Παύλος Α΄ της Ελλάδας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Jimel69 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Jimel69 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 25: Γραμμή 25:
}}
}}


Ο Bασιλεύς '''Παύλος''' (Αθήνα, [[14 Δεκεμβρίου]] [[1901]] - [[6 Μαρτίου]] [[1964]]) ήταν το τέταρτο τέκνο των βασιλέων [[Κωνσταντίνος Α΄ των Ελλήνων|Κωνσταντίνου Α΄]] και [[Σοφία της Πρωσίας|Σοφίας]]. Φοίτησε στη [[Σχολή Ναυτικών Δοκίμων]]. Ακολούθησε τον πατέρα του στην εξορία το [[1917]] και επέστρεψε μαζί του από την [[Ελβετία]] στην [[Ελλάδα]] το [[1920]], αφού προηγουμένως του είχε προσφερθεί το Στέμμα, μετά το θάνατο του αδερφού του, [[Αλέξανδρος της Ελλάδας|Αλέξανδρου]], και εκείνος το είχε αρνηθεί, διακηρύσσοντας ότι ανήκει στον πατέρα του. Υπηρέτησε ως [[σημαιοφόρος]] στο [[καταδρομικό]] «[[Έλλη (καταδρομικό)|Έλλη]]». Το [[1923]], λίγο πριν την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα, έφυγε για το εξωτερικό μαζί με τον αδελφό του, [[Γεώργιος Β΄ των Ελλήνων|Γεώργιο Β΄]].
Ο Bασιλεύς '''Παύλος''' (Αθήνα, [[14 Δεκεμβρίου]] [[1901]] - [[6 Μαρτίου]] [[1964]]) ήταν το τέταρτο τέκνο των βασιλέων [[Κωνσταντίνος Α΄ των Ελλήνων|Κωνσταντίνου Α΄]] και [[Σοφία της Πρωσίας|Σοφίας]]. Φοίτησε στη [[Σχολή Ναυτικών Δοκίμων]]. Ακολούθησε τον πατέρα του στην εξορία το [[1917]] και επέστρεψε μαζί του από την [[Ελβετία]] στην [[Ελλάδα]] το [[1920]], αφού προηγουμένως του είχε προσφερθεί το Στέμμα, μετά το θάνατο του αδερφού του, [[Αλέξανδρος της Ελλάδας|Αλέξανδρου]], και εκείνος το είχε αρνηθεί, διακηρύσσοντας ότι ανήκει στον πατέρα του. Υπηρέτησε ως [[σημαιοφόρος]] στο [[καταδρομικό]] «[[Έλλη (καταδρομικό)|Έλλη]]». Το [[1923]], λίγο πριν από την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα, έφυγε για το εξωτερικό μαζί με τον αδελφό του, [[Γεώργιος Β΄ των Ελλήνων|Γεώργιο Β΄]].


== Διάδοχος ==
== Διάδοχος ==

Έκδοση από την 18:06, 5 Ιουλίου 2016

Παύλος
Περίοδος1 Απριλίου 1947 - 6 Μαρτίου 1964
Στέψη1 Απριλίου 1947
Βουλή των Ελλήνων, Αθήνα
ΠροκάτοχοςΓεώργιος Β΄
ΔιάδοχοςΚωνσταντίνος Β΄ των Ελλήνων
Γέννηση14 Δεκεμβρίου 1901
Αθήνα, Ελλάδα
Θάνατος6 Μαρτίου 1964 (62 ετών)
Αθήνα, Ελλάδα
Τόπος ταφήςΒασιλικό Κοιμητήριο, Ανάκτορα Τατοΐου, Αθήνα
ΣύζυγοςΦρειδερίκη(νύμφ. 1938–1964)
ΕπίγονοιΣοφία
Κωνσταντίνος Β΄
Ειρήνη της Ελλάδας
ΟίκοςΓκλύξμπουργκ
ΠατέραςΚωνσταντίνος Α΄ των Ελλήνων
ΜητέραΣοφία της Ελλάδας
Υπογραφή
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Bασιλεύς Παύλος (Αθήνα, 14 Δεκεμβρίου 1901 - 6 Μαρτίου 1964) ήταν το τέταρτο τέκνο των βασιλέων Κωνσταντίνου Α΄ και Σοφίας. Φοίτησε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Ακολούθησε τον πατέρα του στην εξορία το 1917 και επέστρεψε μαζί του από την Ελβετία στην Ελλάδα το 1920, αφού προηγουμένως του είχε προσφερθεί το Στέμμα, μετά το θάνατο του αδερφού του, Αλέξανδρου, και εκείνος το είχε αρνηθεί, διακηρύσσοντας ότι ανήκει στον πατέρα του. Υπηρέτησε ως σημαιοφόρος στο καταδρομικό «Έλλη». Το 1923, λίγο πριν από την ανακήρυξη της αβασίλευτης δημοκρατίας στην Ελλάδα, έφυγε για το εξωτερικό μαζί με τον αδελφό του, Γεώργιο Β΄.

Διάδοχος

Το 1935, με την παλινόρθωση της μοναρχίας, ξαναγύρισε στην Ελλάδα, ως διάδοχος του θρόνου. Στις 9 Ιανουαρίου 1938 παντρεύτηκε στην Αθήνα τη φιλόδοξη και δυναμική πριγκίπισσα του Αννοβέρου Φρειδερίκη, η οποία ήταν και δεύτερη εξαδέρφη του. Από το γάμο του απέκτησε 3 παιδιά:

Στον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο υπηρέτησε στο Γενικό Στρατηγείο και μετά τη γερμανική εισβολή ακολούθησε το Βασιλέα Γεώργιο Β΄ στην Κρήτη και μετά την κατάληψή της από τους Γερμανούς, στην Αίγυπτο, για να εγκατασταθεί τελικά, με την οικογένειά του στο Κέιπ Τάουν της Νοτίου Αφρικής.

Η περίοδος της βασιλείας του

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1946 επανήλθε στην Ελλάδα με τον άτεκνο αδερφό του, και μετά το θάνατό του στις 1 Απριλίου 1947 έγινε Βασιλιάς.

Διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο στον εμφύλιο πόλεμο, καθώς το βασιλικό ζεύγος επιδόθηκε με μια πρωτοφανή δραστηριότητα στη σύσταση ιδρυμάτων και φιλανθρωπικών θεσμών, αυξάνοντας σε απίστευτο βαθμό το γόητρο της Δυναστείας.

Ο Παύλος και η Φρειδερίκη σε καταδρομικό των ΗΠΑ στον Πειραιά τον Μάιο του 1947
Επίσκεψη στο Ισραήλ το 1953

Ελέγχοντας αποτελεσματικά τις Ένοπλες Δυνάμεις και τα Σώματα Ασφαλείας και διατηρώντας έναν αντιφατικό ρόλο κατά την περίοδο του ελεγχόμενου κοινοβουλευτισμού, καθώς και καλλιεργώντας άριστες σχέσεις με την Ουάσιγκτον, στηρίζοντας παράλληλα τις αμερικανικές επιλογές για την ανάδειξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή σε πρωθυπουργό, ο Παύλος εδραίωσε την εξουσία του. Παράλληλα, το ήπιο ή το άβουλο - κατ΄άλλους - του χαρακτήρα του τού έδωσε το προσωνύμιο «Παύλος ο Καλός».

Στην αρχή της Βασιλείας του, κάτω από την επιρροή του βενιζελικού Στρατηγού Βεντήρη, ήταν κάθετα αντίθετος με την προοπτική να πολιτευθεί ο Στρατάρχης Αλέξανδρος Παπάγος. Ήταν υπέρ μιας κυβέρνησης των Φιλελευθέρων, Βενιζελικών κομμάτων, επειδή αυτός και η σύζυγός του Βασίλισσα Φρειδερίκη είχαν το φόβο ότι ο Παπάγος θα μπορούσε να εξελιχθεί σε δικτάτορα τύπου Φρανθίσκο Φράνκο. Τελικώς ο Παπάγος εκλέχτηκε Πρωθυπουργός αλλά απεβίωσε το 1955.

Σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1952, ο Βασιλιάς μπορούσε να επιλέξει όποιον ήθελε για Πρωθυπουργό, αρκεί ο τελευταίος να λάβει ψήφο εμπιστοσύνης μέσα σε δεκαπέντε μέρες από τη Βουλή. Έχοντας αυτή τη δυνατότητα, επέλεξε τον τότε Υπουργό Δημοσίων Έργων Κωνσταντίνο Καραμανλή ως εντολοδόχο Πρωθυπουργό, μετά τον θάνατο του Παπάγου, και όχι κάποιον από τους αντιπροέδρους της κυβέρνησης και υποψήφιους για την αρχηγία του κόμματός τους, Στέφανο Στεφανόπουλο και Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Ο Καραμανλής δεν εκλέχτηκε αρχηγός του κόμματός του, πήρε όμως την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής και ίδρυσε νέο κόμμα.

Μετά τις εκλογές του 1961, τις οποίες η αντιπολίτευση θεωρούσε εκλογές βίας και νοθείας, και τη δολοφονία Λαμπράκη το 1963, οι σχέσεις του με τον Καραμανλή οξύνθηκαν. Από το 1961 η αντιπολίτευση θεωρούσε μη νόμιμη την Κυβέρνηση Καραμανλή και είχε κηρύξει τον Ανένδοτο Αγώνα. Τελικώς, με αφορμή τη διαφωνία για το ταξίδι του βασιλικού ζεύγους στο Λονδίνο[1], ο Καραμανλής παραιτήθηκε.

Η επίσκεψη και τα επεισόδια στο Λονδίνο

Υπήρχαν ήδη πληροφορίες ότι αντιβασιλικοί Έλληνες του εξωτερικού, προσκείμενοι στην αριστερά, ετοίμαζαν διαδηλώσεις διαμαρτυρίας και αποδοκιμασίας κατά του βασιλικού ζεύγους. Το βασιλικό ταξίδι άρχισε στις 9 Ιουλίου. Χιλιάδες άνδρες όλων των βρετανικών υπηρεσιών ασφαλείας προσπάθησαν να προστατεύσουν τον Παύλο και τη Φρειδερίκη. "Υποδοχή αστυνομικού κράτους" χαρακτηρίστηκε η βρετανική κινητοποίηση από την Ίβνινγκ Στάνταρντ, ενώ το Associated Press τη χαρακτήρισε ως "το μεγαλύτερο δίκτυο ασφαλείας, το οποίον ωργανώθη ποτέ εις την Αγγλίαν". "Απίστευτα" χαρακτήρισε τα αστυνομικά μέτρα και η γαλλική Le Monde.

Στην πλατεία Τραφάλγκαρ σημειώθηκαν αιματηρά επεισόδια. Έγιναν εκτεταμένες συγκρούσεις, καθώς η αστυνομία "κατόπιν σκληρού αγώνος κατώρθωσε να απωθήση τους διαδηλωτάς και να κλείση τας πύλας κάτωθι της Αψίδος του ναυαρχείου, αποκλείουσα ούτω την προσπέλασιν προς τα ανάκτορα. Εις την διάλυσιν των διαδηλωτών συνέβαλε και η έφιππος αστυνομία... Περί το μεσονύκτιον αι οδοί είχον εκκαθαρισθή από το πλήθος. Εν τούτοις εκατοντάδες αστυνομικοί εξηκολούθουν να περιπολούν εις τας οδούς που οδηγούν εις τα ανάκτορα. Ακαθόριστος αριθμός τραυματιών καθημαγμένων, αστυνομικών και πολιτών, μετεφέρθη εις τα νοσοκομεία. Ενώ επλησίαζε το μεσονύκτιον, αι διαδηλώσεις συνεχίζοντο και υπήρχον ενδείξεις ότι είναι δυνατόν να συνεχισθούν καθ' όλην την νύκτα"[2].

Την επομένη σημειώθηκε νέος κύκλος επεισοδίων. Το πρωί συνελήφθη από τη Σκότλαντ Γιαρντ η Μπέτυ Αμπατιέλου στην αποβάθρα του Ουεστμίνστερ, καθώς επιχείρησε να πλησιάσει τρέχοντας τους Έλληνες βασιλείς που επιβιβάζονταν σε πλοιάριο για να κάνουν βόλτα στον Τάμεση.

Κατά τη διάρκεια της ημέρας δεκάδες διαδηλωτές καταδικάστηκαν από τα βρετανικά δικαστήρια σε μικρά χρηματικά πρόστιμα για τα επεισόδια της προηγουμένης. Το βράδυ υπήρξαν έντονες αποδοκιμασίες στο θέατρο Όλντουιτς, όπου ο Παύλος και η Φρειδείρκη μετέβησαν συνοδεία της βασίλισσας της Αγγλίας για να παρακολουθήσουν παράσταση προς τιμήν τους, ενώπιον κοινού αυστηρά επιλεγμένου, ώστε να αποφευχθούν νέα επεισόδια.

