανούς, οι οποίοι αποδέχονταν την ουδέτερη στάση της Ελλάδας εξαιτίας της αδυναμίας τους να της παράσχουν ουσιαστική στρατιωτική υποστήριξη.[32] Αντίθετα, με τη γερμανική κυβέρνηση οι σχέσεις ήταν τυπικές, αφού η Ελλάδα είχε πολλά οφέλη από τις οικονομικές επενδύσεις των Γερμανών. Σημαντικό ρόλο στις διπλωματικές σχέσεις των δύο χωρών διαδραμάτισε και η στάση της Ιταλίας, λόγω των συνεχών προκλήσεων. Το γεγονός της βύθισης της Έλλης σηματοδότησε το τέλος των φιλικών σχέσεων με τις δυνάμεις του Άξονα. Παρόλα αυτά η πολιτική της ουδετερότητας απέτρεψε τον Μεταξά από τη λήψη περαιτέρω μέτρων.

Οι Βενιζελικοί θεωρούσαν τον Μεταξά προσκείμενο στην γερμανική πλευρά, ενώ οι βασιλόφρονες θεωρούσαν ότι ο Βασιλεύς Γεώργιος ήταν προσκείμενος περισσότερο στην Βρετανία. Φαίνεται όμως ότι στον μεσοπόλεμο ο Μεταξάς άλλαξε την πολιτική του γραμμή προς την Βρετανική αυτοκρατορία. Το είχε δηλώσει μάλιστα στην σύσκεψη των στρατηγών (Μάιος 1940) όπως και σε διάφορες συνεντεύξεις του ότι το επαναλαμβανόμενο δόγμα της Ελλάδας ήταν ότι δεν μπορούσε να βρεθεί σε αντίθετο στρατόπεδο εκτός εκείνου της Αγγλίας. [33]. Η Αγγλία είχε στρατιωτική υπεροχή στην Μεσόγειο και ένας αγγλικός αποκλεισμός θα ήταν το τέλος της οικονομικής ανάπτυξης στη Ελλάδα. Μάλιστα αυτό αποδείχτηκε αργότερα με τον Βρετανικό αποκλεισμό κατά την διάρκεια της κατοχής που προξένησε την λιμοκτονία του Ελληνικού πληθυσμού.

Ελληνοϊταλικός πόλεμος

Εξώφυλλο εφημερίδας "Έθνος", 28 Οκτωβρίου 1940.

Ο Μεταξάς αρχικά επέδειξε καρτερικότητα απέναντι στις ιταλικές προκλήσεις, προετοιμαζόμενος όμως ταυτοχρόνως για μια στρατιωτική αναμέτρηση στο πλευρό των Συμμάχων. Το μυστικό όπλο του Μεταξά ήταν η επιστράτευση με τα φύλλα πορείας. Ήταν μια πρωτοποριακή μέθοδος για την εποχή, όπου μπορούσε μέσα σε 2-3 εβδομάδες να συγκεντρώσει γρήγορα τον στρατό και να τον στείλει στο μέτωπο. Αυτό σε συνδυασμό με το ότι δεν έκανε νωρίτερα επιστρατεύσεις ήταν το στοιχείο του αιφνιδιασμού για τους Ιταλούς,[εκκρεμεί παραπομπή] οι οποίοι πίστευαν ότι ο πόλεμος με την Ελλάδα θα ήταν εύκολος. Στις 28 Οκτωβρίου του 1940, στις 3 π.μ., ο Ιταλός πρέσβης επισκέφθηκε τον Μεταξά και του έδωσε τελεσίγραφο, με το οποίο ζητούσε να επιτραπεί η είσοδος των ιταλικών δυνάμεων στην Ελλάδα. Ο Μεταξάς αρνήθηκε να υπακούσει στο ιταλικό τελεσίγραφο για ελεύθερη είσοδο των ιταλικών στρατευμάτων στην Ελλάδα.[v] Η απάντηση στο ιταλικό τελεσίγραφο θεωρείται από αρκετούς ιστορικούς αποτέλεσμα πίεσης της κοινής γνώμης, κατ' άλλους προσωπική ενέργεια και απόφαση. Σύγχρονοι ιστορικοί πιστεύουν ότι η απόφαση του Μεταξά ήταν αποτέλεσμα της εξωτερικής πολιτικής της κυβέρνησης, αφού η Ελλάδα προετοιμαζόταν χρόνια για επικείμενη επίθεση εχθρικών δυνάμεων.[34] Η Ελλάδα τον Νοέμβριο του 1940 υπήρξε αποδέκτης προτάσεων εκ μέρους της Γερμανίας για παρέμβασή της προς ειρήνευση με την Ιταλία, τις οποίες ο Μεταξάς απέρριψε συνεπής με τη στρατηγική της ευθυγράμμισης με τη Μεγάλη Βρετανία. Με την άρνησή του να υποκύψει στους Ιταλούς απέκτησε, έστω και προσωρινά, τη γενική αποδοχή, γεγονός που υποβοήθησε σημαντικά στην πανεθνική προσπάθεια για απόκρουση και απώθηση των Ιταλών.[35] Ο Γεώργιος Σεφέρης θα γράψει έναν χρόνο αργότερα: «Όταν ήρθε η 28η, δεν μπόρεσε να ιδεί ότι τότε μόνο, και όχι στις εορτές του Σταδίου, ολόκληρος ο λαός ήταν μαζί του, μαζί με την απάντηση που έδωσε στον Grazzi την αυγή. Δεν μπόρεσε να καταλάβει ότι η ημέρα εκείνη δεν επικύρωνε αλλά καταργούσε την 4η Αυγούστου».[36] Στις 31 Οκτωβρίου 1940 ο Ζαχαριάδης συνέταξε ένα γράμμα που δημοσιεύθηκε στις εφημερίδες και το οποίο καλούσε τον ελληνικό λαό να αντισταθεί ενωμένος τη φασιστική Ιταλία. Το γράμμα αυτό θεωρήθηκε από κάποια ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ ως πλαστό.

