Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Speravir (συζήτηση | συνεισφορές)
μ (GR) File:Goetz von Berlichingen.pngFile:Götz von Berlichingen.jpeg replacing by better image version using Commons script "JustReplace"
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{χωρίς παραπομπές|02|01|2013}}
{{χωρίς παραπομπές|02|01|2013}}
[[File:Götz von Berlichingen Portrait.jpg|thumb|Ο Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν, χαρακτικό του 17ου αιώνα]]
[[File:Götz von Berlichingen Portrait.jpg|thumb|Ο Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν, χαρακτικό του 17ου αιώνα]]
[[Αρχείο:Goetz von Berlichingen.png|μικρογραφία|Ο Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν σε χαρακτικό του Emil Eugen Sache (1828-1887).]]
[[Αρχείο:Götz von Berlichingen.jpeg|μικρογραφία|Ο Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν σε χαρακτικό του Emil Eugen Sache (1828-1887).]]
Ο '''Γκότφριντ «Γκετς» φον Μπέρλιχίνγκεν''' (Gottfried "Götz" von Berlichingen, [[1480]] – [[23 Ιουλίου]] [[1562]])<ref>Encyclopædia Britannica, Vol. 1 σελ. 430 (1900)</ref>, γνωστός και ως '''Γκετς ο Σιδεροχέρης''', ήταν Γερμανός [[Αυτοκρατορικός Ιππότης|αυτοκρατορικός ιππότης]] και [[μισθοφόρος]]. Με καταγωγή από την [[ιστορική περιοχή]] της [[Φραγκονία]]ς, ο Γκετς υπήρξε γόνος της ευγενούς οικογενείας των Μπέρλιχίνγκεν της [[Βυρτεμβέργη]]ς.
Ο '''Γκότφριντ «Γκετς» φον Μπέρλιχίνγκεν''' (Gottfried "Götz" von Berlichingen, [[1480]] – [[23 Ιουλίου]] [[1562]])<ref>Encyclopædia Britannica, Vol. 1 σελ. 430 (1900)</ref>, γνωστός και ως '''Γκετς ο Σιδεροχέρης''', ήταν Γερμανός [[Αυτοκρατορικός Ιππότης|αυτοκρατορικός ιππότης]] και [[μισθοφόρος]]. Με καταγωγή από την [[ιστορική περιοχή]] της [[Φραγκονία]]ς, ο Γκετς υπήρξε γόνος της ευγενούς οικογενείας των Μπέρλιχίνγκεν της [[Βυρτεμβέργη]]ς.



Έκδοση από την 00:54, 31 Μαρτίου 2016

Ο Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν, χαρακτικό του 17ου αιώνα
Ο Γκετς φον Μπέρλιχινγκεν σε χαρακτικό του Emil Eugen Sache (1828-1887).

Ο Γκότφριντ «Γκετς» φον Μπέρλιχίνγκεν (Gottfried "Götz" von Berlichingen, 148023 Ιουλίου 1562)[1], γνωστός και ως Γκετς ο Σιδεροχέρης, ήταν Γερμανός αυτοκρατορικός ιππότης και μισθοφόρος. Με καταγωγή από την ιστορική περιοχή της Φραγκονίας, ο Γκετς υπήρξε γόνος της ευγενούς οικογενείας των Μπέρλιχίνγκεν της Βυρτεμβέργης.

Κατά τη διάρκεια 47 χρόνων (1498-1544) φαίνεται να εμπλέκεται σε πολυάριθμες συρράξεις, μεταξύ αυτών στον Πόλεμο των Γερμανών Χωρικών, αλλά και σε οικογενειακές ή/και πολιτικές βεντέτες. Στην αυτοβιογραφία του αναφέρει δεκαπέντε τέτοιες περιπτώσεις, εντούτοις καταγράφονται πολλές περισσότερες στις οποίες συνέβαλε ως σύμμαχος εναντίον των πόλεων της Κολωνίας, του Ουλμ, του Άουγκσμπουργκ και της Σουηβικής Ένωσης.

Το όνομά του συνδέθηκε με τη ρήση της χυδαίας έκφρασης "er kann mich am Arsche lecken" («μπορεί να μου γλύψει τον κώ**»),[2] την οποία φέρεται να ξεστόμισε εναντίον του επισκόπου της πόλης Μπάμπεργκ, όπως μας μεταφέρει ο Γκαίτε στο θεατρικό του «Γκετς φον Μπέρλιχίνγκεν», το οποίο βασίζεται στον βίο του ομώνυμου ήρωα.

Βιογραφικά στοιχεία

Στα 1497 ο Γκετς αναλαμβάνει υπηρεσία στην αυλή του Φρεδερίκου Α΄, Μαργράβου του Βραδεμβούργου-Άνσμπαχ, ενώ η επόμενη χρονιά τον βρίσκει στα στρατεύματα του Αυτοκράτορα Μαξιμιλιανού της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, σε εκστρατείες στη Βουργουνδία, τη Λωρραίνη και τη Βραβάντη. Έχοντας λάβει μέρος και στον Σουηβικό Πόλεμο, στα 1500 ο Γκετς παραιτείται από την υπηρεσία του Φρειδερίκου και ιδρύει τον δικό του μισθοφορικό στρατό, παρέχοντας τις υπηρεσίες του μετά τιμήματος σε διάφορους Δούκες, Μαργράβους, Βαρώνους και άλλους τιτλούχους της εποχής.

