Εκστρατεία του Καυκάσου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Geoandrios (συζήτηση | συνεισφορές)
Geoandrios (συζήτηση | συνεισφορές)
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{άλλεςχρήσεις4|τη στρατιωτική εκστρατεία του Α Παγκοσμίου Πολέμου|τη στρατιωτική εκστρατεία Β' Παγκοσμίου Πολέμου|Μάχη του Καυκάσου|τη ρωσική εισβολή του 19ου αιώνα|Πόλεμος του Καυκάσου}}
{{άλλεςχρήσεις4|τη στρατιωτική εκστρατεία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου|τη στρατιωτική εκστρατεία Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου|Μάχη του Καυκάσου|τη ρωσική εισβολή του 19ου αιώνα|Πόλεμος του Καυκάσου}}
{{Πληροφορίες στρατιωτικής σύγκρουσης
{{Πληροφορίες στρατιωτικής σύγκρουσης
|τίτλος= Εκστρατεία του Καυκάσου
|τίτλος= Εκστρατεία του Καυκάσου
Γραμμή 103: Γραμμή 103:
Στις 23 Φεβρουαρίου 1917, η ρωσική προέλαση ανακόπηκε μετά τη [[Ρωσική Επανάσταση]], και λίγο αργότερα ο αποσαθρωμένος [[Ρωσοκαυκασικός στρατός (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)| Ρωσοκαυκασικός στρατός]] αντικαταστάθηκε από τις δυνάμεις του νεοσύστατου αρμενικού κράτους, που αποτελούταν από τις προηγούμενες [[Αρμενικές εθελοντικές μονάδες]] και μονάδες ατάκτων, από [[Αρμένιοι φενταγί|Αρμένιους φενταγί]] (Armenian fedayi ή Armenian irregular units). Κατά τη διάρκεια του 1918 η περιοχή γνώρισε επίσης την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας της Κεντρικής Κασπίας, τη [[Δημοκρατία Ορεινής Αρμενίας]] (Republic of Mountainous Armenia, 1921) και μια δύναμη επέμβασης των Συμμάχων, με το παρατσούκλι [[Dunsterforce]], που αποτελείτο από στρατιώτες που προέρχονταν από τα, Μεσοποτάμιο και Δυτικό, μέτωπα του πολέμου. Η [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]] και η [[Γερμανική Αυτοκρατορία]] είχαν θερμή σύγκρουση στο [[Μπατούμι]] (ή Μπατούμ, η βυζαντινή πόλη Πέτρα, στην περιοχή της αρχαίας [[Κολχίδα]]ς) με την άφιξη της [[Γερμανική αποστολή Καυκάσου| Γερμανικής αποστολής Καυκάσου]] της οποίας πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πετρέλαιο της [[Γερμανική Αυτοκρατορία|Γερμανικής Αυτοκρατορίας]].
Στις 23 Φεβρουαρίου 1917, η ρωσική προέλαση ανακόπηκε μετά τη [[Ρωσική Επανάσταση]], και λίγο αργότερα ο αποσαθρωμένος [[Ρωσοκαυκασικός στρατός (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος)| Ρωσοκαυκασικός στρατός]] αντικαταστάθηκε από τις δυνάμεις του νεοσύστατου αρμενικού κράτους, που αποτελούταν από τις προηγούμενες [[Αρμενικές εθελοντικές μονάδες]] και μονάδες ατάκτων, από [[Αρμένιοι φενταγί|Αρμένιους φενταγί]] (Armenian fedayi ή Armenian irregular units). Κατά τη διάρκεια του 1918 η περιοχή γνώρισε επίσης την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας της Κεντρικής Κασπίας, τη [[Δημοκρατία Ορεινής Αρμενίας]] (Republic of Mountainous Armenia, 1921) και μια δύναμη επέμβασης των Συμμάχων, με το παρατσούκλι [[Dunsterforce]], που αποτελείτο από στρατιώτες που προέρχονταν από τα, Μεσοποτάμιο και Δυτικό, μέτωπα του πολέμου. Η [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]] και η [[Γερμανική Αυτοκρατορία]] είχαν θερμή σύγκρουση στο [[Μπατούμι]] (ή Μπατούμ, η βυζαντινή πόλη Πέτρα, στην περιοχή της αρχαίας [[Κολχίδα]]ς) με την άφιξη της [[Γερμανική αποστολή Καυκάσου| Γερμανικής αποστολής Καυκάσου]] της οποίας πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πετρέλαιο της [[Γερμανική Αυτοκρατορία|Γερμανικής Αυτοκρατορίας]].


Στις 3 Μαρτίου 1918, η εκστρατεία του Καυκάσου τερματίστηκε για τους Ρώσους με τη [[Συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόφσκ]] και στις 4 Ιουνίου 1918 η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψε τη [[Συνθήκη του Μπατούμι]] με την Αρμενία. Ωστόσο, οι ένοπλες συγκρούσεις συνεχίστηκαν, καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέμενε ακόμα σε πόλεμο με την Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας, τη Δημοκρατία της Ορεινής Αρμενίας και τη συμμαχική δύναμη Dunsterforce της Βρετανικής Αυτοκρατορίας μέχρι την [[Συνθήκη του Μούδρου]], η οποία υπεγράφη στις 30 Οκτωβρίου 1918.
Στις 3 Μαρτίου 1918, η εκστρατεία του Καυκάσου τερματίστηκε για τους Ρώσους με τη [[Συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόφσκ]] και στις 4 Ιουνίου 1918 η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψε τη [[Συνθήκη του Μπατούμι]] με την Αρμενία. Ωστόσο, οι ένοπλες συγκρούσεις συνεχίστηκαν, καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέμενε ακόμα σε πόλεμο με την Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας, τη Δημοκρατία της Ορεινής Αρμενίας και τη συμμαχική δύναμη Dunsterforce της Βρετανικής Αυτοκρατορίας μέχρι την [[Συνθήκη του Μούδρου]], η οποία υπεγράφη στις 30 Οκτωβρίου 1918.


==Αιτίες - Παρασκήνιο==
==Αιτίες - Παρασκήνιο==

Έκδοση από την 20:21, 12 Μαρτίου 2016

Αυτό το λήμμα αφορά τη στρατιωτική εκστρατεία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Για τη στρατιωτική εκστρατεία Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, δείτε: Μάχη του Καυκάσου. Για τη ρωσική εισβολή του 19ου αιώνα, δείτε: Πόλεμος του Καυκάσου.
Εκστρατεία του Καυκάσου
Θέατρο επιχειρήσεων Μέσης Ανατολής
του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου
Πάνω: Η ερειπωμένη πόλη του Ερζερούμ, κέντρο αριστερά: Ρωσικά στρατεύματα, κέντρο δεξιά: Οθωμανικά στρατεύματα, κάτω αριστερά: Τραυματίες οθωμανοί πρόσφυγες, κάτω δεξιά: Πρόσφυγες από την Αρμενία.
Χρονολογία24 Οκτωβρίου 1914 – 30 Οκτωβρίου 1918
ΤόποςΑρμενικά υψίπεδα, Νότιος Καύκασος
Έκβαση
Εδαφικές
μεταβολές
Κατάτμηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
Αντιμαχόμενοι

1823 Οθωμανική Αυτοκρατορία
Αζερμπαϊτζάν (1918)
Γερμανική Αυτοκρατορία (1914–17)


Γερμανική Αυτοκρατορία (1918)

Γεωργία (1918)
Ηγετικά πρόσωπα
Εμπλεκόμενες μονάδες
Δυνάμεις

Ρωσική Αυτοκρατορία
1914: 160.000 [1]
1916: 702.000[1]

Σύνολο: 1.000.000[2]
Απολογισμός
Άγνωστος
Άγνωστος

Η Εκστρατεία του Καυκάσου, 24 Οκτωβρίου 1914 – 30 Οκτωβρίου 1918, αποτελείται από διάφορες ένοπλες συγκρούσεις, σε κεντρικό επίπεδο, μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Γερμανικής Αυτοκρατορίας εναντίον της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, στην αρχή, και στη συνέχεια με την μετεξέλιξη αυτής, μετά την Ρωσική Επανάσταση, την Σοβιετική Ένωση. Στα ιστορικά τμήματα αυτής της εκστρατείας περιλαμβάνονται επίσης ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος (1914–1917) και ο Τουρκοσοβιετικός πόλεμος (1917–1918), ο οποίος αποτελεί και τμήμα του Ρωσικού εμφυλίου πολέμου. Στις συγκρούσεις αυτές, σε περιφερειακό επίπεδο, εκτός από τους δυο μεγάλους πρωταγωνιστές θα συμπεριληφθούν αργότερα, η Λαϊκή Δημοκρατία του Αζερμπαϊτζάν (Azerbaijan Democratic Republic, 1918–1920, Αζερμπαϊτζάν), η Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας (First Republic of Armenia, 1918–1920, Αρμενία), η Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας (Centrocaspian Dictatorship ή Central Caspian Dictatorship, 1918) και η Βρετανική Αυτοκρατορία, ως μέρος του θεάτρου επιχειρήσεων στην Μέση Ανατολή κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η εκστρατεία του Καυκάσου εκτείνεται στις περιοχές, από το Νότιο Καύκασο ως τα Αρμενικά υψίπεδα, φτάνοντας ως την Τραπεζούντα, Μπιτλίς (Bitlis), Μους (Muş) και Βαν. Ο πόλεμος επί της ξηράς συνοδεύτηκε από ναυμαχίες μεταξύ του οθωμανικού και του ρωσικού ναυτικού στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. .

Στις 23 Φεβρουαρίου 1917, η ρωσική προέλαση ανακόπηκε μετά τη Ρωσική Επανάσταση, και λίγο αργότερα ο αποσαθρωμένος Ρωσοκαυκασικός στρατός αντικαταστάθηκε από τις δυνάμεις του νεοσύστατου αρμενικού κράτους, που αποτελούταν από τις προηγούμενες Αρμενικές εθελοντικές μονάδες και μονάδες ατάκτων, από Αρμένιους φενταγί (Armenian fedayi ή Armenian irregular units). Κατά τη διάρκεια του 1918 η περιοχή γνώρισε επίσης την εγκαθίδρυση της Δικτατορίας της Κεντρικής Κασπίας, τη Δημοκρατία Ορεινής Αρμενίας (Republic of Mountainous Armenia, 1921) και μια δύναμη επέμβασης των Συμμάχων, με το παρατσούκλι Dunsterforce, που αποτελείτο από στρατιώτες που προέρχονταν από τα, Μεσοποτάμιο και Δυτικό, μέτωπα του πολέμου. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η Γερμανική Αυτοκρατορία είχαν θερμή σύγκρουση στο Μπατούμι (ή Μπατούμ, η βυζαντινή πόλη Πέτρα, στην περιοχή της αρχαίας Κολχίδας) με την άφιξη της Γερμανικής αποστολής Καυκάσου της οποίας πρωταρχικός στόχος ήταν η εξασφάλιση του εφοδιασμού σε πετρέλαιο της Γερμανικής Αυτοκρατορίας.

Στις 3 Μαρτίου 1918, η εκστρατεία του Καυκάσου τερματίστηκε για τους Ρώσους με τη Συνθήκη του Μπρεστ – Λιτόφσκ και στις 4 Ιουνίου 1918 η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέγραψε τη Συνθήκη του Μπατούμι με την Αρμενία. Ωστόσο, οι ένοπλες συγκρούσεις συνεχίστηκαν, καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία παρέμενε ακόμα σε πόλεμο με την Δικτατορία της Κεντρικής Κασπίας, τη Δημοκρατία της Ορεινής Αρμενίας και τη συμμαχική δύναμη Dunsterforce της Βρετανικής Αυτοκρατορίας μέχρι την Συνθήκη του Μούδρου, η οποία υπεγράφη στις 30 Οκτωβρίου 1918.

Αιτίες - Παρασκήνιο

Ο κύριος στόχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν η ανάκτηση των εδαφών της στον Καύκασο. Οι περιοχές αυτές είχαν κτηθεί από τους Ρώσους μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο (1877-1878). Οι στρατηγικοί στόχοι της Εκστρατείας του Καυκάσου για τις οθωμανικές δυνάμεις ήταν να ξαναπάρουν το Αρτβίν, το Αρνταχάν, την Καρς και το λιμάνι του Μπατούμι. Μια επιτυχία σε αυτή την περιοχή θα σήμαινε μια εκτροπή των ρωσικών δυνάμεων σε αυτό το μέτωπο σε σχέση με το πολωνικό μέτωπο και το μέτωπο της Γαλικίας.[3] Η εκστρατεία στον Καύκασο θα μπορούσε να έχει διασπαστικές συνέπειες για τις ρωσικές δυνάμεις. Το σχέδιο είχε τη συμπάθεια της Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Η Γερμανία προμήθευσε τα απαραίτητα πολεμοφόδια και η 3η Οθωμανική Στρατιά το απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό το οποίο χρησιμοποιήθηκε για να επιτευχθεί η επιθυμητή διάσπαση.[4] Ο Οθωμανός υπουργός Πολέμου Ισμαήλ Εμβέρ Πασάς ήλπιζε πως η επιτυχία της κίνησης αυτής, θα μπορούσε να διευκολύνει το άνοιγμα της οδού προς την Τιφλίδα και ακόμα παραπέρα σε μια εξέγερση των Καυκασίων μουσουλμάνων.[3] Ο οθωμανικός στρατηγικός στόχος ήταν να διακοπεί η ρωσική πρόσβαση στους πόρους υδρογονανθράκων (πετρέλαιο, φυσικό αέριο κ.α.) από την Κασπία Θάλασσα.[5]

Η Ρωσία, από την άλλη πλευρά, είδε το μέτωπο του Καυκάσου ως δευτερεύον σε σχέση με το Ανατολικό Μέτωπο, στο οποίο και είχε δεσμεύσει το περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό της και τους πόρους της. Η Ρωσία είχε κατακτήσει την πόλη Καρς, το 1877, από τους Τούρκους κατά τη διάρκεια του Ρωσοτουρκικού πολέμου (1877-1878) και φοβόταν μια εκστρατεία στον Καύκασο που θα είχε ως στόχο την ανακατάληψη της Καρς και του λιμανιού του Βατούμι από τους Τούρκους. Τον Μάρτιο του 1915 ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Σαζόνοφ δήλωσε σε μια συνάντηση με το Βρετανό πρεσβευτή Τζωρτζ Μπιουκάναν και το Γάλλο πρεσβευτή Μωρίς Παλαιολόγο ότι η μόνιμη μεταπολεμική διευθέτηση απαιτούσε την πλήρη ρωσική κατοχή της πρωτεύουσας της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα στενά του Βοσπόρου και των Δαρδανελίων, της Θάλασσας του Μαρμαρά, τη νότια Θράκη μέχρι τη γραμμή Αίνου-Μηδείας, καθώς και τμήματα της τουρκικής ακτής της Μαύρης Θάλασσας στην Ανατολία μεταξύ του Βοσπόρου, του ποταμού Σαγγάριου και απροσδιόριστο σημείο κοντά στον κόλπο του Ιζμίτ (Νικομήδεια).[6] Το ρωσικό τσαρικό καθεστώς προέβλεπε να αντικατασταθεί ο μουσουλμανικός πληθυσμός της Βόρειας Ανατολίας και της Κωνσταντινούπολης με Κοζάκους έποικους.[7]

Το σύμμαχο με τη Ρωσία Αρμενικό εθνικό απελευθερωτικό κίνημα (Armenian national liberation movement) ζήτησε τη δημιουργία της Ηνωμένης Αρμενίας (United Armenia), ενός δηλαδή αρμενικού κράτους, το οποίο να περιλαμβάνει τόσο τα εδάφη που απελευθερώθηκαν ως μέρος του Κυβερνείου του Εριβάν (Erivan Governorate), την περιοχή του Καραμπάχ (Karabakh) της Ρωσίας και την Δυτική Αρμενία (Western Armenia). Μέχρι το τέλος του πολέμου, η Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία (Armenian Revolutionary Federation) απέτυχε τελικά σε αυτόν τον στόχο, κατορθώνοντας μόνο να ενσωματώσει τμήματα του Κυβερνείου του Εριβάν στην Πρώτη Δημοκρατία της Αρμενίας (η οποία αποτελεί τώρα το μεγαλύτερο μέρος της έκτασης της σύγχρονης Δημοκρατίας της Αρμενίας.

Οι Βρετανοί συνεργάστηκαν με τις ρωσικές επαναστατικές δυνάμεις για την αποτροπή του στόχου του Ενβέρ Πασά, για τη δημιουργίας μιας, υπό οθωμανικό έλεγχο, Υπερκαυκασίας. Η Αγγλοπερσική Πετρελαϊκή Εταιρεία (Anglo-Persian Oil Company) βρισκόταν, ως στόχος, στην προτεινόμενη διαδρομή των οθωμανικών φιλοδοξιών. Η εταιρεία αυτή είχε τα αποκλειστικά δικαιώματα εκμετάλλευσης στα αποθέματα πετρελαίου ολόκληρης της περιοχής της πρώην Περσικής Αυτοκρατορίας, που τελούσε υπό τον έλεγχο της δυναστείας Καγιάρ (Qajar dynasty), εκτός από τις ιρανικές επαρχίες Αζερμπαϊτζάν, Γκιλάν, Μαζενταράν ( Mazendaran), Ασντραμπάντ (Asdrabad) και Χορασάν.[5] Το 1914, πριν τον πόλεμο, η βρετανική κυβέρνηση είχε συνάψει με την εταιρεία συμβόλαιο για την προμήθεια καυσίμων για το ναυτικό της.[5]

Δυνάμεις

Οθωμανοί

Οι Οθωμανοί είχαν μόνο έναν στρατό με έδρα στην περιφέρεια αυτή, την 3η Οθωμανική Στρατιά. Το 1916 έστειλαν ενισχύσεις και ανασυγκρότησαν την 2η Οθωμανική Στρατιά. Κατά την έναρξη της σύγκρουσης, όλες οι συνδυασμένες δυνάμεις των Οθωμανών κυμαίνονταν από 100.000 έως 190.000 άνδρες. Πολλοί πάντως από αυτούς, ήταν ανεπαρκώς εξοπλισμένοι.

Ρωσία

Πριν από τον πόλεμο, η Ρωσία είχε στην περιοχή της Καυκασίας τη Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, η οποία ήταν σταθμευμένη εκεί με περίπου 100.000 άντρες, υπό την ονομαστική εντολή του Γενικού Κυβερνήτη του Καυκάσου Ιλλαρίονα Ιβάνοβιτς Βοροντσόφ-Ντασχκόφ, αλλά ο πραγματικός διοικητής και επικεφαλής του επιτελείου ήταν ο στρατηγός Νικολάι Γιουντένιτς. Κατά την έναρξη της Εκστρατείας του Καυκάσου, οι Ρώσοι έπρεπε να αναδιατάξουν το ήμισυ, σχεδόν, των δυνάμεών τους στο πρωσικό μέτωπο, λόγω των αλλεπάλληλων ηττών στη Μάχη του Τάνενμπεργκ και την Πρώτη μάχη των Μαζουριανών Λιμνών, αφήνοντας πίσω στρατεύματα μόνο 60.000 ανδρών. Ωστόσο, αυτός ο στρατός είχε σημαντική υποστήριξη από τους Αρμένιους, με τους στρατηγούς τους Ναζαρμπέκοφ, Σιλικιάν και Πιρούμοφ (Pirumov) που παρέμειναν στην Καυκασία. Η Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, διαλύθηκε το 1917 όταν τα ρωσικά τακτικά συντάγματα εγκατέλειψαν την πρώτη γραμμή μετά την Ρωσική Επανάσταση. Μέχρι το 1917, στη Στρατιά αυτή συμμετείχαν και 110.000-120.000 στρατιώτες αρμενικής εθνικότητας.[8] Ο αριθμός αυτός πλησίαζε τις 150.000 άνδρες για το σύνολο των Αρμενίων (συμπεριλαμβανομένων και των άλλων συμμαχικών δυνάμεων) για την Εγγύς Ανατολή, ενάντια στις οθωμανικές δυνάμεις.[9]

Αρμενία

Το καλοκαίρι του 1914, οι Αρμενικές εθελοντικές μονάδες των περιοχών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν συσταθεί υπό τις εντολές των ρωσικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς όλοι οι υπόλοιποι Αρμένιοι κληρωτοί των ρωσικών περιοχών εστάλησαν στο Ευρωπαϊκό Μέτωπο. Οι Αρμενικές εθελοντικές μονάδες αποτελούνταν από Αρμένιους στο τμήμα της κατεχόμενης υπό των Οθωμανών Αρμενίας, ή από όσους από τις άλλες περιοχές δεν ήταν υποχρεωμένοι να υπηρετήσουν στρατιωτική θητεία. Αρχικά, είχαν συνταχθεί ως αυτόνομες κυρίως μονάδες (παρά ως μέρος της Ρωσικής Στρατιωτικής Διοίκησης του Καυκάσου), υπό τις εντολές της Αντιβασιλείας του Καυκάσου. Αυτές οι δυνάμεις διοικούνταν από τον Αντρανίκ Οζανιάν. Άλλοι ηγέτες των εθελοντικών ομάδων ήταν οι Ντρασταμάτ Καναγιάν, Χαμαζάσπ Σρβαντιγιάν, Αρσάκ Γκαφαβιάν και Σαργκίς Μεχραβιάν. Ένας Οθωμανός εκπρόσωπος ο Αρμέν Γκάρο (ή Καρεκίν Μπαστερμαντζιάν) επίσης ενώθηκε σε αυτές τις μονάδες. Αρχικά είχαν 20.000 άνδρες, αλλά καθώς αυξάνονταν οι συγκρούσεις, αναφέρθηκε ότι ο αριθμός τους αυξανόταν. Στην αλλαγή του έτους 1916, ο Νικολάι Γιουντένιτς αποφάσισε είτε να συγχωνευθούν αυτές τις μονάδες υπό την Ρωσική Στρατιά Καυκάσου, ή να διαλυθούν. Το Αρμενικό εθνικό απελευθερωτικό κίνημα διοικούσε τους Αρμένιους φενταγί κατά τη διάρκεια αυτών των συγκρούσεων. Αυτές οι πολιτικές δυνάμεις γενικά οργανώνονταν γύρω από διάσημους ηγέτες, όπως ο Μουράτ της Σεβαστείας (Sebastatsi Murad, αρμενικά: Սեբաստացի Մուրատ). Αυτοί γενικά αναφέρονταν, ως Αρμένιοι αντάρτες φενταγί. Ο Βόγγος Νουμπάρ, ο πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης των Αρμενίων, δήλωσε στην Διάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού, το 1919, ότι οι αντάρτες φενταγί θα συνοδεύουν τις κύριες μονάδες των Αρμενίων. Η ρωσική αμυντική γραμμή από το Βαν προς το Ερτζινκάν οργανώθηκε μέσω αυτών των μονάδων.