Ο Μεταξάς με τον Γεώργιο και τον Παπάγο σε συνάτηση του Αγγλοελληνικού πολεμικού συμβουλίου τον Ιανουάριο του 1941.

Ο Μεταξάς στο ημερολόγιο του ανέλυσε εκτενώς την απόφασή του σε ανακοίνωσή του προς τους ιδιοκτήτες και αρχισυντάκτες του Αθηναϊκού Τύπου στο Γενικό Στρατηγείο (ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία»), στις 30 Οκτωβρίου 1940.[37] Αν αποδεχόταν το τελεσίγραφο, θα επαναλαμβανόταν ο Εθνικός Διχασμός του 1916, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να βρεθεί στον πόλεμο αποδυναμωμένη και με τις δυνάμεις της διασπασμένες. Φυσικά η Ιταλία, η Βουλγαρία, η Αγγλία και η Τουρκία θα εκμεταλλεύονταν το γεγονός και θα καταλάμβαναν αμφισβητούμενες περιοχές όπως τη Μακεδονία, το Αιγαίο, τη Θράκη κ.α. Ήταν λοιπόν κατά την άποψή του η ύστατη λύση για να διασφαλίσει τα συμφέροντα της Πατρίδας του. Επιπλέον πίστευε στην σίγουρη νίκη των αγγλοσαξονικών δυνάμεων και ότι η Ελλάδα θα αποκόμιζε τα Δωδεκάνησα.

Τον Ιανουάριο του 1941 οι Άγγλοι έκαναν πρόταση στον Μεταξά προκειμένου να φέρουν δυνάμεις στο μέτωπο της Ηπείρου. Ο Μεταξάς ζήτησε από τους Άγγλους 10 μεραρχίες μαζί με την ανάλογη αεροπορία. Οι Άγγλοι ανταπάντησαν ότι μπορούν να προσφέρουν 2 μεραρχίες με μικρή μόνο αεροπορική δύναμη. Τότε ο Μεταξάς απάντησε "Καλύτερα να μη μας στείλετε τίποτα. Το μόνο που θα καταφέρετε να κάνετε σε αυτή την περίπτωση, είναι να προκαλέσετε επίθεση των Γερμανών."

