Μπάμπης Κοτρίδης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ παράλληλες χρονικά πορείες με Ρωσίδη
μ εισαγωγή στατιστικών στοιχείων
Γραμμή 11: Γραμμή 11:
| ύψος =
| ύψος =
| θέση = Μέσος
| θέση = Μέσος
| περίοδοςνέων1 =
| περίοδοςνέων1 =1945-1947
| ομάδανέων1 =
| ομάδανέων1 =Ολυμπιακός Πειραιώς
| περίοδος1= 1946-1961 | ομάδα1= Ολυμπιακός Πειραιώς | συμμετοχές1= | γκολ1=
| περίοδος1= 1947-1961 | ομάδα1= Ολυμπιακός Πειραιώς | συμμετοχές1=223 | γκολ1=48
| συνολικέςσυμμετοχές =
| συνολικέςσυμμετοχές =
| συνολικάγκολ =
| συνολικάγκολ =
Γραμμή 26: Γραμμή 26:
Γεννήθηκε στη [[Δραπετσώνα]], ωστόσο αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στην [[Καλλιθέα Αττικής|Καλλιθέα]], όπου και μεγάλωσε. Ξεκίνησε ως αθλητής στίβου με τον Πανιώνιο στα 400 μέτρα εμπόδια, όμως τον είδε τυχαία σε μια αλάνα να παίζει ποδόσφαιρο ο Γιώργος Μαλευρής και τον πήγε αρχικά να δοκιμαστεί στην [[Α.Ε.Κ (ποδόσφαιρο)|ΑΕΚ]], η οποία τον απέρριψε και στη συνέχεια στον Ολυμπιακό, όπου και έβγαλε δελτίο.
Γεννήθηκε στη [[Δραπετσώνα]], ωστόσο αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στην [[Καλλιθέα Αττικής|Καλλιθέα]], όπου και μεγάλωσε. Ξεκίνησε ως αθλητής στίβου με τον Πανιώνιο στα 400 μέτρα εμπόδια, όμως τον είδε τυχαία σε μια αλάνα να παίζει ποδόσφαιρο ο Γιώργος Μαλευρής και τον πήγε αρχικά να δοκιμαστεί στην [[Α.Ε.Κ (ποδόσφαιρο)|ΑΕΚ]], η οποία τον απέρριψε και στη συνέχεια στον Ολυμπιακό, όπου και έβγαλε δελτίο.