Το 1504 αναλαμβάνει υπηρεσία για τον Αλβέρτο Δ΄, Δούκα της Βαυαρίας στην πόλη Λάντσχουτ, όπου εξαιτίας ενός κανονιοβολισμού χάνει το δεξί του χέρι. Στη θέση του χεριού μπήκε ένα σιδερένιο προσθετικό μέλος, το οποίο εκτίθεται πλέον στο Κάστρο Γιάγκστχάουζεν. Το «σιδερένιο χέρι» θεωρήθηκε τεχνολογικό θαύμα για την εποχή, καθώς -μέσω ενός πολύπλοκου συστήματος μοχλών και τροχαλιών- είχε τη δυνατότητα να εκτελέσει διάφορες εντολές, όπως τον χειρισμό ξίφους, τη γραφή με πένα κλπ. Παρά τον τραυματισμό του ο Γκετς συνέχισε ακμαιότατος τις πολεμικές του επιχειρήσεις, τόσο ως σύμμαχος όσο και επί μισθίω.

Το σιδερένιο χέρι του Γκετς, το οποίο εκτίθεται πλέον στο Κάστρο Χόρνμπεργκ.

Το 1512, κοντά στην πόλη Φόρχάιμ, μετά από μακρά μάχη εναντίον της Νυρεμβέργης, ο Γκετς σφάζει μια ομάδα εμπόρων που επέστρεφαν από εμποροπανήγυρη στη Λειψία· στο άκουσμα των μαντάτων ο Αυτοκράτορας Μαξιμιλιανός επιβάλλει στον Γκετς αυτοκρατορική απαγόρευση (Reichsacht) και διατάσσει τη σύλληψή του. Ο Γκετς αποφυλακίζεται το 1514 πληρώνοντας το ιλιγγιώδες ποσό των 14.000 γκίλντερ. Δύο χρόνια αργότερα, σε σύρραξη με τις Αρχές του Μάιντς και του Πρίγκηπα-Αρχιεπισκόπου του, ο Γκετς και οι μπράβοι του εφορμούν στην Έσση, όπου και αιχμαλωτίζουν τον Φίλιππο Δ΄, κόμη του Βάλντεκ. Ο κόμης αφέθηκε ελεύθερος κατόπιν πληρωμής λύτρων (8.400 γκίλντερ), ωστόσο το 1518 η πράξη επιφέρει εκ νέου την αυτοκρατορική απαγόρευση.

Την επόμενη χρονιά ο Γκετς βρίσκεται στην υπηρεσία του Ούλριχ, Δούκα της Βυρτεμβέργης, ο οποίος ήταν σε πόλεμο με τη Σουηβική Ένωση. Ο Γκετς τέθηκε επικεφαλής της υπεράσπισης της πόλης Μέκμυλ (Möckmühl), ωστόσο κατόπιν έλλειψης εφοδίων και πυρομαχικών, αναγκάστηκε να παραδοθεί. Κατά παράβαση των όρων παράδοσης, ο Γκετς φυλακίστηκε και αργότερα παραδόθηκε στους πολίτες του Χαϊλμπρόν, μια πόλη που στο παρελθόν είχε υποστεί τις εφόδους του ουκ ολίγες φορές. Εν τέλει αποφυλακίστηκε το 1522, αφού πρώτα οι συνάδελφοί του ιππότες Γκέοργκ φον Φρούντσμπεργκ και Φραντς φον Σίκινγκεν κατέβαλαν το ποσό των 2.000 γκίλντερ και υποσχέθηκαν να μην εκδικηθούν στο μέλλον την Ένωση.

Το 1525, με το ξέσπασμα του Πολέμου των Γερμανών Χωρικών, ο Γκετς οδήγησε τους αντάρτες της περιοχής Όντεβαλντ εναντίον των Εκκλησιαστικών Πριγκίπων της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του ο ίδιος ποτέ δεν πήρε πραγματικά το μέρος τους, αλλά ωστόσο συμφώνησε να ηγηθεί του αντάρτικου λόγω έλλειψης εναλλακτικής επιλογής, καθώς και για να αμβλυνθούν οι ακρότητες της επανάστασης. Παρά το μετριοπαθές του σκεπτικό, ο Γκετς απέτυχε να ελέγξει το πλήθος και έναν μήνα αργότερα παραιτήθηκε του τυπικού του αξιώματος και επέστρεψε στο κάστρο του.