Ο θάνατος

Ο Ιωάννης Μεταξάς αρρώστησε από βαριά φλεγμονή του φάρυγγος, η οποία κατέληξε σε παραμυγδαλικό απόστημα με τοξιναιμικά φαινόμενα και επιπλοκές και πέθανε στις 29 Ιανουαρίου του 1941 στις 6:00 π.μ.[38] Την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Αλέξανδρος Κορυζής. Η κηδεία πραγματοποιήθηκε στις 31 Ιανουαρίου. Από πολλούς έχει υποστηριχθεί ότι ο θάνατός του ίσως και να οφείλεται σε επέμβαση των Άγγλων που δεν ήθελαν να επιτευχθεί συνθηκολόγηση της Ελλάδας με τη Γερμανία. Αυτή η άποψη δεν επιβεβαιώνεται όμως από τα γραφόμενα του ημερολογίου του, όπου ο Μεταξάς γράφει ότι "καλύτερα να πεθάνουμε όλοι παρά να υποταχθούμε στον Χίτλερ" και απέρριπτε προτροπές του Έλληνα πρέσβη στη Γερμανία Ραγκαβή για μεσολάβηση του Χίτλερ. Σύμφωνα με τον Υπουργό Κωνσταντίνο Μανιαδάκη, ο θάνατος του Μεταξά προήλθε από ιατρικά λάθη ("Εάν ο Μεταξάς είχε νοσηλευθεί και στην τρίτη θέση ενός δημοσίου νοσοκομείου, θα είχε σωθεί")[εκκρεμεί παραπομπή].

Επίσης, ο Σπύρος Παξινός Διευθυντής της Γενικής Ασφαλείας Αθηνών (1936-1941), το 1942 κατά τη διάρκεια δεξίωσης της Αγγλικής πρεσβείας στο Κάιρο, εκμυστηρεύτηκε σε Άγγλο διπλωμάτη την επιθυμία του να γράψει ένα βιβλίο που θα απεκάλυπτε τα πάντα γύρω από τον θάνατο του Ι. Μεταξά και το οποίο θα εξέδιδε μετά τον πόλεμο. Την επόμενη μέρα τον συνέλαβαν οι Άγγλοι και μεταφέρθηκε στις Συριακές φυλακές στο Άκρον, ως πράκτορας των Γερμανών.[39] Με το τέλος του πολέμου μεταφέρθηκε σε φυλακές στην Ινδία[40] και το 1948 δολοφονήθηκε στο Πακιστάν υπό μυστηριώδεις συνθήκες.[41]

Οικογένεια, προσωπική ζωή

Ο Ιωάννης Μεταξάς ήταν παντρεμένος από το 1909 με τη Λέλα Χατζηϊωάννου (1883 - 5-10-1984)[42], με την οποία απέκτησε δύο παιδιά:

  • τη Λουκία Μεταξά, σύζυγο του Γεώργιου Μαντζούφα
  • την Ιωάννα Μεταξά, σύζυγο του καθηγητή ιατρικής και πρύτανη Ευγένιου Φωκά

Κόρη της Ιωάννας Μεταξά είναι η συγγραφέας Ιωάννα Φωκά - Μεταξά, σύζυγος του Αριστομένη Περρωτή, βουλευτή Μεσσηνίας.

Παρ' ότι ο Ι. Μεταξάς καταγόταν από οικογένεια μετριότατης οικονομικής κατάστασης, είχε μια πλούσια πνευματική καλλιέργεια και καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα στη μουσική, τη ζωγραφική το θέατρο και τον κινηματογράφο. Αυτή την καλλιέργεια φαίνεται ότι την απέκτησε κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Γερμανία και κατά την εξορία του στη Γαλλία και την Ιταλία (1917-1920). Κατά τη διάρκεια που είχε την εξουσία, εξακολουθούσε να παρακολουθεί τα καλλιτεχνικά δρώμενα της Αθήνας, όπως μαρτυρεί ο Παντελής Πρεβελάκης, Διευθυντής των Καλών Τεχνών επί καθεστώτος 4ης Αυγούστου. Στη διάρκεια της δικτατορίας δεν επιδίωξε την "στράτευση" καλλιτεχνών για την παραγωγή προπαγανδιστικού έργου, όπως συνέβη σε άλλα ολοκληρωτικά καθεστώτα του μεσοπολέμου. Κράτησε ίσες αποστάσεις από τα καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής, απαγορεύοντας μόνο την παραγωγή εκείνων που ήταν ιδεολογικά αντίθετα με το καθεστώς.[43]

