Εκστρατεία του Καυκάσου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Geoandrios (συζήτηση | συνεισφορές)
Geoandrios (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 99: Γραμμή 99:


Η '''Εκστρατεία του Καυκάσου''', 24 Οκτωβρίου 1914 – 30 Οκτωβρίου 1918, αποτελείται από διάφορες ένοπλες συγκρούσεις, σε κεντρικό επίπεδο, μεταξύ της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]] και της [[Γερμανική Αυτοκρατορία|Γερμανικής Αυτοκρατορίας]] εναντίον της [[Ρωσική Αυτοκρατορία|Ρωσικής Αυτοκρατορίας]], στην αρχή, και στη συνέχεια με την μετεξέλιξη αυτής, μετά την [[Ρωσική Επανάσταση]], την [[Σοβιετική Ένωση]]. Στα ιστορικά τμήματα αυτής της εκστρατείας περιλαμβάνονται επίσης ο '''Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1914–1917)''' και ο '''Τουρκοσοβιετικός πόλεμος (1917–1918)''', ο οποίος αποτελεί και τμήμα του [[Ρωσικός εμφύλιος πόλεμος|Ρωσικού εμφυλίου πολέμου]].
Η '''Εκστρατεία του Καυκάσου''', 24 Οκτωβρίου 1914 – 30 Οκτωβρίου 1918, αποτελείται από διάφορες ένοπλες συγκρούσεις, σε κεντρικό επίπεδο, μεταξύ της [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανικής Αυτοκρατορίας]] και της [[Γερμανική Αυτοκρατορία|Γερμανικής Αυτοκρατορίας]] εναντίον της [[Ρωσική Αυτοκρατορία|Ρωσικής Αυτοκρατορίας]], στην αρχή, και στη συνέχεια με την μετεξέλιξη αυτής, μετά την [[Ρωσική Επανάσταση]], την [[Σοβιετική Ένωση]]. Στα ιστορικά τμήματα αυτής της εκστρατείας περιλαμβάνονται επίσης ο '''Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1914–1917)''' και ο '''Τουρκοσοβιετικός πόλεμος (1917–1918)''', ο οποίος αποτελεί και τμήμα του [[Ρωσικός εμφύλιος πόλεμος|Ρωσικού εμφυλίου πολέμου]].
Στις συγκρούσεις αυτές, σε περιφερειακό επίπεδο, εκτός από τους δυο μεγάλους πρωταγωνιστές θα συμπεριληφθούν αργότερα, η [[Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν]] (Azerbaijan Democratic Republic, 1918–1920, [[Αζερμπαϊτζάν]]), η [[Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας]] (First Republic of Armenia, 1918–1920, [[Αρμενία]]), η [[Κεντροκασπιανή Δικατορία|Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας]] (Centrocaspian Dictatorship ή Central Caspian Dictatorship, 1918) και η [[Βρετανική Αυτοκρατορία]], ως μέρος του [[Θέατρο επιχειρήσεων Μέσης Ανατολής (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)|θεάτρου επιχειρήσεων στην Μέση Ανατολή]] κατά τη διάρκεια του [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]. Η εκστρατεία του Καυκάσου εκτείνεται στις περιοχές, από το [[Νότιος Καύκασος|Νότιο Καύκασο]] ως τα [[Αρμενικά υψίπεδα]], φτάνοντας ως την [[Τραπεζούντα]], [[Μπιτλίς]] (Bitlis), [[Μους]] (Muş) και [[Βαν (Τουρκία)|Βαν]]. Ο πόλεμος επί της ξηράς συνοδεύτηκε από ναυμαχίες μεταξύ του [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|οθωμανικού]] και του ρωσικού ναυτικού στην [[Διαμέρισμα Μαύρης Θάλασσας (Τουρκία)|περιοχή]] της [[Μαύρη Θάλασσα|Μαύρης Θάλασσας]]. .
Στις συγκρούσεις αυτές, σε περιφερειακό επίπεδο, εκτός από τους δυο μεγάλους πρωταγωνιστές θα συμπεριληφθούν αργότερα, η [[Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν]] (Azerbaijan Democratic Republic, 1918–1920, [[Αζερμπαϊτζάν]]), η [[Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας]] (First Republic of Armenia, 1918–1920, [[Αρμενία]]), η [[Κεντροκασπιανή Δικατορία|Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας]] (Centrocaspian Dictatorship ή Central Caspian Dictatorship, 1918) και η [[Βρετανική Αυτοκρατορία]], ως μέρος του [[Θέατρο επιχειρήσεων Μέσης Ανατολής (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)|θεάτρου επιχειρήσεων στην Μέση Ανατολή]] κατά τη διάρκεια του [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου]]. Η εκστρατεία του Καυκάσου εκτείνεται στις περιοχές, από το [[Νότιος Καύκασος|Νότιο Καύκασο]] ως τα [[Αρμενικά υψίπεδα]], φτάνοντας ως την [[Τραπεζούντα]], [[Μπιτλίς]] (Bitlis), [[Μους]] (Muş) και [[Βαν (Τουρκία)|Βαν]]. Ο πόλεμος επί της ξηράς συνοδεύτηκε από ναυμαχίες μεταξύ του [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|οθωμανικού]] και του ρωσικού ναυτικού στην [[Διαμέρισμα Μαύρης Θάλασσας (Τουρκία)|περιοχή]] της [[Μαύρη Θάλασσα|Μαύρης Θάλασσας]].


