Αφτί: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 62.74.23.133 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό [[Χρήστ...
Ετικέτες: Αφαιρέθηκε ανακατεύθυνση Επαναφορά
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
[[Αρχείο:Earcov.JPG|thumb|right|150px|Αριστερό ανθρώπινο αφτί]]
[[Αρχείο:Earcov.JPG|thumb|right|150px|Αριστερό ανθρώπινο αφτί]]
Το '''αφτί''' ('''ους''' στην αρχαία ελληνική) είναι το όργανο [[ακοή|ακοής]] του ανθρώπου και των ζώων, αλλά και σημαντικό όργανο για την ισορροπία. Οι άνθρωποι και τα [[σπονδυλωτά]] έχουν δυο αφτιά συμμετρικά τοποθετημένα σε αντίθετες πλευρές του κεφαλιού.
Το '''αφτί''' ('''ους''' στην αρχαία ελληνική) (και:''Αυτί'') είναι το όργανο [[ακοή|ακοής]] του ανθρώπου και των ζώων, αλλά και σημαντικό όργανο για την ισορροπία. Οι άνθρωποι και τα [[σπονδυλωτά]] έχουν δυο αφτιά συμμετρικά τοποθετημένα σε αντίθετες πλευρές του κεφαλιού.


Αποτελείται από το εξωτερικό αφτί το οποίο έχει τέτοια κατασκευή ώστε να βελτιώνεται η ακοή (το αφτί που είναι ορατό εξωτερικά και ο ακουστικός πόρος), το [[Μέσο ους|μέσο αφτί]] (μετά το τύμπανο) και το [[Έσω ους|εσωτερικό αφτί]] (με κύριο όργανο τον λαβύρινθο).
Αποτελείται από το εξωτερικό αφτί το οποίο έχει τέτοια κατασκευή ώστε να βελτιώνεται η ακοή (το αφτί που είναι ορατό εξωτερικά και ο ακουστικός πόρος), το [[Μέσο ους|μέσο αφτί]] (μετά το τύμπανο) και το [[Έσω ους|εσωτερικό αφτί]] (με κύριο όργανο τον λαβύρινθο).
Γραμμή 7: Γραμμή 7:
Σύμφωνα με τις απόψεις του γλωσσολόγου [[Γεώργιος Χατζιδάκις|Γ. Χατζιδάκι]], το αρχικό {{πολυτονικό|οὖς}} δεν θα μπορούσε ποτέ να δώσει τύπο αφτί. Το νεοελληνικό αφτί προήλθε, κατά την άποψή του, ως εξής: από το υποκοριστικό {{πολυτονικό|ὠτίο}} και ειδικότερα από τον πληθυντικό του {{πολυτονικό|τὰ ὠτία}} προήλθε στη συμπροφορά του τύπου {{πολυτονικό|ταουτία}}, ο οποίος φωνητικώς εξελίχθηκε σε ταφτία (το ου απέκτησε συμφωνική προφορά και μετατράπηκε στο τριβόμενο φ). Από τον τύπο ταφτία περάσαμε στο τ' αφτιά, από όπου μετά ο ενικός τ' αφτί. Ο αρχικός τύπος {{πολυτονικό|οὖς}} δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον τύπο αφτί.<ref>Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Π. Δρανδάκη, τ. Στ', σελ. 363</ref>
Σύμφωνα με τις απόψεις του γλωσσολόγου [[Γεώργιος Χατζιδάκις|Γ. Χατζιδάκι]], το αρχικό {{πολυτονικό|οὖς}} δεν θα μπορούσε ποτέ να δώσει τύπο αφτί. Το νεοελληνικό αφτί προήλθε, κατά την άποψή του, ως εξής: από το υποκοριστικό {{πολυτονικό|ὠτίο}} και ειδικότερα από τον πληθυντικό του {{πολυτονικό|τὰ ὠτία}} προήλθε στη συμπροφορά του τύπου {{πολυτονικό|ταουτία}}, ο οποίος φωνητικώς εξελίχθηκε σε ταφτία (το ου απέκτησε συμφωνική προφορά και μετατράπηκε στο τριβόμενο φ). Από τον τύπο ταφτία περάσαμε στο τ' αφτιά, από όπου μετά ο ενικός τ' αφτί. Ο αρχικός τύπος {{πολυτονικό|οὖς}} δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον τύπο αφτί.<ref>Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Π. Δρανδάκη, τ. Στ', σελ. 363</ref>


Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη "αυτί" προέρχεται: μσν. αυτί(ν) < αυτίον < ελνστ. ὠτίον υποκορ. του αρχ. οsς με βάση τον πληθ. με άρθρο: τά ὠτία > [tawtia] (τροπή του [o] σε ημίφ. για αποφυγή της χασμ.), τροπή του ημιφ. σε [f] πριν από άηχο σύμφ., ανασυλλ. [t-aftia] και νέος εν. το αυτί· αυτ(ί) -άρα [http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=Αυτί&sin=all greek-language.gr]
== Παραπομπές ==
== Παραπομπές ==
<references />
<references />

Έκδοση από την 15:52, 1 Φεβρουαρίου 2018

Αριστερό ανθρώπινο αφτί

Το αφτί (ους στην αρχαία ελληνική) (και:Αυτί) είναι το όργανο ακοής του ανθρώπου και των ζώων, αλλά και σημαντικό όργανο για την ισορροπία. Οι άνθρωποι και τα σπονδυλωτά έχουν δυο αφτιά συμμετρικά τοποθετημένα σε αντίθετες πλευρές του κεφαλιού.

Αποτελείται από το εξωτερικό αφτί το οποίο έχει τέτοια κατασκευή ώστε να βελτιώνεται η ακοή (το αφτί που είναι ορατό εξωτερικά και ο ακουστικός πόρος), το μέσο αφτί (μετά το τύμπανο) και το εσωτερικό αφτί (με κύριο όργανο τον λαβύρινθο).

Ετυμολογία

Σύμφωνα με τις απόψεις του γλωσσολόγου Γ. Χατζιδάκι, το αρχικό οὖς δεν θα μπορούσε ποτέ να δώσει τύπο αφτί. Το νεοελληνικό αφτί προήλθε, κατά την άποψή του, ως εξής: από το υποκοριστικό ὠτίο και ειδικότερα από τον πληθυντικό του τὰ ὠτία προήλθε στη συμπροφορά του τύπου ταουτία, ο οποίος φωνητικώς εξελίχθηκε σε ταφτία (το ου απέκτησε συμφωνική προφορά και μετατράπηκε στο τριβόμενο φ). Από τον τύπο ταφτία περάσαμε στο τ' αφτιά, από όπου μετά ο ενικός τ' αφτί. Ο αρχικός τύπος οὖς δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον τύπο αφτί.[1]

Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλίδη "αυτί" προέρχεται: μσν. αυτί(ν) < αυτίον < ελνστ. ὠτίον υποκορ. του αρχ. οsς με βάση τον πληθ. με άρθρο: τά ὠτία > [tawtia] (τροπή του [o] σε ημίφ. για αποφυγή της χασμ.), τροπή του ημιφ. σε [f] πριν από άηχο σύμφ., ανασυλλ. [t-aftia] και νέος εν. το αυτί· αυτ(ί) -άρα greek-language.gr

Παραπομπές

  1. Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Π. Δρανδάκη, τ. Στ', σελ. 363