Δείτε επίσης

Σημειώσεις

i. ^ Οι συμμαθητές του τον φώναζαν «Μικρο Moltke». Υπάρχει ένας μύθος σχετικά με την διαμονή του στο Βερολίνο που έλεγε ότι οι συμμαθητές του είχαν κρεμάσει ένα πανό, το οποίο έγραφε: ουδέν πρόβλημα άλυτο δια τον Ιωάννη Μεταξά.

ii. ^ Υπάρχουν πολλές διαφωνίες σχετικά με τον εμπνευστή του σχεδίου. Ο Θεόδωρος Πάγκαλος στα απομνημονεύματά του υποδεικνύει τον Μεταξά ως εμπνευστή του όλου σχεδίου.

iii. ^ Είχε φτάσει στον τριακοστό βαθμό της μασονίας. Ανήκε στην Στοά «Ησίοδος», στην οποία είχε διατελέσει σεβάσμιος την περίοδο 1921-1923.[44]

iv. ^ Διάγγελμα προς τον λαόν δια την μεταβολήν της 4ης Αυγούστου 1936

Προς τον Eλληνικόν Λαόν,
Ενώ η Bουλή η εκλεγείσα μετά τας μακράς εσωτερικάς περιπετείας του Έθνους τον Ιανουάριον του 1936, όπως αποκαταστήση την εσωτερικήν γαλήνην και τάξιν, απεδείχθη ευθύς εξ αρχής ανίκανος και εις τούτο και εις το να δώση Κυβέρνησιν εις την χώραν, και η ανικανότης αύτη απεδείχθη και κατόπιν και τελευταίως ακόμη ένεκα των αθεράπευτων κομματικών αντιθέσεων και προσωπικών ερίδων, αίτινες ελάχιστα ενδιέφερον την μεγίστην μάζαν του εργαζομένου λαού, ο κομμουνισμός επωφελούμενος και της περιστάσεως ταύτης και της προς αυτόν δοθείσης υποστηρίξεως διαφόρων πολιτικών μερίδων ήγειρε θρασυτάτην την κεφαλήν του, απειλών σοβαρώτατα το κοινωνικόν καθεστώς της Eλλάδος... H Κυβέρνησίς μου, η τελείως ακομμάτιστος, κληθείσα εις την αρχήν τον Απρίλιον του έτους τούτου και διαγνώσασα ευθύς εξ αρχής τους κινδύνους τους οποίους διέτρεχεν η Ελληνική κοινωνία και ευθύς εξ αρχής αποφασισμένη να λάβη άπαντα τα μέτρα... τα αποσκοπούντα εις την ηθικήν και υλικήν βελτίωσιν απάσης της κοινωνίας και ιδιαιτέρως των αγροτών, των εργατών και των πενεστέρων εν γένει τάξεων... Επικαλούμαι πλήρη και αμέριστον την συνδρομήν όλων των Ελλήνων, οίτινες πιστεύουν ότι πρέπει να παραμείνουν αλώβητοι αι εθνικαί ημών παραδόσεις και ο ελληνικός μας πολιτισμός... Προς τούτο ζητώ από πάντας πλήρη πειθαρχία προς το Κράτος, απαραίτητον δια την σωτηρίαν της Ελληνικής κοινωνίας και άνευ της οποίας πειθαρχίας πραγματική ελευθερία δεν δύναται να υπάρξη. Οφείλω όμως να δηλώσω επίσης κατηγορηματικώς ότι οιανδήποτε αντίστασιν κατά του εθνικού τούτου έργου της εθνικής αναγεννήσεως είμαι αποφασισμένος να την εξουδετερώσω δια του τραχυτέρου τρόπου.

Eν Αθήναις τη 4η Αυγούστου 1936
O Πρόεδρος της Κυβερνήσεως
Ιωάννης Μεταξάς

v. ^ Δεν κρατήθηκαν πρακτικά της κρίσιμης συνάντησης μεταξύ του Πρωθυπουργού Ιωάννη Μεταξά και του πρέσβεως της Ιταλίας Εμμανουέλλε Γκράτσι, οπότε δεν μπορούμε να γνωρίζουμε με απόλυτη ακρίβεια τον διάλογο μεταξύ των δύο ανδρών. Ο ίδιος ο πρέσβης της Ιταλίας Εμμανουέλλε Γκράτσι, από το βιβλίο του «Η αρχή του τέλους - η επιχείρηση κατά της Ελλάδος» γράφει για τη μεγάλη εκείνη στιγμή της Ελληνικής Ιστορίας:

«Μόλις καθίσαμε, και επειδή η ώρα ήταν λίγα λεπτά μετά τις 3, του είπα αμέσως ότι η Κυβέρνησίς μου, μου είχε αναθέσει να το εγχειρίσω προσωπικά ένα κείμενο, που δεν ήτο τίποτε άλλο, παρά το τελεσίγραφον της Ιταλίας προς την Ελλάδα, με το οποίον η Ιταλική Κυβέρνηση απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση των στρατευμάτων της στον Ελληνικό χώρο, από τις 6 π.μ. της 28/10/1940. Ο Μεταξάς άρχισε να το διαβάζει. Μέσα από τα γυαλιά του, έβλεπα τα μάτια του να βουρκώνουν. Όταν τελείωσε την ανάγνωση με κοίταξε κατά πρόσωπο, και με φωνή λυπημένη αλλά σταθερή μου είπε: «Alors, c'est la guerre» (Λοιπόν, έχουμε πόλεμο).»

Στην συνάντηση αυτή, κατά την θυγατέρα του Μεταξά, ακολούθησε και η εξής στιχομυθία που ο Γκράτσι δεν την αναφέρει:

  • Γκράτσι: «Pas nécessaire, mon excellence» (όχι απαραίτητα εξοχότατε)
  • Μεταξάς: «Non, c'est nécessaire» (όχι, είναι απαραίτητο)

