Χρήστης:Emmanuel.karagiorgos/πρόχειρο: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
{{πρόχειρο χρήστη}}
{{πρόχειρο χρήστη}}
<!-- ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΤΕΙΤΕ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΓΡΑΜΜΗ -->
<!-- ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΤΕΙΤΕ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΑΥΤΗ ΤΗ ΓΡΑΜΜΗ -->
{{Πληροφορίες χημικής ένωσης
|όνομα = {{PAGENAME}}
|χρώμα τίτλου = #FF7E00
|χρώμα = #FF7E00
|εικόνα δομή = Ethylene-CRC-MW-dimensions-2D.png
|μέγεθος εικόνας δομή = 200
|λεζάντα εικόνας δομή =
|εικόνα χημική =
|μέγεθος εικόνα χημική = 200
|λεζάντα εικόνα χημική =
|εικόνα 3D = Ethylene-CRC-MW-3D-balls.png
|μέγεθος εικόνας 3D = 200
|λεζάντα εικόνας 3D =
|εικόνα 2 = Ethylene-3D-vdW.png
|μέγεθος εικόνας 2 = 200
|λεζάντα εικόνας 2 =
|εικόνα 3 =
|μέγεθος εικόνας 3 =
|λεζάντα εικόνας 3 =
|όνομα IUPAC = {{PAGENAME}}
|άλλη ονομασία = Αιθυλένιο<br />Διμεθυλένιο
<!-------Ενότητα : Χημικά Αναγνωριστικά------>
|χημικός τύπος = C<sub>2</sub>H<sub>4</sub>
|μοριακή μάζα = 28,05 [[amu]]
|σύντομος συντακτικός τύπος = CH<sub>2</sub>=CH<sub>2</sub>
|συντομογραφίες = ViH
|CAS numb. = 74-85-1
|SMILES ident. = C=C
|InChI ident. = 1/C2H4/c1-2/h1-2H2
|EINECS numb. = 200-815-3
|RTECS num. = KH3800000
|UN num. =
|PubChem CID =
|ChemSpiderID = 6085
|κωδικός προσθέτου τροφίμων =
|αντίστοιχες τριπλέτες =
<!-------- Ενότητα : Ισομέρεια ------->
|ισομέρεια =
|ισομερή θέσης =
|γεωμετρικά ισομερή =
|οπτικά ισομερή =
<!-------- Ενότητα : Δομή ----------->
|δομή = ναι
|διπολική ροπή = 0 D
|κρυσταλλική δομή στερεού =
|μήκος δεσμού = C-H: 108,7 [[pm]]<br /> C-C: 133,9 [[pm]]
|είδος δεσμού = C-H: ελαφρά πολωμένος [[ομοιοπολικός δεσμός]]<br /> σ (1s-2sp<sup>2</sup>)<br /> C-C: [[ομοιοπολικός δεσμός]]<br /> σ (2sp<sup>2</sup>-2sp<sup>2</sup>)<br /> π (2p-2p)
|πόλωση δεσμού = C-H: 3%
|γωνία δεσμού = HCC: 121,3°
|μοριακή γεωμετρία = επίπεδη (D<sub>2h</sub>)
<!-------- Ενότητα : Φυσικές ιδιότητες----------->
|σημείο τήξης = -169,2&nbsp;°C
|σημείο βρασμού = -88,6&nbsp;°C
|κρίσιμη θερμοκρασία = 9,4&nbsp;°C
|κρίσιμη πίεση = 49,9383173 [[atm]]
|κρίσιμος όγκος =
|σταθερά α =
|σταθερά β =
|πυκνότητα = 1,178 kg/m<sup>3</sup> (15&nbsp;°C)
|διαλυτότητα στο νερό = 2,9 g/m<sup>3</sup>
|διαλυτότητα σε διαλύτες =
|ιξώδες =
|δείκτης διάθλασης =
|τάση ατμών = 40 [[atm]] (-1,5&nbsp;°C)
|εμφάνιση = Άχρωμο αέριο
<!---------Ενότητα : Χημικες ιδιότητες--------->
|χημικές ιδιότητες = ναι
|οξύτητα = 44
|pI =
|θερμότητα πλήρους καύσης = 1314 kJ/mole
|βαθμός οκτανίου =
|ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης = -136&nbsp;°C
|σημείο αυτανάφλεξης = 542,8&nbsp;°C
|αυτοδιάσπαση =
|αυτοδιμερισμός =
|αυτοϊσομερίωση =
<!--------Ενότητα : Επικινδυνότητα ---------------->
|επικινδυνότητα = ναι
|εικόνα κινδύνου 1 = Hazard F.svg
|εικόνα κινδύνου 2 =
|εικόνα κινδύνου 3 =
|εικόνα κινδύνου 4 =
|προσδιορισμός κινδύνων = Εξαιρετικά εύφλεκτο ('''F+''')
|φράση-R =
|φράση-S =
|MSDS =
|NFPA1 = 3
|NFPA2 = 4
|NFPA3 = 2
|NFPA4 =
|άλλοι κίνδυνοι =
<!------Ενότητα : Εκρηκτικό------>
|εκρηκτικό =
|ευαισθησία στην κρούση =
|ευαισθησία στην τριβή =
|ταχύτητα έκρηξης =
<!------Υποσημειώσεις ----->
|υποσημειώσεις =
}}