Στις 23 Φεβρουαρίου 1917, η ρωσική προέλαση ανακόπηκε μετά τη [[Ρωσική Επανάσταση]], και λίγο αργότερα ο αποσαθρωμένος [[Ρωσοκαυκασικός στρατός (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)| Ρωσοκαυκασικός στρατός]] αντικαταστάθηκε από τις δυνάμεις του νεοσύστατου αρμενικού κράτους, που αποτελούταν από τις προηγούμενες [[Αρμενικές εθελοντικές μονάδες]] και μονάδες ατάκτων, από [[Αρμένιοι φενταγί|Αρμένιους φενταγί]] (Armenian fedayi ή Armenian irregular units). Κατά τη διάρκεια του 1918 η περιοχή γνώρισε επίσης την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας της Κεντρικής Κασπίας, τη [[Δημοκρατία Ορεινής Αρμενίας]] (Republic of Mountainous Armenia, 1921) και μια δύναμη επέμβασης των Συμμάχων, με το παρατσούκλι [[Dunsterforce]], που αποτελείτο από στρατιώτες που προέρχονταν από τα, Μεσοποτάμιο και Δυτικό, μέτωπα του πολέμου. Η [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]] και η [[Γερμανική Αυτοκρατορία]] είχαν θερμή σύγκρουση στο [[Μπατούμι]] (ή Μπατούμ, η βυζαντινή πόλη Πέτρα, στην περιοχή της αρχαίας [[Κολχίδα]]ς) με την άφιξη της [[Γερμανική αποστολή Καυκάσου| Γερμανικής αποστολής Καυκάσου]] της οποίας πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πετρέλαιο της [[Γερμανική Αυτοκρατορία|Γερμανικής Αυτοκρατορίας]].
Στις 23 Φεβρουαρίου 1917, η ρωσική προέλαση ανακόπηκε μετά τη [[Ρωσική Επανάσταση]], και λίγο αργότερα ο αποσαθρωμένος [[Ρωσοκαυκασικός στρατός (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)| Ρωσοκαυκασικός στρατός]] αντικαταστάθηκε από τις δυνάμεις του νεοσύστατου αρμενικού κράτους, που αποτελούταν από τις προηγούμενες [[Αρμενικές εθελοντικές μονάδες]] και μονάδες ατάκτων, από [[Αρμένιοι φενταγί|Αρμένιους φενταγί]] (Armenian fedayi ή Armenian irregular units). Κατά τη διάρκεια του 1918 η περιοχή γνώρισε επίσης την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας της Κεντρικής Κασπίας, τη [[Δημοκρατία Ορεινής Αρμενίας]] (Republic of Mountainous Armenia, 1921) και μια δύναμη επέμβασης των Συμμάχων, με το παρατσούκλι [[Dunsterforce]], που αποτελείτο από στρατιώτες που προέρχονταν από τα, Μεσοποτάμιο και Δυτικό, μέτωπα του πολέμου. Η [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]] και η [[Γερμανική Αυτοκρατορία]] είχαν θερμή σύγκρουση στο [[Μπατούμι]] (ή Μπατούμ, η βυζαντινή πόλη Πέτρα, στην περιοχή της αρχαίας [[Κολχίδα]]ς) με την άφιξη της [[Γερμανική αποστολή Καυκάσου| Γερμανικής αποστολής Καυκάσου]] της οποίας πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πετρέλαιο της [[Γερμανική Αυτοκρατορία|Γερμανικής Αυτοκρατορίας]].

Έκδοση από την 10:34, 14 Μαρτίου 2016

Αυτό το λήμμα αφορά τη στρατιωτική εκστρατεία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Για τη στρατιωτική εκστρατεία Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δείτε: Μάχη του Καυκάσου. Για τη ρωσική εισβολή του 19ου αιώνα, δείτε: Πόλεμος του Καυκάσου.
Εκστρατεία του Καυκάσου
Θέατρο επιχειρήσεων Μέσης Ανατολής
του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Πάνω: Η ερειπωμένη πόλη του Ερζερούμ, κέντρο αριστερά: Ρωσικά στρατεύματα, κέντρο δεξιά: Οθωμανικά στρατεύματα, κάτω αριστερά: Τραυματίες οθωμανοί πρόσφυγες, κάτω δεξιά: Πρόσφυγες από την Αρμενία.
Χρονολογία24 Οκτωβρίου 1914 – 30 Οκτωβρίου 1918
ΤόποςΑρμενικά υψίπεδα, Νότιος Καύκασος
Έκβαση
Εδαφικές
μεταβολές
Κατάτμηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Αντιμαχόμενοι

1823 Οθωμανική Αυτοκρατορία
Αζερμπαϊτζάν (1918)
Γερμανική Αυτοκρατορία (1914–17)


Γερμανική Αυτοκρατορία (1918)

Γεωργία (1918)
Ηγετικά πρόσωπα
Εμπλεκόμενες μονάδες
Δυνάμεις

Ρωσική Αυτοκρατορία
1914: 160.000 [1]
1916: 702.000[1]

Σύνολο: 1.000.000[2]
Απολογισμός
Άγνωστος
Άγνωστος

Η Εκστρατεία του Καυκάσου, 24 Οκτωβρίου 1914 – 30 Οκτωβρίου 1918, αποτελείται από διάφορες ένοπλες συγκρούσεις, σε κεντρικό επίπεδο, μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Γερμανικής Αυτοκρατορίας εναντίον της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, στην αρχή, και στη συνέχεια με την μετεξέλιξη αυτής, μετά την Ρωσική Επανάσταση, την Σοβιετική Ένωση. Στα ιστορικά τμήματα αυτής της εκστρατείας περιλαμβάνονται επίσης ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1914–1917) και ο Τουρκοσοβιετικός πόλεμος (1917–1918), ο οποίος αποτελεί και τμήμα του Ρωσικού εμφυλίου πολέμου. Στις συγκρούσεις αυτές, σε περιφερειακό επίπεδο, εκτός από τους δυο μεγάλους πρωταγωνιστές θα συμπεριληφθούν αργότερα, η Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (Azerbaijan Democratic Republic, 1918–1920, Αζερμπαϊτζάν), η Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας (First Republic of Armenia, 1918–1920, Αρμενία), η Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας (Centrocaspian Dictatorship ή Central Caspian Dictatorship, 1918) και η Βρετανική Αυτοκρατορία, ως μέρος του θεάτρου επιχειρήσεων στην Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η εκστρατεία του Καυκάσου εκτείνεται στις περιοχές, από το Νότιο Καύκασο ως τα Αρμενικά υψίπεδα, φτάνοντας ως την Τραπεζούντα, Μπιτλίς (Bitlis), Μους (Muş) και Βαν. Ο πόλεμος επί της ξηράς συνοδεύτηκε από ναυμαχίες μεταξύ του οθωμανικού και του ρωσικού ναυτικού στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας.

Στις 23 Φεβρουαρίου 1917, η ρωσική προέλαση ανακόπηκε μετά τη Ρωσική Επανάσταση, και λίγο αργότερα ο αποσαθρωμένος Ρωσοκαυκασικός στρατός αντικαταστάθηκε από τις δυνάμεις του νεοσύστατου αρμενικού κράτους, που αποτελούταν από τις προηγούμενες Αρμενικές εθελοντικές μονάδες και μονάδες ατάκτων, από Αρμένιους φενταγί (Armenian fedayi ή Armenian irregular units). Κατά τη διάρκεια του 1918 η περιοχή γνώρισε επίσης την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας της Κεντρικής Κασπίας, τη Δημοκρατία Ορεινής Αρμενίας (Republic of Mountainous Armenia, 1921) και μια δύναμη επέμβασης των Συμμάχων, με το παρατσούκλι Dunsterforce, που αποτελείτο από στρατιώτες που προέρχονταν από τα, Μεσοποτάμιο και Δυτικό, μέτωπα του πολέμου. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Γερμανική Αυτοκρατορία είχαν θερμή σύγκρουση στο Μπατούμι (ή Μπατούμ, η βυζαντινή πόλη Πέτρα, στην περιοχή της αρχαίας Κολχίδας) με την άφιξη της Γερμανικής αποστολής Καυκάσου της οποίας πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πετρέλαιο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.

Στις 3 Μαρτίου 1918, η εκστρατεία του Καυκάσου τερματίστηκε για τους Ρώσους με τη Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ και στις 4 Ιουνίου 1918 η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψε τη Συνθήκη του Μπατούμι με την Αρμενία. Ωστόσο, οι ένοπλες συγκρούσεις συνεχίστηκαν, καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέμενε ακόμα σε πόλεμο με την Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας, τη Δημοκρατία της Ορεινής Αρμενίας και τη συμμαχική δύναμη Dunsterforce της Βρετανικής Αυτοκρατορίας μέχρι την Συνθήκη του Μούδρου, η οποία υπεγράφη στις 30 Οκτωβρίου 1918.

Αιτίες - Παρασκήνιο

Ο κύριος στόχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν η ανάκτηση των εδαφών της στον Καύκασο. Οι περιοχές αυτές είχαν κτηθεί από τους Ρώσους μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1877-1878). Οι στρατηγικοί στόχοι της Εκστρατείας του Καυκάσου για τις οθωμανικές δυνάμεις ήταν να ξαναπάρουν το Αρτβίν, το Αρνταχάν, την Καρς και το λιμάνι του Μπατούμι. Μια επιτυχία σε αυτή την περιοχή θα σήμαινε μια εκτροπή των ρωσικών δυνάμεων σε αυτό το μέτωπο σε σχέση με το πολωνικό μέτωπο και το μέτωπο της Γαλικίας.[3] Η εκστρατεία στον Καύκασο θα μπορούσε να έχει διασπαστικές συνέπειες για τις ρωσικές δυνάμεις. Το σχέδιο είχε τη συμπάθεια της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Η Γερμανία προμήθευσε τα απαραίτητα πολεμοφόδια και η 3η Οθωμανική Στρατιά το απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο χρησιμοποιήθηκε για να επιτευχθεί η επιθυμητή διάσπαση.[4] Ο Οθωμανός υπουργός Πολέμου Ισμαήλ Εμβέρ Πασάς ήλπιζε πως η επιτυχία της κίνησης αυτής, θα μπορούσε να διευκολύνει το άνοιγμα της οδού προς την Τιφλίδα και ακόμα παραπέρα σε μια εξέγερση των Καυκασίων μουσουλμάνων.[3] Ο οθωμανικός στρατηγικός στόχος ήταν να διακοπεί η ρωσική πρόσβαση στους πόρους υδρογονανθράκων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.α.) από την Κασπία Θάλασσα.[5]

Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, είδε το μέτωπο του Καυκάσου ως δευτερεύον σε σχέση με το Ανατολικό Μέτωπο, στο οποίο και είχε δεσμεύσει το περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό της και τους πόρους της. Η Ρωσία είχε κατακτήσει την πόλη Καρς, το 1877, από τους Τούρκους κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878) και φοβόταν μια εκστρατεία στον Καύκασο που θα είχε ως στόχο την ανακατάληψη της Καρς και του λιμανιού του Βατούμι από τους Τούρκους. Τον Μάρτιο του 1915 ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Σαζόνοφ δήλωσε σε μια συνάντηση με το Βρετανό πρεσβευτή Τζωρτζ Μπιουκάναν και το Γάλλο πρεσβευτή Μωρίς Παλαιολόγο ότι η μόνιμη μεταπολεμική διευθέτηση απαιτούσε την πλήρη ρωσική κατοχή της πρωτεύουσας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά, τη νότια Θράκη μέχρι τη γραμμή Αίνου-Μηδείας, καθώς και τμήματα της τουρκικής ακτής της Μαύρης Θάλασσας στην Ανατολία μεταξύ του Βοσπόρου, του ποταμού Σαγγάριου και απροσδιόριστο σημείο κοντά στον κόλπο του Ιζμίτ (Νικομήδεια).[6] Το ρωσικό τσαρικό καθεστώς προέβλεπε να αντικατασταθεί ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Βόρειας Ανατολίας και της Κωνσταντινούπολης με Κοζάκους έποικους.[7]

Το σύμμαχο με τη Ρωσία Αρμενικό εθνικό απελευθερωτικό κίνημα (Armenian national liberation movement) ζήτησε τη δημιουργία της Ηνωμένης Αρμενίας (United Armenia), ενός δηλαδή αρμενικού κράτους, το οποίο να περιλαμβάνει τόσο τα εδάφη που απελευθερώθηκαν ως μέρος του Κυβερνείου του Εριβάν (Erivan Governorate), την περιοχή του Καραμπάχ (Karabakh) της Ρωσίας και την Δυτική Αρμενία (Western Armenia). Μέχρι το τέλος του πολέμου, η Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία (Armenian Revolutionary Federation) απέτυχε τελικά σε αυτόν τον στόχο, κατορθώνοντας μόνο να ενσωματώσει τμήματα του Κυβερνείου του Εριβάν στην Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας (η οποία αποτελεί τώρα το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης της σύγχρονης Δημοκρατίας της Αρμενίας.

Οι Βρετανοί συνεργάστηκαν με τις ρωσικές επαναστατικές δυνάμεις για την αποτροπή του στόχου του Ενβέρ Πασά, για τη δημιουργίας μιας, υπό οθωμανικό έλεγχο, Υπερκαυκασίας. Η Αγγλοπερσική Πετρελαϊκή Εταιρεία (Anglo-Persian Oil Company) βρισκόταν, ως στόχος, στην προτεινόμενη διαδρομή των οθωμανικών φιλοδοξιών. Η εταιρεία αυτή είχε τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης στα αποθέματα πετρελαίου ολόκληρης της περιοχής της πρώην Περσικής Αυτοκρατορίας, που τελούσε υπό τον έλεγχο της δυναστείας Καγιάρ (Qajar dynasty), εκτός από τις ιρανικές επαρχίες Αζερμπαϊτζάν, Γκιλάν, Μαζενταράν ( Mazendaran), Ασντραμπάντ (Asdrabad) και Χορασάν.[5] Το 1914, πριν τον πόλεμο, η βρετανική κυβέρνηση είχε συνάψει με την εταιρεία συμβόλαιο για την προμήθεια καυσίμων για το ναυτικό της.[5]

Δυνάμεις

Οθωμανοί

Οι Οθωμανοί είχαν μόνο έναν στρατό με έδρα στην περιφέρεια αυτή, την 3η Οθωμανική Στρατιά. Το 1916 έστειλαν ενισχύσεις και ανασυγκρότησαν την 2η Οθωμανική Στρατιά. Κατά την έναρξη της σύγκρουσης, όλες οι συνδυασμένες δυνάμεις των Οθωμανών κυμαίνονταν από 100.000 έως 190.000 άνδρες. Πολλοί πάντως από αυτούς, ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένοι.

Ρωσία

Πριν από τον πόλεμο, η Ρωσία είχε στην περιοχή της Καυκασίας τη Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, η οποία ήταν σταθμευμένη εκεί με περίπου 100.000 άντρες, υπό την ονομαστική εντολή του Γενικού Κυβερνήτη του Καυκάσου Ιλλαρίονα Ιβάνοβιτς Βοροντσόφ-Ντασχκόφ, αλλά ο πραγματικός διοικητής και επικεφαλής του επιτελείου ήταν ο στρατηγός Νικολάι Γιουντένιτς. Κατά την έναρξη της Εκστρατείας του Καυκάσου, οι Ρώσοι έπρεπε να αναδιατάξουν το ήμισυ, σχεδόν, των δυνάμεών τους στο πρωσικό μέτωπο, λόγω των αλλεπάλληλων ηττών στη Μάχη του Τάνενμπεργκ και την Πρώτη μάχη των Μαζουριανών Λιμνών, αφήνοντας πίσω στρατεύματα μόνο 60.000 ανδρών. Ωστόσο, αυτός ο στρατός είχε σημαντική υποστήριξη από τους Αρμένιους, με τους στρατηγούς τους Ναζαρμπέκοφ, Σιλικιάν και Πιρούμοφ (Pirumov) που παρέμειναν στην Καυκασία. Η Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, διαλύθηκε το 1917 όταν τα ρωσικά τακτικά συντάγματα εγκατέλειψαν την πρώτη γραμμή μετά την Ρωσική Επανάσταση. Μέχρι το 1917, στη Στρατιά αυτή συμμετείχαν και 110.000-120.000 στρατιώτες αρμενικής εθνικότητας.[8] Ο αριθμός αυτός πλησίαζε τις 150.000 άνδρες για το σύνολο των Αρμενίων (συμπεριλαμβανομένων και των άλλων συμμαχικών δυνάμεων) για την Εγγύς Ανατολή, ενάντια στις οθωμανικές δυνάμεις.[9]

Αρμενία

Το καλοκαίρι του 1914, οι Αρμενικές εθελοντικές μονάδες των περιοχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν συσταθεί υπό τις εντολές των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς όλοι οι υπόλοιποι Αρμένιοι κληρωτοί των ρωσικών περιοχών εστάλησαν στο Ευρωπαϊκό Μέτωπο. Οι Αρμενικές εθελοντικές μονάδες αποτελούνταν από Αρμένιους στο τμήμα της κατεχόμενης υπό των Οθωμανών Αρμενίας, ή από όσους από τις άλλες περιοχές δεν ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετήσουν στρατιωτική θητεία. Αρχικά, είχαν συνταχθεί ως αυτόνομες κυρίως μονάδες (παρά ως μέρος της Ρωσικής Στρατιωτικής Διοίκησης του Καυκάσου), υπό τις εντολές της Αντιβασιλείας του Καυκάσου. Αυτές οι δυνάμεις διοικούνταν από τον Αντρανίκ Οζανιάν. Άλλοι ηγέτες των εθελοντικών ομάδων ήταν οι Ντρασταμάτ Καναγιάν, Χαμαζάσπ Σρβαντιγιάν, Αρσάκ Γκαφαβιάν και Σαργκίς Μεχραβιάν. Ένας Οθωμανός εκπρόσωπος ο Αρμέν Γκάρο (ή Καρεκίν Μπαστερμαντζιάν) επίσης ενώθηκε σε αυτές τις μονάδες. Αρχικά είχαν 20.000 άνδρες, αλλά καθώς αυξάνονταν οι συγκρούσεις, αναφέρθηκε ότι ο αριθμός τους αυξανόταν. Στην αλλαγή του έτους 1916, ο Νικολάι Γιουντένιτς αποφάσισε είτε να συγχωνευθούν αυτές τις μονάδες υπό την Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, ή να διαλυθούν. Το Αρμενικό εθνικό απελευθερωτικό κίνημα διοικούσε τους Αρμένιους φενταγί κατά τη διάρκεια αυτών των συγκρούσεων. Αυτές οι πολιτικές δυνάμεις γενικά οργανώνονταν γύρω από διάσημους ηγέτες, όπως ο Μουράτ της Σεβαστείας (Sebastatsi Murad, αρμενικά: Սեբաստացի Մուրատ). Αυτοί γενικά αναφέρονταν, ως Αρμένιοι αντάρτες φενταγί. Ο Βόγγος Νουμπάρ, ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης των Αρμενίων, δήλωσε στην Διάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού, το 1919, ότι οι αντάρτες φενταγί θα συνοδεύουν τις κύριες μονάδες των Αρμενίων. Η ρωσική αμυντική γραμμή από το Βαν προς το Ερτζινκάν οργανώθηκε μέσω αυτών των μονάδων.

Τον Δεκέμβριο του 1917 η Ντασνάκς του Αρμενικού εθνικού απελευθερωτικού κινήματος με απόφαση του Κογκρέσου των Αρμενίων της Ανατολής (Armenian National Congress, 1917) δημιούργησε στρατιωτική δύναμη. Τα τμήματα του στρατού αυτού έθεσαν εαυτόν υπό τη διοίκηση του στρατηγού Τόφμας Ναζαρμπεκιάν. Ο Ντρασταμάτ Καναγιάν, ανέλαβε επίσης καθήκοντα ως πολιτικός επίτροπος. Η πρώτη γραμμή του μετώπου είχε τρεις μεραρχίες με επικεφαλής τους: Μόφσες Σιλικιάν, Αντρανίκ Οζανιάν και Μιχαήλ Αρεσιάν. Μια άλλη τακτική μονάδα ήταν υπό το συνταγματάρχη Κοργκανιάν (Korganian).Η γραμμή από το Βαν προς το Ερτζινκάν οργανώθηκε μέσω αυτών των μονάδων. Αναφέρθηκε ότι η δύναμη αυτή ήταν της τάξης των 150.000 ανδρών.[10] Μετά την ανακήρυξη της Πρώτης Δημοκρατίας της Αρμενίας ο Τόφμας Ναζαρμπεκιάν έγινε ο πρώτος αρχιστράτηγος ολόκληρου του αρμενικού κράτους.

Άλλοι

Ο Λάιονελ Ντάνστερβιλ ορίστηκε το 1917, ως επικεφαλής, για να οδηγήσει μια συμμαχική στρατιωτική δύναμη με περίπου 1.000 Αυστραλούς, Βρετανούς, Καναδούς και Νεοζηλανδούς, συνοδευόμενη από τεθωρακισμένα οχήματα.

Φωτοθήκη

Επιχειρήσεις

1914

Αρχείο:Ofensiva Bergman.png
Μάχες του 1914

Την 1η Νοεμβρίου 1914, με την Επίθεση του Μπέργκμαν, οι Ρώσοι πέρασαν πρώτοι τα σύνορα. Σχεδίαζαν να καταλάβουν το Ντογιουμπεηαζίτ και το Κιοπρούκιοϊ.[4] Η επίσημη ρωσική κήρυξη πολέμου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ήρθε στις 2 Νοεμβρίου 1914. Η δύναμη η οποία διατέθηκε για την επίτευξη του στόχου αυτού ήταν 25 τάγματα πεζικού, 37 μονάδες ιππικού και 120 πυροβόλα όπλα (όπλα πυροβολικού). Αναπτύχθηκε σε δύο πτέρυγες. Στη δεξιά πτέρυγα, το Α’ Ρωσικό Σώμα (Ι Ρωσικό Σώμα ή 1ο Ρωσικό Σώμα) διέσχισε τα σύνορα και μετακινήθηκε από το Σαρίκαμις προς την κατεύθυνση του Κιοπρούκιοϊ,[11][12] όπου και έφτασε στις 4 Νοεμβρίου. Από την αριστερή πλευρά, το Δ’ Ρωσικό Σώμα (IV Ρωσικό Σώμα ή 4ο Ρωσικό Σώμα) μεταφέρθηκε από το Γιερεβάν προς τις πεδιάδες του Πασινλέρ (Pasinler Plains). Ο διοικητής της 3ης Οθωμανικής Στρατιάς, ο Χασάν Ιζέτ Πασάς (Hasan Izzet Pasha) ήταν κατά μιας επιθετικής ενέργειας μέσα στις σκληρές συνθήκες του χειμώνα. Το σχέδιο του ήταν να παραμείνει σε άμυνα και να ξεκινήσει μια αντεπίθεση σε σωστότερο χρόνο. Παρακάμφθηκε, όμως, από τον Υπουργό Πολέμου Ενβέρ Πασά. Έτσι στις 7 Νοεμβρίου, η 3η Οθωμανική Στρατιά άρχισε την επίθεσή της, με τη συμμετοχή του ΙΑ’ Οθωμανικού Σώματος (XI Οθωμανικό Σώμα ή 11ο Οθωμανικό Σώμα) και μονάδες ιππικού. Η οθωμανική δύναμη αυτή υποστηριζόταν από ένα κουρδικό σύνταγμα. Το οθωμανικό ιππικό απέτυχε να εκτελέσει την κύκλωση των ρωσικών δυνάμεων ενώ και το κουρδικό σύνταγμα αποδείχθηκε αναξιόπιστο. Οι Ρώσοι κέρδισαν έδαφος μετά την απόσυρση των 18ης και 30ης Οθωμανικών Μεραρχιών. Παρόλα αυτά οι οθωμανικές δυνάμεις κατάφεραν να διατηρήσουν τις θέσεις τους στο Κιοπρούκιοϊ. Έως τις 12 Νοεμβρίου, το Θ’ Οθωμανικό Σώμα ( IX Οθωμανικό Σώμα ή 9ο Οθωμανικό Σώμα) με επικεφαλής τον Αχμέτ Φεβζί Πασά (Ahmet Fevzi Big Pasha) θα ενισχύσει το ΙΑ’ Οθωμανικό Σώμα (XI Οθωμανικό Σώμα ή 11ο Οθωμανικό Σώμα) στην αριστερή πλευρά του. Η 3η Οθωμανική Στρατιά άρχισε να απωθεί τους Ρώσους προς τα πίσω με την υποστήριξη του ιππικού. Το 3ο Σύνταγμα Πεζικού κατάφερε να εισβάλει στο Κιοπρούκιοϊ μετά την Επίθεση των Αζάπ (Azap Offensive, Αζάπ, Azap, ή Asappes ή Asappi) μεταξύ 17-20 Νοεμβρίου. Μέχρι το τέλος του Νοεμβρίου, το μέτωπο είχε σταθεροποιηθεί με τους Ρώσους να παραμένουν προσκολλημένοι σε έναν εξέχοντα άξονα κατά μήκους 25 χιλιομέτρων στα εδάφη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μεταξύ του Ερζερούμ και του Σαρίκαμις. Η ρωσική επιτυχία οφειλόταν και στο επώμισμα της επίθεσης, προς τα νότια, στους Αρμένιους εθελοντές που υπήρξαν αποτελεσματικοί και κατέλαβαν το Καρακιοσέ ή Άγκρι (Karaköse ή Ağrı) και Ντογιουμπεηαζίτ,[13] το οποίο γειτνίαζε στα βόρεια με την επαρχία του Βαν. Οι οθωμανικές απώλειες ήταν μεγάλες: 9.000 άνδρες σκοτώθηκαν, 3.000 αιχμαλωτίσθηκαν ενώ υπήρξαν και 2.800 λιποτάκτες.

Κατά τη διάρκεια του Δεκεμβρίου ο τσάρος Νικόλαος Β΄ της Ρωσίας επισκέφθηκε διάφορες περιοχές στο μέτωπο της Εκστρατείας του Καυκάσου. Ο καθηγούμενος της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας, μαζί με τον πρόεδρο του Αρμενικού Εθνικού Συμβουλίου της Τυφλίδας, Αλεξάντερ Χατισιάν (Alexander Khatisian) τον υποδέχτηκαν:

«Από όλες τις χώρες οι Αρμένιοι έχουν σπεύσει να εισέλθουν στις τάξεις του ένδοξου ρωσικού στρατού και με το αίμα τους να υπηρετήσουν τη νίκη του ρωσικού στρατού ... Ας αφεθεί η ρωσική σημαία να κυματίσει ελεύθερα πάνω από τα Δαρδανέλια και το Βόσπορο, ας αφεθεί η θέληση των λαών που υπομένουν κάτω από τον τουρκικό ζυγό να λάβουν την ελευθερία. Ας αφεθεί ο αρμενικός λαός της Τουρκίας που έχει υποστεί για την πίστη του Χριστού να λάβει ανάσταση για μια νέα ελεύθερη ζωή ...[14]

Στις 15 Δεκεμβρίου, 1914 πριν την Μάχη του Αρνταχάν, η πόλη κατελήφθη. Ήταν μια επιχείρηση που είχε επικεφαλής τον Γερμανό, τότε αντισυνταγματάρχη, Άύγουστο Στανγκ Μπέη (Major August Stange Bey). Η αποστολή του αποσπάσματος του Στανγκ Μπέη ήταν να διεξαγάγει ιδιαίτερα ορατές επιχειρήσεις για να αποσπά την προσοχή από τις ρωσικές μονάδες και να τις “κεντρίζει”. Η αρχική του πρόθεση ήταν να επιχειρεί στην περιοχή του Κορόκ (Chorok ή Tchorokh, Çoruh River, ποταμός Άκαμψις). Η μονάδα του ουσιαστικά επικουρείτο από τους εξεγερμένους Αζάρους (Adjars ή Adjarians) της περιοχής (σήμερα η Αζαρία της Γεωργίας, οι οποίοι κατέλαβαν το δρόμο. Αργότερα ο Ενβέρ Πασάς τροποποίησε το αρχικό σχέδιο προς υποστήριξη της Μάχης του Σαρίκαμις,[15] διατάσοντας να αποκοπεί η ρωσική γραμμή τροφοδοσίας και υποστήριξης στο μέτωπο Σαρίκαμις - Καρς. Την 1η Ιανουαρίου, η μονάδα του Στανγκ Μπέη βρισκόταν στο Αρνταχάν.

Στις 22 Δεκεμβρίου 1914, κατά τη Μάχη του Σαρίκαμις, η 3η Οθωμανική Στρατιά έλαβε εντολή να προχωρήσει προς το Καρς. Κατά αντίκρυ της 3ης Οθωμανικής Στρατιάς ο κυβερνήτης Ιλλαρίων Ιβάνοβιτς Βοροντσόφ-Ντασχκόφ σχεδίαζε να τραβήξει πίσω στο Καρς την Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, αλλά ο στρατηγός Νικολάι Γιουντένιτς αγνόησε τις επιθυμίες του. Έμεινε για να υπερασπιστεί το Σαρίκαμις. Ο Ενβέρ Πασάς ανέλαβε προσωπικά τη διοίκηση της 3ης Οθωμανικής Στρατιάς και την διέταξε σε μάχη εναντίον των ρωσικών στρατευμάτων.

Δείτε επίσης

Παραπομπές

  1. 1,0 1,1 Fleet, Kate· Faroqhi, Suraiya· Kasaba, Reşat (2006). Turkey in the Modern World. The Cambridge History of Turkey. 4. Cambridge University Press. σελ. 94. ISBN 0-521-62096-1. 
  2. Erickson, Edward J. (2007). Ottoman Army Effectiveness in World War I: a comparative study. Taylor & Francis. σελ. 154. ISBN 0-415-77099-8. 
  3. 3,0 3,1 Hinterhoff, Eugene (1984). Persia: The Stepping Stone To India. Marshall Cavendish Illustrated Encyclopedia of World War I. 4. New York: Marshall Cavendish Corporation. σελίδες 499–503. ISBN 0-86307-181-3. 
  4. 4,0 4,1 Pollard, A. F. (1920). «The first winter of the war». A Short History of the Great War. London: Methuen. 
  5. 5,0 5,1 5,2 The Encyclopedia Americana. 28. 1920. σελ. 403. 
  6. Bobroff, Ronald Park (2006). Roads to glory – Late Imperial Russia and the Turkish Straits. London: I.B. Tauris. σελ. 131. ISBN 1-84511-142-7. 
  7. Hovannisian, R. G. (1967). Armenia on the Road to Independence, 1918. Berkeley and Los Angeles: University of California Press. σελ. 59. 
  8. Kayaloff, Jacques (1973). The Battle of Sardarabad. Near and Middle East Monographs. 10. Paris: Mouton. σελ. 73. ISBN 3-11-169459-3. 
  9. Nansen, Fridtjof (1976). Armenia and the Near East. Middle East in the Twentieth Century. New York: Da Capo Press. σελ. 310. ISBN 0-306-70760-8. 
  10. Boghos Nubar the president of the "Armenian National Assembly" declared to Paris Peace Conference, 1919 through a letter to French Foreign Office – December 3, 1918
  11. Η ιστορία ενός στρατιώτη (1918-1922)”, 16/10/2014, απόσπασμα από το βιβλίο του Χρήστου Καραγιάννη, “Η ιστορία ενός στρατιώτη (1918-1922). Μια συγκλονιστική μαρτυρία για τις ελληνικές εκστρατείες”, επιμέλεια - σχολιασμός: Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής, εκδόσεις: “Κέδρος“, Αθήνα 2013, στην ιστοσελίδα tvxs.gr
  12. Γέφυρα του Τσομπάν κοντά στο Πασινλέρ”, από την ιστοσελίδα: archive.apan.gr
  13. Erickson, Edward J. (2001). Ordered to Die: A History of the Ottoman Army in the First World War. Westport: Greenwood. σελ. 54. ISBN 0-313-31516-7. 
  14. Shaw, Ezel Kural (1977). History of the Ottoman Empire and Modern Turkey. New York: Cambridge University Press. σελίδες 314–315. ISBN 0-521-21280-4. 
  15. Tucker, Spencer (1996). The European Powers in the First World War: An Encyclopedia. New York: Garland. σελ. 174. ISBN 0-8153-0399-8. 

Πηγές

  • Falls, Cyril (1960). The Great War pp. 158–160. (covers 1915 fighting)
  • Fromkin, David (1989). A Peace to End All Peace, pp. 351–355. Avon Books. (covers 1918 operations)
  • Harutyunian, The 1918 Turkish aggression in Transcaucasus, Yerevan, 1985. (covers conquest of Armenia, 1918)
  • Pollard, A. F. (1920). A Short History of the Great War (chapter 10). (covers 1916 fighting)
  • Strachan, Hew (2003). The First World War, pp. 109–112. Viking (Published by the Penguin Group) (1914 operations)
  • Ulrichson, Kristian Coates (2014). The First World War in the Middle East (Hurst, London) (The Caucacus Campaigns, Chapter 3 pp53–74)
  • Russian Campaign in Turkey
CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Caucasus Campaign της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).