Παραπομπές

  1. Νέα Δομή, τόμος 22 (σελ 80)
  2. 2,0 2,1 Νέα Δομή, τόμος 22. (σελ. 81)
  3. 3,0 3,1 3,2 Μαρίνα Πετράκη (2014). «Τα πρώτα χρόνια». ΗΓΕΤΕΣ: ο Ιωάννης πίσω από τον Μεταξά. Καθημερινή. σελ. 31. ISBN 978-960-585-010-4. 
  4. Νεώτερον Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν "ΗΛΙΟΥ", τόμος ΙΔ (σελ, 582)
  5. Ιωακείμ Γ. Ιωακείμ, Ιωάννης Μεταξάς: Η ανοδική πορεία του από τη στρατιωτική στην πολιτική δράση (1871-1922), σελ.15, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2005, ISBN 960-206-501-X
  6. 6,0 6,1 Μαρίνα Πετράκη (2014). «Τα πρώτα χρόνια». ΗΓΕΤΕΣ: ο Ιωάννης πίσω από τον Μεταξά. Καθημερινή. σελ. 32. ISBN 978-960-585-010-4. 
  7. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος, 1915, Εθνικός Διχασμός, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2015, σελ. 43 - 44
  8. 8,0 8,1 Σπυρίδων Πλουμίδης, Τα μυστήρια της Αιγηΐδος,εκδόσεις Εστία, Αθήνα 2016, σελ. 148 - 149
  9. 9,0 9,1 Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος, 1915, Εθνικός Διχασμός, ο.π., σελ. 38 - 39
  10. Γιάννης Μουρέλος, Τα "Νοεμβριανά" του 1916, εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2007, σελ. 42
  11. Γιώργος Θ. Μαυρογορδάτος, 1915, Εθνικός Διχασμός, ο.π., σελ. 85
  12. Έγγραφο Α. Ράμμου, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχείο Ι. Μεταξά, Φακ. 53, όπως αναφέρεται στο Πετρίδης Παύλος, Σύγχρονη Ελληνική Πολιτική Ιστορία, Γκοβόστης, 2000, ISBN 960-270-858-1
  13. Χατζηιωσήφ 1993, σελίδες 241-2
  14. Κυβέρνηση Τσαλδάρη, γενική γραμματεία κυβέρνησης
  15. Η ιστορία του Εθνικού διχασμού: Κατά την αρθρογραφία του Ελευθερίου Βενιζέλου και του Ιωάννου Μεταξά, εκδόσεις Κυρομάνος, σελ.12, Θεσσαλονίκη 2003
  16. Μαυρογορδάτος 2003, σελ. 28
  17. Αλιβιζάτος 1995, σελ. 101-2
  18. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ. σελ. 378. 
  19. Μαυρογορδάτος 2003, σελ. 29
  20. 40 μελούς κατά τον Μαυρογορδάτος 2003, σελ. 29, 45μελούς κατά την Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ. σελ. 378. 
  21. Αλιβιζάτος 1995, σελ. 102-3, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ. σελ. 379. 
  22. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ. σελ. 379. 
  23. Αλιβιζάτος 1995, σελ. 104-5, . ΙΕ. σελ. 379-80.  Text "Ιστορία του Ελληνικού ΈΘνους" ignored (βοήθεια); Missing or empty |title= (βοήθεια)
  24. 24,0 24,1 24,2 Χατζηιωσήφ, Χρήστος (2003). Χατζηιωσήφ, Χρήστος, επιμ. Ιστορία της Ελλάδας του 20ου Αιώνα: Ο Μεσοπόλεμος 1922-1940. Β2. Αθήνα: Βιβλιόραμα.  Unknown parameter |chatper= ignored (βοήθεια)
  25. Ε΄Ιστορικά, 4η Αυγούστου, Αθήνα 2000, σελ.39
  26. Μαυρογορδάτος 2003, σελ. 30
  27. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ. σελ. 390. 
  28. Ιωάννης Μεταξάς: «Οφείλετε να γνωρίζετε ότι η Εθνική Οργάνωσις της Νεολαίας είναι θεσμός κρατικός, έργον ιδικόν μου, επί του οποίου στηρίζω τας μεγίστας ελπίδας. Προσεπαθήσαμεν τελευταίως να τον προσαρμόσωμεν και με το σχολείον, ούτως ώστε να αλληλοσυμπληρούνται. Επί του ζητήματος αυτού, Κύριοι, είμαι αποφασισμένος, εάν παρουσιασθή οιαδήποτε αντίδρασις, να την θραύσω κατά τρόπον αμείλικτον»
  29. Lord Wilson, Eight years Overseas 1939-1947, Hutchinsib and CO, σελ.75
  30. Χατζηιωσήφ 1993, σελ. 235
  31. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ΄. σελίδες 401–2. 
  32. «Για να καταλήξουμε λοιπόν, αγαπητέ Μάικλ, είμαστε παντρεμένοι με τον Μεταξά και έτσι θα παραμείνουμε μέχρι ο θάνατος ή οι Έλληνες να μας χωρίσουν». Ανάλυση Κλάτον, 20 Φεβρουαρίου 1940 σειρά FO371, φάκελοι 24.910
  33. Προ της θυέλλης (Μουσολίνι-Μεταξάς), Αννίβας Βελλιάδης, εκδόσεις Ενάλιος, σελ.24-25 και 125
  34. Κωνσταντίνος Σβολόπουλος, Νίκος Βαρδιάμπασης κ.ά.
  35. Διάγγελμα του Ιωάννη Μεταξά προς τον ελληνικό λαό (28-10-1940)
  36. Σεφέρης, Γιώργος (1972), Χειρόγραφο Σεπ. ’41, επιμέλεια Ε. Χ. Κάσδαγλης, Αθήνα, εκδ. Ίκαρος.
  37. Ανακοίνωσις του Πρωθυπουργού Ι. Μεταξά προς τους ιδιοκτήτας και αρχισυντάκτας του Αθηναϊκού Τύπου εις το Γενικόν Στρατηγείον (ξενοδοχείον "Μεγάλη Βρετανία") εις τας 30 Οκτωβρίου 1940, την 30ή Οκτωβρίου 1940. «Ο Ελληνικός Στρατός κατά τον Δεύτερον Παγκόσμιον Πόλεμον - Ο Ελληνοϊταλικός Πόλεμος 1940-41 - Η Ιταλική εισβολή 28/10/1940 μέχρι 13/11/1940», έκδοσις ΓΕΣ/ Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού, 1960)
  38. Heinz Richter, Η Ιταλο-Γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδος, μτφρ.Κώστας Σαρρόπουλος, εκδ.Γκοβόστη, Αθήνα, 1998,σελ.246
  39. Χονδροματίδης, "Στρατοί & Τακτικές" τεύχος 13 (2012), σελ.22-23
  40. Μιχελίδης (1986), σελ. 112
  41. Το ΚΚΕ στο ιταλοελληνικό πόλεμο του 1940-41 (2015), σελ. 78
  42. Βραδυνή, 6-10-1984, σελ. 15.
  43. Κοντού Γεωργία, " Η πολιτική και κοινωνική ιδεολογία της 4ης Αυγούστου και ο τρόπος με τον οποίο αυτή επηρέασε την εκπαίδευση και τη νεολαία (Ε.Ο.Ν.)", διδακτορική διατριβή, 2013, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, σελ. 207-211.
  44. Λεύκωμα των υπό την αιγίδα της Μεγάλης Στοάς της Ελλάδος Τεκτονικών Στοών, Αθήνα 1998, σελ.47