Τον Δεκέμβριο του 1917 η Ντασνάκς του Αρμενικού εθνικού απελευθερωτικού κινήματος με απόφαση του Κογκρέσου των Αρμενίων της Ανατολής (Armenian National Congress, 1917) δημιούργησε στρατιωτική δύναμη. Τα τμήματα του στρατού αυτού έθεσαν εαυτόν υπό τη διοίκηση του στρατηγού Τόφμας Ναζαρμπεκιάν. Ο Ντρασταμάτ Καναγιάν, ανέλαβε επίσης καθήκοντα ως πολιτικός επίτροπος. Η πρώτη γραμμή του μετώπου είχε τρεις μεραρχίες με επικεφαλής τους: Μόφσες Σιλικιάν, Αντρανίκ Οζανιάν και Μιαήλ Αρεσιάν. Μια άλλη τακτική μονάδα ήταν υπό το συνταγματάρχη Κοργκανιάν (Korganian).Η γραμμή από το Βαν προς το Ερτζινκάν οργανώθηκε μέσω αυτών των μονάδων. Αναφέρθηκε ότι η δύναμη αυτή ήταν της τάξης των 150.000 ανδρών.[10] Μετά την ανακήρυξη της Πρώτης Δημοκρατίας της Αρμενίας ο Τόφμας Ναζαρμπεκιάν έγινε ο πρώτος αρχιστράτηγος ολόκληρου του αρμενικού κράτους.

Άλλοι

Ο Λάιονελ Ντάνστερβιλ ορίστηκε το 1917, ως επικεφαλής, για να οδηγήσει μια συμμαχική στρατιωτική δύναμη με περίπου 1.000 Αυστραλούς, Βρετανούς, Καναδούς και Νεοζηλανδούς, συνοδευόμενη από τεθωρακισμένα οχήματα.

Φωτοθήκη


Δείτε επίσης

Παραπομπές

  1. 1,0 1,1 Fleet, Kate· Faroqhi, Suraiya· Kasaba, Reşat (2006). Turkey in the Modern World. The Cambridge History of Turkey. 4. Cambridge University Press. σελ. 94. ISBN 0-521-62096-1. 
  2. Erickson, Edward J. (2007). Ottoman Army Effectiveness in World War I: a comparative study. Taylor & Francis. σελ. 154. ISBN 0-415-77099-8. 
  3. 3,0 3,1 Hinterhoff, Eugene (1984). Persia: The Stepping Stone To India. Marshall Cavendish Illustrated Encyclopedia of World War I. 4. New York: Marshall Cavendish Corporation. σελίδες 499–503. ISBN 0-86307-181-3. 
  4. Pollard, A. F. (1920). «The first winter of the war». A Short History of the Great War. London: Methuen. 
  5. 5,0 5,1 5,2 The Encyclopedia Americana. 28. 1920. σελ. 403. 
  6. Bobroff, Ronald Park (2006). Roads to glory – Late Imperial Russia and the Turkish Straits. London: I.B. Tauris. σελ. 131. ISBN 1-84511-142-7. 
  7. Hovannisian, R. G. (1967). Armenia on the Road to Independence, 1918. Berkeley and Los Angeles: University of California Press. σελ. 59. 
  8. Kayaloff, Jacques (1973). The Battle of Sardarabad. Near and Middle East Monographs. 10. Paris: Mouton. σελ. 73. ISBN 3-11-169459-3. 
  9. Nansen, Fridtjof (1976). Armenia and the Near East. Middle East in the Twentieth Century. New York: Da Capo Press. σελ. 310. ISBN 0-306-70760-8. 
  10. Boghos Nubar the president of the "Armenian National Assembly" declared to Paris Peace Conference, 1919 through a letter to French Foreign Office – December 3, 1918

Πηγές

  • Falls, Cyril (1960). The Great War pp. 158–160. (covers 1915 fighting)
  • Fromkin, David (1989). A Peace to End All Peace, pp. 351–355. Avon Books. (covers 1918 operations)
  • Harutyunian, The 1918 Turkish aggression in Transcaucasus, Yerevan, 1985. (covers conquest of Armenia, 1918)
  • Pollard, A. F. (1920). A Short History of the Great War (chapter 10). (covers 1916 fighting)
  • Strachan, Hew (2003). The First World War, pp. 109–112. Viking (Published by the Penguin Group) (1914 operations)
  • Ulrichson, Kristian Coates (2014). The First World War in the Middle East (Hurst, London) (The Caucacus Campaigns, Chapter 3 pp53–74)
  • Russian Campaign in Turkey
CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Caucasus Campaign της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).