Το τέλος

Ο βασιλιάς Παύλος συνεργάστηκε καλύτερα με τον Γεώργιο Παπανδρέου από το φθινόπωρο του 1963 έως τον Μάρτιο του 1964 που απεβίωσε, επειδή ο Παπανδρέου ήταν πιο διαλλακτικός και ο Παύλος βαριά άρρωστος[3]. Η υγεία του ήταν πολύ κλονισμένη, και η κυβέρνηση Παπανδρέου ήταν η τρίτη και τελευταία, στην ελληνική ιστορία, που ορκίστηκε στη θερινή κατοικία της βασιλικής οικογένειας, στο κτήμα Τατοΐου.

Όταν στις 18 Φεβρουαρίου του 1964 ο Γεώργιος Παπανδρέου ανέβηκε στα ανάκτορα του Τατοΐου για να λάβει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και να ανακοινώσει στον ανώτατο άρχοντα τον κατάλογο των υπουργών του, έμεινε έκπληκτος από την εικόνα που αντίκρυσε. Ο βασιλιάς Παύλος ήταν φοβερά καταβεβλημένος και με κόπο κατόρθωνε να συγκεντρώσει την προσοχή του σ' αυτά που του έλεγε ο νέος πρωθυπουργός. Η εικόνα όμως που παρουσίασε την ημέρα της ορκωμοσίας της νέας κυβέρνησης της Ένωσης Κέντρου ήταν ακόμα χειρότερη. Με μεγάλες προσπάθειες κατόρθωσε να σηκωθεί από το κρεβάτι του και να βαδίσει ντυμένος με τη μεγάλη στολή του στρατάρχη τα λίγα μέτρα ως την αίθουσα υποδοχής των ανακτόρων του Τατοΐου, όπου θα γινόταν η ορκωμοσία. Κατά τη διάρκεια της τελετής στηριζόταν σ' ένα έπιπλο για να μην πέσει. Ύστερα, έδωσε το χέρι του στον πρωθυπουργό για να τον συγχαρεί, χαιρέτησε τους υπουργούς με μία κλίση της κεφαλής και έφυγε χωρίς να περιμένει να υπογραφούν τα πρακτικά της ορκωμοσίας λέγοντας, με αδύναμη φωνή, ότι θα βρίσκεται στη διάθεση του Γεωργίου Παπανδρέου οποιαδήποτε στιγμή τον χρειαστεί. Δεν είχαν περάσει ούτε τρεις ώρες από τη στιγμή που ο Γεώργιος Παπανδρέου επέστρεψε στο πολιτικό γραφείο, όταν χτύπησε το προσωπικό του τηλέφωνο. Έκπληκτος, άκουσε να τον καλούν ν' ανέβει πάλι επειγόντως στα ανάκτορα. Στο Τατόι τον περίμενε σ' ένα δωμάτιο ο Κωνσταντίνος, ο οποίος με δάκρυα στα μάτια του αποκάλυψε ότι ο πατέρας του έχει καρκίνο στο στομάχι και έπρεπε να χειρουργηθεί. Παράλληλα, παρακάλεσε τον πρωθυπουργό να μην πει σε κανέναν τίποτε. Το ίδιο βράδυ δόθηκε ανακοίνωση στον Τύπο ότι σημειώθηκε επιδείνωση του έλκους και ο βασιλιάς έπρεπε να χειρουργηθεί. Στην ανακοίνωση αναφερόταν ότι ο Κωνσταντίνος ανέλαβε καθήκοντα αντιβασιλιά. Η Ελένη Βλάχου έγραψε για εκείνη την κρίσιμη περίοδο:

"Την βαριά αρρώστια του Παύλου την είχε κρατήσει το Παλάτι πεισματικά μυστική, φθάνοντας σε ανεπίτρεπτες προσπάθειες αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης. Και βέβαια και του Τύπου και ακόμη και του υποτιθέμενου φιλικού Τύπου: "Σας το λέμε υπεύθυνα. Ο Βασιλιάς είναι, ευτυχώς, πολύ καλύτερα. Βρίσκεται οριστικά στο στάδιο της αναρρώσεως. Και αν δεν μας πιστεύετε, στείλτε τον φωτογράφο σας αύριο το πρωί στην Καστέλλα, που έχει σκοπό να πάει περίπατο να πάρει λίγο αέρα και θα πιστοποιήσετε. Μην το πείτε σε κανέναν άλλον". Στείλαμε το φωτογράφο μας, το Βασίλη Καραμανώλη, που είχε το προνόμιο να ανταλλάξει το τελευταίο "δημοσιογραφικό" κουρασμένο χαμόγελο με τον Παύλο. Την επομένη, 14 Φεβρουαρίου, και στις δύο εφημερίδες μας δημοσιεύαμε τη φωτογραφία υιοθετώντας, άθελά μας, ένα μεγάλο ψέμα. Ο Βασιλεύς δεν ήταν καλύτερα, ήταν χειρότερα, σχεδόν δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του, αλλά τον είχαν σηκώσει από το κρεβάτι διότι όπως του είπαν (το μάθαμε αργότερα) έπρεπε να "καθησυχάσει τον κόσμο". Συμμορφώθηκε στις συμβουλές του περιβάλλοντός του, διότι επίστεψε στη χρησιμότητά τους. Γιατί ήταν ένας βαθύτατα καλός άνθρωπος, ένας πατριώτης και ένας εξαίρετος χριστιανός, χωρίς πείσματα και εγωισμούς...".

Με επιθυμία της Φρειδερίκης, ο Παύλος δεν μετακινήθηκε από το ανάκτορο του Τατοΐου. Δεν τον πήγαν στο εξωτερικό ούτε καν στον "Ευαγγελισμό". Η εγχείρηση θα γινόταν εκεί. Μία αίθουσα του ανακτόρου είχε μετατραπεί σε χειρουργείο και είχαν μεταφέρει από τον "Ευαγγελισμό" όλα τα κατάλληλα όργανα και φάρμακα, ενώ είχαν κληθεί στην Αθήνα δύο Άγγλοι καθηγητές, για να παρακολουθήσουν μαζί με τους Έλληνες συναδέλφους τους την εγχείρηση που θα την έκανε ο προσωπικός γιατρός του βασιλιά, ο Αλέξανδρος Μάνος. Το μυστικό για την πραγματική ασθένεια του Παύλου κρατήθηκε αυστηρά, αλλά ο κόσμος είχε αρχίσει να μαντεύει την αλήθεια. Την παραμονή, η ανακοίνωση των Ελλήνων και Άγγλων γιατρών (Θωμά Δοξιάδη, Αλέξανδρου Μάνου, Νικόλαου Τσαμπούλα, Στ. Κέιντ και Εντ. Μουίρ) ανέφερε ότι πρόκειται για "στένωσιν του πυλωρού συνεπεία παλαιού έλκους" που "ενδείκνυται να εγχειρισθή". Τα ίδια ανέφερε και η ανακοίνωση μετά την εγχείρηση που έγινε το πρωί της 21ης Φεβρουαρίου. Τα ιατρικά δελτία εκείνης της ημέρας πρόσθεσαν ότι η μετεγχειρητική κατάσταση του βασιλιά ήταν "ικανοποιητική". Όμως, από την 1η Μαρτίου, οι τρεις Έλληνες θεράποντες γιατροί άρχισαν να δίνουν στη δημοσιότητα ανησυχητικά ιατρικά δελτία. Όταν πια έγινε φανερό ότι λίγες μέρες ζωής απέμεναν για τον Παύλο, η Φρειδερίκη και οι αυλικοί σκέφτηκαν τη Μεγαλόχαρη, που η εικόνα της είχε μεταφερθεί το 1915 από την Τήνο για να σωθεί ο πατέρας του Παύλου, Κωνσταντίνος, από την πνευμονία. Με κυβερνητική εντολή, το αντιτορπιλικό Ιέραξ έφερε στις 3 Μαρτίου από την Τήνο την εικόνα. Στην αποβάθρα περίμεναν ο διάδοχος, ο Γεώργιος Παπανδρέου, υπουργοί, ο αρχιεπίσκοπος, μητροπολίτες, ο αρχηγός του Γ.Ε.Ν., ο επικεφαλής του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά στρατηγός Κωνσταντίνος Δόβας κ.α. Σ' ένα κρεβάτι μέσα στ' ανάκτορα του Τατοΐου, ο Παύλος πέρασε μέσα σε φοβερούς πόνους τις τελευταίες ώρες του. Κάποια στιγμή, ο Κωνσταντίνος μπήκε μέσα στο δωμάτιο και του είπε: "Όλοι έχουν τη σκέψη τους σε σένα, πατέρα. Οι εκκλησίες είναι γεμάτες κόσμο που προσεύχεται να γίνεις καλά". Όπως έγραψε η Φρειδερίκη στις αναμνήσεις της, ο Παύλος ατένισε για λίγο το γιο του, κι ύστερα ψιθύρισε: "Πες τους ότι τους ευχαριστώ και τους αποχαιρετώ...".

Ο Παύλος πέθανε το απόγευμα της 6ης Μαρτίου. Την Παρασκευή 13 Μαρτίου, η εφημερίδα Ελευθερία έγραψε: "Ο βασιλιάς εκηδεύθη χθες από τον Μητροπολιτικόν Ναόν Αθηνών και ενεταφιάσθη εν συνεχεία εις τον χώρον των βασιλικών τάφων του Τατοΐου. Πρωτοφανής συρροή κόσμου πάσης τάξεως, ο οποίος είχε κατακλύσει την περιοχήν την οποίαν θα ηκολούθη η πομπή, βαθεία συγκίνησις και παρουσία πολυαρίθμων αρχηγών ξένων κρατών και προσωπικοτήτων εχαρακτήρισαν την κηδείαν. Η επίσημος πομπή ετερματίσθη εις την λεωφόρον Βασιλίσσης Σοφίας, εις το ύψος του ξενοδοχείου "Χίλτον", όπου ο κιλλίβας τηλεβόλου, ο φέρων την σορόν, συρόμενος μέχρις εκείνης της στιγμής υπό ναυτών, προσεδέθη εις στρατιωτικόν όχημα και ωδηγήθη εις το Τατόι. Κατά τον ενταφιασμόν παρίσταντο τα μέλη της βασιλικής οικογενείας, ο πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου, ο πρόεδρος της Βουλής κ. Ηλ. Τσιριμώκος και ξένοι αρχηγοί κρατών ή εκπρόσωποι αυτών. Επιβλητική υπήρξεν η νεκρώσιμος ακολουθία εις τον ναόν της Μητροπόλεως...".

Και η Καθημερινή σε σχόλιό της ανέφερε: "Άπειρα πλήθη συνεκεντρώθησαν χθες κατά μήκος των οδών από τας οποίας θα διήρχετο η νεκρική πομπή, δια να απευθύνουν τον ύστατον χαιρετισμόν προς τον Βασιλέα Παύλον. Θα ήτο δυνατόν να υποστηριχθή, ότι δια πρώτην φοράν εις την ελληνικήν πρωτεύουσαν εσημειώθη τοιαύτη αυθόρμητος προσέλευσις λαϊκών μαζών. Και αι μάζαι προσήλθον, από όρθρου βαθέος, δια να εκδηλώσουν την βαθυτάτην θλίψιν των και να συνενώσουν τας ευχάς των με εκείνας της Εκκλησίας υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του αειμνήστου Βασιλέως..."[4].

Το 2014, με αφορμή τη συμπλήρωση 50 ετών από το θάνατό του, προβλήθηκε ντοκιμαντέρ για τη ζωή του βασιλιά Παύλου, με τίτλο Παύλος. Ένας Ασυνήθιστος Βασιλιάς.

Πίνακας προγόνων

Παραπομπές

  1. Επίσημη επίσκεψη του Βασιλιά Παύλου και της Βασίλισσας Φρειδερίκης στο Λονδίνο- Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο [1]
  2. Εφημερίδα Καθημερινή, 10 Ιουλίου 1963.
  3. Ο διάδοχος Κωνσταντίνος παραλαμβάνει στη νηοδόχη της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων την εικόνα της Παναγίας της Τήνου και αναχωρεί για τα Βασιλικά Ανάκτορα του Τατοΐου, όπου πρόκειται να την τοποθετήσει στο προσκέφαλο του βαρύτατα αρρώστου Βασιλιά Παύλου -Εθνικό Οπτικοκουστικό Αρχείο[2].
  4. Ο θάνατος του Παύλου, Ιστορικό Λεύκωμα 1964, σελ. 56-60, Καθημερινή (1997)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

Αρχείο ΔΤ


Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Γεώργιος Β΄
Βασιλεύς των Ελλήνων
1947-1964
Διάδοχος
Κωνσταντίνος Β΄