Ταμπού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό |
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 95.246.195.145 (συνεισφ.), επιστροφή στην τελευταία εκδοχή υπό [[Χρ... |
||
Γραμμή 4: | Γραμμή 4: | ||
Στην πρωταρχική του έννοια, αφορά πρωτόγονους πολιτισμούς, και σημαίνει το πρόσωπο ή το αντικείμενο που απαγορεύεται να πλησιάσει, να αγγίξει, να κατονομάσει ή να χρησιμοποιήσει κανείς, επειδή θεωρείται ιερό ή μιαρό. Το ταμπού θεωρείται μιαρό κι ακάθαρτο, προξενώντας κακό σ' όποιον έρθει σ' επαφή μ' αυτό. Έτσι, λοιπόν ταμπού σε μια γενικότερη σημασία είναι κάτι το απαγορευμένο με έννοια μαγική και δεισιδαιμονική. |
Στην πρωταρχική του έννοια, αφορά πρωτόγονους πολιτισμούς, και σημαίνει το πρόσωπο ή το αντικείμενο που απαγορεύεται να πλησιάσει, να αγγίξει, να κατονομάσει ή να χρησιμοποιήσει κανείς, επειδή θεωρείται ιερό ή μιαρό. Το ταμπού θεωρείται μιαρό κι ακάθαρτο, προξενώντας κακό σ' όποιον έρθει σ' επαφή μ' αυτό. Έτσι, λοιπόν ταμπού σε μια γενικότερη σημασία είναι κάτι το απαγορευμένο με έννοια μαγική και δεισιδαιμονική. |
||
Με ευρύτερη έννοια, ο όρος χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει οτιδήποτε απαγορευμένο, κυρίως οτιδήποτε αντιμετωπίζεται από την κοινωνία ως μη υπάρχον, για λόγους ηθικής ή κοινωνικών [[Προκατάληψη|προκαταλήψεων]]. Συνεκδοχικά, αναφέρεται σε κάθε περιορισμό που επιβάλλει η κοινωνική ηθική, δηλαδή κάθε κοινωνική προκατάληψη. Η λέξη ταμπού χρησιμοποιείται επίσης για οτιδήποτε το τέλειο, που με κανένα τρόπο, δε δέχεται αμφισβήτηση ή τροποποίηση |
Με ευρύτερη έννοια, ο όρος χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει οτιδήποτε απαγορευμένο, κυρίως οτιδήποτε αντιμετωπίζεται από την κοινωνία ως μη υπάρχον, για λόγους ηθικής ή κοινωνικών [[Προκατάληψη|προκαταλήψεων]]. Συνεκδοχικά, αναφέρεται σε κάθε περιορισμό που επιβάλλει η κοινωνική ηθική, δηλαδή κάθε κοινωνική προκατάληψη. Η λέξη ταμπού χρησιμοποιείται επίσης για οτιδήποτε το τέλειο, που με κανένα τρόπο, δε δέχεται αμφισβήτηση ή τροποποίηση. |
||
== Δείτε επίσης == |
== Δείτε επίσης == |
Έκδοση από την 18:19, 13 Ιανουαρίου 2017
Ο όρος ταμπού προέρχεται από τις γλώσσες της Πολυνησίας (λ.χ. Τόνγκα ή Φίτζι) και σημαίνει «απαγορευμένος».
Στην πρωταρχική του έννοια, αφορά πρωτόγονους πολιτισμούς, και σημαίνει το πρόσωπο ή το αντικείμενο που απαγορεύεται να πλησιάσει, να αγγίξει, να κατονομάσει ή να χρησιμοποιήσει κανείς, επειδή θεωρείται ιερό ή μιαρό. Το ταμπού θεωρείται μιαρό κι ακάθαρτο, προξενώντας κακό σ' όποιον έρθει σ' επαφή μ' αυτό. Έτσι, λοιπόν ταμπού σε μια γενικότερη σημασία είναι κάτι το απαγορευμένο με έννοια μαγική και δεισιδαιμονική.
Με ευρύτερη έννοια, ο όρος χρησιμοποιείται σήμερα για να δηλώσει οτιδήποτε απαγορευμένο, κυρίως οτιδήποτε αντιμετωπίζεται από την κοινωνία ως μη υπάρχον, για λόγους ηθικής ή κοινωνικών προκαταλήψεων. Συνεκδοχικά, αναφέρεται σε κάθε περιορισμό που επιβάλλει η κοινωνική ηθική, δηλαδή κάθε κοινωνική προκατάληψη. Η λέξη ταμπού χρησιμοποιείται επίσης για οτιδήποτε το τέλειο, που με κανένα τρόπο, δε δέχεται αμφισβήτηση ή τροποποίηση.
Δείτε επίσης
Βιβλιογραφία
- Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Γ. Μπαμπινιώτη
- Τοτέμ και Ταμπού, Ζ. Φρόιντ
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
|