Πηγές

  • Heinz Richter, Η Ιταλο-Γερμανική επίθεση εναντίον της Ελλάδος, μτφρ.Κώστας Σαρρόπουλος, εκδ.Γκοβόστη, Αθήνα, 1998
  • Αλιβιζάτος, Νίκος (1995). Οι πολιτικοί θεσμοί σε κρίστη 1922-1974: Όψεις της ελληνικής εμπειρίας. Θεμέλιο. 
  • Εγκυκλοπαίδεια Δομή
  • 4η Αυγούστου: Ο Μεταξάς και η «αυτοκτονία» της δημοκρατίας, Ε΄ Ιστορικά, Αθήνα 2000
  • Ιωάννης Μεταξάς, Ε΄ Ιστορικά, Αθήνα 2001
  • Δημήτρης Κιτσίκης, Η Ελλάς της 4ης Αυγούστου και αι Μεγάλαι Δυνάμεις. Τα αρχεία του Ελληνικού Υπουργείου Εξωτερικών, 1936-1941 - Ίκαρος, Αθήνα, 1974.
  • Ιωακείμ Γ. Ιωακείμ, Ιωάννης Μεταξάς: Η ανοδική πορεία του από τη στρατιωτική στην πολιτική δράση (1871-1922), εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2005, ISBN 960-206-501-X
  • Μαυρογορδάτος, Γιώργος (2003). «Μεταξύ δύο πολέμων: Πολιτική Ιστορία 1922-1940». Στο: Παναγιωτόπουλος, Βασίλης. Ο Μεσοπόλεμος, 1922-1940: Από την Αβασίλευτη Δημοκρατία στη Δικτατορία της 4ης Αυγούστου. Τόμος 7ος. Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000. Ελληνικά γράμματα. σελίδες 9–32. ISBN 9604065408. 
  • Ιωάννης Μεταξάς & Ελευθέριος Βενιζέλος, Η ιστορία του Εθνικού Διχασμού, Εκδόσεις Κυρομάνος, Θεσσαλονίκη 2003, ISBN 960-7812-23-9
  • Ιωάννης Μεταξάς, Το προσωπικό ημερολόγιο του Ιωάννη Μεταξά, Εκδόσεις Γκοβόστη
  • Το ΚΚΕ στο ιταλοελληνικό πόλεμο του 1940-41, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2015
  • Δημήτρης Μιχελίδης "Ο μυστικός πράκτορας στο ΚΚΕ", Εκδόσεις Γλάρος, Αθήνα 1986
  • - Η Ιστορία του Εθνικού Διχασμού. Η αρθρογραφία Ε. Βενιζέλου και Ι. Μεταξά, στις εφημερίδες Ελεύθερον Βήμα 1934 και Καθημερινή 1934-1935 αντίστοιχα, είναι το σημαντικότερο ιστορικό κείμενο για τον Διχασμό. Σήμερα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κυρομάνος. Θεσσαλονίκη. Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΔΙΧΑΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΜΕΤΑΞΑ
  • Ιωάννης Μεταξάς, Λόγοι και Σκέψεις 1936-1941
  • Το περιοδικό «Νεολαία», 132 τεύχη (15.10.1938-19.4.1941)
  • Χατζηιωσήφ (1993). «Το «όχι» του Μεταξά: βραχυπρόθεσμοι και μακροπρόθεσμοι παράγοντες μιας απόφασης». Η Ελλάδα του '40. Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας. σελίδες 233–48.  Unknown parameter |lobation= ignored (βοήθεια); Unknown parameter |fist= ignored (βοήθεια)
  • Περιοδικό "Στρατοί & Τακτικές" – Τεύχος 13, Ιούλιος-Αύγουστος 2012, Αθήνα (Άρθρο του Ιάκωβου Χονδροματίδη)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι