Λιθουανική γλώσσα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Spiros790 (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 14: Γραμμή 14:
|Οικογένεια_3 = [[Ανατολικές γλώσσες]]
|Οικογένεια_3 = [[Ανατολικές γλώσσες]]
|-
|-
|επίσημη γλώσσα = [[Λιθουανία]], [[Ευρωπαϊκή Ένωση]]
|επίσημη γλώσσα = {{flagicion|Lithuania}] [[Λιθουανία]]<br>{{flagicon|European Union}} [[Ευρωπαϊκή Ένωση]]
|-
|μειονοτική γλώσσα = {{POL}}<br>{{USA}}
|-
|-
|ρυθμιστής =
|ρυθμιστής =

Έκδοση από την 17:51, 25 Απριλίου 2015

{{Πληροφορίες γλώσσας |χρώμα = #c9ffd9 |language = Lietuvių kalba |γλώσσα = Λιθουανική γλώσσα |- |χώρες = Λιθουανία και 18 άλλες χώρες |- |αριθμός_ομιλητών = 4 εκατομμύρια |- |κατάταξη = Δεν βρίσκεται στις 100 πρώτες |- |Οικογένεια_1 = Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες |Οικογένεια_2 = Βαλτικές γλώσσες |Οικογένεια_3 = Ανατολικές γλώσσες |- |επίσημη γλώσσα = Πρότυπο:Flagicion

Η Λιθουανική είναι η επίσημη γλώσσα της Λιθουανίας. Ομιλείται από περίπου 4 εκατομμύρια γηγενών Λιθουανών . Η λιθουανική ονομασία της γλώσσας είναι lietuvių kalba.

Η λιθουανική γλώσσα είναι η μόνη που διατηρεί ακόμη πολλά από τις αρχικές ιδιαιτερότητες της φωνητικής και της μορφολογίας του ονόματος της αρχικής Ινδοευρωπαϊκής γλώσσας και έτσι προσφέρει εξαιρετικό ενδιαφέρον για γλωσσολογική έρευνα.

Το παλαιότερο γνωστό κείμενο στα λιθουανικά είναι μία μετάφραση ύμνου από το 1545. Τυπωμένα βιβλία υπάρχουν από το 1547 .

Τα λιθουανικά αποτελούν την επίσημη γλώσσα της Λιθουανίας από το 1918. Κατά τη Σοβιετική περίοδο χρησιμοποιούνταν επισήμως παράλληλα με τα Ρώσικα, τα οποία ως επίσημη γλώσσα της Σοβιετικής Ένωσης απέκτησαν προβάδισμα έναντι των Λιθουανικών. Σήμερα τα Λιθουανικά αποτελούν και μία από τις επίσημες γλώσσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Κοινές εκφράσεις στα Λιθουανικά

  • lietuviškai ("lietuviśkai", [lĭetuviʃkaĭ]) : Λιθουανικά
  • labas ("laabas", [lābas]) : Γειά ( ανεπίσημα )
  • iki! ("iki!", [iki]) : Αντίο ( ανεπίσημα )
  • prašau("praśau", [praʃaŭ]) : Παρακαλώ
  • ačiū ("atśjuu", [ātʃiū]) : Ευχαριστώ
  • tas (αρσενικό), ta (θηλυκό) ("tas, ta") : Αυτό
  • kiek? ("kjek", [kĭek]) : Πόσο ;
  • taip ([taĭp]) : Ναι
  • ne ("ne") : Όχι
  • atsiprašau ("atsipraśau", [atsipraʃaŭ]) : Συγγνώμη
  • nesuprantu ([nesuprantu]) : Δεν καταλαβαίνω
  • (ar) kalbate angliškai? ([/ar/ kalbate āngliʃkaĭ ?]) : Μιλάτε αγγλικά ;
  • Kur yra? ([kur īra?]) : Πού είναι ...;

Εξωτερικές συνδέσεις

Wikipedia
Wikipedia