Ξεκίνησε το 1946 από τη δεύτερη ομάδα και παράλληλα συνέχισε στον στίβο του Πανιώνιου. Το 1946 έγινε μέλος της εθνικής ομάδας στίβου στο [[άλμα εις ύψος]], αλλά εγκατέλειψε τον στίβο μετά από παρότρυνση των αδελφών Χέλμη, που ήταν προπονητές τότε του Ολυμπιακού, επιστρέφοντας στο ποδόσφαιρο. Πραγματοποίησε την παρθενική του συμμετοχή με την α' ομάδα στις 17 Σεπτεμβρίου 1947, αγωνιζόμενος από το 46' κατά το εντός έδρας φιλικό 5-0 επί της Βικτώρια Αθηνών,<ref>''"H ιστορία του Ολυμπιακού"'', Γιώργος Αλεξανδρής-Ηλίας Λέκκας, ''Εκδόσεις Γ.Χ Αλεξανδρή'', Αθήνα 1996, τόμ. Α', σελ. 108 και 110</ref> ενώ σε επίσημη αναμέτρηση έλαβε μέρος 16 μήνες αργότερα. Αντίπαλος υπήρξε ο [[Παναθλητικός Όμιλος Καλλιθέας Έσπερος|Έσπερος Καλλιθέας]] στο [[Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης|Ποδηλατοδρόμιο]] και τη νίκη [[Κύπελλο Ελλάδος ποδοσφαίρου ανδρών 1948-49#Α΄ Προημιτελική φάση (16)|κυπέλλου]] με 3-1 της 30ης Ιανουαρίου 1949,<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 124 και 115</ref> μόλις 8 ημέρες έπειτα το αντίστοιχο ντεμπούτο του [[Ηλίας Ρωσίδης|Ηλία Ρωσίδη]],<ref>''"Αυτός είναι ο Ολυμπιακός • Η ένδοξη ιστορία του δημοφιλούς συλλόγου"'', Πάνος Μακρίδης - [[Βαγγέλης Φουντουκίδης|Ευάγγελος Φουντουκίδης]], έκδοση εφημ. ''«ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ»'', Αθήναι 1957, σελ. 73</ref> με τον οποίον θα εγκαταλείψουν σχεδόν ταυτόχρονα την ενεργό δράση έχοντας ενδιάμεσα διαγράψει πολυετή πορεία στην ομάδα, χριστεί [[αρχηγός ποδοσφαιρικής ομάδας|αρχηγοί]] της και διεθνείς. Στο ίδιο γήπεδο ο Κοτρίδης σημείωσε το πρώτο του [[Γκολ (ποδόσφαιρο)|τέρμα]],<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 118-119</ref> όταν οι ''Ερυθρόλευκοι'' έκαμψαν 2-1 την αντίσταση του [[Αργοναύτης Πειραιά|Αργοναύτη]] για το πρωτάθλημα της [[Πρωτάθλημα Ε.Π.Σ. Πειραιώς 1948-49#Α΄ Κατηγορία|ΕΠΣ Πειραιώς]] στις 16 Απριλίου, χάρις σε δύο δικά του (5' και 60') και παρά την επάνοδο (για 70 ημέρες και τελευταία φορά) του δεινότατου σκόρερ [[Γιάννης Βάζος|Γιάννη Βάζου]].<ref>Μακρίδης-Φουντουκίδης, ό.π, 74-75</ref> Αγωνίστηκε στον Ολυμπιακό μέχρι το 1961 και θεωρείται ακόμα και σήμερα ως ο κορυφαίος Έλληνας σπεσιαλίστας στις εκτελέσεις [[πέναλτι]] με 36/38 εκτελέσεις σε επίσημους αγώνες.
Ξεκίνησε το 1945 από τη δεύτερη ομάδα και παράλληλα συνέχισε στον στίβο του Πανιώνιου. Το 1946 έγινε μέλος της εθνικής ομάδας στίβου στο [[άλμα εις ύψος]], αλλά εγκατέλειψε τον στίβο μετά από παρότρυνση των αδελφών Χέλμη, που ήταν προπονητές τότε του Ολυμπιακού, επιστρέφοντας στο ποδόσφαιρο. Πραγματοποίησε την παρθενική του συμμετοχή με την α' ομάδα στις 17 Σεπτεμβρίου 1947, αγωνιζόμενος από το 46' κατά το εντός έδρας φιλικό 5-0 επί της Βικτώρια Αθηνών,<ref>''"H ιστορία του Ολυμπιακού"'', Γιώργος Αλεξανδρής-Ηλίας Λέκκας, ''Εκδόσεις Γ.Χ Αλεξανδρή'', Αθήνα 1996, τόμ. Α', σελ. 108 και 110</ref> ενώ σε επίσημη αναμέτρηση έλαβε μέρος 16 μήνες αργότερα. Αντίπαλος υπήρξε ο [[Παναθλητικός Όμιλος Καλλιθέας Έσπερος|Έσπερος Καλλιθέας]] στο [[Στάδιο Γεώργιος Καραϊσκάκης|Ποδηλατοδρόμιο]] και τη νίκη [[Κύπελλο Ελλάδος ποδοσφαίρου ανδρών 1948-49#Α΄ Προημιτελική φάση (16)|κυπέλλου]] με 3-1 της 30ης Ιανουαρίου 1949,<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 124 και 115</ref> μόλις 8 ημέρες έπειτα το αντίστοιχο ντεμπούτο του [[Ηλίας Ρωσίδης|Ηλία Ρωσίδη]],<ref>''"Αυτός είναι ο Ολυμπιακός • Η ένδοξη ιστορία του δημοφιλούς συλλόγου"'', Πάνος Μακρίδης - [[Βαγγέλης Φουντουκίδης|Ευάγγελος Φουντουκίδης]], έκδοση εφημ. ''«ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ»'', Αθήναι 1957, σελ. 73</ref> με τον οποίον θα εγκαταλείψουν σχεδόν ταυτόχρονα την ενεργό δράση έχοντας ενδιάμεσα διαγράψει πολυετή πορεία στην ομάδα, χριστεί [[αρχηγός ποδοσφαιρικής ομάδας|αρχηγοί]] της και διεθνείς. Στο ίδιο γήπεδο ο Κοτρίδης σημείωσε το πρώτο του [[Γκολ (ποδόσφαιρο)|τέρμα]],<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 118-119</ref> όταν οι ''Ερυθρόλευκοι'' έκαμψαν 2-1 την αντίσταση του [[Αργοναύτης Πειραιά|Αργοναύτη]] για το πρωτάθλημα της [[Πρωτάθλημα Ε.Π.Σ. Πειραιώς 1948-49#Α΄ Κατηγορία|ΕΠΣ Πειραιώς]] στις 16 Απριλίου, χάρις σε δύο δικά του (5' και 60') και παρά την επάνοδο (για 70 ημέρες και τελευταία φορά) του δεινότατου σκόρερ [[Γιάννης Βάζος|Γιάννη Βάζου]].<ref>Μακρίδης-Φουντουκίδης, ό.π, 74-75</ref>