Μετά τη νίκη της Αυτοκρατορίας, ο Γκετς κλήθηκε ενώπιον της δίαιτας της Σπάιερ να απολογηθεί για τις πράξεις του, για τις οποίες στις 17 Οκτωβρίου 1526 απαλλάσσεται. Μολαταύτα, τον Νοέμβριο 1528, κατόπιν προκλήσεων της Σουηβικής Ένωσης, πηγαίνει στο Άουγκσμπουργκ, με σκοπό να τακτοποιήσει τους παλιούς του λογαριασμούς. Παρά τις υποσχέσεις για ασφαλή μεταχείριση και θεωρώντας ότι αποκατασταθεί το όνομά του, συλλαμβάνεται και φυλακίζεται· θα αποφυλακιστεί το 1530, έχοντας ανανεώσει τον όρκο του 1522 και υποσχόμενος να επιστρέψει το κάστρο του και την υπόλοιπη περιοχή.

Το 1540 ο Κάρολος Ε΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον απαλλάσσει από τον όρκο του και δυο χρόνια αργότερα τον επιτάσσει στην εκστρατεία του εναντίον του Οθωμανού Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς στην Ουγγαρία και ξανά το 1544 στην αυτοκρατορική εισβολή εναντίον του Φραγκίσκου Α΄ στη Γαλλία.

Μετά την τελευταία εκστρατεία ο Γκετς επέστρεψε για τελευταία φορά στο κάστρο του, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του, σε σχετικά ειρηνικές συνθήκες. Απεβίωσε στις 23 Ιουλίου 1562 στο κάστρο του, έχοντας κάνει δύο γάμους, από τους οποίους απέκτησε τρεις κόρες και επτά υιούς.

Έτερα παραφιλογικά

Η χειρόγραφη αυτοβιογραφία του Γκετς εκδόθηκε αρχικά το 1731 και ξανά το 1843 υπό τον τίτλο "Lebens-Beschreibung des Herrn Gözens von Berlichingen". Το 1981 κυκλοφόρησε μια πιο λόγια έκδοση με τίτλο "Mein Fehd und Handlungen" από την ερευνήτρια-ιστορικό Helgard Ulmschneider.

Το 1773 ο Γκαίτε δημοσιεύει το θεατρικό "Götz von Berlichingen", έργο με βάση την έκδοση της αυτοβιογραφίας του 1731.

Στο θεατρικό του Ζαν Πωλ Σαρτρ «Ο διάβολος και ο καλός Θεός» ο Γκετς υποδύεται έναν χαρακτήρα με υπαρξιακές ανησυχίες.

Κατά τη διάρκεια του Β΄Π.Π., η 17η μηχανοκίνητη μεραρχία των SS βαφτίζεται με το όνομα «Γκετς φον Μπέρλινχίνγκεν».

Το δε Γερμανικό Ναυτικό, είχε ως σύμβολο την «Σιδηρά Γροθιά» του Γκετς για την Β΄ μοίρα ταχύπλοων περιπολικών, από την έναρξή τους το 1958 έως τον παροπλισμό τους το 2006.

Επίσης κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αρκετά πλοία του Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού απεστάλησαν στην Άπω Ανατολή, καμουφλαρισμένα ως φορτηγά, αλλά στην πραγματικότητα με υποστηρικτικό ρόλο. Ένα εξ αυτών, ναυπηγημένο στο Ντάντσιχ, απέπλευσε διαμέσου του Βορειοανατολικού Διαδρόμου και του Βερίγγειου πορθμού, με προορισμό μια ναυτική βάση της Ιαπωνίας. Το πλοίο απέπλευσε «αβάφτιστο» διαθέτοντας μόνο έναν τυπικό αριθμό και συμφωνήθηκε στην πορεία να ονοματιστεί από τον καπετάνιο, ο οποίος τηλεγράφησε στα αρχηγεία ενημερώνοντας ότι το όνομα που έδωσε ήταν "Michel". Η διοίκηση, δυσαρεστημένη από το πτωχό σε ηρωισμό όνομα, ζήτησε την αλλαγή του και έτσι ο καπετάνιος το «ξαναβάφτισε» σε «Γκετς φον Μπέρλιχίνγκεν».[3]

Παραπομπές

  1. Encyclopædia Britannica, Vol. 1 σελ. 430 (1900)
  2. στα νέα ελληνικά αποδίδεται ενδεικτικότερα ως «θα μου κλάσει τα αρχ****»
  3. «Norske forskere dømmer skibsfragt nord om Rusland ude | Ingeniøren». Ing.dk. Ανακτήθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2012. 

Βιβλιογραφία (Γερμανικά)

  • Goethe, Johann Wolfgang von - Götz von Berlichingen (1773,).
  • R. Pallmann - Der historische Götz von Berlichingen (Berlin, 1894).
  • F. W. G. Graf von Berlichingen-Rossach - Geschichte des Ritters Götz von Berlichingen und seiner Familie (Leipzig, 1861).
  • Lebens-Beschreibung des Herrn Gözens von Berlichingen -Η αυτοβιογραφία του Γκετς, εκδ. Νυρεμβέργη 1731 (ανατύπωση στη Χάλλε, 1886).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι


CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Götz von Berlichingen της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).