Ο [[Τζόσεφ Πρίστλεϋ]] (''Joseph Priestley'') επίσης ανέφερε το ίδιο αέριο στο έργο του ''Εxperiments and observations'', που είναι σχετικό με διάφορους κλάδους της [[φυσική φιλοσοφία|φυσικής φιλοσοφίας]], μαζί με μια συνέχεια παρατηρήσεων για τον ατμοσφαιρικό αέρα, το [[1779]], όπου ανέφερε ότι ο [[Ζαν Ίνγκενχαουσζ]] (''Jan Ingenhousz'') είδε το αιθένιο να συνθέτεται με τον ίδιο τρόπο (δηλαδή από αιθανόλη και θειικό οξύ) από το ''Mr. Enée'' στο [[Άμστερνταμ]], το [[1777]], και ότι ακολούθως το σύνθεσε και ο ίδιος ο Ζαν Ίνγκενχαουσζ<ref>Appendix, §VIII, pp. 474 ff., Experiments and observations relating to the various branches of natural philosophy: with a continuation of the observations on air, Joseph Priestley, London: printed for J. Johnson, 1779, vol. 1.</ref>.
{{Commons|Ethylene}}


Το [[1795]], [[4 (αριθμός)|τέσσερεις (4)]] [[Ολλανδία|Ολλανδοί]] χημικοί, οι [[Γιόχαν Ρούντολφ Ντεϊμάν]] (''Johan Rudolph Deiman''), Αντριέν Πατς βαν Τρούστβικ (''Adrien Pats van Troostwyck''), Ανθονί Λαουβάρενμπουργκ (''Anthoni Lauwerenburgh'') και Νίκολας Μποντ (''Nicolas Bondt'') ανακάλυψαν τη χημική ιδιότητα του αιθενίου να σχηματίζει [[1,2-διχλωραιθάνιο]]<ref>Βλέπετε την ενότητα §5.5, για τη χρησιμοποιούμενη αντίδραση, με Cl όπου X</ref>, που στις συνηθισμένες συνθήκες είναι ελαιώδες [[υγρό]], όταν αντιδρά με (στοιχειακό) [[χλώριο]]. Εξαιτίας αυτής της ιδιότητάς του, οι χημικοί αυτοί ονόμασαν το αιθένιο με την ονομασία στα [[γαλλική γλώσσα|γαλλικά) ''French gaz oléfiant'', που μεταφράζεται στα ελληνικά ως «ελαιογόνο αέριο»<ref>Roscoe & Schorlemmer 1878, p. 613</ref><ref>Dichlorethane. In: Römpp Online. Georg Thieme Verlag, abgerufen am 12. Juni 2014.</ref>. Η ονομασία αυτή αποδώθηκε στα αγγλικά ως ''olefiant gas'', και επικράτησε για κάποιο χρονικό διάσημα<ref>Roscoe & Schorlemmer 1878, p. 613</ref>. Η ονομασία αυτή οδήγησε στο σχηματισμό του όρου «ολεφίνες», και που μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας ταυτίζει με τα [[αλκένια]], αλλά αφού το σχετικό τεστ αξιοποιεί τον αποχρωματισμό (στοιχειακού) [[βρώμιο|βρωμίου]]<ref>Βλέπετε την ενότητα §5.5, για τη χρησιμοποιούμενη αντίδραση, με Br όπου X</ref>, είναι προφανές ότι επεκτείνεται στο ευρύτερο [[σύνολο]] των χημικών ενώσεων που έχουν αυτήν την ιδιότητα.
Το '''αιθένιο''' ([[αγγλική γλώσσα|αγγλικά]] ''ethen'') ή '''αιθυλένιο''' (αγγλικά ''ethylen'') είναι [[Οργανική ένωση|οργανική]] [[χημική ένωση|ένωση]], που περιέχει [[άνθρακας|άνθρακα]] και [[υδρογόνο]], με [[χημικός τύπος|χημικό τύπο]] '''C<sub>2</sub>H<sub>4</sub>''' αν και συχνά γράφεται πιο αναλυτικά ως '''CH<sub>2</sub>=CH<sub>2</sub>'''.ή και [[συντομογραφία|συντομογραφικά]] ως '''ViH'''. Πιο συγκεκριμένα, το αιθένιο είναι το απλούστερο [[αλκένιο]], δηλαδή [[Αλειφατική ένωση|αλειφατικός]] [[Ακόρεστη ένωση|ακόρεστος]] [[υδρογονάνθρακες|υδρογονάνθρακας]] με έναν [[Διπλός δεσμός|διπλό δεσμό]]. Το χημικά καθαρό αιθένιο, στις «[[κανονικές συνθήκες|συνηθισμένες συνθήκες]]», δηλαδή σε [[θερμοκρασία]] 25&nbsp;°C και υπό [[πίεση]] 1 [[Ατμόσφαιρα (μονάδα)|atm]], είναι [[χρώμα|άχρωμο]] [[καύση|εύφλεκτο]] [[αέριο]] με μια απαλή «γλυκιά και μοσχοβολιστή» [[όσφρηση|οσμή]]<ref>H. S. Booth and M. B. Campbell (1926), Studies of Anesthetic Ethylene: I. The Odor of Ethylene. Anesthesia and Analgesia, July–August 1929, pages 221-226.</ref>.


Εν τω μεταξύ, το [[1807]], ο [[Τζον Ντάλτον]] (''John Dalton'') επιχείρησε να προσδιορίσει τη μοριακή δομή του αιθενίου. Κατά το δεύτερο ήμισυ του [[19ος αιώνας|19ου αιώνα]] επιτεύχθηκε η συνθετική παραγωγή φυτικών οξέων, όπως του [[ηλεκτρικό οξύ|ηλεκτρικού οξέος]], από αιθένιο. Ακόμη, κατά την ίδια περίπου χρονική περίοδο έγινε συνήθεια η χρησιμοποίηση της ελληνικής προέλευσης κατάληξης «-ένη», που σημαίνει «θυγατέρα», ακριβώς με την έννοια της δήλωσης ότι μια ένωση είναι «θυγατρική», δηλαδή παράγωγη μιας άλλης. Θεωρήθηκε, έτσι, ότι το αιθένιο (C<sub>2</sub>H<sub>4</sub>) προέρχεται από τη [[χημική ρίζα|ρίζα]] αιθύλιο (C<sub>2</sub>H<sub>5</sub>), οπότε το αιθένιο ονομάστηκε «αιθυλένιο», τουλάχιστον από το [[1852]].
Στην [[Ευρώπη]] κσι στην [[Ασία]] το αιθένιο παράγεται [[βιομηχανία|βιομηχανικά]] με [[πυρόλυση|ατμοπυρόλυση]] [[αργό πετρέλαιο|αργού πετρελαίου]] ή και [[βενζίνη]]ς, αλλά στις [[ΗΠΑ]] και στον [[Καναδάς|Καναδά]] προτιμάται η ατμοπυρόλυση [[αιθάνιο|αιθανίου]], [[προπάνιο|προπανίου]] ή και [[υγραέριο|υγραερίου]], γενικότερα.


Το [[1979]] η ονοματολογία κατά [[Διεθνής Ένωση Καθαρής και Εφαρμοσμένης Χημείας|IUPAC]] έκανε μια εξαίρεση, επιτρέποντας τη μη συστηματική ονομασία «αιθυλένιο»<ref>IUPAC nomenclature rule A-3.1 (1979)</ref>, αλλά αυτή η απόφαση αναιρέθηκε το [[1993]]<ref>Footnote to IUPAC nomenclature rule R-9.1, table 19(b)</ref>, και από τότε ισχύει επίσημα η συστηματική ονομασία «αιθένιο».
Από τον καιρό που το πετρέλαιο έγινε η πλέον «στρατηγική» πρώτη ύλη του πλανήτη μας, το αιθένιο είναι η «κεντρική» οργανική πρόδρομη ένωση, αφού χρησιμοποιείται ευρύτατα από τη [[χημική βιομηχανία]], αποτελώντας την κυριότερη βάση από την οποία παράγονται πλήθος πρωτογενών ή και δευτερογενών προϊόντων, όπως το [[πολυαιθυλένιο]], το [[οξιράνιο]], το [[στυρόλιο]] ή και άλλες α-ολεφίνες. Η ετήσια παγκόσμια παραγωγή του, που ήταν πάνω από [[109 (αριθμός)|109]] εκατομμύρια τόννοι το [[2006]], ξεπερνώντας έτσι σε ετήσια παραγωγή κάθε άλλη βιομηχανικά παραγώμενη [[οργανική ένωση]]<ref name="cenews">"Production: Growth is the Norm" (PDF). Chemical and Engineering News 84 (28): 59. July 10, 2006. doi:10.1021/cen-v084n034.p059.</ref><ref>"Propylene Production from Methanol". by Intratec, ISBN 978-0-615-64811-8.</ref>.


== Δομή ==
Το αιθένιο είναι, επίσης, μια σημαντική φυσική [[φυτό|φυτική]] [[ορμόνη]], που χρησιμοποιείται με φυσικό τρόπο από τα φυτά και με τεχνητό τρόπο στην [[Γεωργία (δραστηριότητα)|αγροτική παραγωγή]] για να δώσει την εντολή για την ωρίμανση των φρούτων<ref>Wang K, Li H, Ecker J (2002). "Ethylene Biosynthesis and Signaling Networks". Plant Cell 14 (Suppl): S131–51. doi:10.1105/tpc.001768. PMC 151252. PMID 12045274.</ref>.


[[Image:Dewar-Chatt-Duncanson model.png|thumb|260 px|left|Τροχιακή περιγραφή ένωσης μεταξύ αιθενίου και ενός [[μέταλλο|μετάλλου]] μετάπτωσης.]]
== Ονοματολογία ==
Αυτός ο [[υδρογονάνθρακες|υδρογονάνθρακας]] έχει [[μόριο]] που αποτελείται από [[4 (αριθμός)|τέσσερα (4)]] [[άτομο|άτομα]] [[υδρογόνο]]υ ενωμένα με ένα ζεύγος ατόμων [[άνθρακας|άνθρακα]] που συνδέονται μεταξύ τους με ένα [[διπλός δεσμός|διπλό δεσμό]]. Όλα αυτά τα [[6 (αριθμός)|έξι (6)]] συνολικά άτομα είναι [[ομοεπιπεδότητα|ομοεπίπεδα]]. Η [[γωνία]] <math>\widehat{H C H} </math> είναι 117,4°, δηλαδή πολύ κοντά στις 120° που προβλέπονται για τον sp² [[υβριδισμός τροχιακών|υβριδισμό]] των ατόμων άνθρακα, που συνδέονται με διπλό δεσμό. Η περιστροφή του δεσμού C=C απαιτεί (σχετικά) υψηλή ποσότητα [[ενέργεια]]ς, γιατί απαιτεί την (προσωρινή) διάσπαση του π-δεσμού.


Ο [[δεσμός π|π-δεσμός]] στο μόριο του αιθενίου είναι υπεύθυνος για τη χρήσιμη δραστικότητά του. Η περιοχή του διπλού δεσμού χαρακτηρίζεται από (σχετικά) υψηλή [[ηλεκτρονιακή πυκνότητα]], που επομένως είναι ευάλωτη σε επιδράσεις [[ηλεκτρονιόφιλα αντιδραστήρια|ηλεκτρονιόφιλων]]. Πολλές αντιδράσεις του αιθενίου [[κατάλυση|καταλύνται]] από διάφορα μέταλλα μετάπτωσης, που σχηματίζουν προσωρινά [[σύμπλοκα]] με τα π και π* τροχιακά του αιθενίου.
Η ονομασία «αιθένιο» προέρχεται από την [[ονοματολογία οργανικών ενώσεων|ονοματολογία κατά IUPAC]]. Συγκεκριμένα, το πρόθεμα «αιθ-» δηλώνει την παρουσία δύο (2) ατόμων άνθρακα ανά μόριο της ένωσης, το ενδιάμεσο «-εν-» δείχνει την παρουσία ενός (1) διπλού δεσμού μεταξύ ατόμων άνθρακα στο μόριο και η κατάληξη «-ιο» φανερώνει ότι δεν περιέχει [[χαρακτηριστικές ομάδες]] με χαρακτηριστικές καταλήξεις, δηλαδή ότι είναι ένας [[υδρογονάνθρακες|υδρογονάνθρακας]], αφού η ονομασία δεν αναφέρει χαρακτηριστικές ομάδες ούτε ως προθέματα.


Αφού είναι μια σχετικά απλή ένωση, το αιθένιο είναι επίσης [[φασματοσκοπία|φασματοσκοπικά]] σχετικά απλό. Το φάσμα του ορατού - υπεριώδους του χρησιμοποιείται ακόμη ως μια δοκιμή για τις θεωρητικές μεθόδους<ref>"Ethylene:UV/Visible Spectrum". NIST Webbook. Retrieved 2006-09-27.</ref>.
== Ιστορία ==


{|class="wikitable"
[[Αρχείο:Jjbecher.jpg|miniatur|upright=1.2||thumb|left|100px|[[Γιόχαν Γιόαχιμ Μπέχερ]] (''Johann Joachim Becher'')]]
|-

|colspan="5" align="center"|'''Δεσμοί'''<ref>Τα δεδομένα προέρχονται εν μέρει από το «Table of periodic properties of thw Ellements», Sagrent-Welch Scientidic Company και Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, Σελ. 34.</ref>
Στην [[Αρχαία Αίγυπτος|αρχαία Αίγυπτο]] χρησιμοποιούσαν (μάλλον ασυνείδητα) αιθένιο, για την πρόωρη ωρίμανση [[μουριά|μούρων]] και [[συκιά|σύκων]]: Χάρασσαν μερικά άγουρα μούρα, τα οποία έτσι παρήγαγαν αιθένιο, για να επιταχύνουν την επούλωση των τραυμάτων τους, αλλά έτσι παράλληλα επιτάχυναν και την ωρίμανση των υπόλοιπων άγουρων φρούτων<ref>The Sycomore Fig (Html-Version) im Webarchiv vom 8. Januar 2012, PDF-Version (593 kb) vom 30. Mai 2009.</ref>.
|-

!Δεσμός!!τύπος δεσμού!!ηλεκτρονική δομή!!Μήκος δεσμού!!Ιονισμός
Πολλοί [[γεωλογία|γεωλόγοι]] και μελετητές πιστεύουν ότι στο διάσημο Αρχαίο Ελληνικό [[Μαντείο των Δελφών]], η [[Πυθία]] έμπαινε σε έκσταση αναπνέοντας αιθένιο που έβγαινε από σχισμές του εδάφους<ref>John Roach (2001-08-14). "Delphic Oracle's Lips May Have Been Loosened by Gas Vapors". National Geographic. Retrieved March 8, 2007.</ref>.
|-

|C-H||σ||2sp<sup>2</sup>-1s||108,7 pm||3% C<sup>-</sup> H<sup>+</sup>
Η πρώτη αναφορά στο αιθένιο χρονολογείται στο [[1669]], όταν ο [[Γερμανία|Γερμανός]] [[αλχημεία|αλχημιστής]] Γιόχαν Γιόαχιμ Μπέχερ ανέφερε στο έργο του ''Actorum laboratorii Chymici Monacensis, seu Physicae subterraneae'', ότι παρατήρησε έκλυση ενός αερίου όταν θέρμαινε [[αιθανόλη]] με [[θειικό οξύ]]<ref>Roscoe, Henry Enfield; Schorlemmer, Carl (1878). A treatise on chemistry 1. D. Appleton. p. 611.</ref><ref>Βλέπετε την ενότητα §4.2.1., για τη χρησιμοποιούμενη αντίδραση.</ref><ref>Winfried R. Pötsch, Annelore Fischer und Wolfgang Müller unter Mitarbeit von Heinz Cassebaum: Lexikon bedeutender Chemiker. Bibliographisches Institut, Leipzig 1988, S. 33−34, ISBN 3-323-00185-0.</ref><ref>Brown, James Campbell (July 2006). A History of Chemistry: From the Earliest Times Till the Present Day. Kessinger. p. 225. ISBN 978-1-4286-3831-0.</ref>.
|-
|C=C||σ||2sp<sup>2</sup>-2sp<sup>2</sup>||133,9 pm||
|-
|C=C||π||2p-2p||133,9 pm||
|-
|colspan="2" align="center"|'''Κατανομή φορτίων'''<br>σε ουδέτερο μόριο
|-
| C||-0,06
|-
| H||+0,03
|-
|}

Έκδοση από την 18:11, 28 Ιανουαρίου 2015


Ο Τζόσεφ Πρίστλεϋ (Joseph Priestley) επίσης ανέφερε το ίδιο αέριο στο έργο του Εxperiments and observations, που είναι σχετικό με διάφορους κλάδους της φυσικής φιλοσοφίας, μαζί με μια συνέχεια παρατηρήσεων για τον ατμοσφαιρικό αέρα, το 1779, όπου ανέφερε ότι ο Ζαν Ίνγκενχαουσζ (Jan Ingenhousz) είδε το αιθένιο να συνθέτεται με τον ίδιο τρόπο (δηλαδή από αιθανόλη και θειικό οξύ) από το Mr. Enée στο Άμστερνταμ, το 1777, και ότι ακολούθως το σύνθεσε και ο ίδιος ο Ζαν Ίνγκενχαουσζ[1].

Το 1795, τέσσερεις (4) Ολλανδοί χημικοί, οι Γιόχαν Ρούντολφ Ντεϊμάν (Johan Rudolph Deiman), Αντριέν Πατς βαν Τρούστβικ (Adrien Pats van Troostwyck), Ανθονί Λαουβάρενμπουργκ (Anthoni Lauwerenburgh) και Νίκολας Μποντ (Nicolas Bondt) ανακάλυψαν τη χημική ιδιότητα του αιθενίου να σχηματίζει 1,2-διχλωραιθάνιο[2], που στις συνηθισμένες συνθήκες είναι ελαιώδες υγρό, όταν αντιδρά με (στοιχειακό) χλώριο. Εξαιτίας αυτής της ιδιότητάς του, οι χημικοί αυτοί ονόμασαν το αιθένιο με την ονομασία στα [[γαλλική γλώσσα|γαλλικά) French gaz oléfiant, που μεταφράζεται στα ελληνικά ως «ελαιογόνο αέριο»[3][4]. Η ονομασία αυτή αποδώθηκε στα αγγλικά ως olefiant gas, και επικράτησε για κάποιο χρονικό διάσημα[5]. Η ονομασία αυτή οδήγησε στο σχηματισμό του όρου «ολεφίνες», και που μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας ταυτίζει με τα αλκένια, αλλά αφού το σχετικό τεστ αξιοποιεί τον αποχρωματισμό (στοιχειακού) βρωμίου[6], είναι προφανές ότι επεκτείνεται στο ευρύτερο σύνολο των χημικών ενώσεων που έχουν αυτήν την ιδιότητα.

Εν τω μεταξύ, το 1807, ο Τζον Ντάλτον (John Dalton) επιχείρησε να προσδιορίσει τη μοριακή δομή του αιθενίου. Κατά το δεύτερο ήμισυ του 19ου αιώνα επιτεύχθηκε η συνθετική παραγωγή φυτικών οξέων, όπως του ηλεκτρικού οξέος, από αιθένιο. Ακόμη, κατά την ίδια περίπου χρονική περίοδο έγινε συνήθεια η χρησιμοποίηση της ελληνικής προέλευσης κατάληξης «-ένη», που σημαίνει «θυγατέρα», ακριβώς με την έννοια της δήλωσης ότι μια ένωση είναι «θυγατρική», δηλαδή παράγωγη μιας άλλης. Θεωρήθηκε, έτσι, ότι το αιθένιο (C2H4) προέρχεται από τη ρίζα αιθύλιο (C2H5), οπότε το αιθένιο ονομάστηκε «αιθυλένιο», τουλάχιστον από το 1852.

Το 1979 η ονοματολογία κατά IUPAC έκανε μια εξαίρεση, επιτρέποντας τη μη συστηματική ονομασία «αιθυλένιο»[7], αλλά αυτή η απόφαση αναιρέθηκε το 1993[8], και από τότε ισχύει επίσημα η συστηματική ονομασία «αιθένιο».

Δομή

Τροχιακή περιγραφή ένωσης μεταξύ αιθενίου και ενός μετάλλου μετάπτωσης.

Αυτός ο υδρογονάνθρακας έχει μόριο που αποτελείται από τέσσερα (4) άτομα υδρογόνου ενωμένα με ένα ζεύγος ατόμων άνθρακα που συνδέονται μεταξύ τους με ένα διπλό δεσμό. Όλα αυτά τα έξι (6) συνολικά άτομα είναι ομοεπίπεδα. Η γωνία είναι 117,4°, δηλαδή πολύ κοντά στις 120° που προβλέπονται για τον sp² υβριδισμό των ατόμων άνθρακα, που συνδέονται με διπλό δεσμό. Η περιστροφή του δεσμού C=C απαιτεί (σχετικά) υψηλή ποσότητα ενέργειας, γιατί απαιτεί την (προσωρινή) διάσπαση του π-δεσμού.

Ο π-δεσμός στο μόριο του αιθενίου είναι υπεύθυνος για τη χρήσιμη δραστικότητά του. Η περιοχή του διπλού δεσμού χαρακτηρίζεται από (σχετικά) υψηλή ηλεκτρονιακή πυκνότητα, που επομένως είναι ευάλωτη σε επιδράσεις ηλεκτρονιόφιλων. Πολλές αντιδράσεις του αιθενίου καταλύνται από διάφορα μέταλλα μετάπτωσης, που σχηματίζουν προσωρινά σύμπλοκα με τα π και π* τροχιακά του αιθενίου.

Αφού είναι μια σχετικά απλή ένωση, το αιθένιο είναι επίσης φασματοσκοπικά σχετικά απλό. Το φάσμα του ορατού - υπεριώδους του χρησιμοποιείται ακόμη ως μια δοκιμή για τις θεωρητικές μεθόδους[9].

Δεσμοί[10]
Δεσμός τύπος δεσμού ηλεκτρονική δομή Μήκος δεσμού Ιονισμός
C-H σ 2sp2-1s 108,7 pm 3% C- H+
C=C σ 2sp2-2sp2 133,9 pm
C=C π 2p-2p 133,9 pm
Κατανομή φορτίων
σε ουδέτερο μόριο
C -0,06
H +0,03
  1. Appendix, §VIII, pp. 474 ff., Experiments and observations relating to the various branches of natural philosophy: with a continuation of the observations on air, Joseph Priestley, London: printed for J. Johnson, 1779, vol. 1.
  2. Βλέπετε την ενότητα §5.5, για τη χρησιμοποιούμενη αντίδραση, με Cl όπου X
  3. Roscoe & Schorlemmer 1878, p. 613
  4. Dichlorethane. In: Römpp Online. Georg Thieme Verlag, abgerufen am 12. Juni 2014.
  5. Roscoe & Schorlemmer 1878, p. 613
  6. Βλέπετε την ενότητα §5.5, για τη χρησιμοποιούμενη αντίδραση, με Br όπου X
  7. IUPAC nomenclature rule A-3.1 (1979)
  8. Footnote to IUPAC nomenclature rule R-9.1, table 19(b)
  9. "Ethylene:UV/Visible Spectrum". NIST Webbook. Retrieved 2006-09-27.
  10. Τα δεδομένα προέρχονται εν μέρει από το «Table of periodic properties of thw Ellements», Sagrent-Welch Scientidic Company και Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, Σελ. 34.