Στη βασική 11άδα καθιερώθηκε την επόμενη αγωνιστική περίοδο 1949-50 ως [[Θέσεις ποδοσφαίρου#Αμυντικά χαφ (δεξιό RWB και αριστερό LWB)|αριστερός μέσος]] (με το [[Διονύσης Μινάρδος|Διονύση Μινάρδο]] στην αντίθετη πλευρά του γηπέδου), κατόπιν της αποχώρησης του 37χρονου Γιώργου Βαγιακάκου. Η αειθαλής παρουσία του προκατόχου, επέτρεψε μόνο έπειτα τα 21 του την κατάληψη της θέσης, την οποία πάντως διατήρησε έως την –προχωρημένη για τότε παίκτη– ηλικία των 32. Υπήρξε αναντικατάστατο στέλεχος στον Ολυμπιακό σε όλο το εξαιρετικά επιτυχημένο διάστημα του '50, διατελώντας παράλληλα από τους αρχηγούς της ομάδας.<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 181</ref> Αγωνίστηκε βασικός επί 11 συναπτές περιόδους, με την τελευταία να αποτελεί την εναρκτήρια της Α' Εθνικής κατηγορίας, όντας εκ των λίγων ποδοσφαιριστών που "ένωσαν" την πρώτη μεταπολεμική 15ετία με τον πλέον σύγχρονο μισό αιώνα του [[ελληνικό ποδόσφαιρο|ελληνικού ποδοσφαίρου]]. Ολοκλήρωσε τη σταδιοδρομία του την επόμενη 1960-61, συμπληρώνοντας 259 επίσημες συμμετοχές ως εξής:<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, τόμ. Β, σελ. 746</ref>
* 113 στο πρωτάθλημα Ελλάδας (24)
* 44 στο κύπελλο (10)
* 2 στο κύπελλο Πρωταθλητριών (0)
* 100 στο πειραϊκό πρωτάθλημα (24)
και 160 σε φιλικά με ελληνικές ή ξένες ομάδες (τουλάχιστον 22 τέρματα).<ref>''"Η ιστορία του Ολυμπιακού, με πλήρη στοιχεία 1925-2000 • 75 χρόνια θρύλου"'', Στάθης Αρβανίτης, ''Εκδόσεις Καστανιώτη'', Αθήνα 2000, ISBN 960-0329-45-1, σελ. 34</ref>


Το τελευταίο γκολ σε επίσημη συνάντηση πέτυχε στις 18 Δεκεμβρίου 1960, ανοίγοντας το σκορ (πέναλτι) για το εντός έδρας 3-1 επί της ΑΕΚ στο πρωτάθλημα, ενώ η επόμενη αγωνιστική τη 15η Ιανουαρίου και το 0-0 του [[Στάδιο Νέας Σμύρνης|σταδίου Ν. Σμύρνης]] με τον Πανιώνιο υπήρξε η καταληκτική εμφάνιση της 12χρονης παρουσίας του σε επίπεδο διοργανώσεων<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 220-222</ref> (συμπτωματικά και στις δύο περιπτώσεις, εναντίον σωματείων που μέσω διαφορετικού τρόπου είχε σχετιστεί ως νεαρός αθλητής). Για τελευταία φορά με την ερυθρόλευκη φανέλα και μάλιστα ως αρχηγός, αγωνίστηκε κατά τη νίκη 2-1 με αντίπαλο τη [[Βραζιλία|βραζιλιάνικη]] [[Σάντος Φουτεμπόλ Κλούμπε|Σάντος]] (και τον [[Πελέ]]),<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 124 και 214</ref> όπου στο ταραχώδες εκείνο φιλικό της 4ης Ιουλίου 1961 "συνέβαλε" για το αριθμητικό πλεονέκτημα υπέρ των Πειραιωτών από τις αρχές της επανάληψης:
Το τελευταίο γκολ σε επίσημη συνάντηση πέτυχε στις 18 Δεκεμβρίου 1960, ανοίγοντας το σκορ (πέναλτι) για το εντός έδρας 3-1 επί της ΑΕΚ στο πρωτάθλημα, ενώ η επόμενη αγωνιστική τη 15η Ιανουαρίου και το 0-0 του [[Στάδιο Νέας Σμύρνης|σταδίου Ν. Σμύρνης]] με τον Πανιώνιο υπήρξε η καταληκτική εμφάνιση της 12χρονης παρουσίας του σε επίπεδο διοργανώσεων<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 220-222</ref> (συμπτωματικά και στις δύο περιπτώσεις, εναντίον σωματείων που μέσω διαφορετικού τρόπου είχε σχετιστεί ως νεαρός αθλητής). Για τελευταία φορά με την ερυθρόλευκη φανέλα και μάλιστα ως αρχηγός, αγωνίστηκε κατά τη νίκη 2-1 με αντίπαλο τη [[Βραζιλία|βραζιλιάνικη]] [[Σάντος Φουτεμπόλ Κλούμπε|Σάντος]] (και τον [[Πελέ]]),<ref>Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 124 και 214</ref> όπου στο ταραχώδες εκείνο φιλικό της 4ης Ιουλίου 1961 "συνέβαλε" για το αριθμητικό πλεονέκτημα υπέρ των Πειραιωτών από τις αρχές της επανάληψης:
{{ρήση|Εις το 7' έγιναν τα μεγάλα επεισόδια. Ο δεξιός ακραίος των Βραζιλιάνων Σορβάζ έκαμε ένα σκληρό φάουλ επί του Κοτρίδη. Ο τελευταίος εκνευρισμένος του επετέθη. Ο Κουντίνιο<ref>[[:en:Antônio Wilson Vieira Honório|''Coutinho'']]: νεότατος τότε κεντρικός επιθετικός που θα εξελιχθεί σε –θεωρούμενο ως– δεύτερο κορυφαίο παίκτη στην ιστορία του συλλόγου έπειτα τον Πελέ, με τον οποίον συνέθεσαν δίδυμο "παραγωγής" τερμάτων (370 και 1091 αντίστοιχα). [http://www.fifa.com/worldcup/archive/chile1962/teams/team=43924/players.html Παγκόσμιος πρωταθλητής 1962 με τη Βραζιλία], αν και [http://www.fifa.com/worldfootball/statisticsandrecords/players/player=69901/index.html χωρίς συμμετοχή] εξαιτίας τραυματισμού.</ref> έτρεξε γρήγορα και κατάφερε ένα δυνατόν λάκτισμα επί του Κοτρίδη. Από εκεί και πέρα ο στίβος του γηπέδου του Παναθηναϊκού έγινε αρένα, όπου Έλληνες και Βραζιλιάνοι ποδοσφαιρισταί αλληλοεδέρνοντο. Όταν η θύελλα επέρασε και η γαλήνη επανήλθεν, ο διαιτητής κ. Ιωαννίδης απέβαλε τον Κουντίνιο και η Σάντος συνέχισεν αγωνιζόμενη με δέκα παίκτας.<ref>εφημ. «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» 5 Ιουλ. 1961<br />[αναδημοσίευση Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 218]</ref>}}
{{ρήση|Εις το 7' έγιναν τα μεγάλα επεισόδια. Ο δεξιός ακραίος των Βραζιλιάνων Σορβάζ έκαμε ένα σκληρό φάουλ επί του Κοτρίδη. Ο τελευταίος εκνευρισμένος του επετέθη. Ο Κουντίνιο<ref>[[:en:Antônio Wilson Vieira Honório|''Coutinho'']]: νεότατος τότε κεντρικός επιθετικός που θα εξελιχθεί σε –θεωρούμενο ως– δεύτερο κορυφαίο παίκτη στην ιστορία του συλλόγου έπειτα τον Πελέ, με τον οποίον συνέθεσαν δίδυμο "παραγωγής" τερμάτων (370 και 1091 αντίστοιχα). [http://www.fifa.com/worldcup/archive/chile1962/teams/team=43924/players.html Παγκόσμιος πρωταθλητής 1962 με τη Βραζιλία], αν και [http://www.fifa.com/worldfootball/statisticsandrecords/players/player=69901/index.html χωρίς συμμετοχή] εξαιτίας τραυματισμού.</ref> έτρεξε γρήγορα και κατάφερε ένα δυνατόν λάκτισμα επί του Κοτρίδη. Από εκεί και πέρα ο στίβος του γηπέδου του Παναθηναϊκού έγινε αρένα, όπου Έλληνες και Βραζιλιάνοι ποδοσφαιρισταί αλληλοεδέρνοντο. Όταν η θύελλα επέρασε και η γαλήνη επανήλθεν, ο διαιτητής κ. Ιωαννίδης απέβαλε τον Κουντίνιο και η Σάντος συνέχισεν αγωνιζόμενη με δέκα παίκτας.<ref>εφημ. «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» 5 Ιουλ. 1961<br />[αναδημοσίευση Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 218]</ref>}}Θεωρείται ακόμα και σήμερα ως ο κορυφαίος Έλληνας σπεσιαλίστας στις εκτελέσεις [[πέναλτι]] με 36/38 εκτελέσεις σε επίσημους αγώνες.


=== Στις εθνικές ομάδες ===
=== Στις εθνικές ομάδες ===

Έκδοση από την 13:42, 22 Ιουνίου 2015

Μπάμπης Κοτρίδης

Ο Μπάμπης Κοτρίδης (μέσον) με Μουράτη και Ρωσίδη
Προσωπικές πληροφορίες
Ημερ. γέννησης30 Οκτωβρίου 1928
Τόπος γέννησηςΔραπετσώνα, Ελλάδα
Ημερ. θανάτου18 Απριλίου 2009 (80 ετών)
Τόπος θανάτουΑθήνα, Ελλάδα
ΘέσηΜέσος
Ομάδες νέων
1945-1947Ολυμπιακός Πειραιώς
Επαγγελματική καριέρα*
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1947-1961Ολυμπιακός Πειραιώς223(48)
Εθνική ομάδα
ΠερίοδοςΟμάδαΣυμμ.(Γκ.)
1951-1957Ελλάδα18(1)
* Οι συμμετοχές και τα γκολ στις προηγούμενες ομάδες υπολογίζονται μόνο για τα εγχώρια πρωταθλήματα.
† Συμμετοχές (Γκολ).

Ο Χαράλαμπος (Μπάμπης) Κοτρίδης (30 Οκτωβρίου 1928,[1] Δραπετσώνα – 18 Απριλίου 2009,[2] Αθήνα) ήταν Έλληνας διεθνής ποδοσφαιριστής που αγωνίστηκε αποκλειστικά με τον Ολυμπιακό Πειραιώς, όπως και αθλητής του στίβου ως έφηβος στον Πανιώνιο.

Σταδιοδρομία

Σε συλλογικό επίπεδο

Γεννήθηκε στη Δραπετσώνα, ωστόσο αργότερα η οικογένειά του μετακόμισε στην Καλλιθέα, όπου και μεγάλωσε. Ξεκίνησε ως αθλητής στίβου με τον Πανιώνιο στα 400 μέτρα εμπόδια, όμως τον είδε τυχαία σε μια αλάνα να παίζει ποδόσφαιρο ο Γιώργος Μαλευρής και τον πήγε αρχικά να δοκιμαστεί στην ΑΕΚ, η οποία τον απέρριψε και στη συνέχεια στον Ολυμπιακό, όπου και έβγαλε δελτίο.

Ξεκίνησε το 1945 από τη δεύτερη ομάδα και παράλληλα συνέχισε στον στίβο του Πανιώνιου. Το 1946 έγινε μέλος της εθνικής ομάδας στίβου στο άλμα εις ύψος, αλλά εγκατέλειψε τον στίβο μετά από παρότρυνση των αδελφών Χέλμη, που ήταν προπονητές τότε του Ολυμπιακού, επιστρέφοντας στο ποδόσφαιρο. Πραγματοποίησε την παρθενική του συμμετοχή με την α' ομάδα στις 17 Σεπτεμβρίου 1947, αγωνιζόμενος από το 46' κατά το εντός έδρας φιλικό 5-0 επί της Βικτώρια Αθηνών,[3] ενώ σε επίσημη αναμέτρηση έλαβε μέρος 16 μήνες αργότερα. Αντίπαλος υπήρξε ο Έσπερος Καλλιθέας στο Ποδηλατοδρόμιο και τη νίκη κυπέλλου με 3-1 της 30ης Ιανουαρίου 1949,[4] μόλις 8 ημέρες έπειτα το αντίστοιχο ντεμπούτο του Ηλία Ρωσίδη,[5] με τον οποίον θα εγκαταλείψουν σχεδόν ταυτόχρονα την ενεργό δράση έχοντας ενδιάμεσα διαγράψει πολυετή πορεία στην ομάδα, χριστεί αρχηγοί της και διεθνείς. Στο ίδιο γήπεδο ο Κοτρίδης σημείωσε το πρώτο του τέρμα,[6] όταν οι Ερυθρόλευκοι έκαμψαν 2-1 την αντίσταση του Αργοναύτη για το πρωτάθλημα της ΕΠΣ Πειραιώς στις 16 Απριλίου, χάρις σε δύο δικά του (5' και 60') και παρά την επάνοδο (για 70 ημέρες και τελευταία φορά) του δεινότατου σκόρερ Γιάννη Βάζου.[7]

Στη βασική 11άδα καθιερώθηκε την επόμενη αγωνιστική περίοδο 1949-50 ως αριστερός μέσος (με το Διονύση Μινάρδο στην αντίθετη πλευρά του γηπέδου), κατόπιν της αποχώρησης του 37χρονου Γιώργου Βαγιακάκου. Η αειθαλής παρουσία του προκατόχου, επέτρεψε μόνο έπειτα τα 21 του την κατάληψη της θέσης, την οποία πάντως διατήρησε έως την –προχωρημένη για τότε παίκτη– ηλικία των 32. Υπήρξε αναντικατάστατο στέλεχος στον Ολυμπιακό σε όλο το εξαιρετικά επιτυχημένο διάστημα του '50, διατελώντας παράλληλα από τους αρχηγούς της ομάδας.[8] Αγωνίστηκε βασικός επί 11 συναπτές περιόδους, με την τελευταία να αποτελεί την εναρκτήρια της Α' Εθνικής κατηγορίας, όντας εκ των λίγων ποδοσφαιριστών που "ένωσαν" την πρώτη μεταπολεμική 15ετία με τον πλέον σύγχρονο μισό αιώνα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ολοκλήρωσε τη σταδιοδρομία του την επόμενη 1960-61, συμπληρώνοντας 259 επίσημες συμμετοχές ως εξής:[9]

  • 113 στο πρωτάθλημα Ελλάδας (24)
  • 44 στο κύπελλο (10)
  • 2 στο κύπελλο Πρωταθλητριών (0)
  • 100 στο πειραϊκό πρωτάθλημα (24)

και 160 σε φιλικά με ελληνικές ή ξένες ομάδες (τουλάχιστον 22 τέρματα).[10]

Το τελευταίο γκολ σε επίσημη συνάντηση πέτυχε στις 18 Δεκεμβρίου 1960, ανοίγοντας το σκορ (πέναλτι) για το εντός έδρας 3-1 επί της ΑΕΚ στο πρωτάθλημα, ενώ η επόμενη αγωνιστική τη 15η Ιανουαρίου και το 0-0 του σταδίου Ν. Σμύρνης με τον Πανιώνιο υπήρξε η καταληκτική εμφάνιση της 12χρονης παρουσίας του σε επίπεδο διοργανώσεων[11] (συμπτωματικά και στις δύο περιπτώσεις, εναντίον σωματείων που μέσω διαφορετικού τρόπου είχε σχετιστεί ως νεαρός αθλητής). Για τελευταία φορά με την ερυθρόλευκη φανέλα και μάλιστα ως αρχηγός, αγωνίστηκε κατά τη νίκη 2-1 με αντίπαλο τη βραζιλιάνικη Σάντος (και τον Πελέ),[12] όπου στο ταραχώδες εκείνο φιλικό της 4ης Ιουλίου 1961 "συνέβαλε" για το αριθμητικό πλεονέκτημα υπέρ των Πειραιωτών από τις αρχές της επανάληψης:

Εις το 7' έγιναν τα μεγάλα επεισόδια. Ο δεξιός ακραίος των Βραζιλιάνων Σορβάζ έκαμε ένα σκληρό φάουλ επί του Κοτρίδη. Ο τελευταίος εκνευρισμένος του επετέθη. Ο Κουντίνιο[13] έτρεξε γρήγορα και κατάφερε ένα δυνατόν λάκτισμα επί του Κοτρίδη. Από εκεί και πέρα ο στίβος του γηπέδου του Παναθηναϊκού έγινε αρένα, όπου Έλληνες και Βραζιλιάνοι ποδοσφαιρισταί αλληλοεδέρνοντο. Όταν η θύελλα επέρασε και η γαλήνη επανήλθεν, ο διαιτητής κ. Ιωαννίδης απέβαλε τον Κουντίνιο και η Σάντος συνέχισεν αγωνιζόμενη με δέκα παίκτας.[14]

Θεωρείται ακόμα και σήμερα ως ο κορυφαίος Έλληνας σπεσιαλίστας στις εκτελέσεις πέναλτι με 36/38 εκτελέσεις σε επίσημους αγώνες.

Στις εθνικές ομάδες

Αγωνίστηκε για πρώτη φορά με την Εθνική Ελλάδας στις 8 Απριλίου 1951, στον εκτός έδρας αγώνα εναντίον της Β' Ιταλίας, που διεξήχθη στο Παλέρμο, στο πλαίσιο του Κυπέλλου Φιλίας Ανατολικής Μεσογείου. Συνολικά με τη γαλανόλευκη φανέλα αγωνίστηκε σε 18 αγώνες και σημείωσε ένα γκολ. Είναι από τους λίγους Έλληνες αθλητές που έγινε διεθνής σε δύο διαφορετικά αθλήματα.

Τίτλοι

Με τον Ολυμπιακό στο ποδόσφαιρο:

  • πρωτάθλημα Ελλάδας:1947,1948,1951,1954,1955,1956,1957,1958 και 1959
  • κύπελλα Ελλάδας:1947,1951,1952,1953,1954,1957,1958,1959,1960 και 1961
  • πρωταθλήματα Πειραιά:1946,1947,1948,1949,1950,1951,1952,1953,1954,1955,1956,1957,1958 και 1959

Παραπομπές

  1. Χαράλαμπος "Μπάμπης" Κοτρίδης, eu-football.info
  2. "Έφυγε" ο Μπάμπης Κοτρίδης, sport24.gr
  3. "H ιστορία του Ολυμπιακού", Γιώργος Αλεξανδρής-Ηλίας Λέκκας, Εκδόσεις Γ.Χ Αλεξανδρή, Αθήνα 1996, τόμ. Α', σελ. 108 και 110
  4. Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 124 και 115
  5. "Αυτός είναι ο Ολυμπιακός • Η ένδοξη ιστορία του δημοφιλούς συλλόγου", Πάνος Μακρίδης - Ευάγγελος Φουντουκίδης, έκδοση εφημ. «ΑΘΛΗΤΙΚΗ ΗΧΩ», Αθήναι 1957, σελ. 73
  6. Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 118-119
  7. Μακρίδης-Φουντουκίδης, ό.π, 74-75
  8. Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 181
  9. Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, τόμ. Β, σελ. 746
  10. "Η ιστορία του Ολυμπιακού, με πλήρη στοιχεία 1925-2000 • 75 χρόνια θρύλου", Στάθης Αρβανίτης, Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2000, ISBN 960-0329-45-1, σελ. 34
  11. Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 220-222
  12. Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 124 και 214
  13. Coutinho: νεότατος τότε κεντρικός επιθετικός που θα εξελιχθεί σε –θεωρούμενο ως– δεύτερο κορυφαίο παίκτη στην ιστορία του συλλόγου έπειτα τον Πελέ, με τον οποίον συνέθεσαν δίδυμο "παραγωγής" τερμάτων (370 και 1091 αντίστοιχα). Παγκόσμιος πρωταθλητής 1962 με τη Βραζιλία, αν και χωρίς συμμετοχή εξαιτίας τραυματισμού.
  14. εφημ. «ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ» 5 Ιουλ. 1961
    [αναδημοσίευση Αλεξανδρής-Λέκκας, ό.π, σελ. 218]

Πηγές

  • H Ιστορία του Ολυμπιακού , Έκδοση Γ.Χ. Αλεξανδρής , Αθήνα, 1996